Το μουσικό ενδιαφέρον του Καποδίστρια
«Η αγάπη προς την ποίηση και την μουσική είναι, όπως την θεωρούσαν οι αρχαίοι, αρετή των εξαιρετικών ανθρώπων και μάλιστα από τις μεγαλύτερες» (Λ.Ραζέλος)

Ιωάννης Καποδίστριας, πίνακας του Σερ Thomas Lawrence (1769-1830). Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε στη Βιέννη, ανήκει στη Βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ Β΄ και είναι εκτεθειμένος στον Πύργο του Windsor στην αίθουσα του Βατερλώ.
Το μουσικό κλίμα της εποχής κατά την Καποδιστριακή περίοδο, οι μουσικές και κοινωνικές εκδηλώσεις στο Ναύπλιο έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο προσοχής και έχουν λεπτομερέστερα περιγραφή [i], αρχικά από τους ίδιους τους «πρωταγωνιστές» από ξένους και «ετερόχθονες»: Φαναριώτες και Επτανήσιους, που δίνουν τότε τον τόνο στην Ναυπλιακή κοινωνική ζωή, της Καποδιστριακής περιόδου (1828-1831). Οι μη ντόπιοι αυτοί Ναυπλιώτες ήσαν φορείς του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και διέδωσαν στο Ναύπλιο μαζί με την παιδεία τους, την ευρωπαϊκή μουσική, έφεραν για πρώτη φορά πιάνο και άλλα μουσικά όργανα, όπως η σύζυγος Κ. Καρατζά, κόρη της Κερκυραϊκής οικογενείας Κόντη και άλλοι.
Τα δε φιλολογικά περιοδικά του Ναυπλίου «Ηώς» (1830) και «Αθηνά» (1831) ασχολούνται με την ποίηση, δημοσιεύουν δημοτικά τραγούδια. Συμβάλλονται δηλαδή και αυτά στο μεγάλο αίτημα της εποχής: «παιδεία – παλιγγενεσία» και μάλιστα επίμονα, «εις αναζήτησιν του χαμένου χρόνου» της απαιδευσίας και ανελευθερίας. Υπενθυμίζομε ακόμη την χωριστή μέριμνα του Κυβερνήτη για την μουσική και μάλιστα την σχολική. Ο ίδιος γνώριζε ευρωπαϊκή μουσική και, ερχόμενος στην Ελλάδα, έφερε μαζί του και το προσωπικό του πιάνο. Ένα βιεννέζικο πιάνο έφερε το 1833 στο Ναύπλιο με την υπόλοιπη οικοσκευή του ο πρόεδρος των μελών της Αντιβασιλείας του Όθωνος, κόμης Joseph–Ludwig von Armansperg [ii].
Κατά τον Καποδίστρια, η συστηματική διδασκαλία της Μουσικής η όπως ο ίδιος έγραφε: «η επιστημονική μουσική είναι μέρος ουσιώδες της ελευθέρας αγωγής, ρυθμίζουσα και ηθοποιούσα τας φυσικάς και ηθικάς δυνάμεις των παίδων». Ο δε εκ των – πρώτων συνεργατών του και «έφορος της Κοινής Παιδείας» Γρηγόριος Κωνσταντάς, σε αναφορά του προς τον Κυβερνήτη για την καλλίτερη αγωγή των τροφίμων του Ορφανοτροφείου Αίγινας, που αριθμούσε τότε «περί τους πεντακόσιους ορφανόπαιδας», επισυνάπτει χειρόγραφο χωριστό κείμενο με τίτλο: «Αξιώματα Παιδαγωγίας». Εκεί διαβάζομε: «Η μουσική ευρυθμίζει την ψυχήν, την κάμνει δεκτικωτέραν γενναίων αισθημάτων, συντείνει δε όχι ολίγον εις την διατήρησιν της υγείας» [iii].
Με αυτή, λοιπόν, την φιλοσοφία κατέβαλαν οι μακαριστοί εκείνοι πρωτεργάτες των καλών έργων και οι συνεργάτες τους γνωστές προσπάθειες σχολικής μουσικής παιδείας, συνέχεια της οποίας είναι η σημερινή μουσική κίνηση στο Ναύπλιο. Ο Καποδίστριας εζήτησε από τον πρίγκιπα Calitzin στην Αγία Πετρούπολη παρτιτούρες με εκκλησιαστικούς ύμνους και είναι γνωστό ότι ο πρίγκιπας εκπληρώνοντας την επιθυμία του Κυβερνήτη, του έγραφε ότι «τα τοσούτον κατανυκτικά και παθητικά άσματα θέλουν αντηχήσει και εις τους κόλπους της κλασσικής εκείνης γης, αφ’ ης μας ήλθον του ευαγγελίου τα φώτα».
