Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Εκδόσεις «Εκ Προοιμίου»’

«Τετράδιο Πολέμου 1940», Γεώργιος Η. Κόνδης


 

Δημήτριος Σιώτος: Κληρωτός του 1936, έφυγε για το μέτωπο όπως χιλιάδες άλλοι πατριώτες με την επιστράτευση (28/10/1940). Φώτο από το βιβλίο του Γ. Κόνδη, «Τετράδιο Πολέμου 1940».

Το νέο βιβλίο του Κοινωνιολόγου – Εκπαιδευτικού, Γεωργίου Η. Κόνδη, « Τετράδιο Πολέμου 1940» έρχεται  να  προστεθεί  και  να  εμπλουτίσει την ήδη σημαντική σειρά ερευνητικών βιβλίων, των εκδόσεων « Εκ προοιμίου».  Στις σελίδες ενός κιτρινισμένου και φθαρμένου τετραδίου που χρόνια κρατούσε ο Δημήτριος Ι. Σιώτος από τα Σταθέϊκα Άργους, είχε φυλαγμένες τις σκληρές αναμνήσεις μιας ολόκληρης εποχής. Κληρωτός του 1936, στην επιστράτευση του Οκτωβρίου 1940, εντάχθηκε στον 10ο Λόχο του 8ου Συντάγματος Πεζικού που είχε έδρα το Ναύπλιο.

Στο βιβλίο ο  Δημήτριος Ι. Σιώτος περιγράφει τις μάχες που δόθηκαν αλλά και πολλές λεπτομέρειες από την καθημερινότητα του μετώπου: την προσπάθεια εξεύρεσης τροφής, την αντιμετώπισή τους από τους ντόπιους πληθυσμούς, την άφιξη στον Πειραιά, τη νοσηλεία στην Αθήνα, την επιστροφή στο σπίτι που συμπίπτει, χωρίς να το γνωρίζει με την είσοδο του γερμανικού στρατού στο Άργος. Το τετράδιο του Δημητρίου Ι. Σιώτου συμπληρώνουν οι ενθυμίσεις ενός από τους επιζώντες μαχητές του Έπους της Αλβανίας, του Γεωργίου Νανόπουλου που δίνει συμπληρωματικές πληροφορίες για πρόσωπα και τοποθεσίες.

Πρόκειται για μια κριτική έκδοση σημειώσεων για τον πόλεμο που γράφονται  «εν θερμώ». Είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιούνται πολλές από τις σημειώσεις ή τα ημερολόγια του 1940 που έχουν ήδη εκδοθεί σε μια κριτική έκδοση ενός «Τετραδίου Πολέμου».

 

Τετράδιο Πολέμου 1940

 

Από την άποψη αυτή, η έρευνα του Γεωργίου Κόνδη παρουσιάζει ένα πλούσιο βιβλιογραφικό υλικό που στηρίζεται στις καταγραφές των ίδιων των πρωταγωνιστών.  Η έρευνα του συγγραφέα επεκτάθηκε στα αρχεία του Δήμου Άργους και του τοπικού τύπου για την περίοδο αυτή. Παρατίθενται τα πρακτικά των Δημοτικών Συμβουλίων και οι πληροφορίες που προέρχονται από το Πρωτόκολλο του Δήμου, οι οποίες έχουν ταξινομηθεί σε θεματικές κατηγορίες. Το ίδιο συμβαίνει και με μια σειρά από άρθρα της εποχής που έρχονται στο φως για πρώτη φορά,  καθώς επίσης και στην αναζήτηση στοιχείων για Αργολιδείς που χάθηκαν στο μέτωπο.   

Η παρουσίαση του «Τετραδίου Πολέμου» υποστηρίζεται από κείμενα και φωτογραφίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα και έγραψαν γι’ αυτά καθώς επίσης και από την παράθεση στοιχείων αναζήτησης για όσους έμειναν στα βουνά της Αλβανίας. Τέλος για πρώτη φορά παρατίθεται ολόκληρο το «Τετράδιο» και η μεταγραφή του με κάποιες αλλαγές που υποβοηθούν την ανάγνωση.

Η έρευνα αποτελεί ένα μοναδικό ιστορικό αρχείο για την Αργολίδα του 1940 και εμπλουτίζει την εθνική βιβλιογραφία για την περίοδο αυτή. Είναι τέλος, ένας οφειλόμενος φόρος τιμής, ένα χρέος,  σε όσους αγωνίστηκαν για την ελευθερία και την πρόοδο της πατρίδας. Είναι ίσως το μόνο χρέος που δεν πρέπει να επιτρέψουμε να παραγραφεί.

Γεώργιος Η. Κόνδης, «Τετράδιο Πολέμου 1940»,  Εκδόσεις, Εκ Προοιμίου, Άργος, 2011.  Σελίδες 282, ISBN 978-960-89-719-7-4. Σε όλα τα ενημερωμένα  βιβλιοπωλεία.

 

Read Full Post »

Στα χνάρια του χθεςΟι αντανακλάσεις στα προσωπικά βιώματα και εμπειρίες, ένα από τα μεγάλα ωφελήματα της έκδοσης…


 

Παρουσίαση του Βιβλίου «Στα χνάρια του χθες»

του Οδυσσέα Κουμαδωράκη από τον φιλόλογο Γιώργο Τασσιά.

 Άργος, Σάββατο 12 -3 -2011, Μπουσουλοπούλειο θέατρο.

 

Το νόημα μιας έκδοσης…

  

Ο φιλόλογος Γιώργος Τασσιάς

Σε μια εποχή  κρίσης της παγκοσμιοποίησης, όταν τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα με δυσθυμία στο μέλλον, όπου και είχαν συνηθίσει να κοιτούν αρπαγμένα στο δίχτυ της τεχνολογικής ουτοπίας, ένας πρόσκοπος του παρελθόντος αποδύεται σε μια κοπιαστική ιχνηλασία, αναζητώντας το φως του μέλλοντος στις ομιλούσες σκιές του χθες. Σκιές, γιατί δεν βρίσκονται στο προσκήνιο της ιστορίας πια. Μιλούμε βέβαια για τον Οδυσσέα Κουμαδωράκη  που ανέλαβε ένα τέτοιο εγχείρημα στο οποίο μπορούμε να κοινωνήσουμε χάρη στη γενναιοδωρία του εκδοτικού οίκου «Εκ προοιμίου» του Τάκη Ουλή που εδώ και αρκετά χρόνια βρίσκεται σε μια εκδοτική ευφορία. Και οι δυο με συμπαραστάτες το Σταύρο Ξηρουχάκη, στην ευθύνη της παραγωγής και τον Αναστάσιο Τσάγκο, στο συντονισμό της έκδοσης, επιμένουν σε πείσμα των καιρών  να προσφέρουν στην τοπική κοινότητα ένα νέο βιβλίο υπό τον τίτλο «Στα χνάρια του χθες» που σε γενικές γραμμές διευρύνει τα όρια της γνώσης μας για την τοπική ιστορία, κοινωνία και λαογραφία.

 

Ανιχνεύοντας τα κίνητρα…

 

Πρόκειται για μια ιχνηλασία κοπιαστική, αφού τρία χρόνια έρευνας και συγγραφής  χρειάστηκαν προκειμένου ο συγγραφέας να καταλήξει στην τελική μορφή του πονήματός του. Κοπιαστική, επίσης, γιατί δεν πρόκειται για μια δουλειά γραφείου μόνον, αλλά για μια πορεία στην κυριολεξία που μάζευε στην εξέλιξή της ενθουσιασμό αλλά και πολλές απογοητεύσεις. Κοπιαστική, τέλος, γιατί και ο χρόνος που έπρεπε να καλυφθεί ήταν μεγάλος. Η πιο παλιά μαρτυρία – όπως σημειώνεται στην εισαγωγή – φτάνει στα 1844, ενώ ο κύριος όγκος των πληροφοριών καλύπτει τη μεταπολεμική περίοδο μέχρι και τη δεκαετία του 1970.

 

Θρησκευτική συγκέντρωση επιχειρηματιών Άργους στη Μονή Κατακεκρυμμένης το 1898 στη γιορτή της Αναλήψεως. (αρχείο Παν. Βύρλου).

