Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for the ‘Περιηγητές’ Category

Σόλτεν Φρέντρικ (Frederik von Scholten, 1796-1853)


 

Σόλτεν Φρέντρικ (Frederik von Scholten, 1796-1853)

Ο Φρέντρικ Σόλτεν εκπαιδεύτηκε στη Σχολή του Πολεμικού Ναυτικού της Δανίας, αλλά το 1823 προσχώρησε στο Γαλλικό Ναυτικό και με την ιδιότητα αυτή συμμετείχε σε δύο εκστρατείες στην Ελλάδα, η πρώτη το 1824-1825 και η δεύτερη το 1828-1829. Κατά τη διάρκεια των εκστρατειών φιλοτέχνησε υδα­τογραφίες από τους τόπους που επισκεπτόταν, τη Θάσο, τη Θεσσαλονίκη, τις Μυκήνες και άλλα μέρη της Πελοποννήσου.

 

Σκίτσα και υδατογραφίες, του Frederik Von Scholten, από την Ελλάδα 1824-29.

 

Το φθινόπωρο του 1824 ο Scholten ξεκίνησε την πρώτη του περιοδεία στο Αιγαίο με το πλοίο Le Cuirassier,  το οποίο αγκυροβόλησε στα ανοιχτά, βόρεια,   του νησιού της Θάσου, όπου και σχεδίασε δύο Ρωμαϊκές σαρκοφάγους και ζωγράφισε μία υδατογραφία ενός όρμου με έναν αρχαίο πύργο ο οποίος δεν υπάρχει πια.

 

Δύο ρωμαϊκές σαρκοφάγοι που σχεδίασε ο von Scholten στη Θάσο. Ένα από τα σχέδια χρονολογείται στις 10 Σεπτεμβρίου 1824.

 

Δύο ρωμαϊκές σαρκοφάγοι που σχεδίασε ο von Scholten στη Θάσο. Ένα από τα σχέδια χρονολογείται στις 10 Σεπτεμβρίου 1824.

 

Ακουαρέλα του 1824 που δείχνει ένα αρχαίο πύργο στη Θάσο, υπογεγραμμένη από τον von Scholten.

 

Το Le Cuirassier συνέχισε για Θεσσαλονίκη και αργότερα έφτασε στο Ναύπλιο, όπου εκείνη την περίοδο έδρευε η Ελληνική κυβέρνηση. Σε μία εκδρομή στις Μυκήνες 25 χλμ. μέσα στην ενδοχώρα ο  von Scholten  σχεδίασε τον μεγαλειώδη τάφο με σχήμα κυψέλης που ονομάζεται «Ο θησαυρός του Ατρέα».

 

Το Ναύπλιο όπως φαίνεται από τη θάλασσα. Ακουαρέλα, von Scholten, Μάρτιος του 1825.

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Τουντέερ Όσκαρ Έμιλ (Oskar Emil Tudeer, 1850-1930)


 

Όσκαρ Εμίλ Τούντεερ (1850-1930)

Ο Φινλανδός καθηγητής και μεταφραστής Όσκαρ Εμίλ Τούντεερ γεννήθηκε, τον Αύγουστο του 1850, στο Ελσίνκι. Γονείς του ήταν ο Όσκαρ Βίκτορ Τούντεερ και η Λώρα Μαρία Kuhlström.

Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Αλεξάνδρειο Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι με κα­θηγητή τον Βίλχελμ Λάγκους. Εκπόνησε τη διδακτορική διατριβή του πάνω στο συντακτικό της ελληνικής γλώσσας με θέμα De infinitivi sermonis Homerici ratione syntactica (1876). Η επί υφηγεσία διατριβή του έφερε τον τίτλο De dialectorum Graecarum digammo testimonia inscriptionum (1879).

Από το 1879 ως το 1884 αντικατέστησε τον Λάγκους στην έδρα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ο οποίος είχε μεταπηδήσει στην πρυτανεία. Όταν εκείνος επέστρεψε στη θέση του, ο Τουντέερ προσελήφθη στο πανεπιστήμιο ως έκτακτος καθηγητής. Μολονότι ανήκε στη σουηδόφωνη μειονότητα της χώρας του, ήταν ένας από τους πρώτους καθηγητές που δίδαξαν στη φινλανδική γλώσσα αντί της σουηδικής. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Λάγκους Βίλχελμ (Wilhelm Lagus, 1821-1909)


 

Αντίγραφο προσωπογραφίας του Βίλχελμ Λάγκους, έργου της Ida Silfverberg, το οποίο φιλοτέχνησε ο Harald Smedberg, 1952. Μουσείο Πανεπιστημίου του Ελσίνκι.

Ο ελληνιστής Βίλχελμ Λάγκους (Jakob Johan Wilhelm Lagus)  υπήρξε ο πρώτος Φινλανδός λόγιος που ταξίδεψε στην Αθήνα, παρέμεινε μάλιστα για έναν ολόκληρο χρόνο με σκοπό να μάθει την ελληνική γλώσσα.

Ο Λάγκους, με σπουδές στην κλασική φιλολογία, τα αραβικά και τα εβραϊκά στις αποσκευές του, αλλά και τη ρωσική αρχαιολογία και την πνευματική παραγωγή που αφορούσε το μεσαιωνικό κόσμο της Ανατολής, ταξίδεψε στη Νότια Ρωσία και την Ελλάδα στα μέσα του 19ου αιώνα και παρέμεινε στην Οδησσό δύο χρόνια και πάνω από ένα χρόνο στην Αθήνα. Ήρθε με τη σύζυγό του Κασταλία και τη μικρή τους κόρη Μαρία, που δυστυχώς πέθανε στην Αθήνα από υψηλό πυρετό (ο τάφος της υπήρχε στο Α’ Νεκροταφείο τουλάχιστον ως το 1972). (περισσότερα…)

Read Full Post »

Άποψη του Ναυπλίου – Du Moncel, 1845


 

Άποψη του Ναυπλίου, επιχρωματισμένη λιθογραφία. Σχεδίασε εκ του φυσικού και χάραξε ο Théodose ή Théodore Achille Louis Vicomte du Moncel (τις ανθρώπινες μορφές ζωγράφιζαν στα έργα του οι: H. de Rossi, A. Bayot και Férogio), δημοσιεύεται στο λεύκωμα «Excursion par terre d’ Athènes à Nauplie …», Παρίσι, 1845.

