Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Αισχύλος’

Ο Rush Rehm και η παράστασή του Κλυταιµνήστρα – Αντίνοµο Δίκαιο, Ναύπλιο, θέατρο «Τριανόν», Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016


 

Ένας πολύ σημαντικός μελετητής του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος, ο Rush Rehm, ιδρυτής και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Stanford Repertory Theater και διακεκριμένος καθηγητής των Τμημάτων Classics και Theater & Performance Studies του Πανεπιστημίου Stanford, έρχεται στην Ελλάδα για να παρουσιάσει την παράσταση Κλυταιμνήστρα – Αντίνομο Δίκαιο, τη δική του προσέγγιση της Ορέστειας του Αισχύλου, στο Ναύπλιο, στο θέατρο «Τριανόν», στις 17 Μαρτίου 2016, στις 20.00.

Courtney Walsh (Κλυταιμνήστρα)

Courtney Walsh (Κλυταιμνήστρα)

Προσκεκλημένος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και του ερευνητικού προγράμματος ARCH (Archival Research & Cultural Heritage), ο Rush Rehm, θα παρουσιάσει την Ορέστεια του Αισχύλου από την πλευρά της Κλυταιμνήστρας, του μόνου χαρακτήρα που εμφανίζεται και στα 3 έργα της τριλογίας. H δική του Κλυταιμνήστρα είναι η «γυναίκα που σκέφτεται σαν άνδρας», όπως την περιγράφει ο Φύλακας στο πρώτο επεισόδιο του Αγαμέμνονα. Σύζυγος, βασίλισσα, μητέρα, ερωμένη, η Κλυταιμνήστρα πράττει ως λειτουργός της δικαιοσύνης, δίνοντας και τον τίτλο στην παράσταση αλλά και την αφορμή να αντιμετωπίσουμε την ηθική πολυπλοκότητα της τριλογίας του Αισχύλου.

Η παράσταση αποτελείται από μία σύνθεση αποσπασμάτων από τις τραγωδίες Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες του Αισχύλου και από την Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη, εκεί που για πρώτη φορά ακούγεται η προφητεία που θα σηματοδοτήσει το δράμα του οίκου του Αγαμέμνονα.

Σε έναν καταιγιστικό 40λεπτο μονόλογο που ερμηνεύει η βραβευμένη Courtney Walsh, βασικό μέλος του Stanford Repertory Theater, τίθενται ζητήματα πολιτικής κυριαρχίας, ισότητας των φύλων, σαρκικής επιθυμίας, πίστης στο αίμα. Ποιήτρια και δολοφόνος ταυτόχρονα, η Κλυταιμνήστρα μας θαμπώνει με τη λεκτική και θεατρική της τόλμη και εκφράζει μια συγκινητική έκκληση να εκδικηθούμε για όλα όσα έχει χάσει.

Λίγα λόγια για τον Rush Rehm:

Ιδρυτής και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Stanford Repertory Theater, ο Rush Rehm έχει σκηνοθετήσει πολλές παραγωγές του θιάσου, μεταξύ των οποίων Λυσιστράτη του Αριστοφάνη (διασκευή Amy Freed), Δηιάνειρα (διασκευή από τις Τραχίνιες του Σοφοκλή), Ηλέκτρα του Σοφοκλή, Χοηφόροι του Αισχύλου, Ηλέκτρα του Ευριπίδη, Οι Περιπλανήσεις του Οδυσσέα (μετάφραση Oliver Taplin), η οποία παρουσιάστηκε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Καθηγητής των Τμημάτων Classics και Theater and Performance Studies του Πανεπιστημίου Stanford, ο Rush Rehm έχει γράψει πολλά άρθρα για την αρχαία ελληνική τραγωδία, καθώς και το Oresteia: A Theatre Version (Hawthorn Press, που έχει αποτελέσει τη βάση για το Κλυταιμνήστρα: Αντίνομο Δίκαιο), Marriage to Death: The Conflation of Marriage and Funeral Rituals in Greek Tragedy (Princeton), The Play of Space: Spatial Transformation in Greek Tragedy (Princeton), Greek Tragedy and the Modern World (Duckworth) και την καινούργια έκδοση του Greek Tragic Theatre με τίτλο Understanding Greek Tragic Theatre (Routledge), η οποία θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2016.

Λίγα λόγια για την Courtney Walsh:

Βασικό μέλος του Stanford Repertory Theater (SRT), η CourtneyWalsh έχει υποδυθεί τη Judith Bliss στο Hay Fever του Ν. Coward in 2015 και το 2014 ερμήνευσε κεντρικούς ρόλους στα An Inspector Calls, War of the Worlds, Moby Dick–Rehearsed, το οποίο συνσκηνοθέτησε κερδίζοντας το Bay Area Theatre Award for Outstanding Production, Directing, and Acting Ensemble. Οι πιο πρόσφατες ερμηνείες της στο San Francisco Bay Area, περιλαμβάνουν τις Νόρα στo Κουκλόσπιτο και Mrs. Robinson στον Πρωτάρη.

Το 2017 θα ερμηνεύσει τη Φαίδρα του Ρακίνα στο Cutting Ball. Η Courtney σπούδασε υποκριτική στο Yale University και εργάστηκε πολλά χρόνια ως ηθοποιός στο Los Angeles. Έκανε μία παύση για να πάρει πτυχίο δικηγόρου, με το οποίο εκπροσώπησε παιδιά σε περιπτώσεις κακοποίησής τους. Επέστρεψε στο σανίδι το 2006, ως μέλος του Stanford Repertory Theater, ανεβάζοντας παραστάσεις στην Αμερική και αλλού. Η πιο πρόσφατη ταινία στην οποία συμμετέχει, The Track, προβλήθηκε στα φεστιβάλ της Βοστώνης, του Μαϊάμι, του Σαν Βάλεϋ, της Σονόμα και του Λας Βέγκας. Η Courtney διδάσκει Υποκριτική στο Stanford University.

Συντελεστές

Δραματουργική επεξεργασία, σκηνοθεσία: Rush Rehm
Ερμηνεία: Courtney Walsh
Διοργάνωση: Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών | Stanford University, Stanford Repertory Theatre | ARCH-Archival Research & Cultural Heritage
Χαιρετισμός: Άλκηστις Κοντογιάννη, Πρόεδρος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών, Κοσμήτωρ της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Επιστημονική επιμέλεια, συντονισμός, παρουσίαση: Έλενα Παπαλεξίου
Διερμηνεία: Εύη Φίλη
Μετάφραση, υπέρτιτλοι: Αύρα Ξεπαπαδάκου
Οργανωτική υποστήριξη: Ελπίδα Κομιανού, Βούλα Δαμάλα, Ασημίνα Ξυλά, Χριστίνα Θεμελή,
Επικοινωνία και προβολή: OPUS Integrated Communication
Τεχνική υποστήριξη: Μάνος Σταθόπουλος

«Τριανόν» – Πλατεία Συντάγματος, Ναύπλιο

Είσοδος ελεύθερη

Διάρκεια: 40′

Γλώσσα: Αγγλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους

Συζήτηση του σκηνοθέτη με το κοινό μετά την παράσταση.

Read Full Post »

Ηλέκτρα


 

 

Ηλέκτρα: βασιλοπούλα των Μυκηνών, κόρη του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, Ο πρώτος που την αναφέρει είναι ο Αισχύλος στις Χοηφόρους του. Βοήθησε τον αδερφό της Ορέστη να σκο­τώσει τη μητέρα τους και τον ερα­στή της Αίγισθο για τη δολοφονία του πατέρα τους.

 

Ορέστης και Ηλέκτρα. Αρχαιολογικό μουσείο Νάπολης.

Ορέστης και Ηλέκτρα. Αρχαιολογικό μουσείο Νάπολης.

 

Η Ηλέκτρα πα­ντρεύτηκε τον εξάδελφο της Πυλάδη, ο οποίος ήταν και αδελφικός φίλος του Ορέστη και του παραστεκόταν, επειδή τον κέντριζαν οι ερινύες ως μητροκτόνο, και μαζί πήγαν στην Ταυρίδα, σύμφωνα με εντολή του μαντείου (πρβλ. «Ιφιγέ­νεια εν Ταύροις» του Ευριπίδη). Από το γάμο Ηλέκτρας – Πυλάδη γεννή­θηκαν δυο αγόρια, ο Στρόφιος και ο Μέδων.

 

Παράσταση από λευκανική ερυθρόμορφη πελίκη του 4ου αιώνα π.Χ.  όπου απεικονίζονται  Ο Ορέστης, ο Ερμής και η Ηλέκτρα καθισμένη στο μνήμα του Αγαμέμνονα. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι.

Παράσταση από λευκανική ερυθρόμορφη πελίκη του 4ου αιώνα π.Χ. όπου απεικονίζονται
Ο Ορέστης, ο Ερμής και η Ηλέκτρα καθισμένη στο μνήμα του Αγαμέμνονα. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι.

 

Η Ηλέκτρα έγινε πολύ γνωστή από τους αρχαίους δραματουργούς και αγαπήθηκε πολύ. Μετά τον Αισχύλο, έγινε ηρωίδα τραγωδιών του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, του Ρωμαίου Ατιλίου και πολλών νεότερων ποιητών. Ο Όμηρος δεν τη μνημονεύει και φαίνεται πως αντικατέστησε κάποια Λαοδίκη των ομηρικών επών. Πολλά ανάγλυφα, εικόνες σε αγγεία και αγάλ­ματα παριστάνουν σκηνές από τη ζωή της Ηλέκτρας. Ονομαστό είναι το σύμπλεγμα του Μουσείου της Νάπολης.

 

Η Ηλέκτρα στο μνήμα του Αγαμέμνονα, Sir William Blake Richmond (British, 1842-1921).

Η Ηλέκτρα στο μνήμα του Αγαμέμνονα, Sir William Blake Richmond (British, 1842-1921).

 

Πηγές


  • Οδυσσέας Κουμαδωράκης, «Άργος το πολυδίψιον», Εκδόσεις Εκ Προοιμίου, Άργος, 2007.
  • Γιάννης Λάμψας, «Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου, Ελλάδα-Ρώμη», Εκδόσεις Δομή, Τόμος ‘Δ, Αθήνα, χ.χ.

