Τίρυνθα – Φραγκίσκου Πουκεβίλ
Ο Φιλέλληνας Φραγκίσκος Πουκεβίλ (1770-1838) γνώρισε για πρώτη φορά την Ελλάδα ως αιχμάλωτος των Τούρκων, όταν επιστρέφοντας από την Αίγυπτο όπου είχε ακολουθήσει τον Ναπολέοντα, συνελήφθη από Αλγερινούς πειρατές οι οποίοι τον παρέδωσαν στους Τούρκους στην Πύλο.
Στην συνέχεια μεταφέρθηκε στην Τρίπολη και το Ναύπλιο, όπου παρέμεινε έγκλειστος περίπου οκτώ μήνες. Μολονότι ο Πουκεβίλ πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως γιατρός στους Τούρκους, αυτοί τον έστειλαν σιδηροδέσμιο την Κωνσταντινούπολη όπου κρατήθηκε δυο ολόκληρα χρόνια. Αποφυλακίστηκε το 1801.
Ο Ναπολέοντας εκτιμώντας τις γνώσεις του για την περιοχή, τον διόρισε ως εκπρόσωπό του στην αυλή του Αλή πασά των Ιωαννίνων όπου και παρέμεινε δέκα ολόκληρα χρόνια. (1805- 1815). Δυο χρόνια μετά (1817) τοποθετείται πρόξενος της Γαλλίας στην Πάτρα. Περιηγείται την Ελλάδα και βεβαίως την Πελοπόννησο.
Στο κείμενο που ακολουθεί ο Πουκεβίλ περιγράφει την επίσκεψή του στην Τίρυνθα και τη διαδρομή από τις Μυκήνες προς την Τίρυνθα και το Ναύπλιο. Το πεντάτομο έργο του « Ταξίδι στην Ελλάδα» εκδόθηκε το 1820 στο Παρίσι και έγινε δεκτό από τους Ευρωπαίους με ιδιαίτερο ενθουσιασμό.
Τίρυνθα
Η απόσταση από το Άργος ως την Τίρυνθα είναι τέσσερα μίλια. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι πάνω σ’ αυτή την οδό, που συνεχίζει ως την Επίδαυρο, συναντούσες ένα πυραμιδοειδές οικοδόμημα μέσα στο οποίο φυλάσσονταν ασπίδες, παρόμοιες μ’ εκείνες των Αργείων ως προς την κατασκευή τους. Ξεκινώντας απ’ αυτό το σημείο, διέσχιζες το πεδίο της μάχης του Προίτου και του Ακρισίου. «Πιο πέρα» συνεχίζει ο Παυσανίας, «θα δείτε στο δεξί σας χέρι τα ερείπια της Τίρυνθος, καθόσον οι Αργείοι κατέστρεψαν αυτή την πόλη με σκοπό να μεταφέρουν τους κατοίκους της στο Άργος που είχε ανάγκη εποικισμού. Απομένουν μόνο τα τείχη της Τίρυνθος, κτισμένα, απ’ ότι λένε, από τους Κύκλωπες*».
Ο Προίτος τους μετεκάλεσε εδώ από τη Λυκία, κι αυτοί οι τόσο επιδέξιοι τεχνίτες, τους οποίους δεν θα πρέπει να συγχέουμε με τους Κύκλωπες της μυθολογίας, ήταν εκείνοι που μετέτρεψαν σε οπλοστάσιο την Τίρυνθα, ακρόπολη της οποίας ήταν πιθανότατα η Λύκιμνα.
Σήμερα απομένουν μόνο τα ερείπια αυτού του φρουρίου. Στην Τίρυνθα, λοιπόν, όπως και στις Μυκήνες, υπήρχε πάντοτε η κάτω πόλη και η πάνω πόλη, κι ενδέχεται η καθεμιά να οικοδομήθηκε σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Η ακρόπολη είναι κτισμένη με τη μέθοδο της ξηρολιθοδομής, οι δε λίθοι της είναι τόσων μεγάλων διαστάσεων ώστε χρειάζονταν, μας λέει ο Παυσανίας, δυο ημίονοι για να σύρουν τη μικρότερη απ’ αυτές. Παλαιότερα, η σύνδεση γινόταν με λίθους μικροτέρων διαστάσεων, οι οποίοι εφάρμοζαν με τέτοια ακρίβεια πάνω στα πολύγωνα, ώστε δεν παρεμβαλλόταν ούτε το ελάχιστο κενό.
