Στοιχεία για δύο εκδηλώσεις του Εθνικού Διχασμού στο Άργος: το «ανάθεμα» και η εξορία του Δ. Βαρδουνιώτη – Βασίλης Κ. Δωροβίνης, Δικηγόρος – Πολιτικός Επιστήμονας – Ιστορικός.
Ελάχιστα είναι τα τεκμήρια για τις εκφάνσεις και εκδηλώσεις του Εθνικού Διχασμού στο Άργος κατά την περίοδο 1915 – 1918. Από το 1913 και μέχρι την αρχή της δεκαετίας του 1920 δεν εκδίδονται, πλέον, τοπικές εφημερίδες στην πόλη, λανθάνουν τοπικές αφηγήσεις με πληρότητα, ενώ ελάχιστες είναι οι προφορικές καταθέσεις που έχουμε εντοπίσει.
Η εισήγηση αναφέρεται σε δύο γεγονότα – ψήγματα εκδηλώσεων του Εθνικού Διχασμού στο Άργος. Από το ένα μέρος στην οργανωμένη «πορεία» των μαθητών του Γυμνασίου Άργους υπό τον Γυμνασιάρχη τους για το «ανάθεμα» κατά του Βενιζέλου, το οποίο οργανώθηκε με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτη Αργολίδας και αντιβενιζελικών της πόλης και από το άλλο μέρος, στην εξορία, μαζί με άλλους Αργείους, του δικηγόρου και επιφανούς ιστορικού του νεότερου Άργους, Δημητρίου Βαρδουνιώτη, προφανώς καθ’ υπόδειξη φιλοβενιζελικών.
Πρόκειται για δείγματα εμπάθειας, μισαλλοδοξίας και φανατισμού, που κατά τη γνώμη μου πρέπει να ενταχθούν σε σταθερότερο κοινωνικό υπόβαθρο, το οποίο δεν έχει εκλείψει μέχρι σήμερα.
Πρόκειται για τον φατριασμό και τις φατρίες, κοινωνικές σταθερές στη χώρα μας που, ειδικότερα στο Άργος, εκδηλώνονται χαρακτηριστικά και με την αποδοκιμασία του Βενιζέλου τον Μάρτιο του 1912, αλλά και του Π. Τσαλδάρη, το 1936. Ανάλογες εκδηλώσεις σημειώνονται κατά τον πρόσφατο Εμφύλιο, ενώ η σύγκρουση γύρω από τη διατήρηση των Στρατώνων Καποδίστρια, από το 1977, αναδεικνύει και πάλι μορφές μισαλλοδοξίας εκ μέρους των «κατεδαφιστών» τους. Πάντως δεν λείπουν και τα «φωτεινά διαλείμματα», όπως κατά την περίοδο Σεπτεμβρίου 1944 – Ιανουαρίου 1945, με την απελευθέρωση και τη συναινετική διοίκηση της πόλης από την Αριστερά. [1]
Το «ανάθεμα» στο Άργος
Φαίνεται ότι η πρακτική του αναθέματος για απόρριψη και καταδίκη κάποιου ατόμου ή ατόμων ή συμβόλων είναι παληά και απαντάται και σε άλλες κοινωνίες και λαούς, αν κρίνουμε από το συμβάν στη Μέκκα της Σαουδικής Αραβίας κατά το περσινό εκεί προσκύνημα και την ποδοπάτηση και θανάτωση 2.100 ατόμων που όδευαν προς το τελετουργικό «ανάθεμα» και τη ρίψη λίθων στη θέση, όπου «οι στύλοι του Σατανά».
Το «ανάθεμα» πυρήνα της οργάνωσής του είχε στην Αθήνα, με κύριο άξονα τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο και τους φιλοβασιλικούς κύκλους της πρωτεύουσας. Αφορμή είχε τον αποκλεισμό του Πειραιά το 1916 από τις δυνάμεις της Αντάντ, την επέμβαση γαλλικού στρατού στην Αθήνα τον Νοέμβριο και τον βομβαρδισμό του κέντρου της. Τούτο εξαγρίωσε τους αντιβενιζελικούς, με αποτέλεσμα να οργανωθεί κύμα τρομοκρατίας κατά των βενιζελικών (επιβεβαιώθηκαν 35 φόνοι, 922 παράνομες φυλακίσεις, 503 περιπτώσεις λεηλασίας και 31 αναστολές κυκλοφορίας εφημερίδων).
