Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Εθνική Βιβλιοθήκη’

Αρχείο Ψύχα – Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» πληροφορίες για το «Αρχείο Ψύχα», από το  μηνιαίο δελτίο προσκτήσεων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, αρχείο που ταξινόμησε ο αρχειονόμος Μιχάλης Κοκολάκης. 

Ο Δημήτριος Ψύχας καταγόταν από οικογένεια εμποροκτηματιών του Άργους, αλλά ο πατέρας του Σωτήρ(ι)ος 1789-1850) σταδιοδρόμησε στον αιγυπτιακό στρατό και επέστρεψε στην Ελλάδα με την εκστρατεία του Ιμπραήμ.

 

«Αρχείο Ψύχα»

 

Το καλοκαίρι του 2020 ο κ. Μάριος Ψύχας πρόσφερε στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος 130 αξιόλογα ελληνικά, λατινικά, γαλλικά, ιταλικά και αγγλικά βιβλία του 16ου-19ου αι., που ήταν κληρονομιά των προπατόρων του. Μεταξύ τους είχε περιλάβει μερικά σημειωματάρια ή τετράδια του παππού του Ιδομενέα Ψύχα (1875-1956), δικηγόρου και ερασιτέχνη ποιητή, που έζησε για δεκαετίες στην Αίγυπτο.

Η ανταπόκριση του Τμήματος Χειρογράφων ενθάρρυνε το δωρητή να προσφέρει κι άλλο υλικό του οικογενειακού αρχείου του, και ιδίως 750 επιστολές από το 1858 ως το 1952, 63 φωτογραφίες (μερικές είναι των πρωτοπόρων Ελλήνων φωτογράφων Π. Μωραΐτη, Ξ. Βάθη και Σ. Βενιού), καρτ-ποστάλ από την Πόλη των αρχών του 20ου αι., φιλολογικά κατάλοιπα του Ιδομενέα, κυκλαδίτικα έγγραφα της Τουρκοκρατίας, διάφορα άλλα ενθύμια και το γεμάτο εκπλήξεις χειρόγραφο ιστορικό «περί της οικογενείας των εξ Άργους Ψύχα», έργο του πατέρα του Ιδομενέα Δημητρίου Ψύχα (1837-1909). Χρειάστηκαν μήνες ώσπου να ταξινομηθεί και να καταγραφεί σωστά όλο αυτό το υλικό.

Louis Duprè. Προσωπογραφία του Μωχάμετ Άλη, Αντιβασιλέα της Αιγύπτου. Λιθογραφία, Παρίσι, περίπου 1836.

Μέσα από το αρχείο ζωντανεύουν μορφές που θυμίζουν μυθιστορήματα: Ο γενάρχης της οικογένειας Σωτήριος Ψύχας, μισθοφόρος του Μεχμέτ Αλή και ύστερα του Ιμπραήμ στην πολιορκία του Μεσολογγιού, που παντρεύεται στην Πάτρα μια Τουρκάλα της Τριπολιτσάς, και τελικά φανερώνεται πάλι στην Αργίτισσα μάνα του σαν άλλος Οδυσσέας· ο γιος του Δημήτριος που παίρνει τα όπλα κατά του Όθωνα στο κίνημα του Ναυπλίου (1862) και μετά αρπάζει από τη Νάξο την κόρη του άρχοντα Δομένικου Βαρότση (έχει διασωθεί η ερωτική τους αλληλογραφία)· ο δεσπότης θα καταπραΰνει την οργή του πεθερού, αλλά ο γαμπρός δυσκολεύεται να σταδιοδρομήσει στο Δημόσιο, γιατί αν και συγγενής του Κουμουνδούρου, δίνει την εντύπωση πως φέρεται σαν οπαδός του Βούλγαρη… (περισσότερα…)

Read Full Post »

Φίλιππος Τσιμπόγλου: «Ποιος χρειάζεται τη βιβλιοθήκη σήμερα;»


 

Ποιος χρειάζεται τη βιβλιοθήκη σήμερα;

Την Παρασκευή 25 Μαΐου, και ώρα 7.30 μ.μ., η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών Ελλάδος Πανεπιστήμιο Harvard, και η Νέα Βιβλιοθήκη του Χώρου Τέχνης και Πολιτισμού Φουγάρο, θα οργανώσουν εκδήλωση – ανοιχτή συζήτηση με θέμα: «Ποιος χρειάζεται τη βιβλιοθήκη σήμερα;». Προσκεκλημένος ομιλητής θα είναι ο Γενικός Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, Δρ. Φίλιππος Τσιμπόγλου. Ο Δρ. Τσιμπόγλου θα μιλήσει για την μετεγκατάσταση της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και θα συζητήσει με το κοινό για τον ρόλο των βιβλιοθηκών στη σύγχρονη κοινωνία. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στην Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης».

