«Αργολικόν Ημερολόγιον 1910»
Στην εκδοτική δραστηριότητα της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας και Πολιτισμού, προστίθεται ένα ακόμη σημαντικό βιβλίο. Πρόκειται για την αναστατική έκδοση του βιβλίου με τίτλο: «Αργολικόν Ημερολόγιον του έτους 1910, Εκδιδόμενον υπό του εν Αθήναις Συλλόγου των Αργείων» και τυπωμένο «Εν Αθήναις – Εκ του τυπογραφείου των καταστημάτων Δημ. Τερζόπουλου – 1910».
Στην «αναστατική» έκδοση με τίτλο «Αργολικόν Ημερολόγιον 1910, Εκδιδόμενον υπό του εν Αθήναις Συλλόγου των Αργείων» και τυπωμένο «Εν Αθήναις – Εκ του τυπογραφείου των Καταστημάτων Δημ. Τερζόπουλου – 1910», συναντάμε σημαντικούς λόγιους του 19ου αιώνα του Άργους αλλά και του γειτονικού Ναυπλίου, όπως ο Ιωάννης Κοφινιώτης, ο Δημήτριος Βαρδουνιώτης, ο Μιχαήλ Λαμπρυνίδης, ο Ιερέας και ιδρυτής του Συλλόγου «Ο Δαναός» Χρήστος Παπαοικονόμος και άλλους πολλούς, που οι εργασίες τους φιλοξενούνται στις 356 κιτρινισμένες και φθαρμένες από το χρόνο σελίδες του βιβλίου.
Αυτούς τους πνευματικούς δημιουργούς, η προστάτιδα της Ιστορίας Κλειώ τους έσυρε νωρίς προς την ιστοριοδιφική έρευνα κυρίως, παράλληλα όμως και σε άλλους τομείς της ζωής. Με άρθρα τους και σχόλια στις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής- τοπικά και πανελλαδικά- αναφέρθηκαν σε θέματα που αφορούσαν στην πολιτική, τη θρησκευτική, την πνευματική ή καλλιτεχνική ιστορία της Αργολίδας. Όμως γενικότερα, θα λέγαμε, ότι ο τόπος μας ανέδειξε πλήθος ποιητών και λογοτεχνών με αξιόλογη λογοτεχνική δημιουργία στον έμμετρο και πεζό λόγο.
Η «αναστατική» αυτή έκδοση έχει ιδιαίτερη συναισθηματική αξία γιατί, μέσα από την ανάκληση της μνήμης απεικονίζει την ιστορία της πόλης του Άργους και της ευρύτερης περιοχής, ενώ παράλληλα αποτελεί ένα οδοιπορικό στο πολιτισμικό περιβάλλον της εποχής.
Οι κοιμισμένοι ήχοι και λόγοι αντηχούν πάλι, αψευδείς μάρτυρες ενός λαμπρού πολιτισμού, που αποκαλύπτεται με την έρευνα, σ’ όλα τα επίπεδα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου, στα γράμματα, τις τέχνες, την πολιτική ζωή.
Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά από τα κείμενα που φιλοξενούνται σ’ αυτό το σπουδαίο βιβλίο:
- Δημήτριος Βαρδουνιώτης, «Η πικρή ιστορία του Εμμανουήλ Καλλέργη – Το εν Άργει Κεντρικόν Σχολείον της Ελλάδος».
- Ιωάννης Κοφινιώτης, «Λόγος επί τη εορτή του Αγίου Πέτρου – Αι Δαναΐδες- Κλέοβις και Βίτων».
- Δ. Χρ. Δουκάκης, «Επίσκοποι Άργους – Ναυπλίου».
- Χρ. Παπαοιονόμου, «Ο Δαναός».
- Δ. Θ. Καμαρινός, «Ο φόνος του Καποδίστρια».
- Αντ. Γ. Δαρλάκος, «Ο εν Άργει Ναός του Τιμίου Προδρόμου».
- Σωτ. Χρονόπουλος , «Το εν Άργει Ιπποφορβείον».
- Γεώργιος Ηλ. Σιμιτζόπουλος, «Ανασκαφαί εν Άργει υπό W. Vollgraff».
- Εις Αργείος, «Το Άργος και η Κυριακή Αργία».
- Σ. Μηλιαράκης, «Η Μελισσανδρού του Άργους».
Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η επίσημη Ιστορία δε θα ήταν δυνατό να γραφεί σωστά χωρίς τη γνώση και της «μικροϊστορίας», αυτής δηλαδή που αναφέρεται σε επί μέρους ή και σε ασήμαντα – εκ πρώτης όψεως – γεγονότα ή πρόσωπα, που αποτελούν όμως τον συνδετικό κρίκο μιας κοινωνίας.
Από την άποψη αυτή, το «Ημερολόγιο του 1910» αποκτά το δικό του ειδικό βάρος τόσο για το Άργος αυτό καθ’ εαυτό, όσο και για την ταυτότητα των εν Αθήναις διαβιούντων Αργείων.
Πολύτιμος αρωγός στην προσπάθεια αυτής της «αναστατικής» έκδοσης υπήρξε η Περιφερειακή Ενότητα Αργολίδας και ειδικότερα ο Αντιπεριφερειάρχης κ. Τάσσος Χειβιδόπουλος, τον οποίο και ευχαριστούμε από το βάθος της καρδιάς μας, για την προσωπική και αμέριστη βοήθεια και συμπαράστασή του.
Η Περιφερειακή Ενότητα Αργολίδας και η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού προσφέρουν σήμερα στην Αργολίδα μία από τις σημαντικότερες εκδόσεις στην ιστορία του τόπου μας, πολύτιμο οδηγό για κάθε ερευνητή και ιστορικό.
Τα Αρωγά Μέλη της βιβλιοθήκης, προκειμένου να προμηθευτούν δωρεάν τη νέα αυτή έκδοση, μπορούν να απευθύνονται στην Αργολική Βιβλιοθήκη, τηλέφωνο 27510 61315, τις εργάσιμες ώρες και ημέρες.
«Αργολικόν Ημερολόγιον 1910»
Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού
Αναστατικές εκδόσεις – 1
Άργος, Δεκέμβριος, 2014.
356 σελίδες
ISBN 978-960-9650-13-7
Στην παρουσίαση του βιβλίου που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Αργείων «Ο Δαναός», την Κυριακή 29 Μαρτίου 2015, μίλησαν για την έκδοση, η Σοφία Πατούρα, Διευθύντρια Ερευνών – Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και ο Γεώργιος Κόνδης, Δρ. Κοινωνικών Επιστημών, Συγγραφέας, των οποίων τις ομιλίες παραθέτουμε αυτούσια παρακάτω:
Παρουσίαση του Τόμου και επισκόπηση της Ιστορίας του Ημερολογίου ως ιδιαίτερου έντυπου, από την εμφάνισή του έως σήμερα
Διευθύντρια Ερευνών
Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Σήμερα νοιώθω μεγάλη χαρά και συγκίνηση γιατί είναι η πρώτη φορά, μετά από 34 χρόνια συνεχούς ενασχόλησης με την ιστορική έρευνα, που μου δίδεται η ευκαιρία να μιλήσω στη γενέτειρά μου. Επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω καταρχήν τον Πρόεδρο και τα μέλη του Δ. Σ. του Δαναού για τη ζεστή φιλοξενία που μας προσφέρουν απόψε σε αυτόν τον μοναδικό ιστορικό χώρο.
Θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον κ. Τάσο Τσάγκο, γραμματέα της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης για τη μεγάλη τιμή που μου έκανε με την πρότασή του να παρουσιάσω μαζί με τον εκλεκτό συνάδελφο, κοινωνιολόγο και συγγραφέα κ. Γιώργο Κόνδη, αυτό το πολύτιμο ιστορικό τεκμήριο.
Συγχαίρω θερμά και ειλικρινά όλους τους συντελεστές της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης για την υλοποίηση αυτής της σπουδαίας πρωτοβουλίας αλλά και για το εξαιρετικό έργο που επιτελούν γενικότερα. Οι εκδόσεις της Αργολικής Βιβλιοθήκης και η ηλεκτρονική πληροφόρηση του κοινού με το πλήθος του πολύτιμου και αξιόπιστου ιστορικού υλικού, με το οποίο εμπλουτίζουν καθημερινά την ιστοσελίδα της, αποτελούν σημαντικά εργαλεία για την ιστορική έρευνα. Στην παρούσα έκδοση και γενικότερα στην προσπάθεια αναβίωσης και ανάδειξης του ιστορικού και πνευματικού παρελθόντος της πόλης και του νομού μας, πολύτιμος αρωγός και συμπαραστάτης στέκεται ο Διοικητικός φορέας του Νομού μας, η Περιφερειακή Ενότητα Αργολίδας, με πρωτεργάτη στην ενίσχυση του πολιτισμού και των γραμμάτων τον Αντιπεριφερειάρχη, κ. Τάσσο Χειβιδόπουλο. Του εκφράζω και εγώ από τη θέση της ιστορικού, της συμπολίτισσας και της απλής αναγνώστριας τις πιο θερμές ευχαριστίες μου.