Την 12 Δεκεμβρίου 1916 οργανώνεται ογκώδης αντιβενιζελική πορεία. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος μαζί με διαδηλωτές κατευθύνονται στο Πεδίον του Άρεως και αναθεματίζουν τον αποκαλούμενο από τους αντιβενιζελικούς «σατανά» Βενιζέλο, ρίχνοντας πέτρες στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το άγαλμα της Αθηνάς και επαναλαμβάνοντας την κατάρα κατά του Βενιζέλου, όπως την διατύπωσε ο Αρχιεπίσκοπος. Από τις φωτογραφίες της εποχής αναδημοσιεύουμε ορισμένες πολύ χαρακτηριστικές, μαζί με μια γελοιογραφία και τους εξίσου χαρακτηριστικούς τίτλους αντιβενιζελικών εφημερίδων.
Για το ανάθεμα στο Άργος υπάρχουν δύο κατά πολύ μεταγενέστερες αναφορές, του Τάκη Μαύρου και του Ι. Ε. Ζεγκίνη (το 1977 και το 1996 αντίστοιχα). [2] Ημερομηνία αναφέρει μόνον ο Ζεγκίνης, την 12η Δεκεμβρίου 1916, σημειώνοντας ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την προεδρία του Θεοκλήτου, οργάνωσε το «ανάθεμα» για όλη τη χώρα (εννοείται την «Παλαιά Ελλάδα»). Έτσι, με άμαξα έφθασε στο Άργος ο τότε Μητροπολίτης Αργολίδας Αθανάσιος (σύμφωνα και με τη μαρτυρία του Τ. Μαύρου) και η ρίψη λίθων έγινε στο τότε ακάλυπτο δημοτικό οικόπεδο, όπου, στη δεκαετία του 1950, ανεγέρθηκε το κτίριο του Ο.Τ.Ε. Ο Τ. Μαύρος αναφέρει ότι ο Μητροπολίτης είχε αναθέσει ειδικότερα την οργάνωση του αναθέματος στον Παπαμπόμπο, ο οποίος όμως, ευσχήμως αποσύρθηκε και την οργάνωση ανέλαβε ο ιερέας Δημ. Γεωργόπουλος. Κατά τον Ζεγκίνη, όμως, ο Μητροπολίτης συνοδευόταν από τον ιερέα Αρβανίτη (γνωστό για τον αντιβενιζελισμό του) και φθάνοντας στο τόπο του αναθέματος δήλωσε: «Ο Εφιάλτης επρόδωσεν την πατρίδα του. Ο Ιούδας επρόδωσεν τον Θεόν του. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επρόδωσεν και την πατρίδα του και τον Θεόν του. Ανάθεμα!».
Οι παριστάμενοι φωνάζοντας καθένας «Ανάθεμα!» έριχναν τις πέτρες. Ο Τ. Μαύρος αναφέρει και ότι τραγουδούσαν ένα εξάστιχο κατά του Βενιζέλου και της «Τριανδρίας» της Θεσσαλονίκης. Επίσης αναφέρει ότι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην «τελετή» ορισμένοι γνωστοί Αργείοι, όπως ο μετέπειτα βιομήχανος Θ. Κατσούλας, ο Θ. Νανόπουλος, ο Δ. Κόλιας, ο Αν. Παναρίτης, ο Π. Βλασταράς, ο μετέπειτα βιομήχανος Ανδρ. Ρόκας, ο Β. Μαρούσης, ο Γιάγκος Μακρής από την Πυργέλα και άλλοι. Ορισμένοι από αυτούς κακοποιήθηκαν.
Ο Γυμνασιάρχης Παπαδιαμαντόπουλος πήρε την πρωτοβουλία και οδήγησε συντεταγμένα τους μαθητές του Γυμνασίου στον τόπο του «αναθέματος», για να συμμετάσχουν στην «τελετή». Δύο όμως από τους μαθητές της τελευταίας τάξης του Γυμνασίου, οι Κώστας Κεραμίδας και Στέφανος Μακρής, βγήκαν από τη σειρά και αρνήθηκαν να ρίξουν πέτρα. Τότε ο Γυμνασιάρχης τους χαστούκισε δημόσια για παραδειγματισμό. Το γεγονός αυτό διασώθηκε προφορικά από τους ίδιους και από άλλους Αργείους, το κατέγραψε δε ο Τ. Μαύρος. Ο Κ. Κεραμίδας σταδιοδρόμησε ως γιατρός – χειρουργός ιδρύοντας την πρώτη ιδιωτική χειρουργική κλινική στο Άργος, ενώ ο Στ. Μακρής ως δικηγόρος, διετέλεσε και Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου.
