Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Εκπαίδευση’

Το Παλαιό Σχολείο από την εποχή της Τουρκοκρατίας διατηρείται στην πόλη του Άργους – Προτάσεις για την ανάδειξή του


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Διαβάστε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο του κ. Χρήστου Πιτερού,  αρχαιολόγου, μέλους του Δ.Σ. Ιδρύματος Ιωάννης Καποδίστριας, πρώην αναπληρωτή Δ/ντή της Δ. ΕΠΚΑ, πτυχιούχου Κλασσικής Φιλολογίας ΕΠΚΑ, Αρχαιολογίας και Τέχνης ΑΠΘ και Επίτιμου  Προϊστάμενου αρχαιολογικών χώρων, μνημείων και αρχαιογνωστικής έρευνας  με θέμα:

«Το Παλαιό Σχολείο από την εποχή της Τουρκοκρατίας διατηρείται στην πόλη του Άργους – Προτάσεις για την ανάδειξή του».

 

Το παλαιό σχολείο του Άργους της ύστερης Τουρκοκρατίας, που λειτούργησε και κατά την Ελληνική Επανάσταση, αλλά και κατά την Καποδιστριακή περίοδο, όπως διαπιστώσαμε μετά από διεξοδική έρευνα, διατηρείται ως κατοικία. Πρόκειται για το μόνο προεπαναστατικό σπίτι, από την μέχρι τώρα έρευνα, που διατηρείται στην πόλη του Άργους.

Ως γνωστόν το προεπαναστατικό σχολείο[1] του Άργους άρχισε να λειτουργεί γύρω στα 1798 με την φροντίδα του Δημογέροντα και Βεκίλη στην Κωνσταντινούπολη Νικόλαου Περρούκα[2] και αρχικά λειτούργησε στην Ιερά Μονή της Παναγίας Κατακρυμμένης. Στο σχολείο αυτό δίδαξαν σημαντικοί διδάσκαλοι της εποχής και διευθυντής διατέλεσε ο σοφολογιώτατος διδάσκαλος Ησαΐας Καλαράς από το Αγιονόρι. Στο σχολείο αυτό φοίτησε και ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός.

Η άποψη ότι στην Παναγία Κατακρυμμένη λειτουργούσε «κρυφό σχολείο» σύμφωνα με την εντοιχισμένη επιγραφή, είναι εσφαλμένη:[3] «Εντάυθα το έτος 1798 συνεστήθη και ελειτούργει Ελληνικό κρυφό/σχολείο, εις τούτο εφοίτησε και ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο υψώσας τη σημαία της Επανάστασεως του 1821».

Η λέξη «κρυφό» πρέπει να απαλειφθεί, όπως έχουμε ήδη επισημάνει. Η μεταγενέστερη αυτή άποψη δεν γίνεται δεκτή από την επιστημονική ιστορική έρευνα. Λίγα χρόνια αργότερα στα 1804-1805, όπως προκύπτει από τη σχετική αλληλογραφία, για το σχολείο αυτό στα 1834-1836 που δημοσίευσε ο Κ. Δανούσης,[4] το σχολείο μεταφέρθηκε στην πόλη του Άργους, στον τουρκικό Μπεκίρ-μαχαλά, αμέσως νοτιότερα της προϋπάρχουσας μικρής εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής, στη θέση της οποίας άρχισε να κτίζεται κατά την Ελληνική Επανάσταση ο Αγιάννης[5] (εικ.1) και στεγάστηκε σε οικία-μετόχι της Παναγίας Κατακρυμμένης, που δώρισε η μητέρα του Ιωάννη Χούρδη-Χούτρη.[6]

 

Εικ. 1: Αεροφωτογραφία του Αγιάννη, περιβάλλοντος χώρου, και το προεπαναστατικό επαναστατικό, καποδιστριακό σχολείο Άργους. αρ.1.

 

Όπως είναι γνωστό τα προεπαναστατικά σχολεία συνήθως λειτουργούσαν στους υπάρχοντες χώρους των εκκλησιών. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Αλέξης Τότσικας, «Σκέτο από γιουβέτσι – Από τον κατάλογο του καθηγητή στο ημερολόγιο του μαθητή»


 

Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις  Gutenberg το νέο βιβλίο του  Φιλολόγου  – Συγγραφέα και συνεργάτη της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης, Αλέξη Τότσικα με τίτλο «Σκέτο από γιουβέτσι – Από τον κατάλογο του καθηγητή στο ημερολόγιο του μαθητή».

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα 311 σελίδων στο οποίο εξιστορείται η ζωή ενός μαθητή από τα παιδικά του χρόνια,  ο οποίος με όπλο του την αυτοπειθαρχία και την επιμονή κατάφερε να γίνει καθηγητής, να μελετήσει τα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών και να εφαρμόσει στην πράξη σύγχρονες εκπαιδευτικές πρακτικές με στόχο την πολύπλευρη ανάπτυξη του μαθητή στο ελληνικό σχολείο.

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την καθημερινή και οικεία προς τον αναγνώστη γλώσσα, έτσι ώστε η πλοκή της ιστορίας και το σκηνικό όπου εκτυλίσσεται να διαβάζεται με άνεση και να κατασταλάζει μέσα του.

 

Ένα παιδί γεννήθηκε σ’ ένα φτωχό ορεινό χωριό την εποχή που η Ελλάδα έβγαινε από το Β’ παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο. Παιδί μιας γενιάς που πέτυχε το μεταπολεμικό ελληνικό οικονομικό θαύμα. Με ρυθμούς οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης που μετέτρεψαν μια ερειπωμένη και διαλυμένη χώρα σε σύγχρονη Ελλάδα.