 

Read Full Post »

Το Άργος στον Όμηρο και στους αρχαίους τραγικούς


 

 

Το Άργος είναι μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Ελλάδας και αποτελεί ένα απέραντο διαχρονικό «μουσείο» με πολυάριθμα και μοναδικά ευρήματα, που τοποθετούνται σε κάθε ιστορική περίοδο. Στηριγμένοι στην ανεξάντλητη και συναρπαστική αργολική μυθολογία και ιστορία ο Όμηρος, οι τραγικοί ποιητές μας, Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης, ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς δημιούργησαν αθάνατα και ανυπέρβλητα λογοτεχνικά έργα. Λίγες ελληνικές πόλεις αξιώθηκαν με τόσους επαίνους από τα αρχαία χρόνια, ακόμη και από τους θεούς.

Ο μεγάλος λυρικός ποιητής Πίνδαρος σε μια ωδή του επικαλείται τις χάριτες να υμνήσουν την πόλη του Δαναού και των θυγατέρων του, τη θεϊκή κατοικία της Ήρας, γιατί κοσμείται από αμέτρητη δόξα και θαυμαστά έργα:

 «Υμνήστε, Χάριτες, του Δαναού την πόλη και τις πενήντα λαμπρόθρονες τις κόρες του. Υμνήστε το Άργος, όπου η Ήρα έχει το λαμπρό της δώμα, αντάξιο της θείας καταγωγής της. Από δόξα άφθαρτη το Άργος απαστράπτει χάρη στα επιτεύγματα των τολμηρότατων τέκνων του».[1]

Το Άργος κατέχει κορυφαία θέση ανάμεσα στις πόλεις, που κατά την αρχαιότητα πρωταγωνίστησαν στην πορεία του ελληνικού έθνους. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι στην εποχή του το Άργος υπερείχε όλων των πόλεων σε ολόκληρο το χώρο, που σήμερα ονομάζεται Ελλάδα [2]. Κατά τον Παυσανία «οι Αργείοι είναι εκείνοι από τους Έλληνες, που αμφισβητούν πιο πολύ απ’ όλους στους Αθηναίους την αρχαιότητα και τα δώρα που λένε ότι έχουν από τους θεούς» [3].

Όσοι ασχολούνται με τη μελέτη της ιστορίας και της μυθολογίας γνωρίζουν ότι το Άργος υπήρξε γενέτειρα πόλη και τόπος καταγωγής επιφανών ανδρών και ηρώων του παρελθόντος. Από το Άργος κατάγονται δύο από τους μεγαλύτερους ήρωες της μυθολογίας μας. Ο Ηρακλής, πασίγνωστος στην υφήλιο για τους περίφημους άθλους του, και ο Περσέας, βασιλιάς του Άργους, ο οποίος, αφού σκότωσε τη Μέδουσα και παντρεύτηκε την Ανδρομέδα, ο πατέρας της οποίας ήταν απόγονος της Ιούς του Άργους, αντάλλαξε το βασίλειο του Άργους με τον Προίτο και βασίλευσε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες.

 

Περσέας (Μπενβενούτο Τσελίνι)

Περσέας (Μπενβενούτο Τσελίνι)

 

Κόρη του μυθικού Βασιλιά του Άργους Ίναχου ήταν η Ιώ, που τράβηξε κάποτε την ερωτική προσοχή του Δία και εξόργισε την Ήρα που, για να την τιμωρήσει, την ανάγκασε να περιπλανιέται καταδιωκόμενη μέχρι τη Σκυθία και τον Καύκασο για να καταλήξει στην Αίγυπτο, όπου γέννησε τον Έπαφο. Δισέγγονος της Ιούς ήταν ο Δαναός , που με συμβουλή της Αθηνάς κατασκεύασε ένα πλοίο με πενήντα κουπιά, πήρε τις κόρες του, τις γνωστές Δαναΐδες, και ήρθε στα πάτρια εδάφη στο Άργος, την πατρίδα της προ-γιαγιάς του Ιούς.

Ο εγγονός του Άδραστου, Διομήδης, γιος του Τυδέως και της Διείπυλης, βασιλιάς του Άργους, οδήγησε 80 πλοία εναντίον της Τροίας, συνοδευόμενος από τους πιστούς του φίλους, τον Σθένελο και τον Ευρύαλο. Τα ηρωικά του κατορθώματα στην Τροία ήταν πολλά και δίπλα στον Αχιλλέα ο Διομήδης υπήρξε ο πιο γενναίος ήρωας του Ελληνικού στρατεύματος.

 

Ο Διομήδης πληγώνει την θεά Αφροδίτη.

Ο Διομήδης πληγώνει την θεά Αφροδίτη.

 

Πολλά ήταν και τα πρόσωπα που διακρίθηκαν κατά την ιστορική εποχή στο Άργος. Ο ηγεμόνας του Άργους Φείδων, απόγονος του βασιλιά του Άργους Τήμενου, είναι ο πρώτος Έλληνας που το 755 π.Χ έκοψε αργυρά και χάλκινα νομίσματα και ίδρυσε το πρώτο νομισματοκοπείο της Ελλάδας και της Ευρώπης στην Αίγινα, που ήταν τότε αποικία του Άργους [4]

Τελέσιλλα. Γκραβούρα από το βιβλίο του Ιωάννου Κ. Κοφινιώτου, «Ιστορία του Άργους από των Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρις ημών » Εν Αθήναις, Τυπογραφείον ο «Παλαμήδης» 1892. Επανέκδοση, Εκδ. Εκ Προοιμίου 2008.

Τελέσιλλα. Γκραβούρα από το βιβλίο του Ιωάννου Κ. Κοφινιώτου, «Ιστορία του Άργους από των Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρις ημών » Εν Αθήναις, Τυπογραφείον ο «Παλαμήδης» 1892. Επανέκδοση, Εκδ. Εκ Προοιμίου 2008.

Η Τελέσιλλα ήταν λυρική ποιήτρια από το Άργος, που έζησε τον 5ο – 6ο αιώνα π.Χ. και έμεινε ονομαστή από τα μελικά της ποιήματα, αλλά και το ηρωικό θάρρος της, αφού, όταν ο βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης εκστράτευσε εναντίον του, κατάφερε να συγκεντρώσει και να εξοπλίσει τις γυναίκες της πόλης σε μια εποχή που η θέση της γυναίκας ήταν υποτιμημένη και εντελώς ασύμβατη με τον πόλεμο και έσωσε το Άργος, αφού οι Σπαρτιάτες δεν τόλμησαν να τα βάλλουν με γυναίκες, γιατί, αν τις νικούσαν, θα τους κατηγορούσαν ότι νίκησαν γυναίκες και, αν έχαναν, θα έλεγαν ότι νικήθηκαν από γυναίκες, όπως καταγράφει ο Παυσανίας[5].

Στο Αργείον εργαστήριον διέπρεψε ο σημαντικός γλύπτης και χαλκοπλάστης Αγελάδας (520-480 π.Χ.), κοντά στον οποίο μαθήτευσαν ο Μύρων και ο επίσης αργείος γλύπτης Πολύκλειτος, που μαζί με το Φειδία ήταν οι σημαντικότεροι της κλασικής εποχής, καθιέρωσε τον κανόνα των αναλογιών και των συμμετριών του ανθρώπινου σώματος και κατασκεύασε χρυσελεφάντινα αγάλματα, όπως εκείνο της Ήρας για το Ηραίο του Άργους.

Το Άργος από τα πανάρχαια χρόνια συνοδεύεται από πλήθος επιθέτων, όπως Ιναχία γη, Φορωνικόν, κλυτόν, κοίλον, πολυδίψιον, Ίασον, Ίππιον, Ιππόβοτον, Πελοποννήσιον, παλαιόν, πολύπυρον (πυρός και σπυρός = σίτος), πλούσιο δηλαδή σε σιτάρι, αφού στο Άργος πρωτοκαλλιεργήθηκε ο σίτος, ούθαρ αρούρης, φιλτάτη πόλις της Ήρας.

Ξεχωριστή θέση όμως κατέχει το Άργος στον Όμηρο και στους αρχαίους τραγικούς ποιητές. Ο Όμηρος αποδίδει το όνομα Άργος στην πόλη του Ίναχου στην Αργολίδα, έδρα του Διομήδη (Β 559), στην αργολική πεδιάδα (Β 287), σε ολόκληρη την Πελοπόννησο (Α 30), στην κεντρική θεσσαλική πεδιάδα, επικράτεια του Αχιλλέα (Β 681) και γενικά σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο (Ζ 456).

Το όνομα του Άργους στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Ομήρου έχει υποκαταστήσει ολόκληρη την Ελλάδα και τα ονόματα Αργείος και Δαναός είναι συνώνυμα με το εθνικό όνομα Έλληνας, γεγονός που υποδεικνύει ότι στους χρόνους αυτούς το Άργος ήταν η καρδιά του ελλαδικού κόσμου. Το σύνολο εκείνων που εκστράτευσαν στην Τροία ο Όμηρος το αποκαλεί Αχαιούς και Δαναούς και Αργείους, εφόσον το Άργος υπό τον Αγαμέμνονα είχε την γενική αρχηγία της τρωικής εκστρατείας. Ακόμα και η σπαρτιάτισσα ωραία Ελένη αποκαλείται Αργεία. Ίσως διότι όλοι οι βασιλικοί οίκοι της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων και των οίκων των Μακεδόνων, προέρχονταν από το Άργος.