Σημειώνουμε ότι ανάλογη μεταχείριση υπέστησαν και άλλοι μαθητές, σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις «τελετές» του «αναθέματος», όπως ο Κων. Βουδούρης, τελειόφοιτος και αυτός στο Γυμνάσιο Φιλιατρών Ηλείας.
Η εξορία του Δημ. Βαρδουνιώτη
Ο Δημήτριος Κ. Βαρδουνιώτης υπήρξε επιφανής ιστορικός, ιδίως του νεότερου Άργους, αλλά και διακεκριμένος δικηγόρος, ο πρώτος Έφορος του Μουσείου Άργους, δημοτικός σύμβουλος κατά την ανορθωτική δημαρχία του γιατρού Σπήλιου Καλμούχου και, όπως αποδεικνύεται από την αλληλογραφία προς αυτόν επιφανών ανθρώπων του πνευματικού κόσμου των Αθηνών, που πρόσφατα έφερε σε φως η Σ. Πατούρα, αναγνωρισμένος από αυτούς για την προσωπικότητα και την αξία του. Γεννήθηκε στο Άργος το 1847 και πέθανε στην ίδια πόλη το 1924. Πολύ λίγοι συμπατριώτες του τον συνόδευσαν στην κηδεία του, και το έργο, όπως και το όνομά του, ξεχάστηκαν μέχρι τη δεκαετία του 1980, οπότε ο γράφων τα ανέσυρε από τη λήθη. [3] Μετά τον θάνατό του η οικογένειά του πούλησε τη μεγάλη βιβλιοθήκη και την αλληλογραφία του. Ελάχιστα προσωπικά τεκμήριά του διασώθηκαν στα χέρια απογόνων του, από όπου και κατάφερα να αναπαράγω φωτογραφίες και ένα χειρόγραφό του. Αλλά και αυτά τα ελάχιστα τεκμήριά του χάθηκαν από τους μετέπειτα απογόνους του.
Ορισμένα άλλα τεκμήρια εντόπισα στο αρχείο Τσακόπουλου και τα ενσωμάτωσα στο αρχείο Βαρδουνιώτη, που έχω καταρτίσει, με συλλογή πάρα πολλών άρθρων του για την τοπική ιστορία, που θέλω να ελπίζω ότι, μαζί με την προς αυτόν αλληλογραφία, θα βρουν κάποτε το δρόμο της δημοσίευσής τους.
Από όλο το υλικό αυτό νομίζω ότι καταγράφεται, με αδρές γραμμές, η προσωπικότητα Βαρδουνιώτη: άνθρωπος ακέραιος, βαθυστόχαστος, άκρως μελετηρός και εργατικός (βρήκα ότι είχε σφραγίδα, με τη λατινική λέξη «LABOREMUS» (=να εργαζόμαστε), με την οποία σφράγιζε τα γραπτά του. Διασταυρώνοντας συχνά ιστορικές αναφορές του, δεν έχω εντοπίσει ανακρίβειες ή παρερμηνείες.
Η όλη του πορεία ως πολίτη θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί με σημερινούς όρους κατ’ ουσία προοδευτική, ανεξάρτητα από την κατ’ ιδίαν στάση του απέναντι σε κόμματα και κομματικές αντιπαραθέσεις. Πορεία προοδευτική στην κοίτη της πάλαι ποτέ αστικής προοδευτικότητας, μιας αστικής αντίληψης που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε στη χώρα μας, απ’ όπου και η νεκρανάσταση ενός λαϊκισμού της εποχής του παλαιοκομματισμού του τέλους του 19ου αιώνα. Με βάση αυτή την εκδοχή, νομίζω ότι είναι δυνατό να εξηγηθεί η αποχώρησή του από τον σύλλογο «Δαναός» και τη θέση του ως αντιπροέδρου του, αλλά και η ίδρυση του συλλόγου «Ίναχος», με την ομώνυμη εφημερίδα που κυκλοφόρησε.
Για το θέμα που μας ενδιαφέρει σήμερα θεωρώ ότι χρήσιμο είναι να γίνουν ορισμένες διευκρινήσεις. Δεδομένου ότι, όπως είπαμε, παύει η κυκλοφορία τοπικών εφημερίδων του Άργους από το 1913, δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε αντιλήψεις και θέσεις του Βαρδουνιώτη στην κρίσιμη περίοδο του Εθνικού Διχασμού, ενώ λανθάνουν κατά το ίδιο διάστημα εφημερίδες του Ναυπλίου, με το μακροβιότατο «Σύνταγμα» να λείπει και αυτό στην ίδια περίοδο από κάθε βιβλιοθήκη, τοπική και κεντρική.