Δηλαδή εδώ έχομε να κάνουμε με καθαρά ευρωπαϊκή μουσική, την οποία προτιμούσε ο Κυβερνήτης, ως γνήσιος Επτανήσιος. Είναι δε γνωστό ότι η πολυφωνική μουσική εισήλθε όχι χωρίς αντιδράσεις στους ναούς της κυρίως Ελλάδος αρχικά δια του παρεκκλησίου των Ανακτόρων, δια των ενοριών των ελληνικών παροικιών του Εξωτερικού (Βιέννης, Τεργέστης κ.λπ.) και της Επτανήσου. Είναι ακόμη γνωστό ότι ο μουσικοδιδάσκαλος Αθανάσιος Aβραμιάδης δίδασκε στην Αίγινα και ευρωπαϊκή μουσική· ο ίδιος, κατήρτισε χορωδία από τροφίμους του εκεί Ορφανοτροφείου και σπουδαστές του Κεντρικού Σχολείου Αίγινας, που έψαλλαν σε εορταστικές εκδηλώσεις, αλλά και στο παρεκκλήσιο του Ιδρύματος, με έργα των: Paisiello, Sarti, Cimarosa και άλλων.
Όταν μάλιστα τους άκουσε ο Καποδίστριας εξέφρασε την ικανοποίησή του με ειδική επιστολή και υπεσχέθη να εφοδιάση την χορωδία αυτή με δώδεκα μουσικά όργανα και ειδική στολή («λευκόν ποδήρες ένδυμα και ζώνην κυανόχρουν»).
Η χορωδία αυτή, με δώδεκα από τους καλλιφωνότερους σπουδαστές υπό την διεύθυνση του μουσικοδιδάσκαλου Αθαν. Αβραμιάδου μετεκλήθη αργότερα στο Ναύπλιο και έψαλε στην δοξολογία, που ετελέσθη στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, την 25η Ιανουαρίου 1833, ημέρα επίσημης υποδοχής του βασιλέως Όθωνος («τα Αποβατήρια»).
Μουσικά βιβλία, σπάνιο για την εποχή πολιτιστικό αγαθό, εισέρρευσαν το έτος 1830 στο Ναύπλιο. Μέχρι τότε φυλάσσονταν σε μυστική κρύπτη της Μονής Παναχράντου Άνδρου· τα είχε μάλιστα ιδή και ο Θεόφιλος Καΐρης. Τα βιβλία αυτά επεδείχθησαν στον Καποδίστρια, όταν περιώδευσε στα νησιά των Κυκλάδων. Ο ίδιος εζήτησε αργότερα να τα διασφάλιση και γνωρίζομε ότι με εντολή του εστάλησαν στο Ναύπλιο. Δεν γνωρίζομε όμως πως τότε χρησιμοποιήθηκαν τα χειρόγραφα αυτά και ποια ήταν η μετέπειτα τύχη τους [iv]. Υπενθυμίζομε ακόμη, ότι επί Καποδίστρια συνεχίζεται η παρουσία στο Ναύπλιο Φιλαρμονικής Ορχήστρας, η οποία απεκλήθη «μουσικός θίασος». Είχε δε μουσικούς εξ επαγγέλματος εκ του Εξωτερικού, μεταξύ των οποίων και οι ομογενείς: Ν. Παπαδόπουλος, Λασκαρόνης Πλατσαράς, Ιω. Πλατσαράς, με αρχιμουσικό τον Μιχαήλ Maggel [v].
Υποσημειώσεις
[i] Βλέπε Α. Μπουντζουβή – Μπανιά. Το Ναύπλιο στα χρόνια 1828-1833. Σκιαγράφηση της κοινωνικής, πολιτισμικής και πνευματικής ζωής, εις περ. «Ερανιστής» τόμ. ΙΗ’ (1986). σσ. 106-135, όπου και παραπομπές σε σύγχρονους απομνηματογράφους: Αλ. Ρ. Ραγκαβή, Ν. Δραγούμη κλπ.
[ii] Γ. Λ. Μάουρερ, Ο Ελληνικός Λαός. μτφρ. Όλγας Ρομπάκη. Αθήνα 1976, σ. 430. Πρβλ. Λουδοβίκου Ρός – μτφρ. Α. Σπήλιου, Αναμνήσεις και ανακοινώσεις από την Ελλάδα (1832-1833), εκδ. Τολίδη, Αθήνα 1976, σσ. 84, 88.
[iii] Ελένης Κούκκου. Ο Καποδίστριας και η Παιδεία, τόμ. Β’ Αθήναι 1972, σσ. 74-75. Γιάννη Φιλόπουλου. Ρωσσικές επιδράσεις στην ελληνική πολυφωνική μουσική. Αθήνα 1994. σ.23.
[iv] Γ. Παπαδοπούλου, Συμβολαί εις την ιστορίαν της παρ’ ημίν εκκλησιαστικής μουσικής, σ.171.
[v] Θ. Συναδινού, Ιστορία της Νεοελληνικής Μουσικής, σ. 10.
Πηγή
- Γεωργίου Αθ. Χώρα, «Μουσική Παιδεία και Ζωή στο Ναύπλιο / 18ος – 20ος αιώνας», Έκδοση του Δήμου Ναυπλιέων, Ναύπλιον, 1994.
Σχολιάστε