Στον περίφημο «Κατάλογο νεών» στη Β ραψωδία της Ιλιάδας, όπου ο Όμηρος απαριθμεί τα πλοία με τους στρατιώτες, που εκστράτευσαν εναντίον της Τροίας, σημαντική θέση κατέχει το Άργος, το οποίο με στρατό και από τις γειτονικές πόλεις και με αρχηγό το βασιλιά του Διομήδη συμμετείχε και διακρίθηκε στον Τρωικό Πόλεμο:

 

«Της πυργόστηθης Τίρυνθας και τ’ Άργους τους λεβέντες

κι όσους μες στη βαθύκολπη Ασίνη κι Ερμιόνη

και στην Τροιζήνα κάθονταν, και όσοι στην Ηιόνα

και στην αμπελοφύτευτη Επίδαυρο μα κι όσους

στην Αίγινα και Μάσητα των Αχαιών λεβέντες

τρεις τους οδήγουν, ο γέρος Διομήδης και το τέκνο

του Καπανέα του τρανού, ο Σθένελος, και τρίτος

του Μηκιστέα το παιδί, ο Ευρύαλος, το εγγόνι

του Ταλαού, κι όλων αυτών ο Διομήδης πρώτος

κι είχαν μαζί τους μελανά ογδόντα πλοία φέρει»[6]

 

Υπάρχει μάλιστα και παράδοση ότι ο Όμηρος ήρθε κάποτε στο Άργος, για να τιμήσει τα κατορθώματα των Αργείων Ηρώων, που τον ενέπνευσαν στα έπη του. Οι Αργείοι άρχοντες μάλιστα τόσο ενθουσιάστηκαν, που τον τίμησαν με πλούσια και ακριβά δώρα, αποφάσισαν ομόφωνα να τελούν θυσίες προς τιμήν του και του έστησαν ανδριάντα, όπου τοποθέτησαν χάλκινη εικόνα του, κάτω από την οποία χάραξαν την επιγραφή:

«Εδώ βρίσκεται ο θεϊκός Όμηρος, ο οποίος την πολυφημισμένη Ελλάδα, όλη με γλαφυρή σοφία εκόσμησε. Ιδιαίτερα δε τους Αργείους, που την θεόκτιστη Τροία γκρέμισαν ως τιμωρία για την καλλίκομη Ελένη, για χάρη του ο μεγάλος μας δήμος του έστησε αυτόν τον ανδριάντα και με τιμές αθανάτων τον περιβάλλει» [7].

 

Όμηρος, 1663. Έργο του Ολλανδού Ρέμπραντ Χάρμενσοον βαν Ρέιν (1606-1669). Λάδι σε καμβα, 107Χ82 εκ. Stedelijk Museum Amsterdam.

Όμηρος, 1663. Έργο του Ολλανδού Ρέμπραντ Χάρμενσοον βαν Ρέιν (1606-1669). Λάδι σε καμβα, 107Χ82 εκ. Stedelijk Museum Amsterdam.

Ο Όμηρος συγκαταλέγει το Άργος ανάμεσα στις τρεις πιο αγαπημένες πόλεις της θεάς Ήρας: «Τρεις είναι οι πιο αγαπητές πόλεις για μένα, το Άργος, η Σπάρτη και η πλατύδρομες Μυκήνες» [8]. Επίσης το Άργος περιλαμβάνεται ανάμεσα στις επτά πόλεις που φιλονικούσαν για το ποια είναι γενέτειρα του Ομήρου: «Επτά πόλεις φιλονικούν για την καταγωγή του σοφού Όμηρου, η Σμύρνη, η Χίος, ο Κολοφών, η Ιθάκη, η Πύλος, το Άργος και η Αθήνα» [9]. Τα εφάμιλλα της Ιλιάδας χαμένα έπη «Θηβαΐς» και «Επίγονοι» κάνουν μνεία για το κλέος του αρχαίου Άργους. Η Θηβαΐς, αρχαίο ελληνικό έπος άγνωστου συγγραφέα, που αφηγείται την ιστορία του πολέμου μεταξύ των αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη, αρχίζει με τη φράση «Άργος άειδε, θεά, πολυδίψιον, ένθεν άνακτες κίνησαν…» και εννοεί τον πόλεμο κατά της Θήβας.

Το όνομα Άργος ως ουσιαστικό ή ως επίθετο (αργείος, αργεία) αναφέρεται σε 15 από τις 24 ραψωδίες της Οδύσσειας του Ομήρου και στις 23 από τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας. Συνολικά και στα δύο έπη του Ομήρου αναφέρεται 232 φορές, 45 φορές στην Οδύσσεια και 187 φορές στην Ιλιάδα. Οι αναφορές αυτές καταγράφονται στο πρωτότυπο κείμενο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Στις διάφορες έμμετρες μεταφράσεις των δύο ομηρικών επών είναι πολύ περισσότερες, αφού οι μεταφραστές πολλές φορές, αν οι ανάγκες του μέτρου τους εξυπηρετούν, χρησιμοποιούν το επίθετο Αργείοι για να αποδώσουν και το Αχαιοί ή Δαναοί του πρωτότυπου, που χρησιμοποιεί, όπως είπαμε, ο Όμηρος για όλους τους Έλληνες, που πολιόρκησαν την Τροία.

Συγκεκριμένα, από 1 φορά αναφέρεται στις ραψωδίες β, κ, μ, ρ, τ, φ και ψ της Οδύσσειας και στις ραψωδίες Σ, Φ, Ψ της Ιλιάδας. Από 2 φορές αναφέρεται στις ραψωδίες θ και σ της Οδύσσειας. Από 3 φορές στις ραψωδίες α και ω της Οδύσσειας και στην Α της Ιλιάδας. Στη ραψωδία λ της Οδύσσειας αναφέρεται 4 φορές. Από 5 φορές αναφέρεται στη ραψωδία ο της Οδύσσειας και στη ραψωδία Ω της Ιλιάδας. Από 6 φορές στη γ της Οδύσσειας και στις Γ, Η και Π της Ιλιάδας. Από 7 φορές στις ραψωδίες Ε και Ζ της Ιλιάδας. Από 8 φορές στις ραψωδίες Θ, Λ, Ρ και Τ της Ιλιάδας. Στη ραψωδία Ξ της Ιλιάδας το Άργος και Αργείος αναφέρεται 9 φορές και στη ραψωδία Μ 10 φορές. Από 11 φορές αναφέρεται στις ραψωδίες Δ, Κ και Ν της Ιλιάδας, 12 φορές στη ραψωδία δ της Οδύσσειας, από 13 φορές στις ραψωδίες Ι και Ο της Ιλιάδας, 15 φορές στο Β της Ιλιάδας και 17 φορές στο Ψ της Ιλιάδας.

Ο πιο συχνός χαρακτηρισμός του Άργους στα ομηρικά έπη γίνεται με το επίθετο «αλογοτρόφο» [Ἄργεος ἱπποβότοιο]. Είναι δηλαδή η πόλη που τρέφει άλογα. Συνολικά 10 φορές αποδίδεται στο Άργος ο χαρακτηρισμός αυτός, 4 φορές στην Οδύσσεια [10] και 6 φορές στην Ιλιάδα [11].

Η φράση «ντροπή αργείτες» [αἰδὼς Ἀργεῖοι] χρησιμοποιείται 4 φορές στην ιλιάδα[12] με στόχο να προκαλέσει το φιλότιμο όλων των συγκεντρωμένων στρατιωτών σε κάθε περίπτωση, και όχι μόνο των Αργείων, και να τους παρακινήσει να μην υποχωρούν στους αντιπάλους τους, αλλά να συνεχίσουν με περισσότερη αποφασιστικότητα τον αγώνα τους.

Συχνότατη είναι η χρήση του επιθέτου «αργείος» και στην Οδύσσεια και στην Ιλιάδα, που συνοδεύει πολλά ουσιαστικά (αργίτικα πλοία, αργίτικη πολιτεία, αργίτικος στρατός, αργίτικος λαός, αργίτικα λημέρια, αργίτικη χώρα, αργίτικα ξεφτέρια, αργίτικα χέρια, αργίτικο ασκέρι, αργίτικα καλύβια, αργίτικα φουσάτα, αργίτικα άλογα κ.α.) και αναφέρεται φυσικά σε όλο το στράτευμα, που πολιορκούσε την Τροία.

Αργίτισσα όμως χαρακτηρίζεται και η Ελένη, η πέτρα του σκανδάλου, που προκάλεσε, σύμφωνα με το μύθο, τον τρωικό πόλεμο. Συνολικά 12 φορές, 4 στην οδύσσεια και 8 στην Ιλιάδα [13] συνοδεύει την Ελένη το επίθετο «αργεία», που σημαίνει Ελληνίδα, αφού είναι γνωστό ότι η Ελένη ήταν γυναίκα του σπαρτιάτη Μενέλαου. Το επίθετο αργίτισσα όμως αποδίδεται 2 φορές στην ιλιάδα [14] και στη θεά Ήρα, που ήταν προστάτιδα του Άργους και σταθερός συμπαραστάτης των Ελλήνων στην Τροία μαζί με τη θεά Αθηνά.

Μία φορά, τέλος, στο Άργος αποδίδεται το επίθετο «Πολυδίψιον» [15], συνηθισμένο και από άλλους αρχαίους συγγραφείς, επειδή το Άργος αντιμετώπιζε συχνά πρόβλημα λειψυδρίας σε περιόδους ξηρασίας.

Φανταστική προτομή του Ομήρου, ρωμαϊκό αντίγραφο (2ος αιώνας). Musée du Louvre.

Φανταστική προτομή του Ομήρου, ρωμαϊκό αντίγραφο (2ος αιώνας). Musée du Louvre.

Είναι προφανές ότι όσα αποδίδονται στο Άργος και στους αργείους από τον Όμηρο, δεν αφορούν τη συγκεκριμένη πόλη και τους ανθρώπους της. Αφορούν όλους όσους εκστράτευσαν εναντίον της Τροίας από κάθε πόλη του ελλαδικού χώρου, που καλύπτεται από τα επίθετα Αργείοι, Αχαιοί και Δαναοί, αφού οι όροι Ελλάδα και Έλληνες είναι μεταγενέστεροι του Ομήρου. Με το όνομα των Αργείων, Αχαιών και Δαναών δηλώνεται η δράση και ο πολιτισμός των ανθρώπων, που με την πρωτοβουλία και την αρχηγία του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα έφτασαν στην Τροία και πολέμησαν με τους ντόπιους.

