Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Άγιο Όρος’

Βιβλιοθήκες – Αθωνική Πολιτεία


 

Στην υπερχιλιόχρονη ιστορική πορεία της η Αθωνική Πολιτεία δεν υπήρξε μόνο τόπος μετανοίας και προσευχής των αμέτρητων χιλιάδων καταφυγόντων εκεί πιστών ορθοδόξων. Υπήρξε και χώρος σπου­δής και μελέτης, ώστε η ψυχή ν’ ανεβεί την κλί­μακα της σωτηρίας πλουτισμένη με πολλά πνευμα­τικά εφόδια. Με τη γραφίδα τους οι μοναχοί γρά­φουν και αντιγράφουν κείμενα, για να εντρυφή­σουν οι ίδιοι και να διαδώσουν ανά τον κόσμο την καταγραμμένη ανθρώπινη σοφία. Με τα χρόνια, χειρόγραφα από το Όρος εμπλουτίζουν πολλές με­γάλες βιβλιοθήκες του κόσμου και συντελούν στην πολιτιστική ανάπτυξη και ξένων λαών.

Η πτώση της Ιεριχούς. «Οκτάτευχος», από τη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου. Πρόκειται για χειρόγραφο περγαμηνό κώδικα, που χρονολογείται στα τέλη του 13ου αιώνα.

Μεγάλος αριθμός αγιορείτικων χειρογράφων, που έμειναν στον τόπο της παραγωγής τους, καταλογογραφήθηκαν σε δυο τόμους, δημοσιευμένους στα 1895 και 1900 στο Κέμπριτζ της Αγγλίας (είχε προηγηθεί και τόμος δημοσιευμένος το 1888 στην Αθήνα), από τον ιστορικό Σπυρίδωνα Λάμπρο. Ύστερα από αυτόν συνέβαλαν με καταλόγους τους και άλλοι επιστήμονες. Η συνολική όμως απογρα­φή (και μάλιστα με σύγχρονη επιστημονική μέθο­δο) παραμένει ζητούμενο, δεδομένου ότι μεγάλος αριθμός αγιορείτικων χειρογράφων ανακαλύφθη­καν μετά ταύτα και κανείς δεν ξέρει να υπολογίσει πόσα άλλα αθησαύριστα χειρόγραφα μπορεί ακό­μη εκεί να λανθάνουν. Μετά την περίοδο των χειρογράφων ήλθε η τέχνη της τυπογραφίας.

Αντίθετα από αυτό που πι­στεύουν μερικοί, ότι δηλαδή το Όρος είναι τόπος πεισματικού συντηρητισμού, που αντιτάσσεται σ’ ο­ποιοδήποτε νεοτερισμό, η αλήθεια είναι πως υ­πήρξε και παραμένει πρόθυμος αποδέκτης οποι­ασδήποτε αλλαγής, η οποία συμβάλλει στην πνευ­ματική καλλιέργεια των ανθρώπων. Από τον πρώ­το κιόλας αιώνα τα τυπωμένα προϊόντα πήραν θέση πλάι στα χειρόγραφα των αγιορείτικων βιβλιο­θηκών. Αντίτυπα έφερε στο δισάκι του ο ανώνυμος που πεζοπόρησε ως εκεί για να ασκητεύσει, ο ξε­νιτεμένος στη Βενετία, στη Βιέννη ή αλλού Έλληνας τυπογράφος, συγγραφέας ή έμπορος, που θεώ­ρησαν υποχρέωσή τους να στείλουν ως αφιέρωμα βιβλία τους στο «Περιβόλι της Παναγίας», οι σο­φοί, τέλος, Αγιορείτες που μετέβησαν στην ξένη, για να τυπώσουν τις συγγραφές τους.

Σήμερα το Όρος είναι μια απέραντη βιβλιοθή­κη. Βιβλία υπάρχουν στις οργανωμένες βιβλιοθήκες των είκοσι περιώνυμων μοναστηριών του, στο Κυριακό των σκητών, αλλά και στα επί μέρους σπί­τια που συναποτελούν τις σκήτες, σ’ όλα, τέλος, τα διάσπαρτα ασκηταριά, όπου οι απομονωμένοι ερη­μίτες αγωνίζονται για να κερδίσουν τη σωτηρία της ψυχής τους.

Xαλκογραφία: H μονή Mπάτσκοβο. 1807, Bιέννη.