 

Χρειαζόταν, επομένως ένα καλό κίνητρο. Στο εισαγωγικό του σημείωμα ξεκαθαρίζει τις προθέσεις του: Αντιγράφω: «Μπροστά στην απειλή της ισοπέδωσης που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση, τα τελευταία χρόνια εκφράζεται η ανησυχία της Ελληνικής κοινωνίας με διάφορους τρόπους, σε μια προσπάθεια να μην αποκοπούμε από τις ρίζες μας». Σ΄ αυτό δεν έχει άδικο. Πολύμορφη είναι η προσπάθεια ν΄ αποφευχθεί η εθνική αλλοτρίωση‧ προσπάθεια η οποία, όταν δεν εξαντλείται σε εθνικιστικές κορώνες και σε παραληρηματική ρητορεία, όταν γίνεται με ρεαλισμό, νηφαλιότητα, διανοητική συνέπεια, αγάπη αληθινή στον τόπο και τους ανθρώπους, συντελεί στην εθνική αυτογνωσία, είναι πηγή αυτοελέγχου που δεν καταλήγει σε γεροντοκορίστικη μεμψιμοιρία, αλλά ωθεί σε μια δυναμική αναδιάταξη και αναπτύσσει τη δημιουργική ευφυΐα. Καταγράφω σύντομα μερικές τέτοιες προσπάθειες: Λευκώματα, λογοτεχνικά κείμενα-όπως τα ιστορικά μυθιστορήματα ή διηγήματα, που ανθούν τα τελευταία χρόνια, προγράμματα περιβαλλοντικά και πολιτιστικά στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ποικίλες δραστηριότητες τοπικών πολιτιστικών συλλόγων, Ειδικά προγράμματα πανεπιστημιακών σχολών, εκθέσεις καλλιτεχνικής δημιουργίας σχετικές με την παράδοση, θεατρική δραστηριότητα-αναπαραγωγή πολιτιστικών μύθων και άλλα που θα έχετε στο νου σας οι περισσότεροι. Μέσα, λοιπόν σ΄ αυτή τη γενικότερη συνθήκη και την ατμόσφαιρα που δημιουργείται εντάσσεται και το νόημα μιας τέτοιας έκδοσης και μιας τέτοιας προσπάθειας. Βέβαια τα κίνητρα του συγγραφέα δεν εξαντλούνται εδώ. Σε αυτό όμως θα αναφερθώ και στη συνέχεια.

 

Δομή και περιεχόμενο ακροθιγώς…

 

Στις 14 θεματικές ενότητες του βιβλίου καταγράφεται  ένα πλήθος επαγγελματικών κατηγοριών και επαγγελμάτων. Το αλφαβητικό ευρετήριο που παρατίθεται στο τέλος διευκολύνει τον αναγνώστη να προσανατολιστεί  μέσα στο σύμπαν των πεντακοσίων τεσσάρων σελίδων και να σχεδιάσει τον προσωπικό  του χάρτη μνήμης.

 

Οι αντανακλάσεις στα προσωπικά βιώματα και εμπειρίες, ένα από τα μεγάλα ωφελήματα της έκδοσης…

 

Έναν τέτοιο χάρτη προσπάθησα να κατασκευάσω κι εγώ για τον εαυτό μου – νομίζω πως αυτή η δυνατότητα ανήκει στα μεγάλα ωφελήματα του βιβλίου. Θυμήθηκα κάμποσα χρόνια πριν την προσκοπική μου ιδιότητα. Μια από τις αγαπημένες μου ασχολίες ήταν να κατασκευάζω εκμαγεία ιχνών σε μακρινές πορείες που κάναμε. Τότε, στ΄ αλήθεια – πέρα από την τεχνική δεξιότητα που αποκτούσαμε – δεν πολυκαταλάβαινα την αξία μιας τέτοιας ασχολίας. Όταν πήρα στα χέρια μου όμως ετούτο το βιβλίο κατανόησα πως έπρεπε να ενεργοποιήσω αυτή μου τη χαμένη δεξιότητα, αν δεν ήθελα να χαθώ σε άσκοπες – για μένα βέβαια – περιπλανήσεις. Μα σκέφτηκα, επιπλέον πως απέναντί σας απόψε, μόνο μ΄ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσα να ζωντανέψω ετούτο το βιβλίο – αφήνοντας κατά μέρος τις ανάγκες μιας ακαδημαϊκής παρουσίασης, στην εκλεκτή και αγαπητή κ. Μαρία Βελιώτη. Θάρρεψα, μάλιστα, πως θα βρισκόμουν πιο κοντά στη ζωντάνια και στο παιγνιώδες ύφος του κ. Κουμαδωράκη που λατρεύει τις αφηγήσεις, να αφηγείται και, μάλιστα, με ένα ύφος απλό, λιτό, δωρικό που θα το χαρακτηρίζαμε Μακρυγιαννικό.

 

Στα χνάρια του χθες

 

Αυτόν  τον προσωπικό μου χάρτη, λοιπόν, θα απλώσω μπροστά σας  αρχικά και, πιστεύω ότι σε τέτοιου είδους μνημονικές επαναβιώσεις θα στραφεί σε ένα πρώτο επίπεδο αυθόρμητα ο ενυγχάνων.

Γύρισα πίσω  χρόνους πολλούς κι έβαλα ζηλόφθονα στο γύψο τις αναμνήσεις μου συνειδητοποιώντας, στο φυλλομέτρημα του βιβλίου το φυλλορόημα του ανθρώπου και πως, τελικά, το χρόνο στο γύψο δεν τον βάζεις.

Θυμάμαι: (αυτή διαλέγω για λέξη γύψο) στις περιπλανήσεις μου στην πόλη του Άργους – από τις πρώτες εικόνες – το σαρωθροποιείο του Μπούφα στη Ναυπλίου, κοντά κάπως στη στάση του λεωφορείου από και προς το Ναύπλιο. Παραξένεμα μεγάλο, αφού η μητέρα μου δε χρησιμοποιούσε πια παραδοσιακό σάρωθρο. Στην πλατεία κοντά, σαν περνούσα, οι μυρωδιές των ποτών που πότιζαν τα ξύλινα πατώματα και τα έπιπλα στην ποτοποιία του Μαυράκη – ακόμα στέκει σ΄ αδιάκοπο φλερτ με τις τεχνικές εξελίξεις κρατώντας τη ρετρό γοητεία. Κοντά στην πλατεία το στιλβωτήριο του Τσαρσιταλίδη. Θα ήταν τα τελευταία χρόνια μιας μακράς πορείας. Μα το θυμάμαι ζωηρά. Μου φαινόταν- φορούσα κυρίως σπορτέξ και στις καλές δερμάτινα – περίεργο ποιοι είχαν χρόνο να μπαίνουν για ένα γυάλισμα, αλλά και πολλή κουβέντα.

 

Η Αργολίδα δεν είχε επάρκεια σιτηρών και κατά καιρούς γίνονταν εισαγωγές. Στη φωτ. σιτάρια από την Ρωσία ζυγίζονται στο λιμάνι του Ναυπλίου υπό τον έλεγχο του τότε πρωθυπουργού Ι. Μεταξά (πίσω από το τραπέζι). (Αρχείο Κ. Ταρλή, 1938;)

 

Μια κουβέντα που δεν έλλειπε και από τα παραδοσιακά κουρεία όπως αυτό του Αναστάση Μαρίνου στην Βασιλέως Κωνσταντίνου. Εδώ η φωτογραφία που εντίθεται στάθηκε γλυκά στη μνήμη ενώ η χειροκίνητη μηχανή κουρέματος που δημοσιεύεται στην ίδια σελίδα μου έφερε πικρές στιγμές της παιδικής μου ηλικίας, όταν στο σχολειό έπρεπε να πηγαίνω εν χρω κεκαρμένος. Κούρεμα, καλό ντύσιμο συνδυασμένο με καλοστημένες πόζες από τους επαγγελματίες φωτογράφους. Τις θυμάμαι, στο Ναύπλιο αυτές, όπου και έμενα τα χρόνια που περιδιάβαζα μια φορά την εβδομάδα στο Άργος. Και συγκεκριμένα στο Πάρκο. Οι πόζες της οικογένειας ακίνητες σαν του Κολοκοτρώνη.

Όταν όμως διαβάζω σχετικά «Κι αν η φωτογραφία ήταν εβδομαδιαία, έπρεπε να γίνει πάνω στο φιλμ το ρετουσάρισμα με μολύβι, δηλαδή κάποια επεξεργασία για την αισθητική βελτίωση της φωτογραφίας» η σκέψη τρέχει στο σαλόνι του πατρικού μου σπιτιού όπου βρισκόταν το σημαιοστάσιο της οικογενείας: οι φωτογραφίες του παππού της γιαγιάς των θείων κτλ. Επίσης, στη γειτονιά, στο Ναύπλιο, έμενε ένας λαγκαδιανός χτίστης. Φτιάχτηκε, έκανε οικογένεια. Διαβάζοντας μερικές γραμμές του βιβλίου συνειδητοποίησα πως δεν ήταν ο μόνος, αλλά και πώς ο σύλλογος των Αρκάδων έγινε ένας δυναμικός σύλλογος στην περιοχή. Τα στρώματα της οικογενείας μου, πάλι,  ήταν κατασκευής Σαουλίδη.