 

Φίλιππος Τσιμπόγλου – (φωτ. Νίκος Κοκκαλιάς)

 

Φίλιππος Τσιμπόγλου

Ο Φίλιππος Τσιμπόγλου κατέχει διδακτορικό στη Βιβλιοθηκονομία – Επιστήμη της Πληροφόρησης από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο (2005) και πτυχίο Οικονομικών από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ-1983). Υπήρξε Διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κύπρου και ex officio μέλος της Συγκλήτου (1999-2014). Διετέλεσε προϊστάμενος τριών Τμημάτων στο Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και υπεύθυνος ευρωπαϊκών, διαρθρωτικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων (1983-1999). Το 2008 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Συνεργασίες βιβλιοθηκών. Μια συστημική προσέγγιση». Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, βιβλία και πρακτικά συνεδρίων.

Από το 2014 είναι Γενικός Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. Συντονίζει το έργο της μετεγκατάστασής της στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Είναι υπεύθυνος για την οργάνωση και το σχεδιασμό ψηφιακών υπηρεσιών που εντάσσουν τη Βιβλιοθήκη στην ψηφιακή εποχή. Ταυτόχρονα είναι υπεύθυνος για τον σχεδιασμό και τη λειτουργία πρότυπων καινοτόμων υπηρεσιών που αποτελούν κεντρικές υπηρεσίες μιας Εθνικής Βιβλιοθήκης.

 

Read Full Post »

Παρουσίαση του βιβλίου,  «Ιωάννης και Θεοδόσιος Ζυγομαλάς»


 

Παρουσίαση του βιβλίου,  «Ιωάννης και Θεοδόσιος Ζυγομαλάς», πρακτικά του Συμποσίου  που πραγματοποιήθηκε 01-04/06/2006 στο Άργος. Επιμέλεια: Σταύρος Περεντίδης (Καθηγητής Ιστορίας των θεσμών στο Πάντειο Παν/μιο), Γιώργος Στείρης (Φιλόσοφος – Μεσαιωνολόγος, Λέκτορας Φιλοσοφίας των Μέσων Χρόνων & της Αναγέννησης στο Παν/μιο Αθηνών).  Αίθουσα εκδηλώσεων Επιμελητηρίου Αργολίδας,  Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010  και  ώρα 20:00. Διοργάνωση:  Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού Άργους.

 

Το βιβλίο θα παρουσιάσουν οι:

  • Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Επιδαύρου κ.κ. Καλλίνικος Κορομπόκης.
  • Νίκος Καραπιδάκης,  Καθ. Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Ιόνιο Παν/μιο, τ. Δ/ντής Γ.Α.Κ.
  • Βασίλης Καρδάσης,   Καθ. Οικονομικής Ιστορίας στο Παν/μιο Κρήτης, Επισκέπτης Καθ. στο Παν/μιο Κύπρου.
  • Χρήστος Καρδαράς, Αναπληρωτής Καθ. Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού στο Παν/μιο Πελ/σου.
  • Απόστολος Διαμαντής, Διδάκτορας Ιστορίας, διδάσκων στο Παν/μιο Πελ/σου, Δημοσιογράφος.

Το ομώνυμο  Διεθνές Επιστημονικό Συμπόσιο, είχε πραγματοποιηθεί από το Δήμο Άργους, τη ΔΕΠΟΑΡ & το Παν/μίο Πελ/σου το 2006 στην αρχική κοιτίδα της οικογένειας Ζυγομαλά, το Άργος. Την Ακαδημαϊκή & επιστημονική ευθύνη της διοργάνωσης είχαν από κοινού ο Καθηγητής κ. Σταύρος Περεντίδης και ο Λέκτορας κ. Γεώργιος Στείρης.

