Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for the ‘Επίδαυρος’ Category

Το τοπωνύμιο Λιγουριό


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο του κ. Χρήστου Πιτερού,  αρχαιολόγου, μέλους του Δ.Σ. Ιδρύματος Ιωάννης Καποδίστριας, πρώην αναπληρωτή Δ/ντή της Δ. ΕΠΚΑ, πτυχιούχου Κλασσικής Φιλολογίας ΕΠΚΑ, Αρχαιολογίας και Τέχνης ΑΠΘ και Επίτιμου  Προϊστάμενου αρχαιολογικών χώρων, μνημείων και αρχαιογνωστικής έρευνας  με θέμα:

«Το τοπωνύμιο Λιγουριό»

 

Για το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί σχετικά με το τοπωνύμιο Λι(υ)γουριό, έδρα του Δήμου Επιδαύρου, στην τοπική εφημερίδα Αναγνώστης (17.09.2015) δημοσιεύθηκαν δύο σχετικά άρθρα του Β. Μπιμπή και του Γιάννη Γ. Σαρρή (Δραγώνα), ενώ πρόσφατα δημοσιεύτηκε σχετικό άρθρο στην ίδια εφημερίδα (6.10.2022). «Το Λυγουριό έχασε την ταυτότητα του και δεν μπορεί να την ξαναπάρει». Από τις αρχές του 1993, όταν η πρώην κοινότητα Λυγουριού μετονομάστηκε σε Δήμο Ασκληπιείου, από το πρώην κοινοτικό συμβούλιο με έδρα το Ασκληπιείο, αντί του Λιγουριού, χωρίς την ενημέρωση των πολιτών και χωρίς απόφαση του αρμόδιου συμβουλίου τοπωνυμίων, δημιουργώντας συγχύσεις στους κατοίκους και τους επισκέπτες.

Σχετικά με το σοβαρό αυτό πρόβλημα το 1998 δημοσιεύσαμε διεξοδικά γλωσσολογική μελέτη για το τοπωνύμιο Λιγουριό στο περιοδικό Ελλέβορος (Χ. Πιτερός, Το τοπωνύμιο Λιγουριό, περ. Ελλέβορος, τ.13,1998,σελ.97-103). Στη συνέχεια σύμφωνα με το σχέδιο «Καλλικράτης» ολόκληρη περιοχή της Επιδαύρου, με την συνένωση των τριών Δήμων Ασκληπιείου, Αρχαίας Επιδαύρου και Νέας Επιδαύρου, μετονομάσθηκε σε έναν ενιαίο Δήμο Επιδαύρου, για την έδρα του οποίου αναφέρεται ο οικισμός του Ασκληπιείου αντί του ορθού Λι(υ)γουριό.

 

Λιγουριό, περ. 1968.

 

Για την καλύτερη αντικειμενική ενημέρωση των κατοίκων και της παρούσης Δημοτικής Αρχής του Δήμου Επιδαύρου, για το χρόνιο αυτό πρόβλημα, κρίναμε απαραίτητο να αναδημοσιεύσουμε στη συνέχεια την παραπάνω μελέτη μας, που δημοσιεύθηκε το 1998, πριν από είκοσι τέσσερα χρόνια, με μικρές όμως τροποποιήσεις και συμπληρώσεις για λόγους σαφήνειας:

Το γνωστό και σπάνιο τοπωνύμιο Λιγουριό έφερε μέχρι πρόσφατα στην Αργολίδα η γνωστή ομώνυμη κοινότητα στην Επαρχία Επιδαύρου. Η αφορμή για την ενασχόλησή μας με το όνομα αυτό οφείλεται στις ακόλουθες διαπιστώσεις: (περισσότερα…)

Read Full Post »

Επίδαυρος, υδατογραφία του Ζαν Νικολά Μακάρ (Jean Nicolas Maquart), 1829. Δημοσιεύεται στο: «Το ταξίδι του Συνταγματάρχη Jean Nicolas Maquart στην επαναστατημένη Ελλάδα (Πελοπόννησος 1828-1831)» – Γεώργιος Η. Κόνδης – Yves Ollivier.

 Στην Επίδαυρο αποτυπώνει τη δεξαμενή στο Ιερό [του Απόλλωνα Μαλεάτα] και το λιμάνι της Επιδαύρου έχοντας στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων. Το Μαύρο χρώμα των βουνών παραπέμπει στο ηφαίστειο των Μεθάνων.  

 

Επίδαυρος, υδατογραφία του Ζαν Νικολά Μακάρ (Jean Nicolas Maquart), 1829. Δημοσιεύεται στο: «Το ταξίδι του Συνταγματάρχη Jean Nicolas Maquart στην επαναστατημένη Ελλάδα (Πελοπόννησος 1828-1831)» – Γεώργιος Η. Κόνδης – Yves Ollivier. Στην Επίδαυρο αποτυπώνει τη δεξαμενή στο Ιερό [του Απόλλωνα Μαλεάτα] και το λιμάνι της Επιδαύρου έχοντας στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων. Το Μαύρο χρώμα των βουνών παραπέμπει στο ηφαίστειο των Μεθάνων.

 

Ο Ζαν Νικολά Μακάρ, γεννημένος το 1786, ως στρατιωτικός συμμετέχει σε όλα τα μεγάλα στρατιωτικά γεγονότα και ιδιαίτερα στις εκστρατείες, το 1805-1814, του Μέγα Ναπολέοντα, για τις οποίες καταγράφει πολλές πληροφορίες στο ημερολόγιό του. Την περίοδο 1828-1831 συμμετέχει στην Στρατιωτική Αποστολή του Μοριά. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου και τοπική κοινωνία. Προσεγγίζοντας τη δυναμική μιας σχέσης – Γεώργιος Η. Κόνδης [1]


 

Όταν το 1881 αρχίζουν οι ανασκαφές στην περιοχή του Ασκληπιείου στο Λυγουριό Αργολίδας, κανείς δεν φαντάζεται τις συνέπειες που θα έχουν στην τοπική κοινωνία. Κι όμως, μια καθαρά αγροτική κοινότητα ανθρώπων, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία  ζουν σε οικονομικές συνθήκες ένδειας, θα αποτελέσει ξεχωριστό παράδειγμα μιας ιδιαίτερης σχέσης ανάμεσα στην τοπική κοινωνία και τον αρχαιολογικό χώρο. Συμμετέχει εθελοντικά στις ανασκαφές και προσφέρει την περιουσία της για να τις διευκολύνει και να αναδειχτεί ο χώρος που θα αποκτήσει παγκόσμια πολιτισμική ακτινοβολία.

Η έναρξη των «Επιδαυρίων» το 1954 και επισήμως ως «Φεστιβάλ Επιδαύρου» το 1955, θα επηρεάσει ακόμη βαθύτερα τη σχέση αυτή και θα οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές όχι μόνο στην περιοχή (π.χ. υποδομές), αλλά και στην ίδια την κοινωνία (νοοτροπίες, κουλτούρα, συμπεριφορές, στάσεις ζωής). Η σημερινή προσπάθεια ανανέωσης του φεστιβάλ με την διοργάνωση εκπαιδευτικών δομών παγκόσμιας αναφοράς, εμπλουτίζει, επίσης, τη σχέση της τοπικής κοινωνίας με τον κόσμο του Θεάτρου και επινοεί νέες πηγές γνώσεων και σχέσεων ενισχύοντας την διεθνή ακτινοβολία του χώρου.

  1. Μια ιστορία μέσα στην ιστορία

 …από το Ναύπλιο στην Επίδαυρο, το αυτοκίνητό μας ακολουθεί  ένα χαοτικό δρόμο, ένα χωματόδρομο όλο λακκούβες απ’τις βροχές. Πότε πότε, το αυτοκίνητο κάνει μια παράκαμψη μέσα από το χωράφι για να αποφύγει ένα λάκκο ή σταματάει για να αφήσει τη μηχανή να πάρει ανάσα. Χωριάτες που σπέρνουν, χωριάτισσες που περπατάνε στο δρόμο έρχονται προς το μέρος μας για ν’ ανταλλάξουμε μερικά λόγια, να μας προσφέρουνε σύκα ή κρύο νερό. Λίγο μακρύτερα, αγρότες θα μας σταματήσουν για να μας δώσουν τυρί και κρασί και για να μιλήσουν μ’ αυτούς τους Γάλλους που είναι οι πρώτοι ξένοι που βλέπουν μετά τον πόλεμο. Και η αργή πομπή ξαναβάζει εμπρός μεσ’ απ’ τ’ αμπέλια, τις ελιές, τα κυπαρίσσια και τις χαρουπιές. Κίτρινο και άσπρο τοπίο – μεγάλες πέτρες αστράφτουν σαν μάρμαρα μεσ’απ’τα χόρτα και τους αγρούς – με τα βουνά της Πελοποννήσου στον ορίζοντα και, πιο κοντά, ακριβώς πάνω από την Επίδαυρο, το όρος Αραχναίον. Έτσι το έλεγαν από τα χρόνια του Αισχύλου (και ασφαλώς από πολύ πριν) και για μένα είχε σταθεί το πρώτο από τ’ ατέλειωτα μυστήρια της Ελλάδας: αυτό το όνομα που είχε μείνει το ίδιο από τρεις χιλιάδες χρόνια. (…)

Το αυτοκίνητο σταμάτησε στην είσοδο του ιερού. Του κάκου ψάχνω το θέατρο με τα μάτια. Για την ώρα δε βλέπω άλλο από πεύκα. Απ’αυτά τα πεύκα έρχονται φωνές, κραυγές, τραγούδια ανακατεμένα με γκαρίσματα γαϊδάρων και χλιμιντρίσματα μουλαριών. Πλησιάζω στο λόφο που μας κρύβει το θέατρο, δεν πιστεύω τα μάτια μου: χιλιάδες χωριάτες κάθονται κάτω απ’τα δέντρα, μέσα στα μάρμαρα του ναού, πάνω στην πλατεία του Ασκληπιού φερμένοι απ’όλες τις γωνιές της Πελοποννήσου για να δούνε τους Πέρσες. Το έργο παίζεται στα γαλλικά και κανείς τους δεν θα πρέπει να καταλαβαίνει τη γλώσσα. Αλλά θα πρέπει να λεχθεί ότι με την εξαίρεση μιας παράστασης που είχε δώσει πριν τον πόλεμο, το 1936, το ίδιο αυτό Αρχαίο Θέατρο της Σορβόννης είναι η πρώτη φορά που λειτουργεί αυτό το θέατρο μετά από είκοσι πέντε αιώνες. Και για όλους, γι’ αυτούς, για μας, για τους λίγους Αθηναίους που έκαναν την προσπάθεια να ’ρθουν, είναι ένα σπουδαίο γεγονός. Είναι μεσημέρι. Οι πετσέτες με τα φαγιά είναι λίγο-πολύ παντού απλωμένες. Οι μουσικοί πιάνουν τα όργανα και το πανηγύρι αρχίζει. Είναι η πρώτη φορά που ακούω σημερινή ελληνική μουσική, τον ήχο του λαούτου, του αυλού, τις φιοριτούρες της λύρας. Έχω την εντύπωση ότι ξαναζεί μια αρχαία γιορτή: αυτή η ζωντανή αταξία, αυτά τα παρδαλά πλήθη, αυτή η ταραχή, που θα ’πρεπε να υπήρχε στα μεγάλα ιερά στις γιορτινές μέρες, ένα είδος πανηγυριού, θορυβώδους ευφροσύνης όπου τα άσματα του κόσμου και οι φωνές των ζώων ανακατεύονταν με τις οσμές των ψητών πάνω στη θράκα, του καμένου λίπους πάνω στους βωμούς, της ζεστής ρετσίνας, του ιδρώτα των ανθρώπων. Ναι, έτσι θα έπρεπε να ήταν η Επίδαυρος όταν οι χιλιάδες ασθενείς έτρεχαν στα θαυματουργά τέμπλα. Αυτό το χωριάτικο και τόσο ζωντανό πλήθος μου επέτρεψε εκείνη τη μέρα, με το θαύμα της αναπάντεχης παρουσίας του, να ξαναβρώ τη μεγάλη χαρά των παγανιστικών χρόνων.

 

Μεγάλο αλλά αναγκαίο το απόσπασμα αυτό από «Το Ελληνικό Καλοκαίρι» [2] του  Γάλλου ελληνιστή Ζακ Λακαριέρ (Jacques Lacarrière), καθώς αποτελεί μια από τις σπάνιες καταγραφές της πρώτης μεταπολεμικής παράστασης και αναβίωσης του Αρχαίου Θεάτρου της Επιδαύρου. Ταυτόχρονα όμως, η μεγάλη αξία της καταγραφής οφείλεται στις λεπτομέρειες για τα πρόσωπα, τον καθημερινό βίο, τα πολιτισμικά στοιχεία και τη γενικότερη συγκρότηση του αγροτικού ελληνικού χώρου που περιλαμβάνονται στο κλασικό πια βιβλίο του Ζ. Λακαριέρ. Δεν είναι τυχαίος εξάλλου ο υπότιτλος «Μια καθημερινή Ελλάδα 4000 ετών», που υπογραμμίζει την ιστορική και πολιτισμική συνέχεια στον ελλαδικό γεωγραφικό χώρο, κάτι που ο Γάλλος ελληνιστής προσπάθησε να αναδείξει σε ολόκληρο το έργο του μαζί με άλλους διαπρεπείς ελληνιστές μεταξύ των οποίων, η Ζακλίν ντε Ρομιγί (Jacqueline de Romilly). Ας θυμηθούμε, αφού η εισαγωγή αφορά στο θέμα του Αρχαίου Θεάτρου της Επιδαύρου, πως στην ίδια ακριβώς λογική της ιστορικής και πολιτισμικής συνέχειας πρόσθεσε το δικό του ανεκτίμητο έργο ο Κάρολος Κουν. Στην ιστορική του ομιλία για το αρχαίο δράμα [3] είχε τονίσει:

 

Όσοι αιώνες κι αν έχουν περάσει, όσο κι αν παραδεχτούμε τις αλλοιώσεις που υπέστη η φυλή μας μέσα στο πέρασμα του χρόνου, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε πως ζούμε κάτω από τον ίδιο ουρανό, πως μας φωτίζει ο ίδιος ήλιος, πως μας θρέφει το ίδιο χώμα. Ίδιες είναι οι γεωλογικές και καιρικές συνθήκες που επηρεάζουν και διαμορφώνουν την καθημερινή ζωή και σκέψη. Ίδιες οι ακρογιαλιές και η μακρινή γραμμή του ορίζοντα όπου ενώνονται ο ουρανός και η θάλασσα, ίδιες οι πέτρες και τα ηλιοκαμένα βουνά, τα ατέλειωτα δειλινά, οι μέρες κι οι νύχτες, και πάνω από όλα πολύ ψηλά ο ουρανός, στέρεος και καθαρός.

Οι μορφές που πλάθει η σκέψη μας σήμερα και τα συναισθήματά μας, αναγκαστικά αντλούν σχήμα και χρώμα από την ίδια τη φύση που αγκάλιαζε και τους Αρχαίους προγόνους μας. Ο βοσκός, πριν ακόμη βγει ο ήλιος, τις ίδιες πέτρες και τα ίδια μονοπάτια θα ακολουθήσει για να οδηγήσει τα πρόβατά του στα βοσκοτόπια. Ο ψαράς στα ίδια βράχια θα χτυπήσει το χταπόδι. Οι μικροπωλητές με τα κοφίνια τους θα ψάξουν το ίδιο να βρούνε σκιά για να προστατέψουν τα ζώα και το εμπόρευμά τους από τον καυτερό ήλιο του μεσημεριού. Στο Ελληνικό χωριό, στο Ελληνικό νησί και γενικά στην ύπαιθρο όπου δεν έχει ακόμη εισχωρήσει ο μηχανικός πολιτισμός του αιώνα μας και όπου ο άνθρωπος ζει και μοχθεί σε άμεση επαφή με τη φύση, οι ρυθμοί της ζωής, τα σχήματα, ακόμη και οι ήχοι, πρέπει να παρουσιάζουν καταπληκτική ομοιότητα με τους ρυθμούς και τα σχήματα και τους ήχους που αποτύπωσε στην ιστορία η ζωή της Αρχαίας Ελλάδας.

 

Είναι αδύνατο να κατανοήσουμε την πολύπλευρη σημασία μιας αρχαιολογικής ανακάλυψης χωρίς να εντάξουμε μέσα στο πλαίσιο αυτό της ιστορικής και πολιτισμικής συνέχειας την ένταση των συνεπειών της όχι μόνο στο επιστημονικό πεδίο αλλά και σε εκείνο της καθημερινότητας των τοπικών κοινωνιών, όπως ακριβώς και στο σημαντικό εκείνο επίπεδο της συγκρότησης μιας πολιτισμικής ταυτότητας.

Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους του ελληνικού και παγκόσμιου πολιτισμού: το Ασκληπιείο και το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Όταν στις 15 Μαρτίου 1881 ο Παναγής Καββαδίας ξεκινά τις ανασκαφές στην περιοχή έξω από το Λυγουριό, [4] ακολουθεί με πίστη το όνειρο κάθε επιστήμονα για τη μεγάλη ανακάλυψη της καριέρας του. Παρ’ ότι ολοκληρωμένος και έμπειρος επιστήμονας, ίσως να μην είχε φανταστεί  τη στιγμή εκείνη το πόσο η ανακάλυψη αυτή, εκτός από το σημαντικό επιστημονικό ενδιαφέρον, θα γινόταν η αφορμή, επίσης, σημαντικών κοινωνικών αλλαγών και διαφοροποιήσεων. Ιδιαίτερα η ανακάλυψη, αποκάλυψη και αποκατάσταση του Αρχαίου Θεάτρου και η συνακόλουθη λειτουργία του από τη δεκαετία του ’50 στα πλαίσια της θεσμοθέτησης των «Επιδαυρίων», θα αποτελέσει το πεδίο μια βαθύτατης ποιοτικής μεταβολής στην καθημερινότητα και τις νοοτροπίες των τοπικών κοινωνιών της περιοχής. Εάν προσθέσουμε στο γεγονός αυτό και τις εργασίες καθαρισμού και αποκατάστασης του «Μικρού Θεάτρου της Επιδαύρου» (Π. Επίδαυρος), θα έχουμε μια συνολική εικόνα της  έντασης των πολιτισμικών αλλαγών που θα καθορίσουν τη μελλοντική οργάνωση των τοπικών κοινωνιών και ιδιαίτερα εκείνης του Λυγουριού, που αποτελεί το κέντρο, οικονομικά και δημογραφικά, της περιοχής. Βεβαίως το πρόβλημα της απουσίας κάθε συστηματικής έρευνας για τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνιστώσες στην διαμόρφωση και εξέλιξη των αργολικών τοπικών κοινωνιών, δημιουργεί σημαντικά κενά που δεν μπορούν να καλυφθούν στο πλαίσιο της παρούσης μελέτης. Πρόκειται για μια συμβολή στην παρουσίαση και ανάλυση των παραπάνω συνιστωσών η οποία προκρίνει την καταγραφή στοιχείων υλικο-τεχνικής, πολιτιστικής και θεατρικής θεματολογίας. [5]

 

Θέατρο Ασκληπιείου Επιδαύρου επιχρωματισμένη λιθογραφία, Rey Étienne, 1843.

 

Έχουμε πράγματι εδώ ένα ιδιαίτερο παράδειγμα τοπικής κοινωνίας η εξέλιξη της οποίας δεν οφείλεται αποκλειστικά σε οικονομικούς παράγοντες, αλλά στην ανακάλυψη ενός αρχαιολογικού χώρου και ιδιαίτερα ενός ξεχωριστού Αρχαίου Θεάτρου. Με αυτό θα ζυμωθεί η συνείδηση μιας καθαρά αγροτικής κοινωνίας και θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις βαθύτατων εσωτερικών αλλαγών σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Η κοινωνικότητα του θεάτρου θα είναι, όπως τονίζει  και ο Β. Πούχνερ, [6] η βασική πηγή αλλαγών όχι μόνο για τις νοοτροπίες αλλά και για την υλική καθημερινότητα της κοινότητας. Η τοπική ιδιαιτερότητα όμως συνίσταται και στο γεγονός πως από την πρώτη ημέρα των ανασκαφών της δεκαετίας 1880, η τοπική κοινωνία, μια καθαρά αγροτική κοινωνία, ξεπερνώντας τις οικτρές οικονομικές συνθήκες επιβίωσης, σήκωσε εθελοντικά ολόκληρο το βάρος της διάσωσης και ανάδειξης ενός αρχαιολογικού χώρου και ενός αρχαίου θεάτρου που έμελλε να αποκτήσουν παγκόσμια ακτινοβολία στο επίκεντρο της οποίας θα βρεθεί ιδιαίτερα η τοπική κοινωνία του Λυγουριού. Η ιστορική εκκίνηση γι’ αυτό γίνεται, όπως σημειώνει η Δηώ Καγγελάρη στις 11 Σεπτεμβρίου 1938 με την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή από το Εθνικό Θέατρο. [7] Μερικά χρόνια μετά η «σαιζόν Επιδαύρου»  θα γίνει πραγματικότητα. Τα «Επιδαύρια» ξεκινούν το 1954 και μαζί τους ανανεώνεται και παίρνει έναν ξεχωριστό χαρακτήρα η σχέση μεταξύ της τοπικής κοινωνίας και του Αρχαίου Θεάτρου Επιδαύρου. Το Αρχαίο Θέατρο «ξεσηκώνει» και αλλάζει την κοινωνία. [8]

  1. Στοιχεία τοπικής ανθρωπογεωγραφίας

 

Ο σημερινός Δήμος Επιδαύρου αντιστοιχεί μερικώς στα όρια του παλαιού Δήμου Λήσσης όπως τον περιγράφει ο Αντ. Μηλιαράκης στη Γεωγραφία του. [9] Η οικονομία του Λυγουριού και των γύρω από αυτό χωριών είναι καθαρά αγροτική [10] με σημαντικό βαθμό αυτάρκειας, καθώς οι αποστάσεις, ιδιαίτερα από το Ναύπλιο, είναι μεγάλες. Εκτός από την κτηνοτροφία, η αγροτική παραγωγή σίτου, λαδιού, ρεβιθιών, οίνου και καπνού, απασχολεί το σύνολο του πληθυσμού της περιοχής. Στο επίπεδο των οικονομικών δοσοληψιών, οι παραδοσιακές μορφές δανεισμού και τοκογλυφίας κυριαρχούν. Δεκάδες είναι οι συμβολαιογραφικές πράξεις που έχουν δημοσιευτεί χάρη στην προσπάθεια της τοπικής έρευνας [11] και οι οποίες μας δίνουν μια σαφή εικόνα των οικονομικών συναλλαγών σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής (αγορές, δάνεια, προίκα, δωρεές, κλπ). Η αναφορά σχετικής πράξης από την οποία καθορίζεται πως «ο οφειλέτης δεσμεύεται ενυπόγραφα για την παράδοση της σοδειάς έναντι μετρητών που έλαβε ή έναντι οφειλών στο μαγαζί», [12] αποτελεί ουσιαστικά τον κανόνα του τοπικού οικονομικού συστήματος συναλλαγών και της απορρέουσας τοκογλυφίας. Περισσότερο αναλυτική για το σύστημα αυτό είναι η έρευνα των Γ. Σαρρή, Ν. Καλαματιανού και Β. Μπιμπή με την παράθεση πλήθους συμβολαιογραφικών πράξεων και περιπτώσεων τοκογλυφίας, ακόμη και από ιερείς! Ταυτόχρονα όμως, η κοινοτική συνοχή ενδυναμώνεται και από δωρεές (οικοπέδων, εσόδων από χρήση βοσκοτόπων, κλπ) που κατοχυρώνονται με ιδιωτικά ή ομαδικά συμφωνητικά και συμβολαιογραφικές πράξεις. Με τις δωρεές αυτές πραγματοποιούνται διάφορα έργα, μεταξύ των οποίων και η διαμόρφωση δημόσιων χώρων, σημαντικότεροι από τους οποίους είναι οι πλατείες και οι ναοί. Όπως θα δούμε και στη συνέχεια, χωρίς την έντονα αναπτυγμένη τοπική ταυτότητα και την κοινωνική συνοχή, θα ήταν ίσως πολύ δύσκολη έως αδύνατη η αποκάλυψη του αρχαιολογικού χώρου που οφείλεται πρωτίστως στις δωρεές σε γη και εθελοντική εργασία των κατοίκων του Λυγουριού.

Σταδιακά επίσης αναπτύσσεται το εμπόριο χάρη κυρίως στη λειτουργία του αρχαιολογικού χώρου και του θεάτρου.  Το οδικό δίκτυο που κατασκευάζεται στο τέλος του 19ου αιώνα βοηθά πολλαπλά την ανάπτυξη της περιοχής, αλλά παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα χωμάτινο. Για πάρα πολλά χρόνια οι δρόμοι του Λυγουριού είναι επίσης χωμάτινοι, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα αφόρητο περιβάλλον σκόνης τους καλοκαιρινούς μήνες και αντίστροφα αδιάβατης λάσπης το χειμώνα [13]. Ο κύριος δρόμος που ενώνει το Λυγουριό με το Ναύπλιο κατασκευάζεται χάρη στα σημαντικά αποτελέσματα των ανασκαφών [14] αλλά παραμένει χωματόδρομος, όπως συμπεραίνουμε από τις καταγραφές, μέχρι και την πρώτη μεταπολεμική περίοδο.

Όπως και σε πολλές άλλες αγροτικές κοινωνίες της περιόδου αυτής, η έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και βασικών υποδομών δημόσιας υγιεινής επιτείνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πληθυσμός όπως η φυματίωση, η ελονοσία, η παιδική θνησιμότητα, κ.ά. [15] Δεν είναι τυχαίο πως η εμφάνιση και εγκατάσταση του πρώτου γιατρού στο Λυγουριό αποτελεί την σημαντικότερη αλλαγή που γνωρίζει η τοπική κοινωνία στην καθημερινότητά της. Ο Θεοδόσιος Καλαματιανός είναι ο πρώτος γιατρός που εγκαθίσταται στο Λυγουριό το 1928, ανακουφίζοντας και βοηθώντας τους κατοίκους σε σημαντικά ζητήματα ατομικής και δημόσιας υγιεινής. [16] Σταδιακά άλλοι γιατροί θα εγκατασταθούν στο Λυγουριό και θα συμβάλουν σημαντικά στην βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και δημόσιας υγιεινής. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο γιατρό Κωνσταντίνο Δ. Καλαματιανό που εγκαταστάθηκε στο χωριό το 1932. [17]

Τα δημογραφικά αποτυπώματα στην εξέλιξη του Λυγουριού και της ευρύτερης περιοχής είναι επίσης ενδεικτικά των  αλλαγών που προκαλούνται με την εμφάνιση του κόσμου του θεάτρου και τις ανάγκες που δημιουργεί. Στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του αείμνηστου Γιώργου Αντωνίου με τίτλο Λυγουριό και Αρχαίο Θέατρο [18] προκύπτει από τις συνεντεύξεις, μεταξύ πολλών άλλων στοιχείων, και η «υποχρέωση» των κατοίκων που άρχιζαν να ενοικιάζουν δωμάτια σε ηθοποιούς, να προσθέτουν στις οικίες τους χώρους υγιεινής (W.C, ντουζιέρες, κλπ) παντελώς άγνωστους γι’ αυτούς μέχρι τότε. Από την άποψη αυτή, θα παρατηρηθεί μια ριζική μεταβολή στις συνήθειες από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 και μετά, που θα την παρακολουθήσουμε στη συνέχεια.

Η δημογραφική εξέλιξη αποτελεί, όπως σημείωσα, έναν από τους σημαντικότερους δείκτες των εξελίξεων αυτών. Ενδεικτικά αναφέρω πως από τα στοιχεία του Αντ, Μηλιαράκη το 1886 (1076 κάτοικοι συνολικά στο Δήμο Λήσσης με πρωτεύουσα το Λυγουριό), περνάμε στη μετονομασία του σε Δήμο Ασκληπιείου [19] και στην απογραφή του 1896 (1617 κάτοικοι). Στην απογραφή του 1920, 1.991 κάτοικοι απογράφονται στην κοινότητα Λυγουρίου και μέσα από αλλεπάλληλες διοικητικές αλλαγές στον χάρτη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, [20] οι απογραφές καταγράφουν την αυξητική δημογραφική τάση στο Δήμο και στο Λυγουριό που αποτελεί πάντα την πρωτεύουσά του. [21]

Τελειώνοντας τη σύντομη αυτή αναφορά, πρέπει να σημειώσω τη σημασία δυο τεχνικών στοιχείων που συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάπτυξη της περιοχής: η κατασκευή / βελτίωση του οδικού δικτύου και η ηλεκτροδότηση. Δυο βασικές υποδομές που ξεκίνησαν να υλοποιούνται χάρη στα σπουδαία ανασκαφικά ευρήματα και τη θεσμοθέτηση των «Επιδαυρίων», που θα μετατρέψουν το αγροτικό Λυγουριό και ολόκληρη τη γύρω περιοχή σε πολιτιστικό κέντρο  παγκόσμιας ακτινοβολίας. Ήδη από την αρχή της δεκαετίας του 1990 γίνονται αναφορές στις ελλείψεις βασικών υποδομών (δρόμων, χώρων στάθμευσης, ξενοδοχείων, συνεδριακών χώρων, κλπ). [22]

Ανέφερα ήδη πως η κεντρική αρτηρία που συνδέει το Ναύπλιο με το Λυγουριό και τον αρχαιολογικό χώρο χαράχθηκε και κατασκευάστηκε προπολεμικά ώστε να διευκολυνθούν οι ανασκαφικές δραστηριότητες. Σ’ αυτό συνέβαλε και η απαίτηση των κατοίκων για την οδική σύνδεση της περιοχής με το Ναύπλιο, που περιλαμβάνεται στη συμβολαιογραφική πράξη της δωρεάς σε γη που πραγματοποιούν. [23] Θα επανέλθουμε στη σημασία της σημαντικής αυτής πράξης με την οποία δημιουργούνται και οι πρώτες βασικές υποδομές οδικού δικτύου στην περιοχή. Δεν υπάρχουν ποσοτικά στοιχεία δηλωτικά των μεταφορικών δυνατοτήτων σε συνάρτηση με το οδικό δίκτυο. Καταγράφουμε όμως τις μαρτυρίες των κατοίκων βάσει των οποίων παρατηρείται η σταδιακή μείωση χρήσης ζώων και η απαρχή εκτεταμένης χρήσης της αυτοκίνησης (ιδιαίτερα των «αγροτικών» αυτοκίνητων), μόλις από τη δεκαετία του 1970! [24]  Καταλυτική πρέπει να θεωρείται για τα έργα αυτά όπως επίσης και για την ηλεκτροδότηση των οδικών αξόνων, του αρχαιολογικού χώρου/θεάτρου και μετέπειτα του Λυγουριού, η έλευση της Μαρίας Κάλλας στο θέατρο το 1960 και το 1961 («Νόρμα» του Bellini και «Μήδεια» του Cherubini)[25] και η τεράστια επιτυχία που είχαν οι παραστάσεις για την εποχή εκείνη δεδομένων των δυσκολιών μετακίνησης. Ο Γ. Αντωνίου αναφέρει άρθρο της εφημερίδας «Καθημερινή» στο οποίο περιγράφεται το πρόβλημα της έλλειψης ηλεκτροδότησης:[26]

 

Χρειάζεται να ηλεκτροφωτιστεί ο δρόμος των 27 χιλιομέτρων από Ναυπλίου εις Επίδαυρον, διότι εις τον δρόμον αυτόν, στενόν και με πολλάς αποτόμους στροφάς, κινούνται ταυτοχρόνως κατά τας νυκτερινάς ώρας εκατοντάδες τροχοφόρα. Εξάλλου δεν πιστεύουμε ότι η εντύπωση που αποκομίζουν οι ξένοι κατά την διαδρομήν των προς το Ναύπλιον την νύκτα, όταν περνούν ανάμεσα από τόσα χωριά φωτισμένα με λάμπες πετρελαίου ή με λυχνάρια, ημπορεί να είναι κολακευτική δια τον πολιτισμόν των νεωτέρων Ελλήνων.