 

Άποψη του Ναυπλίου, επιχρωματισμένη λιθογραφία. Σχεδίασε εκ του φυσικού και χάραξε ο Théodose ή Théodore Achille Louis Vicomte du Moncel, Παρίσι, 1845.

 

Ο Théodose ή Théodore Achille Louis Vicomte du Moncel (1821-1884) γεννήθηκε στο Παρίσι και εκτός από ικανός σχεδιαστής και χαράκτης των λιθογραφημένων πινάκων του, ήταν αρχαιολόγος και ηλεκτρολόγος. Το πλούσιο δημοσιευμένο έργο του μαρτυρεί την πολυμέρεια των γνώσεων και ενδιαφερόντων του, που επεκτείνεται σε πολλούς τομείς του επιστητού. Ενώ η μια πλευρά των επιστημονικών του ενασχολήσεων τον στρέφει σε μελέτες για τη φυσική και ειδικότερα τον ηλεκτρισμό, η άλλη, που υπηρετεί την αγάπη του για την αρχαιολογία, τον οδηγεί αναπόφευκτα στην Ελλάδα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Λύτ Χριστιάνα (Christiane Lüth, 1817-1900)


 

Λύτ Χριστιάνα (Christiane Lüth, 1817-1900)

Η Christiane Lüth γεννήθηκε στο Nordsjælland (Βόρεια Ζηλανδία), ήταν κόρη του Δανού αξιωματούχου Heinr. Fr. Georg Fischer (1781–1829) και της Mette Elisabeth Petersen (1789–1857) και μεγάλωσε στο Fredensborg (Φρέντενσμποργκ της Δανίας).

Η Χριστιάνα Φύσερ, όπως ήταν το πατρικό της, παντρεύτηκε το 1838 τον Γερμανό θεολόγο και ιερέα Asmus Heinrich Friedrich Lüth και τον ακολού­θησε στη Γερμανία. Τον αμέσως επόμενο χρόνο, ο σύζυγός της διορίστηκε προσωπικός ιερέας της βασίλισσας Αμαλίας και έτσι αυτή και η μικρότερη αδερφή της τον ακολούθησαν στην Αθήνα, όπου έμεινε για 13 χρόνια, ως το Μάιο του 1852.

 

«Η βασίλισσα ήταν κοντή, όμορφη, με θαυμάσιο παρουσιαστικό. Συμπεριφερότανε με πολλή ζωντά­νια που καταντούσε υπερβολική. Μιλούσε για ένα σωρό πράγματα κι επαινούσε διαρκώς την Ελλάδα, ας ήταν καλά ο Βορράς που πλήρωνε. Μου είπε ότι πολύ σύντομα θα νιώθαμε άνετα σ’ αυτή την τόσο όμορφη χώρα με το θαυμάσιο κλίμα…». [Μια Δανέζα στην Αυλή του Όθωνα]. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Fredrika Bremer (1801-1865)


 

Η Φρέντρικα Μπρέμερ γεννήθηκε στο Τούρκου της Φινλανδίας και ήταν γόνος εύπορης και καλλιεργημένης οικογένειας. Το 1804 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Στοκχόλμη της Σουηδίας, όπου και πέρασε τα παιδικά της χρόνια λαμβάνοντας μόρφωση σε διάφορους τομείς. Σπούδασε στην Γερμανία, την Ολλανδία και την Ελβετία και αργότερα στη Νορβηγία.

 

Fredrika Bremer (Φρέντρικα Μπρέμερ, 1801-1865)

 

Η Μπρέμερ έγραψε λογοτεχνικά έργα που έχουν σήμερα ιστορικό ενδιαφέρον, καθώς περιγράφουν τη Σουηδία των ημερών της. Ήταν ανήσυχο πνεύμα με πλούσια φιλανθρωπική δράση, ενώ υπήρξε πρωτοστάτης του γυναικείου κινήματος στη Σουηδία. Πεπεισμένη για τις ικανότητές της και για μια ιδιαίτερη αποστολή που θεωρούσε πως είχε να επιτελέσει, αποφάσισε να μείνει ανύπαντρη. Το 1849 επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, όπου έμεινε για δύο χρόνια, στη διάρκεια των οποίων επισκέφθηκε και την Κούβα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Jean Nicolas Maquart (Ζαν Νικολά Μακάρ, 1786-1856)


 

Jean Nicolas Maquart (Ζαν Νικολά Μακάρ, 1786-1856)

O Ζαν Νικολά Μακάρ γεννήθηκε το 1786 στην Σαρλεβίλ των Αρδεννών (Charleville – Ardennes). Ο πατέρας του ήταν κατασκευαστής λαβών για μαστίγια. Το 1800 πηγαίνει στο Παρίσι και διαμένει στη γιαγιά του καθώς έχει εγγραφεί και φοιτά στη Σχολή Διοικήσεως των Στρατιωτικών Επιτρόπων (πρόκειται για την Υπηρεσία Διαχείρισης του Στρατού ή αλλιώς Επιμελητεία). Το 1805 λαμβάνει τη διαταγή να παρουσιαστεί στο Στρασβούργο υπό τις διαταγές του Πιερ Φρανσουά Ντιφρέσν (Pierre Francois Dufressne), που υπηρετεί στο Στρατηγείο της Α.Ε. του Πρίγκηπα του Νεσατέλ (Νeuchatel), στρατηγού Αλέξανδρου Μπερτιέ (Alexandre Berthier), Υπουργού Ενόπλων Δυνάμεων, Αρχιστράτηγου της μεγάλης στρατιάς του Αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α΄. Λόγω αυτής της θέσης, συμμετέχει σε όλες τις ναπολεόντειες εκστρατείες για τις οποίες καταγράφει τα γεγονότα στις σημειώσεις του: 1805 (Ουλμ & Αούστερλιτζ), 1806 (Αυστρία), 1807-1808 Πρωσία & Πολωνία, 1809-1810 Γερμανία, 1812 Ρωσία, 1813 Σαξονία, 1814 Γαλλία. Στη συνέχεια και κατά τις περιόδους:

  • 1823-1824 υπηρετεί στη στρατιά των Πυρηναίων.
  • 1825-1827 υπηρετεί στο στρατό κατοχής της Ισπανίας.
  • 1828-1831 συμμετέχει στο Στρατιωτική Αποστολή στο Μοριά ως Διαχειριστής.
  • 1831-1832 βρίσκεται στο Βέλγιο.
  • Το 1835 παντρεύεται στη Μπουγιόν (Bullion) σε ηλικία 49 ετών την Φρανσουάζ Σχολαστίκ Φουκάρ (Francoise Scholastique Foucart) 24 ετών, με την οποία θα έχει δυο κόρες.
  • Τελειώνει τη στρατιωτική του καριέρα στη στρατιά του Βορρά, στη Ρουέν (Rouen) με το βαθμό του Συνταγματάρχη και στις 10 Απριλίου 1848 συνταξιοδοτείται.
  • Τιμήθηκε με τους τίτλους: Ιππότης (1823), Ιππότης του Βασιλικού Στρατιωτικού Τάγματος του Αγ. Φερδινάνδου (1827) με διαταγή του Βασιλιά της Ισπανίας Φερδινάνδου VII, Αξιωματικός της Λεγεώνας της Τιμής (1833).