Αργότερα, όταν πια είχα εγκατασταθεί στο Άργος,  ο δρόμος με έφερνε αρκετές φορές μπροστά από τη βιοτεχνία υποδημάτων του Τάσου Λαλουκιώτη στην οδό Παπαρρηγοπούλου, ενώ ζωντανή διατηρώ και την ανάμνηση του βιβλιοδετείου που βρισκόταν δίπλα. Θρήνησα, πάλι,  μαζί με πολλούς ντόπιους, νομίζω, τη μετατροπή της χρήσης των δυο μεγάλων τοπικών κινηματογράφων προτού εμφανιστούν τα μούλτιπλεξπολυσινεμά που θα μπορούσαν να δώσουν νέες επιχειρηματικές ιδέες στους ιδιοκτήτες.

 

Η υφάντρια Μαρία Κλεισιάρη, 1958.

 

Στην Παναγία την Πορτοκαλούσα, εν ενεργεία Ιερά Μονή σήμερα, πολλές φορές προσκύνησα την εικόνα που δημοσιεύεται στη σελ. 472 και χαρακτηρίζεται ως η αρχαιότερη χρονική αναφορά του βιβλίου. Θαύμασα τώρα όμως την εξυπνάδα των σχοινοποιών οι οποίοι κατόρθωσαν να βρουν χώρο ταπεινά μεν στα πόδια των Αγίων αποστόλων, στην αφιερωματική επιγραφή, μέσα όμως στο χρυσό ουρανό της αιωνιότητας. Για μένα έμενε στη σκοτεινή του βίου θάλασσα το φως του φάρου  στο Ναύπλιο εκεί που οδηγούσε τα βήματά μας η Κυριακάτικη ραστώνη εντείνοντας τη μελαγχολία του απογεύματος το οποίο προηγείται της προκομμένης Δευτέρας, όταν μπαίνει το νερό στ΄ αυλάκι της εργασίας.

 

Η εικόνα των Αγίων Αποστόλων στην Μονή Κατακεκρυμμένης Άργους, αφιερωμένη από τη συντεχνία Σχοινοποιών, με ημερομηνία 5 Ιανουαρίου 1844. ( ο Απόστολος Παύλος ήταν σχοινοποιός).

 

Διάβασα  για τους φάρους και τους φαροφύλακες που, όταν  βρίσκονταν σε απομεμακρυσμένα σημεία διέθεταν κι ένα σπιτάκι για τον μοναχικό τους ένοικο. Θυμήθηκα έναν φάρο με σπιτάκι που με γύρισε στις εκδρομές της παιδικής μου ηλικίας, αλλά, παράλληλα,  ο συγγραφέας φρόντισε να μου θυμίσει και το παρόν των σπουδών του παιδιού μου παραθέτοντας δίπλα  στη φωτογραφία του φάρου του Ναυπλίου αυτή του φάρου της πόλης των Χανίων. Βέβαια δεν νομίζω πως το έκανε για χατήρι μου. Και μάλιστα, τέτοιες τυχαίες αναφορές στα Χανιά είναι αρκετές, διάσπαρτες μέσα στο βιβλίο. Μου έφεραν στο νου τους ζωγράφους  που διαλέγουν μια γωνιά στην άκρη του πίνακα για να τοποθετήσουν τον εαυτό τους ή τους σκηνοθέτες που κάνουν ένα σύντομο πέρασμα από τις ταινίες τους! Τέτοια περάσματα τα κάνει είτε αναλαμβάνοντας το χρέος της μαρτυρίας ο ίδιος, είτε δια συμβόλων όπως στην περίπτωση του φάρου.

Δε θα σας κουράσω άλλο με τις προσωπικές μου περιπλανήσεις. Θα τονίσω όμως για άλλη μια φορά πως διατρέχοντας τις σελίδες του βιβλίου η πρώτη λέξη που θα έρθει στο μυαλό μας θα είναι η λέξη θυμάμαι ζεσταίνοντας έτσι την καρδιά μας με το αμφίθυμο πυρ της νοσταλγίας.

 

Η προσωπική εμπειρία διευρύνεται…

  

 Θυμάμαι… η λέξη γύψος που κρατάει τα σχήματα μα που τα σχήματα ξεφεύγουν παίρνουν ζωή,  διεκδικούν τα δικαιώματά τους από την συγκαιρινή ζωή και ζητούν να τοκίσουν το κεφάλαιό τους στο μέλλον. Το ενδιαφέρον στην περιδιάβαση ήταν ότι η οργάνωση του βιβλίου τακτοποίησε τις αναμνήσεις, διεύρυνε την εμπειρία και με βοήθησε να τις εντάξω σε ένα ευρύτερο σχήμα ζωής που δεν περιλάμβανε φυσικά μόνο εμένα. Διάλλαξε το υποκειμενικό με το ιστορικό – αντικειμενικό, ανοίγοντας την προοπτική της αυτογνωσίας της ατομικής αλλά και της κοινωνικής και αυτής, τόσο της τοπικής  όσο και της εθνικής, αφού μέσα από τις ιστορικές αναδρομές που παρατίθενται  σε πλάγια γράμματα ξεπερνώνται τα όρια του τόπου και του χρόνου φτάνοντας πολλές φορές ν΄αγγίξουν το λυκόφως του μύθου.

 

Μαθήματα κεντήματος. Η Φωτούλα Καραμάνου με μαθήτριές της.

 

Αναδεικνύονται μ΄ αυτόν τον τρόπο οι ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες – όπως αντανακλώνται από τα παραδοσιακά επαγγέλματα – που διαμορφώθηκαν σε ένα ιστορικό πλαίσιο συνεχών  και κομβικών αλλαγών από το 19ο στον 20ό αιώνα. Τότε δηλαδή που τα χωριά άρχισαν να γεμίζουν τις πόλεις (για λόγους πολλούς και κυρίως πολιτικούς) εγκαταλείποντας τα πάντα και ερημώνοντας την ύπαιθρο.

 

Παγοπώλες. Ο Βασίλης Μαρίνης στο τιμόνι και ο αδελφός του Χρήστος έτοιμοι για τη διανομή, δεκαετία 1950.

 

Ο λαϊκός πολιτισμός δέχεται καίριο πλήγμα, αφού οι εστίες που τον δέχονταν, τον έτρεφαν και τον κληροδοτούσαν ως πολύτιμη παρακαταθήκη στις επόμενες γενεές έπαψαν να υπάρχουν πια. Η επίδραση του νέου πολιτισμού πάνω στους Επαρχιώτες αστούς θα παραμορφώσει τη ζωή τους, μεταβάλλοντας τον κοινωνικό ιστό, κόβοντας το νήμα με το παρελθόν και προσανατολίζοντάς τους σε νέα επαγγέλματα, άλλους τρόπους ζωής και νέες συνήθειες. Αυτός ο νέος πολιτισμός όμως και οι νέες συνήθειες τώρα πλέον νοούνται από την απόσταση του χρόνου- ο οποίος απομάκρυνε πια τις Κασσάνδρες που προηγούνται κάθε μεταβατικής περιόδου- και  εκτίθενται ενώπιόν μας ως μία κατάκτηση, ως ανανέωση της  προγενέστερης παράδοσης. Γι΄αυτό το λόγο  δικαιούνται το σεβασμό και την καλόπιστη κριτική προσέγγιση.

 

Η προσέγγιση του συγγραφέα…

  

Θεωρούμε ότι μια τέτοια προσέγγιση επιχειρεί και ο κ. Κουμαδωράκης.  Τη διακρίνει συνέπεια στη συλλογή, οργάνωση και παράθεση του υλικού. Στηριγμένη σε ένα πλήθος ποικίλων πηγών – οι οποίες συμπεριλαμβάνονται στην επαρκή βιβλιογραφία την οποία  βρίσκει ο αναγνώστης στις τελευταίες σελίδες, στην προσωπική έρευνα οπωσδήποτε και την προσωπική μαρτυρία όπου  αυτό είναι αναγκαίο. Στην τεκμηρίωση αξίζει να εξαρθεί η παράθεση του φωτογραφικού υλικού, ιδιαίτερα σημαντικού, όταν μάλιστα περιγράφεται η διαδικασία της παραγωγής ενός αντικειμένου όπως ενός πήλινου στις σελ. 222-227 όπου επιστρατεύτηκε για τις ανάγκες της φωτογράφισης η κ. Κων/να Περιβολάρη για να κατασκευάσει ένα αγγείο στο προσωπικό της εργαστήρι στα Φίχτια. Άλλες φορές τα γραφικά σκαριφήματα αντικαθιστούν την απουσία φωτογραφικού υλικού ή το συμπληρώνουν, όταν δε διαθέτει αυτό την αρτιότητα που επιτρέπει τη σαφή αντίληψη.

 

Η Κωνσταντίνα Περιβολάρη ενώ κατασκευάζει ένα αγγείο στο εργαστήριό της στα Φίχτια Άργους.