 

Μαρίας Κάλλας

 

Μαρία Κάλας (1923-1977), «Europa 1980», έκδοση 5 Μαΐου 1980. Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου «Νόρμα» και το επόμενο έτος «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή.

Η Αιμ. Αθανασίου σημειώνει πως για τις πρώτες παραστάσεις, προκειμένου να ξεπεραστούν οι τεχνικές δυσκολίες ιδιαίτερα του φωτισμού έγινε χρήση γεννήτριας του Ελληνικού Στρατού. [27] Θεωρεί δε πως η παρουσία της Μ. Κάλλας στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου θα λειτουργήσει καταλυτικά για την έναρξη μιας σειράς έργων υποδομής [28] όπως «την ύδρευση της περιοχής, την ηλεκτροδότηση του αρχαιολογικού χώρου, τη διαμόρφωση και τον ηλεκτροφωτισμό των χώρων στάθμευσης και των οδών προσπέλασης στο θέατρο, τη διαμόρφωση των προσβάσεων και των μονοπατιών, την κατασκευή των δημόσιων δρόμων Ναυπλίου-Επιδαύρου και Λυγουριού-Παλαιάς Επιδαύρου», [29] κ.α. Με την παρέμβαση και την εντολή του τότε Πρωθυπουργού Κων. Καραμανλή γίνονται σε χρόνο ρεκόρ τα έργα ηλεκτροδότησης από τον υποσταθμό της ΔΕΗ στη Δαλαμανάρα και στις 20 Ιουνίου 1961 [30] ένα μεγάλο έργο ανάπτυξης της περιοχής γίνεται πραγματικότητα  και δημιουργεί νέες συνθήκες που θα αλλάξουν ριζικά το αγροτικό τοπίο του Λυγουριού και την πρόσβαση στον αρχαιολογικό χώρο του Ασκληπιείου.

Παρά τις βελτιώσεις αυτές υπήρχε πάντα η αγωνία μιας αναπάντεχης παρέμβασης κατά τη διάρκεια της παράστασης, όπως εκείνη της «ηχητικής παρενόχλησης από την ύπαρξη πολλών γαϊδουριών στη γύρω περιοχή». [31] Η ηχητική «παρενόχληση» από το φυσικό περιβάλλον του θεάτρου δεν έμενε απλός φόβος των διοργανωτών, αλλά ενίοτε γινόταν πραγματικότητα παρ’ ότι, μερικές φορές, έμοιαζε να αποτελεί μέρος της σκηνοθεσίας. Ο Διονύσιος Ρώμας, σε άρθρο του σχετικά με την παράσταση της 11ης Ιουλίου 1954 [32] αναφέρεται με γλαφυρότητα στα περιστατικά αυτά. [33]

Ταυτόχρονα, η τοπική κοινωνία θα ταυτίζει όλο και περισσότερο την ύπαρξή της με το Αρχαίο Θέατρο.

 

Αργολική Φωνή – 13 Αυγούστου 1961.

  1. Τοπική κοινωνία και Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

3.1 Η ταύτιση

 

Η γειτνίαση με τον αρχαιολογικό χώρο του Θεάτρου κανένα δικαίωμα δεν παρέχει στους κατοίκους της περιοχής παρά μόνο ένα προνόμιο, ότι κατοικούν στην περιοχή. Προνόμιο το οποίο τους καθιστά οικοδεσπότες – φύλακες της περιοχής, υπόλογους στον υπόλοιπο κόσμο. Φύλακες υλικών πραγμάτων και πνευματικών αξιών, κυρίως όταν πρόκειται για τα Επιδαύρια. Και έχουν αποδείξει οι Λυγουριάτες, στο παρελθόν, ότι προστατεύουν επάξια και τιμούν τα Επιδαύρια και τον Πολιτισμό.

 

Με τα λόγια αυτά οριοθετείται σε άρθρο της Καρολίνας Αννίνου, [34] η συνείδηση της σχέσης που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στην τοπική κοινωνία και τον αρχαιολογικό χώρο του Ασκληπιείου, ιδιαίτερα δε του Αρχαίου Θεάτρου. Ήδη από τις πρώτες ανασκαφικές προσπάθειες οι κάτοικοι, γυναίκες και άντρες, συμμετέχουν εθελοντικά βοηθώντας στην ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου. Δεκάδες εργάστηκαν στις ανασκαφές και έζησαν όλα τα στάδια της αποκάλυψης του αρχαιολογικού χώρου και της αποκατάστασής του. Σταδιακά η τοπική κοινωνία διαμορφώνει συνείδηση της αξίας και του μεγαλείου αυτού του χώρου, που φέρνει στο φως της μέρας η αρχαιολογική σκαπάνη. Είναι η αρχή μιας διαδικασίας ταύτισης με το χώρο και την ιστορία του, η σκέψη πως η τοπική κοινωνία, «οι Λυγουριάτες», έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο να διαδραματίσει στο νέο αυτό τοπίο. Η διαδικασία ταύτισης είναι τόσο ισχυρή, ώστε ήδη το 1879, προκειμένου να διευκολυνθεί η έναρξη των ανασκαφών, οι Λυγουριάτες παραχωρούν τα κτήματά τους στην περιοχή με συμβολαιογραφική πράξη! Είναι η πρώτη οικονομικά μεγάλη και συμβολικά ισχυρή συμμετοχή της τοπική κοινωνίας στη διάσωση και ανάδειξη των μνημείων της περιοχής τους. Στις 6 Αυγούστου 1879 οι κάτοικοι του Λυγουριού υπογράφουν την παρακάτω συμβολαιογραφική πράξη συμβολαίου με αριθμό 250.

 

Παραίτηση δικαιωμάτων υπέρ της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας, κλπ

Εν Λυγουρίω σήμερον την έκτην Αυγούστου του χιλιοστού οκτακοσιοστού εβδομηκοστού ενάτου έτους και ημέραν δευτέραν μ. μεσημβρίαν, ενώπιον εμού εν τω ενταύθα Δημαρχείω μεταβάντος και ενεργούντος Συμβολαιογραφικήν υπηρεσίαν Συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκου Επιδαύρου Νικολάου Διονυσιάδου…(ακολουθούν ονόματα μαρτύρων)…εμφανισθέντες οι ωσαύτως μη εξαιρετέοι και ωσαύτως γνωστοί εις εμέ και τους μάρτυρας…(ακολουθούν ονόματα κατοίκων)…ομολόγησαν εκουσίως και εν γνώσει τάδε: ότι έχοντες εις την απεριόριστον κυριότητα και κατοχή των εις διαφόρους θέσεις, ένθα υπάρχει το ιερόν του Ασκληπιού κατά την περιφέρειαν της κωμοπόλεως Λυγουρίου του Δήμου Λήσσης, ως υπάρχει εκείσε και τα εξής αρχαία, αμφιθέατρον, στάδιον, δεξαμεναί, θεμέλια ναών και λοιπαί αρχαιότητες, διάφορα κτήματα, ελαιόδενδρα και αχλαδιές, συνορευόμενα μεταξύ των και θέλοντες να ευκολίνωσιν την εν Αθήναις Αρχαιολογικήν Εταιρίαν εις τας μελέτας και ερεύνας αυτής, χάριν της επιστήμης, παραχωρούν εις το Διοικητικόν Συμβούλιόν της εν λόγω αρχαιολογικής εταιρίας, το δικαίωμα όπως ενεργήση, οίας νομίση καλόν να κάμη έρευνας και ανασκαφάς επί των κτημάτων αυτών, κατασκευάσει οδούς δι’αυτών, παραπήγματα, οικήματα, και ό,τι άλλο προς εργασίαν χρήσιμον, παραιτούμενοι παντός δικαιώματος χορηγουμένου αυτοίς κατά τον περί αρχαιοτήτων νόμον επί των ανακαλυφθησομένων αρχαιοτήτων, άτινα παραχωρούντες εις την Αρχαιολογικήν Εταιρίαν, ως και πάσης αποζημιώσεως δια τας τυχόν γενομένας εδαφικάς μεταβολάς επί των κτημάτων ή κατάληψιν δι’ανέγερσιν παραπηγμάτων ή άλλην αιτίαν.(…)[35]

 

Παραίτηση δικαιωμάτων υπέρ της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας, κλπ… (Παράρτημα 1).

 

Η εθελοντική συμμετοχή στις ανασκαφές και η παραχώρηση περιουσίας από τα μέλη μιας αγροτικής κοινότητας σε μια δύσκολη εποχή, αποτελούν μια σημαντική πρώτη ένδειξη της σχέσης που δημιουργεί ο αρχαιολογικός χώρος με την τοπική κοινωνία. Δεν θα είναι εξάλλου η μοναδική φορά μιας τέτοιας παραχώρησης. Παρενθετικά σημειώνω πως έναν σχεδόν αιώνα αργότερα,  θα συμβεί το ίδιο με την αποκάλυψη και αποκατάσταση της «Μικρής Επιδαύρου», που ξεκινά με τον εντοπισμό της από την έφορο αρχαιοτήτων Αργολίδας κ. Ευαγγελία Δεϊλάκη-Πρωτονοταρίου, το 1970, και την αρχή των ανασκαφών στο «χωράφι του μπάρμπα-Χρήστου και της κυρα Ευμορφίας» που παραχώρησαν το χώρο για τις ανασκαφές. [36]

Φεστιβάλ Επιδαύρου, 1956. Αρχείο ΕΛΙΑ.

Σταδιακά, λοιπόν, η τοπική κοινωνία ταυτίζεται με τον αρχαιολογικό χώρο και η στιγμή των Επιδαυρίων μετατρέπεται σε μια από τις σημαντικότερες τοπικές της εορτές, που την παρακολουθεί μέσα στο χρόνο, την προετοιμάζει και τη βιώνει με ένταση και ευλάβεια. Σε ένα δεύτερο επίπεδο διαμορφώνονται ιδιαίτεροι δεσμοί μεταξύ των κατοίκων και του των ανθρώπων της Τέχνης. Οι περισσότεροι ηθοποιοί και καλλιτέχνες, οι σκηνοθέτες, όλοι οι άνθρωποι του θεάτρου θα δημιουργήσουν μια ιδιαίτερη σχέση με την τοπική κοινωνία. Η Κατίνα Παξινού θα «διδάξει» μαγειρική τέχνη [37] στην ταβέρνα του Λεωνίδα, που οι τοίχοι της με τις εκατοντάδες φωτογραφίες αποτελούν μικρό μουσείο ιστορίας των Επιδαυρίων. Η Άννα Συνοδινού με το «Λυγουριό αγάπη μου», [38] θα καταγράψει όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που ένωσαν καλλιτέχνες και ντόπιους δημιουργώντας δεσμούς που ακόμη και σήμερα προσδιορίζουν την τοπική κοινωνία. Ο Τώνης Τσιρμπίνος [39] θα θυμηθεί, ανάμεσα σε πολλά άλλα, τις ολάνθιστες γλάστρες με τις οποίες στόλιζαν τα σπίτια τους και τους δρόμους του χωριού τα πρώτα χρόνια των «Επιδαυρίων» οι κάτοικοι του Λυγουριού. Ο Στέλιος Βόκοβιτς θα «πολιτογραφηθεί» Λυγουριάτης και θα ζει για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο Λυγουριό. [40] Ο Γιάννης Σαρρής, εκδότης της τοπικής εφημερίδας «Εδώ Λυγουριό», που αποτελεί μια εξαιρετική πηγή πληροφοριών, κάνοντας μια ιστορική αναδρομή για τα πενήντα χρόνια των «Επιδαυρίων» [41] περιγράφει με μοναδικό τρόπο τη σχέση αυτή και τις επιπτώσεις της στην τοπική κοινωνία:

 

Οι παραστάσεις έφεραν θιάσους και καλλιτέχνες ιδιαίτερου κύρους και μοναδικού πνευματικού αναστήματος. Αυτοί οι πνευματικοί άνθρωποι μας ημέρωσαν, μας μπόλιασαν την αγάπη για την τέχνη και τον πολιτισμό. Μέσα από τις δικαιολογημένες απαιτήσεις τους και συνήθειές τους, γνωρίσαμε την σωστή καθαριότητα και την υγιεινή. Συμμαζέψαμε τα σπίτια μας, “ασπρίσαμε” τις μάντρες μας, χτίσαμε καινούρια δωμάτια και λουτρά. Αυτοί οι σπουδαίοι καλλιτέχνες μπαινόβγαιναν στα σπίτια μας κουβέντιαζαν μαζί μας. Στους ίσκιους της κληματαριάς της αυλής μας, με τον καφέ και το παξιμάδι του πρωϊνού και το γλυκό του κουταλιού νωρίς το γιόμα ανοίξαμε μαζί τους πρωτάκουστες κουβέντες…Ακούσαμε για τέχνη, για τους ήρωες της ανθρώπινης αξίας, τα ιδανικά της ελευθερίας της δημοκρατίας, τη μαγεία των τραγικών και του ποιητικού λόγου. Αποστηθίσαμε ολάκερα χορικά…. Είθε αυτή η ευτυχισμένη συνεύρεση και συνύπαρξη να συνεχιστεί.

 

Ο Αντ. Καρκαγιάννης σε άρθρο του στην «Καθημερινή» [42] ενισχύει αυτή την άποψη και προσθέτει νέες λεπτομέρειες για το βίωμα και την ιδιαίτερη σχέση των κατοίκων με το θέατρο και τον αρχαιολογικό χώρο:

 

Το Λυγουριό και οι Λυγουριώτες θεωρούν το Θέατρο της Επιδαύρου δικό τους, και καλά κάνουν. Έμαθα μάλιστα ότι φέτος οργανώνουν το δικό τους «Φεστιβάλ Επιδαύρου» και ετοιμάζουν δυο δικές τους παραστάσεις μια με τον …Ζεράρ Ντεπαρντιέ στον «Οιδίποδα Τύραννο» του Ζακ Κοκτό και μια δεύτερη με την Ιζαμπέλα Ροσελίνι (κόρη, νομίζω, της αξέχαστης Ίνγκριντ Μπέρκμαν) στην «Περσεφόνη» του Αντρέ Ζιντ. Στο πενηντάχρονο Φεστιβάλ της Επιδαύρου (απ’όπου πέρασε η μια και μοναδική Μαρία Κάλλας) ποτέ δεν θυμάμαι τέτοια διεθνή μεγαλεία! Θυμάμαι τους κατοίκους του Λυγουριού και της γύρω περιοχής να καταφθάνουν με κάθε μέσο (ακόνη και με γαϊδουράκια), χαρούμενοι και στολισμένοι σαν πανηγυριώτες, για να «δουν θέατρο» στην Επίδαυρο. Ήταν από τις καλύτερες και αγνότερες στιγμές της Επιδαύρου. Γέμιζαν τα επάνω διαζώματα και παρακολουθούσαν την παράσταση με θρησκευτική ευλάβεια.

 

Ενάμιση αιώνα σχεδόν μετά τις πρώτες ανασκαφές στο Ασκληπιείο, έχει δημιουργηθεί ένας ισχυρός δεσμός ανάμεσα στην τοπική κοινωνία και τον κόσμο του Αρχαίου θεάτρου. Η σχέση αυτή είχε σημαντικές συνέπειες στην τοπική κοινωνία, στην εξέλιξη των νοοτροπιών και στην άνοδο ενός γενικότερου επιπέδου, υλικού και πνευματικού. Δεν ήταν μια σχέση ειδυλλιακή. [43] Αντίθετα, η εξέλιξή της μέσα στο χρόνο οδήγησε και σε συγκρούσεις, πάντα παροδικές, που εξέφραζαν από τη μια την τάση της τοπικής κοινωνίας να ταυτιστεί όλο και περισσότερο με το καλλιτεχνικό γεγονός και από την άλλη την τάση μιας αυτόνομης λειτουργίας και εξέλιξής του από τους εποπτεύοντες φορείς και τα πρόσωπα. Οι δυο αυτές τάσεις συνυπάρχουν αρμονικά 63 χρόνια μετά την πρώτη παράσταση των «Επιδαυρίων», υπήρξαν όμως και περιπτώσεις έντασης και σύγκρουσης στις οποίες θα αναφερθούμε με συντομία.

 

  • Αρχαίο Θέατρο : Κινητοποιώντας την τοπική κοινωνία

 

Υπήρχε πάντα ένα παράλληλο πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ της τοπικής κοινωνίας και των φορέων διαχείρισης του Αρχαίου Θεάτρου και του Φεστιβάλ Επιδαύρου. Η πρώτη θεωρώντας πως η φωνή της πρέπει να ακούγεται, αντιδρά κάθε φορά που οι δεύτεροι θέτουν ζητήματα μείωσης των παραστάσεων και αμφισβητούν «άγραφους νόμους και ηθικά δικαιώματα» της τοπικής κοινωνίας που απορρέουν από την υπερεκατονταετή συμμετοχή της στην ανάδειξη και διαφύλαξη των μνημείων και στην, με κάθε τρόπο, διευκόλυνση των «Επιδαυρίων».

Συχνές είναι οι αντιδράσεις στα σχέδια των φορέων για τη μείωση των παραστάσεων καθώς το ΥΠΠΟ επικαλείται την προστασία του Αρχαίου Θεάτρου. Είναι, βεβαίως, αρμοδιότητα του ΥΠΠΟ και των συνεργαζόμενων φορέων να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία του μνημείου, όμως η μείωση των παραστάσεων κινητοποιεί την τοπική κοινωνία κατά των σχετικών αποφάσεων ή σχεδίων. Η αιτία των κινητοποιήσεων πηγάζει, κατά κύριο λόγο, από την ταύτιση της τοπικής κοινωνίας με το καλλιτεχνικό γεγονός των «Επιδαυρίων», που θεωρεί πως είναι η μεγαλύτερη και πλουσιότερη πολιτισμικά στιγμή στην ετήσια κοινωνική διαδρομή της. Οι οικονομικές απολαβές που απορρέουν από τα «Επιδαύρια», παρ’ ότι δεν είναι αμελητέες, δεν είναι εκείνες που την κινητοποιούν. Δεν έχει αμφισβητηθεί ποτέ, για παράδειγμα, η δυνατότητα των ντόπιων και ιδιαίτερα των νέων να εργάζονται σε διάφορες θέσεις κατά την περίοδο του Φεστιβάλ αλλά και την υπόλοιπη περίοδο (π.χ. φύλακες). Επικαλούνται όμως, μεταξύ άλλων, τις προτροπές του ΥΠΠΟ και των ανθρώπων του θεάτρου, για την οργάνωση υποδομών σίτισης σε περιόδους που δεν υπήρχαν, για να απαντήσει στον άδικο στιγματισμό της ως «κοινωνία των ταβερνιάρηδων». [44] Καλείται, επίσης, να αντιδράσει σε αποκλεισμούς ή σχέδια μείωσης των παραστάσεων. «…πιστεύουμε πως και πάλι πρέπει η Λυγουριάτικη κοινωνία να ευαισθητοποιηθεί και να αποδείξει πως και οι νέες απαγορεύσεις είναι ανεδαφικές και δεν αποβλέπουν στην προστασία του μνημείου…», σημειώνει ο συντάκτης  της τοπικής  Εδώ Λυγουριό Γ. Σαρρής, με αφορμή τη μεταφορά των συναυλιών των Μιτσλάβ Ροστροπόβιτς και Παβαρότι στο Ηρώδειο και όχι στην Επίδαυρο, όπως είχε προγραμματιστεί αρχικά, για λόγους προστασίας του μνημείου. [45]

Είναι αδύνατο να αναφερθούμε σε όλα τα περιστατικά. Κάθε φορά πάντως που τίθεται το ζήτημα αυτό γίνονται δημόσιες συνελεύσεις στο Λυγουριό με θέμα την αντίδραση των κατοίκων [46] και μάλιστα σε ορισμένες με τη συμμετοχή ανθρώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και βουλευτών του νομού. Προφανώς, η τοπική κοινωνία έχει αποκτήσει δυνατότητες παρέμβασης στην διοργάνωση του «Φεστιβάλ» οι οποίες, σε ορισμένες περιπτώσεις, ξεπερνούν τον υποστηρικτικό της ρόλο – τον μόνο που μπορεί να της αναγνωριστεί –  στην καλλιτεχνική διοργάνωση. Σημειώνω πως, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις παντού στη χώρα, οι πολιτικές διευθετήσεις ενισχύουν τον παρεμβατισμό του «λαϊκού παράγοντα» χωρίς να διευκολύνουν μια παράλληλη κατανόηση των θεμάτων που τίθενται και των λύσεων που απαιτούνται. [47]

 

Φωτογραφία από τις διαμαρτυρίες και τον αποκλεισμό του δρόμου προς το Αρχαίο Θέατρο το 1991 (πηγή : εφ. «Εδώ Λυγουριό», Μάρτιος 1991, φ. 36)

 

Το Φεβρουάριο του 1991 καταγράφεται η μεγαλύτερη σε ένταση σύγκρουση της τοπικής κοινωνίας με το ΥΠΠΟ όταν αποφασίζει να κάνει δεκτή την πρόταση του Κ.Α.Σ. και του Προέδρου του κ. Λαμπρινουδάκη να πραγματοποιούνται οι παραστάσεις ανά δεκαπενθήμερο ώστε να προστατευτεί το μνημείο. Στις 22 Φεβρουαρίου πραγματοποιείται συνέλευση των κατοίκων και στις 23 Φεβρουαρίου αποκλείεται από τους κατοίκους η πρόσβαση στο Θέατρο στη θέση «Στενό», με κατάληψη του δρόμου για οκτώ ημέρες. Στις 2 Μαρτίου τελειώνει συμβιβαστικά η διαμάχη και η τοπική κοινωνία πετυχαίνει τη μερική αναθεώρηση των περικοπών των παραστάσεων.

Η δεύτερη σε ένταση σύγκρουση αφορά στο «προνόμιο» των κατοίκων του Λυγουριού να παρακολουθούν δωρεάν τις παραστάσεις. Κάθε φορά τυπώνεται αριθμός προσκλήσεων (εισιτήρια ελευθέρας εισόδου) για το λόγο αυτό. Υπάρχουν φορές που το «προνόμιο» αυτό αμφισβητείται με αποτέλεσμα να δημιουργεί και πάλι τριβές με την τοπική κοινωνία, η οποία το θεωρεί ως την ελάχιστη επιβράβευση των παραχωρήσεων και της συμμετοχής της στην ανάδειξη και προστασία συνολικά του αρχαιολογικού χώρου. [48] Και ενώ το ζήτημα διευθετείται κάθε φορά χωρίς απρόοπτα, φαίνεται πως γενικότερα η σχέση της τοπικής κοινωνίας με το Εθνικό Θέατρο είναι ιδιαίτερα προβληματική διαχρονικά. Η μεγαλύτερη ένταση προκαλείται όταν Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου είναι ο Ν. Κούρκουλος και στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου τον Ιούλιο 2004, αρνείται να προσφέρει τις προσκλήσεις που παραδοσιακά προσφέρονται από τους θιάσους, αφήνοντας μόνο μια πρόσκληση «για το Δήμαρχο Λυγουριού κάπου στο Θέατρο». [49] Προκαλείται μεγάλη ένταση καθώς τη συγκεκριμένη παράσταση θα παρακολουθήσει και το ζεύγος Καραμανλή. Το Δημοτικό Συμβούλιο αντιδρά και καταλήγει σε μια ακραία ανάρτηση πανό στο δρόμο που οδηγεί στο Θέατρο. Στη σύγκρουση παρεμβαίνει και το γραφείο του Πρωθυπουργού καθώς όχι μόνο έχει γίνει γνωστή, αλλά ο κ. Κ. Καραμανλής περνά μπροστά από το αναρτημένο πανό για να φτάσει στο Θέατρο. Τελικά, μερικές μέρες μετά με τη συνάντηση του Δημάρχου κ. Τσιλογιάννη και του κ. Κούρκουλου δίνεται τέλος στη σύγκρουση αυτή, που παρά την έντασή της δεν πρόκειται να σκιάσει τη γενικότερη καλή σχέση που διατηρεί η τοπική κοινωνία με τους φορείς διαχείρισης του Αρχαίου Θεάτρου.

 

Πάνο διαμαρτυρίας.

 

  • Οι Θεατές

 

Αν ήταν δυνατόν ν’ αφήση ο Ευριπίδης την χώραν των μακάρων και να παρακολουθήση τις δοκιμές και την παράσταση του «Ιππολύτου» στο θέατρο της Επιδαύρου, θα είχε ασφαλώς την μεγαλύτερη συγκίνησι της δοξασμένης του σταδιοδρομίας. Θα έβλεπε τους χωριάτες του Λυγουριού, όπως και της Παληάς Επιδαύρου και άλλων μακρινών χωριών, να φθάνουν με τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους και μ’ επικεφαλής τον ιερέα τους, και ν’ αγρυπνούν, καρφωμένοι στις κερκίδες, για να απολαύσουν – ύστερα από δυόμιση χιλιάδες χρόνια! – το ακατάλυτο ποίημά του, ολοζώντανο και ολόδροσο σαν να εγράφη χθες…. Τέτοια ζωντανή και ακούσια προπαγάνδα είχαν κάμει όσοι παρακολούθησαν τις δοκιμές, ώστε τα χωριά ξεσηκώθηκαν. Και ήσαν οι χωριάτες ακριβώς εκείνοι που , πριν η παράστασις αρχίση, ώρμησαν από τα επάνω διαζώματα και κατέλαβαν τα πιο κάτω, για ν’ ακούσουν καλλίτερα. Μάλιστα, ν’ ακούσουν!… Το θερμό αυτό ενδιαφέρον, αυτή την δίψα, δεν την εδημιούργησε ούτε η…Περιηγητική Λέσχη, ούτε η Υπηρεσία Τουρισμού: Είναι εκδήλωσις του κληρονομημένου πολιτισμού ενός πληθυσμού, που μπορεί να καλλιεργή ντομάτες, αραποσίτια και καπνά, έχει όμως την ικανότητα να συναρπάζεται από ένα υψηλό ποιητικό κείμενο και από την άψογη θεατρική ερμηνεία του. Αυτό το κοινόν έδωσε, στην συγκέντρωση της Επιδαύρου, τον χαρακτήρα του πάνδημου λαϊκού πανηγυρισμού, ένα ζωηρό υπαινιγμό του τι θα ήταν αυτά τα πράγματα  στην αρχαιότητα και στον τρόπο με τον οποίο παρηκολούθησε η κόγχη την παράστασι, τον κατανυκτικό τόνο που ξέρει να δίνη μονάχα ένα αγνό, αδιάφθορο ακροατήριο. Φαντάζομαι, ότι αυτό θα ικανοποίησε πολύ βαθύτερα τον κ. Ροντήρη από τα παταγώδη χειροκροτήματα και την ιαχή των δέκα περίπου χιλιάδων θεατών, που τον ανεκάλεσαν στην σκηνή.

 

Με τα λόγια αυτά, ο Σπύρος Μελάς [50] αποδίδει το κλίμα που δημιουργήθηκε στην ιστορική πρώτη παράσταση των «Επιδαυρίων» με τον «Ιππόλυτο» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Δημ. Ροντήρη. Η αρχική εικόνα προϊδεάζει για τις ποιοτικές αλλαγές που θα συντελεστούν στις νοοτροπίες και την καθημερινότητα της τοπικής κοινωνίας. Σταδιακά, τα μέλη της αποκτούν λόγο, εκφράζονται και κρίνουν τα έργα, τη σκηνοθεσία τους ηθοποιούς, μετατρέπονται σε θεατές με κριτική σκέψη για τα θεατρικά δρώμενα. Η ποιοτική αυτή εξέλιξη, όπως ήδη σημειώσαμε, τονίζεται από τους ίδιους τους κατοίκους οι οποίοι φέρνουν στις μνήμες τους τις «διδασκαλίες» των μεγάλων ηθοποιών προς αυτούς σε στιγμές ανάπαυσης. Η στήλη «Οι Θεατές» στη μηνιαία τοπική εφημερίδα Εδώ Λυγουριό εκφράζει κάθε φορά αυτή την ποιοτική μεταβολή στη σκέψη των πολιτών και είναι ενδεικτική της αγάπης με την οποία περιβάλλουν το καλλιτεχνικό γεγονός. Αρκετοί πολίτες συμμετέχουν με κείμενά τους στις κριτικές αποτυπώσεις των θεατρικών παραστάσεων που είδαν. [51]

 

Εθνικό θέατρο. «Θεσμοφοριάζουσες», Επιδαύρια 1978. Αρχείο ΕΛΙΑ.

