Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ιερός Ναός Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας Άργους’

Η μάχη στο Άργος (24 Απριλίου 1821) με τον Κεχαγιάμπεη, η εμπλοκή στη Μονή Κατακεκρυμμένης και ο Παπαρσένης Κρέστας – Ιωάννης Αγγ. Ησαΐας


 

Ιστορική συνοπτική αφήγηση της μάχης και των συναφών γεγονότων

 

Στις 24 Απριλίου 1821 ο Κεχαγιάμπεης Μουσταφάς ερχόμενος από την Ήπειρο στάλθηκε στο Άργος και στρατοπέδευσε στο Κουτσοπόδι, για να πο­λιορκήσει το φρούριο του Άργους και να καταλάβει την πόλη. Τότε, οι κάτοικοι της πόλεως την 25η Απριλίου 1821, για να σωθούν, κατέφυγαν πίσω από την Ακρόπολη του Άργους, άλλοι στη θέση των Μύλων του Κεφαλαρίου και ο με­γαλύτερος αριθμός των αδυνάτων Ελλήνων στα δύσβατα μέρη με τους βάλτους της περιοχής και έτσι σώθηκαν [1]. Ο ακαταπόνητος Παπαρσένης ή Παπα-Αρσένιος [2] Κρέστας με Κρανιδιώτες, Ερμιονίτες, Σπετσιώτες και Αργείους θέλησε να αναχαιτίσει τον Κεχαγιάμπεη στο φράγμα του ποταμού Ξηριά ή Ξεριά [3]. Το φράγμα δεν άντεξε την ορμητικότητα των Τουρκαλβανών του Κεχαγιάμπεη και οι Έλληνες τράπηκαν σε φυγή, καταφεύγοντας στα γύρω υψώματα [4].

Χουρσίτ πασάς, λιθογραφία του Bouvier.

Στην μάχη αυτή παρά τον χείμαρρο Ξεριά, σώμα Σπετσιωτών πολεμιστών με αρχηγό τον γιό της Μπουμπουλίνας Γιάννο Γιάννουζα, αντιστάθηκε στις δύο και πλέον χιλιάδες Οθωμανούς με επικεφαλής τον Βελή-μπέη, απεσταλμένο τότε του Χουρσίτ πασά της Τρίπολης, με εντολή την εκκαθάριση της Αργολίδας και των γύρω περιοχών από τους επαναστατημένους Έλληνες. Η μάχη ήταν δύσκολη και επικίνδυνη. Εκεί, έπεσε ως αληθινός ήρωας ο γιός της Μπουμπουλίνας, που όρμησε πεζός πάνω στον έφιππο Βελή-μπέη, τον έριξε κάτω από το άλογό του και τον τραυμάτισε με το σπαθί του θανάσιμα. Εχθρική όμως, σφαίρα εκείνη τη στιγμή, τον κτύπησε και έπεσε νεκρός [5].

Ένα τμήμα Αργείων κατέφυγε στο Μοναστήρι της Μονής Κατακεκρυμμένης [6] πλησίον του Άργους, μαζί με τον Παπαρσένη τον πολέμαρχο της πολιορκίας Ναυπλίου και τον Δημ. Τσώκρη. Ο Παπα-Αρσένιος, αν και ήταν επικηρυγμένος από τον Κεχαγιάμπεη, διέσχισε ξιφήρης με οκτώ παλληκάρια του το στρατόπεδο των εχθρών τη νύκτα, χωρίς να γίνει αντιληπτός και σώθηκε από την άλλη πλευρά του Μοναστηριού. Οι άοπλοι, όμως, επειδή δεν μπορούσαν να αντιδράσουν, υπετάγησαν στον Κεχαγιά, που τους χάρισε αμνηστεία [7]. Κατόπιν, ο Κεχαγιάμπεης πήγε ανενόχλητος στο Ναύπλιο και, αφού ενίσχυσε τη φρουρά με 300 άνδρες και εφόδιασε αυτή με τροφές, έλυσε την πολιορ­κία της πόλεως από τους Έλληνες για δεύτερη φορά και ανέβηκε στην Τρίπολη [8].

 

Επιβεβαίωση των συμβάντων στο Άργος και τη Μονή Κατακε­κρυμμένης από τις ιστορικές πηγές και μαρτυρίες

 

Το Ναύπλιο με τα κάστρα του, ήταν μια σπουδαία και σημαντική πόλη στην Αργολίδα για του Τούρκους και η πολιορκία από τους Έλληνες ήταν αφόρητη χωρίς να αποκλείεται να καταληφθεί κάποια στιγμή από τις Ελληνικές δυνάμεις. Από την άλλη μεριά στην Τρίπολη οι εξελίξεις δεν και τόσο καλές για τους Τούρκους. Μπροστά σ’ αυτή τη διαμορφωμένη κατάσταση έσπευσε να βοηθήσει ο Κεχαγιάμπεης και να διαλύσει τις απρόβλεπτες δυσκολίες του κεντρικής έδρας του Πασά της Πελοποννήσου στην Τρίπολη, εκεί όπου είχαν συγκεντρωθεί και αποκλειστεί οι σπουδαιότεροι παράγοντες των Τούρκων. Έτσι λοιπόν, έφθασε και στρατοπέδευσε στις 24 Απριλίου 1821 στο Κουτσοπόδι Άργους ο Κεχαγιάμπεης, με σκοπό να προχωρήσει προς τα ορεινά της Τριπόλεως. Εκεί πληροφορήθηκε ότι στα πρόθυρα του Άργους είχαν στήσει ενέδρα, οχυρωμένοι πίσω από το προφυλακτήριο τείχος του χειμάρρου Ξηριά ή Ξεριά, Ελληνικές δυνάμεις με ένοπλους Αργείους και Κρανιδιώτες υπό τη διοίκηση του Παπαρσένη Κρέστα και του γιου τής Μπουμπουλίνας, για να εμποδίσουν την πορεία του προς την Τρίπολη. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ταχύτατα και δημιούργησαν μια νέα κατάσταση.

Παπαρσένιος Κρέστας. Οπλαρχηγός του Κρανιδίου.