Στόχος του Συμποσίου ήταν να συμβάλλει, με διεπιστημονικές προσεγγίσεις: στην καλύτερη γνώση μας για τους δύο λογίους, για τις σχέσεις τους με τους πρώτους Γερμανούς Φιλέλληνες, τις ανταλλαγές που μεσολάβησαν μεταξύ των μεν και των δε. Επίσης, εξετάστηκαν και διάφορες επί μέρους πτυχές της κοινωνίας του 16ου αιώνα, με βάση τις πληροφορίες που προκύπτουν από το έργο των Ζυγαμαλάδων και άλλων συγχρόνων τους.

Συμμετείχαν με ανακοινώσεις τους Έλληνες & ξένοι ειδικοί, Καθ. Παν/μίων & καταξιωμένοι ερευνητές:

– Ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός, Κοσμήτορας Θεολογικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών.

– Ο γνωστός Νεοελληνιστής Καθ. Hans Eideneier όπως και ο Καθ. Ε. Gamillscheg, Δ/ντής του Τμ. Χειρογράφων, αυτογράφων & καταλοίπων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης.

– Οι Καθηγητές Φ. Δημητρακόπουλς, Αθ. Καραθανάσης, Β. Κατσαρός, Κ. Γ. Πιτσάκης, Νεοκλής Σαρρής, Ανδρόνικος Φάλαγκας.

– Οι Διευθυντές Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Μ. Παΐζη – Αποστολοπούλου και Δ. Γ. Αποστολόπουλος.

– Η Δρ D. E. Solti  και ο Υφηγητής  A. Rhoby, Ερευνητές της Ακαδημίας Επιστημών της Αυστρίας. 

– O Δρ Νότης Τουφεξής, Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge.

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Γεννάδιος Γεώργιος (Σηλυβρία 1786 – Αθήνα 1854)


Εκπαιδευτικός και λόγιος με εθνική δράση.
Πρώτος διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης
 
Από τις κορυφαίες ελληνικές προσωπικότητες. Σπούδασε στα Δολιανά, στα Γιάννενα και αργότερα στο Λάμπρο Φωτιάδη στη Δακία και τελείωσε τις σπουδές του στη Λειψία. Το 1820 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Το 1821 αγωνίσθηκε μαζί με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Μετά την καταστροφή στο Δραγατσάνι έφυγε στη Γερμανία και επέστρεψε το 1824. Επί Καποδίστρια ο Γεννάδιος οργάνωσε το Ορφανοτροφείο και το κεντρικό σχολείο στην Αίγινα. Ήταν από τους ιδρυτές του Εθνικού Τυπογραφείου και της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Βίος

Γεννάδιος Γεώργιος

Γεννάδιος Γεώργιος

Ηπειρώτης, γεννημένος όμως στα 1786 στη Σηλυβρία της Θράκης.  Εκεί είχαν καταφύγει οι γονείς του, ο ιερέας Αναστάσιος και η σύζυγός του Σωσάννα, εξαιτίας των πιέσεων που ασκούσαν οι Οθωμανοί κρατούντες των Δολιανών της Ηπείρου στους χριστιανούς της περιοχής.  Διδάχθηκε τα κοινά γράμματα στον τόπο καταγωγής του, στα Δολιανά του Ζαγορίου, και επέστρεψε στα Ιωάννινα, όπου άρχισε το δεύτερο κύκλο των σπουδών του. Το 1797, σε ηλικία έντεκα ετών, ο Γεννάδιος στάλθηκε σε θείο του ηγούμενο σε μοναστήρι του Βουκουρεστίου και μαθήτευσε κοντά στο διάσημο δάσκαλο και λόγιο Λάμπρο Φωτιάδη (1752-1805). Το 1804 ξεκίνησε τις σπουδές του στη φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας κοντά στον Ερνέστο Ουέβερο (Wilhelm Ernst Weber) και, όταν τις ολοκλήρωσε το 1814, επέστρεψε στο Βουκουρέστι.
 