Η σπουδαιότητα όμως του πολιτισμού του Άργους φαίνεται και από τους τραγικούς ποιητές, πολλές τραγωδίες των οποίων αναφέρονται στο Άργος. Συγκεκριμένα οι μισές περίπου από τις συνολικά 33 τραγωδίες των τριών μεγάλων τραγικών ποιητών της κλασικής εποχής, Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη, έχουν θέματα και πρωταγωνιστές, που σχετίζονται με την πόλη του Άργους, το όνομα της οποίας αναφέρεται συχνά στους στίχους τους και ακούγεται κάθε φορά που παίζεται μια τραγωδία σε θέατρο της Ελλάδας ή του εξωτερικού.

Ειδικότερα, τα θέματα των πέντε από τις επτά σωζόμενες τραγωδίες του Αισχύλου σχετίζονται με το Άργος. Οι Ικέτιδες του Αισχύλου δεν είναι άλλες από τις Δαναΐδες, τις 50 κόρες του Δαναού, που έφυγαν μαζί με τον πατέρα τους από την Αίγυπτο και ζήτησαν καταφύγιο στο Άργος, την πατρίδα των προγόνων τους, για να αποφύγουν το γάμο με τα εξαδέλφια τους, τους 50 γιους του Αιγύπτου. Ο βασιλιάς του Άργους καταφεύγει στην κρίση του Δήμου, που αποφαίνεται υπέρ της παροχής ασύλου στις 50 ικέτιδες. Ο Αιγύπτιος απεσταλμένος, που έρχεται να τις πάρει, δεν κατορθώνει να τις αποσπάσει από τους βωμούς, όπου έχουν καταφύγει.

Στους «Επτά επί Θήβας» ο Πολυνείκης, που εκστρατεύσει εναντίον του αδελφού του Ετεοκλή, όταν εκείνος αρνείται να του παραχωρήσει την εξουσία της Θήβας, οργάνωσε στρατό από το Άργος με τη βοήθεια του Άδραστου, βασιλιά του Άργους, την κόρη του οποίου είχε παντρευτεί κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Άργος.

Philippe Chery, "Costume for Agamemnon" (1802).

Philippe Chery, «Costume for Agamemnon» (1802).

Το θέμα της τριλογίας «Ορέστεια» του Αισχύλου έχει άμεση σχέση με το Άργος. Στην πρώτη τραγωδία της τριλογίας Αγαμέμνων περιγράφεται η επάνοδος στο Άργος από την τρωική εκστρατεία του Αγαμέμνονα με πολλά λάφυρα και την αιχμάλωτη Κασσάνδρα. Στη δεύτερη τραγωδία «Χοηφόροι» ο Ορέστης συνοδευόμενος από τον πιστό του φίλο Πυλάδη επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άργος, για να θρηνήσει στον τάφο του πατέρα του. Και στην Τρίτη τραγωδία «Ευμενίδες» ο Ορέστης ευχαριστεί την Αθήνα και τον Απόλλωνα και ορκίζεται αιώνια συμμαχία της πατρίδας του, του Άργους, με την Αθήνα.

Και ο Σοφοκλής έγραψε δύο τραγωδίες με θέματα σχετικά με το Άργος. Στην «Αντιγόνη» η Αντιγόνη αποφασίζει να παραβεί τη διαταγή του Κρέοντα και να θάψει τον αδελφό της Πολυνείκη, που πήγε στο Άργος, πήρε τους Αργείους συμμάχους του και επιτέθηκε εναντίον της Θήβας. Στην Ηλέκτρα, η ομώνυμη ηρωίδα ζει στο Άργος θρηνώντας τον πατέρα της Αγαμέμνονα και κατηγορώντας ανοιχτά τη μητέρα της Κλυταιμνήστρα και τον άντρα της Αίγισθο για τη δολοφονία του. Η αδελφή της, η Χρυσόθεμις, συμμερίζεται τη στενοχώρια της Ηλέκτρας και εύχεται και αυτή να επιστρέψει ο αδελφός τους Ορέστης και να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του.

Αλλά και οι μισές περίπου από τις σωζόμενες τραγωδίες του Ευριπίδη έχουν θέματα που σχετίζονται με το Άργος. Η  «Ιφιγένεια εν Ταύροις» ξεκινάει με το κακό όνειρο, που είδε τη νύχτα η Ιφιγένεια, ότι πέθανε στο Άργος ο αδελφός της Ορέστης. Στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», όταν η νηνεμία δεν επιτρέπει να σαλπάρουν για την Τροία τα πλοία, που βρίσκονται αγκυροβολημένα στην Αυλίδα, ο Αγαμέμνονας με συμβουλή του μάντη Κάλχα αναγκάζεται να καλέσει την κόρη του Ιφιγένεια από το Άργος, με τη δικαιολογία ότι πρόκειται να την παντρέψει με τον Αχιλλέα, και να την θυσιάσει, για να στείλουν οι θεοί ούριο άνεμο στα πανιά τους.

Στον Ορέστη ο Ορέστης και η Ηλέκτρα καταδικάζονται από τους Αργείους σε θάνατο, επειδή σκότωσαν τη μητέρα τους. Στις Ικέτιδες oι μητέρες των Αργείων στρατηγών, που έπεσαν στη Θήβα, ικετεύουν το βασιλιά των Αθηνών Θησέα να τις βοηθήσει να πάρουν και να θάψουν τους νεκρούς γιους τους.

Στην Ηλέκτρα, που αρχίζει με το χαιρετισμό «Ω γης παλαιόν Άργος, Ινάχου ροαί», ο Ορέστης και ο Πυλάδης συναντούν σε μια άθλια καλύβα την Ηλέκτρα, που ζει μια πολύ σκληρή ζωή , επειδή ο Αίγισθος και η Κλυταιμνήστρα την πάντρεψαν με ένα φτωχό χωρικό. Ακολουθεί η αναγνώριση των αδελφών, οι οποίοι εκδικούνται τον πατέρα τους σκοτώνοντας τον Αίγισθο και την Κλυταιμνήστρα και στο τέλος οι Διόσκουροι ορίζουν ο Πυλάδης να πάρει σύζυγο την Ηλέκτρα και ο Ορέστης να πάει στην Αθήνα, για να δικαστεί από τον Άρειο Πάγο.

Η τραγωδία του Ευριπίδη «Ηρακλής μαινόμενος» αρχίζει ως εξής: «Ο Αμφιτρύων είμαι. Αργείος. Γιος και του Αλκαίου. Απ’ τον Περσέα κρατώ». Ο Ηρακλής επιστρέφει από τον κάτω κόσμο, όπου είχε πάει να φέρει τον Κέρβερο. Η Ήρα, ισόβιος εχθρός του Ηρακλή, στέλνει την Ίριδα και τη Λύσσα, που προκαλούν διασάλευση του λογικού του ήρωα, με αποτέλεσμα να σκοτώσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του, νομίζοντας ότι είναι η γυναίκα και τα παιδιά του εχθρού του Ευρυσθέα.

Στις «Φοίνισσες», τέλος, ο Ευριπίδης αποδίδει την ευγενική καταγωγή των προγόνων του Οιδίποδα στην Αργείτισσα Ιώ, η οποία μεταμορφωμένη σε αγελάδα κατέφυγε στην Αίγυπτο εξαιτίας του έρωτα του Δία. Ο τρισέγγονός της Κάδμος από τη Φοινίκη ήρθε στη Βοιωτία από την Τύρο, όπου είχαν εγκατασταθεί οι γονείς του. Γιος του Κάδμου και της θεάς Αρμονίας ήταν ο Πολύδωρος, γιος του Πολύδωρου ο Λάβδακος και γιος του Λάβδακου ο Λάιος, ο πατέρας του Οιδίποδα.

Καμία άλλη ελληνική πόλη δεν είχε τόση φήμη και τόσες συχνές αναφορές στα κείμενα της ιστορικής περιόδου ως την αρχαϊκή εποχή, όση το Άργος. Μόνο η Αθήνα το ξεπέρασε κατά την κλασική περίοδο, όταν η πόλη αυτή αναδείχτηκε σε πνευματικό, πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας. Η προνομιακή αναφορά του Άργους στα ομηρικά έπη και στην αρχαία τραγωδία διαιωνίζει τη φήμη της πόλης μέχρι σήμερα σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Γιατί ποιος πολιτισμένος άνθρωπος ανά τους αιώνες δεν έχει διαβάσει τον Όμηρο και δεν έχει παρακολουθήσει παράσταση αρχαίας τραγωδίας;

Σήμερα, βέβαια, πρέπει να προσθέσουμε στην αρχαία αίγλη του Άργους και εκείνη των Μυκηνών, αφού τα δύο ιστορικά ονόματα ταυτίζονται στο νεοπαγή δήμο «Άργους – Μυκηνών». Για την ιστορία και την αίγλη των Μυκηνών αρκεί να αναφερθεί ότι υπάρχουν 200 περίπου κείμενα περιηγητών σε διάφορες γλώσσες, οι οποίοι από την αρχαιότητα και, κυρίως, από το 15ο μ. Χ. αιώνα πέρασαν από τις Μυκήνες και έγραψαν τις εντυπώσεις τους σε βιβλία, που κυκλοφορούν μέχρι σήμερα. Τα βιβλία αυτά χρησιμοποιούνται ως ιστορικές πηγές, αλλά διαιωνίζουν τη φήμη του βασιλείου του Αγαμέμνονα και του γειτονικού Άργους. Παραμένουν όμως άγνωστα και ανεκμετάλλευτα.