Ο Αμβρόσιος Φραντζής αναφέρει ότι ο Κεχαγιάμπεης απέστειλε διαταγές στους παρευρισκόμενους κατοίκους του Άργους και τους ζητούσε υποταγή και ευπείθεια αποθέτοντας τα όπλα, υποσχόμενος όχι μόνο αμνηστία αλλά και επωφελή πράγματα γι’ αυτούς. Οι Έλληνες παρότι βρίσκονταν σε δυσχερή θέση, δεν δείλιασαν και κατέλαβαν κάποιες αμυντικές θέσεις για να αντιμετωπίσουν το Οθωμανι­κό στράτευμα. Ο Παπαρσένης με τα 80 παλικάρια του ταμπουρώθηκαν στη Μονή Κατακεκρυμμένης πάνω από το Άργος. Μετά την επίθεση του Κεχαγιάμπεη, τα τέσερα στρατιωτικά τμήματα διεσκορπίστηκαν και υπέστησαν μεγάλα πλήγματα, ενώ ο Παπα-Αρσένιος ο Κρανιδιώτης μαζί με τα 80 άτομα την 29η Απριλίου ξέφυγαν, και κατά τον Α. Φραντζή «την αυτήν νύκτα ξιφήρεις εδραπέτευσαν έμπροσθεν από 4.000 περίπου Οθωμανούς» από το Μοναστήρι [9].

Σε άλλο σημείο προγενεστέρως ο Φραντζής σημειώνει για την προετοιμασία της άμυνας του Παπαρσένη στον Ξηριά: «Στρατολογήσαντες δε…(συναθροίστηκαν) 600 περίπου Κρανιδιώται, Καστρίται (Ερμιόνιοι) και τινες εξ όλων των κωμών του Κάτω Ναχαγέ, επί κεφαλής…έχοντες τον ατρόμητον Παπα-Αρσένιον Κρανιδιώτην…» [10].

Ο Ιωάννης Φιλήμων σημειώνει ότι οι Αργείοι με Κρανιδιώτες υπό τον Πα­παρσένη Κρέστα και Σπετσιώτες στις 25 Απριλίου τοποθετήθηκαν πίσω από το χαμηλό τείχο του χειμάρρου Ξηριά για να αντιμετωπίσουν τις ορδές των Οθω­μανών του Κεχαγιάμπεη. Μόλις πλησίασε ο Κεχαγιάς διαίρεσε τον στρατό σε τρία τμήματα, δύο με τους ιππείς και ένα με πεζούς. «Κατά της ορμής των πε­ζών ανθείξαν οι Έλληνες, διαπρέψαντος του Κρέστα». Οι άλλοι οπισθοχώρησαν και διαλύθηκαν. Ένα μέρος των οπλοφόρων μετά του Κρέστα εκλείσθησαν στη Μονή Κατακεκρυμμένης. «Νυκτός δε γενομένης, ο μεν Κρέστας μετά των περί αυτόν εξήλθε επιτηδείως, φυγών εις την Λερναίαν λίμνην» [11].

Ο Νικόλαος Σπηλιάδης τονίζει ότι μετά την εισβολή του Κεχαγιάμπεη στο Άργος, «Ο Παπαρσένιος φεύγων ωσαύτως ανέβη εις το Μοναστήριον. Οι δε Τούρκοι τους επολιόρκησαν». Μετά την επίθεση των Οθωμανών και τον όλεθρο «ο Παπαρσένιος έφυγε την νύκτα με οκτώ παλικάρια από το Μοναστήριον, και εσώθησαν από το άλλο μέρος, όθεν δεν υπήρχον Τούρκοι» [12].

Ο Σπυρίδων Τρικούπης πρωθυπουργός και ιστοριογράφος της Ελληνικής Επανάστασης, γράφει ότι οι Έλληνες βιάστηκαν να αντιμετωπίσουν τον Κεχα­γιάμπεη στον Ξηριά του Άργους, υπέστησαν μεγάλα πλήγματα από τους ιππείς του, που κύκλωσαν κάποιες στρατιωτικές ομάδες των Ελλήνων. Τότε σκότωσαν αρκετούς Έλληνες και μαζί μ’ αυτούς τον γιο της Μπουμπουλίνας. Κάποιοι από τους Έλληνες είχαν καταφύγει στη Μονή Κατακεκρυμμένης Άργους, όπου αντιστάθηκαν τρεις ημέρες. Ένας από τους έγκλειστους ήταν και «ο Κρανιδιώτης Παπα-Αρσένιος, ανήρ πλήρης ζήλου και τόλμης, όστις, παρευρεθείς εν τη, προλαβούση, μάχη, κατά το τείχος, τόσον διέπρεψεν, ώστε ο Κεχαγιάς επαναλαβών τας προτάσεις του, επέμενε να εξαιρεθεί μόνος αυτός της γενικής αμνηστείας». Ο Παπαρσένης, όταν είδε ότι ήταν αδύνατο να αντέξουν οι έγκλειστοι τη δίψα «…την νύκτα εξήλθε της μονής ξιφήρης, διέσχισε τους πέριξ εχθρούς και διεσώθη αβλαβής εις τους μύλους (Λέρνης)». [13]

Δημήτριος Τσόκρης

Δημήτριος Τσόκρης

Ο Διονύσιος Κόκκινος, Ο Ακαδημαϊκός, ιστορικός και συγγραφέας αναφέρει ότι, μόλις πληροφορήθηκαν οι πολιορκούντες το Ναύπλιο Έλληνες την προσέγγιση του Κεχαγιάμπεη στο Άργος εγκατέλειψαν την πολιορκία και έτρεξαν να βοηθήσουν. Τότε, ο Τσώκρης με 600 Αργείους κατέλαβε τις υπεράνω του Άργους θέσεις της Μονής Κατακεκρυμμένης, ο Αρχιμανδρίτης Αρσένιος με τους Κρανιδιώτες και ο Γιάννος Γιάννουζας με τους Σπετσιώτες κατέλαβαν μία αντιπλημμυρική μάνδρα του χειμάρρου Ξηριά, για να αποκρούσουν τον εχθρό. Ο Τούρκος στρατηγός ανέπτυξε το στράτευμα με το πεζικό στο κέντρο και το ιππικό στα δύο άκρα, και επιτέθηκε. Η μάχη έγινε στήθος με στήθος και μέσα σ’ αυτήν την αναστάτωση σκοτώθηκε ο γιος της Μπουμπουλίνας Γιάννουζας. Πολλά γυναικόπαιδα και η ομάδα του Αρχιμανδρίτη Παπαρσένη κλείστηκαν στη Μονή Κατακεκρυμμένης. Μερικοί Κρανιδιώτες και Ερμιονίτες ένοπλοι κράτησαν την άμυνα της Μονής τρεις ημέρες. Ο Κεχαγιάμπεης πρότεινε δελεαστικούς όρους για την παράδοση της Μονής, αλλά απαίτησε την παράδοση του Παπαρσένη, γιατί τού είχε προκαλέσει μεγάλη φθορά στη μάχη του Ξηριά. Ο γενναίος Αρχιμανδρίτης την ίδια νύκτα, με ολίγους άνδρες μαζί του διέφυγε με το σπαθί στο χέρι δια μέσου των γραμμών των πολιορκούντων και πήγε στους Μύλους. [14]