Δράση

Το 1815 ο Νεόφυτος Δούκας (1760-1845), σχολάρχης στην Αυθεντική Σχολή του Βουκουρεστίου, προσκάλεσε το Γεννάδιο βοηθό του. Εκεί γνωρίστηκε και ανέπτυξε βαθιά φιλία με το Χριστόδουλο Κλωνάρη και τον Ιωάννη Μακρύ. Μαζί με τον τελευταίο, το 1817, αναχώρησε για την Οδησσό, ύστερα από πρόσκληση της εκεί ελληνικής κοινότητας και του Ιωάννη Καποδίστρια για την οργάνωση της ελληνεμπορικής σχολής.
Τα τρία χρόνια που παρέμεινε στην Οδησσό, εργάστηκε σκληρά «τόσο διά την ευταξίαν των μαθητιών των, όσο και διά την εισαγωγήν της στοιχειώδους και συστηματικής παιδείας».4 Μετέφρασε από τα ιταλικά το έργο του Φραγκίσκου Σοαβίου (Francesco Soave) Περί Χρεών του Ανθρώπου και συνεργάστηκε με το Γεώργιο Λασσάνη για τη συγγραφή της εξάτομης Στοιχειώδους Εγκυκλοπαίδειας των Παιδικών Μαθημάτων, η οποία χρησιμοποιήθηκε στη δεύτερη και τρίτη τάξη της σχολής.

Το 1820 ο Γεννάδιος επέστρεψε στο Βουκουρέστι, όταν ο ηγεμόνας Αλέξανδρος Σούτσος τον κάλεσε μαζί με τον Κωνσταντίνο Βαρδαλάχο και το Γεώργιο Κλεόβουλο, για να προσφέρει τις γνώσεις και την εμπειρία του στην αναδιοργάνωση της Σχολής του Βουκουρεστίου. Ο Γεννάδιος πρέπει ήδη να είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία και ως εκ τούτου επιδόθηκε με πολύ ζήλο όχι μόνο στη μόρφωση της ελληνικής νεολαίας αλλά και στην καλλιέργεια πατριωτικών αισθημάτων. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του μαθητή του Αλεξάνδρου Ρίζου Ραγκαβή (1809-1892) ότι: «…και μας ωμίλησε περί της τύχης της Ελλάδος, ήτις ην άλλοτε η μήτηρ της δόξης και της ελευθερίας, επ’ εσχάτων δε κατέκειτο δούλη περιφρονουμένη, και ηυχήθη, μέχρις ου δάκρυα ανέβλησαν εις τους οφθαλμούς του…».

Πολλοί μαθητές του επηρεασμένοι από τις απόψεις του στελέχωσαν λίγο αργότερα τον Ιερό Λόχο. Ο ίδιος ο Γεννάδιος δεν έλαβε μέρος στη μάχη στο Δραγατσάνι, καθώς εκείνο το διάστημα βρισκόταν στην Τρανσυλβανία. Μετά την ήττα των Ιερολοχιτών, κατέφυγε αρχικά στην Οδησσό και στη συνέχεια στη Δρέσδη, όπου και εργάστηκε ως οικοδιδάσκαλος έως το 1824.

Ελλάδα

Η δράση του, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, υπήρξε πολυσχιδής. Κεντρικός άξονας παρέμενε πάντα η ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας και εκπαίδευσης. Παρά ταύτα, ακολουθώντας τον επιστήθιο φίλο του γάλλο φιλέλληνα και στρατιωτικό Φαβιέρο (Charles Fabvier), συμμετείχε στην ατυχή εκστρατεία στην Κάρυστο το 1826. Σημαντικότερη πάντως έχει κριθεί η συμβολή του στα γεγονότα του Ναυπλίου (Ιούνιος 1826), όταν με την παρέμβασή του αποσοβήθηκε ο κίνδυνος αναρχίας και ανυπακοής προς τις Αρχές από απλήρωτους Σουλιώτες και Ρουμελιώτες, δυσαρεστημένους στρατιώτες και καταπτοημένους αμάχους, στων οποίων τις ανάγκες αδυνατούσε να ανταποκριθεί το δημόσιο ταμείο. Την κατάσταση αποφόρτισε η ομιλία του Γενναδίου στην κεντρική πλατεία του Ναυπλίου, όπου παρότρυνε το συγκεντρωμένο πλήθος να βοηθήσει από το υστέρημά του και έδωσε πρώτος το παράδειγμα.