Πώς αξιοποίησαν οι νεότερες γενιές Αργείων αυτό το τεράστιο πολιτιστικό κεφάλαιο, που μπορούσε να επενδυθεί στη σύγχρονη τουριστική βιομηχανία; Εκτός από το όνομα της πόλης, υπάρχει κάτι σήμερα, που να συνδέει τη σημερινή πόλη με την αρχαία ιστορία της στα μάτια του επισκέπτη της; Πώς καταλαβαίνει ο σημερινός επισκέπτης του Άργους ότι βρίσκεται στην αρχαιότερη πόλη της Ελλάδας;

Οι αρχαίοι Αργείοι είχαν αναγείρει προς τιμή της Τελέσιλλας μεγάλη στήλη, στην οποία παριστάνονταν αυτή όρθια έχοντας στα πόδια της βιβλία και κρατώντας στα χέρια κράνος, που το παρατηρούσε έτοιμη να το φορέσει στο κεφάλι της. Η στήλη αυτή ήταν τοποθετημένη πάνω από το θέατρο του Άργους, μπροστά από το ιερό άγαλμα της θεάς Αφροδίτης, και σώζονταν μέχρι το 170 μ.Χ. που την είδε ο Παυσανίας [16]. Οι νεότεροι Αργείοι δε φρόντισαν να δημιουργήσουν κάποιο αντίστοιχο μνημείο της ένδοξης λυρικής ποιήτριας του Άργους ή ένα μνημείο του Φείδωνα, που να συνδέεται με το νόμισμα και τους οβολούς ή οβελούς, από τους οποίους προήλθε και η ονομασία της δραχμής, του νομίσματος του νεοελληνικού κράτους μέχρι την καθιέρωση του ευρώ.

Το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης, που με τα ευρήματά του θα μπορούσε να συνδέσει την ιστορία της πόλης με τις αναφορές της στα αρχαία κείμενα και τα ομηρικά έπη, παραμένει υποβαθμισμένο και στεγάζεται στην οικία του αγωνιστή του 1821 Δημήτρη Καλλέργη. Υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στην αρχαιότητα και την επανάσταση του 1821 ή με τον τρόπο αυτό προκαλείται σύγχυση και υποβαθμίζεται και η αρχαία και η νεότερη ιστορία της πόλης;

Το αρχαίο θέατρο του Άργους, ένα από τα μεγαλύτερα και το μοναδικό με το κοίλο του σκαλισμένο στο φυσικό βράχο, δε συνδέθηκε με την παρουσία του Άργους στις αρχαίες τραγωδίες. Εκείνες που έχουν θέμα τους το Άργος ή αναφέρονται στο Άργος θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον να παίζονται στο θέατρο της πόλης. Καθένας θα ήθελε και θα ερχόταν να παρακολουθήσει μια παράσταση αρχαίας τραγωδίας, που παίζεται στο «φυσικό της χώρο».

Η λεπτομερής καταγραφή της παρουσίας του Άργους στα ομηρικά έπη και στις αρχαίες τραγωδίες θα μπορούσε να γίνει αφορμή για τη διαμόρφωση μιας διαφορετικής πολιτικής στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης με στρατηγικό στόχο την ανάδειξη του Άργους με την αξιοποίηση της πλούσιας πολιτιστικής του παράδοσης. Διαφορετικά η εργασία αυτή έχει μόνο «φιλολογικό» ενδιαφέρον και καμία αξία για τη σημερινή πόλη και τους ανθρώπους της.

  

Υποσημειώσεις


 

[1] «Δαναού πόλιν αγλαοθρόνων τε πεντήκοντα κοράν Χάριτες, Άργος Ήρας δώμα θεοπρεπές υμνείτε. Φλέγεται δ’ αρεταίς μυρίαις έργων θρασέων ένεκεν». [Πινδάρου Επίνικοι, Νέμεα 10, 1]

[2] «Το δε Άργος τούτον τον χρόνον προείχε άπασι των εν τη νυν Ελλάδι καλεομένη χώρη» (Ηροδότου, Ιστορίαι,1,1)

[3] «Ελλήνων οι μάλιστα αμφισβητούντες Αθηναίους ες αρχαιότητα και δώρα παρά θεών φασίν έχειν, εισίν Αργείοι» [Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις 1,14,2]

[4] «Καί μέτρα εξεύρε τά Φειδώνια καλούμενα καί σταθμά καί νόμισμα κεχαραγμένον τό τέ άλλο καί τό αργυρούν» [Στράβων Η, 3,33]

[5] Τελέσιλλα δὲ οἰκέτας μὲν καὶ ὅσοι διὰ νεότητα ἢ γῆρας ὅπλα ἀδύνατοι φέρειν ἦσαν, τούτους μὲν πάντας ἀνεβίβασεν ἐπὶ τὸ τεῖχος, αὐτὴ δὲ ὁπόσα ἐν ταῖς οἰκίαις ὑπελείπετο καὶ τὰ ἐκ τῶν ἱερῶν ὅπλα ἀθροίσασα τὰς ἀκμαζούσας ἡλικίᾳ τῶν γυναικῶν ὥπλιζεν, ὁπλίσασα δὲ ἔτασσε κατὰ τοῦτο ᾗ τοὺς πολεμίους προσιόντας ἠπίστατο. ὡς δὲ ἐγίνοντο οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ αἱ γυναῖκες οὔτε τῷ ἀλαλαγμῷ κατεπλάγησαν δεξάμεναί τε ἐμάχοντο ἐῤῥωμένως, ἐνταῦθα οἱ Λακεδαιμόνιοι, φρονήσαντες ὡς καὶ διαφθείρασί σφισι τὰς γυναῖκας ἐπιφθόνως τὸ κατόρθωμα ἕξει καὶ σφαλεῖσι μετὰ ὀνειδῶν γενήσοιτο ἡ συμφορά, ὑπείκουσι ταῖς γυναιξί. [Παυσανίου, Κορινθιακά, 20]

[6] [Ιλιάδα, Β, 559-564]

[7] «Θείος Όμηρος οδ’ εστίν ος Ελλάδα την μεγαλαύχην πάσαν εκόσμησεν καλλιεπώς σοφίη, έξοχα δ’ Αργείους, οι την θεοτειχέαν Τροίην ήρειψαν ποινήν ηϊκόμου Ελένης˙ ου χάριν έστησεν δήμος μεγαλόπτολις αυτόν, ενθάδε και τιμαίς αμφέπει αθανάτων» [Ι. Κοφινιώτη, Ιστορία του Άργους, πρόλογος, σελ. στ’]

[8] «Ήτοι εμοί τρεις μεν πολύ φίλταταί εισί πόληες Άργος τε Σπάρτη τε και ευρυάγεια Μυκήνη». [ Ιλιάδα, Δ, 51]

[9] «Επτά πόλεις μάρνανται σοφήν δια ρίζαν Ομήρου, Σμύρνη, Χίος, Κολοφών, Ιθάκη, Πύλος, Άργος, Αθήναι». [Ελληνική Ανθολογία, 3]

[10] Οδύσσεια γ 263, δ 99, ο 239 και 274.

[11] Ιλιάδα Β 287, Γ 75, Ζ 152, Ι 246, Ο 30 και Τα 329.

[12] Ιλιάδα Ε 786, Θ 228, Ν 95 και Ο 502.

[13] Οδύσσεια δ, 185 και 296, ρ 118 και ψ 218 και Ιλιάδα Β 177, Γ 458, Δ 19 και 174, Ζ 323, Η 350, Ι 141 και 282.

[14] Ιλιάδα Δ 8 και Ε 908.

[15] Ιλιάδα, Δ, 171

[16] «ὑπὲρ δὲ τὸ θέατρον Ἀφροδίτης ἐστὶν ἱερόν, ἔμπροσθεν δὲ τοῦ ἕδους Τελέσιλλα ἡ ποιήσασα τὰ ᾄσματα ἐπείργασται στήλῃ: καὶ βιβλία μὲν ἐκεῖνα ἔῤῥιπταί οἱ πρὸς τοῖς ποσίν, αὐτὴ δὲ ἐς κράνος ὁρᾷ κατέχουσα τῇ χειρὶ καὶ ἐπιτίθεσθαι τῇ κεφαλῇ μέλλουσα. ἦν δὲ ἡ Τελέσιλλα καὶ ἄλλως ἐν ταῖς γυναιξὶν εὐδόκιμος καὶ μᾶλλον ἐτιμᾶτο ἔτι ἐπὶ τῇ ποιήσει. [Παυσανίου, Κορινθιακά, 8]

 

Αλέξης Τότσικας

Read Full Post »

Αισχύλος (525-456 π.Χ.)


 

Αισχύλος. Archäologisches Institut der Universität Göttingen.

Αισχύλος. Archäologisches Institut der Universität Göttingen.

Ο Αισχύλος κατάγεται από παλιά αριστοκρατική οικογένεια της Ελευσίνας. Πατέρας του ήταν ο ευγενής γαιοκτήμονας Ευφορίωνας («ἐξ εὐπατριδῶν τήν φύσιν» γράφει ο Ανώνυμος βίος του). Πήρε μέρος στη μάχη του Μαραθώνα, όπου έπεσε και ο αδελφός του Κυναίγειρος, και πιθανό και σε άλλες μάχες των περσικών πολέμων[1], γι’ αυ­τό σ’ όλη τη ζωή του έφερνε περήφανα τον τίτλο του μαραθωνομάχου.

Νέος άρχισε να γράφει τραγωδίες. Στο θέατρο εμφανίστηκε για πρώ­τη φορά το 500 π.Χ., πήρε το πρώτο βραβείο μόλις το 484 π.Χ. και συ­νολικά κέρδισε 12 πρώτες νίκες. Το 472 π.Χ. παρουσίασε τους «Πέρσες» με χορηγό το νεαρό τότε Περικλή και θριάμβευσε. Κατόπιν πήγε στη Σι­κελία φιλοξενούμενος του τύραννου Ιέρωνα, όπου γνώρισε τον Πίνδαρο, το Σιμωνίδη και το Βακχυλίδη. Γύρισε στην Αθήνα το 468 π.Χ. και τον επόμενο χρόνο κέρδισε την πρώτη νίκη με τους «επτά επί Θήβας». Το 458 πήρε την πρώτη νίκη με την τριλογία «Ορέστεια» (οι χρονολογίες των άλ­λων έργων του είναι άγνωστες) και κατόπιν έφυγε οριστικά για τη Σικε­λία και πέθανε στη Γέλα το 456 π.Χ.[2]

Οι λόγοι, που τον ανάγκασαν να φύγει στη Σικελία, είναι άγνωστοι. Άλλοι λένε ότι η φυγή του οφείλεται στον περήφανο χαρακτήρα του, που προσεβλήθη όταν το αθηναϊκό κοινό ευνοούσε το νεαρό αντίπαλο του Σοφοκλή ή όταν ηττήθηκε από το Σιμωνίδη στο διαγωνισμό για το ελε­γείο των Μαραθωνομάχων. Άλλοι ότι αναγκάστηκε να φύγει, γιατί σε μια παράστασή του αποκάλυψε μυστικά των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Η πιθανότερη εκδοχή όμως είναι ότι έφυγε, όταν δυνάμωσε η δημοκρατική παράταξη της Αθήνας, γιατί αυτός ο «μετριοπαθής δημοκρατικός» δεν συμπαθούσε την «άκρατον δημοκρατίαν»[3].

