Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ιωάννης Βαπτιστής’

Η διήγηση της βάπτισης Του Ιησού και η πρόσληψη της από τη λατρεία της Εκκλησίας – Μόσχος Γκουτζιούδης, Επίκ. Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.


 

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η διήγηση της βάπτισης του Ιησού άσκησε μεγάλη επίδραση στη λατρεία της Εκκλησίας. Στην παρούσα μελέτη θ’ αναφερθούμε αρχικά στις διαφορές μεταξύ των διαφορετικών εκδοχών της διήγησης στα ευαγγέλια, τις πηγές της προέλευσής της, τη συνάφεια εντός των ευαγγελίων και αμέσως μετά θα περάσουμε στα στοιχεία εκείνα που αφενός αξιοποιήθηκαν από τη λατρεία της Εκκλησίας και αφετέρου θα σημειώσουμε τα νέα δεδομένα που, αν και δεν υπάρχουν στο ευαγγελικό κείμενο, ενσωματώθηκαν στις λατρευτικές πρακτικές στη διάρκεια της εξέλιξής τους. Δεν θα δούμε αναλυτικά τα λειτουργικά κείμενα της Εκκλησίας που μας πληροφορούν για το βάπτισμα των πιστών στην αρχαία Εκκλησία (Διδαχή, Αποστολική Παράδοση, Αποστολικές Διαταγές, κλπ.) αλλά θα ανιχνεύσουμε την πρόσληψη στοιχείων από τη διήγηση της βάπτισης του Ιησού στον Ιορδάνη με έναν διαφορετικό τρόπο.

 

Οι διαφορετικές εκδοχές

 

Το περιστατικό της βάπτισης του Ιησού σε όλες τις εκδοχές του (Μτ. 3:13-17//Μκ. 1:9-11//Λκ. 3:21-22//Ιω. 1:29-34) έχει προσαρμοστεί στις χριστολογικές ιδέες του κάθε ευαγγελιστή. Στο κατά Μάρκον ο Ιησούς εισάγεται για πρώτη φορά στο προσκήνιο στο 1:9 καθώς έρχεται να βαπτιστεί από τον Ιωάννη στον ποταμό Ιορδάνη. Η διήγηση είναι σύντομη και απλή χωρίς λεπτομέρειες. Είναι πράγματι παράξενο πως ένα τόσο σημαντικό γεγονός περιορίζεται μόνο σε τρεις στίχους στο κατά Μάρκον. Ο Ιησούς εδώ παρουσιάζεται χωρίς κάποιον χριστολογικό τίτλο με τον τόπο καταγωγής του μόνο να δηλώνεται στο κείμενο (ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας).

Λίγο παρακάτω όμως, στο 1:11 ο Ιησούς φανερώνεται με θαυματουργικό τρόπο ως Υιός του Θεού. Τώρα λοιπόν οι αναγνώστες του ευαγγελίου πληροφορούνται ποιος πραγματικά είναι αυτός για τον οποίο ο Μάρκος θα αφηγηθεί διάφορα περιστατικά στη συνέχεια. Στο κατά Μάρκον η βάπτιση του Ιησού περιγράφεται ως μια προσωπική εμπειρία του ίδιου, ένα περιστατικό μιας ιδιωτικής στιγμής χωρίς να γίνεται λόγος για παρουσία άλλων προσώπων εκτός από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή.

Ακόμη, στην εκδοχή του Μάρκου ο Ιησούς είναι ο μόνος που υπάρχει για να δει το άνοιγμα του ουρανού και την κάθοδο του πνεύματος σε αυτόν. Συνεπώς είναι επίσης και ο μόνος που ακούει την φωνή από τον ουρανό. Στα υπόλοιπα ευαγγέλια η σκηνή έχει δημόσιο χαρακτήρα.

Ίσως αυτή η αλλαγή να οφείλεται σε απολογητικούς λόγους που ήθελαν να τονίσουν την αλήθεια των τριών υπερφυσικών γεγονότων[1] που έλαβαν χώρα κατά τη βάπτιση του Ιησού.