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Επίδαυρος, υδατογραφία του Ζαν Νικολά Μακάρ (Jean Nicolas Maquart), 1829. Δημοσιεύεται στο: «Το ταξίδι του Συνταγματάρχη Jean Nicolas Maquart στην επαναστατημένη Ελλάδα (Πελοπόννησος 1828-1831)» – Γεώργιος Η. Κόνδης – Yves Ollivier.

 Στην Επίδαυρο αποτυπώνει τη δεξαμενή στο Ιερό [του Απόλλωνα Μαλεάτα] και το λιμάνι της Επιδαύρου έχοντας στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων. Το Μαύρο χρώμα των βουνών παραπέμπει στο ηφαίστειο των Μεθάνων.  

 

Επίδαυρος, υδατογραφία του Ζαν Νικολά Μακάρ (Jean Nicolas Maquart), 1829. Δημοσιεύεται στο: «Το ταξίδι του Συνταγματάρχη Jean Nicolas Maquart στην επαναστατημένη Ελλάδα (Πελοπόννησος 1828-1831)» – Γεώργιος Η. Κόνδης – Yves Ollivier. Στην Επίδαυρο αποτυπώνει τη δεξαμενή στο Ιερό [του Απόλλωνα Μαλεάτα] και το λιμάνι της Επιδαύρου έχοντας στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων. Το Μαύρο χρώμα των βουνών παραπέμπει στο ηφαίστειο των Μεθάνων.

 

Ο Ζαν Νικολά Μακάρ, γεννημένος το 1786, ως στρατιωτικός συμμετέχει σε όλα τα μεγάλα στρατιωτικά γεγονότα και ιδιαίτερα στις εκστρατείες, το 1805-1814, του Μέγα Ναπολέοντα, για τις οποίες καταγράφει πολλές πληροφορίες στο ημερολόγιό του. Την περίοδο 1828-1831 συμμετέχει στην Στρατιωτική Αποστολή του Μοριά. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Thomas Hope (Τόμας Χόουπ 1769-1831)


 

Ο Thomas Hope με τουρκική ενδυμασία, έργο του Sir William Beechey
λάδι σε καμβά, 1798. National Portrait Gallery, London.

O Thomas Hope (Τόμας Χόουπ) (1769-1831), από τις θεαματικότερες προσωπικότητες της αγγλικής κοινωνίας στις αρχές του 19ου αιώνα, αναμείχτηκε σε κάθε τομέα καλλιτεχνικής δραστηριότητας, στη ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, την εσωτερική διακόσμηση, την ενδυματολογία και τη λογοτεχνία. Κάτοχος μίας σπουδαίας συλλογής ελληνικών αρχαιοτήτων υπήρξε από τους σημαντικότερους προπαγανδιστές του Greek Revival («Ελληνική Αναβίωση») στην Αγγλία και συνέβαλε ουσιαστικά στην εξοικείωση της αγγλικής καλαισθησίας με μία αυθεντικότερη ελληνική αισθητική.

Ο Hope ταξίδεψε στην Ευρώπη και την ανατολική Μεσόγειο. Επισκέφθηκε την Ελλάδα δύο φορές, μία για την προσωπική του περιήγηση, που κράτησε οκτώ χρόνια (1787-1795), και μία δεύτερη, κατά την οποία περιορίστηκε στην Πελοπόννησο. Εκπόνησε ο ίδιος σχέδια των τόπων που επισκέφθηκε, κάποια από τα οποία ωστόσο αντιγράφουν έργα του Fauvel. Κάποια άλλα τα έχει εκπονήσει ο Γάλλος ζωγράφος Michel-François Préault.

Τα σχέδια αυτά συγκεντρώθηκαν από τον ίδιο σε έξι τόμους. Η θεματική τους δεν περιορίζεται στην απεικόνιση αρχαιοτήτων, αλλά περιλαμβάνει και απόψεις των σύγχρονων πόλεων και κτηρίων, καθώς και απεικονίσεις προσώπων με παραδοσιακές ενδυμασίες. Υπάρχει και ένας τόμος με ενδυμασίες και δείγματα επίπλων της αρχαιότητας.

Ο Hope αποτελούσε τυπικό αρχαιόφιλο τουρίστα της εποχής. Από τα προϊστορικά μνημεία που ήταν γνωστά την εποχή αυτή ο Hope απεικόνισε αυτά των Μυκηνών. Υπάρχουν οκτώ εικόνες με σχετικά θέματα, από τις οποίες επτά είναι σχέδια. Η όγδοη είναι υδατογραφία, η οποία απεικονίζει μια γενική άποψη των Μυκηνών και ουσιαστικά αποτελεί διαφορετική εκδοχή ενός από τα σχέδια. Και στις δύο εικόνες απεικονίζονται σύγχρονες ανθρώπινες μορφές, ενώ η υδατογραφία διακρίνεται για τον ρομαντικό τόνο που της δίνει η φωτοσκίαση. Το προοπτικό σχέδιο της Πύλης των Λεόντων έχει επίσης σύγχρονες μορφές, οι οποίες απεικονίζονται να μετρούν τις διαστάσεις του μνημείου και να το σχεδιάζουν.

 

Μυκήνες, άποψη τής Ακρόπολης. Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Mycenae-platform or esplanade of the citadel-gate of the lions-wall of the cyclops- wall of Agamemnon’s tomb-bed of the torrent at the bottom of the precipice wh. separates the esplanade of the citadel from the mountains behind it». «Μυκήνες-κρηπίδωμα ή esplanade της ακρόπολης – πύλη των λεόντων – τείχος των κυκλώπων – τοίχος του τάφου του Αγαμέμνονος – κοίτη του ποταμού στο βάθος του γκρεμού που χωρίζει την esplanade της ακρόπολης από τα πίσω βουνά». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, άποψη της Ακρόπολης – Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Υδατογραφία σε χαρτί.