Είναι όμως, σημαντικό ένα από τα τελευταία δημοσιεύματα (μήπως το τελευταίο του;), ακριβώς στην εφημερίδα «Σύνταγμα» της 13ης Νοεμβρίου 1912. Υπογράφει με τα πασίγνωστα αρχικά του («Δ.Κ.Β.») και τιτλοφορεί το άρθρο του «Η πλατεία Συντάγματος». Αφορμή για το άρθρο είναι η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ναυπλίου να μετονομασθεί η πλατεία Συντάγματος σε… «Πλατεία Κωνσταντίνου του Ελευθερωτού», προς τιμήν του τότε διαδόχου και μετέπειτα βασιλιά Κωνσταντίνου. Με διπλωματικότητα αναγνωρίζει ότι ο διάδοχος πρέπει να τιμηθεί στο Ναύπλιο, προτείνοντας μάλιστα και εναλλακτική λύση, την άλλοτε οδόν «Όθωνος». Όμως, τονίζει, τα ιστορικά και ένδοξα μέρη αξιώνουν μείζονα σεβασμό από τον λαό και τα ονόματά τους πρέπει να διατηρούνται ανέπαφα. Έτσι, προβαίνει σε ανασκόπηση της ιστορίας της πλατείας Συντάγματος, με ιδιαίτερη έμφαση στις επαναστάσεις του 1843 (οπότε και πήρε το όνομά της) και του 1862. Και τελειώνει το άρθρο του με τα εξής: «Άφετέ την εις την ησυχίαν και τας ιστορικάς αναμνήσεις της, εξ ων είναι κατάφορτος. Συμβολίζει όλην την ιστορίαν του Ναυπλίου και μη την θίγετε».
Είναι πιθανό το άρθρο αυτό να συνέβαλε, τελικά, στην αποτροπή της μετονομασίας και, πάντως, η όλη επιχειρηματολογία του φανερώνει άνθρωπο αφανάτιστο, που όποια γνώμη κι αν είχε περί βασιλείας και διαδόχου, δεν έκανε καμία υποχώρηση σε καίρια θέματα.
Ο Βενιζέλος επιστρέφει στην Αθήνα στις 13 Ιουνίου 1917 και προβαίνει στη λήψη «αντιμέτρων»: κηρύσσεται έκπτωτος ο Μητροπολίτης Θεόκλητος και όσοι είχαν πρωτοστατήσει στο ανάθεμα, αίρεται η ισοβιότητα των δικαστών και η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και ακολουθούν δεκάδες απολύσεις τους. Από το τέλος εκείνου του έτους λαμβάνεται και το μέτρο της εσωτερικής εξορίας αντιβενιζελικών «στοιχείων». Από το λογοτεχνίζον «Κριτικό σημείωμα» του Γεωργίου Λογοθέτη «Δημήτριος Βαρδουνιώτης» το οποίο προκάλεσε και σφοδρή κριτική, απάντησή του και ανταπάντηση, [4] πληροφορούμαστε, για πρώτη φορά, ότι ο Βαρδουνιώτης, με άλλους Αργείους, εξορίστηκε στη Μυτιλήνη, τον χειμώνα του 1918, και ότι παρέμεινε εξόριστος για πολλούς μήνες. [5]
Η πληροφορία ελέγχεται, πλέον, ως μερικά ανακριβής και είναι απορίας άξιο πώς ο Λογοθέτης, μόλις τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του Βαρδουνιώτη, προέβη σε τέτοιαν ανακρίβεια. Από την προς Βαρδουνιώτη αλληλογραφία σε ταχυδρομικά δελτάρια, τα περισσότερα από τα οποία φέρουν την επιγραφή «Στρατιωτική ΤαχυδρομικήΥπηρεσία» και είναι υπό λογοκρισία, προφανώς διότι απευθύνονταν σε εξόριστους, παρακολουθούμε όλη την πορεία της εξορίας του Βαρδουνιώτη και είμαστε σε θέση να την ανασυστήσουμε. Έτσι, από ταχυδρομικό δελτάριο με δυσανάγνωστη υπογραφή, που φεύγει από την Αθήνα στις 11/2/1918 και το λαμβάνει ο Βαρδουνιώτης στις 21/2/1918 (όπως υποσημείωνε με συστηματικότητα στις επιστολές που λάμβανε, με την επιπλέον σημείωση, πότε ο ίδιος απάντησε…) μαθαίνουμε ότι, μαζί με αυτόν είχαν εξοριστεί στη Χίο, αρχικά (και όχι στη Μυτιλήνη, όπως γράφει ο Λογοθέτης), εκτός από τον ίδιο και οι αδελφοί Μπόμπου, ο Μπηλιαράς, ο γυμνασιάρχης Παπαδιαμαντόπουλος, ο Παπαμιχαλόπουλος και ο Σαραβάκος.
