Παλαμήδης Ρήγας (1794-1872)

Ρήγας Παλαμήδης, λάδι σε μουσαμά, έργο του Στέφανου Αλμαλιώτη (1910-1987). Συλλογή έργων τέχνης της Βουλής των Ελλήνων. Δημοσιεύεται στο: «Πρόεδροι της Βουλής, Γερουσίας και Εθνοσυνελεύσεων 1821-2008», Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2009.
Ο Ρήγας Παλαμήδης υπήρξε πολιτικός της περιόδου της Επανάστασης και των πρώτων δεκαετιών του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Γεννημένος στην Τρίπολη, το 1794 και με καταγωγή από τη Στεμνίτσα της Γορτυνίας, ο Ρήγας Παλαμήδης διαμορφώθηκε στο προεπαναστατικό ελληνικό περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης. Ο πατέρας του, Γιαννάκης Παλαμήδης, είχε διατελέσει δραγουμάνος του διοικητή της Τρίπολης, αλλά αποκεφαλίστηκε από τους Οθωμανούς εξαιτίας της συμμετοχής του σε συνωμοτική ομάδα. Μαθήτευσε αρχικά στη Δημητσάνα. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, όπου και ο ίδιος διεύρυνε τη μόρφωσή του.
Με την επιστροφή του στην Τρίπολη διορίστηκε γραμματέας του πασά του Μοριά και κατόπιν αντιπρόσωπος – βεκίλης – των καζάδων Τριπολιτσάς και Μονεμβασιάς στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Οι βεκίληδες, δηλαδή οι εκπρόσωποι των διοικητικών περιφερειών στην «πηγή της εξουσίας» λειτουργούσαν ως μεσολαβητές για τη διεκπεραίωση των συμφερόντων των αρχόντων (χριστιανών και μουσουλμάνων), αλλά ταυτόχρονα φρόντιζαν για τα δικά τους ιδιαίτερα οικογενειακά ή προσωπικά, πολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ανέλαβε γραμματέας της Πελοποννησιακής Γερουσίας καθώς και γραμματέας και αγγελιαφόρος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη[1] στη μάχη του Βαλτετσίου, και στην άλωση της Τριπολιτσάς που ακολούθησε.
Εκείνα τα χρόνια παντρεύτηκε την κόρη του Οθωμανού πασά της Λάρισας, η οποία είχε αιχμαλωτιστεί. Η σύζυγός του στη συνέχεια βαφτίστηκε και μάλιστα εξελίχθηκε σε ιδιαίτερα δημοφιλή κοσμική κυρία της περιόδου της βασιλείας του Όθωνα. Είχε αποκτήσει τρεις κόρες και ένα γιό. Ο γιος του Ιωάννης, διπλωμάτης, πέθανε στο Παρίσι το 1886. Οι κόρες του ήταν: η Ελένη, σύζυγος Αριστείδη Γ. Καρατζά, η Αικατερίνη, σύζυγος Σαράντη Κωνσταντινίδη και η Αγλαΐα, σύζυγος Ιάσωνα Ράγκου.
Ο Ρήγας Παλαμήδης ήταν ηγέτης παλαιάς ισχυρής οικογένειας με μεγάλη επιρροή στην Αρκαδία και ευρύτερα στην Πελοπόννησο. Υπήρξε ηγετικός παράγοντας του «γαλλικού» κόμματος, τόσο κατά την Επανάσταση, όσο και στην περίοδο που ακολούθησε και εκλέχθηκε κατά τα έτη 1821-1829 πληρεξούσιος της Τρίπολης στις εθνοσυνελεύσεις της Επιδαύρου (1821), της Τροιζήνας (1827) και του Άργους (1829). Κατά την καποδιστριακή περίοδο διετέλεσε μέλος του Πανελληνίου και γερουσιαστής. Μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και την παραίτηση του αδελφού του Αυγουστίνου, εκλέχθηκε πληρεξούσιος της Τρίπολης στην E’ κατά συνέχειαν Εθνοσυνέλευση που πραγματοποιήθηκε στην Πρόνοια του Ναυπλίου το 1832. Η Ε΄ Εθνοσυνέλευση άρχισε τις εργασίες της στο Άργος το Δεκέμβριο του 1831 (σπανιότερα αποκαλείται Εθνοσυνέλευση Άργους 1831) και τις συνέχισε στο Ναύπλιο μέχρι το Μάρτιο του 1832, τρία χρόνια μετά την Δ΄ Εθνοσυνέλευση Άργους (και συνηθέστερα αποκαλείται Ε΄ Εθνοσυνέλευση Ναυπλίου).