 

Μυκήνες, ή Πύλη των Λεόντων, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί.

 

Μυκήνες, ή Πύλη των Λεόντων, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Gate of the Cyclops at Mycenae – n.b. the top stone with the Lions measures 10 1/2 ft 5 in height in the center». «Πύλη των Κυκλώπων στις Μυκήνες – ή ανώτατη πέτρα με τούς λέοντες έχει διαστάσεις 10 1/2 πόδια ύψος, στο κέντρο». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, θολωτός τάφος ό λεγόμενος Θησαυρός ή Τάφος του Άτρέως, εξωτερική άποψη, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Treasury of Atreus, Mycenae – Lowest visible tier of stone». «Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες – Η κατώτατη ορατή σειρά από πέτρες». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, θολωτός τάφος ό λεγόμενος Θησαυρός ή Τάφος του Άτρέως, εξωτερική άποψη, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Treasury of Atreus, Mycenae – Lowest visible tier of stone». «Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες – Η κατώτατη ορατή σειρά από πέτρες». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, τμήμα τής εισόδου του λεγόμενου Τάφου τής Κλυταιμνήστρας – Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. «Entrance of the Treasury of Atreus, Mycenae». «Είσοδος τού Θησαυρού τού Ατρέως, Μυκήνες».
Ο Hope παρεννόησε το μνημείο και το αναφέρει ως «ο Τάφος του Ατρέως». Στην πραγματικότητα πρόκειται για τον άλλο θολωτό τάφο, πού βρίσκεται δυτικά της Πύλης των Λεόντων και πού είναι γνωστός ως «ο Τάφος της Κλυταιμνήστρας». Ο τάφος αυτός ήταν ελάχιστα γνωστός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, πράγμα που εξηγεί την παρανόηση του Hope. Ο Γ. Ε. Μυλωνάς στο βιβλίο του «Πολύχρυσοι Μυκήνες», Αθήνα, 1983, αναφέρει (σελ. 175): «Κατά την τοπική παράδοση ο τάφος απεκαλύφθη από χωρικούς που κατασκεύασαν την αύλακα του παλιού των υδραγωγείου, είτε το 1808 είτε το 1812. Κατά τύχην η αύλαξ αυτή περνούσε επάνω από την κορυφή της θόλου του τάφου και κατά την κατασκευή του ευρέθη η λίθινη κορυφή τού θαλάμου». Στο σχέδιο του Hope διακρίνεται – στο πρώτο επίπεδο – ένα είδος αυλακιού που φθάνει έως το τύμπανο. Η παράσταση αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί από τις πρωιμότερες απεικονίσεις του μνημείου. (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

 

Στο ταξίδι του αυτό απεικόνισε και το Ναύπλιο και την Κρήνη του Χασάν Πασά.

 

Thomas Hope – Ναύπλιο, μερική άποψη τής πόλης από δυτικά. Σχέδιο με μελάνι και υδρόχρωμα σε χαρτί, τέλος 18ου αιώνα.

 

Thomas Hope – Ναύπλιο, γενική άποψη τής πόλης από τη θάλασσα, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με μελάνι σε χαρτί. Η άποψη αυτή θα πρέπει να σχεδιάστηκε από το Μπούρτζι, διότι όχι μόνο είναι αρκετά κοντινή, άλλα επιπλέον απεικονίζεται ολόκληρο το αριστερό τμήμα της πόλης το όποιο συνήθως καλύπτει ο όγκος του φρουρίου. Η άποψη αποτελεί μία εξαιρετικής σημασίας οπτική μαρτυρία για το προεπαναστατικό Ναύπλιο, δεδομένου ότι διασώζει παραδοσιακούς αρχιτεκτονικούς τύπους, αποκαλύπτοντας και την παραμικρή λεπτομέρεια.
Στην επάνω εικόνα (λεπτομέρεια) απεικονίζεται και το τουρκικό περίπτερο (τουρμπές) στην αποβάθρα του Ναυπλίου. (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Η Κρήνη του Χασάν Πασά στο Ναύπλιο, τέλος 18ου αιώνα. (Thomas Hope ή Michel-François Préault).

 

O Thomas Hope (Τόμας Χόουπ) γεννήθηκε στο Άμστερνταμ το 1769 από εύπορη οικογένεια Σκοτσέζων τραπεζιτών που, από τα τέλη του 17ου αιώνα, ήταν εγκατεστημένοι στην Ολλανδία. Ο πατέρας του, John Hope (1737-84), είχε παντρευτεί το 1764 την κόρη τού δημάρχου του Ρότερνταμ, Philipinna van der Hoeven (1738-90) και είχαν αποκτήσει τρία παιδιά: τον Thomas, τον Adrian-Elias και τον Henry-Philip. Oι  Hope έχοντας διασφαλίσει την κοινωνική παραδοχή ως αριστοκράτες του εμπορίου καταξιώθηκαν και στο χώρο της καλλιτεχνίας ως διακεκριμένοι συλλέκτες και μαικήνες της τέχνης.

Μόλις έκλεισε τα 18 του χρόνια ο Thomas, όπως όλοι οι νέοι τής τάξης του, ξεκίνησε για το καθιερωμένο Grand Tour· αλλά η δική του περιοδεία στην Ευρώπη κράτησε περισσότερο από το συνηθισμένο, οκτώ χρόνια, από το 1787 έως το 1795. Πριν από το τέλος του 18ου αιώνα ο Tomas Hope είχε πραγματοποιήσει επανειλημμένες επισκέψεις στην Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Μ. Ασία.

Η επέλαση της Ναπολεόντειας στρατιάς στην Ευρώπη ανάγκασε τους Hope να εγκαταλείψουν την Ολλανδία και να εγκατασταθούν, το 1795, στο Λονδίνο. Ο Thomas, που ο θάνατος των γονιών του τον είχε καταστήσει κληρονόμο ενός τεράστιου μέρους της οικογενειακής περιουσίας, επιδίωξε τότε να προβληθεί στην υψηλή αγγλική κοινωνία.