Ο Μιχαήλ Οικονόμου από τη Δημητσάνα (ειδικός Γραμματέας του Θ. Κολοκοτρώνη) στα «Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας σημειώνει ότι ο Κεχαγιάμπεης έφθασε στο Άργος την 27η Απριλίου και στην πόλη εκείνη συνάντησε κάποια αντίσταση στο χείμαρρο Ξηριά ή Πανίτσα, «παρά την κοίτην του οποίου εις την υπώρεια υπήρχε τοίχος (τείχος) προς εμπόδιον της εν πολυομβρίαις πλημμύρας αυ­τού…». Όπισθεν του τείχους στάθηκαν να πολεμήσουν οι αγωνιζόμενοι Έλληνες (Αργείοι, Κρανιδιώτες, Ερμιονίτες και άλλοι), αλλά οι εχθρικές δυνάμεις τούς διέλυσαν, φόνευσαν πολλούς και σκότωσαν τον γιο της Μπουμπουλίνας. Ο Κεχαγιάμπεης, τη μόνη δυσκολία, που αντιμετώπισε ήταν στους οχυρωμένους αγωνιστές στη Μονή Κατακεκρυμμένης, που αντιστάθηκαν για δύο ημέρες, «εν οίς ο εκ Κρανιδίου γενναίος Παπα-Αρσένιος, όστις νυκτός εξελθών εσώθη εις Μύλους.. .». [15]

Ο Φώτιος Χρυσανθακόπουλος ή Φωτάκος, στο έργο του «Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών», γράφει για τη μάχη στο Άργος και τη δυναμική αντίσταση τού Παπαρσένη και των άλλων καπεταναίων στον χείμαρρο Ξηριά, τη διάλυση των Ελληνικών δυνάμεων και τον εγκλεισμό του Παπαρσένη στη Μονή Κατακεκρυμμένη. Σε κάποιο σημείο λέγει: «Ο Μουσταφά Κεχαγιάς μαθών, ότι ο ήρως Παπα – Αρσένης ήτο ο καπετάνιος του Κρανιδίου και ο πολιορκητής του Ναυπλίου, εν­δυνάμωσε την πολιορκίαν του μοναστηριού, και προήγγειλε να έβγη, έξω και να παραδοθή. Βλέπων ο Παπάς (Αρσένιος) ότι το μοναστήριον ήτον δυσβάστακτον… εβγαίνει έξω του μοναστηριού κρατών γυμνή την σπάθην εις τας χείρας του, διασχίζει την πολιορκίαν…» και σώθηκε. [16]

Ο Αθανάσιος Γρηγοριάδης, οπλαρχηγός και Γερουσιαστής από την επαρχία Τριφυλίας στο έργο του «Ιστορικαί Αλήθειαι» περιγράφει ακροθιγώς «…την πεισματώδην (τρίωρη) μάχην του Κεχαγιά Μπέη προ 1.500 Αργείους και Ερμιονείς (Κρανιδιώτες) υπό τους οπλαρχηγούς Δημήτριον Τσώκρην και Παπαρσένιον…». [17]

 

Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη. Φωτογραφία του Γάλλου Αρχαιολόγου Antoine Bon (;) περίπου στα 1930.

 

Μελετώντας τις ιστορικές αναφορές των απομνημονευματογράφων και ιστοριογράφων της Ελληνικής Επανάστασης για το συγκεκριμένο γεγονός στο Άργος με τον Καχαγιάμπεη στις 25 Απριλίου 1821 αποκαλύπτεται ξεκάθαρα η δυναμική, γενναία και ηγετική προσωπικότητα του Κρανιδιώτη Παπα-Αρσένη Κρέστα, ενός καλού ιερωμένου, με αγάπη Χριστοκεντρική αλλά και πατριωτική, χωρίς ιδιοτέλεια και υστεροβουλία.

Κρέστας Αρσένιος – Παπαρσένης (1770-1822). Προσωπογραφία ευρισκόμενη στην Ιερά Μονή Αγίων Αναργύρων Ερμιόνης. Έγχρωμη κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου του φιλολόγου – πρ. Διευθυντή Λυκείου και συγγραφέα Ιωάννη Αγγ. Ησαΐα, «Ο Εκ Κρανιδίου Αρχιμανδρίτης Αρσένιος Κρέστας (Παπαρσένης), οπλαρχηγός και αγωνιστής της Ελληνικής Παλιγγενεσίας».

Εάν σταχυολογήσουμε τους επίλεκτους χαρακτηρισμούς και τις εκφράσεις, που σκιαγραφούν και αποτυπώνουν την προσωπικότητα του Παπαρσένη στη προαναφερόμενη μάχη, θα συγκεντρώσουμε για τον ίδιο τις παρακάτω λέ­ξεις: «ατρόμητον», «διαπρέψαντος του Κρέστα», (διαπρέπω= διακρίνομαι, έχω μεγάλη επιτυχία), «εσώθησαν από το άλλο μέρος, όθεν δεν υπήρχαν Τούρκοι» (κατόρθωσαν να γλυτώσουν από ενέδρα – σώθηκαν), «ανήρ πλήρης ζήλου και τόλμης», «τόσον διέπρεψεν» (είχε μεγάλη επιτυχία), «εξήλθεν της Μονής ξιφήρης» (αυτός που φέρει ξίφος και είναι έτοιμος για επίθεση), «ο γενναίος Παπαρσένης», «διέφυγε με το σπαθί στο χέρι διά μέσου των γραμμών», «Καπετά­νιος του Κρανιδίου και πολιορκητής του Ναυπλίου».