Το Αργολικό Ημερολόγιο, δυσπρόσιτο έως σήμερα στο ευρύ αναγνωστικό κοινό αλλά και στους επαγγελματίες ερευνητές και ιστορικούς, μέσα από τις 356 σελίδες του, ζωντανεύει το ιστορικό και πνευματικό παρελθόν της πόλης μας. Μας δίδει το έναυσμα να κοιτάξουμε πίσω και ν’ αποτίσουμε φόρο τιμής σε όλους εκείνους τους πνευματικούς ανθρώπους που συμμετέχουν στον τόμο, για τη μικρή ή μεγαλύτερη συμβολή τους στο ιστορικό, κοινωνικό και πνευματικό γίγνεσθαι της εποχής. Με πολύ αγάπη και σεβασμό στη γενέτειρά τους και σε συνθήκες δύσκολες, μας κληροδότησαν πολύτιμες πληροφορίες για την πολιτική, στρατιωτική και εκκλησιαστική ιστορία της πόλης μας, τις θρησκευτικές παραδόσεις, την ιστορική γεωγραφία, τη λαογραφία, τη λογοτεχνία και τη λαϊκή σοφία των ανθρώπων της περιοχής μας. Όλο αυτό το πλέγμα συνιστά ένα πλούσιο πρωτογενές υλικό, πολύ χρήσιμο για τη σύγχρονη έρευνα.
Αναλυτικά για το περιεχόμενο του Ημερολογίου θα σας μιλήσει ο συνάδελφος κ. Κόνδης.
Εμένα θα μου επιτρέψετε να σας παρουσιάσω το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται η συγκεκριμένη πρωτότυπη έκδοση του παρόντος Ημερολογίου, στο πεδίο του έντυπου λόγου. Δηλαδή, την ειδική κατηγορία στην οποία ανήκε, καθώς τα Ημερολόγια αποτελούσαν ένα ιδιαίτερο είδος στο χώρο του Τύπου -ημερήσιου και περιοδικού- επίσης την ιστορία, την εξέλιξη και μετεξέλιξή τους και γενικότερα το λογοτεχνικό και πνευματικό κλίμα μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε το συγκεκριμένο είδος εντύπου, κυρίως κατά το β’ μισό του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Ο 19ος αιώνας αποτελεί, ως γνωστόν, μία περίοδο έντονων ιδεολογικών, πνευματικών, πολιτισμικών και κοινωνικο-πολιτικών αναζητήσεων. Οι αναζητήσεις αυτές ήταν άμεσα συνυφασμένες με τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας και του αυτοπροσδιορισμού του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Διατυπώνονταν και διοχετεύονταν στο ευρύ κοινό μέσα από τον Τύπο της εποχής, ο οποίος στο β’ μισό του 19ου αι. γνώρισε σημαντική άνθηση. Τα Εγκυκλοπαιδικά περιοδικά, οι Εφημερίδες, τα Φιλολογικά και Οικογενειακά έντυπα και τα Ημερολόγια, με το εύρος των θεματικών πεδίων που καλύπτουν, συνέβαλαν στην ανασυγκρότηση της συλλογικής μνήμης, καθώς απευθύνονταν σε ένα ευρύ και συχνά λιγότερο λόγιο αναγνωστικό κοινό από εκείνο των Βιβλίων.
Στον 19ο αιώνα, και ιδιαίτερα στις τελευταίες δεκαετίες του, η Εφημερίδα και το Περιοδικό (Φιλολογικό, Εγκυκλοπαιδικό, Ημερολόγιο ποικίλης ύλης κ.λπ.), εκτός του ότι αποτελούσαν ιδιαίτερα πολιτισμικά προϊόντα, είχαν πλέον σταθεροποιηθεί και ως διακριτές κατηγορίες, τόσο στο μορφολογικό όσο και στο θεματολογικό πεδίο.
Ο συμβατικά λεγόμενος ημερήσιος Τύπος της εποχής, δηλ. οι Εφημερίδες, παρά τις αποκλίσεις και διαφοροποιήσεις που εμπεριείχαν μεταξύ τους, στόχευαν στην υπεράσπιση και προαγωγή των εθνικών θεμάτων, στην προάσπιση της συνταγματικής τάξης, στη διαπαιδαγώγηση του αναγνωστικού κοινού σε ζητήματα θεσμών, πολιτικών συμπεριφορών και δημοκρατικών κανόνων. Ο περιοδικός Τύπος από την άλλη, στόχευε κυρίως στην πνευματική αφύπνιση του κοινού και είχε χαρακτήρα, πρωταρχικά, εκπαιδευτικό και εγκυκλοπαιδικό. Η ιστορία, η ανθρωπογεωγραφία, οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις, οι εξερευνήσεις, οι περιηγητικές περιγραφές, οι εφευρέσεις, οι επιστήμες, οι κατακτήσεις στα γράμματα και τις τέχνες αλλά και η δεκτικότητα στο «αξιοπερίεργο» και το «εξωτικό», σφράγισαν με την πληθωρικότητά τους τα περιοδικά έντυπα του Ελληνικού Διαφωτισμού. Η εξελικτική πορεία που ακολούθησε το «περιοδικό έντυπο», οδήγησε στην ωριμότητα του είδους και στη δημιουργία των μεγάλων «φιλολογικών» και «οικογενειακών περιοδικών» του β’ μισού του 19ου αιώνα.
Ανάμεσα σε αυτά ξεχωριστή θέση κατείχαν τα Ημερολόγια. Διάνυσαν μακρύ δρόμο και πολλά στάδια έως ότου καταλήξουν σε έντυπα ψυχαγωγικού, μορφωτικού και παιδευτικού τύπου, με στόχο την πνευματική καλλιέργεια του αναγνωστικού κοινού. Αν και αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών και έχουν εξαιρετικό γραμματολογικό, ιστορικό και κοινωνιολογικό ενδιαφέρον, τα Ημερολόγια παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδιερεύνητα, εν πολλοίς άγνωστα και απρόσιτα στο κοινό των ερευνητών.
Οι συνηθέστεροι όροι με τους οποίους παρουσιάζονται στην ιστορία του Ελληνικού Τύπου, από την εμφάνισή τους στον ελληνικό χώρο, είναι οι παρακάτω: Ημερολόγιον, Καλενδάριον, Μηνολόγιον, Σεληνοδρόμιον, Αλμενάχιον, Εφετηρίς και Καζαμίας. Το 1928 τυπώνεται το πρώτο Μηνολόγιον της Αίγινας, το 1835 το Ημερολόγιον ήτοι καλανδάριον του Δ. Μπίστη στην Αθήνα, και το 1842 κυκλοφορεί στο Ναύπλιο ιταλικό Μηνολόγιο μεταφρασμένο στα ελληνικά και μετονομαζόμενο από τον εκδότη του σε Καζαμία. Έως το 1863 έχουν καταγραφεί 57 εκδόσεις Ημερολογίων στην ελληνική επικράτεια.
Η ύλη τους, στο α’ μισό του 19ου αι., δεν χαρακτηρίζεται από το λογοτεχνικό πλούτο και την πολυφωνία που θα γνωρίσει το είδος αυτό κατά το β’ μισό του αιώνα. Στο βασικό περιεχόμενό τους, καταγράφονταν το Εορτολόγιον, το Πασχάλιον, το Κανόνιον των μηνών και ημερών, το Νέον Φεγγάριον, τα Σημεία του Ζωδιακού και οι Προγνώσεις, τα Πανηγύρια, Αποφθέγματα, Ανέκδοτα, πρακτικές και ιατρικές συμβουλές και γενικότερα θέματα που εύρισκαν μεγάλη απήχηση στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Τα φυλάδια αυτά, γνωστά ως τις μέρες μας με τη ονομασία Καζαμίες, ήταν ευχάριστα αναγνώσματα, προσιτά και δημοφιλή σε όλες τις κοινωνικές ομάδες.