Το 1799 απέκτησε ένα πολυτελές μέγαρο στο κέντρο του Λονδίνου (Duchess street) έργο του αρχιτέκτονα Robert Adam, και το 1807, ένα χρόνο μετά το γάμο του με την Louisa Beresford, αγόρασε την εξοχική έπαυλη και το κτήμα του Deepdene στο Surray. Τα δύο κτίρια δεν υπηρετούσαν απλώς την ανάγκη του ιδιοκτήτη τους να φιλοξενεί με τον πιο φανταχτερό τρόπο την κοσμική αγγλική κοινωνία· παράλληλα, σκοπός τους ήταν να στεγάσουν τις πολυπληθείς συλλογές του μέσα σε ένα αρκετά ιδιόρρυθμο και εκθαμβωτικό περιβάλλον, πού αποτελούσε την έκφραση των αισθητικών αντιλήψεων του ιδιοκτήτη, δηλαδή του λεγόμενου «στυλ Hope».

 

Το πολυτελές μέγαρο στο κέντρο του Λονδίνου (Duchess street), έργο του αρχιτέκτονα Robert Adam.

 

Οι συλλογές Hope ήταν αναμφίβολα μουσειακού επιπέδου ως προς την ποιότητα άλλα και ως προς την ποικιλία των ειδών. Ήδη σε ηλικία είκοσι ετών ο Hope είχε δείξει δείγματα του ώριμου καλλιτεχνικού του αισθητηρίου με την αγορά δύο εξαιρετικών ρωμαϊκών γλυπτών, πού είχε δει στη Ρώμη. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια η συλλογή του με αρχαιότητες αυξήθηκε θεαματικά. Το 1801 απόκτησε τα δύο τρίτα από τα αγγεία της συλλογής Hamilton, που δημοπρατήθηκαν στο Ghristie’s ενώ, τρία χρόνια αργότερα, η συλλογή του περιλάμβανε συνολικά 1500 αγγεία. Οι διάφορες συλλογές από ελληνικές, ρωμαϊκές και αιγυπτιακές αρχαιότητες είχαν τοποθετηθεί στις νέες πτέρυγες, πού είχαν προστεθεί στο μέγαρο της οδού Duchess, ενώ αριστουργηματικοί πίνακες των Παλαιών Δασκάλων ήταν εκτεθειμένοι σε ειδικά διαρρυθμισμένες αίθουσες του μεγάρου, όπως «Η Πινακοθήκη» και «Η Φλαμανδική Πινακοθήκη».

Δεκτικός σε σύγχρονα καλλιτεχνικά ερεθίσματα, ο Hope κατόρθωσε – πριν ακόμα συμπληρώσει τα τριάντα του χρόνια – να ξεχωρίσει πρωτοποριακούς καλλιτέχνες όπως τον John Flaxman, για τα έργα του όποιου δημιουργήθηκαν ειδικές αίθουσες στο μέγαρο της οδού Duchess, και τον Bertel Thorvaldsen ο όποιος φιλοτέχνησε μία πλήρη σειρά από προτομές των μελών της οικογένειας του. Αυτός αγόρασε τον πρώτο πίνακα του Benjamin Haydon, που παρουσιάστηκε στη Βασιλική Ακαδημία το 1807. Και το 1804 δημοσίευσε το μαχητικό φυλλάδιο με τον τίτλο Παρατηρήσεις σχετικά με τα σχέδια του Dowing College, υπέρ της επαναστατικής πρότασης του άσημου – τότε – αρχιτέκτονα, William Wilkins, που τον έφερε αντιμέτωπο με το σύνολο των μελών της Βασιλικής Ακαδημίας.

Παρόλο που οι αφορισμοί του Hope, πάνω σε θέματα αρχιτεκτονικής και τέχνης δεν διευκόλυναν τις σχέσεις του με τις αυθεντίες του καλλιτεχνικού κατεστημένου της εποχής, κατάφερε ωστόσο να γίνει αποδεκτός ως ένας παράγοντας τού δημόσιου βίου και μία προσωπικότητα ικανή να ασκεί επιρροή πάνω στην πνευματική ζωή τού τόπου.

Η δραστήρια ανάμιξή του σε μία σειρά καλλιτεχνικών εταιριών είναι χαρακτηριστική· παράλληλα, αυτή ακριβώς η σχέση του με υψηλούς φορείς επιρροής ισχυροποιούσε τη δυνατότητά του να προωθεί τις προσωπικές του αισθητικές αντιλήψεις.

Πραγματικά, το «στυλ Hope», δηλαδή μία σύνθεση από πρότυπα που είχαν σαν πηγή έμπνευσης ένα σύνθετο όραμα αρχαίων πολιτισμών, βοήθησε στη διαμόρφωση της αγγλικής καλαισθησίας της περιόδου Regency. Επιπλέον η ανοιχτή επιδοκιμασία του Hope για την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική και ο ενθουσιασμός του για τα αρχαιοελληνικά ιδεώδη συνέβαλαν ουσιαστικά στη δημιουργία ενός ευνοϊκού κλίματος για την ανάπτυξη του Greek Revival («Ελληνική Αναβίωση»).

Το ενδιαφέρον του για την καθιέρωση μιας κλασικής αρχιτεκτονικής με αφετηρία αυθεντικότερα ελληνικά πρότυπα – το όποιο είχε εκδηλωθεί το 1804 με τη δημοσίευση τού φυλλαδίου για το Dowing College – συνοδεύτηκε από μία περαιτέρω διάδοση αρχαιοελληνικών διακοσμητικών στοιχείων στη σύγχρονη ζωή με μία σειρά εκδόσεων όπως: Οικιακή Επίπλωση και Εσωτερική Διακόσμηση (Household Furniture and Interior Deco­ration, 1807), Η ενδυμασία των Αρχαίων (Costume of the Ancients, 2 τόμοι, 1812) και Σχέδια για τη Σύγχρονη Ενδυμασία (Designs of Modern Costume, 1812). Οι πίνακες των εκδόσεων χαράχτηκαν με βάση τα σχέδια πού φιλοτέχνησε ο ίδιος μελετώντας σχολαστικά και αντιγράφοντας παραστάσεις αρχαίων αγγείων όπως αυτά που είχε στην ιδιωτική του συλλογή.