Όλο αυτό το χαρακτηριστικό ιστορικό υλικό μάς παραπέμπει στον Έλληνα πατριώτη και αγωνιστή, που εμπνέεται από τη γνήσια και ζέουσα φιλοπατρία και την απέραντη αγάπη για την Ελευθερία, καθώς ο Όμηρος λέγει ότι «ουδέν γλύκιον πατρίδος» (τίποτα δεν είναι πιο γλυκό από την πατρίδα).

Ο Παπαρσένης όντας «πεπαιδευμένος και λόγιος» αλλά και «ένας ενάρετος κληρικός», κατά τον Κολοκοτρώνη, πίστευε με θέρμη και απέδειξε εμπράκτως ότι «μπροστά για την πατρίδα υποχωρεί κάθε άλλο καθήκον». Γαλουχημένος με αυτές τις αξίες ο Παπαρσένης αγωνίστηκε στη μάχη του Ξηριά στο Άργος, όντας ρεαλιστής κληρικός, που διέβλεπε πως η Ελληνική Παλιγγενεσία θα έλθει από τα ηρωικά τολμήματα και χωρίς να φοβάται το μαρτύριο και την τελική πτώση στα πεδία των μαχών. Για τούτο στις ώρες του μεγάλου Αγώνα ζώστηκε τα άρματα και έγινε μπροστάρης στην ώρα του μεγάλου ξεσηκωμού. Μάλιστα, στην άνιση μάχη των ταπεινωμένων Ελλήνων με τους Οθωμανούς στον χείμαρρο του Ξηριά και στη Μονή Κατακεκρυμμένης – Πορτοκαλούσας), ο ατρόμητος και γενναίος Ιερομόναχος Παπαρσένης έκανε ένα μεγάλο και τολμηρό άλμα, γιατί η αδούλωτη ελληνική ψυχή του τον έκανε λεοντόκαρδο και σ’ αυτή τη δύσκολη φάση της ένοπλης σύγκρουσης διασώθηκε και διακρίθηκε στα επόμενα βήματά του ως ένας σπουδαίος ήρωας κληρικός.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Φραντζή Αμβροσίου, Επιτομή της ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Β’, σ. 108-109.

[2] Αθανάσιος Γρηγοριάδης, Ιστορικαί Αλήθειας σ. 110.

[3] Φιλήμονος Ιωάννου, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ’,σ. 186-187.

[4] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, A. Ε., τ. ΙΒ., σ. 107.

[5] Κόκκινου Διονυσίου, Η ελληνική Επανάστασις, τ. Β’, έκδοσις πρώτη, τυπογρ. Γ. Η. Καλέργη, Αθήναι 1931-33, σ. 159. Τρικούπη Σπυρίδωνος, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α’, σ. 214.

[6] Η Παναγία Κατακεκρυμμένη ή Πορτοκαλούσα ήταν μοναστήρι μέχρι το 1856 στην ανατολική πλευρά της Ακρόπολης Λαρίσης του Άργους. Μία από τις περίπυστες εικόνες βρέθηκε στους υπόγειους διαδρόμους της Μονής σε κρύπτη εντός του βράχου λαξευμένη και έλαβε την ονομασία Κατακεκρυμμένη. Το 1906 καταστράφηκε από πυρκαγιά και επανοικοδομήθηκε με την ονομασία «Πορτοκαλούσα» από το παλαιό έθιμο, κατά το οποίο έριχναν πορτοκάλια στους προσκυνητές κατά την ημέρα του εορτασμού. [ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ, τ. Ε’, ΠΥΡΣΟΣ A. Ε. Σ. σ. 380, 391].

[7] Σπηλιάδου Νικολάου, Απομνημονεύματα συνταχθέντα υπό του Ν. Σπηλιάδου…,τ. Α’, σ. 125-126.

[8] Λαμπρυνίδου Μιχαήλ, Η Ναυπλία, ό.π. σ. 201.

[9] Φραντζή Αμβροσίου, Επιτομή της ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Β’, σ. 109-113.

[10] Φραντζή Αμβροσίου, Επιτομή της ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Β’, σ. 101-102.

[11] Φιλήμονος Ιωάννου, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ’,σ. 186-187.

[12] Σπηλιάδου Νικολάου, Απομνημονεύματα συνταχθέντα υπό του Ν. Σπηλιάδου…, τ. Α’,σ. 125-126.

[13] Τρικούπη Σπυρίδωνος, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α’, σ. 214- 215.

[14] Κόκκινου Διονυσίου, Η ελληνική Επανάστασις, τ. Β’, έκδοσις πρώτη, τυπογρ. Γ. Η. Καλέργη, Αθήναι 1931-33, σ. 157-161.

[15] Οικονόμου Μιχαήλ, Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, σ. 132-134.

[16] Φώτιος Χρυσανθακόπουλος ή Φωτάκος, Βίοι Πελοποννησιακών Ανδρών, σ. 63-66.

[17] Αθανάσιος Γρηγοριάδης, Ιστορικαί Αλήθειαι, σ. 110.

 

Ιωάννης Αγγ. Ησαΐας

«Ο Εκ Κρανιδίου Αρχιμανδρίτης  Αρσένιος Κρέστας (Παπαρσένης), οπλαρχηγός και αγωνιστής της Ελληνικής Παλιγγενεσίας». Έκδοση: Δήμος Ερμιονίδας, 2018.

 

Read Full Post »

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: « Αρχιτεκτονική ιστορία και  πρόταση αποκατάστασης της Μονής Κατακεκρυμμένης ή Παναγίας του Βράχου στο Άργος»


 

ΣΗΜΑ ΔΑΝΑΟΥΣτα πλαίσια του προγράμματος Διαλέξεων και Συζητήσεων της χειμερινής περιόδου, ο Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός» συνεχίζει τις μετακλήσεις σημαντικών και διακεκριμένων  προσωπικοτήτων, προκειμένου να προσφέρει στους Αργείους την ευκαιρία επικοινωνίας με θέματα που αφορούν στον άνθρωπο και τις πνευματικές του αναζητήσεις.

Την Κυριακή  17  Νοεμβρίου  2013  και  ώρα 6.30   μ.μ. στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Αργείων «ο Δαναός» Αγγελή Μπόμπου 8, στο Άργος,  θα μιλήσει:

 Ο κ. Νικόλαος Χαρκιολάκης

Αρχιτέκτων Μηχανικός ΕΜΠ – Αναστηλωτής York/U.K.

Επίτιμος Διευθυντής Αναστήλωσης του Υπουργείου Πολιτισμού

με θέμα:

« Αρχιτεκτονική ιστορία και  πρόταση αποκατάστασης

της Μονής Κατακεκρυμμένης ή Παναγίας

του Βράχου στο Άργος».