 

Tην οπτική του συγγραφέα  τη χαρακτηρίζουν, επίσης η συγχρονική και η διαχρονική προσέγγιση και ο ανθρωποκεντρισμός. Σε κάθε περίπτωση μελετώνται οι ιστορικές ρίζες κάθε επαγγέλματος, οι παλαιότερες μαρτυρίες, οι πηγές και τα αρχεία, αλλά και η σύγχρονη κατάσταση των επαγγελμάτων και εργαστηρίων, προϊόντων, αγορών και τεχνικών και όλα αυτά σε άμεση και στενή σχέση του τεχνουργήματος με τον τεχνίτη, του δημιουργού με το αντικείμενο. Οι παρατηρήσεις και οι διαπιστώσεις του συγγραφέα αποκτούν έτσι ευρύτερη σημασία για τον ελληνικό παραδοσιακό (με την ευρύτερη έννοια) πολιτισμό στο σύνολό του καθώς έχουμε τη δυνατότητα για μια εποπτική θεώρηση του κοινωνικού ιστού της τοπικής και όχι μόνο κοινωνίας μέσα σε ένα διευρυμένο χρονικό πεδίο. Ο συγγραφέας μας, δεν παύει, επίσης, κι επιμένει συχνά, όταν  του δίνεται η ευκαιρία μιας δημόσιας παρέμβασης, να καταθέτει τις προτάσεις του. Εδώ, λοιπόν, υπογραμμίζει την ανάγκη δημιουργίας ενός  τοπικού λαογραφικού μουσείου για να δώσει σάρκα και οστά στη μνήμη και να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τους επιγενόμενους. Αυτό το χρέος το προσγράφει στη δημοτική αρχή του τόπου.

 

Οι ατομικές μαρτυρίες ως πεμπτουσία της έκδοσης που συναντιέται με την πεμπτουσία της ζωής…

 

Ό,τι  ξεχωρίζει ιδιαίτερα το βιβλίο είναι το πλήθος των μαρτυριών που συνάζονται και αποτελούν πολύτιμο εργαλείο για τον κοινωνιολόγο, τον ιστορικό ερευνητή, πλούσια πηγή καλλιτεχνικής έμπνευσης αλλά και χρήσιμο παιδαγωγικό εργαλείο που μπορεί να δώσει ώθηση στην περιβαλλοντική και πολιτιστική εκπαίδευση.

Οι μαρτυρίες διακρίνονται για το παραστατικό ύφος τους και, έτσι, αν και μεταφέρονται στον γραπτό λόγο, διατηρούν τη φρεσκάδα και την αμεσότητα του προφορικού λόγου μυσταγωγώντας με αυτόν τον τρόπο τον αναγνώστη τους  στην ζωή που κρύβεται πίσω από τα πράγματα. Ανιχνεύεται πίσω από τις γραμμές η τραγικότητα του ανθρώπου που παλεύει να ταιριάξει το πρόσκαιρο με το αιώνιο μέσω της δημιουργίας νέων μορφών ζωής.

 

Άδεια ηνιοχείας Αναστασίου Τσάγκου, 1950.

 

Αυτή η τραγικότητα είναι αίσθημα που διαποτίζει το βιβλίο και αφήνει έντονη επίγευση στο ξεθύμασμα της ανάγνωσης την ώρα που το βιβλίο υποχωρεί μπροστά στη ζωντάνια της ανάμνησης που πυροδότησε ή τον προβληματισμό που διήγειρε. Και θαρρώ ότι, υπόγεια, η αίσθηση αυτή κινεί τη συγγραφική πένα που αναζητά στο λόγο μια επιβεβαίωση αθανασίας ενάντια στο δόλο των θεών, φιλάδελφα συμπαριστάμενη στην ανθρώπινη αμηχανία. Είναι η αίσθηση ενός ανθρώπου που χρόνια τώρα ασκείται στο λόγο, το θεϊκό ετούτο χάρισμα με το οποίο ο άνθρωπος αγωνίζεται να υπερβεί τη φθορά στην κοιλάδα του κλαυθμώνος.

 

Η «γενιά» του συγγραφέα, γενιά της φτώχειας (πνευματικής και υλικής), αλλά και των εκπαιδευτικών οραματισμών…

 

Αξίζει να σημειώσουμε πως ο συγγραφέας μας ανήκει σ΄ εκείνη τη γενιά των φιλολόγων οι οποίοι παρά το γεγονός ότι η παιδεία τους βαπτίστηκε στην κολυμβήθρα της αρχαιογνωσίας, ωστόσο αναγεννήθηκε στο πνεύμα της παράδοσης του λαού και μόρφωσε ανθρώπους της πόλεως με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου. Ανθρώπους δηλαδή που έταξαν τους εαυτούς τους στην υπηρεσία της κοινότητας, μετέφεραν στις νέες γενιές τους διαχρονικούς αξιακούς κώδικες με ένα πνεύμα ελεύθερο έχοντας κατά νου όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Κονδύλης ότι,  « Το πρώτο και βασικό βήμα για να μην είναι η παράδοση νεκρό παρελθόν, αλλά ζωντανό παρόν συνίσταται στη συνειδητοποίηση ότι όποιος θέλει να ζήσει σύμφωνα με την παράδοση οφείλει να μην ξεκόψει από τον σημερινό κόσμο και να μην ανασυστήσει με ακρίβεια το παρελθόν για να φωλιάσει πάλι εκεί, παρά πρέπει να εγκύψει στην παράδοση για να βρει μέσα της την πίστη και τις οδηγίες με τη βοήθεια των οποίων θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του παρόντος. Η παράδοση δεν πρέπει να σημαίνει εγκλεισμό σε ορισμένο χώρο και χρόνο, παρά να συνιστά δύναμη στραμμένη προς τα έξω ικανή να δώσει κάτι παραπάνω από μάχες οπισθοφυλακών».

Στο πνεύμα αυτό συγκεντρώνει όλη του τη δραστηριότητα – κατά την ταπεινή μου άποψη – τόσο τη διδακτική όσο και τη συγγραφική. Διατηρεί  το νου προσηλωμένο στις νεότερες γενιές των εφήβων που δεν θα έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να γνωρίσουν τις προγενέστερες εποχές, αλλά ούτε ν΄ ακούσουν καν για τον τρόπο ζωής των παππούδων και των προπάππων τους, ώστε να στηρίξουν τη δράση τους στα στέρεα θεμέλια της ανθρωπιάς.  Και τούτο ιδιαίτερα σε εποχές μεταβατικές και γι΄ αυτό κρίσιμες όπως η δική μας που τα βήματα του χθες χάνονται μέσα στον ήχο των μηχανών όπως θα ‘λεγε και ο Δημήτρης Χατζής και τα χνάρια τους σιγά σιγά χάνονται στο ανελέητο πέρασμα του καιρού.

 

Λαϊκή αγορά Άργους, 1935.

 

Επισημαίνουμε πως, υπηρετώντας ετούτο ακριβώς το πνεύμα, δεν αισθάνεται ως μια ξεχωριστή φωνή, αλλά ως κορυφαίος ενός χορού φωνών της γενιάς του, εντεταλμένος κατά κάποιον τρόπο να εκφράζει τη σκέψη και το αίσθημα της κοινότητας, λειτουργώντας αφυπνιστικά με τη δράση που ταιριάζει στην ιδιότητά του η οποία με τα χρόνια έχει γίνει αξεχώριστος σύντροφος του βίου του.

Έγνοια για τη διατήρηση της εθνικής φυσιογνωμίας, αγάπη στον δημιουργικό άνθρωπο, χρέος του πνευματικού ανθρώπου απέναντι στους επιγενόμενους είναι μερικά από τα κίνητρα που τον ωθούν στη δημιουργική συγγραφική δράση  της οποίας άλλος ένας καρπός έρχεται στο φως με την παρούσα έκδοση.

 

Το χρέος στην πατρική γη, κίνητρο – ανάμεσα στα άλλα – της συγγραφής…

  

Ο συγγραφέας Οδυσσέας Κουμαδωράκης

Στα κίνητρα αυτά, οφείλω να προσθέσω κάτι ακόμα. Φαίνεται ότι ο δικός μας Οδυσσέας ακολουθώντας τα χνάρια του αρχετυπικού Ομηρικού Οδυσσέα, κατόρθωσε να παρωδήσει – ο όρος από τους Ρώσους φορμαλιστές – με την  προσωπική του ζωή και το έργο του τον παραδοσιακό μύθο. Μπόρεσε να απολαύσει τη ζωή κοντά στη μάγισσά του, εδώ στο Άργος, μπόρεσε όμως και  να διατηρήσει τη ζωτική του ορμή πραγματοποιώντας το νόστο του στην Πηνελόπη μνήμη.