 

Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τις κριτικές αυτές παρουσιάσεις και τα οποία, μέσα στο χρόνο, φαίνεται να δέχονται μια όλο και μεγαλύτερη ποιοτική επεξεργασία αφορούν στο σύνολο των στοιχείων που συνθέτουν μια παράσταση. Ακόμη και αν θεωρηθεί από κάποιους πως πρόκειται για απλουστευτικές κριτικές, τα κείμενα των «θεατών» αποτελούν μια σημαντική προσπάθεια της τοπικής κοινωνίας να ανταποκριθεί στον κριτικό ρόλο του θεατή και να χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τις παιδαγωγικές αρετές με τις οποίες την προσέγγισαν οι μεγάλες προσωπικότητες του θεατρικού κόσμου. Ίσως να είναι ζήτημα μιας γενιάς, δηλαδή εκείνης που βίωσε τα «Επιδαύρια» από την αρχή τους. Θα μπορούσε, επίσης, να αποτελέσει ένα ξεχωριστό θέμα μελέτης, παρ’ ότι η τοπική εφημερίδα σίγησε μετά από αρκετά χρόνια έκδοσης.

Εδώ θα μεταφέρουμε μόνο ορισμένα στοιχεία, για να υπογραμμίσουμε θετικά αυτή την προσπάθεια της τοπικής κοινωνίας.

Στις θετικές κριτικές αναφέρονται τα παραδείγματα:

  • 8-9 Σεπτεμβρίου 1989 «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη. Η μουσική του Ν. Ξυδάκη παρά τα υπερβολικά δημοτικά-καραγκούνικα στοιχεία της, αρεστή. Η ερμηνεία όμως της κας Λυδίας Κονιόρδου, στον κεντρικό ρόλο, ήταν κάτι το συγκλονιστικό, καταπληκτική….Η κα Κονιόρδου πιστεύουμε πως θα είναι τα επόμενα χρόνια το πρόσωπο του τραγικού λόγου. (Σεπτ. 1989, φ.26).
  • 16-17 Ιουλίου «Νεφέλες» του Αριστοφάνη από το Εθνικό Θέατρο. Μια καλή παράσταση φερμένη από τα παλιά. Καταπληκτικό το δάπεδο του σκηνικού… Ο κ. Μιχαλακόπουλος κράτησε όλη την παράσταση και δικαίως καταχειροκροτήθηκε. Επίσης άρεσε πολύ ο χορός. Η μετάφραση του Παύλου Μάτεση ευρηματική. Η σκηνοθεσία του Ντουφεξή καλή….. (Αύγουστος 1994, φ.69)
  • 4-5-Αυγούστου, «Αντιγόνη» του Αισχύλου από τη «Νέα Σκηνή» του Λευτέρη Βογιατζή… Ο ανδρικός χορός ένα υπέροχο σύνολο, με θαυμάσια φωνητικά ακούσματα, υποκατέστησε τη μουσική επένδυση της παράστασης. Επίσης τροφοδότησε και τους επιμέρους ρόλους με απόλυτη πειθαρχία και εξαίρετη απόδοση. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης, ο Λευτέρης Βογιατζής, κράτησε και το ρόλο του Κρέοντα. Κι εδώ η σκηνοθεσία ήταν ευρηματική, αριστουργηματική και «ψαγμένη», η ερμηνεία δυστυχώς «έπεσε κάτω από τη βάση». Γιατί σαν σκηνοθέτης ξεχάστηκε να παρακολουθεί την απόδοση των άλλων και όχι να προσέχει τη δική του ερμηνεία. (Σεπτ. 2006, φ. 168).

Στις αρνητικές κριτικές αναφέρονται τα παραδείγματα:

  • 30-31 Ιουλίου «Ορέστεια» του Αισχύλου από το Ακαδημαϊκό θέατρο του Ρωσικού Στρατού. … Στην κυριολεξία οι Ρώσοι καλλιτέχνες έδωσαν μαθήματα ερμηνείας και συλλογικής δουλειάς, τέτοιες σωστές φωνές δεν είναι εύκολο να ξανακούσουμε. Η σκηνοθεσία του Γερμανού Πίτερ Στάιν απαράδεκτη για Επίδαυρο και για αρχαία Ελληνική Τραγωδία. Κοστούμια, ράγες του τρένου, σκηνικό, πορτατίφ, όλα για πέταμα… (Αύγουστος 1994, φ.69).
  • 26 και 27 Ιουλίου «Αίας» του Σοφοκλή από το Κ.Θ.Β.Ε.…. και μη χειρότερα. Για να μην επαναλάβουμε το οργισμένο «αίσχος» που ακούστηκε και τις δυο βραδιές των παραστάσεων. Αυτό δεν ήταν παράσταση       αρχαίου δράματος – και από κρατική σκηνή μάλιστα – αλλά ιδιοτροπίες       ατάλαντων      «δημιουργών». (Σεπτ. 1996. φ.90)
  • 11 και 12 Αυγούστου, «Βάτραχοι» του Αριστοφάνη από την «Αττική Σκηνή».   Μια παράσταση που μας απογοήτευσε, γιατί βασικά είχαμε να κάνουμε με μια «δουλειά του ποδαριού» χωρίς τέμπο και συνοχή. Το δυστύχημα συμπληρώθηκε με την πρωταγωνιστική αποτυχία του τηλεοπτικού Χάρη Ρώμα, στο ρόλο του  Διονύσου… Η παρουσία της κας Άννας Συνοδινού, στο ρόλο της Ιέρειας, δεν ήταν δυνατόν να σώσει την κατάσταση…., (Σεπτ. 2006, φ. 168).

Το Φεστιβάλ Επιδαύρου συνεχίζει να συναρπάζει την τοπική κοινωνία, να την τροφοδοτεί με ευαισθησίες, νεωτερισμούς, να σημαδεύει ακόμη τον κύκλο του χρόνου της και της καθημερινότητάς της. Παρ’ ότι πολλά πράγματα άλλαξαν στη σχέση τοπικής κοινωνίας και Αρχαίου Θεάτρου, κάτι που νεότερες μελέτες θα μπορούσαν να μας το δείξουν, η τοπική κοινωνία συνεχίζει να συμμετέχει στα θεατρικά δρώμενα με την ίδια πάντα αγάπη και τόλμη. Η υλοποίηση εξάλλου μιας εκπαιδευτικής δομής για το θέατρο αποτελεί και θα αποτελέσει και στο μέλλον, ένα ιδιαίτερο πεδίο με μεγάλη ποιοτική συμβολή στην κοινοτική εξέλιξη.

 

Αντί επιλόγου

Λύκειον Επιδαύρου : μια διαχρονική ιδέα σε πορεία ολοκλήρωσης

 

Η ταύτιση της τοπικής κοινωνίας με τους ρυθμούς των «Επιδαυρίων» και την ύπαρξη του αρχαιολογικού χώρου διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερο πλαίσιο αναφοράς μέσα στο οποίο  κοινότητα, πολίτες και κοινοτικοί άρχοντες αντιλαμβάνονταν τη σχέση με όρους πολιτισμικής και οικονομικής κοινοτικής ανάπτυξης. Με την αντίληψη αυτή οργανώθηκαν μέχρι σήμερα, δεκάδες εκδηλώσεις αθλητικές, μουσικές, θεατρικές, η δημοσιοποίηση των οποίων γινόταν και γίνεται σχεδόν πάντα με τίτλους που αντλούν το περιεχόμενό τους από το Ασκληπιείο και το Αρχαίο Θέατρο (π.χ. Επιδαύριος δρόμος, Διεθνές Δίκτυο Αρχαίων Ασκληπιείων, κ.α). Βεβαίως δεν έλειψαν οι διαφωνίες, οι συγκρούσεις και κυρίως τα οργανωτικά προβλήματα που πήγαζαν κυρίως από τις αδυναμίες χρηματοδότησης. Όμως η ιδέα για τη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού οργανισμού αντάξιου της σημασίας και του ρόλου του Αρχαίου Θεάτρου αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα για την τοπική κοινωνία και ωριμάζει ως αποτέλεσμα της πολύχρονης σχέσης της με την Τέχνη του Θεάτρου και τον κόσμο της. Στην τοπική κοινωνία έχει γίνει συνείδηση πλέον η ύπαρξη αυτής της εκπαιδευτικής δομής, αναζητά την υλοποίησή της και δεν είναι τυχαίες οι διαβεβαιώσεις του τότε Δημάρχου Χρ. Τσακαλιάρη κατά την έναρξη ορισμένων σεμιναρίων, πως ο Δήμος θα συμβάλει στη δημιουργία «στέγης» για τα θερινά σεμινάρια. [52]

Ήδη από τη δεκαετία του 1990 εμφανίζεται όλο και πιο συχνά το αίτημα για τη δημιουργία  μια σχολής διεθνούς απήχησης για το αρχαίο δράμα η οποία, με κέντρο το Λυγουριό, να προσφέρει εξειδικευμένες γνώσεις και να εισάγει και να ερευνά στον κόσμο του αρχαίου θεάτρου κατά την περίοδο των θερινών εκδηλώσεων των «Επιδαυρίων». Το Φεβρουάριο του 1997, σε συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο του τότε Δήμου Ασκληπιείου γίνεται ήδη αναφορά [53] στο θέμα σχετικά με την ίδρυση και λειτουργία Ινστιτούτου Αρχαίου Δράματος, μια ιδέα και ένα πρόγραμμα που κυοφορείται αρκετό καιρό και αναζητά τρόπους υλοποίησής του. Πράγματι, η ιδέα αρχίζει να υλοποιείται και έτσι η συνεργασία του Δήμου Ασκληπιείου με το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ και επικεφαλής τον καθηγητή κ. Πλάτωνα Μαυρομούστακο καταλήγει στην ίδρυση του Ινστιτούτου Θεατρικών Σπουδών με έδρα το Δήμο Ασκληπιείου και δημοσιοποιείται το 1994 το πρώτο καταστατικό λειτουργίας του (παράρτημα 2).

 

Το πρώτο καταστατικό λειτουργίας του Ινστιτούτου Θεατρικών Σπουδών με έδρα το Δήμο Ασκληπιείου, δημοσιοποιείται το 1994. (Παράρτημα 2)

 

Η δημοσιοποίηση του καταστατικού του νέου ινστιτούτου δεν σημαίνει, όμως, και την έναρξη λειτουργίας του. Θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα συζητήσεων, πιέσεων, αναζήτησης πόρων, κλπ, μέχρι τον Ιούλιο 2002, οπότε και θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος κύκλος σεμιναρίων. Το νέο εκπαιδευτικό πρόγραμμα εντάσσεται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Ευρωπαϊκού Δικτύου Έρευνας και Τεκμηρίωσης παραστάσεων Αρχαίου Ελληνικού Δράματος (European Network of Research and Documentation of Performances of Ancient Greek Drama). Συμμετέχουν σ’ αυτό διακεκριμένες προσωπικότητες του θεατρικού χώρου (αρχαιολόγοι, σκηνοθέτες, μουσικοί, σκηνογράφοι, ηθοποιοί, κ.ά) [54] και μέχρι το 2013 που λειτούργησε απευθυνόταν σε μεταπτυχιακούς φοιτητές από τον ευρωπαϊκό χώρο. Το Πνευματικό Κέντρο του Αγίου Βασιλείου χρησιμοποιήθηκε για τα περισσότερα σεμινάρια, ενώ πολλά άλλα πραγματοποιήθηκαν σε υπαίθριους χώρους του Λυγουριού, της Π. Επιδαύρου και του Αρχαίου Θεάτρου. Στο πρόγραμμα εντασσόταν και η παρακολούθηση παραστάσεων. Μεταξύ των μεγάλων σκηνοθετών που πήραν μέρος στο πρόγραμμα σημειώνουμε τους Πέτερ Στάιν (Peter Stein) και Λι Μπρούερ (Lee Breuer). Για την παρουσίαση της προγραμματισμένης «Πενθεσίλειας» του πρώτου δημιουργήθηκε σοβαρότατη εμπλοκή μεταξύ Δήμου και «Αττικής Πολιτιστικής» και χρειάστηκε η παρέμβαση του ΥΠΠΟ, για να παραχωρηθεί το Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου τελικά στις 21/22 Ιουνίου 2002, ώστε να πραγματοποιηθούν οι παραστάσεις. [55] Ο Λι Μπρούερ, ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες και καλλιτεχνικός διευθυντής την περίοδο εκείνη του Θιάσου Μάμπου Μάινς (Mabou Mines Theater Company) της Ν. Υόρκης, πήρε μέρος στα σεμινάρια το 2008 και μίλησε στις 13 Ιουλίου στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου.

Πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως παράλληλες δράσεις και προγραμματισμοί υλοποιούνται ή απλά δημοσιοποιούνται σχετικά με την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου και του Αρχαίου Θεάτρου. Η τοπική κοινωνία δέχεται με χαρά κάθε προγραμματισμό που αναδεικνύει τη σημασία της πολιτισμικής κληρονομιάς και την θέτει στο επίκεντρο του παγκόσμιου πλέον ενδιαφέροντος. Μεταξύ αυτών υλοποιήθηκε το 2001 με απόφαση του Ελληνικού Φεστιβάλ, το «Μουσείο των Επιδαυρίων» που στεγάστηκε σε αίθουσα πλησίον του ξενοδοχείου «Ξενία». Τα εγκαίνια του Μουσείου έγιναν στις 20 Ιουλίου 2001 από τον τότε Πρόεδρο του Ε.Φ. Περικλή Κούκκο και την εικαστική επιμέλεια είχε ο ενδυματολόγος Γιάννης Μετζικώφ. [56]

Το 2002 δημοσιοποιείται η πρόταση για την οργάνωση ενός «Πολιτιστικού Ολυμπιακού Χωριού» στο Δήμο Ασκληπιείου, πρόταση που κατατίθεται και στο Δημοτικό Συμβούλιο στις 22 Μαρτίου 2002. [57] Ο Δήμος μάλιστα, μετά από σχετικές ενέργειες, προτείνει τη δέσμευση δυο περιοχών νότια και ανατολικά της τοποθεσίας Κορώνι, ώστε να διευκολυνθεί το πρόγραμμα. Δεν υπήρξε, όμως, συνέχεια στην πρόταση αυτή.

Η προηγούμενη εμπειρία από τα θερινά σεμινάρια δίνει τη δυνατότητα αναθέρμανσης της ιδέας για την οργάνωση και λειτουργία μιας εκπαιδευτικής δομής για το θέατρο, που να χρησιμοποιεί και ταυτόχρονα να ενισχύει τη διεθνή ακτινοβολία του αρχαιολογικού χώρου και της περιοχής. Η παγκόσμια ακτινοβολία του χώρου δεν ευνοεί μόνο τη λειτουργία του Αρχαίου Θεάτρου και του αρχαιολογικού χώρου. Ευνοεί κυρίως τη δημιουργική καλλιτεχνική συνάντηση, την ανταλλαγή, υλοποίηση και εξέλιξη ιδεών για την ανάδειξη και ορθή διαχείριση της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς μέρος της οποίας αποτελεί η Επίδαυρος. Η νέα πρόταση λοιπόν, με την ονομασία «Λύκειον Επιδαύρου», κατατέθηκε και παρουσιάστηκε στο Λυγουριό (Ξενία στο χώρο του Αρχ. Θεάτρου) και στο Ναύπλιο [58] και υλοποιήθηκε, όπως προγραμματίστηκε, τον Ιούλιο 2017 για πρώτη φορά. Η κινητοποίηση ανθρώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για να συμβάλουν με διάφορους τρόπους στην υλοποίησή της φάνηκε να δίνει τα πρώτα αποτελέσματα με την δέσμευση του αλσυλλίου που βρίσκεται πίσω από το Κέντρο Υγείας στο Λυγουριό, ώστε να δημιουργηθεί η θεατρική κατασκήνωση. Όμως από τις υποσχέσεις στην υλοποίηση υπάρχει ένας τεράστιος ελληνικός δρόμος να διανυθεί και συχνά οδηγεί στη λήθη!

 

Παρουσίαση «Λυκείου Επιδαύρου», Ναύπλιο.

 

Παρουσίαση «Λυκείου Επιδαύρου», Ναύπλιο.

 

Το «Λύκειον Επιδαύρου» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου, Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο το Σάββατο 30 Ιουλίου 2016, στο συνεδριακό χώρο (Ξενία) του Αρχαίου Θεάτρου και την παρακολούθησε ένα πολυπληθές κοινό και οι άνθρωποι της Τοπική Αυτοδιοίκησης, όπως και οι βουλευτές του Νομού.

«Η Επίδαυρος είναι σημαντική για μας», τόνισε στην εισαγωγική παρουσίαση ο κ. Θεοδωρόπουλος, «όχι μόνο λόγω του Αρχαίου Θεάτρου που διαθέτει, αλλά ως τόπος: με τη γεωγραφική θέση, την ενέργεια και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που ευνόησαν ακριβώς τη δημιουργία αυτού του εμβληματικού θεάτρου. Τοποθετώντας το Σχολείο μας στην περιοχή της Επιδαύρου απεγκλωβίζουμε την εκπαίδευση του ηθοποιού από τη συνήθη πρακτική της δουλειάς σε κλειστό χώρο και επιτρέπουμε στους σπουδαστές να αντιληφθούν πολύ καλύτερα και να βιώσουν την ανάπτυξη δυναμικών ανοικτού χώρου, που συντέλεσαν στη γένεση και την ανάπτυξη του αρχαίου δράματος».[59]

Επομένως επρόκειτο, αρχικά, για μια εκπαιδευτική διαδικασία η δυναμική της οποίας αναμενόταν να προσδώσει νέα χαρακτηριστικά και αναπτυξιακή ώθηση τόσο στο θεσμό του Φεστιβάλ όσο και γενικότερα της θεατρικής παιδείας, καθώς επίσης και στις τοπικές κοινωνίες για τις οποίες θα ήταν πολλαπλά ωφέλιμο. Εξάλλου βασικός συντελεστής και συνεργάτης στο εγχείρημα είναι το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με έδρα το Ναύπλιο. Μια άλλη καινοτομία που εφαρμόζεται από το 2017 είναι η θεματική οργάνωση των θεατρικών παραστάσεων που θα συνδυάζεται και με το περιεχόμενο των μαθημάτων του Λυκείου. Για το 2017 είχε προκριθεί ως θεματική  «Η έλευση του ξένου», ζήτημα που συνδέεται με τα σημερινά διλήμματα και θέτει μια εκ νέου συζήτηση για την πρόσληψη του πολιτικού θεάτρου της αρχαιότητας στη σημερινή εν βρασμώ παγκόσμια κατάσταση, όπως τόνισε στην αρχική συνάντηση ο κ. Θεοδωρόπουλος.[60] Το 2018 η θεματική «Πολιτεία και Πολίτης» ενισχύει ακόμη περισσότερο την παιδαγωγική διάσταση των δράσεων του «Λυκείου» με την  «Εκπαίδευση του κοινού στο Αρχαίο Δράμα» να αγκαλιάζει πλέον και τους ενήλικες.[61]

Τον Ιούλιο του 2019 έκλεισαν τρία χρόνια λειτουργίας του «Λυκείου Επιδαύρου» με την παρουσίαση θεατρικών εργαστηρίων και μέσα σε μια γενικότερη ευφορία για το μέλλον του προγράμματος. Ουσιαστικά το εγχείρημα στηρίχτηκε στο πάθος των διοργανωτών του και στην βοήθεια που παρείχε η τοπική κοινωνία και η Δημοτική Αρχή. Τρία χρόνια μετά την πανηγυρική πρώτη συνάντηση, οι μεν υποσχέσεις πολιτικών και περιφερειακών παραγόντων είχαν εντελώς ξεχαστεί, το δε πρόγραμμα μετρούσε τρία χρόνια διεθνών συμμετοχών και εκπαιδευτικών επιτυχιών. Ευχή όλων η συνέχεια του «Λυκείου Επιδαύρου».

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Το πρώτο κείμενο για το θέμα αυτό δημοσιεύτηκε με τον τίτλο, Κόνδης, Η.Γ. (2017-2018). Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου και τοπική κοινωνία: ρόλος και σημασία μιας σχέσης, Θεάτρου Πόλις, Διεπιστημονικό περιοδικό για το θέατρο και τις τέχνες, Σχολή Καλών Τεχνών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Ναύπλιο, 3-4, σ.σ.119-142. Διαθέσιμο στο: http://ts.uop.gr/gr/theatrou-polis  Ο Γεώργιος Η. Κόνδης είναι Κοινωνιολόγος, διδάσκων στο Τμήμα Παραστατικών και Ψηφιακών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

[2] J.Lacarrière, Το Ελληνικό Καλοκαίρι. Μια καθημερινή Ελλάδα 4000 ετών, μετάφραση Ιωάννας Δ. Χατζηνικολή, εκδ. Ι.Χατζηνικολή, Αθήνα, 1980, σ. 125-127.Η πρώτη έκδοση έγινε το 1975 από τον γαλλικό εκδοτικό οίκο Plon.

[3] Ομιλία στη Διεθνή Διάσκεψη Θεάτρου στο Ηρώδειο, 4.7.1957, [http://www.theatro-technis.gr/o-karolos-koun-gia-to arxaio-drama/, (20-5-2015)].

[4] Οι εκθέσεις για την πρόοδο των ανασκαφών που συντάσσει ο Π. Καββαδίας ιδιαίτερα της καθοριστικής τριετίας 1881-1883 φυλάσσονται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία (Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτισμικής Κληρονομιάς) του Υπουργείου Πολιτισμού. Το συνολικό έργο του περιέχεται σε διάφορες εκδόσεις μέχρι και το 1906, τελευταία έκδοση για τα ευρήματα των ανασκαφών της Επιδαύρου. Παρ’ότι είχε απομακρυνθεί το 1909 από την Αρχαιολογική Εταιρία λόγω του υπέρμετρα αυταρχικού χαρακτήρα του και της πολυετούς σύγκρουσής του με τον Δ/ντή του Νομισματικού Μουσείου Ιω. Σβορώνο, ο Π. Καββαδίας άφησε ένα σπουδαίο ανασκαφικό έργο (ιδιαίτερα στην Ακρόπολη και την Επίδαυρο), ενώ η οργάνωση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του Μουσείου της Ακρόπολης, είναι έργο δικό του.  Πέθανε στις 20 Ιουλίου 1928.

[5] Η παρούσα έρευνα φιλοδοξεί να συμβάλει στη μελέτη και ανάλυση των ποιοτικών κοινωνικών αλλαγών και διαφοροποιήσεων που προκαλούνται από φαινόμενα και ανακαλύψεις μεγάλης πολιτισμικής εμβέλειας, όπως αυτό του Αρχαίου Θεάτρου της Επιδαύρου. Έχοντας συνείδηση των ορίων που επιβάλει στην έρευνα  η τοπική αρχειακή πραγματικότητα (ανυπαρξία οργανωμένου δημοτικού αρχείου, κανένα άλλο οργανωμένο αρχείο σχετικά με τη λειτουργία του Αρχαίου Θεάτρου, κ.ά) , θα προσπαθήσω να συμβάλω στη συστηματοποίηση των πληροφοριών που διαθέτουμε  από τις τοπικές πηγές (μελέτες, συναντήσεις, έντυπα), να χρησιμοποιήσω όσες προφορικές καταγραφές μπορούν να διασταυρωθούν ως προς την εγκυρότητα των λεγομένων και να θέσω ερωτήματα σχετικά με τη μελλοντική ανάπτυξη της έρευνας αυτής ή παρόμοιων άλλων ερευνών.

[6] «Από όλες τις τέχνες, το θέατρο είναι η πιο κοινωνική τέχνη, η πιο άμεση και αποτελεσματική, η πιο προκλητική για τις αντιδράσεις των ανθρώπων, γιατί το υλικό με το οποίο δημιουργεί είναι έμψυχο, και ο άνθρωπος είναι ο πιο πειστικός φορέας νοημάτων, Ιστορικά νεοελληνικού θεάτρου. Έξι μελετήματα, εκδ. Παϊρίδης, Αθήνα, 1984, σ.15.

[7] «Το απόγευμα της Κυριακής, 11 Σεπτεμβρίου 1938, στις “5 και 20΄ακριβώς”, το Εθνικό Θέατρο εγκαινίαζε τη σύγχρονη θεατρική ιστορία του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου: “Ανέζησε η Σοφόκλειος τραγωδία, ανέζησε η Ηλέκτρα εμπρός εις το πολυάριθμον κοινόν που εξεκίνησε όχι μόνον από τας Αθήνας δια να παρακολουθήσει την υψηλήν αυτήν μυσταγωγίαν αλλά και από πολλάς, γειτονικάς της Επιδαύρου, γωνιάς της Πελοποννήσου”. Τη διοργάνωση είχε αναλάβει η Περιηγητική Λέσχη με απώτερο στόχο την καθιέρωση σαιζόν Επιδαύρου», Ελληνική Σκηνή και Θέατρο της Ιστορίας 1936-1944, Διδακτορική Διατριβή, τ.Α΄, Α.Π.Θ, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλολογίας, Θεσσαλονίκη, 2003, σ. 97.

[8] Θα ήταν εξαιρετικού ενδιαφέροντος μια συγκριτική μελέτη των στοιχείων που διαμορφώνουν τη σχέση αυτή και σε άλλες περιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρω το άρθρο του Pierre-Etienne Heymann με τίτλο «Quand le théâtre fait bouger la société», που αναφέρεται στον κοινωνικό ρόλο του θεάτρου στο Μαλί και δημοσιεύτηκε στην Monde Diplomatique  τον Σεπτέμβριο 1998 (σ.35).

[9] «Ο δήμος Λήσσης είναι Γ΄τάξεως· συνέστη τω 1869. Έχει κατοίκους 1076 και δημότας 971. Σύγκειται δ’εκ τριών χωρίων του Λυγουριού, του Αδαμίου και του Κορωνίου. (…) Πρωτεύουσα του δήμου είνε το Λυγουριό, αρχαίον χωρίον, οικούμενον υπό 170 οικογενειών, κείμενον επί υψώματος βορειοανατολικώς της ομωνύμου πεδιάδος· το χωρίον υδρεύεται εκ φρεάτων. Απέχει του Ναυπλίου 5 ώρας», Γεωγραφία Πολιτική, Νέα και Αρχαία του Νομού Αργολίδος και Κορινθίας, εκδ. Εστίας, Αθήνα, 1886, σ. 86-89

[10] Στην πληρέστερη τοπική έρευνα που έχει δημοσιευτεί μέχρι σήμερα των Γιάννη Γ. Σαρρή, Νίκου Ι. Καλαματιανού και Βασιλείου Γ. Μπιμπή με τίτλο Λυγουριού Ενορίες 1701-2013, Λυγουριό, 2014, καταγράφονται αρκετές λεπτομέρειες για την αγροτο-κτηνοτροφική συγκρότηση της τοπικής οικονομίας και τις μεταβολές που γνώρισε σταδιακά, οι οποίες όμως δεν άλλαξαν ριζικά τον οικονομικό καμβά της περιοχής. (σ.37-45)

[11] Πρέπει να σημειώσω την εξαιρετική προσπάθεια που έχει γίνει από τους Γ. Σαρρή, Ν. Καλαματιανό και Β. Μπιμπή, στις δυο βασικές δημοσιευμένες έρευνες τοπικής ιστορίας που αναφέρονται στην παρούσα μελέτη: Λυγουριού Ενορίες, ό.π. και Το τεφτέρι του παππού, Λυγουριό, 2015.

[12] Ν. Ι. Καλαματιανός,,  Το τεφτέρι του παππού, ό.π.,  σ.98.

[13] Ο Στ. Κρανιώτης παραθέτει σε άρθρο του στην εφημερίδα Έθνος («Το Φεστιβάλ Επιδαύρου είχε χθες πολύν κόσμον», 12 Ιουλίου 1954), μεταξύ άλλων, και το ζήτημα των χωματόδρομων με αφορμή την πρώτη και ιστορική παράσταση των «Επιδαυρίων» το 1954: …δεν καταβρέχθησαν επαρκώς οι εσωτερικοί δρόμοι με αποτέλεσμα η σκόνη να είναι πολλές φορές αφόρητη, τα πρόχειρα από πλαίσια ξύλινα και τοιχώματα πάνινα αποχωρητήρια ήσαν πολύ προχειροφτιαγμένα και οπωσδήποτε ακατάλληλα για κυρίες… Το άρθρο περιλαμβάνεται μαζί με άλλα σε επετειακή έκδοση της τοπικής εφημ. Εδώ Λυγουριό με τίτλο : «11 Ιουλίου 1954:πριν από σαράντα χρόνια ξεκίνησε ο θεσμός των Επιδαυρίων», Ιούλιος 1994, σ. 4-5.

[14] «Προς ευκολίαν της μεταβάσεως των φιλαρχαίων εις το Ιερόν μετά τας γενομένας ανασκαφάς, και χάριν της συγκοινωνίας  του αποκέντρου τούτου μεσογείου δήμου, κατεσκευάσθη αμαξιτός οδός από Ναυπλίου μέχρι Ιερού, διερχομένη και δια του Λιγουριού μήκους 24,740 μέτρων· εχαράχθη δε, αλλ’ούπω κατεσκευάσθη και προέκτασις ταύτης μέχρι παλαιάς Επιδαύρου.», ό.π., σ.87.

[15] Στο βιβλίο του για την οικογενειακή γενεαλογία που περιέχει αρκετά στοιχεία για το Λυγουριό του 19ου και 20ου αιώνα, ο Νικ. Ι. Καλαματιανός αναφέρει τις καταγραφές που κάνει η ενορία της Αγ. Τριάδας Λυγουριού σχετικά με τις αιτίες θανάτου μέχρι και το 1939. Ως προς τη μεγαλύτερη συχνότητα αναφέρονται η ελονοσία, οι εντερίτιδες/δυσεντερίες, αθρεψία, ατροφία, καχεξία, ιδίως για νεογνά και ηλικιωμένους, κ.ά. (ό.π., σ.156).

[16] Ο Γιάννης Καρολόγος αναφέρει σχετικά πως η εμφάνιση του γιατρού έδωσε «ελπίδα και ανακούφιση σε όλους… ένας γιατρός που θα ’δινε καθημερινά τη μάχη για τη γιατρειά, χωρίς ωράριο, χωρίς αργίες, χωρίς ν’ απλώνει το χέρι του για αμοιβή, αφού συναντούσε παντού την ανέχεια και τη δυστυχία… στον Τυρό, στα Σαπουνέικα, στα Μέλανα… εκεί και ο Καλαματιανός με το κόκκινο άλογό του. Ένας γιατρός χωρίς σύνορα.». Πρόκειται για άρθρο που δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημ. Εδώ Λυγουριό τον Σεπτέμβριο 1997 (φ. 93) και περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Νικ. Ι. Καλαματιανού, ό.π., σ.159.