Η έκκληση του Γ. Γεννάδιου στον πλάτανο της πλατείας του Ναυπλίου μετά την πτώση του Μεσολογγίου:

«Η πατρίς καταστρέφεται, ο αγών ματαιούται, η ελευθερία εκπνέει. Απαιτείται βοήθεια σύντονος. Πρέπει οι ανδρείοι αυτοί (οι ήρωες – πρόσφυγες του Μεσολογγίου), οίτινες έφαγον πυρίτιν και ανέπνευσαν φλόγας, και ήδη αργοί και λιμώττοντες μας περιστοιχίζουσιν σπεύσωσιν όπου νέος κίνδυνος τους καλεί. Προς τούτο απαιτούνται πόροι και πόροι ελλείπουσιν. Αλλ΄αν θέλωμεν να έχωμεν πατρίδα, αν ήμεθα άξιοι να ζώμεν άνδρες ελεύθεροι, πόρους ευρίσκομεν. Ας δώσει έκαστος ό,τι έχει και δύναται. Ιδού η πενιχρή εισφορά μου. Ας με μιμηθεί όστις θέλει!» 

(εκκένωσε κατά γής το ισχνόν του βαλάντιον, το μόνον προϊόν των επιπόνων οικονομιών του). 

«Αλλ’ όχι! Η συνεισφορά αύτη είναι ουτιδανή! Οβολόν άλλον δεν έχω να δώσω, αλλ΄ έχω εμαυτόν και ιδού τον πωλώ! Τις θέλει διδάσκαλον επί τέσσερα έτη δια τα παιδία του; Ας καταβάλη το τίμημα!»  

Συμμετείχε δε ως εκπρόσωπος των Ηπειρωτών στη συνέλευση της Τροιζήνας. Η στενή του σχέση με την ιδιαίτερη πατρίδα του τον οδήγησε το 1854, την περίοδο δηλαδή του Κριμαϊκού πολέμου, να συμμετάσχει στο βραχύβιο επαναστατικό κίνημα των Ηπειρωτών ως πρόεδρος της επαναστατικής επιτροπής τους.

 

 «Βίοι Παράλληλοι των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών»,  Υπό Αναστασίου Ν. Γούδα, . Τόμος Β': Παιδεία. Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου Μ. Π. Περίδου, 1870.

 

 

Όσον αφορά τον τομέα της εκπαίδευσης, ήδη από το 1824 το βουλευτικό τον διόρισε δάσκαλο στο υπό σύσταση κεντρικό σχολείο του Άργους, προσπάθεια που δεν ευοδώθηκε. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα ο κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας επιστράτευσε το Γεννάδιο αναθέτοντάς του (μαζί με το Γρηγόριο Κωνσταντά και τον Ιωάννη Βένθυλο) τη σύνταξη γραμματικής και ανθολογίας των εγκύκλιων μαθημάτων της ελληνικής γλώσσας, όπως και τη διδασκαλία και οργάνωση της Κεντρικής Σχολής της Αίγινας (1829) και του Ορφανοτροφείου. Ο Γεννάδιος ανέλαβε τη διδασκαλία στην Κεντρική Σχολή, αλλά φρόντισε παράλληλα και για την ίδρυση Δημόσιας Βιβλιοθήκης συγκεντρώνοντας βιβλία και έντυπο υλικό, έθεσε δε τις βάσεις και του Νομισματικού Μουσείου. Και τα δύο ιδρύματα μεταφέρθηκαν στην Αθήνα (1835) μαζί με την Κεντρική Σχολή, η οποία μετονομάσθηκε σε Γυμνάσιον, με διευθυντή το Γεννάδιο.

Αν και το ενδιαφέρον του ήταν εστιασμένο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, δίδαξε και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών γενική ιστορία. Σύντομα ωστόσο παραιτήθηκε προκειμένου να αναλάβει και να οργανώσει τη Ριζάρειο Σχολή. Υπήρξε από τους ενθερμότερους ιδρυτές της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και εργάστηκε ως διδάσκαλος στην Αρσάκειο. Ήταν επίσης και από τους θεμελιωτές και για ένα διάστημα αντιπρόεδρος της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Τέλος, ο Γεννάδιος συνέβαλε ουσιαστικά και στην ολοκλήρωση της ανοικοδόμησης του ναού της Ζωοδόχου Πηγής στην Αθήνα.