Σχηματικά θα μπορούσαμε να διαιρέσουμε τα υ­πάρχοντα σήμερα στο Όρος έντυπα στις εξής επί μέρους κατηγορίες: Παλαιά έντυπα, μερικά σε μνημειώδεις πολυτε­λείς εκδόσεις (εκτός Ελλάδος, αφού σ’ αυτήν η τυ­πογραφία λειτούργησε, σε Κωνσταντινούπολη και Κέρκυρα, από το 1798 και ύστερα) που παρ’ όλο ό­τι στα περισσότερα δημοσιεύονται κείμενα ελληνι­κά (έργα Ελλήνων κλασικών, έργα πατέρων της Εκκλησίας ή κείμενα της Γραφής) δεν θεωρούνται βιβλία από εκείνα που απαρτίζουν τη λεγόμενη ι­στορική μας ελληνική βιβλιογραφία.

Η δεύτερη ομάδα των αγιορείτικων εντύπων εί­ναι η σπουδαιότερης εθνικής σημασίας, γιατί πε­ριλαμβάνει τα βιβλία που ανήκουν στη χαρακτη­ριζόμενη παραπάνω ως ιστορική μας ελληνική βι­βλιογραφία. Πρόκειται για τα προϊόντα της πνευ­ματικής παραγωγής των νεοελλήνων, γι’ αυτά που κράτησαν ζωντανή την ελληνικότητα και ενίσχυ­σαν την ορθόδοξη πίστη μας στους χαλεπούς αιώ­νες της Τουρκοκρατίας. Από την άποψη αυτή το Όρος υπήρξε αληθινή κιβωτός, που διαφύλαξε ό­σα περισσότερα βιβλία αυτής της κατηγορίας μπο­ρούσε. Και όσοι καταπιάστηκαν για να καταλογογραφήσουν τα έντυπα της αναδρομικής μας εθνι­κής βιβλιοπαραγωγής, το πρώτο τους ξεκίνημα το έκαναν ψάχνοντας στα ράφια των αγιορείτικων βι­βλιοθηκών.

Η μεγάλη αυτή ομάδα των βιβλίων υποδιαιρείται σε βιβλία δυο ξεχωριστών χρονικών περιόδων. Τα έντυπα της μιας και της άλλης περιόδου διαφέρουν ως προς τα κριτήρια της ελληνικότητάς τους.

Η πρώτη υποκατηγορία περιλαμβάνει τα βιβλία που τυπώθηκαν οπουδήποτε στον κόσμο και σ’ ο­ποιαδήποτε γλώσσα, από την αρχή λειτουργίας της τυπογραφίας μέχρι το έτος 1800, στων οποίων τις σε­λίδες αναφέρεται πως για την παραγωγή τους συ­νέβαλαν, με οποιαδήποτε ιδιότητα (συγγραφείς, εκ­δότες, μεταφραστές κ.λπ.), κάποιοι Έλληνες που έ­ζησαν από την έναρξη της τυπογραφικής τέχνης και μεταγενέστερα. Στην ίδια ομάδα ανήκουν και όποια βιβλία εικά­ζεται, από το δημοσιευόμενο κείμενό τους, πως προορίζονταν για να χρησιμοποιηθούν από Έλληνες και όχι από αναγνώστες άλλων λαών. Ας πού­με, ένα Ψαλτήρι, που τυπώθηκε από μη Έλληνα τυπογράφο, είναι βέβαιο πως προοριζόταν για χρή­στες ελληνικής γλώσσας και καταγωγής.

Η δεύτερη υποκατηγορία περιλαμβάνει τα σε ελ­ληνική γλώσσα βιβλία των νεοελλήνων, που τυπώθηκαν στην περίοδο των ετών 1800-1863. Τα σε ξένη γλώσσα τυπωμένα έργα των Ελλήνων, αυτής της περιόδου, αποκλείσθηκαν. Το προαναφερόμε­νο καταληκτικό έτος αποτελεί και το τελευταίο έτος της απογραμμένης αναδρομικής εθνικής μας βι­βλιογραφίας.

Το παλαιότερο σωζόμενο χειρόγραφο με τη «Γεωγραφία» του Κλαύδιου Πτολεμαίου. Βιβλιοθήκη Ιεράς Μονής Βατοπεδίου.