Η διάλεξη θα περιλαμβάνει τα εξής μέρη:

α) Αρχιτεκτονικό χρονικό

β) Υπάρχουσα κατάσταση – Αρχιτεκτονικές φάσεις – Παθολογία – Διάγνωση

γ) Πρόταση αρχιτεκτονικής αποκατάστασης

Θα προβληθούν σχετικές διαφάνειες και θα ακολουθήσει συζήτηση.

 

Νικόλαος Χαρκιολάκης

 

Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και απέκτησε το δίπλωμα του Αρχιτέκτονα Μηχανικού το 1973. Παρακολούθησε  μεταπτυχιακά μαθήματα αναστήλωσης μνημείων στο Center for Conservation Studies του Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Αρχιτεκτονικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του York στην Μεγάλη Βρετανία, με υποτροφία του National Trust for Greece και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και απέκτησε το δίπλωμα και τον τίτλο του Master of Arts το 1991.

Από το 1977 έως το 2000 υπηρέτησε, αρχικά ως ημερομίσθιος και στην συνέχεια ως μόνιμος Αρχιτέκτων, στην Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων (ΔΑΒΜΜ)  του Υπουργείου Πολιτισμού και από το 2000 έως το 2006 ως Προϊστάμενος του Τμήματος Μελετών Βυζαντινών Μνημείων της  Διεύθυνσης.

Από τον Ιούλιο του 2006 έως τον Νοέμβριο του 2011 υπηρέτησε ως Διευθυντής Αναστήλωσης των Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων (ΔΑΝΣΜ) του Υπουργείου αυτού. Μετά την αποχώρησή του, λόγω εφεδρείας και συνταξιοδότησης από το Δημόσιο, του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Διευθυντή της Διεύθυνσης.

Κατά την διάρκεια της θητείας του στην ΔΑΒΜΜ εκπόνησε πάνω από 100 μελέτες, συνολικής (συμβατικής) αξίας περί τα 350 εκατομμύρια δρχ. (1 εκατομμύριο ευρώ σε σημερινές τιμές), και επέβλεψε πάνω από 25 έργα αναστήλωσης βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων σε ολόκληρη την Ελλάδα (Άγιον Όρος – Ι.Μονές Σταυρονικήτα, Ξηροποτάμου, Κουτλουμουσίου, Καρυές, Κρήτη, Κυκλάδες – Ι. Ναός Παναγίας Δροσιανής Νάξου κλπ -, Πελοπόννησος – Ι. Μονή Φιλοσόφου, Αρχοντικό Αντωνόπουλου Δημητσάνας, Ι. Ναοί Μάνης κλπ-, Στερεά Ελλάδα – Ι. Μονή Οσίου Λουκά-, Αττική – Ι. Ναοί Καπνικαρέας, Αγ. Ελισσαίου, Ι. Μονή Καισαριανής κλπ- , νησιά Αιγαίου – Κάστρα πόλεων Μυτιλήνης, Κω κλπ-, Ήπειρος κλπ) και στο εξωτερικό (Ι. Μονή Σινά, Βενετία, Αλβανία, Ρουμανία κλπ). Ως Διευθυντής Αναστήλωσης των Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων υλοποίησε την αποκατάσταση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά  και μελέτες αντίστοιχων έργων (Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδος, πρώην ξενοδοχείο  ACROPOLE PALACE, Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης στην Πλάκα, Μέγαρο Τσίλλερ- Λοβέρδου ως παραρτήματος του Χριστιανικού και Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών) που εντάχθηκαν και υλοποιούνται στα πλαίσια του  ΕΣΠΑ 2007-2014.  

Συμμετείχε ως μέλος Επιστημονικών Ομάδων εκ μέρους του ΥΠΠΟ σε 12 Ερευνητικά Προγράμματα του Ε. Μ. Πολυτεχνείου (Ι. Μονή Οσίου Λουκά,  Ι. Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους). Επίσης, συμμετείχε σε 21 επιστημονικές αποστολές στο εξωτερικό ως εκπρόσωπος είτε του ΥΠΠΟ είτε του ΤΕΕ και  ICOMOS (Ρουμανία, Αλβανία, Βουλγαρία, Τουρκία, Κύπρος, Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία, Δανία).

Κατά την διάρκεια της θητείας του στο ΥΠ.ΠΟ είχε την πρωτοβουλία της διοργάνωσης του πρώτου Διεθνούς Συνεδρίου για την Διαχείριση της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς στις χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Αθήνα, Ζάππειο Μέγαρο, Δεκέμβριος 1991) ως και της διοργάνωσης των δύο πρώτων Σεμιναρίων επιμόρφωσης των Μηχανικών, Συντηρητών και Αρχαιολόγων του ΥΠ.ΠΟ σε θέματα αναστήλωσης βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων (Αθήνα, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, 1994 και 1995).

Έχει δημοσιεύσει 30 και πλέον επιστημονικές μελέτες και άρθρα σχετικά με βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία του Αγίου Όρους, της Κρήτης, των Κυκλάδων, της Πελοποννήσου, της Αττικής, των νησιών του Αιγαίου και της Ηπείρου ως και τα βιβλία «Παράδοση και εξέλιξη στην Αρχιτεκτονική της Ι. Μονής Σταυρονικήτα Αγίου Όρους» το 1999,  «Αποκατάσταση Μνημείων – Αναβίωση Ιστορικών Κτηρίων στην Αττική – Γ» το 2006 και «Αποκατάσταση Μνημείων – Αναβίωση Ιστορικών Κτηρίων στην Πελοπόννησο – Α» το 2008.

Είναι μέλος του Τ.Ε.Ε., του Σ.Α.Δ.Α.Σ. – Π.Ε.Α., του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS) και συνεργαζόμενο μέλος της Διεθνούς Επιστημονικής Επιτροπής του ICOMOS για την  Ανάλυση, τη Συντήρηση και τη Δομική Αποκατάσταση των μνημείων της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (ISCARSAH) και της Διεθνούς Επιστημονικής Επιτροπής του ICOMOS για την Συντήρηση των Τοιχογραφιών. Είναι επίσης μέλος της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και της  Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας.