 Στο δεύτερο αναφέρεται και ο ίδιος  εξομολογητικά στην κατατοπιστική εισαγωγή του στο βιβλίο: « Θα ήθελα να κάνω – γράφει – μια προσωπική εξομολόγηση, και να μιλήσω για τη ζωή μου και το χωριό μου». Και τούτο μ΄ αυτό τον τρόπο θαρρώ πως το πέτυχε. Είχε την αγωνία να μην ξεχάσει τις ρίζες του και δηλώνει περήφανος και ευτυχής που απέφυγε ετούτο το τρομερό. Θέλει να αποκαταστήσει στη μνήμη και την καρδιά μας  τη σκληροτράχηλη, αυτάρκη και περήφανη γενιά των πατέρων και των προπατόρων που είχαν πέσει θύματα της σύγχρονης αυτοδικαιωτικής φληναφολογίας της καταναλωτικής προπαγάνδας. Επομένως, δε θα ήταν, νομίζω, σφάλμα, να θεωρήσουμε – ανάμεσα στα άλλα – και αυτή του την προσπάθεια και ως μνημόσυνον αιώνιον της πατρικής φτωχικής του γης, της Σαρακήνας Χανίων.

 

Ο συγγραφέας ακρίτας της… μνήμης στα σύνορα του καιρού του…

 

Αφήνω για το τέλος ένα απόσπασμα από το έργο του μεγάλου του συντοπίτη, Παντελή Πρεβελάκη, όταν έγραφε στο  χρονικό της Ρεθεμνιώτικης πολιτείας.

«Γράφω όλα τούτα κ΄ έχω  το φόβο μέσα μου μήπως και ο σημερινός που δεν τα ξέρει τα καταφρονέσει και βρει πως είναι χαμένος ο κόπος να τα διαβάζει. Όμως εκείνος που ξαστοχά τις τέχνες της περασμένης ζωής, ξαστοχά και την ίδια τη ζωή, πού  ναι καμωμένη από τον κάματο των ανθρώπων και τα μεράκια τους. Η ιστορία που γράφεται στα χαρτιά και τη διαβάζουνε στα σχολειά είναι ένα τίποτα μπροστά σε τούτο τον καθημερινό ίδρο που χύσαν οι ανθρώποι πάνω στα σύνεργα και τα υλικά της δουλειάς τους για να γεμίσουνε τον κόσμο ομορφιές και πλούτη. Καθένας με το δικό του, άλλος στον πάγκο του μαραγκού, άλλος στο αμόνι ή στον τροχό, με το σφυρί, με το δοξάρι, πλήθυνε την κληρονομιά του ανθρώπου, ωφελήθηκε και ο ίδιος κι ωφέλησε περισσότερο από τον κάθε άγριο μαχαιρά που ξοδιάζει χωρίς να σοδιάζει και τρώει τον κόπο του αλλουνού. Γι΄ αυτό που μιλώ μονάχα για τις τέχνες και τα σύνεργα των περαζούμενων, μου φαίνεται πως γυρίζω πίσω και τους πετυχαίνω απάνω στη ζωή τους και μπαίνω μέσα στην ψυχή τους όπως καμιά ιστορία του πολέμου δε θα μ΄ έμπαζε. Σε τούτο θέλω να σύρω και τον αναγνώστη μου κι ας μη μου πιάσει κάκητα, γιατί είναι καλός ο σκοπός μου».

Θέλω να πιστεύω, Οδυσσέα, ότι αυτές οι γραμμές συναντώνται με τις διαθέσεις σου και σε τοποθετούν σε μια  μακρά σειρά ανθρώπων οι οποίοι αναζήτησαν στα χνάρια του χθες  την αισιοδοξία για τη μελλοντική πορεία του ανθρώπου, μια αισιοδοξία που βασίζεται στην πεποίθηση – Ομηρική κληρονομιά – πως η Ιθάκη είναι μια ανοιχτή δυνατότητα στη δημιουργική ανθρώπινη φύση και στην άγρυπνη συνείδηση.

 

Γιώργος Τασσιάς

Φιλόλογος

Read Full Post »

Στα χνάρια του χθες – Οδυσσέας Κουμαδωράκης


 

Μετά την επιτυχημένη έκδοση «Άργος το Πολυδίψιον» ο Φιλόλογος – Συγγραφέας Οδυσσέας Κουμαδωράκης, μας παραδίδει άλλο ένα πόνημά του, με τίτλο «Στα χνάρια του χθες». Το βιβλίο αυτό έρχεται  να  προστεθεί  και  να  εμπλουτίσει την ήδη σημαντική σειρά των ερευνητικών βιβλίων των εκδόσεων « Εκ προοιμίου».

 

Στα χνάρια του χθες

 

Οι ιστορικές αναδρομές, που φτάνουν καμιά φορά μέχρι την αρχαία μυθολογία, και η εικόνα μιας κοινωνίας φτωχής αλλά υπερήφανης, με αρκετά λαογραφικά, οικονομικά και άλλα στοιχεία συνθέτουν το πνευματικό προϊόν μιας επίπονης και δημιουργικής αναζήτησης τριών χρόνων. Κάθε παραδοσιακό επάγγελμα έχει την ιστορία του και πολλά μαζί διαμορφώνουν τον ιστό της κοινωνίας μιας παλιότερης εποχής, όπου τα τεχνολογικά δεδομένα και το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων ήταν χαμηλού επιπέδου. Αυτό είναι το αντικείμενο του βιβλίου.

Το βιβλίο πλαισιώνεται με δεκάδες φωτογραφίες που τεκμηριώνουν την περιγραφή των επαγγελμάτων και των εθιμικών παραδόσεων στα κείμενα του συγγραφέα.

Τα όποια ιδιάζοντα τοπικά πολύμορφα στοιχεία, βιώματα και εμπειρίες εθνοχαρακτηριστικών της περιοχής, ίσως να αποτελέσουν μελλοντικά αντικείμενο έρευνας για ιστορικούς και λαογράφους και να ενταχθούν στα εθνικά εθιμικά στερεότυπα.

Στην εξαντλητική συγγραφική περιπλάνηση αυτού του έργου, βήμα προς βήμα ο συγγραφέας, τινάζοντας απαλά – σχεδόν θωπευτικά – τη σκόνη του παρελθόντος, σαν εικαστικός καλλιτέχνης, αναδύει λησμονημένες στιγμές μικροϊστορίας, θέλοντας να ανασυνθέσει τη συλλογική μας μνήμη, μέσα από μια συμβολική περιπλάνηση στο χρόνο και την ιστορία μας.

Με έναν γλαφυρό, ρέοντα λόγο, μας μεταφέρει σε άλλες εποχές, που  παραμένουν σιωπηλές σε κάποια κρυμμένη πτυχή της ψυχής μας.

 

 « Οι άνθρωποι ήταν αυ­τάρ­κεις και ο­λι­γαρ­κείς. Δεν ανα­ζη­τού­σαν την ευ­η­με­ρί­α στα πολ­λά, αλλά πε­ριο­ρί­ζο­νταν στα α­πα­ραί­τη­τα. Την έν­νοια της ευ­η­με­ρί­ας δεν τη γνώ­ρι­ζαν. Κληρονομούσαν οι α­γρό­τες α­πό τους πα­τε­ρά­δες τους τρό­πους καλ­λιέρ­γειας της γης, οι τεχνίτες τη μα­στο­ριά, οι γυ­ναί­κες τη νοι­κο­κυ­ρο­σύ­νη, κλη­ρο­νο­μού­σαν και δια­τη­ρού­σαν με ευλά­βεια τα λα­ϊ­κά έ­θι­μα και συ­γκε­κρι­μέ­νους τρό­πους συ­μπε­ρι­φο­ράς. Οι ξω­μά­χοι δού­λευαν σκλη­ρά με πρω­τό­γο­νους σχεδόν τρό­πους να κά­μουν τη γη να καρ­πί­σει. Στα κα­κο­τρά­χα­λα και ά­γο­να μέ­ρη ξε­λι­θά­ρι­ζαν, έχτιζαν ξερολιθιές, έ­τρι­βαν την πέ­τρα να την κά­μουν χώ­μα. Δεν ήξεραν α­πό ω­ρά­ρια. Νύ­χτα ξε­κι­νού­σαν και νύ­χτα ε­πέ­στρε­φαν στο φτω­χι­κό τους, «ά­στρι μ’ άστρι». Το ί­διο και οι μα­στό­ροι, οι χτί­στες και οι πε­τρά­δες. Το ίδιο κι άλ­λοι τε­χνί­τες κι επαγγελ­μα­τί­ες. Δε γνώ­ρι­ζαν τι ση­μαί­νει ο­χτά­ω­ρο…».

 

Και λίγο πιο κάτω μας θυμίζει σκληρές αλήθειες που ίσως σήμερα μονάχα κάποιοι υπερήλικες τις έχουν φυλαγμένες στις αναμνήσεις τους. Κι όταν αυτές ζωντανεύουν, φέρνουν μια πίκρα στο στόμα, ίδια με του ψιλοκομμένου ταμπάκου.