[17] Νικ. Ι. Καλαματιανός, ό.π., σ. 157.

[18] Πρόκειται για ένα μοναδικό ντοκιμαντέρ σχετικά με τις εξελίξεις που γνωρίζει η τοπική κοινωνία χάρη στις ανασκαφές και τη θεσμοθέτηση των «Επιδαυρίων», στηριζόμενο κυρίως σε συνεντεύξεις κατοίκων που βίωσαν τις εξελίξεις αυτές. Το ντοκιμαντέρ παρουσιάστηκε στο 9ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης στις 18 Μαρτίου 2007 και απέσπασε θετικές κριτικές.

[19] Β.Δ 25ης  Αυγούστου 1893/ΦΕΚ 204.

[20] Οι δυο μεγαλύτερες σημαντικές και πρόσφατες αλλαγές είναι εκείνη του 1997 πιο γνωστή ως μεταρρύθμιση «Ι.Καποδίστριας» με τη διεύρυνση σε νέο δήμο Ασκληπιείου με έδρα το Λυγουριό (Ν. 2539/1997/ΦΕΚ 244/τ.Α΄/4-12-1997) και η μεταρρύθμιση του 2010 γνωστή ως «Πρόγραμμα Καλλικράτης» με τον οποίο συγχωνεύονται οι πρώην δήμοι Ασκληπιείου και Επιδαύρου στο νέο σχήμα «Δήμος Επιδαύρου» με έδρα το Ασκληπιείο (Λυγουριό – Ν.3852/2010/ΦΕΚ 87/τ.Α΄/7-6-2010).

[21] Μια σύντομη αναφορά στους αριθμούς των απογραφών για το Λυγουριό: 1961:1.621 κάτοικοι, 1991:2.182 κάτοικοι, 2001:2.678 κάτοικοι, 2011:2.504 κάτοικοι. Τα στοιχεία από την έρευνα των  Γιάννη Γ.Σαρρή, Νίκου Ι.Καλαματιανού και Βασιλείου Γ.Μπιμπή, Λυγουριού Ενορίες…, ό.π., σ. 48-54.

[22] «Στροφή», εφημ. Εδώ Λυγουριό, Σεπτ. 1993, φ.59.

[23] «Εδήλωσαν δε οι ανωτέρω συμβαλλόμενοι, ως αντάλλαγμα της προσφοράς των κτημάτων αυτών, εύχονται ίνα το Διοικητικόν Συμβούλιον της ειρημένης εταιρίας ενεργήσει……προς δε να κατασκευάσει αμαξωτήν οδόν εκ Ναυπλίου εις το Ιερόν Ασκληπιού». Πρόκειται για την σημαντική «Παραίτηση δικαιωμάτων υπέρ της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας» (συμβόλαιο 250/6-8-1879), με την οποία οι κάτοικοι του Λυγουριού παραχωρούν τα κτήματά τους για τις ανασκαφικές ανάγκες. Ολόκληρο το συμβόλαιο παρατίθεται  στην έρευνα των Γ. Σαρρή, Ν. Καλαματιανού και Β. Μπιμπή, Λυγουριού Ενορίες, ό.π., σ. 138-143.

[24] Το πρώτο «αγροτικό» αυτοκίνητο κυκλοφόρησε στο Λυγουριό το 1972. Βεβαίως, υπάρχουν και τα λίγα μέσα μαζικής μεταφοράς (λεωφορεία, κ.ά) ήδη από την προπολεμική περίοδο. Οι πληροφορίες αντλούνται από προσωπικές συνεντεύξεις με κατοίκους του Λυγουριού και τη διασταύρωσή τους με τις μαρτυρίες του ντοκιμαντέρ του Γιώργου Αντωνίου για τη σχέση του Αρχαίου θεάτρου με την τοπική κοινωνία, ό.π. Πληροφορίες επίσης αντλούνται, για τα θέματα αυτά, από το λογοτεχνικό έργο του Γιάννη Ι. Σαρρή με τίτλο Στ’Ανάπλι και στο Λυγουριό, εκδ. Η ΘΟΛΟΣ, Λυγουριό, 2007.  Είναι πάντως χαρακτηριστικές οι κριτικές που γίνονται αργότερα για την ασφαλτόστρωση των δρόμων ιδιαίτερα εκείνων που οδηγούν στο Θέατρο και χαρακτηρίζουν τη λογική των δημόσιων έργων στη χώρα μας. «Έπρεπε να φτάσει η μέρα της Συναυλίας Καρέρας-Καμπαγιέ», σημειώνεται σε σχόλιο της τοπικής εφημερίδας, «ο Πρωθυπουργός της χώρας και 18 Ευρωπαίοι Υπουργοί και 40 Δήμαρχοι για να στρωθούν με πίσσα οι  δυο ξεχαρβαλωμένοι δρόμοι που διασχίζουν τον αρχαιολογικό χώρο και καταλήγουν στο θέατρο», «Προχειρότητες», Εδώ Λυγουριό, Σεπτ. 1993, φ.59.

[25] Λεπτομέρειες μιας άγνωστης πλευράς της παρουσίας της Μ. Κάλλας στην Επίδαυρο και του παρ’ ολίγον ναυαγίου της παρουσίας αυτής στο: Georgia Kondyli, Callas: the conflict about Epidaurus, Hellenic Journal of Music, Education and Culture, Vol. 3, N.1, art.2, 1-13, [http://hejmec.eu/journal/index.php/HeJMEC/article/view/38, (18-6-2015)], pdf.

[26] «Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και το Λυγουριό. Μια θεατρική αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν», Αναγέννηση, Άργος, 331(1995) 4-5.

[27] «Το αρχαιολογικό τοπίο της Επιδαύρου: Φορέας νοήματος και όχημα εκμοντερνισμού, στο: Τοπία Τουρισμού. Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα», σ. 247,  [https://eclass.upatras.gr/modules/document /file. php/ARCH389.pdf., (23-10-2016)].

[28] Η ίδια κατάσταση χαρακτηρίζει και το επίπεδο των επικοινωνιών. Εκτός από το λεγόμενο «κοινοτικό τηλέφωνο» δεν υπήρχε άλλη σύνδεση μέχρι τη δεκαετία του 1960. Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση ενός γνωστού στο Λυγουριό εστιάτορα, του Λεωνίδα Λιακόπουλου που ανοίγει το πρώτο εστιατόριο για τις ανάγκες σίτισης των ανθρώπων του θεάτρου : «Το ’60 υπήρχε μόνο ένα τηλέφωνο εδώ, του μαγαζιού, το 115, και όταν σχόλαγαν οι ηθοποιοί γινόταν ουρά για να μιλήσουν κι έτσι ακούγαμε όλη τους τη ζωή», δημοσιευμένη συνέντευξη 30-7-2016, [http://www.lifo.gr/articles/travel_articles/109254, (6-8-2016)].

[29] Ό.π., σ.248.

[30] Η εφημ. Αργοναυπλία σημειώνει για την ημέρα εκείνη: «… την κεκανονισμένην ώραν ο Πρόεδρος της Κοινότητος επίεσεν τον διακόπτην και άπλετον φως εδόθη εις την δημοσίαν οδόν και τα καταστήματα, άτινα είχον κάμει εγκαταστάσεις και συνδέσεις, και ούτω ικανοποιήθη εις πόθος του Λυγουρίου», 22 Ιουνίου 1961, φ. 918.

[31] Αιμ. Αθανασίου, ό.π., σ.249.

[32] Ιππόλυτος του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Δημ. Ροντήρη, με τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Θεωρείται η ιδρυτική παράσταση των «Επιδαυρίων».

[33] Εφημ. Ελευθερία, «Αστάθμητοι παράγοντες», 13 Ιουλίου 1954. «Κάθε φορά που ένοιωσα μια άφατη καλλιτεχνική χαρά μέσα στο ελληνικό ύπαιθρο, ο Μεγάλος Σκηνοθέτης την είχε συμπληρώσει με τον τρόπο του. Ποιός ξέχασε ποτέ τους αετούς που πετούσανε πάνω από τον αλυσοδεμένο Προμηθέα στις Δελφικές εορτές του Σικελιανού! Αναρίθμητες οι περιπτώσεις και η χθεσινή παράσταση του «Ιππολύτου» δεν ξέφυγε από τον κανόνα: το ομαδικό παράπονο του χορού και τον πόνο της παντέρμης ερωτευμένης Φαίδρας, συνώδευε κάπου μακρυά η μονότονη, τυραννική στην επανάληψή της, φωνή μιας θλιμμένης κουκουβάγιας! Αχ! Αυτοί οι αστάθμητοι παράγοντες!»

Αναφέρεται στο «Χρονικό των Επιδαυρίων 1954-1975. Χρονικό ζωής και τέχνης ενός θεάτρου», περιοδικό «Θεατρικά», Αφιέρωμα, τ.Β΄& Γ΄, Αθήνα, 1975, με την γενική εποπτεία του Αλέξη Σολωμού.

[34] «Το αυτονόητο», εφημ. Εδώ Λυγουριό, Απρίλιος 1997, φ. 90.

[35] βλ. Γ. Σαρρής, Ν. Καλαματιανός, Β. Μπιμπής, Λυγουριού Ενορίες…., ό.π., σ. 139. Δες παράρτημα 1.

[36] Η Άννα Συνοδινού παραθέτει πολλές λεπτομέρειες για το ιστορικό των «Επιδαυρίων» και γενικότερα του Θεάτρου και της σχέσης του με την τοπική κοινωνία σε άρθρο της που δημοσιεύεται στην εφημ. Το Βήμα με τίτλο «Το Θέατρο της πόλεως της Επιδαύρου. Ένα αρχαίο Θέατρο ξυπνάει μετά από λήθαργο 2.300 ετών!» (14 Ιουλίου 1999). Μερικές από τις αναφορές της, όπως αυτή για το ζεύγος των χωρικών που παραχώρησαν το οικόπεδο και το σπίτι τους για τις ανασκαφές, είναι συγκινητικές και αναδεικνύουν τη σχέση που δημιουργούσαν οι ντόπιοι με τους καλλιτέχνες: «Η κυρα Ευμορφία – υπέροχη μορφή Ελληνίδας αγρότισσας, μας άφησε χρόνους πριν 2 μήνες σε ηλικία 107 ετών! Είχε ζητήσει να μην κατεδαφιστεί το σπιτικό της πριν πεθάνει». Σημειώνω πως το οίκημα δεν έχει κατεδαφιστεί και σήμερα εντάσσεται στο λειτουργικό των θεατρικών παραστάσεων και χρησιμοποιείται για τις ανάγκες τους.

[37] Όλγα Σελλά, «Θεσμός δίπλα στην Επίδαυρο», εφ. Καθημερινή, 29 Ιουνίου 2013. Για το ίδιο θέμα στο «Μετά την Επίδαυρο όλοι στο Λεωνίδα», 30-7-2016, [http://www.lifo.gr/articles/travel_articles/109254, (4-8-2016)].

[38] Στο συγκινητικό αυτοβιογραφικό της κείμενο περιγράφει μια ξεχωριστή καθημερινότητα στο Λυγουριό από το ποτιστήρι που χρησιμοποιούσαν αρχικά ως ντουζιέρα, μέχρι τις πιο μοντέρνες ξενοδοχειακές ανέσεις της χρονικής εξέλιξης. «Όταν γύριζα σπίτι, η μάνα μου έλεγε : “Παιδάκι μου τι σου κάνουνε εκεί πέρα κι έρχεσαι ξαναγεννημένη;”, «Πρόσωπα & Προσωπεία, Αυτοβιογραφικό Χρονικό. Λυγουριό Αγάπη μου», εφημ. Εδώ Λυγουριό, Ιαν. 1999, φ. 105.

[39] Ό.π., Ιούλιος 1987, φ.4.

[40] «Αντίο στο Βόκοβιτς», ό.π., Μάιος 1990, φ. 30.

[41] 1954-2004: πενήντα χρόνια «Επιδαύρια», Ιούνιος 2004, φ.150. Με την ευκαιρία των 39 χρόνων, ο ίδιος αρθρογράφος αφού παραθέτει τα θετικά από την οργάνωση των «Επιδαυρίων» για το Λυγουριό και την καθημερινότητα των κατοίκων του, σημειώνει : «Τριάντα εννέα καλοκαίρια από τότε και όλα άλλαξαν στο χωριό μας, στο μυαλό μας, στην προοπτική μας», Ιούλιος 1993, φ. 57.

[42] Αναδημοσίευση του άρθρου στην τοπική  εφ. «Εδώ Λυγουριό», 19 Αυγούστου 2001.

[43] Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις  μεγάλων προσωπικοτήτων που κατέγραψαν αρνητικές εικόνες,  παρ’ ότι δεν αφορούσαν ούτε ενοχοποιούσαν πάντα την τοπική κοινωνία. Ξεκινήσαμε την παρουσίαση με το ταξίδι του Ζακ Λακαριέρ, ως μέλος του Groupe de Théâtre Antique de la Sorbonne  στην παράσταση της τραγωδίας Πέρσες του Αισχύλου που παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο το 1947 και την εξαιρετική εικόνα που μας μεταφέρει.  Οκτώ χρόνια μετά, το 1955 όταν επανέρχεται με το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης για μια νέα παράσταση η εικόνα που μας περιγράφει είναι διαφορετική : το τοπίο έχει μεταμορφωθεί και αντί για τους χωριάτες με τα ζώα και τα φαγητά τους μέσα στα πεύκα, τώρα παρατηρούσε πούλμαν και ξένους τουρίστες. Την ίδια χρονιά, ο  Αλέξης Μινωτής, αποδίδοντας την ατμόσφαιρα των παραστάσεων του 1955 σε συνέντευξη που δίνει το 1979 περιγράφει  μια εικόνα που εκπλήσσει. Χιλιάδες άνθρωποι που έτρωγαν «τα κεφτεδάκια τους κάτω από τα δένδρα ενώ κουβαλούσαν μέσα στο θέατρο κι από ένα τρανζίστορ…  Τις Κυριακές μαζί με το ματς κι ενώ εμείς παριστάναμε την Εκάβη και τον Οιδίποδα αυτοί άκουγαν τα γκολ!» (Καθημερινή 24 Ιουλίου 2005, αναδημοσίευση της συνέντευξης στον Σπ. Παγιατάκη).

Θα ήταν δύσκολο πάντως να μην υπάρξει καμία αλλαγή καθώς οι νέες μεταπολεμικές πολιτικές που εφαρμόζονται έχουν ως στόχο τον γρήγορο τουριστικό εκσυγχρονισμό της χώρας.  «Ο μαζικός μεταπολεμικός τουρισμός», γράφει ο Γιάννης Αίσωπος , «θα στηριχτεί στο δίπολο “ιστορία-τοπίο”, τον συνδυασμό αρχαιολογικών μνημείων του (κλασικού) παρελθόντος και τοπίων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους – ιστορία και τοπίο θα συγκροτήσουν από κοινού το μύθο της σύγχρονης Ελλάδας…. Ο τουρισμός γίνεται συνώνυμο του εκμοντερνισμού, τα τοπία τουρισμού είναι τοπία εκμοντερνισμού»,  («Τοπία τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα» στο: [https://eclass.gunet.gr/modules/ document/file.php/ARTGU163/PLANTZOS%20ETEROTOPIA.pdf, 1-259 (107), (2-2-2015)].

[44] Στα «Επιδαύρια» του 1993 και στην παράσταση της «Λυσιστράτης» με τον Θ. Καρακατσάνη, δημιουργούνται επεισόδια λόγω της κοσμοσυρροής που παρατηρείται. Ο κ. Καρακατσάνης θεωρεί υπεύθυνη για το θόρυβο την τοπική κοινωνία «ένα απέραντο ψητοπωλείο» όπως την αποκαλεί. Οι αντιδράσεις είναι άμεσες. Στην εφημ. Εδώ Λυγουριό δημοσιεύεται σχόλιο με τίτλο «… και προς τον κ. Καρακατσάνη», στο οποίο σημειώνονται μεταξύ άλλων: «Ο ίδιος μάλιστα ο αγαπητός πρωταγωνιστής του έργου κ. Καρακατσάνης σε μια κατοπινή συνέντευξή του από ραδιοφώνου λοιδορώντας το Λυγουριό, που είναι κατά τη γνώμη του ένα απέραντο ψητοπωλείο αναφέρθηκε και στην ταλαιπωρία που του προξένησαν οι αρχαιοφύλακες. Δηλαδή κύριε Θύμιο μας επειδή είχατε την απαίτηση να… καταβρέχετε όποτε δη ακριβώς δίπλα από την ορχήστρα του Αρχαίου Θεάτρου είναι κακοί οι αρχαιοφύλακες και οι Λυγουριάτες;», (Ιούλιος 1993, φ. 57). Επίσης σε άρθρο με τίτλο «Από τους ταβερνιάρηδες του Λυγουριού», καταγράφονται όλα τα στοιχεία που επικαλείται η τοπική κοινωνία για να αντικρούσει τις κατηγορίες πως δεν συναινεί στην προστασία του μνημείου προκειμένου να έχει οικονομικά κέρδη, (Μάρτιος 1991, φ. 36).

Η ίδια εφημερίδα δεν φοβάται να κατακρίνει την τοπική κοινωνία όταν η συμπεριφορά της δηλώνει απρέπεια προς τον αρχαιολογικό χώρο. Έτσι, κατακρίνει την εικόνα που παρουσιάζεται την πρωτομαγιά 1994 και με τίτλο «Θέατρο-Ψητοπωλείο» γράφει: «…Όταν όμως φιλοξενείται στον περιβάλλοντα αρχαιολογικό χώρο του θεάτρου εορτάζοντας την “εργατική” πρωτομαγιά έχει υποχρέωση και το χώρο να σεβαστεί και να μην υπερβάλλει. Αντικρύσαμε υπαίθριες ψησταριές και “τρακάδες” ολόκληρες καυσόξυλων να καίγονται μέσα στις πλατείες του θεάτρου χωρίς κανένας να ντρέπεται και να ενοχλείται… Είδαμε ανυποψίαστους τουρίστες να μένουν με ανοιχτό το στόμα αντικρύζοντας το τραγελαφικό θέαμα. Και το χειρότερο, να πρωτοστατούν Λυγουριάτες. Μάλιστα Λυγουριάτες!… Ο ΕΟΤ, ο Δήμος και κάθε αρμόδιος ας προστατεύσει με συγκεκριμένα μέτρα τον ιερό αρχαιολογικό χώρο», (Μάιος, 1994, φ.67).

[45] «Τα Επιδαύρια και πάλι στο στόχαστρο της προστασίας», Ιαν. 1994, φ.63.

[46] Δεν έχουν πάντα την ίδια ικανοποιητική συμμετοχή όπως φαίνεται από το ρεπορτάζ για τη συνέλευση της 24ης Απριλίου 1991 με το ίδιο πάντα θέμα, («Προστασία κατά το δοκούν», Εδώ Λυγουριό, Μάιος 1991, φ. 37).

[47] Συχνές είναι οι παρεμβάσεις των βουλευτών της Αργολίδας και της πρώην Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης σχετικά με τα αιτήματα των κατοίκων του Λυγουριού για την διατήρηση ή αύξηση του αριθμού των παραστάσεων. Χαρακτηριστική της τάσης αυτής, είναι η συνάντηση των κατοίκων με τον Γεώργιο Α. Παπανδρέου στις 20-2-2006, στην ταβέρνα του Λεωνίδα όπου, μετά από συζήτηση, δόθηκε η διαβεβαίωση πολιτικής παρέμβασης προς το ΥΠΠΟ για το παραπάνω ζήτημα (αναλυτικό ρεπορτάζ δημοσιεύεται στην εφημ. Εδώ Λυγουριό, φ. 164, Μάρτιος 2006).

[48] «Ο ΕΟΤ έχει υποχρέωση να μεταχειρίζεται διαφορετικά μια κοινωνία που 43 χρόνια τώρα στηρίζει και υπηρετεί το φεστιβάλ. Το Κράτος έχει υποχρέωση  να συνειδητοποιήσει ότι Λυγουριάτες ήταν εκείνοι που πριν από έναν αιώνα, δια συμβολαιογραφικής πράξης χάρισαν τα χτίσματά τους προκειμένου να αποκαλυφθεί το θέατρο και ο αρχαιολογικός χώρος. Η κοινωνία έχει υποχρέωση να πληροφορηθεί ότι οι Λυγουριάτες είναι εκείνοι που χωρίς αποζημίωση αποδέχτηκαν τη δέσμευση 15.000 στρεμμάτων από κάθε μορφής εκμετάλλευσης, προκειμένου να σχηματιστεί ένας κύκλος προστασίας του ευρύτερου αρχαιολογικού χώρου. Αυτή η κοινωνία λοιπόν δεν δικαιούται για κάθε παράσταση 400-500 προσκλήσεις (δεν χρειάζονται περισσότερες) παρακάμπτοντας την μεσολάβηση κάποιων, που με το σημερινό καθεστώς καλλιεργούν δημόσιες σχέσεις;», («Οι προσκλήσεις των παραστάσεων», ό.π., Σεπτ. 1997, φ.90).

[49] Πρόκειται για το έργο «Ιππόλυτος» σε σκηνοθεσία Β.Νικολαΐδη. Το σχετικό ρεπορτάζ δημοσιεύεται από την τοπική εφημ. Εδώ Λυγουριό, Αύγουστος 2004, φ. 151.

[50] Εφημ. Εστία, 14 Ιουλίου 1954.  Αναδημοσίευση, εφημ. Εδώ Λυγουριό, Ιούλιος 1994, φ.68.

[51] Ο συντάκτης της εφημερίδας Γ. Σαρρής σημειώνει σε ένα κείμενο των «Θεατών»: «Όπως συνηθίζουμε, χρόνια τώρα, εμείς οι απλοί Λυγουριάτες θεατές των παραστάσεων των Επιδαυρίων, έτσι και φέτος σας παρουσιάζουμε την «κριτική» μας χωρίς να απαιτούμε και τη συναίνεσή σας… Νομίζουμε όμως ότι ο μέσος Λυγουριάτης θεατής, όπως είχε κατ’ επανάληψη δηλώσει η αξέχαστη Κατίνα Παξινού, έχει ανεπτυγμένο  και αντικειμενικό κριτήριο… που πάντοτε μετά από κάθε παράσταση αναζητούσε»,  «Επιδαύρια 2003», Σεπτ. 2003, φ.143.

[52] Εναρκτήριοι χαιρετισμοί ετών 2008, 2009. Ήδη το 2001, η τοπική εφημερίδα Εδώ Λυγουριό δημοσιεύει με τίτλο «Στο Λυγουριό το Μάρτη του 2002, ξεκινάει το Ινστιτούτο Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών», τον προγραμματισμό για την στέγαση των σεμιναρίων. Μεταξύ άλλων αναφέρει και τα ακόλουθα : «Η μόνιμη εγκατάσταση του Ινστιτούτου θα γίνει στο κτίριο των παλαιών σφαγείων (Κορώνι) και στον περιβάλλοντα χώρο που θα διαμορφωθεί κατάλληλα. Μέχρι να ολοκληρωθούν οι εργασίες διαμόρφωσης των «Σφαγείων» το Ινστιτούτο θα στεγαστεί σε αίθουσα 200τ.μ. στο υπό αποπεράτωση κτίριο του Μουσείου της Ελιάς», (Οκτώβριος 2001, φ. 127).

[53] Ουσιαστικά πρόκειται για μια έντονη συζήτηση που προκαλείται στο Δημοτικό Συμβούλιο στις 17-2-1997 κατά την οποία ο Δήμαρχος εισηγείται τη διοργάνωση «Έκθεσης Τοπικών Προϊόντων» στον κόμβο του Κέντρου Υγείας ,  σήμερα γνωστή ως Έκθεση Αγροτοτουρισμού στην Π. Επίδαυρο, που συναντά αντιδράσεις. Στο άρθρο της με τίτλο «Το αυτονόητο» (ό.π), η Καρολίνα Αννίνου περιλαμβάνει την αντίθετη με την διοργάνωση έκθεσης τοπικών προϊόντων επιχειρηματολογία και αναφέρει τις θέσεις πολιτών και δημοτικών συμβούλων  για τη χρησιμοποίηση πιθανών χορηγιών, ώστε να επιτευχθεί η ίδρυση του Ινστιτούτου Αρχαίου Δράματος (πρόταση Γ. Σαρρή) ή την ανέγερση Πνευματικού Κέντρου (πρόταση Β. Μπιμπή). Η αρθρογράφος θεωρεί την ιδέα της έκθεσης «ύβρη» και σημειώνει: « Τις πόρτες για την προβολή του τόπου στην περιοχή τις έχουν ανοίξει διάπλατα όχι μόνο τα Επιδαύρια αλλά και η γνωστή και άγνωστη ιστορία του Λυγουριού και της Επιδαυρίας. Αλλοίμονο αν περιμέναμε να τις ανοίξουν οι «χορηγοί» με εμπορικές συναλλαγές στη μέση του δρόμου, εκατέρωθεν του οδικού κόμβου μπροστά στο Κέντρο Υγείας! Οι πρόγονοί μας μια τέτοια απόφαση θα την θεωρούσαν ύβρη. Και είναι ύβρη που βαραίνει όχι μόνο το Δημοτικό Συμβούλιο αλλά όλους τους δημότες και τους πολίτες της χώρας.».

[54] Στον ιστότοπο του ΕΚΠΑ αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Έως σήμερα συμμετείχαν οι εξής ενδεικτικά: ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και υπεύθυνος των ανασκαφών στον αρχαιολογικό χώρο της Επιδαύρου, κος Βασίλης Λαμπρινουδάκης. Ο καθηγητής Oliver Taplin, Magdalen College, University of Oxford, Μεγάλη Βρεττανία. Ο Herman Altena, Universiteit Utrecht, Ολλανδία. Ο καθηγητής Freddy Decreus, Universiteit Gent, Βέλγιο. O καθηγητής Bernd Seidensticker, Freie Universitat Berlin, Γερμανία. Η καθηγήτρια Evelyn Ertel, Universite de la Sorbonne Nouvelle, Paris III, Γαλλία. Η Δρ. Mary Hart, J. Paul Getty Museum, Los Angeles, ΗΠΑ. Ο καθηγητής Henri Schoenmakers, Universiteit Erlangen, Γερμανία. Η καθηγήτρια Erika Fischer- Lichte. H καθηγήτρια Maria de Fatima Silva, Coimbra, Πορτογαλία. Η καθηγήτρια Lorna Hardwick, Open University, Αγγλία. Η καθηγήτρια Eva Stehlikova,Mazaryk University of Prague, Τσεχία. Ο καθηγητής Απόστολος Βέττας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Η επίκουρη καθηγήτρια Ελένη Παπάζογλου, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. O επίκουρος καθηγητής Μηνάς Αλεξιάδης, Πανεπιστήμιο Αθηνών. O λέκτορας Γρηγόρης Ιωαννίδης, Πανεπιστήμιο Αθηνών.», [http://www.theatre.uoa.gr/ereyna/ergastirio-arxaioy-dramatos.html, (22-2-2017)].

[55] Εκτός από τις αθηναϊκές εφημερίδες που αναφέρθηκαν διεξοδικά στην εμπλοκή (π.χ. Ελευθεροτυπία, 30-5-2002), εκτενείς αναφορές και κριτικές γίνονται για το θέμα στην τοπική εφημ. Εδώ Λυγουριό (Μάιος 2002, φ.132).

[56] Σε σχετική δημοσιεύση της εφημ. Εδώ Λυγουριό σημειώνονται για τη διαμόρφωση του χώρου και της έκθεσης οι συμμετοχές της θεατρολόγου Δηώ Καγγελάρη (επιλογή κοστουμιών), Ελευθερίας Ντεκώ (φωτισμός/ οπτικοακουστικός σχεδιασμός) και Αντώνη Λιγνού (βιτρίνες), ενώ την ευθύνη των εργασιών είχε η Μαργαρίτα Παναγιωτοπούλου. Η εφημερίδα δεν αμελεί να σημειώσει πως τις εργασίες αποκατάστασης της πετρόκτιστης αίθουσας που ήταν παλιά αποθήκη και του εξωτερικού περιβάλλοντος χώρου, είχε ο «συμπατριώτης Πολ. Μηχανικός» Ευάγγελος Καζολιάς. (Ιούλιος 2001, φ.125).

[57] Η εφημερίδα Εδώ Λυγουριό που παρακολουθεί τις συνεδριάσεις του Δ.Σ και δημοσιοποιεί τα υπό συζήτηση θέματα σημειώνει (Απρίλιος 2002, φ.132), πως η πρόταση γίνεται από την ΚΕΑΔΕΑ (Κίνηση για την Ειρήνη, τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την Επικοινωνία και την Ανάπτυξη) με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Στρατηγικού Σχεδιασμού, του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού Δικτύου Πόλεων και την Εταιρεία Ανάπτυξης Κοινωνικού Κεφαλαίου. Προφανώς πρόκειται για «προ-ολυμπιακές» προτάσεις (Ολυμπιακοί αγώνες 2004) στις οποίες δε δόθηκε συνέχεια και γι’αυτό δεν έχει γνωστοποιηθεί καμία άλλη λεπτομέρεια. Παρ’όλα αυτά, η τοπική κοινωνία κινητοποιήθηκε στην ιδέα και μόνο της υλοποίησης ενός τέτοιου προγράμματος.

[58] Γιώργος Κόνδης, «Λύκειον Επιδαύρου: μια ιδέα υλοποιείται», ηλ. έκδοση Argolika Nea, 3-8-2016 και «Λύκειον Επιδαύρου: εκκίνηση το 2017», εφ. Αργολίδα, 3-4 Δεκεμβρίου 2016.

[59] Ομιλία καταγεγραμμένη από τον συγγραφέα του παρόντος άρθρου Γ. Κόνδη.

[60] Παρουσίαση του «Λυκείου Επιδαύρου», Ξενία, Χώρος Αρχαίου Θεάτρου Επιδαύρου, 30 Ιουλίου 2016.

[61] Τα σχολεία ενηλίκων (Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Ναυπλίου και Κρανιδίου) συμμετείχαν ενεργά στο πρόγραμμα, ενώ ενήλικοι πολίτες από διάφορα σημεία της Αργολίδας πήραν μέρος σε ομάδες εκπαίδευσης κοινού.