 

«…Αρχές 10ετίας 1950. Η εποχή που άρχισε το «ελληνικό οικονομικό θαύμα». Η εντυπωσιακή οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη μεταξύ του 1950 και του 1973 με ρυθμούς αύξησης του εθνικού εισοδήματος 6%-7% ετησίως, δηλαδή τους υψηλότερους στον κόσμο μετά την Ιαπωνία. Τότε που σε μια ερειπωμένη και διαλυμένη χώρα έγινε σε ελάχιστο χρόνο ένα οικονομικό θαύμα, που προκάλεσε τον διεθνή θαυμασμό. Σ’ ένα ημιορεινό χωριό της Πελοποννήσου γεννιέται ένα αγόρι, ο Ανέστης. Το χωριό σε μια προσήνεμη πλαγιά με υψόμετρο  700 μέτρα, 20 χιλιόμετρα μακριά από την κοντινή πόλη, αλλά φτωχό. Άνυδρο τοπίο, άγονο έδαφος σπαρμένο με μικρούς θάμνους, κυρίως πουρνάρια. Οι πέτρες περισσότερες από το χώμα. Οι άνθρωποι του χωριού ζούσαν σε δύσκολες συνθήκες. Έκοβαν με τα ξινάρια τους θάμνους με τα πουρνάρια, μάζευαν τις πέτρες και έχτιζαν ξερολιθιές στις πλαγιές, για να φτιάξουν μικρές πεζούλες για καλλιέργεια. Και τι να καλλιεργήσουν στον άνυδρο τόπο; Λίγο σιτάρι για το ψωμί της χρονιάς, λίγο κριθάρι για τροφή των ζώων, λίγα λαθούρια για τα ζωντανά τους. Η επιβίωσή τους στηριζόταν στην κτηνοτροφία. Κάθε οικογένεια ζούσε μ’ ένα μικρό κοπάδι γίδια ή πρόβατα.

     Το τρίπτυχο σπίτι για τους ανθρώπους, καλύβα για τα ζώα και μαντρί για τα γιδοπρόβατα ήταν σήμα κατατεθέν για κάθε νοικοκύρη. Μ΄αυτά πορεύονταν. Παιδιά έκαναν όσο πιο πολλά μπορούσαν, γιατί κινδύνευαν να μην έχουν παιδιά! Πολλά χάθηκαν στους πολέμους που προηγήθηκαν. Πρώτος παγκόσμιος, βαλκανικοί πόλεμοι, δεύτερος παγκόσμιος. Ιατρική περίθαλψη και κοινωνική πρόνοια άγνωστες. Ούτε γιατροί, ούτε φάρμακα. Το νοσοκομείο 4 – 5  ώρες δρόμος μακριά με κανονικές συνθήκες. Μια συνηθισμένη αρρώστια μπορούσε να στοιχίσει τη ζωή ενός παιδιού. Μια επιδημία να ξεκληρίσει ολόκληρο το χωριό…

 

Σκέτο από γιουβέτσι – Από τον κατάλογο του καθηγητή στο ημερολόγιο του μαθητή

 

     Τα πρώτα χρόνια με τα παιδιά μικρά ήταν δύσκολα. Ο πατέρας με τα μουλάρια στο χωράφι και η μάνα με τα παιδιά στα πρόβατα. Το μεγαλύτερο παιδί το κρατούσε από το χέρι. Το δεύτερο το κουβαλούσε στη νάκα και το τρίτο το είχε στην κοιλιά. Το μωρό το θήλαζε. Έπαιρνε μαζί της ένα μπρίκι και λίγο ρύζι ή τραχανά για το φαγητό του μεγαλύτερου παιδιού. Όταν πεινούσε, άναβε φωτιά με ξύλα στο βουνό, ζέσταινε νερό στο μπρίκι και του έφτιαχνε μια σούπα χωρίς λάδι. Έτρωγε εκείνο, με ό,τι περίσσευε χόρταινε κι εκείνη και ήταν όλοι ευχαριστημένοι. Όταν παλεύει ο άνθρωπος για την επιβίωση είναι ολιγαρκής. Και όλα είναι νόστιμα. Αρκεί να μην πεθάνει ο ίδιος και τα παιδιά του από την πείνα! (περισσότερα…)

Read Full Post »

Ο θεσμός των σχολείων «πίστης» (Faith Schools) στο εκπαιδευτικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου – Οργάνωση, προγράμματα σπουδών και αξιολόγηση  της πρότασης ένταξης του θεσμού στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα – Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών – Θεολογική Σχολή. Θεοδώρα – Κωνσταντίνα Παπαδημητρίου.


 

Δημοσιεύουμε στις «Πανεπιστημιακές Εργασίες», μια ενδιαφέρουσα Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία της Αργείας Θεολόγου κας Θεοδώρας – Κωνσταντίνας Παπαδημητρίου με θέμα: 

«Ο θεσμός των σχολείων «πίστης» (Faith Schools) στο εκπαιδευτικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου – Οργάνωση, προγράμματα σπουδών και αξιολόγηση  της πρότασης ένταξης του θεσμού στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα».

Η εργασία ασχολείται με τις προθέσεις και κυρίως τις επιλογές της ηγεσίας, πολιτικής και εκκλησιαστικής, και την εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόσθηκε στα Σχολεία Πίστης του Ηνωμένου Βασιλείου. Ερευνά όχι μόνο το θεωρητικό πλαίσιο λειτουργίας τους, αλλά αποτυπώνει επιπλέον τις απόψεις, τις στάσεις και τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής, των ηγετικών προσωπικοτήτων των θρησκευτικών κοινοτήτων και της Πολιτείας που ενεπλάκησαν στη διαμόρφωση αυτής. Απαραίτητη κρίθηκε η διερεύνηση και άλλων παραγόντων όπως η θρησκευτική ταυτότητα του κάθε σχολείου πίστης, η περιοχή στην οποία δραστηριοποιείται όπως και οι απόψεις που έχουν δημοσιευτεί στον Βρετανικό τύπο για τα ενεργά σχολεία πίστης.