Τρεις χιλιάδες χρόνια κύλησαν πάνω απ’ αυτό το εκπληκτικό αρχιτεκτόνημα και θα περάσουν ακόμη αρκετοί αιώνες ώσπου να ισοπεδωθεί. Αν κι ο Fourmont καυχιόταν ότι γκρέμισε την Τίρυνθα, εκείνη συνεχίζει να κρατιέται γερά στη θέση της. Τα ερείπιά της, τα αποκαλούμενα Παλαιά Ναυπλία, εντοπίζονται πάνω σ’ ένα κατά τόπους απόκρημνο ύψωμα, το οποίο ορθώνεται στις παρυφές της πεδιάδας του Άργους.
Κατά τον κ. Dodwell, τα τείχη του περιβόλου ζώνουν μια επιφάνεια μήκους διακοσίων σαράντα τεσσάρων αγγλικών ποδών και πλάτους πενήντα τεσσάρων, το δε πάχος τους κυμαίνεται από είκοσι έως είκοσι πέντε πόδια. Στο καλύτερα σωζόμενο τμήμα του το ύψος τους ανέρχεται σε σαράντα τρία πόδια. Οι ογκωδέστεροι από τους χρησιμοποιούμενους για την κατασκευή λίθους έχουν μήκος εννέα πόδια και τέσσερα δάχτυλα και πάχος τέσσερα πόδια. Οι διαστάσεις των υπολοίπων είναι συνήθως εφτά επί τρία, κι είναι πολύ πιθανόν τα τείχη, όταν ήταν ακέραια, να άγγιζαν το ύψος τον εβδομήντα ποδών.
Η στοά, η οποία δεν είναι πιθανότατα τίποτε περισσότερο από ένα λαγούμι που το ωραιοποιεί ο Παυσανίας χαρακτηρίζοντάς το ως θάλαμο των θυγατέρων του Προίτου, είναι ένα υπόγειο με οξυκόρυφο σχήμα, μήκους ογδόντα τεσσάρων ποδών και πλάτους πέντε, χρησιμοποιούμενο σαν μαντρί για τα κοπάδια των γιδοβοσκών. Ο στενός αυτός διάδρομος έχει καταληφθεί από τις νυχτερίδες κι από τα κατσίκια, κι απ’ ό,τι φαίνεται δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια αποθήκη μέσα στην οποία διατηρούσαν τις απαραίτητες για τους φρουρούς του οχυρού προμήθειες σε τρόφιμα και σε όπλα.
Κατά την εποχή της ακμής του το οχυρό εθεωρείτο μεν απόρθητο, αλλά παρ’ όλα αυτά οι Αργείοι κατάφεραν να το πολιορκήσουν, όπως άλλωστε και εκείνο των Μυκηνών.
Η απόσταση από την Τίρυνθα στο Ναύπλιο
Ο Παυσανίας εκτιμά ότι η απόσταση από την Τίρυνθα ως το Ναύπλιο είναι δώδεκα στάδια, κάτι που συμπίπτει πάνω κάτω και με τις εκτιμήσεις των περιηγητών, οι οποίοι την υπολογίζουν σε τριάντα ή σαράντα λεπτά με τα πόδια. Εδώ κοντά εντόπιζαν οι αρχαίοι και την πηγή Κάναθο, όπου η Ήρα κατέβαινε κάθε χρόνο για να λουστεί και να επανακτήσει την παρθενία της, αντικείμενο της μεταμέλειας της Σαπφώς. Οι μυθογράφοι ύμνησαν αυτή την πηγή χαρίζοντάς της το όνομα Αμυμώνη.