 

Γεώργιος Η. Κόνδης

Ο Γεώργιος Η. Κόνδης είναι Κοινωνιολόγος, διδάσκων στο Τμήμα Παραστατικών και Ψηφιακών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Read Full Post »

Μονή Αγίου Μερκουρίου Λυγουριού


 

Η Μονή του Αγίου Μερκουρίου. Φωτογραφία: Σαραντάκης Πέτρος. Δημοσιεύεται στο «Αργολίδα – Οι Εκκλησίες και τα Μοναστήρια της», Αθήνα, 2007.

Η Μονή του Αγίου Μερκουρίου. Φωτογραφία: Σαραντάκης Πέτρος. Δημοσιεύεται στο «Αργολίδα – Οι Εκκλησίες και τα Μοναστήρια της», Αθήνα, 2007.

Στα νότια του Λυγουριού, σε μια γαλήνια ρεματιά τριγυρισμένη από βουνά με πολλές σπηλιές, ψηλά δέντρα, ξυλοκερατιές, ελιές, μια γέρικη ψηλή βαλανιδιά, άσημη και λησμονημένη βρίσκε­ται η βασιλική του Αγίου Μερκουρίου, απομεινάρι παλιάς και μεγά­λης ανδρικής μονής που είναι έρημη από το 1835.

Αυτό που έχει διασωθεί σήμερα είναι το καθολικό της μονής, ερει­πωμένα κελιά και ένα νεότερο μι­κρό ισόγειο κτίσμα.

Το καθολικό είναι ένα μικρό εκ­κλησάκι στον τύπο της απλής βα­σιλικής με δίριχτη κεραμοσκέπαστη στέγη. Η τοιχοποιία του είναι η αργολιθοδομή. Ανατολικά υπάρχει η ημικυκλική αψίδα του ιερού μ’ ένα μικρό παράθυρο. Όλοι οι τοίχοι είναι ασβεστωμένοι. Ένα μικρό παράθυρο υπάρχει και στη Ν. πλευρά. Η τοξωτή θύρα εισόδου είναι στη Β. πλευρά.

Εσωτερικά ο ναός είναι ουσιαστι­κά μονόχωρος, αλλά ένα μεγάλο τόξο που στηρίζει τη στέγη του, ξεκινώντας από το δάπεδο και διαγράφοντας ημικύκλιο, φαίνε­ται να τον χωρίζει σε δύο ίσα μέ­ρη. Οι απολήξεις του τόξου είναι σύμφυτοι πεσσοί. Ολόκληρος ο ναός είναι εικονογραφημένος.

Καλύτερα διατηρημένες είναι οι τοιχογραφίες του ανατολικού τμήματος, κοντά στο ιερό. Όλες οι παραστάσεις περικλείονται σε τετράγωνα ή παραλληλόγραμμα πλαίσια κόκκινης και άσπρης ται­νίας. Διακρίνονται μορφές αγίων και χριστολογικές σκηνές, ενώ στην οροφή, πολύ αμυδρά, άλλες μορφές. Στην οροφή του δυτικού τμήματος, μέσα σε μεγάλο δίσκο, φαίνεται πως υπήρχε, ο Παντο­κράτορας με αγγέλους. Στο Δ. τμήμα οι τοίχοι από τη μέση και κάτω έχουν ασβεστωθεί.

Το δάπεδο στο Α. τμήμα δημιουρ­γεί δυο χαμηλά πεζούλια εκατέ­ρωθέν του. Το ιερό είναι εντελώς αποκομμένο από τον υπόλοιπο ναό, εξαιτίας του κτιστού τέ­μπλου που έχει δύο ημικυκλικές θύρες ασύμμετρα τοποθετημέ­νες. Μεταξύ αυτών των θυρών υπάρχει παράσταση της Παναγίας Βρεφοκρατούσας και δεξιά του Χριστού. Στις γωνίες άγγελοι και στο κάτω τμήμα του τέμπλου πτυ­­χωτά υφάσματα που κρέμονται.

Ανθέμια και κλαράκια βρίσκονται στο εσωτερικό τμήμα των παραστάδων των θυρών. Και στο πάνω τμήμα του τέμπλου οι δώδεκα απόστολοι, που ανάμεσά τους έχουν τον Χριστό και την Παναγιά. Κάποια υπολείμματα τοιχο­γραφιών (συλλειτουργούντες ιε­ράρχες κλπ.) διακρίνονται και στο χώρο του ιερού.

Η κτητορική επιγραφή δεν έχει διασωθεί. Έτσι ο ναός θα μπο­ρούσε να χρονολογηθεί περίπου στις αρχές της Τουρκοκρατίας.

Σε μικρή απόσταση ΒΔ. από το καθολικό υπάρχει ισόγειο σπιτάκι νεότερης κατασκευής Δίπλα υψώνονται τα ερείπια των κελιών της μονής από αργολιθοδομή, και πιο χαμηλά, κοντά στη ρεματιά, μια παλιά λιθόχτιστη κρήνη. Ο ιερομόναχος Φλαβιανός από την Άρτα υπήρξε το 1781 ηγού­μενος στον Άγ. Μερκούριο.

Ο ναός φαίνεται πως έχει λησμο­νηθεί απ’ όλους, με αποτέλεσμα να φθείρεται επικίνδυνα με το πέ­ρασμα του χρόνου. Οι θαυμάσιες τοιχογραφίες είναι σε άθλια κατά­σταση, μουχλιασμένες από την υγρασία και μαυρισμένες, αν δεν έχουν ήδη αποκολληθεί. Σε πολ­λά σημεία, όπως στο Δ. τμήμα, στο ιερό και στην οροφή του Α. τμή­ματος, μόλις διακρίνονται. Φυσι­κά η συντήρησή τους είναι μια κατεπείγουσα εργασία και οπωσ­δήποτε αναγκαία είναι μια γενικό­τερη συντήρηση και προστασία ολόκληρου του καθολικού, που κινδυνεύει να γκρεμιστεί. [ Σημείωση Βιβλιοθήκης: Τη δεκαετία του 1990 ο ναός ανακαινίστηκε και στερεώθηκε κυρίως στην τοιχοποιία και την κεραμοσκεπή].

Στο Λυγουριό έχουν διασωθεί πολλές παραδόσεις συνδεδεμέ­νες με το μοναστήρι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Σ’ αυτά τα χρόνια αναφέρεται πως ο Τούρ­κος μπέης του χωριού με τους υποτακτικούς του πήγαινε πολύ συχνά στο μοναστήρι που ήταν στα όρια της κυριαρχίας του κι έπαιρνε τα τρόφιμα και ειδικά τα άλογα των καλογέρων, τα οποία κακομεταχειριζόταν πολύ. Οι κα­λόγεροι είχαν αγανακτήσει απ’ αυτή την καταλήστευση και κατα­πίεση, κι επειδή μάλιστα ο Άγιος δεν ανταποκρινόταν στις παρα­κλήσεις τους, τον απείλησαν ότι θα τον θυμιατήσουν με ρετσίνι και γκαβαλίνα γαϊδουρινή, αντί για λιβάνι.

Ο μπέης είχε μεγάλο πάθος με μια όμορφη Ελληνίδα από το γειτονι­κό χωριό Αδάμι, την Ατζιέλω, ή κατ’ άλλους Μάρω, και κάθε βρά­δυ έπαιρνε τ’ άλογό του κι έτρεχε μέσα στη νύχτα να πάει να τη βρει. Η επιρροή της Ατζιέλως πά­νω στον μπέη ήταν τόσο μεγάλη, που πέρασε σε μια τοπική παροι­μία. Όταν ήθελε κάποιος να πει πως έπρεπε σώνει και καλά να γί­νει κάτι έλεγε: «Εμ βέβαια, το ΄πε η Ατζιέλω από τ’ Αδάμι».

Οι καλόγεροι απαλλάχτηκαν ορι­στικά από τον κακό μπέη, όταν τον σκότωσε, με τη βοήθεια του Αγίου, το άλογό του ένα βράδυ, ενώ γύριζε από το Αδάμι στο Λυ­γουριό. Άλλοι βέβαια λένε πως ο Άγιος εμφανίστηκε στον ύπνο του μπέη, μέσα στο σπίτι της φί­λης του, και τον αποκεφάλισε με το σπαθί του.

 

Σοφία Σαρρή

Φιλόλογος – Αρχαιολόγος

 Περιοδικό «Αρχαιολογία», τεύχος 35, Ιούνιος, 1990.  

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία από την Αργολική Βιβλιοθήκη

  • Γιάννης Σαρρής – Νίκος Καλαματιανός – Βασίλης Μπιμπής, «Λυγουριού Ενορίες 1701-2013», Λυγουριό, 2014.
  • Ντιάνα Αντωνακάτου – Τάκης Μαύρος, «Ελληνικά Μοναστήρια / Πελοπόννησος», τόμος 1ος, Αθήνα, 1976.
  • Σαραντάκης Πέτρος, « Αργολίδα – Οι Εκκλησίες και τα Μοναστήρια της», Εκδόσεις Οιάτης, Αθήνα, 2007

 

 

Read Full Post »

Χρήστος Κων. Αίσωπος ή «Τζίτζης»


 

Χρήστος Αίσωπος

Χρήστος Αίσωπος

Τον φώναζαν «Τζίτζη» γιατί από μικρός, ήταν μικροσκοπικός. Ονομαζόταν Χρήστος Αίσωπος. Είχε γεννηθεί στο Λυγουριό Αργολίδας το 1908 και ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά του Κωνσταντίνου («Αναγνώστη») Αισώπου και της Βασιλικής (το γένος Γ. Δουράνου). Είχε εργαστεί ως μηχανικός του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Στην κατοχή, επειδή ήταν οργανωμένος στο ΕΑΜ και βρέθηκαν στο σπίτι του στο Λυγουριό δύο βιβλία Μαρξιστικού περιεχομένου, βασανίστηκε και εκτελέστηκε από τα Γερμανικά στρατεύματα την 1η Ιουνίου 1944.

Κατά τον χρόνο της εκτέλεσής του, ο πατέρας του δεν υπήρχε· είχε πεθάνει από το 1941. Η μητέρα του Βασιλική, η «θεία Αναγνώσταινα», ήταν 60 ετών. Ο αδελφός του ο Παντελής ήταν 34 ετών, παντρεμένος και με δύο παιδιά. Η μεγάλη αδελφή του, η Ευγενία, 31 ετών, παντρεμένη με τον Κωνσταντίνο Φ. Τυροβολά. Η μικρή, η Αγγελική ήταν 28 ετών και ο Γιώργος ο «Κουτσός» 25 ετών.

Ο «Τζίτζης» από μικρός ήταν επαγγελματίας ναυτικός. Για μεγάλο διάστημα είχε υπηρετήσει στο Πολεμικό πλοίο «ΑΕΤΟΣ» με τον βαθμό του υποκελευστή. Στον πόλεμο του ’40 βρέθηκε να δουλεύει ως μηχανικός σε ένα εμπορικό πλοίο το οποίο το 1941 βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς έξω από το λιμάνι του Πειραιά και βυθίστηκε. Ο «Τζίτζης» πρόλαβε να πέσει στη θάλασσα και κολυμπώντας βγήκε στην κοντινή Σαλαμίνα. Κάποιοι θυμούνται και μας διηγήθηκαν πως έφτασε στο Λυγουριό ξυπόλητος και ρακένδυτος.

Η απασχόληση του στο χωριό τα χρόνια της κατοχής ήταν ένα περιβολάκι που διατηρούσε η οικογένειά του στη θέση «Κρανιά». Όλοι έχουν να λένε πως ήταν ένας ευφυής, φιλήσυχος και μελετηρός άνθρωπος. Δεν έκρυβε στις λιγοστές κουβέντες του την πίστη του στην δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Ήταν από τους πρώτους που συμμετείχαν στην οργάνωση του ΕΑΜ που δημιουργήθηκε στο Λυγουριό.

Πρωτοστάτες του σχηματισμού και της δράσης της Οργάνωσης ήταν τρία αδέλφια από το Άργος, εργολάβοι, ονομαζόμενοι «Ζαρογιανναίοι». Ο Κώστας, ο μεγαλύτερος, ήταν απολυμένος τμηματάρχης του Υπουργείου Δημοσίων Έργων επί Μεταξά και έδινε παρουσία κάθε μήνα στην Αστυνομία. Αυτός ήταν και ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της Μαρξιστικής-κομμουνιστικής ιδεολογίας. Ο Νίκος, ο δεύτερος, ήταν πολιτικός μηχανικός. Ο Πέτρος, ο μικρότερος, είχε πλείστες καλλιτεχνικές ανησυχίες (ηθοποιός, ερασιτέχνης μουσικός,…) και ήταν παροιμιώδης γλεντζές και γυναικοκατακτητής στο προπολεμικό Λυγουριό.

Πριν ακόμη από τον πόλεμο οι «Ζαρογιανναίοι» είχαν πάρει την εργολαβία κατασκευής του δρόμου Λυγουριού-Παλαιάς Επιδαύρου με επιστάτη το Λυγουριάτη Θανάση Χρόνη. Ο Κώστας ο Ζαρόγιαννης, που συνήθως επέβλεπε τα έργα και το προσωπικό, δεν ξεχνούσε την ιδεολογία του ακόμα και εν ώρα εργασίας. Όλοι θυμούνται πως κάθε πρωί, κατά τις 10, «υποχρέωνε» τους εργαζόμενους σε διάλειμμα, για καφέ και συζήτηση. Εκεί, με το κύρος του ιδεολογικά ενημερωμένου στελέχους, ανέλυε τις κοινωνικές αδικίες, την «εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο», το δίκιο και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Ένας απροσδόκητος εργοδότης…

Τα χρόνια της κατοχής – και ιδιαίτερα το καλοκαίρι του 1942 – τόποι συνάντησης των μελών του ΕΑΜ και πεδίο διαφώτισης και προπαγάνδας ήταν τα δεκάδες περιβολάκια των Λυγουριάτικων οικογενειών. Τα περισσότερα δημιουργήθηκαν λόγω της πείνας και της κατοχής σε κάθε τόπο που υπήρχε λίγο νεράκι… Στη «Νάπα», στο «Γερό» (Ιερό), στο «Μπουλμέτι», στα «Κρανιά», στου «Τζερέκου» και αλλού.

Μια προπολεμική φωτογραφία: Στη μέση ο Πέτρος Ζαρόγιαννης, αριστερά ο Χρήστος Αίσωπος και δεξιά ο Γιάννης Ν. Καψάλης.

Μια προπολεμική φωτογραφία: Στη μέση ο Πέτρος Ζαρόγιαννης, αριστερά ο Χρήστος Αίσωπος και δεξιά ο Γιάννης Ν. Καψάλης.

Εκεί πηγαινοέρχονταν τα μεσημέρια πότε ο Κώστας και πότε ο Πέτρος ο Ζαρόγιαννης μ’ ένα ποδήλατο, όταν ξαπόσταιναν οι περιβολάρηδες για «μια μπουκιά ψωμί». Εκεί άνοιγε η κουβέντα και φούντωνε ο διάλογος. Εκεί όλοι μιλούσαν και άκουγαν για την πορεία του πολέμου – Ελ Αλαμέιν, Στάλινγκραντ – για την Αντίσταση και την Ελευθερία, την Κοινωνική Δικαιοσύνη και τη Δημοκρατία. Εκεί όλοι μιλούσαν και συμφωνούσαν για την παραδειγματική τιμωρία που περίμενε μετά την απελευθέρωση τους δοσίλογους, τους μαυραγορίτες και τους κάθε λογής συνεργάτες των στρατευμάτων κατοχής. Η Οργάνωση του ΕΑΜ σε πλήρη ανάπτυξη. Διαφώτιση, προπαγάνδα και στρατολόγηση νέων μελών. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι νέες και οι νέοι που ανταποκρίθηκαν.

Παράλληλα όμως με τη διαφωτιστική – προπαγανδιστική δουλειά της Οργάνωσης, λίγους μήνες πριν από τη σύλληψη του «Τζίτζη», στην περιοχή του Λυγουριού, συνέβη ένα σημαντικό γεγονός, που διαμόρφωσε συνθήκες πολέμου. Το γερμανικό φυλάκιο στο «Γερό» (Ιερό Ασκληπιείου) χτυπήθηκε από αντάρτες του ΕΛΑΣ, ανήμερα την Κυριακή της τελευταίας Αποκριάς, την 1η Μαρτίου 1944. Το Λυγουριό εκείνη την ημέρα είχε διπλή γιορτή, από τη μια την παραδοσιακή τελευταία Αποκριά και από την άλλη την πρόσφατη αποχώρηση των Γερμανών από το χωριό τους. (Οι Ιταλοί είχαν φύγει από την προηγούμενη χρονιά).

Οι κατακτητές άφησαν στην περιοχή μόνο μία φρουρά, στο φυλάκιο του Ασκληπιείου, που βρισκόταν βορειοανατολικά του αρχαιολογικού χώρου και λίγο πριν από το εκκλησάκι της Αγίας Άννας. Το φυλάκιο ήταν μια εγκατάσταση λίγων δωματίων, που περιστοιχιζόταν από πέτρινα ορύγματα και που είχε κατασκευαστεί από τους Γερμανούς με υποχρεωτική εργασία Λυγουριατών. Εκεί είχαν εγκαταστήσει γεννήτρια, ασύρματο, τηλέφωνο και μαγειρείο. Οι εγκαταστάσεις του φυλακίου καταστράφηκαν από τους ίδιους τους Γερμανούς με εκρηκτικά όταν αποχώρησαν οριστικά από τον τόπο μας το καλοκαίρι του 1944.

Στην ολιγομελή φρουρά του φυλακίου υπηρετούσε κι ένας πανύψηλος καλοκάγαθος Γερμανοπολωνός στρατιώτης, ονόματι Ρίχελ. Αυτός, λόγω της μακροχρόνιας παραμονής του στον τόπο μας και των συνθηκών της κατοχής που διαμορφώθηκαν, είχε συμπονέσει τους φτωχούς χωριάτες και ιδιαίτερα τα στερημένα παιδιά των αγροτοκτηνοτρόφων της περιοχής. Δεν ήταν λίγες οι φορές, τον καιρό της πείνας, που τους έδινε κάτι να φάνε. Ο Χρήστος Γ. Σαρρής – επτάχρονο παιδάκι τότε – θυμάται πως από τα χέρια του Ρίχελ πήρε και έφαγε την πρώτη σοκολάτα της ζωής του. Εδώ αξίζει να αναφερθεί πως σε αυτό το φυλάκιο υπηρετούσε επίσης και ο δεκαοχτάχρονος τότε Γερμανός στρατιώτης ονόματι Άϊντς. Αυτός τελικά επέζησε του πολέμου και το 1979 επισκέφτηκε τον τόπο μας και βαθύτατα συγκινημένος (κλαίγοντας) προσκύνησε τα ερείπια του φυλακίου. Τέλος, μάγειρας του φυλακίου ήταν ο 35χρονος γερμανός στρατιώτης ονόματι Αρτούρ, ο γηραιότερος της φρουράς, αλκοολικός και πασίγνωστος στους ντόπιους, που δεν τον «χόρταιναν» κρασί.

Την ημέρα της τελευταίας Αποκριάς, που εξιστορούμε, είχε κατέβει και ο Ρίχελ στο Λυγουριό. Ήθελε να παρακολουθήσει τις εορταστικές εκδηλώσεις των χωρικών, ίσως όμως ήθελε και να τους αποχαιρετήσει· όλοι ήξεραν ότι οι Γερμανοί «χάνουν τον πόλεμο» και ότι σύντομα θα οπισθοχωρούσαν. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τον υποδέχτηκαν και τον κέρασαν.

Εκείνες τις ώρες της διασκέδασης, λίγο πριν από το μεσημέρι, στην περιοχή του αρχαίου θεάτρου, μια μικρή ομάδα ανταρτών του ΕΛΑΣ, προερχόμενη από την περιοχή της Κορίνθου, υπό τον καπετάν «Χάρο» κατά κόσμον Παπαρρήγα (μετέπειτα πεθερό της μέχρι πρότινος Γραμματέως του Κ.Κ.Ε.) περικύκλωσαν από απόσταση το γερμανικό φυλάκιο. Έστησαν ένα πολυβόλο στη θέση «Χαρανί», πλησίον του Μαλεάτα και όρθωσαν πρόχειρες πολεμίστρες με «λιανοντούφεκα» ανατολικά από το στανοτόπι του Βασίλη Σαρρή («Ξαλιά»).

Πριν εκδηλώσουν την επίθεση, «υποχρέωσαν» δύο Λυγουριάτες που βρήκαν στην περιοχή, τον Δημήτρη Μιχ. Γιαννούλη και τον Παναγιώτη Ιω. Γκοβάτση, να κόψουν με χειροπρίονα δύο τηλεγραφόξυλα και με αυτά να καταστρέψουν την τηλεφωνική σύνδεση του φυλακίου. Στη συνέχεια, έριξαν μερικές ριπές με το πολυβόλο και κάποιες βολές με τα τουφέκια εναντίον των γερμανικών εγκαταστάσεων. Όταν όμως δέχτηκαν τη σφοδρή αντεπίθεση των Γερμανών, αποσύρθηκαν προς νότο με κατεύθυνση την Ερμιονίδα, που ήταν ο προορισμός τους. Απώλειες ή τραυματισμοί δεν υπήρξαν για καμιά από τις δύο πλευρές. Η «επιχείρηση» αυτή των ανταρτών εναντίον του γερμανικού φυλακίου πιθανότατα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα επιπόλαιο περιστατικό, αυθόρμητο και απροσχεδίαστο, που παρ’ ολίγον να κάψει στην κυριολεξία το Λυγουριό και να πυροδοτήσει την γερμανική εκδικητικότητα.

Οι Γερμανοί, όταν διαπίστωσαν την καταστροφή της τηλεφωνικής γραμμής, χρησιμοποίησαν τον ασύρματο και ειδοποίησαν την Κεντρική Διοίκηση στο Ναύπλιον ζητώντας ενισχύσεις, οι οποίες και δεν άργησαν να έρθουν. Πρώτα-πρώτα έφτασαν από τον Σαρωνικό δύο πολεμικά υδροπλάνα, που διέγραψαν μία κυκλική επιθετική περιπολία πάνω από την περιοχή.

Οι κάτοικοι του Λυγουριού με το πρώτο βουητό των υδροπλάνων και τις απανωτές ριπές των πολυβόλων, που γάζωναν τους γύρω λόφους, διέκοψαν απότομα την αποκριάτικη διασκέδαση. Επικράτησε πανδαιμόνιο. Με ιδιαίτερη σπουδή οι τρομοκρατημένοι χωρικοί ετοίμασαν τη φυγή τους στην ύπαιθρο. Γέμισαν τις γούρνες με νερό και τάισαν τα πουλερικά και τα ζωντανά του σπιτιού. Βύζαξαν τα αρνιά και τα κατσίκια και τα έκλεισαν στους στάβλους. Δεν ήξεραν πότε θα γυρίσουν. Έριξαν στα καπούλια και στα σαμάρια των ζώων λίγες κουβέρτες, μερικές αλλαξιές, ένα καρβέλι ψωμί και κάποια λιγοστά εφόδια. Τα μωρά βρήκαν καταφύγιο στην αγκαλιά της μάνας και τα μεγαλύτερα παιδιά κρατώντας σφιχτά το χέρι του πατέρα βγήκαν από το χωριό και όλες οι οικογένειες σκόρπισαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Μόνο λίγοι γέροι έμειναν πίσω καρτερώντας τον πιθανό κίνδυνο παρά τη σίγουρη ταλαιπωρία της «εξόδου».

Οι περισσότερες οικογένειες αναζήτησαν την προστασία τους στα περιβόλια τους και στα κοντινά ξωκλήσια. Ο Αη Γιώργης, η Αγία Μαρίνα, ο Άγιος Αθανάσιος και ο Άγιος Μερκούριος μετατράπηκαν σε πραγματικά καταφύγια πίστης και ελπίδας. Τα γυναικόπαιδα είχαν την προτεραιότητα στην προστασία. Ορισμένοι νέοι και οι πιο τολμηροί σκαρφάλωναν με προφυλάξεις σε ψηλούς βράχους και αγνάντευαν το χωριό που σε λίγο – κατά τις φήμες – θα καιγόταν. Ευτυχώς το κακό δεν έγινε. Πολλοί ισχυρίζονται πως αυτό οφείλεται στην πεισματική και πειστική παρέμβαση του στρατιώτη Ρίχελ που έπεισε τους ανωτέρους του πως οι αντάρτες που «χτύπησαν» το φυλάκιο ήταν φερτοί και δεν είχαν καμία σχέση με τους φιλήσυχους Λυγουριάτες.

Εν τω μεταξύ κατέφθασαν στο έρημο χωριό από το Ναύπλιον δύο τεθωρακισμένα καμιόνια με πάνοπλους στρατιώτες. Παράλληλα τα υδροπλάνα συνέχιζαν τις εκκωφαντικές περιπολίες τους και «γάζωναν» με τις ριπές τους τα γύρω υψώματα.

Αθώο θύμα της αεροπορικής αυτής επίθεσης υπήρξε η άτυχη Χριστίνα, σύζυγος του Περίανδρου Σκοτώρη, 30 ετών και μητέρα ενός εξάχρονου αγοριού, του Κώστα. Έπεσε νεκρή πηγαίνοντας στην περιοχή «Μόνουκα» από μια αεροπορική ριπή πλησίον του Λυγουριάτικου νεκροταφείου, πριν προλάβει να κρυφτεί στα δέντρα του περιβόλου. Η επτάχρονη τότε Φωτούλα Μιχ. Ξυπολιά θυμάται πως το άψυχο σώμα της μεταφέρθηκε στο χωριό με το γαϊδουράκι του πατέρα της Παναγιώτη Ν. Δεληγιάννη.

Την από αέρος γερμανική επίθεση δέχτηκε και η Κατερίνα, σύζυγος Γεωργίου Περ. Καψάλη, στην περιοχή του Αη Γιώργη, όταν πήγαινε με το γάιδαρό της να προφυλαχτεί, κρατώντας στην αγκαλιά της τον τετράχρονο γιο της Περικλή. Όταν είδε από μακριά τ’ αεροπλάνα και συνειδητοποίησε τον κίνδυνο, πρόλαβε να κατέβει από το ζώο και με τον μικρό Περικλή στην αγκαλιά της κρύφτηκαν στους παρακείμενους θάμνους. Οι φονικές ριπές του αεροπλάνου τελικά σκότωσαν μόνο το άτυχο ζώο.

Στον απόηχο του «χτυπήματος» του φυλακίου, ένα άλλο αιματηρό επεισόδιο συνέβη στη θέση «Χάνι» του γειτονικού Αδαμίου. Συγκεκριμένα, στα πλαίσια του κυνηγητού που εξαπέλυσαν κατά των ανταρτών, οι Γερμανοί έστειλαν και ένα απόσπασμα προς την κατεύθυνση της φυγής τους. Αυτό το απόσπασμα, αφού παρέκαμψε τη θέση «Κολώνες» του Ιερού, βγήκε αγνάντι στην Αδαμιώτικη περιοχή «Χάνι», λίγο μετά το «Σέλκι». Σε αυτή την επιχείρηση οι Γερμανοί δεν συνάντησαν πουθενά αντάρτες και στράφηκαν στους άμαχους. Για τους ένοπλους κατακτητές, ό,τι εκινείτο ήταν στόχος.

Έτσι τα πυρά των Γερμανών σκότωσαν τον γέροντα Παναγιώτη Καραφωτιά, που όταν τους είδε έτρεξε να κρυφτεί στο βουνό, αλλά δεν πρόλαβε. Στη συνέχεια, τραυμάτισαν σοβαρά στα πόδια την εντεκάχρονη τότε Ιωάννα (Γιαννούλα) Χρ. Παπαδόγιαννη, μετέπειτα σύζυγο Γεωργίου Κ. Καραφωτιά, που εκινείτο στην αυλή του σπιτιού της. Όταν πλησίασαν οι εξαγριωμένοι Γερμανοί, πυρπόλησαν και το σπίτι του Παπαδόγιαννη γιατί το θεώρησαν κρησφύγετο των διερχόμενων ανταρτών. Αυτή την εξήγηση έδωσε στους τρομοκρατημένους παθόντες ο Έλληνας χωροφύλακας και διερμηνέας των κατακτητών ονόματι Κρεμπενιός, που τότε υπηρετούσε στο Σταθμό του Λυγουριού.

Ο Χρήστος Κ. Αίσωπος στην αρχή της θητείας του στο Ναύσταθμο.

Ο Χρήστος Κ. Αίσωπος στην αρχή της θητείας του στο Ναύσταθμο.

Το περιβολάκι της οικογένειας του «Τζίτζη» βρισκόταν στη θέση «Κρανιά», νοτιοανατολικά του χωριού. Από εκεί ο Χρήστος, έχοντας δίπλα του την απέραντη κρυψώνα του βουνού, ζούσε σαν καταζητούμενος των Γερμανών και των ντόπιων συνεργατών τους, παρότι δεν είχε κατηγορηθεί ή διαπράξει κανένα έγκλημα πέραν της προσήλωσής του στη Μαρξιστική θεωρία. Έτσι, όπως κάθε τόσο, πιθανότατα, την Κυριακή 29 Μαΐου 1944, ξεκίνησε από το περιβόλι του, με κάθε προφύλαξη, να φτάσει στο πατρικό του σπίτι για προμήθειες. Πολύ πριν πλησιάσει, κάποιοι άλλοι περιβολάρηδες τον ειδοποίησαν: «Πρόσεχε» του είπαν «το χωριό σήμερα είναι γεμάτο από Γερμανούς και Ταγματασφαλίτες….». Αυτός τους αγνόησε… Το είχε ξανακάνει… Όταν όμως μπήκε στο σπίτι του, «μπουκάρισαν» ξωπίσω του οι κρυμμένοι ένοπλοι διώκτες του και τον συνέλαβαν.

Έψαξαν σε κάθε γωνιά του σπιτιού για όπλα ή κάποιο άλλο ενοχοποιητικό στοιχείο. Δεν βρήκαν τίποτα, παρά μόνο δυο βιβλία – κομμουνιστικά είπαν – κρυμμένα στην αποθήκη με τα κάρβουνα. Με τα «ενοχοποιητικά» αυτά ευρήματα – τα Μαρξιστικά βιβλία – οι δεσμώτες του τον οδήγησαν στα κρατητήρια της Αστυνομίας του Λυγουριού για ανάκριση.