 

Read Full Post »

Δαγρές Ανανίας                                       

 

 

Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Κατακεκρυμμένης Άργους. Γόνος της γνωστής οικογένειας των Δαγρέων από την Καρυά. Ο πατέρας του Δημήτριος αδελφός των οπλαρχηγών Γιαννάκου και Θανάση Δαγρέ εγκαταστάθηκε στο Κουρτάκι (χωριό ανατολικά του Άργους), και λίγα χρόνια πριν την επανάσταση παντρεύτηκε  μια αρχοντοπούλα της περιοχής. Καρποί του γάμου τους ήταν οι Αδριανός (μετέπειτα ιερομόναχος και ηγούμενος), Κων/νος, Αθανάσιος, Αναστάσιος και μια κόρη. Ο Αδριανός σε νεαρή ηλικία ασπάσθηκε το Αγγελικό σχήμα στο Άγιο Όρος και μετονομάσθηκε σε Ανανία. Επέστρεψε το 1846 στην Αργολίδα και έγινε ηγούμενος της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης.

 

Παναγία Κατακεκρυμμένη ή Πορτοκαλούσα

Παναγία Κατακεκρυμμένη ή Πορτοκαλούσα

Ήταν μεγαλοπρεπής, επιβλητικός, άριστος στην λειτουργία, φιλάνθρωπος και ελεήμων. Με την μεγάλη περιουσία που διέθετε έκανε πολλά και σημαντικά έργα στην μονή. Ίδρυσε πρακτική ιερατική σχολή από την οποία αποφοίτησαν μεταξύ των άλλων οι Δημήτριος Παπαδημητρίου ή Καπαρελιώτης 1892, και Γεώργιος Θεωνάς 1896, ιερείς και εφημέριοι του ναού του Τιμίου Προδρόμου

Ο σημαντικός αυτός άνθρωπος έπεσε στη δυσμένεια του στρατηγού Δημήτρη Τσώκρη. Η παράδοση αναφέρει ως αφορμή τις οικογενειακές καθώς και τις πολιτικές μεταξύ τους διαφορές που οδήγησαν τον στρατηγό να διώξει τον ηγούμενο από την μονή. Ο πατέρας Ανανίας με μεγάλη θλίψη και αγανάκτηση αναγκάζεται να εγκαταλείψει το μοναστήρι. Κατηφορίζοντας και περνώντας έξω από το σπίτι του στρατηγού το οποίο έδειξε με το δάκτυλό του  είπε σε αυτούς που τον συνόδευαν: Παιδιά μου δεν καταρώμαι αλλά προαισθάνομαι ότι εις αυτό το σπίτι θα λαλήσουν κουκουβάγιαις !!!. Και προφέροντας αυτές τις λέξεις σκούπιζε με το μαντήλι τα δάκρυα του. Την  εξαφάνιση της οικογένειας Τσώκρη οι παλαιότεροι Αργείοι την απέδιδαν στην « κατάρα» του ηγούμενου και έλεγαν: « το είπε ο παπά- Ανανίας κουκουβάγιες θα λαλήσουν στο σπίτι του Τσώκρη». Ο Ανανίας στη συνέχεια μετέβη στην ιερά μονή της Κοιλάδας Κρανιδίου την οποία ανέδειξε και αύξησε οικονομικά με κινητή και ακίνητη περιουσία. Κοιμήθηκε το 1865 και ετάφη στο Κουρτάκι Αργολίδας.

 

Ελένη Φλέσσα

 

Πηγές

 

  • Εκλογικοί κατάλογοι Δήμου Άργους (χωριό Κουρτάκι) 1844.
  • Αναστάσιος Τσακόπουλος, « Iστορικά και λαογραφικά σημειώματα» τόμος Ά, σελ. 181-182, Αθήναι, 1960.   
  • Ιωάννης Χαβιαρλής, «Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη του Άργους», Άργος, 2004.

 

Read Full Post »

Ιερός Ναός Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας Άργους


 

Ο Ναός της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας, ευρίσκεται στη ΒΑ πλευρά της Λάρισας επάνω στον βράχο, όπου την αρχαία εποχή υπήρχε ιερό της Ακραίας Ήρας*. Η Παναγία αρχικά λειτουργούσε ως μοναστήρι και η ιστορία της ξεκινάει από το 1715 περίπου**, οπότε και καταγράφεται η ύπαρξή της στο χρονικό του Ελληνορουμάνου χρονογράφου Κωνσταντίνου Διοικητή, ο οποίος ακολούθησε, απεσταλμένος της Βλάχικης αυλής του Ναζίν Νταμάς Αλή πασά, την εκστρατεία του  εναντίον των Ενετών στην Πελοπόννησο.

Η Μονή από πολύ νωρίς έγινε πλούσια και άκμασε τόσο, ώστε αναφέρεται σε εφημερίδες της Κυβέρνησης του 1835 ως χωρίον του Δήμου Αργείων***. Προεπαναστατικά μνημονεύεται ως ηγούμενος της Μονής ο Βενέδικτος (1803) και κατόπιν ο Παρθένιος μέχρι το 1845. Ο αξιολογότερος και τελευταίος ήταν ο παπα – Ανανίας Δαγρές από το Κουρτάκι, ο οποίος άνοιξε τον δρόμο που οδηγεί από τις Πορτίτσες στη Μονή και μεγάλωσε το κτιριακό συγκρότημα. Αναγκάστηκε όμως από τον Στρατηγό Δημήτριο Τσώκρη, με τον οποίο προφανώς δεν είχε καλές σχέσεις, να εγκαταλείψει το Άργος το 1855 και να μεταβεί σε μοναστήρι της Κοιλάδας. Κατόπιν τούτου, το 1856 η Μονή έγινε ενοριακός ναός και παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννη. Το 1906, το Μεγάλο Σάββατο προς Κυριακή του Πάσχα, 4 Απριλίου, καταστράφηκε από πυρκαγιά, που προήλθε πιθανότατα από πυροτέχνημα.