Μας διηγούνται ότι η πηγή αποκαλύφθηκε σε μια από τις θυγατέρες του Δαναού, ως ανταμοιβή για την εύνοιά της προς τον Ποσειδώνα. Αυτό το τμήμα της Αργολίδας, όπως και τα περίχωρα της Τίρυνθας, σκεπάζονται από βαμβακοκαλλιέργειες και κυρίως από πολύ περιποιημένους αμπελώνες.
Σχετικά μ’ αυτό το θέμα, ο Παυσανίας διηγείται ότι οι Ναυπλιώτες εφάρμοσαν πρώτοι το κλάδεμα της αμπέλου. Συνέβαλαν την ιδέα βλέποντας ένα γάιδαρο να βόσκει τα κλήματα.
Δεν είναι ούτε το πρώτο, αλλά ούτε και το λιγότερο ωφέλιμο μάθημα που οι άνθρωποι διδάχτηκαν από τα ζώα. Αργότερα, η αμπελοτομία ή κλάδεμα της αμπέλου, εξελίχτηκε σε μια παλλαϊκή τελετή στην Ελλάδα, την πάντοτε διψασμένη για παντός είδους πανηγυρισμούς.
Η βαναυσότητα των Τούρκων
Γιατί άραγε να μη διαθέτει η Ελλάδα, και σήμερα νομοθέτες σαν τα γαϊδουράκια εκείνα; Θα ήταν χίλιες φορές καλύτεροι από τους μωαμεθανούς! Τις μέρες που εγώ βρισκόμουν στο Άργος, διηγόντουσαν ότι προσφάτως, επειδή ο Αρναούτογλου είχε προσβάλει τον Αλή Φαρμάκη του Λάλα, ο τελευταίος μην έχοντας άλλο τρόπο να εκδικηθεί ευθέως, πρόσταξε να συλλάβουν ένδεκα χριστιανούς, υποτελείς εκείνου του Αγά και να τους ανασκολοπίσουν, θέλοντας μ’ αυτό τον τρόπο να θίξει στο πρόσωπό τους το κύρος του εχθρού του. Η ανάμνηση αυτής της φρικαλεότητας, που και τώρα ακόμη με κάνει ν’ αναριγώ, μνημονευόταν από τους Τούρκους του Ναυπλίου σαν δείγμα παλικαριάς και αξιοπρεπούς πράξεως.
Η διαδρομή από τις Μυκήνες προς την Τίρυνθα και το Ναύπλιο
Υπολογίζεται ότι η διαδρομή από τις Μυκήνες ως την Τίρυνθα αντιστοιχεί σε τρεισήμισι ώρες πεζοπορίας. Είναι προφανές ότι ο Παυσανίας δεν είχε εξερευνήσει αυτό το τμήμα της Αργολίδας αρκετά διεξοδικά, καθόσον κατά την αρχαιότητα υπήρχαν εδώ πάμπολλα αξιοθέατα, αν κρίνουμε από τα ερείπια όλης της γύρω περιοχής.
Αν, δέκα οχτώ λεπτά μετά το Χαρβάτι κατευθυνθούμε προς την Τίρυνθα, θα επισημάνουμε στην πορεία μας ορισμένα λείψανα αρχαιοτήτων και λίγο πιο πέρα, ένα ναό διαμορφωμένο σε εκκλησία, του οποίου τόσο οι δωρικού ρυθμού κίονες όσο και τα επιχρωματισμένα τούβλα, υποδηλώνουν ότι πρόκειται αναμφίβολα για έργο του χρυσού αιώνα της Ελλάδας, πιθανώς αποκαταστημένο από τους Ρωμαίους. Λίγα βήματα μετά απ’ αυτό το μνημείο, μια άλλη εκκλησία εμφανίζει μερικά αξιοπρόσεκτα δείγματα αρχιτεκτονικής.
Εκεί κοντά διακρίνουμε και δυο πηγάδια καθώς και δυο τεχνητές αναβαθμίδες, ανάλογες μ’ εκείνες των ηρωικών τάφων της Βοιωτίας, στους οποίους αναφέρθηκα προηγουμένως: αγνοώ την ιστορική προέλευση αυτών των τύμβων, η ανασκαφή των οποίων θα απέβαινε ιδιαιτέρως πλούσια σε ευρήματα, αφού η περιοχή αυτή δεν ανασκάφηκε ποτέ.