Από εκεί και ύστερα η έντυπη παρα­γωγή μας είναι και παραμένει σχεδόν παντελώς ακαταλογογράφητη! Θα ήθελα εδώ να κάνω μερικές επισημάνσεις ως προς το περιεχόμενο των βιβλίων των προαναφε­ρόμενων δυο μεγάλων υποκατηγοριών. Δεν πρέπει να νομισθεί ότι στα ράφια των αγιορείτικων βι­βλιοθηκών υπάρχουν μόνο βιβλία για λειτουργική εκκλησιαστική χρήση ή με κείμενα κατήχησης ή ηθικοδιδακτικά. Υπάρχουν και βιβλία με κείμενα που θα περίμενε κανείς να σώζονται στα ράφια κο­σμικών βιβλιοθηκών. Αποκλείσθηκαν μόνο τα βι­βλία που τα κείμενά τους δεν θα ταίριαζαν στην ιε­ρότητα του χώρου. Θα βρούμε στις αγιορείτικες βιβλιοθήκες ακόμη και πολλά μαθητικά εγχειρίδια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Η ύπαρξη, μάλιστα, πολλαπλών α­ντιτύπων τέτοιων βιβλίων στην ίδια αγιορείτικη βιβλιοθήκη υποδηλώνει, κατά κάποιον τρόπο λει­τουργία, κάποτε, υποτυπώδους σχολείου, όπου οι πιο γραμματιζούμενοι μοναχοί δίδασκαν τους ολιγογράμματους συνασκητές τους.

Στο Όρος πάντοτε μόνασαν και υψηλής μορφώ­σεως άτομα, τα οποία δεν ξέκοψαν από την εκτός Όρους πνευματική ζωή, τα έντυπα προϊόντα της ο­ποίας τα προμηθεύονταν αδιαλείπτως, για τη μορ­φωτική τους βελτίωση παράλληλα με την ψυχική. Οι Αγιορείτες, μάλιστα, πολυάριθμοι αναγνώστες, συντηρητικοί καθώς υπήρξαν πάντοτε, φύλαξαν ε­πιμελώς τα κατά καιρούς αναγνώσματά τους, κατά τρόπο που αν κάποτε επιχειρηθεί η απογραφή των μετά το 1863 βιβλίων των Ελλήνων, οι απογραφείς θα βρουν και πάλι στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών πολλά έντυπα που οι κοσμικές βιβλιο­θήκες δεν θεώρησαν απαραίτητο να τα διαφυλά­ξουν στα δικά τους ράφια.

Μια άλλη κατηγορία βιβλίων, που φιλοξενούνται και σήμερα στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών, είναι τα ξενόγλωσσα. Εννοούμε τα σε γλώσσα  ορθόδοξων βαλκανικών και άλλων λαών (ρωσικά, βουλγαρικά, σλαβικά, ρουμανικά, αραβικά και άλλα). Τέτοια βιβλία δεν υπάρχουν μόνο στα τρία ξενόγλωσσα μεγάλα αγιορείτικα μο­ναστήρια (Αγ. Παντελεήμονος: ρωσικό, Χιλανδαρίου: σερβικό, Ζωγράφου: βουλγαρικό) και στη με­γάλη ρουμανική σκήτη Ιωάννου του Προδρόμου. Υπάρχουν και σε πολλά άλλα μοναστήρια, στα ο­ποία κατά καιρούς πέρασαν και μόνασαν και αλ­λοδαποί ορθόδοξοι ή που στο παρελθόν είχαν σχέσεις με παραδουνάβιες κοινότητες και πιστούς από εκεί προσκυνητές. Δεν γνωρίζω αν έχει επι­χειρηθεί συστηματική απογραφή αυτών των ξενό­γλωσσων βιβλίων που φυλάσσονται και σήμερα στο Όρος. Εικάζω όμως ότι πολλές χρήσιμες ιστο­ρικές πληροφορίες θα προέκυπταν αν γινόταν κάτι τέτοιο.

Τέλος, δεν πρέπει να παραλειφθεί η αναφορά μιας άλλης ομάδας παλαιών βιβλίων, που υπάρχουν σχεδόν σε όλες τις βιβλιοθήκες του Όρους. Πρόκειται για τα «άδηλα». Βιβλία δηλαδή που με τα χρόνια και την πολλή χρήση ακρωτηριάστηκε η ακεραιότητά τους. Για τα άτιτλα από τα ελλιπή αυτά αντίτυπα η ταύ­τιση, πολλές φορές, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αν επιχειρηθεί από ειδικούς μπορεί και να αποβεί ε­πιτυχής και να διαπιστωθεί ότι πρόκειται για πα­λαιές εκδόσεις ιδιαίτερα σπάνιες. Ο υπογράφων έχει, νομίζω, αποδείξει έμπρακτα πως αγαπά και σέβεται το Όρος, τους Αγιορείτες και τα πάσης φύσεως ιερά κειμήλια. Είκοσι και πα­ραπάνω χρόνια μόχθησε για να συντάξει τον κατάλογο των βιβλίων που φυλάσσονται στα εκεί μονα­στήρια, σε πολλές σκήτες και σε όποια κελιά του ά­νοιξαν τη θύρα τους. Στην πορεία εκείνη ανατρί­χιασε, όταν, ψάχνοντας προ δεκαετίας επισταμένως σε μεγάλο μοναστήρι, βρήκε μόνο δώδεκα εκδό­σεις του 16ου αιώνος από τις εξήντα που άμεσα και έμμεσα είχε εντοπίσει περίπου προ 130 ετών ο αλ­λοδαπός θεμελιωτής της βιβλιογραφικής μας ανα­δρομής.