 

« Κά­πο­τε οι γο­νείς α­γω­νιού­σαν μην τους πε­θά­νει κα­νέ­να παι­δί α­πό την πεί­να – ι­δί­ως την κατοχή – και κοί­τα­ζαν να δώ­σουν κα­νέ­να κο­ρί­τσι σε πλου­σιό­σπι­το στην κο­ντι­νή πό­λη σαν ψυχο­κό­ρη, που έ­κα­νε ό­λες τις δου­λειές και την εί­χα­νε δου­λά­κι. Πολ­λά α­γό­ρια στην Αρ­γο­λί­δα βό­σκα­νε κο­πά­δια με α­μοι­βή το φα­γη­τό τους κι έ­να μι­κρό συμ­βο­λι­κό χαρ­τζι­λί­κι στο τέ­λος της χρο­νιάς. Στην κα­το­χή έ­να Αρ­γει­τά­κι σα­λα­γού­σε ό­λη τη μέ­ρα το μου­λά­ρι με το τυφλο­πά­νι στο μα­γκα­νο­πή­γα­δο με α­μοι­βή έ­να βρα­στό α­βγό και μια φε­τού­λα ψω­μί. Αυ­τά ή­τα­νε τα «κο­πέ­λια», οι υ­πη­ρέ­τες ή δου­λά­κια, κά­τι α­νά­λο­γο με τους φα­μέγιους στην Κρή­τη».

 

Το βιβλίο (522 σελίδες) αποτελείται από 14 θεματικές ενότητες. Για να διευ­κο­λυν­θεί ο αναγνώ­στης, πα­ρα­τί­θε­ται στο τέ­λος αλ­φα­βη­τι­κό ευ­ρε­τή­ριο «πραγ­μά­των» και ιστορικών ή μυθικών προσώπων, ό­που μπο­ρεί εύ­κολα να α­να­ζη­τή­σει το α­ντι­κεί­με­νο που τον εν­δια­φέ­ρει.

Το βιβλίο «Στα χνάρια του χθες» θα το βρείτε σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία. Η κεντρική διάθεση γίνεται από τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου» στο Άργος  (τηλ. 27510  20419).

 

Read Full Post »

Παρουσιάστηκε η νέα ποιητική συλλογή του Σπύρου Κ. Καραμούντζου «Ηλίανθοι»


 

 

Στην κατάμεστη από κόσμο, φίλους της ποίησης και συμπατριώτες, θεατρική αίθουσα του Μπουσουλοπούλειου Γυμνασίου στο Άργος, παρουσιάστηκε το Σάββατο 22-5-2010 η νέα ποιητική συλλογή του Σπύρου Κ. Καραμούντζου «Ηλίανθοι» από τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου». Πρόκειται για το έκτο έργο που παρουσιάζει τιμώντας τα τοπικά γράμματα και εμπλουτίζοντας τα εθνικά με μια βιωματική οπτική που την χαρακτηρίζει η αμεσότητα, το συναίσθημα και η αγάπη για την φύση και τον τόπο του.

 

 

Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε πως ο Σπ. Καραμούντζος ανήκει στην ομάδα των «ντόπιων λογοτεχνών- ποιητών» και γι’ αυτό η γενέτειρά του η Καρυά αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία στην ποίησή του. Η πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Αλκυόνες» εκδίδεται το 2000 και ακολουθούν τα «Δοξαρίσματα» (2006) και τα «Φυλλοβολήματα – Τετράστιχα» το 2008. Με τη συλλογή αυτή αρχίζει να καταγράφεται πληρέστερα ο νατουραλισμός ως πηγή έμπνευσης αλλά και ως ψυχική διάθεση τάση που θα παγιωθεί αργότερα με τα υπόλοιπα έργα.

 

Ο ποιητής Σπύρος Κ. Καραμούντζος

 

Εικόνες του αγροτικού βίου και πρόσωπα αποτελούν τις εναλλασσόμενες διαστάσεις όπου αρθρώνει τον ποιητικό του λόγο κινούμενος σε γνώριμους χώρους του βιώματος και της εμπειρίας. Ο λόγος του καταγράφει και αναδεικνύει περισσότερο παρά συμβολίζει τις εσωτερικές διαστάσεις του κόσμου του: αξίες, δράσεις, τόπους, διαδρομές. «Τιμές και λούλουδα πολλά/στα ροζιασμένα χέρια/που με κρατούσαν απαλά/με σήκωναν στ’αστέρια» (Ροζιασμένα χέρια, 2006). Συνεχίζει την προσπάθειά του με την έκδοση το ίδιο έτος (2006) της συλλογής «Δροσοσταλίδες – Χάικου», ενώ το 2007 παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα πεζογραφική δουλειά με τίτλο «Λόγια Καρυάς» όπου συνδυάζει λαογραφική καταγραφή και ιστορική έρευνα.

 

Η Κατερίνα Ψυχογιού στην παρουσίαση.

 

Η τελευταία ποιητική συλλογή με τίτλο «Ηλίανθοι» επαναφέρει τον ποιητή Καραμούντζο σε γνώριμες αποχρώσεις του ποιητικού λόγου και δρόμους όπου φύση και αξίες ενός κόσμου που γνωρίζει πολύ καλά συνδυάζονται με τρόπο απλό, κατανοητό, αφτιασίδωτο. Η ρομαντική του διάθεση συναντά τον νατουραλισμό και διαμορφώνουν μαζί πίνακες μιας συμβολικής ζωγραφικής : «Του ήλιου σπόρια έσπειραν/στους γόνιμους κήπους/ και στο λευκό χαρτί/σ’αράδες./ Τα πότισαν, τα σκάλισαν/με υπομονήκαι τέχνη/κι είδαν τα φύτρα με χυμούς/της ποίησης το λόγο/ν’αναζητούν ολημερίς/στον ουρανό το λόγο».

 

Ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Διογένης Μαλτέζος

 

Στη ρομαντική αυτή διάθεση και τον ποιητικό συναισθηματισμό αναφέρθηκε ο πρώτος βασικός ομιλητής που παρουσίασε τη συλλογή ο κ. Διογένης Μαλτέζος, ενώ ο δεύτερος ομιλητής, Μυτιληνιός φιλόλογος Γιάννης Χατζιβασιλείου ανέλυσε περισσότερο τα γλωσσολογικά στοιχεία της ποίησης του Σπ. Καραμούντζου. Προλόγισε το έργο ο Πρόεδρος του Συλλόγου Καριωτών «Αρτεμίσιο» κ. Κ. Τρίχας.

 

Ο Νικόλας Ταρατόρης και η Βασιλική Πιπέρου - Λάμπα της Αργολικής Πολιτιστικής Πρότασης

 

Ο Νικόλας Ταρατόρης και η Βασιλική Πιπέρου – Λάμπα της Αργολικής Πολιτιστικής Πρότασης ανέλαβαν με εξαιρετική επιτυχία τη δραματοποίηση μέρους της συλλογής, ενώ η Κατερίνα Ψυχογιού είχε την επιμέλεια της παρουσίασης. Την επιμέλεια της βραδιάς  είχε η εταιρεία επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων ALPHA LINE.

 

Ο ποιητής Σπύρος Κ. Καραμούντζος

 

Παρόντες ο Δήμαρχος Άργους κ. Β. Μπούρης, ο Αντιδήμαρχος κ. Γ. Αναγνώστου μιας και η ΔΗΚΕΠΑ συνδιοργάνωσε την εκδήλωση, δημοτικοί σύμβουλοι, ο κ. Δ. Καμπόσος, ο κ. Κ. Τσούρνος και όλα τα ΜΜΕ της Αργολίδας. Επίσης παρόντες ο κ. Π. Ουλής των εκδόσεων «Εκ Προοιμίου» και ο κ. Α. Τσάγκος της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης, εμψυχωτές της έκδοσης, πράγμα που ανέφερε πολλές φορές ο κ. Καραμούντζος. Η βραδιά συνεχίστηκε στον αύλειο χώρο της αίθουσας όπου το κρασί που προσφερόταν φρόντισε να οργανώσει μια χαρούμενη συνάντηση με κεφάτες συζητήσεις.

 

Read Full Post »

Ο Ιωάννης Κ. Κοφινιώτης και η Ιστορία του Άργους


  

Ένα νέο βιβλίο από τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου», με τίτλο « Ο Ιωάννης Κ. Κοφινιώτης και η «Ιστορία του Άργους».  Βιογραφικά – γύρω από την έκδοση – συλλογή άρθρων του. Αργείοι λόγιοι και ιστορική μνήμη», έρχεται να προστεθεί στη βιβλιογραφία του Άργους. Το περιεχόμενο του βιβλίου είναι το αποτέλεσμα της ερευνητικής δουλειάς του δικηγόρου – ιστορικού Βασίλη Δωροβίνη  και στόχο έχει να διαλευκάνει τον τρόπο και τις συνθήκες  συγγραφής της «Ιστορίας του Άργους» αφ ενός και αφετέρου να ρίξει φως στη ζωή, την προσωπικότητα και το συνολικό έργο του συγγραφέα.