Εκεί για τρεις ημέρες και τρεις νύχτες τον βασάνισαν φριχτά, προκειμένου να του αποσπάσουν πληροφορίες για κρυψώνες όπλων και ονόματα ανταρτών. Εκείνες τις ημέρες και τις νύχτες στη γειτονιά της Αστυνομίας δεν κοιμήθηκε κανένας από τα βογγητά του άτυχου κρατούμενου. Ο Χρήστος φαίνεται πως άντεξε, γιατί δεν ακολούθησαν άλλες συλλήψεις. Το μόνο που μπορεί να αναφερθεί, χωρίς να συσχετισθεί, είναι πως εκείνες τις ημέρες, με τη σύλληψη του «Τζίτζη», είχαμε και τις ανακρίσεις από τους Γερμανούς του εφημέριου παπα -Γρηγόρη Πετρουλά, που λίγο έλειψε να τον εκτελέσουν κι αυτόν – τελικά τη γλίτωσε αλλά του απαγορεύτηκε να επανέλθει στην ενορία του στο Λυγουριό.

Ο Πετρουλάς είχε κατηγορηθεί για αντιγερμανική προπαγάνδα «από άμβωνος» και για μια φωτογραφία που έφτασε στα χέρια των κατακτητών από ντόπιους «καλοθελητές» στην οποία ο ιερέας απεικονιζόταν με αρμάδες «χιαστί» εν μέσω ανταρτών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Απόλυτα σαφής είναι η αναφορά του με ημερομηνία 11 Ιουλίου 1944 προς τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Αργολίδος, που γράφει επί λέξει: «Λαμβάνω την τιμήν ευσεβάστως ν’ αναφέρω Υμίν, ότι η Γερμανική Αστυνομική αρχή μου απαγόρευσε να επανέλθω εις την οργανικήν μου θέσιν εν Λυγουρίοις, καθότιν ευρίσκει λόγους σοβαρούς προς τούτο… Ασπάζομαι την δεξιάν σας. Το πνευματικόν σας τέκνο Γρ. Πετρουλάς». (Πηγή: Αρχείο Ιεράς Μητρόπολης Αργολίδας).

Ύστερα από τρία μερόνυχτα φρικτών βασανιστηρίων ο «Τζίτζης» βρισκόταν σε άθλια κατάσταση στα κρατητήρια της Αστυνομίας του Λυγουριού· αιμόφυρτος, νηστικός και κυρίως διψασμένος, δύσκολα στεκόταν στα πληγωμένα πόδια του. Αυτό διαπίστωσε όταν τον αντίκρισε από τον μικρό φωταγωγό της φυλακής του – και αυτό μαρτύρησε – η πρώτη του εξαδέλφη Μαριγώ, σύζυγος Δημητρίου Χρ. Μελλά ή «Μπόρη».

Αυτή και μόνο, με αξιοζήλευτο θάρρος και αυταπάρνηση, προσέγγισε τον χώρο του βασανιστηρίου του, χωρίς να γίνει αντιληπτή. Με απαράμιλλη ευρηματικότητα, ψυχραιμία και μυστικότητα, χρησιμοποίησε το ημιυπόγειο της διπλανής με το κρατητήριο χαμοκέλας, ιδιοκτησίας τότε Παντελή Γκοβάτση (σημερινή οικία Κων. Τζάνου) και πέρασε «σαν φίδι» στο σκοτεινό σοκάκι της Αστυνομίας. Έτσι προσέγγισε τη φυλακή του κρατούμενου εξαδέλφου της και του έδωσε μέσα από τα κάγκελα του φεγγίτη λίγη τροφή και κυρίως το πολύτιμο νερό, που τόσο είχε ανάγκη.

Ο Χρήστος Αίσωπος με την αδελφή του Ευγενία Τυροβολά που έμελλε να ζήσει το τραγικό τέλος του.

Ο Χρήστος Αίσωπος με την αδελφή του Ευγενία Τυροβολά που έμελλε να ζήσει το τραγικό τέλος του.

Σ’ αυτό το μικρό αλλά βασανιστικό διάστημα η αδελφή του Χρήστου, η Ευγενία Τυροβολά, με την συνδρομή του δικολάβου Κωνσταντίνου Αισώπου συμπλήρωσε μια «αίτηση χάριτος» και μάζεψε υπογραφές θετικές από όλο το χωριό. Υπέγραψαν πάρα πολλοί ομοϊδεάτες και αντίθετοι. Μέχρι και η Ελενίτσα, η χήρα του Χρηστάκη του Τόλια του γιατρού, που τον προηγούμενο χρόνο – το 1943 – είχε εκτελεστεί μαζί με τον Παλαιοεπιδαύριο Βάσο Φελιμέγκα από Λιμνιάτες αντάρτες στην Προσύμνη. Τόσο αγαπητός ήταν. Όταν όμως ο γιατρός ο «Καλέρης» (Κ. Καλαματιανός) είδε όλες αυτές τις υπογραφές, τη διαβεβαίωσε πως αυτό το πλήθος των υπογραφών, που έδειχνε πόσο αγαπητός ήταν στην τοπική κοινωνία, θα ήταν και ο σίγουρος θάνατός του. Την έπεισε να σκίσουν την αίτηση και να συντάξουν καινούργια. Δεν πρόλαβαν…

Οι Γερμανικές αρχές, αφού με την ανάκριση και τα βασανιστήρια δεν μπόρεσαν ν’ αποσπάσουν καμιά πληροφορία, πήραν την αποτρόπαια απόφαση: «Εις θάνατον…» – χωρίς φυσικά ο δυστυχής κρατούμενος να τύχει οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας και υπεράσπισης. Τέτοια χρόνια τέτοια λόγια. Έτσι το πρωί της 1ης Ιουνίου 1944, ημέρα Τετάρτη, οι πάνοπλοι Γερμανοί στρατιώτες οδήγησαν «σηκωτό» τον αιμόφυρτο και ανήμπορο Χρήστο έξω από το χωριό.

Μαρτυρίες για τη διαδρομή που ακολούθησαν δεν υπάρχουν. Όλοι οι χωριανοί είχαν κρυφτεί και κλειστεί στα σπίτια τους. Η θλιβερή κουστωδία, για να αποφύγει τον κεντρικό δρόμο, πρέπει να πήρε τη βορειοδυτική διαδρομή, από το προαύλιο της Αγίας Τριάδας προς τον «Πλάτανο». Από εκεί θα κατηφόρισαν προς το δρόμο της Επιδαύρου. Αμέσως μετά το σπίτι του Κώστα Καμπίτη («Μπόμπη»), μπήκαν στην αριστερή πλευρά της ασφάλτου, σε ένα χωράφι ιδιοκτησίας τότε Δημητρίου Γκάτζιου («Σπόγγου»), που σήμερα είναι χτισμένη η κατοικία του Παναγιώτη Φωτ. Χουντάλα. Εκεί στον ίσκιο μιας εύρωστης γκοριτσιάς σταμάτησαν. Χωρίς άλλη διαδικασία και καθυστέρηση ο επικεφαλής της Γερμανικής φρουράς έβγαλε το πιστόλι του και σημάδεψε τον «Τζίτζη» στο κούτελο. Η σφαίρα βγήκε από το πίσω μέρος της κεφαλής του, που άνοιξε σαν τσόφλι καρυδιού και σκόρπισαν τα μυαλά του στο χώμα. Η ώρα ήταν εννέα το πρωί και κάποια παιδιά παρακολούθησαν την εκτέλεση από μακριά. Οι εκτελεστές για πολλή ώρα απαγόρευσαν σε οποιονδήποτε να πλησιάσει το άψυχο σώμα εκτός… από τα σμήνη των μυγών, που λόγω της ζέστης δεν άργησαν να σκεπάσουν – στην κυριολεξία – τα χαίνοντα τραύματα του νεκρού. Φρίκη πραγματική.

Αυτή την αποτρόπαια εικόνα αντίκρισε, όταν έφυγαν οι Γερμανοί, και μας περιέγραψε ο δεκαπεντάχρονος τότε και «αυτόπτης» Αναστάσιος Δ. Μελλάς («Μπόρης»), γιός της Μαριγώς που προαναφέραμε. Όταν μαθεύτηκε το κακό στο χωριό, στο σπίτι του αδικοσκοτωμένου Χρήστου, βρίσκονταν μόνο η άμοιρη μητέρα του Βασιλική, η «θεια Αναγνώσταινα» και η μεγάλη αδελφή του Ευγενία Τυροβολά. Εκείνες μόνο έτρεξαν αλλόφρονες να τον θρηνήσουν και να τον παραλάβουν. Όλοι οι άλλοι του σπιτιού έλειπαν.

Η μικρή του αδελφή Αγγελική βρισκόταν κοντά στον αδελφό της το Γιώργη, σε νοσοκομείο της Αθήνας, όπου ο τελευταίος νοσηλευόταν ύστερα από τον ακρωτηριασμό του ενός ποδιού του. Αυτοί οι δύο το τραγικό γεγονός της εκτέλεσης του αδελφού τους το έμαθαν μετά από σαράντα μέρες, όταν επέστρεψαν στο σπίτι τους στο Λυγουριό. Ο άλλος αδελφός τους, ο Παντελής, ήταν κρατούμενος για πολιτικούς λόγους στις φυλακές της Ακροναυπλίας. Η γυναίκα του η «Βγενιά» για περισσότερη προστασία είχε μετακομίσει στο πατρικό της, στη Νέα Επίδαυρο, έχοντας μαζί της την τετράχρονη κόρη της και το νεογέννητο γιο της. Εκεί ειδοποιήθηκε για το κακό αυθημερόν, λαβαίνοντας από το Λυγουριό το θλιβερό μήνυμα του πένθους μέσα σε ένα ταγάρι που έκρυβε ένα μαύρο τσεμπέρι. Ώσπου να μάθει τα ακριβή γεγονότα «δεν ήξερε για ποιόν να θρηνήσει…». Αυτά τα διηγείται ακόμη η θεια «Βγενιά» παρά τα βαθιά της γεράματα.

«Η ακριβής περιγραφή του περιστατικού και των συνθηκών θανατώσεως του θύματος…» περιέχεται στη σχετική αγωγή που συνέταξε στις 23 Αυγούστου 1995 ο Ναυπλιώτης δικηγόρος Παν. Λαλούσης για την «Διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας». Αντιγράφουμε: «Η θανάτωση έγινε με όπλο από Γερμανούς στρατιώτες μέσα στο Λυγουριό πλησίον της οικίας Αναστ. Λιάτα («Τασέλου») την 1η Ιουνίου 1944 ημέραν Τετάρτην και ώραν 9 π.μ. αφού είχε υποστεί πολλά βασανιστήρια, για λόγους αντιθέσεώς του στη ναζιστική θεωρία. Μετά τη θανάτωση οι συγχωριανοί ειδοποίησαν την οικογένειάν του που τον έθαψε κατά τις 6 μ.μ. της ίδιας μέρας τοποθετημένο επάνω σε φύλλο ξύλινης πόρτας».

Η ληξιαρχική πράξη θανάτου, με αριθμό 7, παρελήφθη από την μητέρα του θύματος Βασιλική, στις 12 το μεσημέρι. Την υπογράφει ο τότε Ληξίαρχος και διορισμένος Πρόεδρος της Κοινότητας Βασ. Διδασκάλου («Μπιλ»). Διαβάζουμε: «την πρώτην του μηνός Ιουνίου 1944 ημέραν Τετάρτην… απεβίωσεν φονευθείς ο υιός της Χρήστος Κ. Αίσωπος… Ο θάνατος κατά την πιστοποίησιν του ιατρού Κων. Καλαματιανού επήλθεν εκ τραύματος δι’ όπλου». Στο περιθώριο του εγγράφου και με διαφορετικό γραφολογικό χαρακτήρα υπάρχει ετεροχρονισμένη η σημείωση: «Εφονεύθη παρά γερμανών».

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του «αυτόπτη» δεκαοχτάχρονου τότε Κώστα Π. Γκοβάτση («Μοίρα»), που βρέθηκε την ώρα της διακομιδής στην «Πάνω Πλατεία» του Λυγουριού, ο νεκρός είχε τοποθετηθεί επάνω σε μία ξύλινη σκάλα. Την ξύλινη πόρτα που αναφέρει η αγωγή του δικηγόρου δεν θυμάται να την είδε. Το πιθανότερο είναι ότι η πόρτα με τη σορό τοποθετήθηκε σκεπασμένη με σεντόνι επάνω στη σκάλα κι έτσι μεταφέρθηκε από τον τόπο της εκτέλεσης στο ιατρείο του Κων. Καλαματιανού για τη γνωμάτευση και από κει στο Νεκροταφείο.

Τη μακάβρια μεταφορά ανέλαβαν, εκ περιτροπής, κρατώντας την ξύλινη σκάλα από τις άκρες της, ο φανοποιός Πέτρος Σπανόπουλος («Πετράκης»), ο Στέλιος Κωστάκης («Πίκρας») και η αδελφή του νεκρού, Ευγενία· αυτή η τραγική λυγερόκορμη νέα γυναίκα, που εκείνη την ημέρα – μονάχη ουσιαστικά – αντιμετώπισε και διαχειρίστηκε με ιδιαίτερο πείσμα το αβάσταχτο πένθος και τον φαρμακερό πόνο, τον δικό της, της μάνας της και του σπιτιού τους ολόκληρου· αυτή που πρώτη το πρωί, στον τόπο της εκτέλεσης σκέπασε μ’ ένα σεντόνι το θλιβερό λείψανο του αδελφού της και τελευταία το βράδυ, με σφιγμένα τα δόντια, τον μετέφερε μέχρι το Νεκροταφείο· αυτή που βάσταξε και απομόνωσε με λεόντεια γενναιότητα τον ανεκδήλωτο θρήνο της, αδιαφορώντας για την παρουσία των μισητών εκτελεστών. Η Ευγενία Τυροβολά, μια υπερήφανη φυσιογνωμία, φερμένη και βγαλμένη από την τραγική «Αντιγόνη» του αρχαίου ποιητή.

Τέλος εκείνο που θυμάται και μας μετέφερε επίσης ο Κώστας Γκοβάτσης είναι πως η νεκρώσιμη συνοδεία των ελάχιστων συγγενών δεν ξεπερνούσε τα επτά με οκτώ άτομα. Οι άλλοι χωριανοί, απόλυτα τρομοκρατημένοι, είτε είχαν φύγει μακριά από το χωριό είτε είχαν κλειδωθεί στα σπίτια τους.

Η ταφή του άτυχου – και ξεχασμένου από κοινωνία και πολιτεία – Χρήστου Αίσωπου έγινε χωρίς παπά και νεκρώσιμη ακολουθία κατόπιν διαταγής των στρατευμάτων κατοχής. Έφυγε από αυτόν τον κόσμο, άδικα και απάνθρωπα.

Το επίσημο Γερμανικό κράτος ουδέποτε έδωσε λόγο συγγνώμης ή αποζημίωση. Σήμερα, 70 χρόνια από τότε – και επειδή οι ήρωες ζουν ανάμεσά μας όσο τους θυμόμαστε – κλείνουμε αυτό το σημείωμα και το δημοσιοποιούμε σαν ελάχιστο φόρο τιμής και μνήμης στον τραγικό συμπατριώτη μας και ήρωα, Χρήστο Κων. Αίσωπο.

 

Γιάννης Σαρρής (Δραγώνας)

Λυγουριό, Μάιος 2014


Διαβάστε ακόμη:

Read Full Post »

«Αργολικά Σημειώματα “Επίδαυρος ή Δαμαλάς;”,Τοποθεσία του Βούζη = Μέρμπακας;” », Βούλα Κόντη, Σύμμεικτα, τόμος ένατος, Μνήμη Δ. Α. Ζακυθηνού, Μέρος ‘Α, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 1994


 

 

Επίδαυρος ή Δαμαλάς;

Κάστρο του Δαμαλά (Τροιζήνα)

Κάστρο του Δαμαλά (Τροιζήνα)

Ο όσιος Νικών ο «Μετανοείτε», όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος του, αναχωρώντας από την Κρήτη με προορισμό την Πελοπόννησο, έφθασε στην[Ε]πίδαυρον, ον και Δαμαλάν ειώθασι καλείν οι εγχώριοι.Οιμελετητές που έχουν ασχοληθεί είτε με το Βίο του οσίου είτε με τα πελοποννησιακά πράγματα κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο αναφέρονται στο παραπάνω χωρίο, επισημαί­νοντας ότι ο βιογράφος, ταυτίζοντας λανθασμένα την Επίδαυρο με το Δαμαλά, συγχέει δύο γειτονικές περιοχές της βόρειας ακτής της Αργολίδας. Στην προσπάθεια να ερμηνεύσουν το λάθος, άλλοι υπο­στηρίζουν ότι στο συγκεκριμένο χωρίο εννοείται η Επίδαυρος, η οποία κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο έφερε την επωνυμία Δαμαλάς, άλλοι ότι ο όσιος είχε αποβιβαστεί στην Επίδαυρο και ότι αργότερα, κατά την αναχώρησή του είχε μεταβεί στο Δαμαλά, από όπου είχε αποπλεύσει για την Αθήνα και άλλοι, άλλοτε δέχονται ότι παρά τη σύγχυση των τοπωνυμίων η μεσαιωνική ονομασία της Επιδαύρου ήταν Δαμαλάς και άλλοτε θεωρούν ότι ο όσιος είχε φθάσει στην Επίδαυρο και ότι από εκεί είχε μεταβεί στο Δαμαλά, όπου κήρυξε το θείο λόγο. Τέλος, ο Bon και ο Κορδώσης, χωρίς όμως και αυτοί να το τεκμηριώνουν, σημειώνουν ότι ο όσιος Νίκων είχε αποβιβαστεί στο Δαμαλά, τον οποίο θεωρούν ότι λανθασμένα ο βιογράφος του συγχέει με την Επίδαυρο, αντί για την αρχαίαΤροιζήνα.

 

Τοποθεσία του Βούζη = Μέρμπακας;

 

Λίγο πριν από τα μέσα του 12ου αι., ο επίσκοπος Άργους και Ναυπλίου, Λέων, είχε ιδρύσει στην περιοχή της Αρείας γυναι­κεία μονή αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, γνωστή σή­μερα ως Αγία Μονή. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Λέων στο «Υπό­μνημα» της μονής, το οποίο είχε συντάξει τον Οκτώβριο του 1144, σε σύντομο χρονικό διάστημα αναγκάστηκε, για το φόβο των θαλαττίων ληστών, κατά πάσαν άδειαν τα πάντα ληιζομένων, να απομακρύνει τις μοναχές από τη μονή τους, που δεν απείχε πολύ από τη θάλασσα. Έτσι, έκτισε, ειδικά για το λόγο αυτό, άλλη ομώ­νυμη μονή, της πανάγνου δεσποίνης ημών και θεομήτορος, στην ενδοχώρα (πόρρω διακείμενον της θαλάσσης), στην τοποθεσίαν του Βούζη, ενώ μετέτρεψε την πρώτη μονή σε ανδρώα. Η τοποθεσία αυτή απ’ όσο τουλάχιστον γνωρίζω, δεν έχει ως σήμερα εντοπιστεί. Η πιθανότητα να διατηρείται και σήμερα το τοπωνύμιο, σε παρεφθαρμένη, όμως μορφή, φαίνεται μάλλον απίθανη, γιατί σε όλη την περιοχή του αργολικού κάμπου δε σώζεται κάτι παρεμφε­ρές. Αντίθετα, ο τύπος στη γενική, με τον οποίο παραδίδεται η ονομασία της τοποθεσίας, του Βούζη, παραπέμπει συνήθως σε ονό­ματα βυζαντινών οικογενειών και υποδηλώνει τον ιδιοκτήτη γης ή τοπικό άρχοντα. Ας σημειωθεί ότι ο ίδιος ακριβώς τύπος του ονόματος (του Βούζη) μαρτυρείται, στα 1285, και στη νήσο Λήμνο· μνημονεύεται σε σιγιλλιώδες γράμμα του δούκα και απογραφέα του νησιού, Μιχαήλ Μακρεμβολίτου.

Για την ανάγνωση της ανακοίνωσης της κυρίας Βούλας Κόντη πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Αργολικά Σημειώματα

 

Read Full Post »

Ασκληπιεία


 

       Οι Πανελλήνιοι Αγώνες στην Αρχαιότητα – Ασκληπιεία Επιδαύρου

 

Ανάγλυφο του Ασκληπιού από την Επίδαυρο, 4ος αιώνας π.χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Στην ιερή και πετρώδη Επίδαυρο βρίσκεται το ιερό του Ασκληπι­ού, χώρος λατρείας του ήρωα – ιατρού, θεραπευτή και σωτήρα, επήκοου και αλεξίπονου, που ανακούφιζε τους ανθρώπους από τον πόνο. Εικο­νίζεται στα αγάλματα όρθιος ή καθιστός, με ιμάτιο, να στηρίζεται στη δε­ξιά πλευρά με τη ράβδο (παλιό όπλο της θεότητας) γύρω από την οποία τυλίγεται το ιερό του σύμβολο, το φίδι, που είναι καθιερωμένο πλέον σύμβο­λο της ιατρικής. Η αρχική κοιτίδα της λατρείας του Ασκληπιού ξεκίνησε από την αρχαία Τρίκκη (Τρίκαλα) της Θεσσαλίας και είναι πολύ παλιά, ενώ οι δυο γιοι του, οι θεραπευτές γιατροί Μαχάων και Ποδαλείριος λέγεται ότι είχαν ακολουθήσει τους Έλληνες στον Τρωικό πόλεμο.

Από την αρχαϊκή εποχή, η λατρεία του Ασκληπιού διαδόθηκε ευρύτατα στον αρχαιοελληνικό κόσμο και στην Επίδαυρο, όπου αρχικά λατρεύτηκε στο ιερό του πατέρα του, Απόλλωνα Μαλεάτα, στον λόφο του Κυνόρτιου όρους, ανατολικά του γνωστού σ’ εμάς σήμερα ιερού του Ασκληπιού. Από την ύστερη αρχαϊκή- πρώιμη κλασική εποχή, η λατρεία του Ασκληπιού ξαπλώθηκε στην ευρύχωρη κοιλάδα, που περιβάλλεται από τις θεϊκές βουνοκορφές, του Κυνόρτιου, του Κόρυφου, του Τίτθιου όρους (θεόκαυστα), χώρου ανατροφής του, ενώ στο βάθος ξεπροβάλλει αγέρωχη η θεϊκή πανύ­ψηλη κορυφή του Αραχναίου, όπου υπήρχε βωμός του Υέτιου Δία (θεού της βροχής) και της Ήρας.

Η αλματώδης εξάπλωση της λατρείας του ήρωα- θεραπευτή ιατρού με το μειλί­χιο πρόσωπο, συνέβαλε στο να συρρέ­ουν στο ιερό του πλήθη για να θερα­πευτούν, με αποτέλεσμα- σύμφωνα με μυθολογική παράδοση- να τον κε­ραυνοβολήσει ο Δίας και να τον σκο­τώσει, διότι ανέτρεψε την καθιερωμέ­νη ανθρώπινη τάξη. Αυτό είχε ως φυ­σικό αποτέλεσμα τον 4ο π.Χ. αι., ο ήρωας Ασκληπιός να λατρεύεται πλέ­ον ως θεός, μαζί με την Υγεία, την Ηπιόνη, τον Μαχάονα, την Πανάκεια και τον Τελέσφορο.

Η οικονομική ευρωστία του ιερού από τις προσφορές του πλήθους των προσκυνητών, συνέβαλε επίσης στην πλήρη αναμόρφωση του ιερού, στη βάση ενός μεγάλου οικοδομικού προγράμματος με σπουδαία μνημεία, τον ναό του Ασκληπιού με το χρυσελεφά­ντινο άγαλμα που εικονίζεται στα νο­μίσματα της Επιδαύρου, τον ναό της Άρτεμης.

Ανασκαφές στην Επίδαυρο σε επιστολικό δελτάριο, 1909.

Μεταξύ τους υπήρχε το Άβατον, όπου γίνονταν οι εγκοιμήσεις των ασθενών, το καταγώγιο (ο μεγαλύτερος ξενώνας του αρχαίου κόσμου) και η Θόλος ή Θυμέλη, το σημαντικότερο  μαρμάρινο κυκλικό κτίριο της αρχαιό­τητας όπου τελούσαν τη χθόνια λα­τρεία. Εκεί βρισκόταν και ο τάφος του ήρωα Ασκληπιού καθώς και το μονα­δικό αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, έργα του Αργείου αρχιτέκτονα Πολύ­κλειτου του νεότερου, το αρχαίο στά­διο, το γυμνάσιο, τα λουτρά, οι στοές και άλλα σημαντικά κτίρια και λατρείες. (Η Θόλος έχει μερικώς αναστηλω­θεί στο Μουσείο της Επιδαύρου μαζί με άλλα αρχαία κτίρια από τον Π. Καβ­βαδία, η οποία, όμως, διαλύθηκε στο μεγαλύτερο τμήμα της και έπειτα από γνωμο­δότηση του ΚΑΣ πριν από μια δεκαετία, η αί­θουσα δεν είναι πλέον επισκέψιμη).

Ο ιερός αυτός χώρος σύμφωνα με τις επιγραφές ονομαζόταν «Ιερόν του Απόλλωνα Μαλεάτου και του Ασκληπι­ού», «άλσος», συνήθως, «Ιερόν Ασκλη­πιού» και «Ιερόν», αυτό το οποίο μέχρι πρόσφατα ονομαζόταν με τη συνεχή προφορική παράδοση από τους κατοί­κους της περιοχής ως «Γερό»(=Ιερό), αλλά ποτέ δεν ονομαζόταν Ασκληπι­είο. Ο Ασκληπιός στο μεγάλο αυτό ιε­ρό συλλατρευόταν με τον Απόλλωνα Μαλεάτα. Το ιερό αυτό ήταν η Μητρό­πολη από την οποία ιδρύθηκαν όλα τα ασκληπιεία του αρχαίου κόσμου, με την καθιερωμένη μεταφορά του ιερού φιδιού, τα οποία υπολογίζονται περισ­σότερα από εκατόν πενήντα, μεταξύ των οποίων των Αθηνών, της Περγά­μου, της Ρώμης κ.λπ.

 

Αγώνες, αθλητές και …. πρόστιμα

 

Οι αγώνες που τελούνταν στο ιερό του Ασκληπιού ήδη από τις αρχές του 5ου π.Χ. αι., ονομάζονταν Ασκληπιεία και σχετιζόταν προφανώς με την ηρω­ική λατρεία του Ασκληπιού. Τα Ασκλη­πιεία εορτάζονταν κάθε τέσσερα χρό­νια, εννέα ημέρες μετά τα Ίσθμια, την περίοδο του θέρους (Ιούνιο- Ιούλιο). Στη ρωμαϊκή εποχή ονομάζονταν με­γάλα Ασκληπιεία για λόγους διάκρισης από άλλη ετήσια εορτή, τα Απολλώνεια, που είχε καθιερωθεί κατά την ίδια εποχή. Αψευδή μάρτυρα των αγώνων του 5ου π.Χ. αι., αποτελεί το χάλκινο αγαλματίδιο νέου αθλητή- νικητή, προφανώς στους αγώνες των ασκλη­πιείων από το γειτο­νικό Λιγουριό, στο Μουσείο του Βερο­λίνου, που χρονολο­γείται στα 450 π.Χ. και αποτελεί χαρα­κτηριστικό δείγμα της πρωτοπόρος  αργειακής, πολυκλείτειας πλαστικής.

Χάλκινο αγαλματίδιο αθλητή – νικητή που κρατάει τη σφαίρα, από το Λιγουριό, 450 π.Χ. Μουσείο Βερολίνου.

Το αγαλματίδιο απεικονίζει νέο αθλητή που πατάει στέρεα στο έδαφος με κινούμενο σώ­μα. Με το αριστερό χέρι ο αθλητής κρατάει τη σφαίρα με την οποίαν οι νέοι, όπως και στην εποχή μας, έπαι­ζαν διάφορα παιχνίδια και αγωνίζο­νταν σε αθλήματα, ενώ με το δεξιό χέ­ρι κρατούσε την καμπύλη ράβδο στο άκρο (κέρας) με την οποία παιζόταν και ένα παιχνίδι- άθλημα ανάλογο με το σημερινό χόκεϊ. Αλλά η τέλεση των αγώνων, ραψωδιών και μουσικής κα­τά τον 5ο π.Χ. αι., πιστοποιείται και από τον διάλογο του Πλάτωνα, «Ίων» που γράφτηκε στις αρχές του 4ου π.Χ. αι., όπου ο Σωκράτης συνομιλεί με τον Αθηναίο ραψωδό Ίωνα που έχει επιστρέψει από τα Ασκληπιεία της Επιδαύρου και είχε πάρει το πρώτο βραβείο.

Στα Ασκληπιεία ετελούντο γυμνικοί αγώνες δρόμου, στάδιο, δίαυλος, ίππιος (δρόμος τεσσάρων σταδίων), οπλίτης δρόμος, αλλά και άλμα, δί­σκος, ακόντιο, πυγμή και παγκράτιο. Επίσης, ιππικοί αγώνες, αρματοδρο­μίες και τέλος μουσικοί, ωδικοί και δραματικοί αγώνες. Η εορτή άρχιζε με πομπή που ξεκι­νούσε από την πόλη της Επιδαύρου, που την αποτελούσαν οι εκλεγμένοι πολίτες κατά φυλές, στεφανωμένοι με στεφάνια ελιάς προς τιμήν του Απόλ­λωνα και στεφάνια ελιάς προς τιμήν του Ασκληπιού, οι άρχοντες, οι ιερείς, οι θεωροί απεσταλμένοι από διάφορες πόλεις του αρχαίου κόσμου. Μόλις έφταναν στο ιερό του Ασκληπιού τελείτο η θυσία στον Ασκληπιό και τον Απόλλωνα, και ακολουθούσε το συ­μπόσιο, η συμμετοχή των πιστών στην εορτή. Την επομένη άρχιζαν οι αγώνες.