Στις 27 Φεβρουαρίου γράφει ο Βαρδουνιώτης στον Τάσο Τσακόπουλο, που βρισκόταν στις Σπέτσες, ότι βρίσκεται στη Μυτιλήνη, όπου μεταφέρθηκαν την προηγουμένη και κατοικούν στο ξενοδοχείο… «Γαλλίας» (να υποθέσουμε ιδιοκτησίας βενιζελικών;…) και ότι του είχε γράψει από την Χίο, όπου προφανώς τους είχαν αρχικά μεταφέρει. Γράφει : «Είμαι εντελώς καλά, ευχόμενος να είσαι και συ» (αυτά μήπως λόγω λογοκρισίας;).
Μετά ένα μήνα, στις 27 Μαρτίου, ο Βαρδουνιώτης έχει επιστρέψει στην Αθήνα και στέλνει δελτάριο στη γυναίκα του Καλλιόπη, στο Άργος, λέγοντας ότι έλαβε μέσω του φίλου του Τάσου Στεργίου 300 δραχμές, το ρολόι του και άλλα αντικείμενα (πράγμα που δημιουργεί υπόνοιες για το εσπευσμένο της προφανούς σύλληψης και εξορίας του). Την βεβαιώνει ότι είναι καλά στην υγεία και γράφει υπαινικτικά ότι «Το ζήτημα ακόμα δεν ελύθη. Αύριον περιμένω τον φίλον κ. Τομπάζην».
Στο τέλος Μαρτίου (αλλά με ημερομηνία 15/3ου) στέλνεται από τη Χίο και ταχυδρομείται από τη Μυτιλήνη δελτάριο προς τον Βαρδουνιώτη με μία υπογραφή δυσανάγνωστη και με δεύτερη του Κ. Τσίγκου. Απευθύνεται στην διεύθυνση του ξενοδοχείου «Η Γαλλία», η οποία έχει διορθωθεί με την ένδειξη «Ξενοδοχείον Όλγας, Αθήναι», όπου το παραλαμβάνει ο Βαρδουνιώτης.
Τέλος με δελτάριο και με ένδειξη διεύθυνσης του Βαρδουνιώτη το ξενοδοχείο «Θεσσαλονίκη», στην οδό Αιόλου στην Αθήνα, ο Τσακόπουλος του εκφράζει τη χαρά του, γράφοντας ότι… «θα τραβήξω μεθύσι εις την υγείαν σου με κρασί Αιγινήτικο, 2-3 λάβρακας για μεζέ κλπ», προσθέτοντας ότι δεν ήξερε ότι είχε ασθενήσει ούτε και γνώριζε κάτι για την νόσο του, ενώ του είχε ήδη στείλει 6-7 δελτάρια (δεν μπόρεσα να τα συμβουλευθώ, αν βέβαια τυχόν διατηρούνται). Η ημερομηνία που φέρει το δελτάριο είναι η 24η Μαρτίου.
Στην αλληλογραφία προς Βαρδουνιώτη εντοπίζεται σύντομο γράμμα με την υπογραφή Κ. Ορλάνδος, με ημερομηνία 2/11/1920 και την προαγγελία «Ζήτω ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος – Χριστός Ανέστη», όταν ο Βαρδουνιώτης είναι βέβαια, στο Άργος. Του στέλνονται ευχές, κυρίως «επί τη απελευθερώσει μας εκ της τυραννίας» και για την ονομαστική εορτή του και διαβιβάζονται ευχές και στους άλλους Αργείους που ήταν συνεξόριστοι στη Χίο. Η προσφώνηση γίνεται προς τον «Σεβαστό κο Δημητράκη» και το γράμμα κλείνει με το «Σας προσκυνώ με άπειρον σεβασμόν και αγάπην». Όλα αυτά, μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου και δύο χρόνια πριν την καταστροφή του μικρασιατικού Ελληνισμού.
Από τα συναισθήματα ενός για πολύ μικρό διάστημα συνεξόριστου του Βαρδουνιώτη είναι επιτρεπτό να συμπεράνουμε κάτι ανάλογο για τον ίδιο; Νομίζω ότι θα επρόκειτο για καταχρηστική μεταφορά. Παραμένει, έτσι κι αλλιώς, μια «γκρίζα ζώνη» στη ζωή του, από το 1913 μέχρι και τον θάνατό του.