Κατά την απολυταρχική περίοδο της βασιλείας του Όθωνα διορίστηκε νομάρχης και σύμβουλος Επικράτειας, – την ίδια περίοδο υπήρξε, επίσης, ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Αρχαιολογικής Εταιρείας (1837) καθώς και από τους πρώτους μετόχους της Εθνικής Τράπεζας (1841) – αξίωμα το οποίο κατείχε τη νύχτα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 όταν ξέσπασε το επαναστατικό κίνημα για τη διεκδίκηση Συντάγματος και την πολιτειακή μεταβολή. Τότε το Συμβούλιο της Επικράτειας συνήλθε άμεσα και διόρισε κυβέρνηση υπό τον Ανδρέα Μεταξά. Ο Ρήγας Παλαμήδης κατέλαβε τη θέση του υπουργού Εσωτερικών έως το Φεβρουάριο του 1844. Στην Εθνοσυνέλευση που συγκλήθηκε για την ψήφιση του συντάγματος, ως πληρεξούσιος Τρίπολης, ήταν μέλος της επιτροπής που συνέταξε το Σύνταγμα.
Κατά την Εθνοσυνέλευση υπήρξαν – μαζί με το Γιάννη Μακρυγιάννη – ηγέτες μιας ανομοιογενούς αντιπολίτευσης 90 πληρεξουσίων (σε σύνολο 244), οι οποίοι αντιτάσσονταν στην υπό τους ηγέτες των κομμάτων (Ανδρέα Μεταξά, Ιωάννη Κωλέττη, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο) κυρίαρχη μετριοπαθή πλειοψηφία. Ο Παλαμήδης ανήκε σε εκείνους που ασκούσαν κριτική και προέβαλλαν ορισμένες ριζοσπαστικές θέσεις ενάντια στην αποδυναμωμένη μοναρχική εξουσία. Οι συναισθηματικές αναφορές των μελών της αντιπολίτευσης στα γεγονότα και τις θυσίες της Επανάστασης, το έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, η ρητορική σχετικά με την κοινωνική δικαιοσύνη και το σταθερό πλαίσιο νόμων, παράλληλα με την εμμονή σε θέματα τοπικού ενδιαφέροντος αποτύπωναν περισσότερο διαφοροποιήσεις πολιτισμικού χαρακτήρα παρά διαμόρφωση συνεκτικών πολιτικών θέσεων. Κατά τις σχετικές συζητήσεις της Εθνοσυνέλευσης ο Παλαμήδης υποστήριξε ένθερμα, μαζί με το Μακρυγιάννη, την απομάκρυνση των «ετεροχθόνων» από τις δημόσιες υπηρεσίες και συμμάχησε με μέλη του «ρωσικού» κόμματος στο θέμα της επιδίωξης της σύνδεσης της ελλαδικής Εκκλησίας με το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.
Μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 1847, επί κυβέρνησης Κωλέττη, και έπειτα από το θάνατο του τελευταίου τον Αύγουστο του ίδιου έτους, αφού ολοκλήρωσε τη θητεία του ως πρόεδρος της Βουλής, διεκδίκησε με το Δημήτριο Χρηστίδη την ηγεσία του «γαλλικού» κόμματος, υποστηρίζοντας αντιδυναστικές πολιτικές θέσεις. Επίσης, παρά τις κυρίαρχες στο «γαλλικό» κόμμα αλυτρωτικές ιδέες, στη συγκυρία του Κριμαϊκού πολέμου, μετά το 1854, ο Παλαμήδης, κατά τρόπο ρεαλιστικό και ψύχραιμο, υποστήριξε την αποφυγή εμπλοκής της Ελλάδας σε πόλεμο με την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Στις κυβερνήσεις Κίτσου Τζαβέλλα, Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, Αντώνιου Κριεζή και Αθανάσιου Μιαούλη ανέλαβε το Υπουργείο Εσωτερικών για τα διαστήματα Απρίλιος 1847 – Μάρτιος 1848, Ιούλιος 1852 – Φεβρουάριος 1854, Μάιος – Νοέμβριος 1854 και Σεπτέμβριος 1859 – Ιανουάριος 1860. Εκλεγόταν βουλευτής στις εκλογές της περιόδου 1844-1849, καθώς και σε αυτές του 1872, ενώ το 1853 διορίστηκε γερουσιαστής από τον Όθωνα.
Πρόεδρος της Βουλής[2] εκλέχθηκε σε δύο διαδοχικές συνόδους. Η θητεία του διήρκεσε από τις 19 Δεκεμβρίου 1845 έως τις 14 Απριλίου 1847, την περίοδο κατά την οποία πρωθυπουργός ήταν ο Κωλέττης. Επί της προεδρίας του έγινε πανηγυρική τελετή στη Βουλή, στην οποία τοποθετήθηκε το χειρόγραφο του Συντάγματος του 1844 με τις υπογραφές των πληρεξουσίων σε ειδικό μεταλλικό κιβώτιο.