Το στάδιο που κατασκευάστηκε ήδη από τις αρχές του 4ου αι., μέσα σε κοίτη χειμάρρου μήκους 181, 18 μ., ήταν κατασκευασμένο από «γης χώ­μα» όπως αναφέρει ο Παυσανίας, διατηρείται σε καλή κατάσταση και είχε ίδιο μήκος με το νεότερο στάδιο της Ίσθμιας. Κατά την ελληνιστική εποχή κατασκευάστηκαν στο στάδιο και λί­θινα ενεπίγραφα έδρανα που φέρουν επιγραφές των δωρητών. Στο μέσον της βόρειας πλευράς υπάρχει υπόγεια κτιστή καμαρωτή δίοδος η «Κρύπτη», για την είσοδο των αθλητών, του αγωνοθέτη, των Ελλανοδικών, των κηρύ­κων και των Αρχών της πόλης.

Πριν από την κατασκευή του σταδίου αυ­τού, τον 5ο αι. π.Χ. οι αγώνες φαίνεται ότι γίνονταν από μιαν άλλη θέση, χω­ρίς πλήρη διαμόρφωση. Στην ανατολική πλευρά του Σταδί­ου, εκτός από τη λίθινη αφετηρία, τη βαλβίδα, σώζονται αποσπασματικά και πέντε ιωνικοί ημικίονες ελληνιστι­κής εποχής, από τον μηχανισμό της ταυτόχρονης εκκίνησης των αθλητών, της ύσπληγος, που μελέτησε διεξοδι­κά και αποκατέστησε σε πρόσφατη μελέτη ο καθηγητής Πάνος Βαλαβάνης. Σύμφωνα με την επιγραφή, ο ερ­γολάβος (εργώνας) Φίλων ο Κορίνθιος είχε αναλάβει κατά την ελληνιστική εποχή την κατασκευή της ύσπληγος του σταδίου, αλλά λόγω μη τήρησης των συμφωνηθέντων καταδικάστηκε από τον αγωνοθέτη Τρίτυλλο και τους Ελλανοδίκες σε πεντακόσιες αλεξαν­δρινές δραχμές.

 

Αθλητές και… πρόστιμα

 

Το Στάδιο μετά την αποκατάσταση του στίβου και της νότιας πλευράς του (2005). Φωτογραφία: Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου.

Οι ιππικοί αγώνες και οι αρματοδρο­μίες ετελούντο στον ιππόδρομο, όπως προκύπτει από επιγραφή των αρχών του 4ου π.Χ. αι., δυστυχώς χαμένη σή­μερα, με την αναγραφή: «Όρος Ιππο­δρόμους». Ο ιππόδρομος, χωρίς ιδιαί­τερες διαμορφώσεις, βρισκόταν στα ΝΔ του ιερού, το πιθανότερο κατά μή­κος της κοίτης του χειμάρρου. Ο Πίν­δαρος στους επινίκιους αναφέρεται σε αθλητές που νίκησαν σε πανελλή­νιους αγώνες και στην Επίδαυρο, όπως ο Παγκρατιστής Κλέανδρος Αι­γινήτης, που νίκησε σε νεαρή ηλικία «Εν Επιδαύρω» (Ισμιόνικος Η, 75). Και ο Θεμίστιος Αιγινήτης που νίκησε δι­πλή νίκη στην πυγμή και το παγκρά­τιο στην Επίδαυρο (Νεμεονίκιο Ε, 50).

Ο Επιδαύριος Σωκράτης Σωκράτους τον 2ο αιώνα π. Χ., νίκησε σε πολλούς αγώνες δρόμου και στον ίππιο αγώνα (δρόμο ημιαντοχής τεσσάρων στα­δίων) στα Ασκληπιεία· προς τιμήν του οι Επιδαύριοι έστησαν ανδριάντα στο ιερό του Ασκληπιού. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι οι αθλητές Ταυρίδης Τελεσίου Σολεύς σταδιοδρόμος, ο Φίλιστος Καλλισθένους Αργείος στο πένταθλο και ο παγκρατιστής Σίμακος Φιλακτίωνας Ηπειρώτης, καταδικάστηκαν τον 2ο αι. π. Χ., σε χίλιους στατήτες έκαστος «δια το φθείρειν τον αγώνα», ενώ κα­τά τον 2ον αιώνα μ, Χ. ο κωμωδός Διό­νυσος Διονυσίου Ρόδιος, καταδικάστηκε με πρόστιμο τεσσάρων μνων.

Στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου εκτός από τους δραματικούς αγώνες διδάσκονταν προφανώς και οι τραγω­δίες των μεγάλων τραγικών ποιητών, του Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη και οι κωμωδίες του Αριστοφάνη για να διδάξουν και ψυχαγωγήσουν τα πλή­θη των προσκυνητών που συνέρρεαν στην Επίδαυρο ως την ύστερη αρχαι­ότητα.

 

Ασκληπιός και Χριστός

 

Η λατρεία του Ασκληπιού συνεχίστη­κε στο ιερό του και μετά την κατάργη­ση της αρχαίας θρησκείας με τα γνω­στά αυτοκρατορικά διδάγματα και τον αναγκαστικό εκχριστιανισμό του πληθυσμού. Στον ιερό αυτό χώρο συνυ­πήρξαν αρμονικά για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι τον 5ο μ. Χ. αι., η λα­τρεία του σωτήρα Ασκληπιού με το μειλίχιο πρόσωπο και η νέα θρησκεία του σωτήρα Χριστού. Ο ευεργέτης, επήκοος και αλεξίπονος ιατρός και θεός Ασκληπιός, ανακούφιζε την ανθρωπότητα από τον πόνο. Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να αφανιστεί τόσο άδικα από τις καρδιές των ανθρώπων, με άνωθεν δογματι­κές επιταγές και ταυτίστηκε με τον Χριστό, στον οποίο δάνεισε τη γλυκιά και μειλίχια ανθρώπινη μορφή του με την οποία απεικονίστηκε ο Χριστός στα πρώτα βήματα της νέας θρησκεί­ας, και λατρεύτηκε προφανώς με τον τρόπο λατρείας του Ασκληπιού που διατηρείται προφανώς και σήμερα στο χριστιανικά τυπικό.

Ο αρχαίος τρόπος λατρείας και αντίληψης για τη θεότητα διατηρήθηκε ως την εποχή μας. Και σήμερα είναι αδιανόητο στον Έλληνα να πάει σε θρησκευτική πανή­γυρη χωρίς να τραγουδήσει και να χο­ρέψει, όσο κι αν καταδικάζεται ως αμαρτία (!) από τους εκπροσώπους της εκκλησίας. Στην ιερή Επίδαυρο μετά την απο­κάλυψη των σημαντικών μνημείων από τον Π. Καββαδία, μεταξύ των οποίων η Θόλος και το θέατρο, (το κο­χύλι της Επιδαύρου με την ακουστική του), συρρέουν και σήμερα πλήθη επι­σκεπτών. Στην Επίδαυρο μπορεί να μην γίνονται αθλητικοί αγώνες, όμως, κάθε καλοκαίρι γίνονται οι «δραματικοί αγώνες» των Επιδαυρίων, που αναβίωσε το 1938 ο πρωτοπόρος νεοέλληνας εργάτης του Διονύσου, ο Δημήτρης Ροντήρης, με την περίφημη «Ηλέκτρα» του.

 

Χρήστος Πιτερός

Αρχαιολόγος

 

Βιβλιογραφία


 

  • Π. Καββαδία, «Το ιερόν του Ασκλη­πιού εν Επιδαύρω», 1900.
  • D. Rommano, «The Stadia of Che Peloponnesos», 1981.
  • P. Valavanis, HYSPLEX, «The starting Mechanism in ancient Stadia». Classical Studies , 36, 1999.

 

Πηγή


  • Καθημερινή, Επτά Ημέρες, «Οι Πανελλήνιοι Αγώνες στην Αρχαιότητα», Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2001.

 

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Ασκληπιείο της Επιδαύρου


 

Ασκληπιός

Ασκληπιός, Αρχαιολογικό Μουσείο Επιδαύρου.

Ο θεός της ιατρικής και της υγείας στην αρχαία μας μυθολογία και ο πρώτος θνητός θεραπευτής. Ήταν κατά την παράδοση γιος του Απόλλωνα και της Κορωνίδας, κόρης του Βασιλιά της Θεσσαλίας, Φλεγύα. Κοντά στο σοφό Κένταυρο Χείρωνα στο Πήλιο, ο Ασκληπιός έμαθε την τέχνη της ιατρικής και γνώρισε τις θεραπευτικές ιδιότητες της πλούσιας χλωρίδας του Πηλίου.

Οι πρόγονοί μας φαντάζονταν τον Ασκληπιό σαν ένα γεροδεμένο άντρα με γένια, γεμάτο υγεία, που καθόταν πάνω σε ένα θρόνο. Είχε πολλές θυγατέρες, που τα ονόματά τους συμβολίζουν την υγεία, τη θεραπεία και τα φάρμακα. Το ιερό του ζώο ήταν το φίδι, ενώ σαν σύμβολο του είχε το ραβδί. Του είχαν αφιερώσει ένα ιερό στην Επίδαυρο, αλλά σε όλη την Ελλάδα υπήρχαν ναοί και Βωμοί, που ονομάζονταν Ασκληπιεία, στα οποία προσέτρεχαν οι άνθρωποι για να θεραπευθούν. Το σημαντικότερο απ’ όλα βρισκόταν στην Κω. Είχαν ιερείς του θεού, κάτι σαν τους τωρινούς πρακτικούς γιατρούς, που έδιναν φάρμακα από βοτάνια, ενώ συνιστούσαν και κατάλληλη δίαιτα. Οι ασθενείς εξαγνίζονταν, πρόσφεραν τα δώρα τους και κατόπιν μεταφέρονταν σε ειδικούς χώρους, όπου, σύμφωνα με την παράδοση, τη νύχτα ερχόταν ο θεός, μεταμορφωμένος συνήθως σε φίδι ή και σε άλλο ζώο και τους θεράπευε. Ο Ασκληπιός συμβολίζει ουσιαστικά το πέρασμα της φιλοσοφίας και της επιστήμης από την προϊστορία στην ιστορία.  

  

Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου

 

Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου, από τα πλέον ονομαστά, μαζί με εκείνο της Κω ήταν τα σπουδαιότερα. Τα μνημεία του έχουν ενταχθεί από το 1988 στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Η τοποθεσία του είναι μαγευτική. Η φήμη του, τηρουμένων των αναλογιών, θα μπορούσε να ονομαστεί οικουμενική. Πολλά άλλα Ασκληπιεία, σπαρμένα σε διάφορες παραμεσόγειες πόλεις, καυχιόνταν ότι ιδρύθηκαν από το ιερό της Επιδαύρου. Όπως σε όλα τα Ασκληπιεία, βασικό ρόλο έπαι­ζε το άφθονο πηγαίο νερό. Η υδροθεραπεία για καθαρμούς (λουτρά και ποσιθεραπεία) ήταν η βάση της θεραπευτικής αγωγής των ιερών του Ασκληπι­ού.

Άποψη του Ιερού από τα ανατολικά - Φώτο: Υπουργείο Πολιτισμού.

Προ της εγκοιμήσεως στο άδυτο ή άβατο ο ασθε­νής λουζόταν στα άφθονα νερά της πηγής (η οποία θεωρούνταν ιερή), νήστευε, παρακολουθούσε αγώ­νες (γυμναστικούς, ποιητικούς, θεατρικούς και εν γένει καλλιτεχνικούς), μπορούσε να διαβάζει στη βιβλιοθήκη του ιδρύματος, συμμετείχε σε καθημερινές σωματικές ασκήσεις και γενικά η ζωή του στον ξενώνα του Ασκληπιείου ήταν δημιουργική κι ευχάριστη και τον απομάκρυνε απ’ τις ψυχοφθόρες μικρές καθημερινές φροντίδες.

Επειδή δε στα Ασκληπιεία δεν γίνονταν δεκτοί οι βαριά ασθενείς, όπως και οι επίτοκες –«ούτε αποθανείν ούτε τεκείν όσιον»- εικάζεται ότι οι νοσηλευόμενοι θα ήταν χρονίως πάσχοντες, κυρίως από νευροψυχικές παθήσεις, δερματικές, αλλά και πνευμονοπαθείς, κυρίως χρόνιοι φυματικοί, οι οποίοι στο ευχάριστο και υγιεινό περιβάλλον του ιερού του Ασκληπιού ασφαλώς και βελτιώνονταν ίσως και πολλοί να θεραπεύονταν.

Μετά την προετοιμασία, σωματική (λουτροθεραπεία, νηστεία, υδροποσία) και ψυχική (προσφορά θυσίας στο θεό, παρακολούθηση ψυχαγωγικών τελετών), ο ασθενής βοηθούντων και των προπαρασκευαστικών φαρμάκων, ήταν έτοιμος για την εγκοίμηση στο άβατο του ναού. Μεγάλο ρόλο έπαιζε η υποβολή των ιερέων – θεραπευτών – μάντεων οι οποίοι με… ψυχοβολές έπειθαν τους ασθενείς ότι θα τους επισκεφθεί «κατ’ όναρ» ο θεός και θα τους ορίσει τον τρόπο της θεραπείας. Όμως δεν ήταν προνόμιο όλων των ασθενών η εγκοίμηση. Μόνο όσοι μπορούσαν να δεχθούν «τη θεϊκή επίσκεψη κατ’ όναρ» προωθούνταν στο άβατο. Αυτοί δηλαδή που είχαν υποστεί την κατάλληλη ψυχική προετοιμασία.

Στην αρχαία Ελλάδα η θρησκεία ήταν στενά συ­νυφασμένη με τη δημόσια ζωή, γι’ αυτό και τα με­γάλα ιερά χρωστούσαν τη φήμη τους και την ακμή τους στην ισχύ και τον πλούτο της πόλης στην ο­ποία ανήκαν. Και οι ενέργειες έπαιρναν το κύρος τους από την εύνοια του προστάτη- θεού της πόλης. Ως εκ τούτου οι ναοί ήταν κέντρα θρησκευτικά και πολιτικά αλληλοεξαρτώμενα. Είναι ελάχιστα τα ιε­ρά που απέκτησαν ιδιαίτερη φήμη ανεξάρτητα από την ισχύ της πόλης στην οποία ανήκαν. Ένα από αυτά είναι και αυτό της Επιδαύρου, η ο­ποία ήταν μια μικρή πόλη ανάμεσα στις δυνατές Κόρινθο-Σπάρτη-Σικυώνα. Τούτο οφείλεται στο ιερατείο του θεού Ασκληπιού, αλλά και στα άφθονα νερά της περιοχής τα οποία βοήθησαν στην εφαρ­μογή της καθαρτικής και ιαματικής λειτουργίας τους στον πάσχοντα άνθρωπο.

Ο χώρος του Ασκληπιείου της Επιδαύρου απέχει οχτώ χιλιόμετρα από την πόλη της Παλαιάς Επιδαύρου και στο σημείο αυτό υπήρχε από παλιά ιερό. Η εξέλιξή του από ναό του θεού Ασκληπιού σε οργανωμένο ιατρικό κέντρο -το σπουδαιότερο- ό­που έχουμε τη μετάβαση, από τη θεϊκή παρέμβαση στη νόσο και την ίαση, στην επιστημονική ιατρική, μαρτυρείται και από τα εκτεταμένα λείψανα του ιε­ρού της Επιδαύρου. Η αισθητική αξία των αρχιτεκτονημάτων, των αναθημάτων του και η επιστημονική ερμηνεία τους αποδεικνύουν τη μοναδικότητα αυτού του ιερού τεμένους της υγείας και της ιατρικής.

 

Ασκληπιός και Υγεία. Μαρμάρινο ανάγλυφο από τη Θέρμη Θεσσαλονίκης.

 

Πριν από σχεδόν ένα αιώνα ο Π. Αραβαντινός έ­γραψε στο σύγγραμμά του «Ασκληπιός και Ασκληπιεία» (1907) τα εξής: «Περί της πολυτίμου ημών ιατρικής ταύτης κλη­ρονομιάς ελάχιστοι δυστυχώς ενδιαφερόμεθα, ενώ ημείς πρωτίστως έδει να επιληφθώμεν απ’ ευθείας μετά φανατικού ζήλου, της ειδικής των ιερών τού­των μνημείων ερεύνης και σπουδής, βοηθούσης και της ιδίας ημών αθανάτου γλώσσης».

Υγεία

Οι ειδικοί σήμερα προσδιορίζουν τις αρχές της λατρείας της ιατρικής στην Επίδαυρο κατά προσέγ­γιση στο 16ο αι. π.Χ. στο ύψωμα του Κυνορτίου, πί­σω από το θέατρο. Όπως αναφέρθηκε, ιδιαίτερο ρό­λο έπαιξε στην ίδρυση, λειτουργία και εξέλιξή του το άφθονο τρεχούμενο νερό, που αναβλύζει ακόμη και σήμερα και διαρρέει τη μικρή κοιλάδα στα ανατολικά.

Η κάθαρση με το νερό, οι θυσίες ζώων προσφο­ράς, η κοινή συνεστίαση ιερέων και ασθενών από τα ιερά σφάγια σε τελετουργικό γεύμα, εξασφάλι­ζαν σωματική υγεία και ψυχική ηρεμία στους πά­σχοντες. Αυτή η πολύ παλιά τελετουργία διατηρήθηκε αναλλοίωτη από την αρχή της παρουσίας εκεί του ιερού μέχρι το τέλος της αρχαιότητας και αποτελούσε την κεντρική λατρευτική πράξη.

Μετά την πτώση του μυκηναϊκού κόσμου, πάνω στα ερείπια του παλιού ιερού ξαναζωντανεύει γύρω στα 800 π.Χ. η λατρεία του, η οποία όμως τώρα μπαίνει στην προστασία του θεού- οργανωτή των πόλεων, του Απόλλωνα, ο οποίος από παλιά θεωρούνταν ο θεός της ιατρικής, ο οποίος θεράπευε τους θεούς (Παιήων).

Εδώ στο λόφο του Κυνορτίου, ο βασιλιάς της Επιδαύρου, Μάλος, ίδρυσε το ιερό του Απόλλωνος Μαλεάτα, κοντά στο οποίο η εγγονή του Κορωνίς γέννησε τον Ασκλη­πιό, του οποίου πατέρας θεωρήθηκε ο Απόλλων. Από τότε η λατρεία της υγείας και της ιατρικής στην Επίδαυρο γίνεται επίσημη κρατική λειτουργία. Τέτοια ήταν η φήμη του Ασκληπιείου της Επιδαύρου, ώστε συνέρρεαν ικέτες του θεού (ασθενείς, προσκυνητές) από όλες τις γύρω πόλεις, ακόμη κι από πολύ απομακρυσμένες περιοχές, όπως μαρτυ­ρούν οι ανευρεθείσες πλάκες, οι οποίες κατά τον Αραβαντινό ήταν τα ιστορικά των ασθενών, καθώς και το χαραγμένο επίγραμμα-ευχαριστήριο του ρή­τορα Αισχίνη προς τον Ασκληπιό: «θνητών μεν τέχναις απυρούμενος, εις δε το θείον ελπίδα πάσαν έχων, προλιπών εύπαιδας Αθήνας, ιάθην ελθών, Ασκληπιέ, προς το σον άλσος, έλκος έχων κεφαλής ενιαύσιον, εν τρισί μησίν».

Έλκος λοιπόν του δέρματος της κεφαλής που τα­λαιπωρούσε τον Αισχίνη για ένα χρόνο, θεραπεύτηκε στο Ασκληπιείο σε τρεις μήνες. [Καθαριότητα, ηλιοθεραπεία, ευχάριστη διαμονή και ίσως επιθέ­ματα με διάφορα βότανα υπό μορφή αλοιφών, αναμιγμένα με ζωικές ουσίες (λάδι, κερί, λίπος κ.ά.) καθώς και ορυκτές ύλες ως π.χ. ψευδάργυρο, νι­τρικό άργυρο κ.ά.].

Κατά τον Αραβαντινό, ο μέγας ξενών ή καταγώγιον του Ασκληπιείου αποτελούνταν από τουλάχι­στον 160 δωμάτια στα οποία ίσως φιλοξενούνταν ε­κτός των ασθενών και συνοδοί τους. Λόγω της πληθώρας των επισκεπτών-ασθενών οι παλαιές εγκαταστάσεις στο Κυνόρτιον δεν επαρ­κούσαν και περίπου κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα ιδρύε­ται στην κοιλάδα βορειοδυτικά του παλαιού λα­τρευτικού συγκροτήματος ένα νέο Ασκληπιείο, του οποίου τα λείψανα σήμερα μας δίνουν αμυδρή ιδέα της λειτουργίας του.

Εδώ η ιατρική βασίστηκε στην ανθρώπινη σκέψη και έπαψε να νομίζεται επέμ­βαση του θεϊκού στοιχείου. Η εποχή της μεγάλης ακμής του Ασκληπιείου της Επιδαύρου είναι οι 4ος και 3ος π.Χ. αι. Ο πλούτος που συγκεντρώνεται στο ίδρυμα αυτό της Επιδαύρου συνετέλεσε στην αρχιτεκτονική και λειτουργική ανάπτυξή του ώστε να γίνει το σπου­δαιότερο όλων των ομοίων του.

Η κυκλική θόλος, χώρος μυστηριακός, είναι έρ­γο του 4ου π.Χ. αιώνα όπως και ο δωρικής αρχιτε­κτονικής ναός του Ασκληπιού. Άλλωστε με την κάθοδο των Δωριέων διαδόθηκε η λατρεία του θε­ού και οι ναοί του Ασκληπιού αντικατέστησαν άλ­λους πρωιμότερους, που ήταν αφιερωμένοι σε διά­φορες θεότητες που θεωρούνταν προστάτιδες της υ­γείας, όπως στην Τιτάνη και αλλού.

Η Θόλος του Ασκληπιείου της Επιδαύρου

Η θόλος ή θυμέλη θεωρείται το πιο κομψό μετά το Ερεχθείο κτίσμα των κλασικών χρόνων και εί­ναι έργο του Πολυκλείτου. Το σχήμα της προσο­μοιάζει με θολωτό τάφο και οι υπόγειες κυκλικές λαβυρινθώδεις διαδρομές της συμβολίζουν το σκοτεινό βασίλειο του Άδη. Άλλωστε ο Ύπνος ήταν αδελφός του Άδη. Ίσως ε­κεί να γίνονταν οι εγκοιμήσεις των ασθενών όπου τη νύχια τους επισκεπτόταν ο θεός, δηλαδή οι ιε­ρείς του ναού. Πλησίον του κεντρικού ναού και της θόλου, υ­πήρχαν ιερά και άλλων θεών όπως της Αρτέμιδος, της Αφροδίτης (η σημασία είναι προφανής), της θέμιδος (δύσκολη η εξήγηση), καθώς επίσης και μεγάλη βιβλιοθήκη για χρήση των ιερέων αλλά και των ασθενών και των συνοδών τους.

Η μελέτη των τότε υπαρχουσών γνώσεων για τη φύση του κόσμου και γενικότερα της ύλης, καθώς και η εμπειρία από τις εφαρμοζόμενες θεραπείες στην εξέλιξη των νόσων δημιούργησαν μια αξιοθαύμαστη ιατρική παιδεία, η οποία ενσωματώθηκε στην προηγούμενη άσκηση της ιαματικής τέχνης που είχε βάση τους καθαρμούς, την εγκοίμηση και την ψυχαγωγία, και έτσι το ίδρυμα κατέκτησε τη φήμη του σπουδαιότερου ιερού του θεού.

Εκτός από τα κτίσματα που αναφέρθηκαν, υπήρ­χαν το εστιατόριο, γνωστό και ως γυμνάσιο, το καταγώγιο ή ξενώνας, ένα μεγάλο κτίσμα στο οποίο φιλοξενούνταν οι ασθενείς πριν από την εγκοίμηση, καθώς και οι συνοδοί τους. Εξέχουσα θέση μεταξύ των κτιρίων του ιδρύμα­τος κατείχε το θέατρο στη νότια πλευρά του συ­γκροτήματος, θεατρικές παραστάσεις, μουσικοί, ποιητικοί και αθλητικοί αγώνες ήταν μέρος της θε­ραπείας των ασθενών. Επίσης οι ασθενείς είχαν ελεύθερη πρόσβαση στην βιβλιοθήκη.

Ασκληπιός

Ο Μ. Ιούλιος Απελλάς σε επιγραφή που βρέθη­κε στο Ασκληπιείο περιγράφει την κεφαλαλγία που του προκάλεσε η κόπωση των ματιών του, λό­γω της πολυημέρου αναγνώσεως βιβλίων κατά τη διάρκεια της θεραπείας του στο ιερό ίδρυμα. Οι ναοί του Ασκληπιού ήταν γεμάτοι από αφιε­ρώματα και ανάγλυφα τα οποία παρίσταναν τις διά­φορες βλάβες μερών του σώματος, καθώς επίσης και τις θεραπείες που εφαρμόζονταν (π.χ. εγχύσεις κολλυρίου κ.ά.) και αποτελούσαν «μουσείο τέχνης».

Τις πληροφορίες που έχουμε για τον τρόπο λειτουργίας των ιερών του Ασκληπιού και την άσκηση της ιατρικής υπό των ιερέων και των βοη­θών τους, τις οφείλουμε κατά βάση στις πλάκες που βρέθηκαν στη νοτιοανατολική πλευρά του ξενώνα. οι πλάκες αυτές με την περιγραφή των δια­φόρων ιαμάτων βρέθηκαν κατά τις ανα­σκαφές υπό του αρχαιολόγου Καββαδία και είναι δυο στήλες. Τις στήλες αυτές τις αναφέρει και ο Παυσανίας, ο οποίος μας λέει ότι ήταν περισσότερες και βρίσκονταν μέ­σα στον περίβολο του ναού. «Ταύτας εγγεγραμμένα και ανδρών και γυναι­κών εστίν ονόματα ακεσθέντων υπό του Ασκλη­πιού, προσέτι δε και νόσημα ό,τι έκαστος ενόσησεν, και όπως ιάθη».

Ήταν λοιπόν οι πλάκες αυτές κατάλογοι με τα ονόματα ασθενών, ανδρών και γυναικών, που θεραπεύτηκαν απ’ τον Ασκληπιό, ακόμη και η νόσος α­πό την οποία έπασχαν, καθώς και ο τρόπος θερα­πείας τους.

«…γέγραπται δε φωνή τη Δωρίδι», δηλαδή ή­ταν γραμμένες οι πλάκες στη δωρική διάλεκτο. Η μεν πρώτη στήλη περιλαμβάνει 19 ιάματα, ή δε άλλη 23. Αυτά μπορούν να διακριθούν κατά τον Αραβαντινό στις ακόλουθες κατηγορίες:

α) Τα φανταστικά, τα οποία είχαν σκοπό τη δια­φήμιση του έργου των ιερέων και του προστάτη θε­ού και είναι τελείως εξωπραγματικά, όπως π.χ. τα 7ο, 8ο, 9ο, 14ο, 15ο ιάματα και άλλα.

β) Τα σκοπίμως προβαλλόμενα, ενώ είχαν μικρή συνηθισμένη βαρύτητα, όπως τα ιάματα 1ο, 2ο, 18ο κ.τ.λ.

γ) Τα πραγματικά. Αυτά δηλαδή που με ιατρικές πράξεις (χειρουργική, χρήση φαρμάκων, εφαρμο­γή κινησιοθεραπείας, μαλάξεις κ.τ.λ.) αντιμετωπίζονταν, και ο ασθενής βρισκόταν υπό την επήρεια φαρμάκων ή είχε υποστεί την εγκοίμηση στο άβατο. Στην κατηγορία αυτή είναι τα ιάματα 3ο, 4ο, 6ο, 12ο, 18ο κ.ά.

δ) Τα εκφοβιστικά. Αυτά αφορούσαν κυρίως τους δύσπιστους και τους ασεβείς, ώστε να μη χαλάσουν τη φήμη του ιερού, όπως τα ιάματα 10ο, 35ο κ.ά.

ε) Τα μαντικά. Αυτά που δεν έχουν σχέση με την ιατρική και τοποθετήθηκαν σκοπίμως υπό των ιε­ρέων για να πείσουν τους απλοϊκούς για την υπε­ράνθρωπη δύναμη του Ασκληπιού, ο οποίος όχι μόνο θεραπεύει αλλά ασκεί και μαντική δύναμη (ίαμα 23ο) βοηθώντας και σε άλλες ανάγκες τους ικέτες του. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται τα ιάμα­τα 22ο και 23ο.

στ) Τα έχοντα εισπρακτικό χαρακτήρα, όπως το ιάμα 21ο, το οποίο σε μετάφραση έχει ως εξής:

Ο Έρμων από τη Θάσο πήγε στην Επίδαυρο τυ­φλός. Τον εθεράπευσε ο θεός. Επειδή όμως δεν επλήρωσε τα ίατρα ο θεός τον ετύφλωσε ξανά. Όταν δε πάλι ξαναπήγε στο ναό, έφερε την αμοιβή και μετά την εγκοίμηση έγινε καλά.

Αν λοιπόν οι ικέτες του θεού δεν προσέφεραν τα «νενομισμένα ίατρα» υπήρχε κίνδυνος ο θεός να πά­ρει πίσω την εύνοιά του και η νόσος να επιστρέψει. Όλα αυτά ασκούσαν μεγάλη επίδραση στους ικέτες-ασθενείς, οι οποίοι με την κατάλληλη προετοι­μασία από τους ιερείς και τους βοηθούς τους και α­φού είχαν εκπληρώσει το τελετουργικό μέρος της θεραπείας, με τη βοήθεια των κατάλληλων φαρ­μάκων, όσοι ήταν επιδεκτικοί της «εύνοιας» του θε­ού, οδηγούνταν στο άβατο ή άδυτο για την εγκοί­μηση. Εκεί κανείς άλλος εκτός των μυημένων ιερέων δεν είχε την άδεια να εισέλθει. Οι ασθενείς επείθοντο ότι τους επισκέπτεται ο θεός, ο οποίος τους έ­δινε οδηγίες ή και εκτελούσε τις ενδεικνυόμενες επεμβάσεις. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούσαν για την προ­ετοιμασία της εγκοιμήσεως δεν αναφέρονται σε κα­νένα ίαμα και ήταν μυστικό των ιερέων, οι οποίοι και μόνον αυτοί ήταν μυημένοι στη σύνθεση, έν­δειξη, δόση και χρήση τους.