 

Μπροστά στις κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές και εκπαιδευτικές αλλαγές και μετεξελίξεις, ο σημερινός άνθρωπος οφείλει να καλλιεργεί την ευελιξία και την προσαρμοστικότητά του, ώστε να καθίσταται ικανός να αντιμετωπίσει τις ποικίλες προκλήσεις και τα καινούργια δεδομένα. Στον τομέα της πρωτοβάθμιας αλλά και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, έχει γίνει αντιληπτή η απαίτηση επαγρύπνησης και επικαιροποίησης των γνώσεων, ικανοτήτων, δεξιοτήτων και ο ρόλος της σχολικής εκπαίδευσης κρίνεται σήμερα ως καταλυτικός.  Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μαθητές που για διαφόρους λόγους αντιμετωπίζουν κοινωνική περιθωριοποίηση, στιγματισμό, δυσκολίες στη φοίτηση, δυσμενείς βιοτικές συνθήκες και οικονομική ένδεια, έχουν βρεθεί στο περιθώριο με αποτέλεσμα την ελλιπή φοίτηση ή την οριστική διακοπή των σπουδών τους.

Η Εκκλησιαστική εκπαίδευση είναι ένα ιστορικό αλλά ταυτόχρονα ζωντανό μέρος της εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Έχοντας ιστορία άνω των δύο αιώνων και δεδομένης της επικράτησης της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας στον ελλαδικό χώρο, η Εκκλησιαστική εκπαίδευση έπαιξε ρόλο στην εκπαίδευση των Ελλήνων, άλλοτε σημαντικό και άλλοτε ελλειμματικό. Η πολιτική ηγεσία αλλά και η εκκλησιαστική ηγεσία, σηματοδότησαν την πολιτική-εκκλησιαστική κατεύθυνση που ακολούθησε όλα αυτά τα χρόνια η εκπαίδευση στην Ελλάδα.

Σκοπός της έρευνας μας είναι να αποδείξει πως υπάρχει η δυνατότητα υπέρβασης των δυσχερειών και της παροχής μιας ουσιαστικής ευκαιρίας στην προσωπική, κοινωνική και εκπαιδευτική αναβάθμιση των μαθητών που δίνεται μέσω της ίδρυσης των Σχολείων Πίστης (Faith Schools) στην Ελλάδα. Τα Σχολεία Πίστης εντάσσονται στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς ένας από τους βασικούς σκοπούς τους είναι η αντιμετώπιση της κοινωνικής συνοχής.  Αντικείμενο αυτής της μεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της λειτουργίας των σχολείων πίστης μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου. Μέσω της μελέτης του τρόπου οργάνωσης, της αποτελεσματικότητάς τους ως προς την απόκτηση γνώσεων, δεξιοτήτων, ικανοτήτων και των προγραμμάτων σπουδών θα οδηγηθώ στην αξιολόγηση της πρότασης ένταξης αυτού του θεσμού στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

 

Faith Schools

 

Πιο συγκεκριμένα, η παρούσα εργασία ασχολείται με τις προθέσεις και κυρίως τις επιλογές της ηγεσίας, πολιτικής και εκκλησιαστικής, και την εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόσθηκε στα Σχολεία Πίστης του Ηνωμένου Βασιλείου. Ερευνά όχι μόνο το θεωρητικό πλαίσιο λειτουργίας τους, αλλά αποτυπώνει επιπλέον τις απόψεις, τις στάσεις και τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής, των ηγετικών προσωπικοτήτων των θρησκευτικών κοινοτήτων και της Πολιτείας που ενεπλάκησαν στη διαμόρφωση αυτής. Για την εκπλήρωση του σκοπού μου, απαραίτητη κρίθηκε η διερεύνηση και άλλων παραγόντων όπως η θρησκευτική ταυτότητα του κάθε σχολείου πίστης, η περιοχή στην οποία δραστηριοποιείται όπως και οι απόψεις που έχουν δημοσιευτεί στον Βρετανικό τύπο για τα ενεργά σχολεία πίστης. (περισσότερα…)

Read Full Post »

«Τα Γραμματοσχολεία στην Επαρχία Ερμιονίδας» (Θερμήσι – Ηλιόκαστρο – Κοιλάδα – Πορτοχέλι – Φούρνοι)


 

Με τον παραπάνω τίτλο κυκλοφόρησε το δέκατο και τελευταίο βιβλίο της σειράς «Η εκπαίδευση στην Ερμιονίδα κατά την πρώτη 100/ετία του Ελεύθερου Ελληνικού Κράτους (1829 – 1929)». Στο βιβλίο αυτό, που οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αναζητήσουν στη βιβλιοθήκη Κρανιδίου και στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη, περιγράφεται η σύσταση των πέντε Γραμματοσχολείων που λειτούργησαν στην επαρχία Ερμιονίδας.

Τα Γραμματοσχολεία στην Επαρχία Ερμιονίδας

Μετά από μια δεκαετή κοπιώδη ερευνητική προσπάθεια σε πρωτογενείς πηγές, βιβλιογραφικές αναφορές και νεώτερα τεκμήρια κατορθώσαμε να καταγράψουμε την Ιστορία της Εκπαίδευσης της επαρχίας Ερμιονίδας, μιας εξαιρετικά ταραγμένης 100/ετίας για τη Χώρα και την Εκπαίδευσή της.