Σε απόσταση εφτά λεπτών από τους τύμβους φτάνουμε στα Φονικά, χωριό κτισμένο πάνω σ’ ένα ύψωμα όπου διακρίνουμε ένα περιζωμένο από δωρικούς κίονες πηγάδι, καθώς και τα εκτεταμένα θεμέλια του περιβόλου μιας από ετών ξεχασμένης πόλης. Συνεχίζοντας την πορεία μας προς τον κόλπο συναντάμε την Ανυφή ή Ανάζισα, ένα χωριουδάκι περιτριγυρισμένο από μερικά ελαιόδεντρα κι από καλοκαλλιεργημένους αγρούς.
Δέκα λεπτά αριστερότερα, φτάνουμε στο Πλατανίτι, ένα χωριό του οποίου την εκκλησία αξίζει να επισκεφτεί κανείς χάρη στους δωρικούς κίονές της. Από εδώ ως την Μέρμπακα είναι ένα τέταρτο της ώρας δρόμος. Σε μια ακτίνα πέντε ή δέκα λεπτών γύρω απ’ αυτό το χωριό συναντάμε υπολείμματα κιόνων και οικοδομημάτων, αλλά και μποστάνια που παράγουν όλα σχεδόν τα απαραίτητα λαχανικά για τον ανεφοδιασμό του Άργους και του Ναυπλίου.
Οι συνοικισμοί Κούτσι (κούκοι) και Κοφίνι πλαισιώνουν το οροπέδιο το οποίο, όπως παρατηρεί και ο κ. Dodwell, θα προσελκύσει μελλοντικά την προσοχή των περιηγητών. Από το Κοφίνι ως την Τίρυνθα η διαδρομή είναι μισή ώρα με τα πόδια. Σημειώσαμε ήδη πόση είναι η απόσταση από τα ερείπια αυτής της πόλης ως το Ναύπλιο, ένα δρόμο όπου αντί για τη Μιδέα και τη Σέπια, συναντά κανείς ένα παλαιό πύργο κι ένα ετοιμόρροπο καραβανσεράγι.
Υποσημείωση
* Οι ευρυμαθείς Γάλλοι μεταφραστές του Στράβωνος σημειώνουν ότι, δεδομένου ότι γίνεται λόγος για τους Κύκλωπες που συνόδευαν τον Περσέα, εγγονό του Αρκισίου, κατά την επιστροφή από τη Φοινίκη (Απολλώνιος, Αργοναυτικά, βιβλ. IV, στ. 1901), είναι πολύ πιθανόν να πρόκειται για Φοίνικες εργάτες, οι οποίοι διακρίνονταν ως έμπειροι κτίστες και σιδεράδες (Creuzer. Historic. Graecor. Ant. Frag. σελ. 73), κι είχαν φτάσει στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Πελοπόννησο σε διάφορες χρονικές περιόδους.
Άλλοι πάλι συγγραφείς (Sturtz. Pherecyd. Fragm. σελ. 82) πιστεύουν ότι, καθώς οι Κύκλωπες, σύμφωνα με το σχολιαστή του Ευρυπίδη (Ορέστεια, στ. 963), ήταν θρακικός λαός που, έχοντας διωχτεί από την πατρίδα του, πήγε κι εγκαταστάθηκε σε διάφορα μέρη, ενδέχεται ορισμένοι απ’ αυτούς να παρέμειναν οριστικά στη Σέριφο, απ’ όπου και ακολούθησαν τον Περσέα κατά την επιστροφή του από τη Φοινίκη.
Πηγές
- Pouqueville, Francois Charles Hugues, «Voyage dans la Grece», Paris : Chez Firmin Didot, Pere et Fils,1820.
- Φραγκίσκου Πουκεβίλ, «Ταξίδι στην Ελλάδα / Πελοπόννησος», Εκδόσεις Τολίδη, Αθήνα, 1997.
Διαβάστε ακόμη:
Σχολιάστε