Δεν θέλησα με το μυαλό μου να υποψιασθώ άλ­λη αιτία, γι’ αυτή τη δραματική μείωση, από τη φθορά του χρόνου, την αμέλεια, την ακαταλληλό­τητα του χώρου και την τυχαία καταστροφή, όπως είναι μια αναπάντεχη πυρκαγιά.

Δικαιούται, επομένως, να διατυπώσει κάποιες υ­ποδείξεις, παρ’ όλο που γνωρίζει πως κάποιες με­μονωμένες προσπάθειες γίνονται τελευταία, και μάλιστα από ιδιαίτερα πεπαιδευμένους μοναχούς.

 

Ο Γέρων Βενέδικτος της Μονής Δοχειαρίου και ο Γέρων Ευλόγιος της Μονής Ξηροποτάμου, με επίσημους προσκυνητές, περιεργάζονται το Πρώτο Τυπικό του Αγίου όρους το οποίο είναι γραμμένο σε δέρμα τράγου, φωτ. 1963. Γράφτηκε το 972 και φέρει την υπογραφή του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή.

 

Η διασπορά παλαιών χειρογράφων και εντύπων ακόμη και στις μικρότερες ασκητικές μονάδες δεν ωφελεί. Σ’ αυτές δεν μπορεί να εξασφαλισθούν ού­τε οι κατάλληλες συνθήκες περιβαλλοντικής προ­στασίας. Χειρόγραφα και παλαιά βιβλία, παλαιότε­ρα του 1900, πρέπει να διατηρούνται μόνο στις βιβλιοθήκες των μεγάλων μονών και στις κεντρικές των οργανωμένων σκητών. Από την Επιστασία θα πρέπει να γίνει παρακολούθηση σύνταξης καταλό­γων, που από μόνοι τους δεν αρκούν, αν δεν συνο­δεύονται από κατάλληλη μόνιμη ταξιθέτηση των βιβλίων, ώστε η ανίχνευσή τους, σ’ οποιαδήποτε ζήτηση, να καθίσταται ευχερής.

Κοσμογονικές πραγματοποιούνται τα τελευταία έτη αναστηλώσεις και υποστηρίξεις στα κτιριακά συγκροτήματα του Όρους. Ας εξοικονομηθεί σ’ αυ­τά χώρος ιδιαίτερος για χειρόγραφα και παλαιά έ­ντυπα, που να εξασφαλίζει συνθήκες προστασίας αντικειμένων βαρυνομένων από το χρόνο, και όχι μόνο: η φροντίδα σε μια τέτοια βιβλιοθήκη δεν τε­λειώνει ποτέ. Μακροχρόνια πρέπει να είναι η συ­ντήρηση των ετοιμόρροπων κειμηλίων γραμμένου και τυπωμένου χαρτιού, με προτεραιότητα στα εξ αυτών σπανιότερα (το Όρος έχει πολλές εκδόσεις, των οποίων διασώζει το μοναδικό αντίτυπο που ως τώρα βρέθηκε).

Αν δεν γίνουν αυτά, και άλλα, τώρα που πρό­σφατα άλλαξε ο αιώνας, ο οποίος προστέθηκε βλαπτικά στη γήρανση αυτών των θησαυρών, τότε τα εξήντα 16ου αιώνος έντυπα, που εντοπίσθηκαν στο μοναστήρι το 19ο αιώνα, και έγιναν μόνο δώ­δεκα τον 20ό, στον 21ο θα γίνουν ακόμη λιγότερα. Και τότε η Ιστορία θα ψέξει γι’ αυτό όχι μόνο την αμέλεια των φυλάκων μοναχών, αλλά και την αδια­φορία των θεωρούμενων ως ειδημόνων λαϊκών.