Ταυτόχρονα, όμως, με την παρουσίαση του εκπαιδευτικού χάρτη της επαρχίας μας προβλήθηκαν και πολλά στοιχεία της Ιστορίας και της Λαογραφίας καθώς και του κοινωνιογράμματος του τόπου. Τα ανωτέρω συμπληρώθηκαν με τις προσωπικές απόψεις της γέννησης και της εξελικτικής πορείας γεγονότων, καταστάσεων, ιδεών και κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας εκείνων των χρόνων. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Το «Νέο» 5/τάξιο Μικτό Σχολείο Ερμιόνης


 

Ήδη από τη δεύτερη 10/ετία του 20ου αιώνα το διδακτήριο του Σχολείου Αρρένων (Καποδιστριακό) ήταν φανερό πως δεν επαρκούσε να καλύψει τις ανάγκες των διακοσίων (200) μαθητών, κατά μέσο όρο, που φοιτούσαν σ’ αυτό. Για τον λόγο αυτό είχε επεκταθεί και στο διπλανό κτήριο στους «Στρατώνες», όπου στεγάζονταν συνήθως οι τάξεις Ε’ και Στ’, όταν η Δημοτική Εκπαίδευση έγινε εξαετής.

Τα γεγονότα αυτά προβλημάτιζαν έντονα το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης, το οποίο αποφάσισε στην ιστορική συνεδρίαση της 23ης Μαΐου 1913 «να παραχωρηθεί δωρεάν εις το δημόσιον, οικόπεδον εκτάσεως ενός και ημίσεως στρέμματος εκ των εν θέσει Μπίστι της πρωτευούσης του δήμου τούτου κείμενον… προς κατασκευήν εν αυτώ Δημοτικού Σχολείου Αρρένων του Δήμου μας».

Τότε ήταν Δήμαρχος ο Άγγελος Παπαβασιλείου, (πατέρας του δασκάλου Μιχαήλ Παπαβασιλείου), ενώ Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου ο Μιχαήλ Παπαμιχαήλ (Γιαταγάνας). Να σημειώσουμε πως ήταν ο τελευταίος χρόνος που η Ερμιόνη αποτέλεσε Δήμο.

Έτσι στις 16 Οκτωβρίου 1914 ενώπιον του Συμβολαιογράφου Κρανιδίου Γεωργίου Μπόλμπου παρουσιάστηκαν ως μάρτυρες ο Πρόεδρος της Κοινότητας (πλέον) Ερμιόνης Ευάγγελος Παπαμιχαήλ (ο κυρ Άγγελος ο φαρμακοποιός) και ο οικονομικός έφορος Ερμιονίδας Δημήτριος Πετρίδης και συντάχθηκε η υπ’ αρ. 398 «πράξις δωρεάς» με την οποία «αμετακλήτως» παραχωρείται από την Κοινότητα Ερμιόνης προς το Δημόσιο «εν γήπεδον εκτάσεως ενός και ημίσεως στρέμματος κείμενον εν θέσει Μπίστι… συνορευόμενον γύρωθεν με Γυμναστήριον της Κοινότητος και οικόπεδα αυτής έτερα…».

Επειδή, όμως, οι εργασίες ανέγερσης του διδακτηρίου καθυστερούσαν και ήδη είχε παρέλθει 4/ετία από την παραχώρηση του οικοπέδου, το Κοινοτικό Συμβούλιο Ερμιόνης συνήλθε σε συνεδρίαση στις 2 Νοεμβρίου 1917, με πρόεδρο τον Μιχάλη Δεληγιάννη «και αποφαίνεται παμψηφεί»:

Παρακαλεί την Κυβέρνηση όπως διατάξει την ταχεία ανέγερση του 4/τάξιου Δημοτικού Σχολείου Αρρένων Ερμιόνης στο «παραχωρηθέν» οικόπεδο. Ψηφίζει δε πίστωση τριών χιλιάδων (3.000) δραχμών από το αποθεματικό κεφάλαιο του προϋπολογισμού της Κοινότητας ως συνεισφορά της προς το Δημόσιο με σκοπό την ανέγερση του διδακτηρίου.

 

Το «Νέο» 5/τάξιο Μικτό Σχολείο Ερμιόνης

 

Το 1920, με Υπουργό Παιδείας τον Θρασύβουλο Ζαΐμη ξεκίνησαν οι εργασίες για τη δημιουργία του νέου διδακτηρίου. Το έργο κατασκευής του 4/ταξίου Σχολείου, καθώς φαίνεται σε σχετικά έγγραφα με ημερομηνία 31 Μαρτίου 1921 και 29 Μαΐου 1923, το ανέλαβε ο εργολάβος Γεώργιος Σκρεπετός. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Το Σύγγρειο Σχολείο Θηλέων Ερμιόνης (Συγγρού)


 

Το σχολείο Θηλέων στα τέλη του 19ου αιώνα και τα πρώτα χρόνια της νέας 10ετίας του 20ου αιώνα στεγαζόταν, καθώς φαίνεται, σε δημοτικό κτήριο που βρισκόταν στην ίδια θέση όπου στη συνέχεια οικοδομήθηκε το Σχολείο του Συγγρού για να στεγαστεί εκεί, από το έτος 1904, το Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Ερμιόνης.