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ηγετική πολιτική φυσιογνωμία κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ήταν ανιψιός του Ρήγα Παλαμήδη, τον οποίο είχε θέσει υπό την προστασία του.
Επιχειρώντας να συγγράψει την ιστορία της Επανάστασης του 1821, συγκέντρωσε πολύτιμο υλικό για γεγονότα και πρόσωπα που έζησε ο ίδιος. Το υλικό αυτό φυλάσσεται σήμερα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Πέθανε στην Αθήνα το 1872 σε ηλικία 78 ετών.
Υποσημειώσεις
[1] Ο Φωτάκος γράφει για τον Ρήγα Παλαμήδη στο βιβλίο του «Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών»:
«Κατήγετο από την Στεμνίτσαν εκ της επισήμου γενεάς των Παλαμηδαίων. Ο δε πατήρ του προ πολλού είχεν αποκατασταθή εις την Τριπολιτσάν. Επανελθών δε ο Ρήγας από την Κωνσταντινούπολιν κατ’ αρχάς ολίγον εστάθη εις τα Βέρβαινα, συντελών μετά των άλλων εις τας πρώτας συστάσεις των στρατοπέδων. Μετά ταύτα ήλθεν εις το Βαλτέτσι, και ευρίσκετο εκεί μετά του Θ. Κολοκοτρώνη.
Επειδή δε τότε η βάρδια του Καλογεροβουνιού είχε πιάσει τον διδάσκαλον των Καλαμών Γεράσιμον, ερχόμενον από την Τριπολιτσάν, όπου τον είχε στείλει ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, εν αγνοία όλων των άλλων καπεταναίων, και ως εκ τούτου ηγέρθησαν πολλαί υπονοιαι, οι ευρεθέντες εκεί Μανιάται καπεταναίοι, Μούρτσινοι, Κουμουνδουράκιδες, Καπετανάκιδες, Βενετσανάκιδες, Τουράκιδες και άλλοι πολλοί, και οι Μαυρομιχαλαίοι Κυριακούλης και Ηλίας, όλοι αυτοί ήλθον εις λογομαχίαν με τους Αναγνωσταράν Παπαγεωργίου, Ηλίαν Φλέσαν, Δημ. Παπατσώνην, Παναγ. Κεφάλαν, Μητροπέτροβαν, Νικήταν Φλέσαν και Θ. Κολοκοτρώνην, δια την αποστολήν ταύτην του Γερασίμου, και δια τα γράμματα και τα προσκυνοχάρτια, τα οποία ούτος έφερεν από τους Τούρκους, και προσέτι δια τους λόγους, τους οποίους είπε κατά της επαναστάσεως ο Γεράσιμος, απεφασίσθη και εστάλη ο Ρήγας εις τας Καλάμας δια να κάμη γνωστήν εις τον Πετρομπεην την διαγωγήν του Γερασίμου, και παρακινήση αυτόν να έλθη εις το στρατόπεδον δια να εννοήσουν όλοι και να πεισθούν, ότι θέλει την επανάστασιν· παρέδωκεν δε εις την συνοδίαν του Ρήγα και τον Γεράσιμον δια να μην τον σκοτώσουν εις τον δρόμον και κακοφανή τούτο εις τον Πετρομπεην. Τα μετά ταύτα αναφέρονται εις τα απομνημονεύματά μου.
Κατόπιν ο Ρήγας επέστρεψεν εις το Χρυσοβίτσι, και εκεί εβοήθει τον Κολοκοτρώνην δια των συμβουλών του και της γραφικής του ικανότητος. Μέχρι δε της ελεύσεως του πρίγκηπος Υψηλάντου ο Ρήγας έμενεν εις το στρατόπεδον των Τρικόρφων, και υπήγεν και αυτός μετά των άλλων προς υποδοχήν του. Έπειτα διωρίσθη γραμματεύς της Γερουσίας των Καλτεζών, και ύστερον διωρίσθη πάλιν να υπάγη εις τας Κεγχρεάς δια να συμβιβάση δυσαρέσκειάν τινα γενομένην μεταξύ των πολιορκητών και των Νοταράδων, και συνάμα να εισπράξη και τα υποχρεωτικά χρήματα από την Επαρχίαν της Κορίνθου, και να ίδη και το εκεί φροντιστήριον.