 

Ιστορία του Άργους από των Αρχαιοτάτων Χρόνων Μέρχις Ημών. 

 

Το έτος 1892,  ο φιλόλογος Ιωάννης Κοφινιώτης, παρέδιδε στον Αργειακὸ λαὸ την ιστορία του. Το έργο αυτό αποτελούσε και αποτελεί σημαντική πρόδρομη εργασία για την  ιστορία και τοπογραφία του αρχαίου Άργους. Κι΄ αυτό ακριβώς μαρτυρά την ευθύνη και τον μόχθο του Ιωάννη Κοφινιώτη, να συγγράψει μία τεκμηριωμένη αλλά και γλαφυρή λεπτομερή ιστορία της πόλης.

«Πέραν τοῦ Ἄργους οὐδὲν δεικνύει τὸ ἱστορικὸν τηλεσκόπιον. Ἐκ τῆς μεγαλοπρεποῦς ἀκροπόλεως τοῦ ἀγλαοθρόνου Δαναοῦ ἀνέτειλεν ἡ Ἠώς τοῦ πολιτισμοῦ καὶ περεσκευάσθη ἡ κολυμβήθρα, ἐν ᾗ ἐτελέσθη τὸ μυστήριον τῆς ἀπαλλαγῆς καὶ ἀπολυτρώσεως τῆς ἀνθρωπότητας ἐκ τοῦ σκότους τῆς ἀμαθίας καὶ  τοῦ πρότερον ἀγροίκου βίου». Με αυτὴν την μεστὴ πρόταση μάς εισάγει στην ιστορία του ὁ σπουδαίος αυτός δάσκαλος.

Η «Ιστορία του Άργους από των Αρχαιοτάτων Χρόνων Μέρχις Ημών», το σπουδαίο αυτό  βιβλίο  επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου» το 2008,  όπως ακριβώς κατετέθη στην Ελληνική γραμματολογία από τον συγγραφέα του, πριν από 116 χρόνια.

Όμως ο αναγνώστης του βιβλίου σε κάποια στιγμή νοιώθει μετέωρος αφού ανακαλύπτει ότι μόνο μέχρι τους χρόνους της Ρωμαϊκής κατοχής τον « ξεναγεί» ο συγγραφέας.  Σαφώς και γνωρίζει ότι πρόκειται για τον Α΄τόμο. Το αίσθημα όμως του κενού και της έλλειψης της συνέχειας υπάρχει. Τι έγινε; Τι συνέβη; Πότε θα εκδοθεί ο Β΄τόμος; Αλλά και ερωτήματα σχετικά με τον συγγραφέα αναφύονται στην πορεία. Ποιος ήταν ο Κοφινιώτης; Τι τελικά γνωρίζουμε γι’ αυτόν;

 

Ο Ιωάννης Κ. Κοφινιώτης και η «Ιστορία του Άργους».

 

Αυτή η ανάγκη απαντήσεων λοιπόν, οδήγησε τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου» στη συγγραφή και έκδοση ενός «επίτομου πονήματος», που βάζει τα πράγματα στην θέση τους, αλλά και στην επέκταση του σε ορισμένους άλλους Αργείους λογίους, εν πολλοίς ξεχασμένους σήμερα, ορισμένους με ακτινοβολία όσο έζησαν, πέρα από το Άργος, που συνέβαλαν ώστε να κρατηθεί ζωντανά η ιστορική μνήμη της πόλης.  

Οδήγησε στην συγγραφή και  έκδοση του βιβλίου,  Ο Ιωάννης Κ. Κοφινιώτης και η «Ιστορία του Άργους».  Βιογραφικά – γύρω από την έκδοση – συλλογή άρθρων του.  Αργείοι λόγιοι και ιστορική μνήμη, από τον ερευνητή της ιστορίας και  διακεκριμένο δικηγόρο, Βασίλη Δωροβίνη.

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου αναλύεται  το ιστορικό της γραφής της Ιστορίας του Άργους από τον Κοφινιώτη, ενώ στο  τέλος  παρατίθεται  παράρτημα  με κείμενα προδρομικά της «Ιστορίας», εργογραφία  του  Κοφινιώτη  και  τις  θέσεις  του για το « γλωσσικό ζήτημα» της εποχής. Στο δεύτερο μέρος ακολουθεί μια σύντομη  μελέτη για λογίους του Άργους που, από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι και  μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ασχολήθηκαν με την ιστορία του Άργους, άλλοι ως ιστορικοί και άλλοι ως ιστοριοδίφες.

Το βιβλίο 104 σελίδων σχήματος (17 Χ 24), τιμάται 10 ευρώ και βρίσκεται σε όλα τα ενημερωμένα  βιβλιοπωλεία. Η κεντρική διάθεση γίνεται από τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου» στο Άργος  ( τηλ. 27510  20419 ).

 

 

Read Full Post »

Κουμαδωράκης Οδυσσέας (1952 – 5 Αυγούστου 2022)


 

Οδυσσέας Κουμαδωράκης

Ο Οδυσσέας Κουμαδωράκης γεννήθηκε στη Σαρακήνα Χα­νίων το 1952, αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κισάμου και σπούδασε φιλολογία στην  Αθήνα. Από το 1977 ζούσε και δίδασκε  στο Άργος. Ήταν νυμφευμένος με τη φιλόλογο Καίτη Γεώργα. Ως φιλόλογος εργάστηκε στο 4ο Γυμνάσιο Άργους· οι μαθητές του τον θυμούνται με θαυμασμό για τις γνώσεις και την κατάρτισή του αλλά κυρίως για τη συμπεριφορά και το ήθος του.

Οι γυμνασιακές και πανεπιστημιακές του σπουδές συνέπεσαν με την περίοδο της δικτατορίας, γι’ αυτό και τα δύο πρώτα του βιβλία («Τα χαμένα δώρα», διηγήματα 1985, και «Ως ελαιόκαρπος», μυθιστόρημα 1986) είναι αντιστασιακού περιεχομένου.

Στη συνέχεια στράφηκε προς την παιδική και νεανική λογοτεχνία κι έγραψε τα παραμύθια: «Ο κόσμος της Καστανούλας», εκδ. Άλμα 1990, «Τα παράξενα ανθρωπάκια οι Δροσουλίτες», εκδ. Άλμα 1992, «Ο κυνηγός των μαργαριταριών», εκδ. Καστανιώτη 1996 και το ιστορικό μυθιστόρημα «Ο εξωλέστατος», εκδ. Δωρικός 1999, που αναφέρεται στη δράση και τη δολοφονία του πρωτεργάτη της Ελληνικής Επανάστασης στην Ύδρα Αντώνη Οικονόμου.

Είχε ασχοληθεί με το θέατρο και είχε γράψει την κωμωδία «Γλυκιά μου Σοφία», η παράσταση της οποίας απέσπασε ειδική διάκριση στους 8ους περιφερειακούς θεατρικούς αγώνες (2002) και το μονόπρακτο «Η συνάντηση», αδημοσίευτο.

Ακόμη, είχε γράψει το βιβλίο «Γνωριμία με το Άργος» με τους μαθητές του από αγάπη προς αυτούς και προς το Άργος, όπου ζούσε και δίδασκε από το 1977. Επανεκδόθηκε συμπληρωμένο και βελτιωμένο με τίτλο «Άργος το Πολυδίψιον», εκδόσεις Εκ Προοιμίου 2007. Το 2010 κυκλοφόρησε  το βιβλίο του  «Στα χνάρια του χθες» από τις εκδόσεις Εκ Προοιμίου.

Είχε δημοσιεύσει ενδιαφέρουσες μονογραφίες και μελέτες σε επιστημονικά και λογοτεχνικά περιοδικά της Αργολίδας.

Το 2006 τιμήθηκε από τον Σύλλογο Αργείων «Ο Δαναός» για την πνευματική και την κοινωνική του προσφορά.

Ο Οδυσσέας Κουμαδωράκης ήταν ένας μαχητής της ζωής. Έπειτα από ισχυρό εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 1997, κατάφερε και πάλι να σταθεί στα πόδια του, να επιστρέψει στις σχολικές αίθουσες και τους αγαπημένους του μαθητές και να ασχοληθεί με ιδιαίτερο ζήλο με την ιστορική έρευνα και το συγγραφικό του έργο.

Απεβίωσε το πρωί της Παρασκευής 5 Αυγούστου 2022, σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 70 ετών. Η εξόδιος ακολουθία  τελέστηκε την  Κυριακή 7 Αυγούστου στις 12 το μεσημέρι στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Άργους, όπου και ετάφη.