Η απόφαση της κατασκευής του πάρθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1900 από το Εποπτικό Συμβούλιο του Νομού Αργολίδας, το οποίο στην 37η πράξη του §2 αναφέρει προς τον Υπουργό επί των Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως να ενεργήσουν για την κατασκευή διδακτηρίου στην Ερμιόνη γιατί «το υπάρχον δημοτικόν διδακτήριον του Σχολείου Θηλέων όπερ κείται εν θέσει καταληφθησομένη υπό του νέου διδακτηρίου, δεν δύναται να μετασκευασθή ούτως ώστε να επαρκέση εις τας ανάγκας του 2/ταξίου Σχολείου Θηλέων».[1]

Μετά την έκδοση δύο υπουργικών αποφάσεων για τη διενέργεια των μειοδοτικών δημοπρασιών που δημοσιεύτηκαν η πρώτη (υπ’ αρ. 19605/24-10-1900) στο Φ.Ε.Κ. 331/28 Οκτωβρίου 1900 και κατέστη άγονη, η δε δεύτερη (υπ’ αρ. 23373/4-12-1900) στο Φ.Ε.Κ. 385/8 Δεκεμβρίου 1900 επί υπουργίας Σ. Στάη. Τα κείμενα και των δύο δημοπρασιών είναι ακριβώς τα ίδια και αποτελούνται από 6 άρθρα. Η δεύτερη δημοπρασία, όπως και η πρώτη, «διενεργήθη» στο Ναύπλιο από 12-14 Ιανουαρίου. Την άνοιξη του ίδιου έτους ξεκίνησαν οι εργασίες οικοδόμησης του διδακτηρίου σύμφωνα με τα σχέδια του Δημητρίου Καλλία (1859-1939) μηχανικού του Υπουργείου των Εσωτερικών.

 

Σχολείο Θηλέων Ερμιόνης. Σήμερα στο σχολείο στεγάζεται το Πνευματικό Κέντρο Ερμιόνης.

 

Ο Δημ. Καλλίας με καταγωγή από τη Χαλκίδα μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή των Τεχνών, όπως ονομαζόταν τότε το σημερινό Πολυτεχνείο, ως πολιτικός μηχανικός συνέχισε τις σπουδές του στη Γάνδη του Βελγίου και επηρεασμένος από το γερμανικό νεοκλασικισμό σχεδίασε τέσσερις (4) τύπους διδακτηρίων (Τ/Α΄6/τάξιο, Τ/Β΄4/τάξιο, Τ/Γ΄2/τάξιο, Τ/Δ΄ μονοτάξιο) ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Το «Καποδιστριακό» Σχολείο Αρρένων Ερμιόνης


 

Ένα από τα σπουδαιότερα ζητήματα της απρόσκοπτης λειτουργίας της εκπαίδευσης κατά την καποδιστριακή περίοδο ήταν και η αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών, που πολλές φορές αποτελούσαν τροχοπέδη στη σύσταση και λειτουργία των αλληλοδιδακτικών σχολείων.

Στην επαρχία του Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα) οι δημογέροντες και πρόκριτοι των τριών δήμων Κρανιδίου, Διδύμου και Ερμιόνης, υπέβαλαν εγγράφως το σχετικό με τη στέγαση των σχολείων αίτημα στον «Γραμματέα των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως», Νικόλαο Χρυσόγελο. Επιπλέον, ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός πως αρκετοί κάτοικοι και των τριών δήμων στήριζαν την προσπάθεια αυτή με ποικίλους τρόπους.

Στο Κρανίδι οι εργασίες οικοδόμησης νέου διδακτηρίου για τη στέγαση της «Αλληλοδιδακτικής Σχολής» ξεκίνησαν κατά το διάστημα Αυγούστου – Οκτωβρίου 1829 και ολοκληρώθηκαν στις αρχές Φεβρουαρίου 1830, ενώ εκκρεμούσε η διαρρύθμιση του εσωτερικού χώρου.[1] Έτσι ένα νέο διδακτήριο δημιουργήθηκε στο Κρανίδι που αριθμούσε τότε τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιους δεκατρείς (4.813) κατοίκους με οκτακόσιες εξήντα τρεις (863) οικογένειες.

Στο Δίδυμο για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών της Ελληνοαλληλοδιδακτικής Σχολής εκδήλωσε ενδιαφέρον η τοπική δημογεροντία. Με έγγραφό της τον Οκτώβριο του 1829 ζητούσε από τον Έκτακτο Επίτροπο Αργολίδας Κωνσταντίνο Ράδο να παραχωρηθεί για τον σκοπό αυτό «το ευρισκόμενον εις το χωρίον… οσπίτιον εθνικόν ως απερριμένον και παρ’ ουδενός περιποιούμενον κινδυνεύει μετ’ ολίγον να εξοντωθεί». Μέχρι τότε χρησίμευε ως αποθήκη για τη συγκέντρωση των καρπών από τους ενοικιαστές αυτού.[2]

Με το υπ’ αριθμ. 3744/25 Οκτωβρίου 1829 έγγραφο του Έκτακτου Επιτρόπου προς την κυβέρνηση για την παραχώρηση της οικίας, ο Κυβερνήτης παραχώρησε το εθνικό οίκημα που ζητήθηκε «κείμενον εν τω χωρίω άνευ τινός χρήσεως δια να χρησιμεύσει ως σχολείον ελληνοαλληλοδιδακτικόν προς εκπαίδευσιν των τέκνων των», όπως ανέφερε ο επίτροπος.[3]

Κοκκώνης Π. Ιωάννης (1795 Καστρί Κυνουρίας -1864). Το 1836 διορίστηκε διευθυντής του Διδασκαλείου και επιθεωρητής των διδακτικών ιδρυμάτων της Πελοποννήσου.

Αργότερα, τον Οκτώβριο του 1830, ο Γενικός Επιθεωρητής των Δημοτικών Σχολείων Πελοποννήσου Ιωάννης Κοκκώνης ανέφερε στην έκθεσή του ότι το οίκημα αυτό, «είναι αρκετόν εις τους εντοπίους μαθητάς»,[4] καθώς παρά το μικρό μέγεθος είχε χωρητικότητα πενήντα (50) μαθητών.