Ο Αισχύλος έζησε σε μια με­ταβατική εποχή (α’ μισό του 5ου π.Χ. αι.), όταν το δημοκρατικό κόμμα (με αρχηγούς το Θεμιστοκλή και αργότερα τον Εφιάλτη και τον Περικλή) επικράτησε σε βάρος του ολιγαρχικού (με αρχηγό τον Αριστείδη και τον Κίμωνα) και δεν πήρε ξεκαθαρισμένη θέση στις πολιτικές διαμάχες, «γι’ αυτό ούτε οι δημοκρατικοί τον θαύμαζαν, ούτε οι ολιγαρχικοί τον συμπαθούσαν. Είχε πολλούς εχθρούς και λίγους θαυμαστές και φίλους, γι’ αυτό μόνο λίγες φορές πήρε τα πρωτεία στους δραματικούς αγώνες»[4].

Ήταν πάντως ποιητής μεγαλόστομος με πλούσια φαντασία και πηγαία λυρική πνοή. Εκφράστηκε με ύφος υψηλό, βαρύ, δύσκολο και συ­χνά απότομο. Πρέπει να θεωρηθεί ο πραγματικός δημιουργός της αττικής τραγωδίας, που ξεπέρασε όλους τους συγχρόνους του και ως προς την ποίηση και ως προς «την σκευήν των υποκριτών και την του χορού σεμνότητα».

Από τις 90 τραγωδίες που έγραψε σώθηκαν ολόκληρες μόνο επτά: Πέρσες, επτά επί Θήβας, Ικέτιδες, Προμηθεύς Δεσμώτης, Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες. Οι τρεις τελευταίες αποτελούν την τριλογία Ορέστεια, τη μόνη, που έχει σωθεί από την αρχαιότητα.

 

 Υποσημειώσεις


 

[1] Lesky Α., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, σελ. 350.

[2] Flaceliere R., Ιστορία της Αρχαίας Ελλην. Λογοτεχνίας σελ. 216-217.

[3] Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 1, σελ. 655.

[4] Κορδάτου Γ., Η Αρχαία Τραγωδία και Κωμωδία, σελ. 200-201

 

Αλέξης Τότσικας

Φιλόλογος – Συγγραφέας

«Ανθολόγιο | Δώδεκα Αποσπάσματα Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων», Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1997.

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με κωδικό. Για να το δείτε εισάγετε τον κωδικό σας παρακάτω:

Read Full Post »

Οι «Ικέτιδες» του Αισχύλου στο Αρχαίο Θέατρο Άργους από τη Θεατρική Ομάδα του 1ου Γυμνασίου Άργους


 

Ο μύθος των Δαναΐδων, ο γενέθλιος μύθος του Άργους, θα αναβιώσει στο αρχαίο θέατρο της πόλης, από τη Θεατρική Ομάδα του 1ου Γυμνασίου Άργους, το Σάββατο 7 Ιουλίου, στις 21:00.

Μαθητές και μαθήτριες του 1ου Γυμνασίου, στα πλαίσια της υλοποίησης Προγράμματος Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων και Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης των καινοτόμων Σχολικών Δραστηριοτήτων, παράλληλα με τα μαθήματά τους, έθεσαν στους εαυτούς τους το φιλόδοξο στόχο να ανεβάσουν ένα αρχαίο δράμα, με «Αργείτικη υπόθεση».

Δύσκολη η προσπάθειά τους, αν λάβουμε υπόψη μας το βαρύ πρόγραμμα που έχουν να αντιμετωπίσουν. Μαζί τους μια ομάδα Καθηγητριών και Καθηγητών του σχολείου, έδωσε τον ελεύθερο χρόνο της για να βοηθήσει τα παιδιά στην κατανόηση του Αρχαίου Δράματος και της σχέσης του με το Μύθο και να τα μυήσει στην τέχνη του Θεάτρου. Με πολύωρες και κοπιαστικές πρόβες μαθητές και καθηγητές νιώθουν έτοιμοι να παρουσιάσουν το έργο του Αισχύλου στο κοινό της πόλης.

Αρωγοί της προσπάθειας και συνδιοργανωτές  στην παρουσίαση της παράστασης στάθηκαν η Περιφέρεια Αργολίδας και η Κοινωφελής Επιχείρηση του Δήμου Άργους–Μυκηνών (Κ.Ε.Δ.Α.-Μ.), η οποία συμπεριέλαβε το έργο στα  πλαίσια των καλοκαιρινών εκδηλώσεων  στο  Αρχαίο Θέατρο του Άργους.

 

Ικέτιδες (1964) – Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή | 25/07/1964 – 26/07/1964 Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου. Στο κέντρο: Λυκούργος Καλλέργης (Πελασγός). Πίσω: Θάνος Κωτσόπουλος (Δαναός). Αρχείο: Εθνικό Θέατρο.

 

Οι Ικέτιδες είναι όχι μόνον η αρχαιότερη τραγωδία του Αισχύλου, αλλά και το αρχαιότερο έργο του ευρωπαϊκού δράματος.  Ο ρόλος του Χορού είναι κυρίαρχος και τα διαλογικά μέρη είναι μικρά σε έκταση, δηλαδή είναι ένα δείγμα της πιο παλιάς μορφής του δράματος, όπου ο πραγματικός Πρωταγωνιστής είναι ο Χορός.

«Ικέτιδες», στην τραγωδία του Αισχύλου, είναι οι Δαναΐδες. Οι κόρες του Δαναού διωκόμενες από τους γιούς του Αιγύπτου, καταφεύγουν στο Άργος. Η γενιά τους κράταγε από την Αργείτισσα Ιώ και νιώθουν πως γυρίζουν στην πατρίδα τους. Ικετεύουν το βασιλιά του Άργους Πελασγό να τους δώσει άσυλο, για να γλυτώσουν από τον ανεπιθύμητο γάμο.

Ο Πελασγός απευθύνεται στο λαό και ζητάει τη γνώμη του. Οι Αργείτες αποφασίζουν υπέρ της παροχής ασύλου στις 50 Ικέτιδες. Ο απεσταλμένος που έρχεται να τις πάρει δεν κατορθώνει να τις αποσπάσει από τους βωμούς, όπου έχουν καταφύγει. Το έργο τελειώνει με ύμνους των Δαναΐδων προς τους θεούς για τη σωτηρία τους.

Για πολλούς μελετητές η τραγωδία, αυτή, αποτελεί ύμνο στη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια της γυναίκας και  επικρατεί η άποψη ότι εδώ, όπως και στους «Πέρσες», συγκρίνεται ο πολιτισμός των Ελλήνων με τη βία και την αλαζονεία των βαρβάρων.

Παρότι το έργο γράφτηκε για το δικό του τόπο και χρόνο, φανερώνει τις γυναίκες μόνες, θνητές, απέναντι σ΄ έναν κόσμο γεμάτο δυνάμεις μεγαλύτερες απ΄ αυτές, που κατευθύνουν τη μοίρα τους. Προβλήματα οικουμενικά και διαχρονικά αναδεικνύονται μέσα από το λόγο του Αισχύλου και δίνουν σύγχρονη διάσταση στο έργο.

Την επιμέλεια της παράστασης την έχουν οι Καθηγήτριες Μαρία Π. Δοντά, Φιλόλογος (Δραματουργική παρέμβαση και Σκηνοθεσία), Μαρίκα Νάσση, Οικιακής Οικονομίας (Γενική Επιμέλεια και Συντονισμός), Βασιλική Κουρουνιώτη, Μουσικός (Μουσική Σύνθεση και διδασκαλία), Ιωάννα Γρηγορίου, Φυσικής Αγωγής (Κίνηση χορού) και ο Καθηγητής Γιώργος Γαλάνης, Καλλιτεχνικών, (Σκηνικό).

Στο έργο συμμετέχουν οι εξής μαθητές και μαθήτριες του 1ου Γυμνασίου Άργους:

ΧΟΡΟΣ ΙΚΕΤΙΔΩΝ: Ρούλα Αθανασοπούλου, ΧρύσπηΒουβούσα, Ναταλία Γαλάτουλα, Μαρία Γιαγού, Σοφία Γρινέζου, ΜπιάνκαΙοάνα, Βίκυ Καμπόσου, Λίνα Κουτσούκου, Ρέα Λυμπέρη, Θεοδώρα Μαρούλη, Μαρία Μπαλάσκα, Φωτεινή Νάσση, ΝερίναΞιξή, Έλενα Ουλή, Εύη Παπαναστασίου, Χρύσα Ρούκα, Αγγελική Σκανδάλη, Βικτώρια Τριπολιτσιώτη Νικολέτα Τσόκα, Κλειώ Χρονοπούλου.

ΔΑΝΑΟΣ: Δημήτρης Καχριμάνης

ΠΕΛΑΣΓΟΣ: Σπύρος Αργυρόπουλος

ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Δημήτρης Σκιτζής

ΚΗΡΥΚΑΣ: Θοδωρή Καρούτης

ΑΚΟΛΟΥΘΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑ:Σταύρος Βίγκος, Κώστας Διαμαντόπουλος, Ηρακλής Ζουγλής.
ΜΟΥΣΙΚΟΙ: Μαριπένη Κουσκούκη: ΚΙΘΑΡΑ, Δέσποινα Φιλοπούλου – Καψαμπέλη: ΦΛΑΟΥΤΟ, Ανδρέας Κωτσιόπουλος: ΑΡΜΟΝΙΟ.