Συνεργασίες

Ο Γεννάδιος συνεργάστηκε με τους Γερμανούς λόγιους φιλέλληνες Ειρηναίο Θείρσιο (Friedrich W. Thiersch 1784-1860) και Θεόδωρο Κιντ (Karl Theodor Kind 1799-1868). Η θέση που κατείχε στη Ριζάρειο Σχολή τον έφερε επίσης σε επαφή με σημαντικές προσωπικότητες του εκκλησιαστικού χώρου, όπως με το Θαβωρίου Ιερόθεο και τον Ουγγροβλαχίας Νεόφυτο. Προσωπικά συνδεόταν επίσης με το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (1770-1843), τον Ιωάννη Γκούρα (1771-1826), τον Αλέξανδρο Σούτσο (1803-1868), το Νεόφυτο Δούκα, το Γρηγόριο Κωνσταντά κ.ά., ενώ μαθητές του αναδείχτηκαν σε σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής διανόησης, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο (1815-1891) και τον Αλέξανδρο Ρ. Ραγκαβή.

Ο Γεννάδιος παντρεύτηκε την Άρτεμη Μπενιζέλου, κόρη του Προκοπίου Μπενιζέλου της μεγάλης αθηναϊκής οικογένειας των Μπενιζέλων, και απέκτησε μαζί της 8 παιδιά (4 γιους και 4 κόρες), τα περισσότερα από τα οποία διακρίθηκαν στην πολιτική, στις τέχνες και στα γράμματα.

Το 1854 πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας χολέρας.

 

Εργογραφία:

 

Έγραψε: “Γραμματική της αρχαίας Ελληνικής γλώσσης” (1832) και επιμελήθηκε τη “Σύνοψιν της Ιεράς Ιστορίας” (1835) και την “Κατήχησιν ή Ορθόδοξον διδασκαλίαν της Ανατολικής Εκκλησίας”(1835).

Μετέφρασε τα έργα: “Πρώτη τροφή του υγιούς ανθρωπίνου νοός” (1819), “Ελληνικά τα εξαιρετώτερα της Ελληνικής Ιστορίας μέχρι του Πελοποννησιακού πολέμου”(1850), “Ελληνική Γραμματολογία”(1851) και “Στοιχειώδης πραγματεία περί των χρεών του ανθρώπου” (1853).

Μερικά από τα σημαντικότερα βιογραφικά σημειώματα για το Γεώργιο Γεννάδιο εντοπίζονται στα ακόλουθα έργα: Γούδας, Α., Βίοι παράλληλοι των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών 2 (Αθήνα 1874), σελ. 311-338, και Σφώκος, Κ., «Γεώργιος Γεννάδιος», Εθνικόν Ημερολόγιον 6 (1891), σελ. 193-204, και B.J., “Georges Gennadios”, La Bibliophilie 11-12 (1883), σελ. 291-293, και B.J., “Georges Gennadios”, La Bibliophilie 13 (1883), σελ. 330-332, και Αναστασιαδής, Ξ. (Γεννάδιος Ιωάννης), Γεωργίου Γενναδίου βίος, έργα, επιστολαί (Παρίσι 1926).

 

Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος
 
 
 
 Εθνική Βιβλιοθήκη Αθηνών  1895H Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (ΕΒΕ) ιδρύθηκε τυπικά με το Διάταγμα, που εκδόθηκε στις 15 Μαΐου 1832,  με την επωνυμία «Δημοσία Βιβλιοθήκη» και με Διευθυντή το Γεώργιο Γεννάδιο, που έφερε τον τίτλο του «Επιστάτου». Οι πρώτες «Σκέψεις περί σχηματισμού Εθνικής Ελληνικής Βιβλιοθήκης» δημοσιεύτηκαν από το φιλέλληνα Ιω. Μάγερ σε άρθρο του στα «Ελληνικά Χρονικά» του Μεσολογγίου, τον Αύγουστο του 1824. Η ιδέα υλοποιήθηκε το 1829 από τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος συμπεριέλαβε τη Βιβλιοθήκη μαζί με τα άλλα πνευματικά Ιδρύματα -Σχολεία, Εθνικό Μουσείο, Τυπογραφία- στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας, και ανέθεσε την επιστασία της στον Ανδρέα Μουστοξύδη, Πρόεδρο της Επιτροπής του Ορφανοτροφείου, Έφορο και Διευθυντή του Εθνικού Μουσείου, Έφορο του Κεντρικού Σχολείου κ.λπ.