Με την πάροδο των χρόνων, στην ύλη τους προστέθηκαν και άλλα θέματα, όπως για παράδειγμα αφιερώματα σε εμποροπανηγύρεις και αυλικές τελετές, δρομολόγια μεταφορικών μέσων, αλλά και άρθρα εκλαϊκευτικού χαρακτήρα, απλές δηλαδή ιστορικές μελέτες, περιηγητικές εντυπώσεις, αινίγματα, γρίφοι και παιγνίδια. Εγκατέλειψαν σταδιακά τον κατεξοχήν προγνωστικό και προφητικό χαρακτήρα και έγιναν πρόδρομοι της επόμενης και σαφώς εξελιγμένης γενιάς Ημερολογίων του β’ μισού του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα. Από λαϊκά, αναβαθμίσθηκαν σε πιο ποιοτικά έντυπα, αύξησαν την κυκλοφορία τους και στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα γνώρισαν άνθηση και διάδοση τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στην περιφέρεια του Ελληνισμού. Από το 1860 τα Ημερολόγια που εκδίδονται στον ελληνικό χώρο, εγκαινιάζουν μια νέα φάση της εξελικτικής πορείας και διαδρομής του συγκεκριμένου είδους. Αποστασιοποιούνται από το περιεχόμενο και τον χαρακτήρα των προηγούμενων και επιδιώκουν να δώσουν απάντηση στα αιτήματα της εποχής περί ωφελιμότητας, τερπνότητας, αλλά κυρίως πνευματικής αφύπνισης. Ως προάγγελο αυτής της κατηγορίας μπορούμε ν’ αναφέρουμε το Ημερολόγιον της Χρυσαλλίδος (1857-1863), το οποίο εγκαινιάζει αυτή τη νέα εποχή για το συγκεκριμένο έντυπο. Ο στόχος του γίνεται πιο σύνθετος, γιατί όπως δηλώνει ο εκδότης του Σπυρίδων Βλαντής, «παρεκτός του καλλωπισμού του ημετέρου Ημερολογίου, ό και Χρυσσαλίς επεγράψαμεν, και έτερον προσάπτεται, το ηθικόν, η ένωσις δηλαδή της πατρίδος μετά της Θρησκείας. καθότι χωρίς θρησκείας, κενόν και ανύπαρκτον η πατρίς».
Αμέσως μετά κάνει την εμφάνισή του και αναπτύσσεται ραγδαία το λογοτεχνικό Ημερολόγιο, μέσω του οποίου δίνεται η δυνατότητα σε πνευματικούς ανθρώπους της εποχής να υπηρετήσουν το λόγο και την τέχνη. Θ’ αναφέρω τα σημαντικότερα από αυτά που μαζί με τα καθαρώς λογοτεχνικά Περιοδικά και τις Εφημερίδες αποτελούν σημαντικές πηγές για τη μελέτη της πολιτικής, πολιτιστικής και κοινωνικής ζωής εκείνης της περιόδου. Το Αθηναϊκόν Ημερολόγιον, το του διασήμου αστρονόμου Καζαμία Ημερολόγιον (1865), το Αττικόν Ημερολόγιον (1867-1895 με ενδιάμεσες διακοπές στην έκδοσή του), το Εθνικόν Ημερολόγιον, γνωστό και ως Ημερολόγιον του Σκόκου (1886-1918) και η Ποικίλη Στοά Αρσένη με υπότιτλο Ετήσιον Ημερολόγιον (1881-1914), είναι τα αντιπροσωπευτικότερα του είδους. Τα δύο τελευταία θεωρούνται ως τα μακροβιότερα, καθώς η έκδοσή τους συνεχίστηκε και στον 20ό αι., του πρώτου ως το 1918 και του δεύτερου ως το 1914. Συνεργάτες τους υπήρξαν σημαντικές πνευματικές φυσιογνωμίες από το χώρο της λογιοσύνης, όπως για παράδειγμα, ο Ειρηναίος Ασώπιος, ο Άγγ. Βλάχος, ο Ι. Καμπούρογλου, ο Αρ. Προβελέγγιος, ο Αχ. Παράσχος, ο Ι. Πολέμης, ο Α. Λασκαράτος και ανάμεσά τους και ο συμπολίτης μας λόγιος Δημ. Βαρδουνιώτης. Τόσο ο Αρσένης όσο και ο Σκόκος, φίλοι του Βαρδουνιώτη, του ζητούσαν επίμονα, μέσω των επιστολών τους, τη δική του συμβολή.
Από πολύ νωρίς φαίνεται πως τα λογοτεχνικά Ημερολόγια αποτελούσαν πολύτιμο δώρο για το νέο έτος ανάμεσα στους κύκλους των μορφωμένων και λογίων της εποχής. Ο Αναστάσιος Παπαδήμος, για παράδειγμα, διευθυντής αργότερα της φημισμένης Βιβλιοθήκης της Ανδρίτσαινας, λόγιος και γλωσσομαθής της εποχής, σε επιστολή του προς τον Δ. Βαρδουνιώτη, νεαρό τότε φοιτητή, στις 31 Δεκεμβρίου του 1869, μεταξύ άλλων αναφέρει: Νυν δε σοι στέλλω εν ημερολόγιον απλούν, ουδέν άλλο υποτιθέμενον ή το υποδείξαι τας ημέρας του έτους 1870. Δια δε την ποικιλίαν, προσετέθη και εν επίσης απλούν, μυθιστορίας τινάς μόνον, και γνωμικόν περιέχον. Ο Ασώπιος δεν εξέδωκεν εφέτος, ο δε Κωνσταντίνος (των Παρισίων) είναι μόνον δια τους εφημεριδογράφους. Ο Ασώπιος, στον οποίο αναφέρεται ο Παπαδήμος είναι ο Ειρηναίος Ασώπιος ο οποίος συγκαταλέγεται στους πρώτους εκδότες λογοτεχνικών Ημερολογίων. Το 1866 εγκαινίασε το Αττικόν Ημερολόγιον, του οποίου κυκλοφόρησαν συνολικά 25 τόμοι. Το 1870 δεν εκδόθηκε πράγματι το Ημερολόγιο του Ασώπιου, και έτσι ο Παπαδήμος αναγκάζεται να στείλει στον Βαρδουνιώτη ημερολόγιον απλούν.
Ο ίδιος ο Βαρδουνιώτης, ώριμος πλέον λόγιος, μέσα από την αλληλογραφία του με τον Παπαδήμο, εμφανίζεται το 1882 να ζητεί από τον δεύτερο πληροφορίες για την ιστορία του Ημερολογίου, του Καλενδαρίου, του Αλμεναχίου. Σε επιστολή του προς τον Βαρδουνιώτη, στις 8/8/1882, ο Παπαδήμος επισυνάπτει δύο χειρόγραφες σελίδες, στις οποίες καταγράφει περιληπτικά τη διαδρομή του Αλμανάχ-Καλενδαρίου-Ημερολογίου στην Ευρώπη, από την πρώτη έντυπη εμφάνισή του στη Βιέννη το 1460, τη διάδοσή του στις άλλες χώρες, έως την λογοτεχνική ακμή του κατά τον 19ο αιώνα, κυρίως στη Γερμανία, την Αγγλία και τη Γαλλία.
Στον ελλαδικό χώρο το λογοτεχνικό Ημερολόγιο, θα γνωρίσει, όπως προανέφερα, τη μεγίστη ακμή του στο β’ μισό του 19ου αι. Θ’ αποβάλλει από νωρίς το αμιγές ημερολογιακό ύφος, στο οποίο θα παραχωρήσει πολύ μικρό χώρο και θ’ ακολουθήσει στην ύλη του τις τρέχουσες φιλολογικές και πολιτισμικές εξελίξεις. Με τη δημοσίευση δηλαδή απλουστευμένων επιστημονικών άρθρων, θεατρικών και μουσικών δρώμενων, πλήθους λογοτεχνικών κειμένων, κειμένων από τη λαογραφική και ελληνική πολιτισμική κληρονομιά, θέλει να συνδυάσει το τερπνό με το ωφέλιμο για τον αναγνώστη. Πρόκειται δηλαδή για ένα είδος εγκυκλοπαιδικού Ημερολογίου που στόχο είχε να συμβάλει στην αναγέννηση της χώρας.
Την ίδια περίοδο, παράλληλα με το ποιοτικό, λογοτεχνικό Ημερολόγιο, το Ημερολόγιο ως έντυπο παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία και καλύπτει το φάσμα όλης της κοινωνικής κλίμακας: από τα λαϊκά στρώματα που θέλγονται από τις αστρολογικές προβλέψεις και τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις των ευρείας κυκλοφορίας Καζαμιών, έως το λόγιο κοινό που αναζητεί την αξιόπιστη φιλολογική και ιστορική ενημέρωση στο Ημερολόγιο του Σκόκου, για παράδειγμα, και στην Ποικίλη Στοά του Αρσένη.
Ημερολόγια κάθε είδους (λογοτεχνικά, λαϊκά, ποικίλης ύλης, κ. λπ.) θα συνεχίσουν να εκδίδονται και στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι., χωρίς ωστόσο να σταματήσει η σποραδική εμφάνισή τους και αργότερα. Συχνά η δημιουργία τους στοχεύει στη συσπείρωση μιας εθνικής μειονότητας, εντός ή εκτός των εθνικών ορίων, όπως στόχευε για παράδειγμα το Μικρασιατικόν Ημερολόγιον της Ελένης Σβορώνου, της οποίας ο Αργείος λόγιος Βαρδουνιώτης υπήρξε επίσης στενός φίλος και συνεργάτης. Άλλοτε πάλι ο τίτλος τους προσδιορίζει τη θρησκευτική ή ιδεολογική ταυτότητα μιας κοινότητας, π.χ. Βυζαντινόν Ημερολόγιον, Καθολικόν Ημερολόγιον· άλλοτε παραπέμπει σε επαγγελματική συντεχνία ή ομάδα π. χ. Μουσικόν Ημερολόγιον, Ημερολόγιον Υγείας κ.λπ., και άλλοτε σε τοπικούς ή ευρύτερα γεωγραφικούς συλλόγους, όπως συμβαίνει και με την ανά χείρας έκδοση του Αργολικού Ημερολογίου.