Στην Ερμιόνη τη στέγαση της Αλληλοδιδακτικής Σχολής ανέλαβε, μετά από πρόταση των εφόρων, η τοπική δημογεροντία που με το υπ’ αριθμ. 40/19 Δεκεμβρίου 1829 έγγραφό της γνωστοποίησε προς τον Κυβερνήτη της Ελλάδας ότι «εν τη κωμοπόλει ταύτη ευρίσκεται εν οίκημα του Οθωμανού Αλή Μπαρδουνιώτη[5] και είναι εις κατάστασιν να χρησιμεύση εις την υπηρεσίαν αυτήν, αν η Αυτού Εξοχότης ευαρεστηθή και διατάξη δια του ανήκοντος να μας δοθή».

Οι Δημογέροντες

Λογοθέτης Ράδος

Α. Μπουκουβάλας

Μάλιστα, συνοδευτικά με το έγγραφο υπήρχε και κατάσταση τριάντα οκτώ (38) πολιτών της Ερμιόνης που «κατέβαλεν έκαστος κατά την δύναμίν του» τον οβολό του. Έτσι, συγκεντρώθηκαν αρχικά, χίλια οκτακόσια τριάντα πέντε (1.835) γρόσια. Την προθυμία των κατοίκων της Ερμιόνης «να ανεγείρωσιν εν τη εαυτών» σχολή τόνιζε με την υπ’ αριθμ. 4306/21 Δεκεμβρίου 1829 αναφορά του ο έκτακτος Επίτροπος Αργολίδας Κωνσταντίνος Ράδος «Προς την επί της Παιδείας και των Εκκλησιαστικών Γραμματείαν της Κυβερνήσεως».

Είκοσι πέντε ημέρες αργότερα η Δημογεροντία της Ερμιόνης με το υπ’ αριθμ. 55/13 Ιανουαρίου έγγραφό της και αφού προηγουμένως ενημερώθηκε με το υπ’ αριθμ. 4432 έγγραφο του επιτρόπου, ευχαριστεί την Αυτού Εξοχότητα, τον Κυβερνήτη, ο οποίος «εδέχθη ευαρέστως την αίτησιν και παραχωρεί χάριν της νεολαίας μας το εθνικόν οσπίτιον του Αλή Μπαρδουνιώτη δια να μας χρησιμεύση ως σχολείον Αλληλοδιδακτικόν».[6]

 

Το «Καποδιστριακό» Σχολείο Αρρένων Ερμιόνης. Το Καποδιστριακό Σχολείο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν το σπίτι του Αλή Μπουρδουνιώτη. Στα χρόνια του Καποδίστρια και συγκεκριμένα το 1831 μετατράπηκε σε σχολικό κτίριο με προσφορές των κατοίκων της Ερμιόνης. Στέγασε για πάνω από 100 χρόνια το δημοτικό σχολείο της πόλης μας.

 

Για άγνωστους λόγους η οικία αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε άμεσα ως σχολείο, αλλά, καθώς φαίνεται, κατεδαφίστηκε και στη θέση της ξεκίνησε η ανέγερση του διδακτηρίου «εκ θεμελίων».[7] (περισσότερα…)

Read Full Post »

Ο Θωμάς Φλαγγίνης και η Φλαγγίνειος Σχολή


 

Προσωπογραφία του Θωμά Φλαγγίνη (ελαιογραφία, 17ος αι.). Βενετία, Ελληνικό Ινστιτούτο.

Ο Θωμάς Φλαγγίνης ήταν γιος του Κερκυραίου Απόστολου Αυλωνίτη και της Μαρί­ας Φλαγγίνη, θυγατέρας του Βικέντιου Φλαγγίνη, από την Κύπρο. Γεννήθηκε στη Βενε­τία το 1578. Ο πατέρας του Θωμά Φλαγγίνη ήταν επί­λεκτο μέλος της Ελληνικής Κοινότητας της Βενετίας, πέθανε όμως πολύ νέος, και το μικρό Θωμά τον μεγά­λωσε η μητέρα του Μαρία και ο θείος του Βενέδικτος Φλαγγίνης. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο, από μικρός, υιοθέτησε το επώ­νυμο Φλαγγίνης. Τα πρώτα γράμματά του τα έμαθε στη Βενετία, για να συνεχίσει τις σπουδές του στο περίφημο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, ένα από τα παλιότερα Πανεπιστήμια της Ιταλίας, που είχε αναδειχθεί, ήδη από τον 15° αιώνα, σε σημαντική εστία της Ευρωπαϊκής Παιδείας, και συνέρρεαν σ’ αυτό σπου­δαστές από όλο τον κόσμο. Ανάμεσα σ’ αυτούς αρκετοί Έλληνες, οι οποίοι, στη συνέχεια, μεταλαμπάδευαν τα φώτα της Ευρώπης σε όλα τα μέρη του Αλύτρωτου Ελληνισμού.