Αναλογίες…
Στις 5 Μαρτίου 1912 ο Ελ. Βενιζέλος, μετά από μια θριαμβευτική περιοδεία στην Πελοπόννησο, έφθασε για επίσκεψη στο Άργος. Ο τοπικός παλαιοκομματικός βουλευτής Γεώρ. Καρπετόπουλος (υπάρχει και δρόμος με το όνομά του στην πόλη…) οργανώνει αποδοκιμασία του με έκτροπα και τραμπουκισμούς την εποχή της ανόρθωσης του κράτους από την κυβέρνηση. Δύο μέρες πριν, το τοπικό φύλλο προαναγγέλλει κατά κάποιον τρόπο, τι πρόκειται να συμβεί, και στο αμέσως επόμενο περιγράφονται παραμορφωτικά τα γεγονότα και η ευθύνη των εκτρόπων αποδίδεται… στον Βενιζέλο. Τριάντα έξι χρόνια αργότερα, Αθηναίος δημοσιογράφος δίνει στα «Νέα» ακριβή περιγραφή των γεγονότων, για να καταλήξει με τη σκηνή της επιβίβασης του Βενιζέλου σε αμαξοστοιχία και τον Καρπετόπουλο, «ιππαστί» στους ώμους οπαδού του να μουντζώνει τον Βενιζέλο… [6]
Στις 17 Ιανουαρίου 1936 ο Παναγής Τσαλδάρης, αρχηγός του Λαϊκού κόμματος και υποψήφιος βουλευτής Αργολιδοκορινθίας, επισκέπτεται το Άργος και ο μέχρι πρόσφατα κομματάρχης του στο Άργος Π. Μπόμπος, που είχε συγκρουστεί μαζί του, οργανώνει αποδοκιμασία του στην πόλη. Ακολουθούν βίαιες συγκρούσεις. Η όλη κατάσταση περιγράφεται με αντικειμενικότητα από την τοπική εφημερίδα «Ασπίς» (19/1/1936), που κατά τα άλλα ήταν προσκείμενη στη βενιζελική παράταξη.
Το 1977 ο Δήμος Άργους σπεύδει να εξοφλήσει το τίμημα αγοράς του κτιρίου των Στρατώνων Καποδίστρια, ώστε κατά τη σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, πρώτα να τους κατεδαφίσει και μετά να προγραμματίσει τι θα οικοδομηθεί στη θέση τους (το «σχέδιο» τότε ήταν να ανεγερθεί πολυώροφο γκαράζ με προκήπιο). Η μάχη που δόθηκε επί μία δεκαετία μεταξύ του καλλιεργημένου στρώματος της αργειακής κοινωνίας και των «κατεδαφιστών» ανέδειξε, για άλλη μια φορά, τη σημασία του φατριασμού, μικρό δείγμα του οποίου προβάλλεται στην εκδήλωση, μέσα από δεκάδες και εκατοντάδες δημοσιεύματα.
Πρόκειται, συνολικά, για κατά καιρούς εκφάνσεις και εκδηλώσεις φατριαστικού πνεύματος, που επιδεικνύουν συντεθειμένες φατρίες. Η δυναμική τους ξεφεύγει από αρχικές ιδέες και ιδεολογίες και καταλήγει σε συμπεριφορές που παρουσιάζουν εκπληκτική ομοιότητα, ομόλογη βέβαια με το πολιτισμικό επίπεδο της κοινωνίας σε κάθε συγκεκριμένη περίοδο. Κύριο γνώρισμα φατριαστικών συμπεριφορών είναι η ακράδαντη βεβαιότητα για την ορθότητα και το «δίκιο» της φατρίας, η ύφανση εσωτερικών δεσμών με τρόπο απαράλλακτο, ώστε κάθε τυχόν «παρέκκλιση» να θεωρείται «προδοτική» – όπως συχνά προδότες θεωρούνται και οι αντίπαλοι ή εχθροί του κόμματος, του έθνους, της πόλης κλπ. Έπειτα, η αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» αποτελεί μόνιμη μεθοδολογία στην πράξη.
Νομίζω ότι η παρούσα αναφορά σε δύο εκφάνσεις του Εθνικού Διχασμού στο Άργος, το 1916-1918, επιβεβαιώνει το συμπέρασμα στο οποίο καταλήξαμε.