Θωμάς Ι. Παπαδόπουλος

Φιλόλογος – Βιβλιοθηκονόμος

Βιβλιογραφία


  •  Σπυρίδων Π. Λάμπρος, Κατάλογος των εν ταις βιβλιοθήκαις του Αγίου Όρους ελληνικών κωδίκων, Α’- Β’, Κανταβριγία 1895-1900.
  • Θωμάς I. Παπαδόπουλος, Βιβλιοθήκες Αγίου Όρους. Παλαιά ελληνικά έντυπα: Πρώτη προσπάθεια συγκροτήσεως συλλογικού καταλόγου, Αθήνα 2000.   

Πηγή


  • Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, « Άγιον Όρος », τεύχος 182, 24 Απριλίου 2003.

Read Full Post »

Δαγρές Ανανίας                                       

 

 

Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Κατακεκρυμμένης Άργους. Γόνος της γνωστής οικογένειας των Δαγρέων από την Καρυά. Ο πατέρας του Δημήτριος αδελφός των οπλαρχηγών Γιαννάκου και Θανάση Δαγρέ εγκαταστάθηκε στο Κουρτάκι (χωριό ανατολικά του Άργους), και λίγα χρόνια πριν την επανάσταση παντρεύτηκε  μια αρχοντοπούλα της περιοχής. Καρποί του γάμου τους ήταν οι Αδριανός (μετέπειτα ιερομόναχος και ηγούμενος), Κων/νος, Αθανάσιος, Αναστάσιος και μια κόρη. Ο Αδριανός σε νεαρή ηλικία ασπάσθηκε το Αγγελικό σχήμα στο Άγιο Όρος και μετονομάσθηκε σε Ανανία. Επέστρεψε το 1846 στην Αργολίδα και έγινε ηγούμενος της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης.

 

Παναγία Κατακεκρυμμένη ή Πορτοκαλούσα

Παναγία Κατακεκρυμμένη ή Πορτοκαλούσα

Ήταν μεγαλοπρεπής, επιβλητικός, άριστος στην λειτουργία, φιλάνθρωπος και ελεήμων. Με την μεγάλη περιουσία που διέθετε έκανε πολλά και σημαντικά έργα στην μονή. Ίδρυσε πρακτική ιερατική σχολή από την οποία αποφοίτησαν μεταξύ των άλλων οι Δημήτριος Παπαδημητρίου ή Καπαρελιώτης 1892, και Γεώργιος Θεωνάς 1896, ιερείς και εφημέριοι του ναού του Τιμίου Προδρόμου

Ο σημαντικός αυτός άνθρωπος έπεσε στη δυσμένεια του στρατηγού Δημήτρη Τσώκρη. Η παράδοση αναφέρει ως αφορμή τις οικογενειακές καθώς και τις πολιτικές μεταξύ τους διαφορές που οδήγησαν τον στρατηγό να διώξει τον ηγούμενο από την μονή. Ο πατέρας Ανανίας με μεγάλη θλίψη και αγανάκτηση αναγκάζεται να εγκαταλείψει το μοναστήρι. Κατηφορίζοντας και περνώντας έξω από το σπίτι του στρατηγού το οποίο έδειξε με το δάκτυλό του  είπε σε αυτούς που τον συνόδευαν: Παιδιά μου δεν καταρώμαι αλλά προαισθάνομαι ότι εις αυτό το σπίτι θα λαλήσουν κουκουβάγιαις !!!. Και προφέροντας αυτές τις λέξεις σκούπιζε με το μαντήλι τα δάκρυα του. Την  εξαφάνιση της οικογένειας Τσώκρη οι παλαιότεροι Αργείοι την απέδιδαν στην « κατάρα» του ηγούμενου και έλεγαν: « το είπε ο παπά- Ανανίας κουκουβάγιες θα λαλήσουν στο σπίτι του Τσώκρη». Ο Ανανίας στη συνέχεια μετέβη στην ιερά μονή της Κοιλάδας Κρανιδίου την οποία ανέδειξε και αύξησε οικονομικά με κινητή και ακίνητη περιουσία. Κοιμήθηκε το 1865 και ετάφη στο Κουρτάκι Αργολίδας.

 

Ελένη Φλέσσα

 

Πηγές

 

  • Εκλογικοί κατάλογοι Δήμου Άργους (χωριό Κουρτάκι) 1844.
  • Αναστάσιος Τσακόπουλος, « Iστορικά και λαογραφικά σημειώματα» τόμος Ά, σελ. 181-182, Αθήναι, 1960.   
  • Ιωάννης Χαβιαρλής, «Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη του Άργους», Άργος, 2004.

 

Read Full Post »