Ο Θωμάς Φλαγγίνης αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, από το οποίο ανακηρύχθηκε διδάκτωρ του κανονικού δικαίου, και επέστρεψε στη Βενετία, όπου άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Παράλληλα όμως ανέπτυξε αξιόλογη εμπορική δραστηρι­ότητα στη Σμύρνη και στην Κύπρο, η οποία του εξασφάλισε σημαντική περιουσία. Από τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του στη Βενετία, δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κοινά και εκλέγεται δυο φορές Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας. Διατηρεί στενές σχέσεις με λογίους της εποχής, αποκτά πλούσια βιβλιοθήκη που υποδηλώνει την αγά­πη του για τα γράμματα· από αυτήν υποκινούμενος καταβάλλει ιδιαίτερες προσπάθειες για την ενίσχυση Σχολείων, μέσα και έξω από τη Βενετία, με κορύφωση τη Φλαγγίνειο Σχολή της Βενετίας, που αποτελεί και τη μεγάλη προσφορά του προς τον Ελληνισμό της Ιταλίας και προς το υπόδουλο Γένος. Η προσφορά του αναγνωρίστηκε από όλους, όπως αυτό φαίνεται και από το ελληνικό επιτύμβιο προς τιμή του, που σώθηκε στη βιβλιοθήκη του Ληξουρίου της Κεφαλλονιάς:

 

«Θωμά Φλαγγίνη τω Κερκυραίω, ορθοδόξω και ανδρί Φιλογενεστάτω,

οι των Ελλήνων εν Βενετία τύμβον τουτί κατέθεντο».

 

Αψευδής μάρτυρας του ενδιαφέροντος για τα κοινά και της αγάπης για τα γράμ­ματα, η διαθήκη του. Διαθέτει για το σκο­πό αυτό το ¼ της τεράστιας περιουσίας του· οραματίζεται να συμβάλει, με την ίδρυση της Σχολής, στη μόρφωση Ελλήνων νέων, οι οποίοι θα μπορούν, μετά την αποφοίτησή τους από τη Σχολή, να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, να ανέλθουν στα ανώτατα εκκλησιαστικά αξιώματα και να συμβάλουν στην ανάσταση του Γένους, που ήταν πόθος διακαής όλων των Ελλή­νων, διακηρυγμένος από τις πρώτες μέρες της άλωσης της Πόλης.

 

H Γέφυρα των Ελλήνων με τη Δύση – το Κολλέγιο Φλαγγίνη. Αναμνηστική Σειρά Γραμματοσήμων από τα EΛTA. Τυπώθηκε τον Οκτώβριο του 2015.
Από αριστερά, Προσωπογραφία του Θωμά Φλαγγίνη (ελαιογραφία, 17ος αι.) – Η Παναγία «Κυρία του Κολλεγίου Φλαγγίνη» (χαρακτικό, τέλη 18ου αι.) – Κολλέγιο Φλαγγίνη (λεπτομέρεια από χαρακτικό του Domenico Lovisa, 18ος αι.) – Το σήμα του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας.

 

Το όραμα αυτό του Φλαγγίνη αρχίζει να γίνεται πραγματικότητα, το 1665, με την έναρξη της λειτουργίας της Σχολής, στο κτίριο δίπλα ακριβώς από την Εκ­κλησία του Αγίου Γεωργίου. Στη Σχολή του Φλαγγίνη εισάγονταν νέοι ηλικίας 12-16 ετών, με δυνατότητα συνέχισης των σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Αυτή τη δυνατότητα παρείχε το γεγονός ότι στη Σχολή διδάσκονταν τα απαραίτητα μαθήματα, όπως ήταν τα ανθρωπιστικά γράμματα, η ρητορι­κή, η φιλοσοφία, η λογική, η θεολογία, η γεωγραφία και τα μαθηματικά. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Κεντρικό Σχολείο Αίγινας (1830)


 

Η Γ’ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων στην Τροιζήνα, το 1827, εξέλεξε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδας, με ομόφωνο ψήφισμά της.

Ιωάννης Καποδίστριας, Λιθογραφία, ΑΒ ΕΒ Venezia. Lit. Deye.

Ο Iωάννης Καποδίστριας φθάνει στην Αίγινα, προσωρινή πρωτεύουσα του νέου Ελληνικού Κράτους, και ορκίζεται, το Γενάρη του 1828, στο Μητροπολιτικό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αιγίνης, Κυβερνή­της της Ελλάδας. Απευθύνει, από την πρώτη στιγμή, προσκλητήριο προς όλους τους Έλληνες, στον κοινό αγώνα για τη σωτηρία της πατρίδας, την οποία βρήκε σε χα­ώδη κατάσταση. Επιλέγει, κατά περίπτωση, τα πιο κατάλληλα πρόσωπα, επικοινωνεί με πλούσιους Έλληνες ομογενείς τους οποίους είχε γνωρίσει ως υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, και ζητάει τη βοήθειά τους για να βγάλει τη χώρα από τα ερείπια. Καταβάλλει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να επουλώσει πληγές αγιάτρευτες σε βασικούς τομείς της δημόσιας ζωής, με επίκεντρο την οικονομία, τη δημόσια διοίκηση και την Παιδεία.

Ποτισμένος, ήδη από τα χρόνια που βρισκόταν στη Ρωσία, με τις διακηρύξεις του Ευ­ρωπαϊκού Διαφωτισμού, για ελευθερία και ανεξαρτησία των λαών, για κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ατόμων, ανάμεσα στα οποία και το δικαίωμα στη μόρφωση, είχε θέσει ως βασικό σκοπό της ζωής του να βρει τρόπους «για το φωτισμό και τη μόρφωση των δυστυχισμένων Ελλήνων» που θα έφερνε την πολυπόθητη Εθνική μας Ανεξαρτησία. Με βάση αυτές τις αρχές ήλθε στην Ελλάδα, όπου βρήκε την Παιδεία διαλυμένη, σχεδόν ανύ­παρκτη, αφού δεν υπήρχε ούτε ένα Κεντρικό Σχολείο στο οποίο να εκπαιδεύονται νέοι άξιοι για να διδάξουν, στη συνέχεια, σε όλες τις πόλεις και στα χωριά.

Προσωπογραφία του Άνθιμου Γαζή. Ελαιογραφία σε μουσαμά του Αυγούστου Πικαρέλλη. Συλλογή προσωπογραφιών Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.