 

Οδυσσέας Κουμαδωράκης

 

Το μεγάλο ταξίδι του Οδυσσέα

 

Μάνα κι αν έρθουν οι φίλοι μου
κι αν έρθουν και δικοί μας.
Να μη τους πεις κι απόθανα
να τους βαροκαρδίσεις.
Στρώσε τους τάβλα να γευτούν,
κλίνη να κοιμηθούνε.
Στρώσε τους παραπέζουλα
Να βάλουν τ’ άρματά τους
Και σαν ξυπνήσουν το πρωί
και σ’ αποχαιρετούνε,
πες του τος πως απόθανα.

 

Με τούτο το ηρωικό κρητικό ριζίτικο τραγούδι θα συνοδέψουμε τον συνοδοιπόρο στις πνευματικές και κοινωνικές αναζητήσεις, τον καλό φίλο, τον αγαπητό συνάδελφο, τον καλό και αγαθό άνθρωπο, τον συνειδητά ενεργό πολίτη, τον Οδυσσέα Κουμαδωράκη, που ξεκινά αύριο Κυριακή (7-8-2022) με τις ευχές και την αγάπη όλων το μεγάλο του ταξίδι.

Ο Οδυσσέας Κουμαδωράκης, το 2017, στο χορό της Πολιτιστικής Αργολικής Πρότασης.

Απαλλαγμένος από τα δεσμά της καθημερινότητας, χωρίς να είναι πισθάγκωνα δεμένος στο μεσιανό κατάρτι, ελεύθερος να τραγουδάει στην άκρια της πλώρης, αγναντεύοντας στο βάθος να δει να του κουνάνε καλοδεχούμενα χέρια ο Γιάννης Ρηγόπουλος, ο Νικόλας Ταρατόρης, η Κατερίνα Παπαδριανού, ο Γιώργος Αντωνίου και τόσοι άλλοι που έκαναν ήδη το πέρασμα στην αιωνιότητα. Από το 1977 παρουσίαζε την Οδύσσεια στα παιδιά του σχολείου και να τώρα που ήρθε η ώρα, ίδιος ο Οδυσσέας, να ξεκινήσει για το δικό του μεγάλο ταξίδι.

Ήρεμος πάντα, με τη σοφία που του χάριζαν οι εμπειρίες της ζωής, ο Οδυσσέας Κουμαδωράκης ανήκει σ’ εκείνη την ομάδα με τους ξενοτοπίτες που στέριωσαν στην Αργολίδα, εργάστηκαν, έκαναν οικογένεια και άνοιξαν δρόμους στον πολιτισμό.

Όπως πάντα στις περιπτώσεις αυτές, δεν ξεχνάς ποτέ τον τόπο που σε γέννησε και στον οποίο μεγάλωσες. Ο Οδυσσέας δεν ξέχασε τη Σαρακήνα Χανίων, ούτε τον Κίσαμο όπου τελείωσε το Γυμνάσιο πριν έρθει στη Φιλοσοφική Αθηνών. Συχνά πήγαινε εκεί και γύριζε ανανεωμένος για να γεμίσει με τη ζωντάνια του το Άργος που αγάπησε όσο και την ιδιαίτερή του πατρίδα. Συζητούσαμε για την Κρήτη, για τα τραγούδια της, τις ομορφιές της και όλα μετατρέπονταν σε χειροπιαστή έρευνα για κάτι νέο!

Ο Οδυσσέας, εκτός από το αναγνωρισμένο για την ποιότητα εκπαιδευτικό του έργο, είχε ένα πλούσιο ερευνητικό και συγγραφικό βάζοντας στο επίκεντρο τα παιδιά και στη συνέχεια τους μαθητές του. Η έκδοση «Γνωριμία με το Άργος» είναι ίσως η καλύτερη απόδειξη της σύζευξης σχολικής κοινότητας και έρευνας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως το έργο αυτό στάθηκε, σε πανελλήνιο επίπεδο, ένας οδηγός για τις σχολικές ερευνητικές ομάδες. Η συνέχεια των εκδόσεων αποτελούν μια πλούσια παρακαταθήκη στην τοπική και εθνική λαογραφία, ιδιαίτερα με το έργο του «Στα χνάρια του χθες» (2010), ενώ είχε προηγηθεί το «Πολυδίψιον Άργος» (2007) που αποτελεί μια βελτιωμένη έρευνα της «Γνωριμίας με το Άργος» και σήμερα παραμένει ένα βιβλίο αναφοράς για την πόλη.

Σημαντικό είναι και το λογοτεχνικό έργο για παιδιά και ενήλικες: «Τα χαμένα δώρα» 1985, «Ως ελαιόκαρπος» 1986, «Ο κόσμος της Καστανούλας» 1990, «Τα παράξενα ανθρωπάκια οι Δροσουλίτες» 1992, «Ο κυνηγός των μαργαριταριών» 1996, «Ο εξωλέστατος» 1999.

Συχνά βέβαια, οι αναφορές στο πλούσιο συγγραφικό του έργο επισκιάζουν δυο άλλες σημαντικές πολιτιστικές προσφορές και δράσεις του: τη θεατρική με τη συμμετοχή του στο θίασο της Πολιτιστικής Αργολικής Πρότασης και τη συμμετοχή του στην συντακτική ομάδα της «Αργειακής Γης», ενός εκ των σημαντικότερων περιοδικών εκδόσεων, για την πόλη του Άργους και την Αργολίδα, όπως επίσης και της συμμετοχής του στον «Κύκλο της Αναγέννησης» και το περιοδικό της.

Ο Οδυσσέας Κουμαδωράκης στάθηκε από την πρώτη στιγμή ένας από τους βασικότερους υποστηρικτές για την «Πρόταση» και την «Αργειακή Γη», με επίπονα ωράρια προετοιμασίας αλλά και τη χαρά της δημιουργίας για ένα ζωντανό και ενθουσιώδες κοινό στο θέατρο, για ένα ετήσιο επιστημονικό αποτέλεσμα με την «Αργειακή Γη» αντάξιο των προσπαθειών που καταβάλαμε και της ιστορίας της πόλης του Άργους. Και στις δυο περιπτώσεις, όπως και σε όλες τις υπόλοιπες, ο Οδυσσέας ήταν η ανθρώπινη συνδετική ουσία για όλες και όλους: μειλίχιος, ευγενικός, πράος, άκακος…. Μπορούσαμε να συζητάμε, να σκεφτόμαστε, να φανταζόμαστε, να οργανώνουμε στα χαρτιά και να βρισκόμαστε ξανά στην υλοποίηση των ιδεών και στις δράσεις μας. Η αποκρουστική εικόνα του θανάτου μας λυπεί αλλά δεν μας φοβίζει. Η εικόνα μένει! Το έργο μένει! Μένουν και όσες/όσοι μπορούν και τα μνημονεύουν για να κρατούν ζωντανή της δημιουργική πνοή του Οδυσσέα για τους επόμενους. Μένει κυρίως η οικογένειά του, που έζησε τα χαρούμενα και τα δύσκολα μαζί του για να συντροφεύει τη μνήμη του στο μεγάλο αυτό ταξίδι. Όχι με λύπη, αλλά με τη χαρά της αιώνιας παρουσίας μιας ευγενικής μορφής και ενός ζεστού χαμόγελου…

Τον ακούω εξάλλου ακόμη στην άκρια της πλώρης να συνεχίζει ήρεμα το ριζίτικο τραγούδι αγναντεύοντας στο βάθος:

Στρώσε τους τάβλα να γευτούν,
κλίνη να κοιμηθούνε.
Στρώσε τους παραπέζουλα
Να βάλουν τ’ άρματά τους…

 

Γ. Κόνδης

 

Για τον Οδυσσέα Κουμαδωράκη

 

Με την οριστική αναχώρηση του Οδυσσέα φεύγει ένας από τους εναπομένοντες ελάχιστους λόγιους του Άργους.

Ένας Κρητικός που αφομοιώθηκε τόσο, όχι μόνο με την κοινωνική ζωή αλλά και με την ιστορία και τις αξίες της νεότερης ιστορίας του Άργους, όσο ολίγιστοι γηγενείς Αργείοι.

Τα δύο βασικά του έργα, για τις οδούς και τα μνημεία του Άργους, όπως και για τα παλαιά επαγγέλματα στην πόλη, διασώζουν πολύτιμα στοιχεία ακόμα και για το ευρύ κοινό.

Θα πρέπει να σημειωθεί και η επιμέλεια τελευταίων τόμων της «Αργειακής Γης», αξιόλογου εντύπου που η έκδοσή του ξεκίνησε επί Δημάρχου Νίκου Κολιγλιάτη (με άλλο τίτλο αρχικά).

Ανήσυχο πνεύμα ο Οδυσσέας, έβαλε το δικό του λίθο στην συνέχιση της πνευματικής ζωής του Άργους, σε καιρούς δύσκολους και πνευματικά άνυδρους. Αυτή η συμβολή του δεν πρόκειται να ξεχαστεί.

 

Βασίλης Κ. Δωροβίνης

 

Read Full Post »

 

 

 

 

Εκδόσεις "Εκ Προοιμίου"

Read Full Post »