Ημερολόγια εκδίδονταν καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, αλλά και ως τις μέρες μας, σε μια διαρκή ωστόσο μεταμόρφωση και προσαρμογή στους σκοπούς και τους στόχους που έθετε η κατά περίπτωση έκδοσή τους. Μπορώ να σας αναφέρω μια σειρά λιγότερο σοβαρών από φιλολογική και λογοτεχνική άποψη Ημερολογίων, συνηθισμένων παλαιότερα, όπως τα παρακάτω: Ημερολόγια σχολείων, τοπικών και επαγγελματικών συλλόγων, ενοριών, εταιρειών, συνεταιρισμών κ.λπ. Και αυτά, ωστόσο, τα ταπεινά έντυπα αποτελούν σήμερα πολύτιμες πηγές της ιστορίας -κυρίως της μικροϊστορίας-, είναι όμως δυσεύρετα από την κοινότητα των ειδικών. Έντυπα με τον τίτλο Ημερολόγια εξακολουθούν να κυκλοφορούν και να αποτελούν αναγνώσματα προσφιλή έως σήμερα, με εμφάνιση και περιεχόμενο πρωτότυπα και ιδιαίτερα ευρηματικά: προσωπικά και συλλογικά Ημερολόγια λογοτεχνίας και ποίησης (ανθολόγια), επετειακά, Ημερολόγια-ανεκδοτολόγια, χιουμοριστικά-γελοιογραφικά, ερωτικά, λαϊκών παραδόσεων, αλμανάκ καλοτυχίας, κ. λπ. Όλα τα παραπάνω και πολλά ακόμη αποτελούν πεδίο ελεύθερης δραστηριότητας και έκφρασης για εκδότες, συγγραφείς και επιμελητές. Είναι βέβαιο ότι σήμερα που η ηλεκτρονική επανάσταση τείνει να εξαφανίσει το βιβλίο στην έντυπη μορφή του, αλλοιώνοντας το χαρακτήρα του, οι παραδοσιακές εκδόσεις θα αντέξουν περισσότερο μέσα στο χρόνο.
Τρανή απόδειξη της παραπάνω εκτίμησης αποτελεί η παρούσα αναστατική έκδοση που πραγματοποιήθηκε χάρη στη διάσωση ως τις μέρες μας αυτού του δυσεύρετου πράγματι αλλά ανθεκτικού στον μακρύ χρόνο αντιτύπου του Αργολικού Ημερολογίου. Αξίζει να σημειώσω σχετικά τη διαπίστωση του μεγάλου λαογράφου μας Νικολάου Πολίτη, σε μια αποστροφή του για την παντοτινή επικαιρότητα του Αττικού Ημερολογίου. Λέει λοιπόν χαρακτηριστικά ο Ν. Πολίτης ότι το Αττικόν Ημερολόγιον «διέψευσε την γαλλικήν παροιμίαν καθ’ ήν γυνή και ημερολόγιον είναι μόνον δι’ έν έτος· διότι πάντοτε δύναταί τις να το αναγιγνώσκη μετ’ ίσης ευχαριστήσεως, επειδή ο κύριος Ασώπιος (ο εκδότης του) κατέστησεν αυτό ταμείον, εν ώ εναποθέτουσι τα καλύτερα του καλάμου αυτών προϊόντα οι διασημότεροι των λογίων».
Επικεντρώνοντας, λοιπόν, το ενδιαφέρον μας στην ανά χείρας έκδοση του Αργολικού Ημερολογίου, η οποία αποτέλεσε την αφορμή για το σύντομο ιστορικό που σας παρουσίασα, θα προσπαθήσω να δώσω κάποιες σύντομες απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τον χρονικό ορίζοντα της έκδοσής του, τη μορφή και το περιεχόμενό του. Είναι αλήθεια ότι η χρονική έκδοση του Αργολικού Ημερολογίου ταυτίζεται με μια εποχή που αυτό το είδος του έντυπου λόγου γνώριζε μεγάλη ωριμότητα και άνθηση. Εξάλλου η σύνδεση της ωφέλειας με την τέρψη, η νέα μορφολογία του είδους (δηλ. το σχήμα και η εικονογράφηση) και η έντονη εστίαση του ενδιαφέροντος σε ιστορικά και λογοτεχνικά κείμενα που κυριαρχούν στα Ημερολόγια της εποχής, είναι αυτά ακριβώς τα στοιχεία που προσδιορίζουν την ταυτότητα και του δικού μας Ημερολογίου. Παρά το γεγονός της συγκυριακής έκδοσής του για την ενίσχυση των οικονομικών του εν Αθήναις Συλλόγου των Αργείων, όπως αναφέρεται στο ιστορικό της ίδρυσής του, το περιεχόμενο του Ημερολογίου δεν υπολείπεται σε ποιότητα και σπουδαιότητα των συγχρόνων του, αθηναϊκών και μή.
Το καθαρώς ημερολογιακό τμήμα του περιορίζεται σε 11 μόνο σελίδες με την παράθεση ενός απλού μηνολογίου και των εορτών του έτους. Όλο το υπόλοιπο μέρος, χωρίς βέβαια συγκεκριμένη διάταξη και ειδικές στήλες, παρέχεται ελεύθερα ως βήμα έκφρασης σε μια σειρά Αργείων κυρίως λογίων, ιστορικών και επιστημόνων της εποχής. Σπουδαίες πραγματείες και ιστορικές αναφορές, ζητήματα της τοπικής εκκλησιαστικής ιστορίας, καταγραφές ανασκαφών και αρχαιολογικών ευρημάτων, επετειακοί Λόγοι, σπάνιες αφηγήσεις σημαντικών ιστορικών συμβάντων, ιστορικο-γεωγραφικά της ευρύτερης περιοχής, ιστορικές βιογραφίες, αλλά και προσεγγίσεις επιστημονικών θεμάτων, προσδίδουν στον ανά χείρας τόμο το χαρακτήρα μιας πρωτογενούς ιστορικής πηγής. Δίπλα σε αυτά, συμπολίτες μας της εποχής εκείνης, με λογοτεχνικές, ποιητικές και λαογραφικές ανησυχίες, δοκιμάζουν την πέννα τους στη συγγραφή διηγημάτων και ποίησης, ιστορικών ανεκδότων, παροιμιών, αποφθεγμάτων και συμβουλών.
Ανάμεσα σ’ εκείνους που με τη γραφίδα τους συνέβαλαν στην έκδοσή του, συγκαταλέγονται λόγιοι, των οποίων η πνευματική εμβέλεια και δράση είχε ξεπεράσει κατά πολύ τα τοπικά όρια της Αργολίδας. Για την οικονομία του χρόνου θ’ αναφερθώ σύντομα στους σημαντικότερους από αυτούς, χωρίς να υποτιμώ καθόλου την ευρυμάθεια και τη συμβολή των υπολοίπων.
Αποτίοντας φόρο τιμής και εκφράζοντας τη δέουσα ευγνωμοσύνη στον εμπνευστή και επί σειρά ετών Πρόεδρο του ιστορικού μας Συλλόγου «Δαναός», θα μνημονεύσω πρώτον απ’ όλους τον ιερέα και σχολάρχη τότε του Άργους Χρήστο Παπαοικονόμο. Ο Χρήστος Παπαοικονόμος (1853-1922), πολυγραφότατος λόγιος, αναδείχθηκε στις τάξεις των κληρικών, καταλαμβάνοντας υψηλές διοικητικές θέσεις στην Εκκλησία και την Εκπαίδευση χάρη στην εκκλησιαστική του δράση, κυρίως όμως χάρη στο πλούσιο συγγραφικό του έργο. Κορυφαία θέση σε αυτό κατέχει το τεκμηριωμένο επιστημονικά βιβλίο του πάνω στον Βίο του Αγίου Πέτρου, πολιούχου της πόλης του Άργους. Στην περίοδο της θητείας του, ως σχολάρχης του Άργους ο ιερέας Παπαοικονόμος εμπνεύσθηκε και ίδρυσε, με τη βοήθεια και άλλων φιλοπρόοδων Αργείων τον φιλολογικό Σύλλογο «Δαναός» τον μικρό Παρνασσό, όπως λεγόταν τότε, έναν από τους παλαιότερους φιλολογικούς συλλόγους της χώρας. Στον παρόντα τόμο ξεδιπλώνει με την πέννα του το ιστορικό της ίδρυσης και δράσης του Συλλόγου από το 1894 έως το 1907, «χάριν των επιγιγνομένων’ όπως αναφέρει ο ίδιος στον πρόλογο του χρονολογίου του.