 

Ιερός Ναός Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας Άργους

 

Η Μονή συνδέθηκε με διάφορα γεγονότα της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου. Λειτούργησε το πρώτο σχολείο του Άργους (1798) με πρωτοβουλία των Περουκαίων****. Εκεί δίδαξε ο περίφημος Αγάπιος Λεονάδρος, ιδρυτής της σχολής της Δημητσάνας, έχοντας ανάμεσα σε άλλους μαθητή του τον Παλαιών Πατρών Γερμανό (που χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή από το θείο του, επίσκοπο Άργους, Ιάκωβο, αλλά και ο αδερφός του Ησαίας, καθώς και ο Η. Καλαράς από το Αγιονόρι της Νεμέας, που ήταν σχολάρχης την περίοδο 1805-1821, ο ιερομόναχος Νικηφόρος Παμπούκης από τα Καλάβρυτα και οι μοναχοί Ιερεμίας και Ραφαήλ. Ως σχολείο λειτούργησε και μετά το 1821. Μετά την ήττα των Ελλήνων στον Ξεριά (25-4-1821) ο άμαχος πληθυσμός αλλά και αρκετοί μάχιμοι, όπως ο Παπαρσένης Κρέστας από το Κρανίδι, κατέφυγαν στη Μονή, για να αποφύγουν την οργή του Κεχαγιάμπεη. Επίσης, ιδρύθηκε εκεί το 1822 το πρώτο ελληνικό νομισματοκοπείο, το οποίο όμως δεν πρόλαβε να λειτουργήσει.*****

Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη. Φωτογραφία του Γάλλου Αρχαιολόγου  Antoine Bon (;) περίπου στα 1930.

Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη. Φωτογραφία του Γάλλου Αρχαιολόγου Antoine Bon (;) περίπου στα 1930.

Ως το 1833 η Κατακεκρυμμένη λειτουργούσε ως μοναστήρι, οπότε και με διάταγμα που ρύθμιζε το μοναστηριακό ζήτημα (7-10-1833), αποφασίστηκε η διάλυση των Μονών που είχαν λιγότερους από έξι μοναχούς. Η μοναστηριακή περιουσία περιερχόταν στο κράτος, με την πρόθεση να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση του κρατικού εκπαιδευτικού προγράμματος, καθώς και για τη βελτίωση της ζωής του κατώτερου κλήρου.

Σύμφωνα με το παραπάνω διάταγμα, κτήματα της Μονής δημοπρατούνται το 1835. Τα βιβλία της καταγράφονται και τα κοσμικά, καταρχήν, προορίζονται από τον Νομάρχη Φρ. Μαύρο να διατεθούν «επί μετριωτάτη τιμή» στο Δημοτικό Σχολείο Άργους. Αντίθετα προς την εισήγηση, η Κεντρική Διοίκηση αποφάσισε τα βιβλία της Μονής να διατεθούν σε τρεις κατευ­θύνσεις: τα πολυτιμότερα και παλαιότερα από τα εκκλησιαστικά (έντυπα ή χειρόγραφα) να δοθούν στην Εθνική Βιβλιοθήκη, τα υπόλοιπα εκκλησιαστικά στη Βιβλιοθήκη της Ιεράς Συνόδου. Τα κοσμικά βιβλία (φιλολογικά, εκδόσεις κλασικών συγγραφέων, λεξικά) να δοθούν στο Γυμνάσιο Ναυπλίου, για το οποίο κρίθηκαν καταλληλότερα και του οποίου έπρεπε να πλουτιστεί η σχολική βιβλιοθήκη.

Τα σημαντικότερα από τα σωζόμενα ιερά κειμήλια είναι ένα Ευαγγέλιο έκδοσης Βενετίας (1776) και δύο εικόνες, μία των Εισοδίων της Θεοτόκου (1705) και άλλη μία, της Παναγίας Γλυκοφιλούσας.****** Ο Ναός της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας, είναι αφιερωμένος στα Εισόδια της Θεοτόκου.

Τα τελευταία χρόνια η Παναγία λειτουργεί και πάλι ως μοναστήρι  με μοναχούς τους αυτάδελφους ιερομονάχους Ιωσήφ και Μακάριο, που με προσωπική φροντίδα και μεράκι κάνουν τα μέγιστα ώστε το μοναστήρι να είναι καταφύγιο ψυχών, λαϊκής λατρείας, ανοικτό, ζωντανό, δυναμικό με όραμα και έργο.

 

Παναγία Πορτοκαλούσα


Σ’ όλη την Ελλάδα υπάρχουν έθιμα που συνδέονται με την ευτεκνία του νιόπαντρου ζευγαριού. Στην Αργολίδα έδιναν ιδιαίτερη σημασία στην τεκνοποίηση καλών και σωστών τέκνων από το νεόνυμφο ζευγάρι. Για τον λόγο αυτό, κυρίως στο Άργος και στην Παναγία του Βράχου έριχναν στα αρραβωνιασμένα ζευγάρια ή και στα νιόπαντρα πορτοκάλια ώστε να έχουν την ευλογία της Παναγίας για γερά και χαρισματικά παιδιά. Από κει πήρε και το όνομά της η Παναγία η Πορτοκαλούσα. Κατά πάσα πιθανότητα το έθιμο αυτό αποτελεί την διατήρηση ενός αρχαίου εθίμου της περιοχής, όπου οι νέοι έριχναν κατά τους «Βαλλαχράδες», αργιάχλαδα μεταξύ τους. Το όνομα βαλλαχράδες είναι σύνθετη λέξη εκ του βάλλω+αχράδας. ******

 

Παναγία Κατακεκρυμμένη


Ο ναός επίσης ονομάζετε Παναγία Κατακεκρυμμένη από την παλιά εικόνα που ήταν κρυμμένη στη σπηλιά του βράχου και η οποία βρέθηκε σύμφωνα με την παράδοση κατά τρόπο θαυματουργικό. Μια ισχυρή λάμψη μέσα στη νύχτα οδήγησε τους χριστιανούς στη σπηλιά ή κάποιος ευσεβής χριστιανός, ύστερα από σχετικό όνειρο, οδήγησε κληρικούς και λαϊκούς στο ίδιο σημείο, όπου βρήκαν την εικόνα και αποφάσισαν στη συνέχεια να κτίσουν εκκλησία.