Έχει δε όλα τα έγγραφα της αποστολής του ταύτης. Αλωθείσης δε της Τριπολιτσάς, επανήλθεν εις αυτήν και έκτοτε ανεμίχθη και εις τα πολιτικά πράγματα, και ούτω υπηρέτει την πατρίδα στρατιωτικώς με καλόν ζήλον. Ουδείς δε άλλος έχει περισσοτέρας εκδουλεύσεις πολιτικάς, διότι όλα τα επαγγέλματα επέρασαν από την διεύθυνσίν του. [Διατηρήθηκε η ορθογραφία του κειμένου, εκτός από το πολυτονικό σύστημα].
[2] Στην εφημερίδα «Ο Μικρός Ρωμηός», ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ελευθέριος Σκιαδάς γραφεί για τον Παλαμήδη: Ρήγας Παλαμήδης: Ο «βουλευτής των σακουλίων».
Στην Αθήνα – περιοχή Ψυρρή – η οδός και το σπίτι του Ρήγα Παλαμήδη έμειναν να θυμίζουν τον Έλληνα αγωνιστή της Επανάστασης του 1821. Διετέλεσε πληρεξούσιος σε έξι Εθνοσυνελεύσεις, μέλος του Πανελληνίου, γερουσιαστής, σύμβουλος Επικρατείας, νομάρχης, Πρόεδρος της Βουλής και υπουργός Εσωτερικών σε έξι κυβερνήσεις! Υπήρξε πανίσχυρος τοπάρχης στη Μαντινεία και παντρεύτηκε την κόρη του Πασά της Λάρισας, με την οποία απέκτησε τρεις κόρες [και ένα γιό]. Υπήρξε όμως και ο πολιτικός που απέκτησε ένα από τα πιο περίεργα «παρατσούκλια» στην εποχή του. Στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1840 όλοι τον αποκαλούσαν ο «βουλευτής των σακουλίων»!
Απ’ όπου περνούσε εκείνη την εποχή ο Ρήγας Παλαμήδης ξεσήκωνε τον κόσμο και οι οπαδοί του ήταν έτοιμοι ακόμη και σε εξεγέρσεις να προχωρήσουν για χάρη του. Κοντά του είχε και τον Κλήρο. Μέχρι που υπήρχαν ιερείς οι οποίοι στέκονταν στην Ωραία Πύλη και έχοντας μπροστά τους το Ευαγγέλιο διάβαζαν τις προεκλογικές προκηρύξεις της παράταξης της ομάδας του Παλαμήδη. Ήταν η εποχή που διεξάγονταν οι πρώτες βουλευτικές εκλογικές αναμετρήσεις και η χώρα εμφάνιζε κυριολεκτικά εικόνα εμφύλιου σπαραγμού με πολλά θύματα.
Σε μια τέτοια αναμέτρηση απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής ο Ρ. Παλαμήδης! Εννοείται πως δεν ήταν το πραγματικό εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά απόρροια των «μαγειρεμάτων» που γίνονταν σε όλες τις ελληνικές επαρχίες. Μετά την εκλογική αναμέτρηση όμως, μεγάλες ομάδες οπαδών του Παλαμήδη από τη Μαντινεία πήγαν στον συμβολαιογράφο Τριπόλεως και του παρέδωσαν σάκους γεμάτους ψηφοδέλτια. Παράλληλα, υπέγραψαν συμβόλαια με τα οποία έδιναν την ψήφο στον εκλεκτό τους, επισημαίνοντας πως δεν είχαν τη δυνατότητα να ψηφίσουν ελεύθερα στις εκλογές. Ύστερα από συζητήσεις και προβληματισμούς η Βουλή των Ελλήνων αποδέχθηκε ως νόμιμα τα συμβόλαια αυτά, ο Ρ. Παλαμήδης ονομάστηκε «βουλευτής των «σακουλίων», αναλαμβάνοντας μάλιστα το 1845 και την Προεδρία της Βουλής.
Πηγές
- «Πρόεδροι της Βουλής, Γερουσίας και Εθνοσυνελεύσεων 1821-2008», Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2009.
- Μάρθα Πύλια, «Πολιτικοί όροι και οικονομικές λειτουργίες στην προεπαναστατική Πελοπόννησο» στο: Θεωρητικές Αναζητήσεις και Εμπειρικές Έρευνες – Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας, Ρέθυμνο, 10-13 Δεκεμβρίου, 2008.
- Φωτίου Χρυσανθόπουλου ή Φωτάκου, Πρώτου Υπασπιστού του Θ. Κολοκοτρώνη. «Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών », Εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Π. Δ. Σακελλαρίου 1888.
- Εφημερίδα «Ο Μικρός Ρωμηός».
Read Full Post »