Με τρία άρθρα του από τον χώρο της ιστορίας και μυθιστορίας και έναν ιστορικό επετειακό Λόγο, συμμετέχει στο Ημερολόγιο ο γνωστός εκπαιδευτικός και πολιτικός της εποχής Ιωάννης Κοφινιώτης (1851-1921). Συγγραφέας πολλών σχολικών εγχειριδίων και μεγάλου αριθμού άρθρων σε έντυπα εκείνης της περιόδου, ο Κοφινιώτης δοκίμασε την τύχη του και στην πολιτική. Εξελέγη βουλευτής Αργολιδοκορινθίας μία φορά στην Α’ Αναθεωρητική Βουλή του 1910. Το σημαντικότερο ιστορικό έργο του είναι η δίτομη Ιστορία του Άργους από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρις ημών. Οι εκδόσεις «Εκ προοιμίου» συμμετέχοντας ενεργά στην προσπάθεια διάσωσης ιστορικών τεκμηρίων της πόλης μας ανατύπωσαν πριν από λίγα χρόνια τον διασωθέντα πρώτο τόμο του Έργου.
Στο Αργολικό Ημερολόγιο αναδημοσιεύεται Ανοικτή Επιστολή του Δημοσθένη Δεσμίνη προς τους «εν Αμερική εγκατεστημένους Αργείους», σε μια προσπάθεια αναζήτησης οικονομικής βοήθειας προς τον Σύλλογο «Δαναός». Ο γνωστός στους Αργείους ευεργέτης της πόλης Δημοσθένης Δεσμίνης (1868-1936), λόγω της δωρεάς του για την ίδρυση του νοσοκομείου, με καταγωγή από το Άργος, έζησε και εργάσθηκε στην Αθήνα, χωρίς ποτέ βέβαια να λησμονήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του. Στην Αθήνα εξέδιδε επί τέσσερα έτη την εφημερίδα Δαναΐς, μια από τις καλύτερες αθηναϊκές εφημερίδες της εποχής σε ύλη και ποιότητα. Μέσα από τις σελίδες της έδωσε σκληρό αγώνα για την επίλυση του αρδευτικού και του γεωργικού ζητήματος της αργολικής πεδιάδας. Άνθρωπος με σπουδαία νομική παιδεία και υψηλή μόρφωση, ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα και για την πνευματική αναγέννηση της πόλης. Για τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης του Δαναού, κληροδότησε στο Σύλλογο την προσωπική του βιβλιοθήκη. Επίσης, με την ισχυρή παρέμβασή του προς τον εθνικό ευεργέτη Γρηγόριο Μαρασλή (1831-1907) πέτυχε να εξασφαλίσει για τον Δαναό πλήρη σειρά της βιβλιοθήκης Μαρασλή, με πολύτιμα βιβλία για την ιστορία και τον πολιτισμό της Ευρώπης και της Ελλάδας.
Ένας άλλος λόγιος και νομομαθής από το Ναύπλιο, ο γνωστός για τα ιστορικά του συγγράμματα Μιχαήλ Λαμπρυνίδης (1850-1915), συμμετέχει στον τόμο με μία μελέτη με τον τίτλο «Η 13η Ιανουαρίου 1833 εν Άργει». Αν και αμφιλεγόμενη ως προς την αποτίμηση των γεγονότων, η μελέτη αυτή είναι σημαντική πηγή για τη σύγχρονη έρευνα, λόγω της αλληλογραφίας που παραθέτει μεταξύ των εμπλεκόμενων στα γεγονότα προσώπων. Η καλλιέργεια και η ευρυμάθεια του Μ. Λαμπρυνίδη αποτυπώνονται στο πλούσιο συγγραφικό του έργο, με σημαντικότερο απ’ όλα το ιστορικό του σύγγραμμα Η Ναυπλία από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τα καθ’ ημάς.
Στον τόμο συμμετέχουν με μικρές ή μεγαλύτερες συμβολές συγγραφείς ή διανοούμενοι που δεν κατάγονταν από την Αργολίδα, αλλά πιθανότατα συνδέονταν με μέλη του εν Αθήναις Συλλόγου «Ατρεύς». Ασφαλώς θ’ αποτέλεσε τιμή για τους συντελεστές της έκδοσης του Ημερολογίου η συμμετοχή σε αυτό, του κορυφαίου τότε καθηγητή της Φυτολογίας και Βοτανικής, Σπυρίδωνος Μηλιαράκη. Ο Σπυρ. Μηλιαράκης υπήρξε ένας από τους πρώτους θιασώτες και «εισαγωγείς» της δαρβίνειας θεωρίας στην Ελλάδα και ο πρώτος μεταφραστής του έργου του Δαρβίνου στα Ελληνικά. Αξίζει να σας αναφέρω ότι ήταν αδελφός του πρωτοπόρου για την εποχή Ιστορικο-γεωγράφου, Αντωνίου Μηλιαράκη, ιδρυτικού μέλους της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, επίτιμου μέλους του Δαναού και γνωστού στην ιστορία της πόλης μας από το έργο «Γεωγραφία πολιτική νέα και αρχαία του νομού Αργολίδος και Κορινθίας». Στον παρόντα τόμο, με ένα επιστημονικό σύντομο άρθρο του, ο Σπυρ. Μηλιαράκης καταρρίπτει τον εκ της λαϊκής φαντασίας προερχόμενο μύθο περί της Μελισσανδρούς, φυτού φυόμενου στην αργολική πεδιάδα και αλλού.
Ανάμεσα στους άλλους, στον τόμο συμμετέχει και ο γνωστός μας ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Ιωάννης Πολέμης (1862-1924) μ’ ένα σύντομο διήγημα και ένα γεμάτο συγκίνηση και πατριωτική φλόγα ποίημα. Ο Πολέμης που μαζί με πολλούς λογίους του β’ μισού του 19ου αι. είχε ενταχθεί λογοτεχνικά στη Νέα Αθηναϊκή Σχολή, αντιτάχθηκε στην υπερβολή και τον άκρατο ρομαντισμό και καθιέρωσε, όπως ο Παλαμάς και ο Δροσίνης τη δημοτική γλώσσα στην ποίηση. Στη δημοτική είναι γραμμένο και το ποίημά του «η σούβλα του πασσά», με το οποίο εμπλούτισε λογοτεχνικά το Αργολικό Ημερολόγιο του 1910.
Τελευταίον, όχι τυχαία βέβαια, άφησα τον «πατριάρχη και παλαίμαχο των γραμμάτων, εργάτη και αριστοτέχνη του καλάμου», όπως τον χαρακτηρίζει ο Νικόλαος Γκινόπουλος, τον μεγάλο μας λόγιο Δημήτριο Βαρδουνιώτη. Οι δύο συμβολές του στο Ημερολόγιο για την ιστορία του «εν Άργει Κεντρικού Σχολείου της Ελλάδος» και της «εν Άργει επαναστάσεως’ είναι πολύτιμες ιστορικά, αποτελούν όμως ένα μικρό, πολύ μικρό δείγμα της γραφίδας του.
Ο Δημήτριος Βαρδουνιώτης (1847-1924) αδικημένος έως σήμερα ιστορικός και λόγιος, παρότι έζησε ολόκληρη τη ζωή του στη μικρή ιστορική μας πόλη, ήταν στην πραγματικότητα ισότιμο μέλος της πνευματικής ελίτ της Αθήνας, με τους εκπροσώπους της οποίας είχε δημιουργήσει πολύ στενές σχέσεις. Υπήρξε καταξιωμένος νομικός, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος και ποιητής, μα πάνω απ’ όλα σπουδαίος ιστορικός. Ασκητικός στη φιλοσοφία για τη ζωή και υπέρμετρα εργατικός, συνήθιζε να λέει ότι «η ανάπαυση δεν είναι αποχή από την εργασία αλλά αλλαγή εργασίας».
Κοντά στο πλήθος των λογοτεχνικών του έργων (πεζά και ποιήματα), στις πολλές ανταποκρίσεις του σε αθηναϊκές και άλλες εφημερίδες, κορυφαίο είναι το ιστορικό του έργο με προεξάρχουσα τη σπουδαία μονογραφία του για την καταστροφή του Δράμαλη. Το έργο αυτό, που για τη σύγχρονη έρευνα αποτελεί πλέον ιστορική πηγή, ο Δημήτριος Καμπούρογλου το χαρακτήρισε μνημειώδες, σημειώνοντας μάλιστα πως «εις τα Δερβενάκια, που κάποτε θα στολισθούν με δάσος ανδριάντων, πρέπει ξεχωριστή, απόμακρα, αλλά περίοπτος να σελαγίση και η μορφή του Βαρδουνιώτη».