Η ιδέα για την ίδρυση ενός τέτοιου Κεντρικού Σχο­λείου κυριαρχούσε ήδη από το 1824, όταν το Βουλευ­τικό υιοθέτησε πρόταση Επιτροπής που είχε συσταθεί υπό τον Άνθιμο Γαζή, και έκρινε να ιδρυθεί «ένα πρό­τυπο διδασκαλείο» στο Άργος, που θα είναι η πηγή της Ελληνικής Παιδείας, και «όπου η νεολαία θέλει πορίζεσθαι τας αρχάς των κοινωνικών αρετών». Όσο όμως διαρκούσε η Επανάσταση, κάτω μάλιστα από τις δυσμενείς συνθήκες που συνεχιζόταν η εξέλιξή της, δεν κατέστη δυνατή η ίδρυση ενός τέτοιου Σχολείου, χωρίς όμως το θέμα αυτό να ξεχασθεί από εκείνους που είχαν πρωτοστατήσει στην ίδρυσή του.

Με την άφιξη του Καποδίστρια στην Αίγινα, αναλαμβάνεται μια εργώδης προσπάθεια στον τομέα της Παιδείας. Δημιουργείται Υπουργείο με τον τίτλο «Επί των Εκκλησια­στικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως Γραμματεία», που είχε την ευθύνη για τα Εκκλησιαστικά και Εκπαιδευτικά θέματα. Επιστρατεύονται άνθρωποι με λαμπρές σπου­δές στο Εξωτερικό, για να στελεχώσουν τις διάφορες Επιτροπές επιλογής βιβλίων για τα υπό ίδρυση Ελληνικά Σχολεία, και συγκροτείται η «Επί της Προπαιδείας Επιτροπή», εποπτευόμενη από τον Κερκυραίο λόγιο Ανδρέα Μουστοξύδη, με πλούσια δραστηριό­τητα στην Ιταλία και στα Επτάνησα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Πανεπιστήμιο Πάδοβας – Η Alma Mater του νέου Ελληνισμού


 

Ακόμη και πριν από την Άλωση, Έλληνες και Κύπριοι φοιτητές ξεκίνησαν να πηγαίνουν στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Προπύργιο του Ουμανισμού και της Αναγέννησης, το πανεπιστήμιο εξελίχθηκε σε σπουδαίο κέντρο ελληνικών σπουδών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση. Τη δεκαετία του 1940 φιλοτεχνήθηκαν οι προσωπογραφίες σαράντα σπουδαστών του από άλλες χώρες, που διακρίθηκαν σε πολιτικά αξιώματα της πατρίδας τους. Ανάμεσά τους, τρεις Έλληνες.

 

Πάδοβα, Παδούη και Πατάβιον είναι τα διάφορα ονόματα με τα οποία τίμησαν οι νεότεροι Έλληνες την Alma Mater του υπόδουλου ελληνικού έθνους. Μετέβαιναν εκεί επί σειρά αιώνων για να σπουδάσουν τα ελληνικά γράμ­ματα, για να σπουδάσουν επίσης την ιατρική, τη νομική και τις φυσικές επιστή­μες της εποχής.

Πρόκειται για το δεύτερο αρχαιότερο πανεπιστήμιο της Ιταλίας. Ιδρύθηκε το 1222 και ετοιμάζεται να εορτάσει σε λίγο τα 800 χρόνια του. Συγκαταλέγεται μέχρι σήμερα στα πιο φημισμένα ακαδημαϊκά ιδρύματα της Ευρώπης. Στους αιώνες του Ουμανισμού και της Αναγέννησης, λόγω και των στενών δεσμών του ελληνισμού με τη Βενετία, το Πανεπιστήμιο της Πάδοβας έμελλε να εξελιχθεί σε φημισμένο κέντρο ελληνικών σπουδών. Συνέβαλε καθοριστικά στη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση, αναδείχθηκε σε κύριο πυλώνα της ιταλικής Αναγέννησης. Έγινε επίσης το πανεπιστήμιο στο οποίο φοίτησαν εκατοντάδες Ελληνόπουλα, από την αρχή περίπου του 15ου έως τα μέσα του 19ου αιώνα. Οι Έλληνες και οι Κύ­πριοι φοιτητές ξεκίνησαν να έρχονται εδώ πριν από την Άλωση της Πόλης. Στη συ­νέχεια έφθαναν στην Πάδοβα νέοι από όλες τις βενετοκρατούμενες περιοχές του ελληνικού χώρου, αργότερα και από τις τουρκοκρατούμενες.

 

Παλάτσο Μπο, Πανεπιστήμιο της Πάντοβας, γύρω στο 1780.

 

Σε διάρκεια τεσσάρων και πλέον αιώνων, το παταβινό ίδρυμα στάθηκε η τροφός και η θετή μητέρα των υποδούλων. Ο προσήκων χαρακτηρισμός για το λαμπρό Πανεπιστήμιο είναι γνωστός στους ειδικούς. Διατυπώνεται ρητά στο πρόσφατο βιβλίο του Άγγλου ιστορικού David Brewer: «Στην Πάντοβα, όπου λειτουργού­σε πανεπιστήμιο από το 1222, διάσημο για τις ιατρικές και φιλοσοφικές σπουδές του, ιδρύθηκε έδρα ελληνικών το 1463. Η Πάντοβα έχει αποκληθεί η alma mater όλου του υπόδουλου ελληνικού έθνους» (Ελλάδα 1453-1821. Οι άγνωστοι αιώνες, Πατάκη, 2018, σ. 170). (περισσότερα…)

Read Full Post »

Older Posts »