 

Read Full Post »

Δαναοί (μυθολογία)


 

Η Λιβύη κόρη του Έπαφου και βασίλισσα της ομώνυμης χώρας, γέννησε με τον Ποσειδώνα δίδυμους γιους τον Αγήνορα και τον Βήλο. Ο Αγήνωρ αναχώρησε για τη Φοινίκη όπου ίδρυσε βασίλειο και έγινε γενάρχης μιας μεγάλης γενιάς. Ο Βήλος πήρε το βασίλειο της Αιγύπτου, παντρεύτηκε την κόρη του Νείλου Αγχινόη και απέκτησε κι αυτός δίδυμους γιους τον Αίγυπτο και τον Δαναό, στον οποίο έδωσε το βασίλειο της Λιβύης, τον δε Αίγυπτο όρισε για διάδοχό του. Από το γάμο τους με πολλές γυναίκες τα δύο αδέλφια απέκτησαν πολλά παιδιά. Πενήντα γιους ο Αίγυπτος, πενήντα κόρες ο Δαναός.

Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, τα αδέλφια ήρθαν σε ρήξη, εξαιτίας των επεκτατικών βλέψεων του Αίγυπτου στην πατρική κληρονομιά. Θέλοντας να συμφιλιωθούν, ο Αίγυπτος πρότεινε στον Δαναό να νυμφευθούν οι γιοι του τις πενήντα κόρες του.

Εκτός από τις διαφορές για τα όρια των κρατών τους, ο Δαναός απέρριπτε κατηγορηματικά την πρόταση του αδελφού του να νυμφευθούν οι ανεψιοί του τις πενήντα κόρες του, θεωρώντας τους αιμόμικτους αυτούς γάμους ανόσια πράξη.

Ένας ακόμη λόγος ήταν ότι είχε πάρει χρησμό από έναν Αιγύπτιο μάντη, πως θα θανατωνόταν από έναν γιο του αδελφού του. Για να απαλλαγεί από την ασφυκτική επιμονή του αδελφού του και να γλιτώσει από την εκπλήρωση του θανατηφόρου χρησμού, ο Δαναός αποφάσισε να εγκαταλείψει το βασίλειό του, και να ζητήσει καταφύγιο στην προγονική του κοιτίδα.

Με τις οδηγίες της Αθηνάς ναυπήγησε πρώτος μια πεντηκόντορον (πενηντάκωπο πλοίο) την Δαναΐδα,[1] και παίρνοντας τις κόρες του αναχώρησε με προορισμό το αργολικό λιμάνι: «Δαναός τους Αιγύπτου παίδας δεδοικώς, υποθεμένης Αθηνάς αυτώ ναύν κατεσκεύασε πρώτος και τας θυγατέρας ενθέμενος έφυγε»[2]

Έτσι εκπληρώθηκε μια ακόμη προφητεία που είχε δώσει ο Προμηθεύς στην πρόγονο του Δαναού Ιώ«Πέμπτη μετά από αυτόν (τον Έπαφο) γενιά γυναικεία, με τις πενήντα κόρες πάλι στο Άργος αθέλητά της θα’ ρθη, των ξαδέρφων γάμο συγγενικό για να ξεφύγει˙ κι αυτοί ξεφρενιασμένοι από τον πόθο, σαν τα γεράκια θα ριχτούν ξοπίσω σε περιστέρες, κυνηγώντας γάμους αταίριαστους.»[3]

Στο Άργος βασίλευε ο Γελάνωρ της γενιάς των Ιναχιδών, από τον οποίο ο Δαναός ζήτησε να πάρει την εξουσία, αφού του έκανε γνωστή την καταγωγή του. Ο γέροντας και χωρίς διάδοχο Γελάνωρ έφερε αντιρρήσεις, με την επέμβαση όμως του αργειακού λαού του παρεχώρησε τον θρόνο.

Είχε προηγηθεί μια πάλη μεταξύ λύκου και ταύρου, προστάτη μιας αγέλης βοδιών, που έβοσκε μπροστά στα τείχη (Παυσαν. Κορινθ. 19, 3). Στην πάλη αυτή νικητής αναδείχθηκε ο λύκος. Οι Αργείοι που είχαν συγκεντρωθεί και παρακολουθούσαν, ταύτισαν τον ταύρο με τον Γελάνορα, και έκριναν ότι ο μοναχικός λύκος αντιπροσώπευε τον ξενόφερτο Δαναό.

Αφού έγινε κύριος του Άργους ο Δαναός, έχτισε την ακρόπολη με τεράστιους λαξευτούς ογκόλιθους, που ονομάσθηκε Λάρισα από την κόρη του βασιλιά Πελασγού. Στην κορυφή της έχτισε ναό προς τιμήν του Λαρισαίου Διός, όπου τοποθετήθηκε ξόανο (ξύλινο ομοίωμα) του θεού. Στην πόλη θεμελίωσε ναό προς τιμή του Λυκείου Απόλλωνος, γιατί πίστευε ότι ο θεός αυτός έστειλε τον λύκο εναντίον του κοπαδιού των βοδιών.

Σε λίγο καιρό κατέπλευσε ο Αίγυπτος με τους πενήντα γιους του, και αξίωσε να πραγματοποιηθούν με τη βία οι αιμόμικτοι γάμοι. Ο Δαναός προσποιήθηκε ότι δέχεται. Αφού έγινε κλήρωση για να γνωρίζει ο κάθε νέος ποια νύμφη θα παντρευτεί, ακολούθησαν οι γαμήλιες τελετές. Ο Δαναός παράθεσε και συμπόσιο, όπου για πρώτη φορά εψάλη ο Υμέναιος.

Τη νύχτα όμως του γάμου ο Δαναός, κατατρυχόμενος ακόμη από το φόβο της εκπληρώσεως του χρησμού, έδωσε σε κάθε κόρη του ένα εγχειρίδιο με την εντολή να θανατώσουν τους συζύγους στον ύπνο τους. Οι Δαναΐδες υπάκουσαν και πραγματοποίησαν την πατρική προσταγή.

Δύο όμως από αυτές, δεν μπόρεσαν να υψώσουν δολοφονικό χέρι και να βάψουν το ξίφος με το αίμα των εξαδέλφων – συζύγων τους. Η Ρόδη (ή Βεβρύκη) σύζυγος του Ιππόλυτου και η Υπερμνήστρα που είτε γιατί ο σύζυγος και εξάδελφός της Λυγκεύς την σεβάστηκε είτε γιατί  υπερίσχυσε ο πόθος της μητρότητας κατά τον Αισχύλο, δεν τον θανάτωσε. Από το χέρι του Λυγκέα βρήκε τελικά τον θάνατο ο Δαναός, και έτσι επαληθεύτηκε ο χρησμός του Αιγύπτιου μάντη.

Ο Δαναός όρισε με νόμο, οι Αργείοι από Πελασγοί στο εξής να λέγονται Δαναοί, ονομασία που στα Ομηρικά έπη συμπεριλαμβάνει το σύνολο των Ελλήνων της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, χαρακτηρίζοντας «ποιητική αδεία» τους Έλληνες ως μίαν ολότητα: «κατ’ Ευριπίδην, Πελασγιώτας δ’ ονομασμένους το πρίν, Δαναούς καλείσθαι νόμον έθηκαν᾽ Ελλάδα».[4]

Οι Δαναΐδες, αφού καθαρίστηκαν από το ανοσιούργημά τους από την Αθηνά και τον Ερμή, ήρθαν σε δεύτερο γάμο με εντόπιους νέους. Ο Δαναός προκήρυξε γαμήλιους αγώνες, τα «Σθένεια». Στον νικητή έδινε για έπαθλο μια κόρη του. Έτσι έκανε γαμβρούς τους άριστους από τους Αργείους νέους, και οι Δαναΐδες έγιναν μητέρες των θηλυσπόρων απογόνων του Δαναού, από τους οποίους προήλθε μια μεγάλη γενιά ένδοξων ηρώων, μεταξύ των οποίων και ο Παλαμήδης. Ένας ακόμη ο Ηρακλής, θα γινόταν ο λυτρωτής του καρτερόθυμου Τιτάνα Προμηθέα, όπως ο ίδιος είχε προαναγγείλει στην Ιώ: «Απ’ τη σπορά της (της Υπερμνήστρας), κάποιος αντρειωμένος άντρας θα γεννηθεί, δεινός τοξότης που απ’ τα πάθη αυτά θα με λυτρώσει»[5]

Η εγκατάσταση του αγλαόθρονου Δαναού και των θυγατέρων του στο Άργος, υπήρξε ευεργετική και συνέβαλε σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη του υπάρχοντος εγχώριου πολιτισμού. Θέσπισαν τελειότερους νόμους, στους οποίους υπήγαγαν θέματα του κοινωνικού και θρησκευτικού βίου. Καθιέρωσαν την λατρεία της Αθηνάς και τα θεσμοφόρια. Δίδαξαν την ναυπήγηση νέου τύπου πλοίων, καταλληλότερων για μακρινά ταξίδια. Η αργείτικη γη ξαναζωντάνεψε, με την ανόρυξη φρεάτων και με τα αρδευτικά έργα που δίδαξαν στους Αργείους ο Δαναός και οι κόρες του. Όπως μας πληροφορεί ο Στράβων,

 «έχει όμως και πολλά φρέατα τα οποία οφείλει στην ευτυχή ανακάλυψη των θυγατέρων του Δαναού. Διά τούτου δε αναφέρουν στον στίχο (του Ησιόδου): «το Άργος ήταν στερημένο από νερό, αλλά χάρις στις Δαναΐδες απέκτησε και κατέστη ένυδρο».[6]

Αύξησαν επίσης τον φυτικό πλούτο, με την καλλιέργεια νέων άγνωστων φυτών που μετέφεραν από την προηγούμενη πατρίδα τους. Με τα έργα αυτά αρδεύτηκε η διψασμένη αργολική πεδιάδα και πλουτίσθηκε, ώστε να ονομασθεί για την γονιμότητα και την πολυφορία της ούθαρ αρούρης (μαστάρι της γης) από τον Όμηρο.