Η εικονογράφηση των εκδόσεων, που συχνά περιλαμβάνει αντικείμενα που μπορούσε να τα δει κανείς στο σπίτι του Hope, ενίσχυσε το αρχαιοπρεπές ύψος πού χαρακτήριζε την εσωτερική διακόσμηση της εποχής Regency. Επιπλέον οι συνδυασμοί μορφολογικών λεπτομερειών από κλασικές ενδυμασίες και έπιπλα πρόσφεραν ένα απλουστευμένο αρχαιοελληνικό ρεπερτόριο, κατάλληλο για την επιτυχή διακόσμηση ενός εσωτερικού χώρου σε στυλ «antique». Με τον τρόπο αυτό δεν κατόρθωσε μόνο να υλοποιήσει τις θεωρίες του, δημιουργώντας μεγαλοπρεπείς χώρους διακοσμημένους με πρωτότυπα έπιπλα, αλλά χάρη στις εικονογραφημένες εκδόσεις, που αποτελούν τα εγχειρίδια του στυλ Hope, συνέβαλε στην εξοικείωση της αγγλικής καλαισθησίας με μία νέα αισθητική.

Το ταλέντο του να αναπλάθει την ατμόσφαιρα μακρινών πολιτισμών και τόπων χάρισε στον Hope έναν ακόμη τίτλο, του συγγραφέα ενός δημοφιλέστατου μυθιστορήματος, πού δημοσιεύτηκε ανώνυμα το 1819 με τον τίτλο: Αναστάσιος ή οι Αναμνήσεις ενός σύγχρονου Έλληνα γραμμένες στο κλείσιμο του 18ον αιώνα (Αηαstasius or the Memoirs of a Modern Greek, written at the close of the 18th Century). Σε μία τρίτομη δραματική ιστορία ενός νεαρού Χιώτη, που αναγκάζεται να καταφύγει στη θάλασσα επειδή αποπλάνησε την ανήλικη κόρη του αφεντικού του πατέρα του, και μέχρι το τέλος της ζωής του δοκιμάζει θρυλικές περιπέτειες σε εξωτικές χώρες γύρω από τη Μεσόγειο και τη Μ. Ασία, ο Hope ζωντανεύει το σκηνικό, τα ήθη και τα έθιμα των ανθρώπων που ο ίδιος είχε γνωρίσει στη διάρκεια των ταξιδιών του. «Πήγα σε κάθε ένα από τα μέρη που περιγράφω λεπτομερειακά στον ’Αναστάσιο» εξομολογείται και πραγματικά δεν είναι δύσκολο να τον πιστέψει κανείς, κυρίως αφοί ξεφυλλίσει τούς τόμους με τά σχέ­διά του που φυλάγονται σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη.

Ο Hope επισκέφτηκε την Ελλάδα, δύο φορές: τη μία στη διάρκεια του Grand Tour της περιόδου 1787 – 95 και τη δεύτερη γύρω στα τέλη τού 1799. Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του περιηγήθηκε την Πελοπόννησο, τον συνόδευε ο Προκόπιος Μακρής, Αντιπρόσωπος της Εταιρείας της Μέσης Ανατολής (Levant Company) στην Αθήνα και ο πατέρας της Τερέζας Μακρή, της «Κόρης των Αθηνών» του Byron.

Φαίνεται πώς προκειμένου να αποκτήσει ένα πληρέστερο λεύκωμα με ελληνικές απόψεις ο Hope αγόρασε ελληνικά έργα και από άλλους καλλιτέχνες. Γνωρίζουμε ότι προσέλαβε το Γάλλο ζωγράφο MichelFrançois Préault, ο όποιος προηγουμένως είχε εργαστεί για τον Προκόπιο Μακρή καθώς και για τον Άγγλο περιηγητή JohnTweddel. Χρησιμοποίησε επίσης και μερικά έργα του Γάλλου Προξένου Louis Sebastien Fauvel. Στις παραστάσεις του Μνημείου της Σαλαμίνας και της Κορίνθου ο Hope σημειώνει ότι τις έχει αντιγράψει από τον Fauvel.

Ο Hope κάνει αναφορές σε παλιότερους περιηγητές σχολιάζοντας – και συχνά αντικρούοντας – τις απόψεις τους. Ο κάπως υπεροπτικός τόνος και η αυτοπεποίθηση με την όποια διατυπώνει τις σκέψεις του πάνω σε προβλήματα ταύτισης των μνημείων ή διαφόρων κλασικών τοποθεσιών είναι χαρακτηριστικά του «πεφωτισμένου» αρχαιόφιλου τουρίστα.

Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope (1769-1831) – Εικόνες από την Ελλάδα του 18ου αιώνα». Μουσείο Μπενάκη, Βρετανικό Συμβούλιο,  Εκδοτικός οίκος «Μέλισσα», Αθήνα, 1985.

 

Read Full Post »

Το ταξίδι του Φρειδερίκου Θειρσίου στην Ελλάδα (1831-1832) μέσα από τις επιστολές του προς τη σύζυγό του, ως πηγή αρχαιολογικής μαρτυρίας για την Πελοπόννησο – Ιωάννα Σπηλιοπούλου. Διημερίδα «Η Ιστορική και αρχαιολογική ερευνά στην Πελοπόννησο, όπως προκύπτει από τα αρχεία των Γ.Α.Κ. Νομών Πελοποννήσου και αρχεία άλλων φορέων». Τρίπολη, 04 & 05 Οκτωβρίου 2013. Πρακτικά. Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Πελοποννησιακών Σπουδών, Τρίπολη 2014.


 

Φρειδερίκος Θείρσιος, λιθογραφία 1830.

Κατά τη διάρκεια μίας πολύμηνης παραμονής του στην Ελλάδα (1831-1832), ο ξακουστός Γερμανός Κλασικός Φιλόλογος και φιλέλληνας Friedrich Thiersch ή Ειρηναίος Θείρσιος, όπως συνήθως αναφέρεται στα ελληνικά κείμενα, επισκέφτηκε και πολλά μέρη της Βορειοανατολικής και Κεντρικής Πελοποννήσου: τη Ναυπλία, το Άργος, την Τίρυνθα, τις Μυκήνες, τη Νεμέα, τον Φλ(ε)ιούντα, την Μαντίνεια, τον Αρκαδικό Ορχομενό, τη Στύμφαλο, τη Σικυώνα, την Κόρινθο και την Ισθμία. Μέσα από την αλληλογραφία του με τη γυναίκα του, μία σημαντική ιστορική πηγή για την κρίσιμη περίοδο των πολιτικών διενέξεων που μεσολάβησαν από τη δολοφονία του Καποδίστρια έως την άφιξη του Όθωνα, προκύπτουν και πολύτιμες αρχαιολογικές πληροφορίες για τα μέρη που επισκέφτηκε, που φωτίζουν εν μέρει άγνωστες πτυχές της ιστορίας της ελληνικής αρχαιολογίας.