Υποσημειώσεις
[1] Για την πολιτισμική και κοινωνική σύγκρουση γύρω από τους Στρατώνες Καποδίστρια βλέπε δύο μελέτες μου «Στρατώνες Καποδίστρια στο Άργος: ιστορία και πολιτιστική μάχη», στο περιοδικό Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 13, 1979 και «Μια εύγλωττη σύγκρουση: Στρατώνες Καποδίστρια στο Άργος, κράτος, δήμος, κόμματα, φορείς και πολίτες» στον συλλογικό τόμο Το οικολογικό κίνημα στη Ελλάδα, εκδόσεις Μετά τη βροχή, (1987). Οι μελέτες κυκλοφόρησαν πρόσφατα στο διαδίκτυο, στον ιστότοπο της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας και Πολιτισμού. Για τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 1944 βλέπε σχετικό άρθρο μου στα Ενθέματα της Αυγής, 14 Δεκεμβρίου 2014, σ. 42-43.
[2] Άρθρο του Μαύρου, Τ. με το ψευδώνυμο «Ο Γείτων», στην εφημερίδα Αναγέννηση, της 17/12/1977 – αναδημοσίευση από την εφημερίδα Αργολικά, της 5/11/2011 – και αναφορά του Ζεγκίνη, Ι. στην 3η έκδοση του, Το Άργος δια μέσου των αιώνων, σ. 403-404.
[3] Ξεκίνησα από το απόσπασμα άρθρου του στο Αργολικόν Ημερολόγιον του 1910 (ανατυπώθηκε το 2015) για τους Στρατώνες Καποδίστρια και την ιστορικότητά τους, για να συγκροτήσω σταδιακά αρχείο με έργα του, βιογραφικά του, για τη δράση του, με αναφορές άλλων σε αυτόν. Για πρώτη φορά το 1979, με δύο άρθρα μου στην τοπική Αναγέννηση, 6 και 25/10/1979, έδωσα στοιχεία για το έργο και τη ζωή του, ενώ τον Φεβρουάριο 1980, στο εντευκτήριο του Πολιτιστικού Ομίλου Άργους, έκαμα εισήγηση γι’ αυτόν (με μαγνητοφωνημένη μαρτυρία του Σπ. Παναγιωτόπουλου). Τον Μάιο του ίδιου έτους διάβασα σχετική ανακοίνωση στο Β΄ Διεθνές Συνέδριο Πελοποννησιακών Σπουδών, στην Πάτρα. Τέλος, στις 31/3/1984 η Αργολική Οικολογική Εταιρεία με ομιλητή τον γράφοντα, οργάνωσε στην αίθουσα του «Δαναού», στο Άργος, φιλολογικό μνημόσυνο για τον Βαρδουνιώτη, με την συμπλήρωση 60 χρόνων από τον θάνατό του. Στην εκδήλωση ήταν απόν όλο το Διοικητικό Συμβούλιο του «Δαναού», πλην ενός μέλους, του μακαρίτη Μίμη Σταθόπουλου. Έκτοτε με πλήθος άρθρων μου στον τοπικό Τύπο, φρόντισα να μην χαθεί ο Βαρδουνιώτης από την τοπική μνήμη, βεβαίως από όσους την συντηρούν. Σημειώνω ότι το κείμενό του για την Πλατεία Συντάγματος στο Ναύπλιο το αναδημοσίευσα, με εκτενή εισαγωγή μου, στο ναυπλιώτικο περιοδικό: Απόπειρα Λόγου και Τέχνης, τεύχος 3, Άνοιξη 1992.
[4] Φυλλάδιο που εκδόθηκε στην Αθήνα, το 1928. Η έκδοσή του προκάλεσε «Σκέψεις επί ενός κριτικού σημειώματος», με, αντί υπογραφής το λατινικό γράμμα “W”, στην εφημερίδα Αγροτική Αργολίς, φύλλο 74, 1/4/1928. Ο Λογοθέτης απάντησε με επιστολή του στο επόμενο φύλλο στις 7/4/1928, στην οποία δόθηκε μακροσκελής απάντηση στις 15/4/1928, σ. 3, «Επί του γνωστού σημειώματος», με υπογραφή πάλι “W”.