Με αφορμή την αποψινή εκδήλωση, επιτρέψτε μου να σας αποκαλύψω την ιδιαίτερη σχέση που έχω αναπτύξει τελευταία με αυτό το ιστορικό πρόσωπο της πόλης μας, τον κορυφαίο, θα έλεγα, λόγιο που με τη συνολική του δράση ετίμησε και τιμά την πόλη μας. Θεωρώ μεγάλη για μένα τύχη το ότι από πολλών ετών έχω στην κατοχή μου ένα σημαντικό τμήμα του αρχείου του Βαρδουνιώτη, αυτό της προσωπικής αλληλογραφίας του. Παρά το γεγονός ότι είμαι βυζαντινολόγος, αποφάσισα τώρα, και αφού έχω διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής πορείας μου, να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο αρχείο και να το αξιοποιήσω επιχειρώντας ένα τεράστιο επιστημονικό άλμα.
Πρόκειται για ένα μεγάλο αριθμό επιστολών με παραλήπτη τον Βαρδουνιώτη, προερχομένων από πολλούς γνωστούς και σημαντικούς λογίους της εποχής του. Πολλές από αυτές υπογράφονται από εκδότες, διευθυντές και συγγραφείς κορυφαίων τότε λογοτεχνικών δελτίων, φιλολογικών περιοδικών, εφημερίδων και ιστορικών συγγραμμάτων. Άλλες από πολιτικούς και πολιτευόμενους της εποχής που ζητούν τη συνδρομή του, άλλες από το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον του και λίγες μόνο από ανθρώπους του επαγγελματικού του χώρου. Στο περιεχόμενό τους απεικονίζεται με ενάργεια η πνευματική και πολιτική κίνηση της εποχής, ξεδιπλώνονται πτυχές της ιστορίας του τόπου μας, διαγράφονται οι διαδρομές μιας αέναης λογοτεχνικής, ιστορικής και φιλολογικής πληροφόρησης ένθεν και ένθεν, κυρίως όμως σκιαγραφείται η πολυσύνθετη προσωπικότητα του Βαρδουνιώτη και αναδεικνύεται η συμβολή του σε όλα τα επίπεδα: στο πνευματικό, το πολιτικό, το πατριωτικό, το επαγγελματικό. Αξίζει να σας αναφέρω ακόμη ότι η πνευματική και πατριωτική δραστηριότητα του Βαρδουνιώτη, όπως προκύπτει από σχετικές επιστολές, είχε επεκταθεί και πέραν των συνόρων της επικράτειας του τότε νεοελληνικού κράτους: στη Θεσσαλονίκη, τη Δράμα, την Έδεσσα, την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, τη Σμύρνη, τα Ιεροσόλυμα, το Παρίσι, το Βερολίνο, τη Σαξονία, κ.λπ.
Σε συνεργασία, λοιπόν, με την εκλεκτή συνάδελφο και διακεκριμένη νεοελληνίστρια, κυρία Ρωξάνη Αργυροπούλου, με αργείτικες επίσης ρίζες και εκείνη, αποφασίσαμε ν’ αναλάβουμε το εγχείρημα της έκδοσης αυτού του σημαντικού αρχείου. Αρωγό σε αυτή την προσπάθεια έχουμε την Αργολική αρχειακή Βιβλιοθήκη, η οποία αγκάλιασε εξαρχής με πολύ ενθουσιασμό και αμέριστο ενδιαφέρον αυτή την πρωτοβουλία. Με τη βοήθεια και των επίσημων φορέων του νομού μας, στην οποία όντως προσδοκούμε, ελπίζουμε να τα καταφέρουμε. Νομίζω ότι το οφείλουμε όλοι μας στο Βαρδουνιώτη, ο οποίος, όπως ευφυώς έλεγε ο φίλος του, Δημήτριος Καμπούρογλου, πρόεδρος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, ήταν στην συνείδηση των γνωστών και φίλων του, τόσο ταυτισμένος με το Άργος ώστε «ο Βαρδουνιώτης να υπενθυμίζη το Άργος και το Άργος τον Βαρδουνιώτη».
Κλείνοντας, ελπίζω και εύχομαι η προσπάθεια της διάσωσης και διάδοσης των ιστορικών τεκμηρίων της πόλης και του νομού μας να συνεχισθεί και η παρούσα αναστατική έκδοση του Αργολικού Ημερολογίου ν’ αποτελέσει το έναυσμα για την περαιτέρω ανακάλυψη του ιστορικού παρελθόντος της περιοχής μας.
Παρουσίαση Αναστατατικής Έκδοσης Αργολικού Ημερολογίου 1910
Δρ. Κοινωνικών Επιστημών,
Συγγραφέας.
Η σημασία της αναστατικής έκδοσης του Αργολικού Ημερολογίου 1910 από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δεν έγκειται μόνο στη διάσωση ενός πολύτιμου αρχειακού υλικού αλλά και στο ότι ανανεώνει το ενδιαφέρον για την έρευνα στην Αργολίδα και ιδιαίτερα στο Άργος όπου η αρχειακή έρευνα αποτελεί, όταν γίνεται, έναν πραγματικό άθλο.
Το Αργολικό Ημερολόγιο του 1910 αποτελεί μια σημαντική πηγή πληροφοριών για πρόσωπα, χώρους και καταστάσεις, που θα σας παρουσιάσω στη συνέχεια θεματικά. Κάθε παρουσίαση αποτελεί και ευκαιρία μνημόνευσης όλων εκείνων των οποίων οι προσπάθειες αποτέλεσαν, σε δύσκολους μάλιστα καιρούς, την βάση για την πολιτισμική και κοινωνική ανάπτυξη αυτού του τόπου. Πολιτισμική διότι οι πρώτες σύγχρονες καταγραφές της ιστορίας, της λαογραφίας, της οικονομίας, αποτελούν ακόμη και σήμερα τη βάση εκκίνησης κάθε νέας ερευνητικής προσπάθειας. Το Ημερολόγιο που σας παρουσιάζουμε σήμερα είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα.
Είναι φυσικά αδύνατο να μνημονευτούν όλοι οι συγγραφείς αυτού του Ημερολογίου. Ο αναγνώστης θα ανακαλύψει στις σελίδες του το εύρος των ενδιαφερόντων που καλύπτουν με την συγγραφή επιστημονικών άρθρων και φιλολογικών κειμένων.
Θα αναφερθώ πολύ συνοπτικά στους πρωτεργάτες της προσπάθειας. Στον Δημήτριο Βαρδουνιώτη. Καταξιωμένος νομικός, δημοσιογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος και κυρίως ιστορικός, εξέχουσα προσωπικότητα του Άργους. Γεννήθηκε στο Άργος και καταγόταν από πολύ φτωχή οικογένεια. Εντούτοις, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και άσκησε μέχρι το θάνατό του δικηγορία στην ιδιαίτερή του πατρίδα. Του οφείλουμε εξαιρετικά κείμενα και καταγραφές για την κοινωνία της εποχής, με μερικά από αυτά όπως το εμφανιζόμενο στην οθόνη συμμετέχει στην έκδοση.
Ο Δημοσθένης Δεσμίνης αποφοίτησε από το Βαρβάκειο, σπούδασε νομικά στη Λειψία και εργάσθηκε πολλά χρόνια στην Τράπεζα της Ελλάδος και ήταν εκδότης και διευθυντής της εφ. «Δαναίς» και ευεργέτης του Άργους. Γεννήθηκε και πέθανε στην Αθήνα. Με τη διαθήκη του η πλούσια βιβλιοθήκη του προσφερόταν στο «Δαναό». Δεν διαθέτουμε πολλά κείμενά του. Συμμετέχει στην έκδοση με το κείμενο που βλέπετε στο οποίο γίνεται λόγος για τη σημαντική προσπάθεια που καταβάλει για την ενίσχυση του Συλλόγου «Δαναός».