[…] Τα πρωτότυπα κείμενα των επιστολών πρόκειται να δημοσιευθούν προσεχώς με εισαγωγή του Hans Martin Kirchner, αρχαιολογικό και ιστορικό υπομνηματισμό του Καθηγητή Hans Rupprecht Goette (Πανεπιστήμιο Giessen / Κεντρική Υπηρεσία του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, Βερολίνο) και της Ιωάννας Σπηλιοπούλου, ελληνική μετάφραση της ιδίας, καθώς και απεικονίσεις, κυρίως από περιηγητικές εκδόσεις της εποχής. Η επικείμενη δίγλωσση έκδοση θα φέρει τον τίτλο: Friedrich Thiersch, Reisebriefe aus Griechenland an seine Frau in der Fassung der Publikation im Morgenblatt fur gelehrte Stande” (1831-1832) / Φρειδερίκος Θείρσιος, Ταξιδιωτικές Επιστολές προς τη σύζυγό του από την Ελλάδα, όπως αυτές δημοσιεύτηκαν στο «Πρωινό Φύλλο για μορφωμένα κοινωνικά στρώματα» 1831-1832….

[…] Την 21η Αυγούστου του 1831 έφυγε ο Θείρσιος από το Μόναχο με μία ταξιδιωτική άμαξα και προορισμό του την Τεργέστη, για να επιβιβασθεί στο πλοίο που θα τον έφερνε στην Ελλάδα, προβάλλοντας ως επίσημη αιτία τη διεξαγωγή αρχαιογνωστικής έρευνας. Τί ήταν όμως πραγματικά αυτό που τον οδήγησε ειδικά εκείνο το πολυτάραχο φθινόπωρο του 1831 στη χώρα μας ως απεσταλμένο του Λουδοβίκου; Για ποιο επίσης λόγο δεν δημοσίευσε τις ταξιδιωτικές του επιστολές στην τόσο σημαντική και οικεία του «Γενική Εφημερίδα του Augsburg» (“Augsburger Allgemeiner Zeitung”) με την οποία είχε στενή συνεργασία, αλλά στο λογοτεχνικό περιοδικό “Morgenblatt fur gebildete Stande”, και πάλι όργανο του Cotta; Γιατί αυτό το ταξίδι ξεκίνησε χωρίς μακρά προετοιμασία και παρατάθηκε πέραν των θερινών τριμήνων διακοπών του Πανεπιστημίου, οδηγώντας τον Θείρσιο να πάρει επιπρόσθετα έξι εβδομάδες ερευνητική εκπαιδευτική άδεια, ξεπερνώντας συνολικά ένα έτος; Αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα γεννώνται στον υποψιασμένο αναγνώστη, που έκπληκτος πληροφορείται ότι ο Θείρσιος είχε ήδη στραφεί προς το στρατόπεδο των αντιπάλων του Καποδίστρια και ότι η πολιτική τον ενδιέφερε περισσότερο από τις αρχαιότητες, και γι’ αυτόν τον λόγο είχε πάρει την εκπαιδευτική άδεια από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Κύριος λοιπόν στόχος του ταξιδιού του ήταν να προετοιμάσει αποτελεσματικά το έδαφος για την ανακήρυξη του Όθωνα ως βασιλιά της Ελλάδας και να εκθέσει στη βαυαρική αυλή την πολιτική και οικονομική κατάσταση του υπό συγκρότηση ελληνικού κράτους. Καρπός της μονοετούς αυτής παραμονής του στη χώρα (1831-1832) υπήρξε το δίτομο έργο του De letat actuel de la Grece et des moyens darriver a sa restauration, στο οποίο ασχολείται με την πολιτική κατάσταση της χώρας στα χρόνια του Καποδίστρια και στο διάστημα που μεσολάβησε από τη δολοφονία του Κυβερνήτη έως την άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα.

Τώρα όμως ας περάσουμε στην αρχαιολογική του περιπλάνηση και τις μικροανασκαφές που διενήργησε, περιοριζόμενοι στην Αργολιδοκορινθία και τη γειτονική της Αρκαδία, εφόσον η παρούσα δημοσίευση αποτελεί μόνο προαναγγελία της επικείμενης δίγλωσσης σχολιασμένης έκδοσης.

 

Ναυπλία, 21 Σεπτ.

 

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1831, μετά από ένα ταξίδι 16 ημερών, έφτασε ο Θείρσιος με πλοίο από την Τεργέστη στο ύψος της Κέρκυρας. Την 21η Σεπτεμβρίου βρίσκεται στο ύψος της Ύδρας και των Σπετσών και συνεχίζει για τη Ναυπλία, από όπου γράφει στη γυναίκα του Αμαλία:

«Ποτέ δεν ήταν η υγεία μου σε καλύτερη κατάσταση, ο καιρός είναι θαυμάσιος, όπως στη χώρα μας το κατακαλόκαιρο, και το κομμάτι της Ελλάδας που βλέπω εδώ γύρω από τον Αργολικό κόλπο, απέναντι το Άργος με την Ακρόπολη της Λάρισας, στα πλάγια τα ερείπια της Τίρυνθας μέσα στην ωραία πεδιάδα, μαγευτικό […]. Αλλά και με τη χολέρα και την πανούκλα δεν υπάρχει εδώ τίποτα το ανησυχητικό. Σε τέσσερεις μέρες θα γράψω σε σένα και σε άλλους αναλυτικά για τη Σύρα, ελπίζοντας ότι αυτό εδώ το γράμμα με τα καλά νέα θα φτάσει νωρίτερα».

 

Άργος, 26 Σεπτ.

 

Πέντε μέρες αργότερα ο Θείρσιος γράφει στη σύζυγό του, ενθουσιασμένος για τις αρχαιολογικές εξορμήσεις που έκανε από το Άργος στις πανάρχαιες κυκλώπειες πόλεις της Αργειακής γης, Τίρυνθα και Μυκήνες.