Η εικόνα ευρίσκεται μετά το νάρθηκα, αριστερά σε ξυλόγλυπτο κουβούκλιο και πρέπει να τη θεωρήσουμε έργο τέχνης ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας. Η όλη «κατασκευή» είναι εντυπωσιακή, διότι πρόκειται για μια «δίφυλλη» δημιουργία. Στο αριστερό φύλλο εικονίζεται η Παναγία Γλυκοφιλούσα, η οποία σαν τρυφερή και στοργική μάνα σκύβει στο παιδί της με αγάπη. Το δεξιό φύλλο φέρει την ίδια επικάλυψη και επάνω ψηλά την επιγραφή «Αγίου Δημητρίου του Νέου» και σε δεύτερο επίπεδο (στο βάθος) δύο ανάγλυφες μορφές. Το ανάγλυφο αυτό είναι «αρνητικό» όπως τα καλούπια δηλαδή των γλυπτών. Οι δύο μορφές δεν διακρίνονται καθαρά, γιατί υπάρχει στο μέσο του φύλλου ένας σταυρός, προφανώς μεταγενέστερη προσθήκη. Πιθανότατα και με βάση την επιγραφή, η μία ανάγλυφη μορφή παριστάνει το Νεομάρτυρα Δημήτριο από το χωριό Λιγουδίτσα Τριφυλλίας, ο οποίος αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους στην Τρίπολη το 1803 και του οποίου η μνήμη εορτάζεται στις 14 Απριλίου. Η άλλη μορφή παριστά πιθανότατα τον Οσιομάρτυρα Παύλο, ο οποίος καταγόταν από το Σοπωτό Καλαβρύτων και μαρτύρησε επίσης στην Τρίπολη το 1818 και του οποίου η μνήμη εορτάζεται στις 22 Μαΐου. Η κάρα του Αγ. Δημητρίου του νέου φυλάσσεται στο μητροπολιτικό ναό Αγίου Βασιλείου Τρίπολης, ενώ τα υπόλοιπα λείψανά του και ορισμένα από τα λείψανα του οσίου Παύλου φυλάσσονται στη Ιερα Μονή Βαρσών Μαντινείας. Ο ναός συγκαταλέγεται στα παραδοσιακά διατηρητέα μνημεία του Άργους.

 

Περιουσιακά στοιχεία


ΓΑΚ ΥΕΔΕ  φάκελος 19 κατάστιχον 031.  Κατάστιχον των μοναστηρίων της Πελοποννήσου 1829 Φεβρουαρίου Α΄ Εκκλησιαστική Επιτροπή, Σελ. 24-25 Μοναστήριον της Κατακεκρυμμένης κείμενον κατά το Άργος.

Ιερά σκεύη

1 Δισκοπότηρον αργυρούν, 1 Ευαγγέλιον αργυρούν, 1 σταυρός αργυρούς με μερτζάνια και ζαμπρούτια, 21 κομμάτια αγίων λειψάνων, 1 φελώνι στόφινον χρυσούν, 1 ζευγάρι επιμάνικα ζερμπάσι, ένα στιχάρι και ένα κολάνι και τα αναγκαία βιβλία της εκκλησίας.

Κτήματα

Χωράφια ονομαστικά εις διάφορα μέρη στρέμματα τριακόσια δέκα έξη  (316 ).

Αμπέλια εις διάφορα μέρη στρέμματα οχτώ ( 8 ).

Ελαιόδεντρα τριακόσια ( 300).

1 εργαστήρι βαγεναρείον με εν βαγένιον.

1 μετόχιον με λινόν, το οποίον έγινε κατάστημα Αλληλοδιδακτικόν.

2 οσπήτια όνια πλησίον εις το Αλώνι του Μοναστηρίου.

 Οι μονάζοντες

 2 Αγιορίται  –  Το Μοναστ. Σώζεται

Το Μοναστήριον τούτο έχει και ικανά βιβλία κατά το χωριστόν κατάστιχον , εις χείρας των Δημογερόντων του Άργους και της Εκκλησιαστικής Επιτροπής.

 

Υποσημειώσεις


* Παυσ. ΙΙ 24,1

* * Η θέση του Ι. Ζεγκίνη για την παλαιότητα της Μονής (9ος ή 10ος αι.) και η αντίστοιχη παραπομπή στην Ιστορία της Βυζαντινής λογοτεχνίας του Κρουμβάχερ ελέγχονται. Στο παραπάνω έργο του Κρουμβάχερ δεν γίνεται καμιά αναφορά «περί αναχωρητριών εκ Μικράς Ασίας και περί της Μάρθας, ηγουμενίσσης της εν Άργει Ιεράς Μονής της Θεοτόκου» (Ι. Ζεγκίνη, σελ. 331).

***  Αρχική σύσταση Δήμου: Άργους (6.644), Μονή Κατακεκρυμμένη, Κεφαλάρι (Μύλοι Ερασίνου) (50), από το βιβλίο του Ελ. Γ. Σκιαδά, Ιστορικό διάγραμμα Δήμων κ.λπ. σ. 265.

*****Στη Μονή δεν λειτούργησε ποτέ «Κρυφό Σχολειό». Εξάλλου, η ιστορική επιστήμη δέχεται ότι ο θεσμός του «Κρυφού Σχολειού» επί τουρκοκρατίας ανήκει στους χώρους της παράδοσης και ως θρύλος δεν έχει ιστορική βάση.

***** Για την Πορτοκαλούσα βλ. και εφ. «Ασπίς» φ. 1/23-10-1932 και μελέτη του Αν. Τσακόπουλου στην ίδια εφημερίδα (φ. 214/22-11-1936 κ.ε.). Επίσης, Σοφία Πανταζή, Παλαίτυπα της Μονής Κατακεκρυμμένης (περ. «Αργειακή Γη», τχ. 2, 2004, σ. 165 κ.ε.).

****** Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου τ.4ος, σ.94. Ιωάννου Ερν. Ζεγκίνη, «Το Άργος δια μέσου των Αιώνων», Έκδοσις Τρίτη, Αθήνα 1996, σελ. 332.

 

Πηγές

  •  Ντιάνα Αντωνακάτου – Τάκης Μαύρος, « Ελληνικά Μοναστήρια, Πελοπόννησος », Τόμος Ά, Αθήνα 1976.
  •  Ιωάννη Π. Χαβιαρλή, « Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη του Άργους », Άργος 2004.
  •  Αναστάσιου Π. Τσακόπουλου, «Συμβολαί εις την Ιστορίαν της Εκκλησίας Αργολίδος », Έκδοσις, « Χρονικών του Μοριά», Αθήναι 1953.
  •  Οδυσσέα Κουμαδωράκη, « Άργος το πολυδίψιον » Εκδόσεις Εκ Προοιμίου, Άργος 2007.
  •  Γενικά Αρχεία του Κράτους. Υπουργείο Εκκλησιαστικών Δημοσίας  Εκπαιδεύσεως
  • «Αργειακή Γη», Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Άργους, Τεύχος 2, Δεκέμβριος 2004.

Read Full Post »