  

Σεβαστή Χαβιάρα – Καραχάλιου

Δρ. Ιστορίας της Ιατρικής, οφθαλμίατρος

 

Βιβλιογραφία


 

  • Αραβαντινός Π.Α., Ασκληπιός και Ασκληπιεία,  Λιψία 1907.
  • Ανδρουτσόπουλος Δ.Γ., Το ιεροθεραπευτήριο του Αμφιάραου εν Ωρωπώ,  Αθήναι 1960.
  • Ομάδα Εργασίας Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου (ΟΕΣΜΕ).
  • Περιφέρεια Πελοποννήσου, Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου,  1999.
  • Καββαδίας Π., Το Ιερόν του Ασκληπιού εν Επιδαύρω και η θεραπεία των ασθενών,  Αθήναι 1914.
  • Κούζης Αρ., Η ιστορία της Ιατρικής,  Αθήναι 1929.
  • Παπαχατζής Νικ., Παυσανίου Ελλάδος περιήγησις,  Αθήναι 1976.
  • Πουρναρόπουλος Γ., Ιστορία της Ιατρικής δια μέσου των αιώνων,  Αθήναι 1952.
  • Σπυρόπουλος Σπυρ., Τα Ασκληπιεία της Πελοποννήσου,  Πάτρα 1999.
  • Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή, «Ασκληπιείο Αρχαίας Τιτάνης. Το πρώτο κέντρο Υγείας στον Ελληνικό χώρο;»  (διδακτορική διατριβή) 1984.

  

Πηγή


  • Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, « Ασκληπιός και Ασκληπιεία», τεύχος 129, Αθήνα, χ.χ.

 

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Επίδαυρος (Epidaurus) –  William Linton, 1856

 

Νυχτερινή άποψη της Παλαιάς Επιδαύρου και του λιμανιού της, William Linton, 1856.

 

Νυχτερινή άποψη της Παλαιάς Επιδαύρου και του λιμανιού της, 1856, λιθογραφία του William Linton (1791–1876).

Read Full Post »

Επίδαυρος – Φραγκίσκου Πουκεβίλ


  

Ο  Φιλέλληνας Φραγκίσκος Πουκεβίλ (1770-1838) γνώρισε για πρώτη φορά την Ελλάδα ως αιχμάλωτος των Τούρκων, όταν επιστρέφοντας από την Αίγυπτο όπου είχε ακολουθήσει τον Ναπολέοντα, συνελήφθη από Αλγερινούς πειρατές οι οποίοι τον παρέδωσαν στους Τούρκους στην Πύλο.

Στην συνέχεια μεταφέρθηκε στην Τρίπολη και το Ναύπλιο, όπου παρέμεινε έγκλειστος περίπου οκτώ μήνες. Μολονότι ο Πουκεβίλ πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως γιατρός στους Τούρκους, αυτοί τον έστειλαν σιδηροδέσμιο την Κωνσταντινούπολη όπου κρατήθηκε δυο ολόκληρα χρόνια. Αποφυλακίστηκε το 1801.

Ο Ναπολέοντας εκτιμώντας τις γνώσεις του για την περιοχή, τον διόρισε ως εκπρόσωπό του στην αυλή του Αλή πασά των Ιωαννίνων όπου και παρέμεινε δέκα ολόκληρα χρόνια. (1805- 1815). Δυο χρόνια μετά (1817) τοποθετείται πρόξενος της Γαλλίας στην Πάτρα. Περιηγείται την Ελλάδα και βεβαίως την Πελοπόννησο.

 Στο κείμενο που ακολουθεί  ο Πουκεβίλ περιγράφει την επίσκεψή του στην Επίδαυρο.

 

Ο Πουκεβίλ σε προσωπογραφία φιλοτεχνημένη από τον Ντεπρέ (Dupre Louis) 1827.

[…] Καθώς απομακρυνόμαστε από το Ναύπλιο, μπαίνουμε σε μια ομοιόμορφη σ’ όλη την έκταση της πεδιάδα, καλλιεργημένη κατά διαστήματα, μέχρι το ξωκλήσι του Αγίου Δημητρίου, που το αφήνουμε αριστερά μας πάνω σ’ ένα ύψωμα, ενώ προς τα πίσω και δεξιά μας ξετυλίγεται ένας πορτοκαλεώνας. Στα πε­ρίχωρα του Κατσιγκριού σημειώνουμε τα χωριά Άρεια και Μερζέ, καθώς και το βράχο του Τζαφέραγα.

Ένας γειτονικός ελληνοπρεπής πύργος είναι προφανώς ένα από τα κάστρα της Ανατολικής αυτοκρατορίας, που προορισμός τους ήταν η φύ­λαξη των διαβάσεων. Στην προκειμένη περίπτωση, το κάστρο έκλεινε τη διάβαση μεταξύ Αργολίδας και Επιδαυρίας, ακριβώς στο σημείο όπου το όρος Αραχναίον χωρίζεται από τα προεκτεινόμενα προς τα νοτιοανατολικά Κοκκύγεια όρη. Σ’ αυτή την περιφέρεια ανήκουν και τα χωριά Κινόπαρτι και Μπαρμπέρι, ενώ κάπου εδώ κοντά εντοπίζεται και η Μιδέα. Αφού διαβούμε κάμποσα ποταμάκια, το ρεύμα των οποίων αναγρά­φεται μόνο στους πολύ λεπτομερείς χάρτες, φτάνουμε στο Λυγουριό, μια κωμόπολη απέχουσα πέντε ώρες και σαράντα οχτώ λεπτά από το Ναύπλιο.

Η Λυς ή Λήσσα, στο χώρο της οποίας ορθώνεται σήμερα το Λυγουριό, εντοπιζόταν, απ’ ό,τι μας λέει ο Παυσανίας, πά­νω στην οροθετική γραμμή που χώριζε το κράτος του Άργους από το κράτος της Επιδαύρου. Εδώ υπήρχε κι ένας ναός αφιερωμένος στην Αθηνά καθώς και ξύλινο ομοίωμα της θεάς, το οποίο δεν διέφερε καθόλου από εκείνο που έβλεπε τότε κανείς πάνω στην ακρόπολη της Λαρίσσης. Τόσο η θεότητα όσο κι ο ναός της έχουν σήμερα εκλείψει.

Διερχόμενος απ’ αυτό το χωριό το 1817, ο κ. Αμβρόσιος Φιρμίνος Διδότος καταγοητεύτηκε από την τοποθεσία του πάνω στο Αραχναίον όρος. Αυτό το τμήμα του βουνού, το άλλοτε ονομαζόμενο Σαπυσέλατον, ονο­μασία που πήρε όταν βασίλευε ο Ίναχος, ήταν γνωστό χάρη στους βωμούς του Δία και της Ήρας, όπου οι χωρικοί πρό­σφεραν θυσίες ικετεύοντας τους θεούς να τους στείλουν βροχές.

«Πολλοί Μοραΐτες», λέει ο περιηγητής μας, «έρχονταν να μας επισκεφτούν στη χωριάτικη καλύβα όπου είχαμε καταλύ­σει. Η απλή και κομψή φορεσιά τους έμοιαζε μ’ εκείνη των αρχαίων κατοίκων αυτής της περιοχής: ο χιτώνας, τα πέδιλα, αλλά όχι και το εσώβρακο, που το φορούν οι Έλληνες για λόγους κοσμιότητας, επειδή το αμπέχονο δεν καλύπτει παρά μόνο τους μηρούς τους». Παρατήρησε, ότι σε μια γωνιά του δωματίου κοιμόταν ένα μωρό μέσα σε μια σκαφοειδή κούνια από κορμό κυπαρισσιού, κρεμασμένη από ένα καρφί στον τοίχο. «Οι γυναίκες», συνεχίζει ο περιηγητής, «φασκιώνουν τα μωρά τους μέσα σ’ ένα κομμάτι από τραχύ ύφασμα, και τα δένουν γύρω γύρω σφιχτά μ’ ένα κορδόνι».

Στις περιπλανήσεις του μέσα στο χωρισμένο σε δυο συνοικίες χωριό, επισήμανε ένα μικρό υπαίθριο σχολείο, καθόσον κάτω από τον ωραίο ελληνι­κό ουρανό, όλοι οι χώροι άθλησης και συναθροίσεων, πλην των εκκλησιών, βρίσκονται πάντοτε κάτω από τη σκιά ενός δένδρου ή σ’ έναν αερικό χώρο. Ο μεγαλύτερος σε ηλικία μαθητής διάβαζε μεγαλοφώνως μια φράση, την οποία επαναλάμ­βαναν οι συμμαθητές του σαν ψαλμωδία σε διαφορετικούς τό­νους, κι αυτό έδινε τη δυνατότητα στο δάσκαλο, όταν έρχο­νταν αδιάβαστοι, να τους διορθώνει έναν έναν ξεχωριστά». Απ’ αυτή την πλευρά, η θέα των βουνών είναι μεγαλοπρεπής και μαγευτική, το έδαφος είναι εγκατεσπαρμένο με ερείπια, και ο κ. Διδότος αποτύπωσε μια επιγραφή από μια στρογγυλή πέτρα, πάνω στην οποία το μάτι του έπεσε τυχαία. Είναι ενδεχό­μενο να ανήκε στη Θόλο, που τη μνημονεύει και ο Παυσανίας.

Συνεχίζοντας την κατάβαση προς το ιερό άλσος του Ασκληπιού, το και σήμερα ακόμη αποκαλούμενο Ιερό, διασχίζουμε τους συνοικισμούς Περί και Κορόνι. Αυτός ο τελευταίος ανακαλεί στη μνήμη μας το όνομα της μητέρας του θεού που λατρευόταν εδώ κατά την αρχαιότητα. Ο Παυσανίας πληροφορεί τον ταξιδιώτη ότι υπήρχε κάπου εδώ κι ένας ναός. Κρίνοντας από τον αριθμό των οχυρών τα οποία υψώνονται σ’ όλες τις διαβάσεις, αρχίζοντας από το φρούριο του Ναυπλίου, αποκομίζουμε την εντύπωση ότι η περιοχή αυτή είχε ανάγκη εντατικής επαγρύπνησης, ώστε να προστατεύεται η προς την Αργολίδα πλευρά της. Αμέσως μόλις βγούμε από το Κορόνι μπαίνουμε σ’ ένα φαράγγι, φρουρούμενο από δυο πύργους, και σε μικρή απόσταση από εκεί πατάμε πάνω στα θεμέλια ενός τείχους, το οποίο τη χώριζε από μια άλλη πεδιάδα, τριγωνικού σχήματος και με πλήθος συσσωρευμένων ερειπίων. Δεν συναντάμε, επί δέκα και πλέον λεπτά, τίποτε άλλο παρά χαλάσματα, ενώ λίγη ώρα μετά βλέπουμε έναν ερειπωμένο περίστυλο ναό, απ’ όπου φτάνουμε σ’ έναν περίβολο, γνωστό με την ονομασία Ιερό.

Ο ναός του Ασκληπιού καταλάμβανε μια έκταση εξισούμενη με την επιφάνεια μιας ολόκληρης πόλης: ας σταθεί λίγο ο οδοιπόρος στο χώρο του απέραντου και θαυμαστού αυτού θε­ραπευτηρίου, όπου πρόστρεχαν από κάθε σημείο της χώρας οι άρρωστοι για ν’ ανακτήσουν την υγεία τους και να καθυστερή­σουν λίγο την για όλους αναπόφευκτη μοιραία στιγμή.

Άραγε πόσοι και πόσοι θησαυροί της αρχαιότητας δεν παραμένουν α­κόμη κρυμμένοι κάτω απ’ αυτή τη γη, ανάμεσα στα λουτρά, τους ναούς, τα αμφιθέατρα, τα θέατρα κι ανάμεσα σε πληθώρα τάφων που σίγουρα θ’ ανευρίσκονταν αν κατάφερνε η Ελλάδα ν’ απελευθερωθεί από τον ατιμωτικό τουρκικό ζυγό;

Τον οπτικό ορίζοντα του ιερού άλσους κλείνουν οι αρμο­νικές οροσειρές του Αραχναίου, του Τιτθίου και του Κυνορτίου με τις απογυμνωμένες κορυφές τους και με τις πλαγιές τους, τις κατάφυτες από σχίνους, μυρτιές, κέδρους και από δελφικές δάφνες που μ’ αυτές πλέκονταν τα στεφάνια των ιε­ρέων της Επιδαύρου.

Εδώ, στο Ιερό, οι Ασκληπιάδες διδά­σκονταν τη θεία τέχνη του Ιπποκράτη, του μεγάλου άνδρα ό­λων των αιώνων, που η ορθότητα των Αφορισμών του επι­σφραγίστηκε από το χρόνο. Έπρεπε να εκφραστεί με κανόνες, κι αυτοί οι κανόνες έγιναν χρησμοί: καθότι η τέχνη διαρκεί αι­ώνια, ενώ η ζωή είναι εφήμερη, και τα λόγια, όπως κι η φήμη του άρχοντα της ιατρικής θα παραμείνουν αθάνατα.

Θα λέγαμε ότι, σε γενικές γραμμές, όλοι οι ναοί του Ασκληπιού στην Ελλάδα, την Ασία και την Ιταλία, κτίστηκαν πάνω σ’ ένα πανομοιότυπο σχέδιο, το οποίο μιμήθηκε κατά καλή τύχη κι ο διάσημος αρχιτέκτων μας, ο Gondoin, όταν έ­κτισε την Ιατρική Σχολή των Παρισίων.

Τοποθετούσαν το άγαλμα του θεού πάνω στο άνοιγμα ενός πηγαδιού, οι αναθυ­μιάσεις του οποίου επενεργούσαν πάνω σ’ αυτό, όπως επενερ­γούσε και το λάδι που έκαιγε στη βάση του αγάλματος της Αθηνάς στην Αθήνα, και διατηρούσε τη στιλπνότητα του ελε­φαντοστού, του περιεχομένου μέσα στη σύνθεση του αγάλμα­τος. Το άγαλμα του Ασκληπιού ήταν έργο του Θρασυμήδη, γιου του Αρίγνωτου από την Πάρο.

Μερικά σπίτια ήταν κτισμένα γύρω απ’ αυτό το ναό για τη φιλοξενία όσων έρχονταν ν’ αποθέσουν στον Ασκληπιό τις προσφορές τους, ενώ υπήρχε κι ένα κυκλικό οικοδόμημα από λευκό μάρμαρο, εμπλουτισμένο με ζωγραφικές του Παυσία.

Μέσα στο ναό, ή ίσως εννοούσε ο συγγραφέας μέσα στο ιερό άλσος, το αποκαλούμενο Ιερόν, είχαν ανεγείρει ένα θέατρο το οποίο, όπως και η Θόλος, ήταν έργο του Πολυκλείτου. Η ύπαρξη ενός περιστυλίου για τους περιπάτους ή τους διαλογισμούς, καθώς κι ενός θεάτρου, κα­ταδεικνύουν ότι οι λειτουργοί του θεού της Επιδαύρου γνώρι­ζαν καλά ότι η θεραπεία της ψυχής είναι πολύ συχνά περισσότερο επιτακτική απ’ ό,τι η θεραπεία του σώματος. Ίσως και ν’ ασχολήθηκαν λίγο με τις περιπτώσεις κατάθλιψης και υποχον­δρίας, αλλά το βέβαιο είναι ότι δεν επέτρεψαν ποτέ την αναπαράσταση του αριστοφανικού Πλούτου, ενός έργου στο οποίο διακωμωδούνται τόσο οι ιερείς του Ασκληπιού, όσο κι εκείνα τα κολλύρια τους, που μετέβαλλαν σε αόμματους όσους έβλεπαν καλά, ενός έργου στο οποίο διακωμωδούνται οι εμπειρι­κές συνταγές τους, αλλά κι ο ίδιος ο θεός, που η καυστική σά­τιρα του Αριστοφάνη τον είχε γελοιοποιήσει στα μάτια των Αθηναίων. Αν και τα πάντα εκφυλίζονται κι εξευτελίζονται υπό το κράτος της δεισιδαιμονίας, είναι πολύ πιθανόν στην Επίδαυρο να μην υπήρχαν μόνο συκοφάντες, αν αληθεύει η πληροφορία ότι από εδώ άντλησε ο Ιπποκράτης όλο το υλικό του για τα έργα που μας άφησε.

Ancient Greek Theatre at Epidaurus - Antiquities in the Peloponnesus

Η διάμετρος του θεάτρου, του κτισμένου μέσα στην κοιλό­τητα ενός λόφου ο οποίος δεν ξεπερνά και πολύ το ύψος των τελευταίων κερκίδων είναι είκοσι έξι μέτρα. Υπάρχουν πενή­ντα εννέα βαθμίδες, και σώζονται κι αυτές, όπως και το κοί­λον, σε αρίστη κατάσταση. «Την ώρα που ο νεαρός Ροδίτης συνταξιδιώτης μου», συνεχίζει ο κ. Διδότος, «στεκόταν στο σημείο όπου άλλοτε ήταν η σκηνή, απαγγέλλοντας στίχους του Σοφοκλή, εγώ καθόμουν σε διαφορετικά κάθε φορά σημεία του θεάτρου, θέλοντας ν’ αποτιμήσω την απόδοση της φωνής του. Αν κι αυτή ήταν μάλλον υπόκωφη, γιατί πιθανόν τα δενδράκια και τα χαμόκλαδα που φύτρωναν ανάμεσα στις κερκίδες να άμβλυναν τον ήχο, δεν μου διέφευγαν μολαταύτα παρά ελάχιστες λέξεις, κι αυτό, μόνο όσες φορές στεκόμουν στο υψηλότε­ρο σημείο του θεάτρου, και μόνο όταν βρισκόμουν από την πλευρά που φυσούσε ο άνεμος.

Θα έπρεπε, από μια τέτοια απόσταση, να φαίνονταν μικροσκοπικοί οι θεατές, και καθώς δεν ήταν εύκολο να διακρίνει κανείς τα χαρακτηριστικά τους, ούτε να συλλάβει τις εκφράσεις του προσώπου τους που δεν φωτιζόταν, όπως γίνεται στα δικά μας θέατρα, καθίσταται αυτονόητο ότι η για τα δικά μας μέτρα η γελοία χρήση του προσωπείου και του κοθόρνου είχε αποδειχτεί απαραίτητη γι’ αυτούς, έτσι ώστε να δημιουργείται μια εντονότερη εντύπωση πάνω στην υπαίθρια σκηνή».

Από το κέντρο του θεάτρου της Επιδαύρου ατενίζουμε το Αραχναίον όρος, στην κορυφή του οποίου είδε η Κλυταιμνή­στρα τη λάμψη των φρυκτωριών, σημάδι που της ανήγγειλε την καταστροφή της Τροίας. Ο Θεοδόσιος ήταν αυτός που έδωσε τη χαριστική βολή στην Επίδαυρο. Τα ερείπια της μαρτυρούν τη βαρβαρότητά του καθώς κι εκείνη των ανόητων θεολό­γων, τις βουλές των οποίων εκτελούσε.

Όσο κι αν ο περιηγη­τής θρηνεί για την κατάρρευση των μνημείων του ιερού άλ­σους του Ασκληπιού, ας μη νομίσει ότι χάθηκαν τα πάντα. Αν εκείνος επιχειρούσε, και προπάντων αν οι Έλληνες επανακτού­σαν τη θέση τους ανάμεσα στα έθνη, κι αν ανέσκαπταν αυτούς τους θαμνόφυτους λόφους, θα ανακάλυπταν εκεί μέσα μνημεία, έργα ανθρώπων που αντάξιοί τους ουδέποτε θα φανούν οι σύγχρονοι. Άλλοτε, κάτω απ’ αυτά τα υψώματα με τις μυρτιές υπήρχαν οι ναοί της Αρτέμιδος, της Αφροδίτης και της Θέμι­δος.

Όποιος πιει από το νερό της πηγής εκείνης που κοντά της θα σταθεί για να ξεδιψάσει, ας θυμηθεί ότι πλησιάζει στο στάδιο, όπου οι άρρωστοι μπορούσαν με το τρέξιμο ν’ απαλ­λαγούν από τις εμφράξεις ή ν’ ανακτήσουν την όρεξή τους, όπως ακριβώς γίνεται και με τα ιαματικά νερά, τα οποία οι γιατροί συστήνουν σε πολλές περιπτώσεις στους αρρώστους τους, μην έχοντας να προτείνουν καμιά καλύτερη λύση.

Τα λουτρά του θεού της Επιδαύρου, που τα τίμησαν ως και στο πρόσωπο της συζύγου του, της Ηπιόνης, της οποίας έστησαν και το άγαλμα, εύκολα θα αναγνωρίζονταν, όπως άλλωστε και τα ερείπια του ναού των Επιδωτών θεών, της θεάς Σαλώς, του Αιγυπτίου Απόλλωνα, καθώς και η στοά του Κοτύου, αποκαταστημένη από τον Αντωνίνο, ο οποίος διαδέχτηκε το 138 μ.Χ. το θετό πατέρα του, Αδριανό.

Βγαίνοντας από τον ιερό περίβολο, δεξιά μας, κάτω από ένα δένδρο, βλέπουμε μια όμορφη πηγή και σχεδόν αμέσως μετά περνάμε ένα ρυάκι που έρχεται από δεξιά και ρέει, όπως και άλλα δυο μικρά ποταμάκια, προς την κατεύθυνση του Αργολικού κόλπου. Συναντάμε ορισμένα κτίσματα, ενώ η κοι­λάδα στενεύει διαμορφώνοντας μια κλεισούρα που παλαιότερα φράχτηκε από ένα οχυρωματικό τείχος, τα θεμέλια του οποίου είναι ορατά και σήμερα ακόμη, και μετά από τρία λεπτά περ­νάμε πάνω από τα χαλάσματα ενός δεύτερου τείχους. Στο ση­μείο αυτό, διαβαίνουμε ένα ποταμάκι με δενδροστοιχίες από ροδοδάφνες και ροδιές δεξιά κι αριστερά του, και εισχωρούμε σ’ ένα πλαισιωμένο από βράχους φαράγγι, ανάμεσα στους οποίους παρεμβάλλονται ευωδιαστά πεύκα. Το φαράγγι τερματίζεται στη διασταύρωση ενός μονοπατιού, κι εμείς το ακλουθούμε για να φτάσουμε ως το Λυγουριό.

Φαίνεται ότι η περιοχή γύρω από το άλσος του Ασκληπι­ού είχε οχυρωθεί με ιδιαίτερη επιμέλεια, κι αυτό μας κάνει να πιστεύουμε ότι είχαν εναποτεθεί αξιόλογοι θησαυροί στη φύ­λαξη των θεών, κι ότι ίσως χωρίς την οχύρωση αυτή οι άρρωστοι να μην προστατεύονταν από τις επελάσεις των λεηλατητών ή των πειρατών, ανθρώπων που αψηφούσαν τον Δία και τον κεραυνό του. Όταν βρεθούμε στο σημείο όπου αρχίζει ένας καλοκαλλιεργημένος κάμπος, κατάφυτος από λιόδενδρα, ανδράχνες κι από ένα σωρό άλλα δενδρύλλια με τους ανάμει­κτους αρμονικούς χρωματισμούς των φυλλωμάτων τους, δεν απέχουμε πλέον από το Ιερό παρά μισή μόνο λεύγα.

Η πεδιά­δα ξετυλίγεται συνεχώς, κι εμείς ατενίζουμε τη χερσόνησο των Μεθάνων, την Αίγινα και μια πληθώρα από νησάκια που προ­βάλλουν σαν βωμοί εγκατεσπαρμένοι μέσα στο Σαρωνικό κόλ­πο. Αφού αφήσουμε αριστερά μας ένα χωριουδάκι κτισμένο πάνω στο Αραχναίο όρος, περνάμε μπροστά από έναν τύμβο, πιθανόν τον τάφο της Υρνηθούς, συζύγου του Δηϊφόντη, βασι­λιά της Επιδαύρου. Χωρίς η άποψη αυτή να είναι απόλυτα ε­ξακριβωμένη, ενέχει ωστόσο αρκετή αληθοφάνεια, αφού ο Παυ­σανίας αναφέρει ότι είχε στηθεί ένα ηρωικό μνημείο προς τι­μήν του βασιλιά της Επιδαύρου μέσα σ’ έναν ελαιώνα, ειδικά αφιερωμένον σ’ αυτόν. Από εδώ ως την Επίδαυρο είναι μισή λεύγα δρόμος, ενώ η συνολική πορεία από το Ιερό υπολογίζε­ται σε δυο ώρες.

Η Επίδαυρος, αποκαλούμενη αρχικά Επίκαρος, πήρε το ιστορικό όνομα της από έναν ήρωα καταγόμενο από τον Δία.

Ο Στράβων αναφέρει ότι η Επίδαυρος συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις ξακουστές πόλεις, «ιδιαίτερα χάρη στην ακτινοβολία του Ασκληπιού, που είχε τη φήμη ότι γιάτρευε πάσα νόσο». Η πόλη ήταν κτισμένη, όχι όπως γράφει ο Στράβων στο μυχό του Σαρωνικού κόλπου, αλλά, όπως εύστοχα παρατήρησε ο κ. Gosselin, στη μέση περίπου της δυτικής ακτής αυτού του ίδιου κόλπου. Θα πρέπει να ήταν μια αξιόλογη πολιτεία, αν υποτε­θεί ότι καταλάμβανε μια έκταση δεκαπέντε σταδίων πάνω στην παραλία, πράγμα διόλου απίθανο, αν κρίνουμε από τη σπουδαιότητα που της αποδίδει ο Θουκυδίδης και πολλοί άλλοι αρχαίοι συγγραφείς. Ο Παυσανίας παραθέτει ανάμεσα στα πιο λαμπρά οικοδομήματά της, τους ναούς του Ασκληπιού, της Αφροδίτης και της Ήρας.

Τα μνημεία της κατέρρευσαν, οι λόχμες που σκεπάζουν τα ερείπια αυτής της πόλης κρύβουν ως και τα χαλάσματά της, αλλά το ελάχιστα αλλοιωμένο όνομά της θυμίζει στον οδοιπόρο ότι πατάει στα εδάφη εκείνα που κοσμούνταν και δοξάζονταν κάποτε από τα ερείπια αυτά. Από μερικούς δωρικούς κίονες συμπεραίνουμε ότι αυτοί ανήκαν στο ναό της Ήρας, του οποίου τα θεμέλια και σίγουρα τα γλυ­πτά θα ξαναβρίσκαμε αν είχαμε τη δυνατότητα να κάνουμε ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια ανακαλύφτηκαν αρχιτεκτονικά λείψανα, προερχόμενα από το ναό του θεού της Επιδαύρου, και θα ήταν ενδιαφέρον να τα ανέσυρε κανείς στην επιφάνεια και να τα μελετούσε, αφού χρησίμευσαν ως πρότυπα στους να­ούς της θεσσαλικής Τρίκκης, της Κω, της μεσσηνιακής Τρίκκης, και σ’ όλους τους ναούς τους αφιερωμένους κατά την αρχαιότητα στον Ασκληπιό, το γιο του Απόλλωνα.

Τόσο τα τείχη της, όσο και τα κατάλοιπά της, και η γρα­φικότητα του λιμανιού της, αλλά και η οχυρή θέση της σ’ ένα περιβαλλόμενο από βουνά κοίλωμα, μέσα στο οποίο εντοπίζε­ται η Επίδαυρος, υποδηλώνουν ότι θα πρέπει η πόλη αυτή να ήταν, ως το Μεσαίωνα, ισχυρή και αρκετά ανθηρή. Η ανάμειξη ελληνικών και ρωμαϊκών ερειπίων μαρτυρεί ότι διήλθαν από εδώ δυο λαοί, κι είναι εύκολος ο διαχωρισμός αυτών των ερει­πίων, όπως εύκολη είναι και η αποτίμηση της αξίας τους, χά­ρη στην ύπαρξη μερικών ελληνικών τάφων, κοσμημένων με ακρωτηριασμένες πλέον μορφές. Η στάση των μορφών αυτών, αλλά και η τεχνοτροπία των καλλιτεχνών μαρτυρούν ότι πρόκειται για μνημεία του χρυσού αιώνα, ενώ αντιθέτως τα έργα των Ρωμαίων είναι χονδροειδή και άτεχνα.

Ο Χαλκοκονδύλης αναφέρει ότι ο Μωάμεθ Β’ είχε εκδηλώσει την επιθυμία ν’ α­ντικρίσει την Επίδαυρο και να την καταλάβει, αν κι αυτή η πόλη ήταν μια από τις πλέον κατεστραμμένες ανάμεσα στις υ­φιστάμενες τότε.

Ο Thévet την περιγράφει με τα ακόλουθα περίπου λόγια: «Διερχόμενοι από εδώ, επισκεφτήκαμε κι αυ­τό τον τόπο, όπου κατοικούν Έλληνες χριστιανοί, φτωχοί μεν αλλά αρκετά καλοσυνάτοι άνθρωποι, συγκρινόμενοι με τους υ­πόλοιπους. Μου έδειξαν το ομοίωμα ενός παιδιού που το θη­λάζει μια γίδα, κι έχει κοντά του για φύλακα ένα σκυλί. Ακτί­νες περιέβαλαν το πρόσωπο του παιδιού, όπως οι ακτίνες του ήλιου: μου είπαν ότι επρόκειτο για μια αναπαράσταση του Ασκληπιού, ο ναός του οποίου βρισκόταν στο γνωστό μέρος». Ένα άθλιο χωριό και μερικές καλύβες είναι όλο κι όλο ό,τι α­πέμεινε από την Επίδαυρο, όπου η ατμόσφαιρα είναι τόσο νο­σηρή, ώστε αρκεί να κοιμηθείς εκεί μια μόνο νύχτα για να προσβληθείς από ελώδη πυρετό. Αντίθετα, το Ιερό, που οι Έλληνες το γράφουν Γερό, δηλαδή υγιεινό, φημίζεται ως η πιο υγιεινή περιοχή της Επιδαυρίας. Είθε ο ξένος που θα προσεγγίσει στο πάντα απάγκιο για τους θαλασσοπόρους λιμάνι της, να έρθει κάποτε να προσκυνήσει το λίκνο του χρυσοπόγωνα Ασκληπιού, αλλά και το λίκνο ενός λαού που επανέκτησε τη θέση του μέσα στον πολιτισμένο κόσμο!

 

Πηγές 


  • Pouqueville, Francois Charles Hugues, «Voyage dans la Grece», Paris : Chez Firmin Didot, Pere et Fils, 1822.
  • Φραγκίσκου  Πουκεβίλ, «Ταξίδι στην Ελλάδα / Πελοπόννησος», Εκδόσεις Τολίδη, Αθήνα, 1997. 

 

Διαβάστε ακόμη: 

 

Read Full Post »

Older Posts »