Ο Ιωάννης Κοφινιώτης (1851 – 1921) ήταν εκπαιδευτικός και πολιτικός. Διετέλεσε γυμνασιάρχης στα σχολεία Τριπόλεως, Πύργου, Ναυπλίου και Αθήνας καθώς και τμηματάρχης του υπουργείου εκκλησιαστικών. Ήταν διδάκτωρ της Φιλοσοφικής σχολής και αρκετά από τα βιβλία που έγραψε χρησιμοποιήθηκαν στη μέση εκπαίδευση. Σημαντικότερο έργο του η «Ιστορία του Άργους μετ’ εικόνων : Από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρις ημών» (Εκδόσεις «ο Παλαμήδης», 1892). Το 1910 εξελέγη βουλευτής της Α΄ αναθεωρητικής βουλής με την υποστήριξη των «ηνωμένων κομμάτων». Απέτυχε όμως να επανεκλεγεί στις επόμενες εκλογές. Παράλληλα με την πολιτική του δραστηριότητα αρθρογραφούσε σε διάφορα περιοδικά της εποχής. Επίσης διετέλεσε πρόεδρος του συλλόγου Αργείων εν Αθήναις «Ατρεύς». Έχει τις περισσότερες συμμετοχές στο Ημερολόγιο και ιδιαίτερα ο «Λόγος επί τη εορτή του Αγίου Πέτρου»
Ο Μιχαήλ Λαμπρυνίδης ήταν Λόγιος, συγγραφέας, πολιτικός και νομομαθής (διδάκτωρ της νομικής) από το Ναύπλιο. Διετέλεσε βουλευτής Ναυπλίας, σύμβουλος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας και συγγραφέας ιστορικών μελετών. Ήταν ανεψιός της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου. Εργασίες του δημοσιεύτηκαν σε επιστημονικά περιοδικά της εποχής του και στην εφημερίδα «Αθήναι». Το πλούσιο έργο του επιβεβαιώνει την καλλιέργεια, την μεθοδικότητα και την ευρυμάθεια που τον χαρακτηρίζουν. Ιδιαίτερα το έργο του «Η Ναυπλία από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς», Μια ιστορική μελέτη που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1898, περιμένει την επανέκδοσή του καθώς το χειρόγραφο φυλάσσεται σήμερα από τον Προοδευτικό Σύλλογο «Ο Παλαμήδης».
Από την άλλη όπως σημείωσα προηγουμένως είναι διακριτή και η κοινωνική διάσταση της προσπάθειας. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο κατά την οποία η οργάνωση και λειτουργία Συλλόγων αποβλέπει και στην άνοδο του πνευματικού και βιοτικού επιπέδου των τοπικών κοινωνιών. Εγκαινιάζονται σχολές απόρων, επαγγελματικές σχολές, βιβλιοθήκες, τακτικές διαλέξεις. Όλα αυτά συμβάλουν στη συνεκτική λειτουργία των τοπικών κοινωνιών και δημιουργούν προϋποθέσεις εξέλιξης αλλά και μεταβολής των όρων διαβίωσης φυσικά προς το καλύτερο. Το σημαντικότερο παράδειγμα στο οποίο θα αναφερθώ είναι η ίδρυση του Συλλόγου Αργείων ο «Δαναός» με πρωτοβουλία μιας μεγάλης προσωπικότητας όπως ο Χρήστος Παπαοικονόμου. Θα αναφερθώ δε ιδιαίτερα στο κεφάλαιο «Κυριακή αργία», για να τεκμηριώσω τις προϋποθέσεις εξέλιξης και μεταβολής στις οποίες αναφέρθηκα.
«Ενθουσιώδης της φύσεως λάτρης είδον και απήλαυσα πολλάς και ποικίλας απόψεις και σκηνογραφίας· αλλ’ομολογώ, ότι η από της Ακροπόλεως του Άργους άποψις είναι κάτι ξεχωριστόν, μοναδικός εκπληκτικόν και γοητευτικώς γλυκύ και ονειρώδες· κάτι που δεν θα συναντήσω – είμαι βέβαιος – δυο φοράς, κάτι, που θα θυμούμαι πάντα, σαν όνειρο, που εγέμισε μ’ άνθινη ευωδία το στήθος και επότισε μ’άσβεστη γλύκα τη ζωή μου…»
(Πειραιεύς 1909)
Με τα λόγια αυτά τελειώνει την παρουσίαση του Άργους ο Νικολ. Σ. Γκινόπουλος ανοίγοντας ταυτόχρονα την δεύτερη ομάδα κειμένων στην οποία μπορούμε να κατατάξουμε εκείνα τη κοινωνικής τοπογραφίας και ανθρωπογεωγραφίας καθώς συνδυάζουν μια σειρά από στοιχεία κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης και λαογραφίας. Ο ίδιος στο κείμενό του, ανάμεσα στις άλλες περιγραφές, παρουσιάζει :
Γαληνιαία και ήρεμος, σαν ρυάκι σιγανό, περνά η ζωή της πόλεως· οι επιστήμονες, οι υπάλληλοι, οι έμποροι, οι καταστηματάρχαι και ολίγοι, – μα πολύ ολίγοι – αργόσχολοι, είνε ο μόνος πληθυσμός, που παρουσιάζεται τας καθημερινάς εις τα όμματα του ξένου. Οι δρόμοι είνε σχεδόν ήσυχοι και ερημικοί· εδώ κι εκεί κανένας διαβάτης τας διασχίζει κάποτε βιαστικός… Διότι οι Αργείοι είνε οι εργατικώτεροι άνθρωποι του κόσμου…
Η κίνησις και η ζωή ανανήφει απότομος και ορμητική εκεί κάτω μόνον κατά τας σαββατιαίας αγοράς, κατά τας οποίας το Άργος, η πόλις της γαλήνη και της ηρεμίας, μεταβάλλεται έξαφνα εις κυψέλην βομβούσαν… Επίσης κατά τας Κυριακάς και εορτάς…
Θα ήθελα να σημειώσω εδώ πως, μέσα στο πνεύμα της εποχής και τον διάχυτο ρομαντισμό, παρουσιάζονται τα στοιχεία αυτά εν είδη φιλολογικού κειμένου, χωρίς αυτό να μειώνει τη σημασία των στοιχείων που παραθέτει το κάθε κείμενο.
Για παράδειγμα στο κείμενο για το κάστρο της Λάρισσας, αγνώστου συγγραφέως, αφού δίνονται πολλά στοιχεία ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, διαβάζουμε επίσης:
Εκ της κορυφής της Λαρίσης βλέπει τις τους χλοερούς λειμώνας της ωραίας και ευφόρου πεδιάδος του Άργους, ους δια ποικιλοχρόων ανθέων και ευωδών κοσμεί το έαρ….Εντεύθεν ακούει τις τα εν τοις δένδροις διαιτώμενα γένη των ορνίθων, την εύστομον αηδόνα, τον τετερίζοντα τέττιγα, την βομβούσαν μέλισσαν την άγγελον του έαρος.
Και με τον τρόπο αυτό συμπληρώνεται, με τον ιδιαίτερο κειμενογραφικό τρόπο της εποχής, μια εξαιρετική εικόνα της τοποθεσίας.
Στο ίδιο κείμενο διαβάζουμε: «Κατά δε τους πρόποδας της ακροπόλεως σώζεται υδραγωγείον Ρωμαϊκόν, δι’ού διωχετεύετο εις το Άργος το εν τω χωρίω Επάνω Μπέλεσι Ύδωρ της Τσιρίστρας». Σε άλλο κείμενο για το Άνω Μπέλεσι (κεφαλόβρυσο) που το υπογράφει ο ιερέας και δημοδιδάσκαλος του χωριού Δορής σημειώνεται : «Η κατά διαλείμματα εν τη προς Άργος καθόδω παρουσία εσκαμμένων και προσηρμοσμένων εν είδη αύλακος λίθων ογκωδών και αι εκ παραδόσεως επί το μυθικότερων πλασθείσαι διηγήσεις μαρτυρούσι την ύπαρξιν αρχαίου υδραγωγείου δι’ ού μετεφέρετοτο ύδωρ τούτο προς την ανωτέρω πόλιν».
Η ιστορική γεωγραφία που επιχειρεί το Αργολικό Ημερολόγιο ολοκληρώνεται με το κείμενο του Ιω. Σκουτερόπουλου για το Κουτσοπόδι το οποίο αναφέρω ως ενδεικτικό των πληροφοριών που καταγράφονται για τις τοπικές κοινωνίες. Εκτός λοιπόν από το πλήθος των πληροφοριών για την γεωγραφία, την οικονομία και άλλα, ο συγγραφέας του κειμένου σημειώνει :
Οι κατηγορούντες των Κουτσοποδιωτών ότι η μεγάλη περί των ιδιωτικών αυτών συμφερόντων φροντίς πάσαν ευγενή σκέψιν απορροφά ερχόμενοι εις Κουτσοπόδι, θα εύρωσιν έργα παντελώς προς την κατηγορίαν ασύμφωνα.» Και αφού παραθέτει την ανέγερση ναών ως απόδειξη για το ότι οι Κουτσοποδιώτες δεν είναι ατομικιστές συνεχίζει:
«… υπάρχει εν Κουτσοποδίω πλήρες τριτάξιον σχολείον αρρένων και μονοτάξιον θηλέων… Είναι σχεδόν απίστευτον ότι εν Ελληνικώ συνοικισμώ 1500 ανθρώπων βλέπομεν εγγεγραμμένους εις το σχολείον αρρένων, μαθητάς 184, σχεδόν πάντας φοιτώντας και εις το σχολείον θηλέων 90, επίσης φοιτώντας.