Στο τέλος του 1830 η Βιβλιοθήκη, που χαρακτηριζόταν από τον ίδιο το Μουστοξύδη ως Εθνική Βιβλιοθήκη, αριθμούσε 1.018 τόμους εντύπων βιβλίων, που είχαν συλλεγεί μετά από έκκληση των Αρχών προς όλους τους Έλληνες και φιλέλληνες, προς τους διοικητές και προς τις μονές της χώρας. Το 1834 η Βιβλιοθήκη μεταφέρθηκε στη νέα πρωτεύουσα του Κράτους, την Αθήνα, και στεγάστηκε προσωρινά στο κτίσμα του Λουτρού (στη Ρωμαϊκή Αγορά) και αργότερα στην εκκλησία του Αγίου Ελευθερίου (δίπλα στη Μητρόπολη) και σε άλλα κτίρια.

Παράλληλα με την κρατική μέριμνα για τον εμπλουτισμό της με αγορές ιδιωτικών βιβλιοθηκών, όπως αυτή του Δημ. Ποστολάκα (1.995 τόμοι), η Βιβλιοθήκη δέχτηκε πολλές δωρεές βιβλίων, όπως αυτές των Χριστόφ. και Κωνστ. Σακελλαρίου (5.400 τόμοι), του Μάρκου Ρενιέρη (3.401 τόμοι) κ.ά. Το 1842 η Δημόσια Βιβλιοθήκη (με 35.000 τόμους) ενοποιήθηκε με τη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου (15.000 τόμους) και συστεγάστηκαν, μαζί με τη Νομισματική Συλλογή, στο νέο κτίριο του Οθώνειου Πανεπιστημίου. Πρώτος Έφορος (Διευθυντής) ορίστηκε ο Γεώργιος Κοζάκης-Τυπάλδος, που παρέμεινε στη θέση αυτή ως το 1863. Την εποχή αυτή η Βιβλιοθήκη εμπλουτίστηκε με σημαντικές δωρεές σπάνιων ξενόγλωσσων βιβλίων. Με το βασιλικό διάταγμα του 1866 οι δύο Βιβλιοθήκες συγχωνεύτηκαν και διοικητικά σε μία, με τον τίτλο «Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος«.

Στις 16 Μαρτίου 1888 τέθηκε ο θεμέλιος λίθος του νεοκλασσικού μαρμάρινου κτηρίου, που χρηματοδοτήθηκε από τους Κεφαλλήνες αδελφούς Παναγή, Μαρίνο και Ανδρέα Βαλλιάνο. Η Βιβλιοθήκη παρέμεινε στο κτήριο του Πανεπιστημίου μέχρι το 1903, οπότε μεταφέρθηκε στο νέο λαμπρό κτήριο, που σχεδιάστηκε από το Θεόφιλο Χάνσεν και οικοδομήθηκε με γενική επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλλερ.

Σήμερα η Εθνική Βιβλιοθήκη εξακολουθεί να στεγάζεται στο Βαλλιάνειο κτίριο, στο κέντρο της Αθήνας (Πανεπιστημίου 32, Αθήνα) καθώς και σε δύο άλλα κτίρια (Αγία Παρασκευή – Νέα Χαλκηδόνα) και η πολύτιμη, στο σύνολό της, Συλλογή του υλικού της περιλαμβάνει το γραπτό εθνικό πολιτιστικό θησαυρό της Ελλάδας.

Πηγές

  • «Βίοι Παράλληλοι των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών»,  Υπό Αναστασίου Ν. Γούδα, . Τόμος Β’: Παιδεία. Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου Μ. Π. Περίδου, 1870.
  • Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού.
  • «Γεννάδειο» 1ο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών.
  •  Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.

Read Full Post »