Οι Αργείοι, για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους στον ευεργέτη τους Δαναό, τον ενταφίασαν στο κέντρο της αγοράς, και κόσμησαν τον τάφο του με λαμπρό μνημείο το οποίο ονόμασαν «Πλίνθιον», ενώ στους Δελφούς έστησαν ανδριάντα του μαζί με της Υπερμνήστρας με την επιγραφή:

 «Οι ανδριάντες αυτοί εικονίζουν ήρωες˙ τον ισχυρότερο βασιλιά του Άργους Δαναό και την Υπερμνήστρα, η οποία μόνη από τις αδελφές της είχε τα χέρια αμόλυντα».[7]

Οι Δαναΐδες λατρεύτηκαν σαν νύμφες των πηγών. Παρά τον εξαγνισμό τους όμως, όπως αναφέρει μια μεταγενέστερη παράδοση, στον Άδη καταδικάστηκαν με την αιώνια τιμωρία να γεμίζουν με νερό έναν πίθο χωρίς πυθμένα: «Εις τον των Δαναΐδων πίθον υδροφορείν» έλεγε μια αρχαία παροιμία, για αυτούς που οι προσπάθειες που κατέβαλαν για να πετύχουν κάτι, απέβαιναν μάταιες.

Από τις πενήντα Δαναΐδες ξεχωριστή θέση στην Αργολική Μυθολογία παίρνουν η Υπερμνήστρα και η μητέρα του πρώτου Ναυπλίου Αμυμώνη.

 

Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης», Προοδευτικός Σύλλογος Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», Ναύπλιο, 2003. 

  

Υποσημειώσεις


[1] Κατά τον Αθ. Σταγειρίτη η ναυς του Δαναού ονομαζόταν «Αργώ». Ο ίδιος θεωρεί πιθανό από αυτήν την πρώτη Αργώ να πήρε το όνομά της και η μεταγενέστερη της Αργοναυτικής εκστρατείας: «Ωνομάσθη δε ως είρηται από του ναυπηγού Άργου ή από της πόλεως Άργους ή επειδή εναυπηγήθη, ως η ναύς του Δαναού, Αργώ καλουμένη και εκείνηּη επειδή είχε Αργείους ηγεμόνας….»  (Ωγυγία βιβλ. Θ’ σελ. 143)

[2] Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη Β, 12.

[3] Αισχύλου Προμ. Δεσμώτης 864-870, εκδ. Κάκτου, μετ. Τάσου Ρούσσου.

[4] Στράβων Γεωγραφικά. Η,371,9.

[5] Αισχύλου Προμ. Δεσμώτης 882-885, εκδ. Κάκτου, μετ. Τ. Ρούσσου.

[6] Γεωγραφικά, Η, 371, 8, Εκδ. Πάπυρος, μετ. Κ. Αραπόπουλου: «φρεάτων δ’ ευπορείν α ταις Δαναΐσιν ανάπτουσιν ως εκείνων εξευρουσών αφ’ ού και το έπος ειπείν τούτο «Άργος άνυδρον εόν, Δαναοί θέσαν Άργος ένυδρον»

[7] Παυσανίου, 10,10, 2 Εκδ. Ζαχαρόπουλου, μετ. Γιάννη Κορδάτου: «Ηρώων δε εισίν αι εικόνες, Δαναός μέν ισχύσας των εν Άργει μέγιστον, Υπερμνήστρα δε α τε καθαράς χείρας μόνη των αδελφών».


Read Full Post »

Αερόπη


 

Κόρη του βασιλιά Κατρέα  και εγγονή του  Μίνωα, γυναίκα του Ατρέα, που έγινε βασιλέας των Μυκηνών κάτω από ιδιότυπες συνθήκες. Διωγμένος από τον πατέρα του Πέλοπα απ’ την Πίσα, γιατί με τον αδελφό του Θυέστη είχαν σκοτώσει τον από άλλη μάννα αδελφό τους Χρύσιππο, είχε καταφύγει στην αυλή του ανιψιού του Ευρυσθέα.

Τότε όμως αυτός βρισκόταν σε πόλεμο με τους Ηρακλείδες, που τους υποστήριζαν οι Αθηναίοι, και δεν γύρισε πίσω, γιατί στην Αττική τον σκότωσε ο Ιόλαος (γιος του Ιφικλέα, οδηγός του άρματος του Ηρακλή, πιστός του σύντροφος στους άθλους του και στις μάχες του, όπως τον βλέπουμε στην Ησιόδεια αφήγηση της πάλης του με τον Κύκνο, βλ. Πινδ. Ίσθμ. 1,16 και επομ. Σχολ. Ασπίς 77 κέξ.).

Τότε ο λαός των Μυκηνών, όρισε βασιλέα του τον Ατρέα βάζοντας τέρμα στη δυναστεία των Περσίδων. Από τούτη τη στιγμή αρχίζει και η περιπέτεια του οίκου των Ατρειδών. Την αρχή την κάνει η Αερόπη που γίνεται ερωμένη του κουνιάδου της Θυέστη κι’ αποφασίζει μ’ αυτόν να αφαιρέσει την βασιλεία απ’ τον Ατρέα. Και να πως:

Ο Ατρέας είχε ένα χρυσόμαλλο αρνί, δώρο του Ερμή, που μ’ αυτό τον τρόπο εκδικείτο το θάνατο του γιου του Μυρτίλου, που τον είχε σκοτώσει ο Πέλοπας. Κι είχε πει πως όποιος ήταν κάτοχος του αρνιού θα ήταν και κάτοχος του θρόνου. Από δω κι’ η διχόνοια των γιών του Πέλοπα.

Ο Θυέστης με την βοήθεια της Αερόπης έκλεψε το αρνί και διακήρυξε πως αυτός ήταν ο νόμιμος κάτοχος του θρόνου. Ο Δίας για να τον ξεσκεπάσει έκανε τον ήλιο να παλινδρομήσει. Ο Ατρέας αποκαλύπτοντας την διπλή προδοσία έριξε την Αερόπη στη θάλασσα κι’ έδιωξε τον Θυέστη.

Αργότερα, δήθεν για συμφιλίωση τον κάλεσε πίσω και του έκανε τραπέζι προσφέροντας του μαγειρεμένα τα ίδια του τα παιδιά, τον Τάνταλο και τον Πλησθένη. Μετά του αποκάλυψε το αποτρόπαιο έγκλημα. Τότε ο ήλιος – από δέος προς το φριχτό τούτο περιστατικό – άλλαξε πορεία κι’ η γη σκοτείνιασε κι’ ο Θυέστης έφυγε καταρώμενος την γενιά του Ταντάλου, που οι περιπέτειες των μελών της ενέπνευσαν στους τραγικούς τις (Αισχύλο,* Σοφοκλή, Ευριπίδη) παθητικές τραγωδίες. 

 

 Υποσημείωση


 

* Ο Αισχύλος από την μακριά και αιματοβαμμένη ιστορία του οίκου των Τανταλιδών, επιλέγει εκείνα τα σημεία που αναφέρονται στους απογόνους του Πέλοπα.

Ο Πέλοπας είχε δυο παιδιά, τον Ατρέα και τον Θυέστη. Ο Ατρέας έγινε βασιλιάς των Μυκηνών και πήρε γυναίκα του την Αερόπη. Η Αερόπη όμως αγάπησε τον Θυέστη και συνωμότησε μαζί του ενάντια στον Ατρέα. Όταν ο Ατρέας κατάλαβε τη συνωμοσία, έδιωξε από τις Μυκήνες τον Θυέστη, τον οποίο ακολούθησε και η Αερόπη παίρνοντας μαζί της και τον μικρό της γιο, τον Πλεισθένη, που μεγάλωσε στην εξορία, χωρίς να μάθει ότι πατέρας του ήταν ο Ατρέας.

Ο Θυέστης, μετά από καιρό στην εξορία, αποφασίζει να σκοτώσει τον Ατρέα, και για τον σκοπό αυτό στέλνει στις Μυκήνες τον μεγαλωμένο πια Πλεισθένη. Όμως εκεί, αντί να σκοτώσει ο Πλεισθένης τον Ατρέα, σκοτώνεται ο ίδιος από τον Ατρέα. Όταν ο Ατρέας μαθαίνει ότι αυτός που σκότωσε ήταν δικός του γιος και ότι τον είχε στείλει εναντίον του ο Θυέστης, αποφάσισε να εκδικηθεί με φοβερό τρόπο.

Με πρόφαση ότι επιθυμεί τη συμφιλίωση, καλεί τον Θυέστη από την εξορία, σκοτώνει τα δύο δίδυμα παιδιά του, τον προσκαλεί σε δείπνο και του προσφέρει για φαγητό, το ψημένο κρέας των παιδιών του.

Όταν ο Θυέστης κατάλαβε, εκφέρει «βαρείαν αράν», εναντίον του γένους του Πλεισθένη, δηλαδή εναντίον του οίκου του Ατρέα και των απογόνων του. Γιοι του Ατρέα είναι ο Αγαμέμνων και ο Μενέλαος, και γιος του Θυέστη ο Αίγισθος.

Πολύ αργότερα, με αφορμή την αρπαγή της Ελένης από τον Πάρη, γίνεται η εκστρατεία των Ελλήνων στην Τροία, με επικεφαλείς τους γιους του Ατρέα. Όταν συγκεντρώθηκε ο στόλος των Ελλήνων στην Αυλίδα, η θεά Αρτεμις, στέλνει αντίθετους ανέμους εμποδίζοντας τον απόπλου των πλοίων. Με υπόδειξη του μάντη Κάλχα, ο Αγαμέμνων θυσιάζει την κόρη του Ιφιγένεια προκειμένου να εξιλεωθεί απέναντι στην Άρτεμη της οποίας είχε σκοτώσει το ελάφι.

   

Πηγή

  • Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1963 , «Ιστορία – Λαογραφία – Τέχνη – Επιστήμη», τόμος 7ος  Αθήνα, 1963.  
  • Ορέστεια του Αισχύλου, Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

 

 

Read Full Post »