«Άριστα ενθυμούμαι ότε προ δεκαεννέα ετών διδασκόμενος εν Κουτσοποδίω, ένθα από Φιχτίων καθ’εκάστην επί τινα χρόνον μετέβαινον, μόνον ουχί την πρώτην ανάγνωσιν ήκουον την Αλβανικήν ου μόνον υπερισχύουσαν της Ελληνικής,αλλά και μόνην σχεδόν γλώσσαν εν ταις μεταξύ των εκ Κουτσοποδίου συμμαθητών μου συνομιλίαις. Ήδη ουδείς μεταχειρίζεται αυτήν, ουδ’ αυτοί οι εσχατόγηροι, οι εγγηράσαντες εν αυτή…. Εις την σχεδόν απίστευτην ταύτην εν Κουτσοποδίω περί την γλώσσαν μεταβολήν βεβαίως συνετέλεσαν, αλλ’ουδέν ίσως τόσον όσον το δημοτικόν σχολείον, οποίου σχεδόν ουδέποτε εστερήθη το Κουτσοπόδι».
Επιστρέφοντας στο Άργος για να ολοκληρώσω την εικόνα της πόλης, παρατίθενται τα εξαιρετικά κείμενα του Δ. Βαρδουνιώτη για το «εν Άργει Κεντρικόν Σχολείον της Ελλάδος», τον «εν Άργει ναό του Τιμίου Προδρόμου» Αντωνίου Δαρλάκου, «Το εν Αργει Ιπποφορβείον του Σ. Χρονόπουλου και κυρίως το σημαντικό κείμενο του Γεωργ. Σιμιτζόπουλου για τις ανασκαφές του Vollgraff στο Άργος.
Μεταξύ όλων αυτών, θα παρουσιάσω συνοπτικά το γεγονός της ίδρυσης του Συλλόγου Αργείων «Ο Δαναός», που αποτελεί και ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του τέλους του 19ου αιώνα για το Άργος και γενικότερα για την Αργολίδα. Το κείμενο υπογράφει ο πρωτεργάτης της ίδρυσης του Συλλόγου Χρ. Παποικονόμος, ο οποίος συλλαμβάνει την ιδέα «ιδρύσεως Συλλόγου σκοπόν έχοντος την ηθικήν και πνευματικήν προαγωγήν του λαού και την περίθαλψιν δυστυχούντων».
Ο Δαναός θα αποτελέσει το κέντρο της περιοχής για μια σειρά από πολιτισμικές δράσεις και δράσεις παιδαγωγικού περιεχομένου καθώς εδώ θα λειτουργήσουν η πρώτη και μοναδική, έναν αιώνα μετά την ίδρυσή της, βιβλιοθήκη- αρχείο για την ιστορία της πόλης. Ταυτόχρονα θα δημιουργηθεί εδώ και θα λειτουργήσει η Λαϊκή σχολή που απευθύνεται στους κατοίκους της πόλης και η βραδινή σχολή για τα άπορα παιδιά, ενώ το κτίριο του Δαναού θα φιλοξενήσει δεκάδες άλλες κοινωφελείς δραστηριότητες μεταξύ των οποίων και την μετατροπή του σε νοσοκομείο κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1940.
Τα τέσσερα κείμενα για την ίδρυση Συλλόγων Αργείων αποτελούν μια πολύτιμη ολοκληρωμένη συνεισφορά στην έρευνα για τις σωματειακές ενώσεις και τους Συλλόγους σε ολόκληρη τη διάρκεια του 19ου και του 20ου αιώνα. Μας δίνουν τέλος ένα πλήθος πληροφοριών για την προσπάθεια των Αργείων να διατηρήσουν δεσμούς ανάμεσα στη γενέθλια πόλη και την ιστορία της από τη μια, και τις νέες πραγματικότητες που συναντούν στους τόπους μετανάστευσης και υποδοχής.
Τέλος, σημαντική πηγή πληροφοριών θα παραμείνει και η ομώνυμη εφημερίδα του συλλόγου.
Θα τελειώσω την παρουσίαση των βασικότερων περιεχομένων του Ημερολογίου χωρίς ιδιαίτερες αναφορές στις φιλολογικές συμμετοχές (διηγήματα και ποιήματα) τα οποία, όπως ήδη σημείωσα, ξεχειλίζουν από τον ρομαντισμό της εποχής και έχουν αρκετό ενδιαφέρον, για να υπογραμμίσω τα ιστορικά γεγονότα στα οποία αφιερώνονται εξαιρετικά κείμενα.
Το σημείωμα του Δημ. Βαρδουνιώτη που μας δίνει μια πρώτη εικόνα για το πώς ξεκίνησε η επανάσταση στο Άργος στις 23 Μαρτίου 1821 «εξ ενός απροόπτου συμβάντος» καθώς «πυροβολισμός δημοσία κατά τους καιρούς εκείνους ήτο ανήκουστον και σημαντικώτατον γεγονός. Δια τούτο εθορύβησεν πάντας εις άκρον…. Και δια τούτο οι Τούρκοι μετά των οικογενειών αυτών έσπευσαν ν’απέλθωσιν εις Ναύπλιον….».
Το δεύτερο από αυτά με τίτλο η «13η Ιανουαρίου 1833 εν Άργει», υπογράφεται από τον Μιχαήλ Λαμπρινίδη και αναφέρεται στα γεγονότα «της αιματηράς εν Άργει συρράξεως» μεταξύ των Γάλλων στρατιωτών και ατάκτων Ελλήνων στρατιωτών που κατέληξε σε σφαγή των πολιτών του Άργους. Είναι ένα από τα σημαντικότερα κείμενα που διαθέτουμε για τα γεγονότα αυτά.
Τέλος, ένα νεότερο χρονικά κείμενο στο οποίο θέλω να αναφερθώ γιατί θεωρώ πως έχει μεγάλη σημασία ιστορική και κοινωνική, αναφέρεται στις κινητοποιήσεις για τη θέσπιση της Κυριακής αργίας και η υπογραφή γίνεται με το «Εις Αργείος».
Θέλω να θυμίσω πως τρία χρόνια πριν, το 2012, σε μια επετειακή εκδήλωση για τον ιδρυτή του Δαναού Χρ. Παπαοικονόμου που έγινε στην αίθουσα αυτή είχα παρουσιάσει τα γεγονότα και συνοψίζω σήμερα ως προς τη σημασία της διεκδίκησης την εποχή εκείνη.
- 1ον διότι στο αίτημα της Κυριακής αργίας συναντήθηκαν οι πολίτες από διαφορετικές πόλεις της Πελοποννήσου
- 2ον συναντήθηκαν επίσης διαφορετικοί φορείς και ως προς τις κοινωνικές απόψεις και ως προς το αντικείμενο για το οποίο είχαν δημιουργηθεί:
Κατά την 8ην Αυγούστου 1889 εν τη πλατεία του Αγίου Πέτρου συνελθών ο Λαός του Άργους ήκουσεν επί δίωρον την αγόρευσιν του Αργείου Π. Τημελή…. οι υπογράψαντες ως εκπρόσωποι του Λαού ήσαν ο Πρόεδρος του «Δαναού» κ. Χρ. Παπαοικονόμου, ο της Φιλαρμονικής κ. Αγ. Φικιώτης, ο των Εμποροβιομηχάνων κ. Β. Σακελλαρόπουλος, ο των Κουρέων κ. Ι. Ηλιόπουλος, ο των Φανοποιών κ. Γ. Σαββόπουλος, ο των Υποδηματοποιών και Ραπτών κ. Γ. Ντάνος και ο των Σανδαλοποιών κ. Κ. Μπλακούτσος.
Πρόκειται για την αρχή μιας καθολικής διεκδίκησης στην οποία συμμετέχει και η εκκλησία ενώ το Άργος έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο στα γεγονότα που θα οδηγήσουν στην απόφαση της Βουλής των Ελλήνων στις 11 Νοεμβρίου 1909. Η Κυριακή Αργία είναι από την 1η Ιανουαρίου του 1910 νόμος του κράτους.
Ανάμεσα στους άλλους λόγους που θα εκφωνηθούν για τη σημασία του γεγονότος αξίζει να μνημονεύσω ιδιαίτερα τον Αρχιερατικό Λόγο της πρώτης του Έτους στην Μητρόπολη Αθηνών από τον Χρήστο Παπαοικονόμου και ο οποίος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κείμενα, άγνωστα δυστυχώς στο ευρύ κοινό αλλά και την έρευνα, για το κοινωνικό ζήτημα στη χώρα μας. Ίδια παραμελημένο παραμένει το κείμενο του Αργείου στο Αργολικό Ημερολόγιο, παρότι είναι ένα από τα πιο κατατοπιστικά για το θέμα αυτό.
Κυρίες και κύριοι
Η αναστατική έκδοση είναι μια από τις σημαντικότερες προσπάθειες που έγιναν τον τελευταίο καιρό για την διατήρηση των αρχειακών πηγών αυτής της πόλης. Είναι ένα πολύτιμο βοήθημα όχι μόνο για τους ειδικούς, αλλά για όλους τους πολίτες και αξίζουν συγχαρητήρια στους συντελεστές της έκδοσης.