[5] Ο Αργείος λογοτέχνης Σπύρος Παναγιωτόπουλος δημοσίευσε το 1960, στην ετήσια έκδοση Φιλολογική Πρωτοχρονιά, κριτικό σημείωμα και αναμνήσεις του για τον Βαρδουνιώτη, υπό τον τίτλο «Δ. Βαρδουνιώτης, ο ιστορικός – η ζωή και το έργο του». Για την εξορία του Βαρδουνιώτη σημειώνει: «Θαυμαστής του Βενιζέλου δεν ήτανε ποτέ, μα και δεν τον μάχονταν, ως τη στιγμή που ήρθε σε αντίθεση με τον Κωνσταντίνο. Τότε ξύπνησε μέσα του κατά τρόπον ανεξήγητο μία εριστική διάθεση, που του άλλαξε τον χαρακτήρα, την ίδια του τη Μοίρα. Παράτησε τα γραψίματα και τις μελέτες, παραμέλησε το επάγγελμά του και άρχισε να ανακατεύεται με τους φανατικούς βασιλόφρονες, να παίρνει μέρος σε θυελλώδεις συζητήσεις, να «βυσσοδομεί» κατά του «μισθάρνου οργάνου της Αντάντ» όπως αποκαλούσε τον ήρωα του Θερίσσου. Έγινε ηγετική μορφή στους κύκλους των «επιστράτων» του Άργους – και κατά κάποιο τρόπο, όργανό τους. «Αυτό του στοίχισε την εκτόπισή του σ’ ένα νησί. Έζησε εκεί πικρές μέρες και μαύρες νύκτες, ανάμεσα σε ομόφρονές του που δεν είχαν τίποτ’ άλλο να του προσφέρουν, παρά τις ατέλειωτες συζητήσεις για τη φρικτή απομόνωσή τους και τις αχνές ελπίδες μιας σκληρής εκδίκησης […]».
«Μέρα με τη μέρα μαραινότανε σαν ένα δενδρί που δεν ποτίζεται, που μήτε της νυκτερινής δροσιάς την παρηγοριά δεν έχει. Καθώς του ’λειψε η καλή τροφή και η στοιχειωδέστατη περίθαλψη, αρρώστησε. Πάλεψε με τον θάνατο κάμποσα μερόνυκτα κ’επί τέλους σώθηκε. Μα είχε καταντήσει αγνώριστος. Η αρρώστια τον απογέρασε, τον έκανε να σταφιδιάσει. Όταν τερματίστηκε η εκτόπιση και ξαναγύρισε στο Άργος ήταν ένα κουρέλι […]».
Όσα γράφει ο Παναγιωτόπουλος για την υγεία και με όσα συνεχίζει για την πλήρη κατάπτωση του Βαρδουνιώτη μπορούν να ελεγχθούν ως υπερβολικά, δεδομένου ότι η εκτόπισή του δεν ξεπέρασε τους δύο μήνες, διέμενε σε ξενοδοχείο και προφανώς σιτιζόταν κανονικά. Αλλά προφανώς περιγράφει αξιόπιστα την ανάμειξή του στο αντιβενιζελικό «στράτοπεδο» του Άργους, αφού εκεί ζούσε τότε ο ίδιος ο Παναγιωτόπουλος. Και δεν έχουμε λόγους να αμφισβητούμε την επιρροή της σύντομης εξορίας στον ψυχισμό του Βαρδουνιώτη, αλλά και οπωσδήποτε ότι συνέβη κλονισμός της σωματικής υγείας του κατ’ αυτή. Τέλος, από τις πληροφορίες που συνάγουμε μέσα από τα ταχυδρομικά δελτάρια, καταλήγουμε ότι η λήξη
της εξορίας του Βαρδουνιώτη θα πρέπει να οφείλεται σε ευνοϊκή παρέμβαση παραγόντων των Αθηνών και ίσως και πνευματικών ανθρώπων, με τους οποίους διατηρούσε επαφή.
[6] «Άργος» της 11/3/1912 και η περιγραφή του Ζαρίφη, N. στα Νέα της 25/8/1948 – με εισαγωγή μου. Την αναδημοσίευσα στα Αργολικά της 26/11/2011.
Δικηγόρος – Πολιτικός Επιστήμονας – Ιστορικός
1915 – 2015: 100 Χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό – Οι πολιτικές, πολιτειακές, κοινωνικές διαστάσεις των γεγονότων και οι μεταγενέστερες επιδράσεις. Άργος, πρακτικά διημερίδας, 7-8 Νοεμβρίου, 2015.
Δυνατότητα ανάγνωσης του κειμένου σε μορφή pdf, στον σύνδεσμο: Στοιχεία για δύο εκδηλώσεις του Εθνικού Διχασμού στο Άργος
Διαβάστε ακόμη:
- Η περιπέτεια του Εθνικού Διχασμού και η στάση του πνευματικού κόσμου της εποχής.
- Από την παράδοση του οχυρού Ρούπελ στην κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης. Μια περιπτωσιολογική ανάλυση των αιτίων του Εθνικού Διχασμού
- Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ένας εμφύλιος που ονομάστηκε «Διχασμός».
- 1915 – 2015: 100 Χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό – Οι πολιτικές, πολιτειακές, κοινωνικές διαστάσεις των γεγονότων και οι μεταγενέστερες επιδράσεις. Πρακτικά διημερίδας 7-8 Νοεμβρίου, Άργος, 2015.