«Φτάσαμε με τον κ. Metzger την ίδια μέρα στο Άργος μέσω Τίρυνθας, συνοδευόμενοι από τον κ. Ρίζο και τον κ. Σχινά, έναν από τους Έλληνες της νεώτερης γενιάς, που σπούδασαν στη Γερμανία. Σκοπός μας είναι να γνωρίσουμε αυτή τη γωνιά της ιπποτρόφου Αργειακής γης (μυχὸς Ἄργεoς ἱππoβότoιo) και τις πανάρχαιες κυκλόπειες πόλεις του, από τις οποίες η Τίρυνς και οι Μυκήνες κείτονται ακόμη μέσα στα ίδια ερείπια, που ήδη περιέγραψε ο Παυσανίας. Ο δρόμος από το Ναύπλιο οδηγεί μέσω της πεδιάδας, που απλώνεται μεταξύ της άκρης του αργολικού κόλπου και των βουνών σε μία έρημη περιοχή χωρίς καθόλου βλάστηση και φτάνει στα ερείπια της Τίρυνθας, που εκτείνονται στη μέση της πεδιάδας πάνω σε μία επιμήκη βραχώδη ράχη [..]. Τα κυκλώπεια τείχη, η σκεπαστή πύλη κατασκευασμένη από πελώρια κομμάτια βράχου και ο πύργος που υψώνεται πάνω σε μία κολοσσιαία βάση έχουν εξίσου τον μεγαλειώδη χαρακτήρα μιας ηρωικής εποχής».

Στο ίδιο γράμμα της 26ης Σεπτεμβρίου εκφράζει ο Θείρσιος την απογοήτευσή του από τη σύγχρονη πόλη του Άργους, που δεν είναι πλέον αντάξια του ονόματός της, σε αντίθεση με την Ακρόπολη της Λάρισας που δεσπόζει στο βάθος, τα ερειπωμένα τείχη της οποίας αποτελούν άφθαρτα κατάλοιπα της ελληνικής προϊστορίας.

«Από την Τίρυνθα, που απέχει από το Ναύπλιο μόνο τρία τέταρτα, φτάσαμε εγκαίρως το βράδυ στο Άργος, και αντί να βρούμε μία πόλη αντάξια του ονόματός της, αντικρύσαμε μία σειρά από ευτελείς καλύβες φτιαγμένες από τούβλα, με αμέτρητα ερείπια να παρεμβάλλονται ανάμεσά τους: τις απαρχές μιας πόλης που αρχίζει να ξανακτίζεται μετά από μία ολοσχερή καταστροφή, ήδη σε μία ανάκατη μορφή με ωραία μεμονωμένα νεόδμητα σπίτια, και πίσω της πάνω σε απόκρηνο ύφωμα το αρχαίο κάστρο της Λάρισας, που τα ερειπωμένα τείχη του  φέρουν τα ίχνη της ενετικής κατάκτησης, το δε κυκλώπειο κάτω μέρος του τα άφθαρτα κατάλοιπα της ελληνικής προϊστορίας».

 

Μυκήνες, 28 Σεπτ.

 

Μετά από δύο ημέρες γράφει ο Θείρσιος με μεγάλο θαυμασμό για την επίσκεψή του στις Μυκήνες, αναφέροντας και τη μικροανασκαφή που επιχείρησε στον Θησαυρό του Ατρέα.

«Οι Μυκήνες βρίσκονται ακόμα μέσα στα ίδια ερείπια που τις είδε ο Παυσανίας και κείτονται μέσα σε αυτά ήδη 500 χρόνια προ Χριστού, από τότε που η πόλη καταστράφηκε από το γειτονικό Άργος. Ο κυκλώπειος στενός δρόμος με την Πύλη των Λεόντων, το υπόσκαφο οικοδόμημα στο οποίο φύλαγε ο Ατρέας τα όπλα και τα κειμήλιά του, και τα ερείπια πέντε άλλων, ίδιων με αυτά της Τίρυνθας, μαρτυρούν τον χαρακτήρα και τη ζωή της πανάρχαιας εκείνης ελληνικής εποχής, που αποτυπώνεται εδώ οπτικά, ενώ στα ομηρικά έπη εκφράζεται ψυχικά. Όποιος θέλει να γνωρίσει και να κατανοήσει την αρχαία Ελλάδα, θα πρέπει να αρχίσει υποχρεωτικά από αυτό εδώ το αρχαιότερο ιερό της και να καταλήξει στην Αθήνα, δρόμο που θα ακολουθήσω γενικά κι εγώ, και θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή που ευνοήθηκα από περιστάσεις τρίτων και οικειοποιήθηκα τις γνώσεις τους μέσα από προσωπική μου αυτοψία. Στον Θησαυρό του Ατρέα έβαλα να ανασκάψουν μέρος του δαπέδου, που αποτελείται κοντά στους τοίχους από κόκκινο κονίαμα, ενώ κοντά στην είσοδο από μαρμάρινες πλάκες, κι έτσι μπόρεσα να διασώσω μερικά υπολείμματα από τους πολύτιμους κίονές του».

Στην επιστολή της 30ης Σεπτεμβρίου από τη Ναυπλία αναφέρεται ο Θείρσιος στα αποτελέσματα των ανασκαφικών του επιχειρήσεών στην Τίρυνθα, που αποσκοπούσαν στον εντοπισμό των θεμελίων του ανακτόρου και της εισόδου του.

«Επιστρέψαμε εχτές το βράδυ μέσω Τίρυνθας στη Ναυπλία. Συνεχίζοντας τις ανασκαφές στην Τίρυνθα, έφερα στο φως μέρος των θεμελίων του αρχαίου ανακτόρου […], μόνο ένα κομμάτι των παραστάδων της πύλης από πράσινο γρανίτη κείτονταν σε απόσταση εικοσιενός ποδιών από την πεσσοστοιχία, εγείροντας την υποψία ότι είχαμε μπροστά μας τα θεμέλια του ανακτόρου και σε αυτό το σημείο σίγουρα την κάτοψη της πύλης του. Πράγματι δεν θα μπορούσε να βρίσκεται σε καλύτερο σημείο από αυτό εδώ, στην άκρη του μέσου της βουνοκορυφής, πίσω από μία κύρια ανάβαση, με θέαση προς τη θάλασσα»…

Για την ανάγνωση ολόκληρης της ανακοίνωσης, της κυρίας Ιωάννας Σπηλιοπούλου, Επίκουρος Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Το ταξίδι του Φρειδερίκου Θειρσίου στην Ελλάδα (1831-1832)…

 

Read Full Post »

Older Posts »