Νομίζουμε πως η ιδιωτική ατμόσφαιρα της μάρκειας εκδοχής έχει σχέση με το μεσσιανικό μυστικό που ο ευαγγελιστής διατηρεί ως ιδιαίτερο θεολογικό χαρακτηριστικό στο ευαγγέλιό του. Συνεπώς η ιδιωτική ατμόσφαιρα της βάπτισης του Ιησού να αποτελεί δική του επεξεργασία. Οι ερευνητές σημειώνουν συχνά ότι η ιδέα του Ιησού από τη Ναζαρέτ ως Υιού του Θεού δεσπόζει στο ευαγγέλιο του Μάρκου, δικαιολογεί την εξουσία που ο ίδιος έχει σε διάφορα σημεία του ευαγγελίου και κορυφώνεται στην ομολογία του εκατόνταρχου τη στιγμή του θανάτου του Ιησού στο σταυρό (Μκ. 15:39).

Στους άλλους δύο συνοπτικούς οι αναγνώστες έχουν πληροφορηθεί τη γέννηση του Ιησού και δεν ακούν γι’ αυτόν, αλλά ούτε για θεϊκή παρέμβαση που συνδέεται με τη ζωή του πρώτη φορά.

 

Αγιογραφία με την Βάπτιση του Κυρίου, κατασκευασμένη στο Άγιον Όρος πάνω σε ξύλο.

 

Ο Ματθαίος πριν το περιστατικό της βάπτισης διασώζει μόνο αυτός έναν διάλογο μεταξύ του Ιησού και του Ιωάννη του Βαπτιστή σύμφωνα με τον οποίο ο δεύτερος αρνείται να βαπτίσει τον πρώτο λόγω κατωτερότητας τους ίδιου (3:14-15).[2] Προφανώς ο Ματθαίος θέλει να δικαιολογήσει γιατί ο Ιησούς ως ανώτερος δέχτηκε το βάπτισμα του Ιωάννη και έτσι φανερώνει την εύλογη απορία που εκφραζόταν στην κοινότητά του. Ο λόγος είναι για να εκπληρωθεί το σχέδιο του Θεού (Μτ. 3:15). Μετά από αυτή τη διαβεβαίωση ο Ιωάννης δέχεται να βαπτίσει τον Ιησού. Εξάλλου συχνά στο κατά Ματθαίον, όπου ο Ιησούς παρουσιάζεται ως Υιός του Θεού, εκτελεί το θέλημα του Πατέρα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Οι Τελώνες των Ευαγγελίων – Συμβολή στην ιστορία των χρόνων της Καινής Διαθήκης


 

Στην εποχή του Ιησού, τον 1ο αι. μ.Χ., έργο των Τελωνών ήταν κυρίως η είσπραξη των τελών, δηλ. των έμμεσων φόρων. Όπως είναι γνωστό πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους ήταν άδικοι και άπληστοι, ενώ αυτά που συνέλεγαν έπρεπε να ικανοποιούν την κρατική εξουσία που τους είχε παραχωρήσει αυτό το έργο, αλλά και τους ίδιους. Εξ αιτίας αυτών, σύμφωνα με πολλούς ερευνητές, [1] θεωρούνταν από την κοινωνία της Παλαιστίνης μισητοί και ξένα σώματα, που δεν ανήκαν στους «υιούς του Αβραάμ» κάτι που κυρίως ισχυρίζονταν οι ιουδαϊκές θρησκευτικές παρατάξεις, [2] ενώ εξισώνονταν με τους αμαρτωλούς, τους εθνικούς και τις πόρνες.

Πιο αναλυτικά, ο Π. Ν. Τρεμπέλας, [3] συνδέει την δυσμενή αντιμετώπιση των τελωνών από τους ευσεβείς Ιουδαίους, με την αργία του Σαββάτου και την επαφή τους με Έλληνες (δηλ. ειδωλολάτρες) εμπόρους την ιερή ημέρα. Όπως γράφει «αι απαιτήσεις του επαγγέλματος των (των τελωνών) καθίστων πρακτικός αδύνατον την τήρησιν του Σαββάτου (Έλληνες έμποροι διέσχιζον τα σύνορα κατά το Σάββατον και συνεπώς οι τελώναι ώφειλον να ευρίσκονται εκεί κατά την ημέραν ταύτην). Ούτω δε ήσαν εν διαρκεί επαφή μετά του εθνικού κόσμου. Ουδείς ευσεβής Ιουδαίος θα εξέλεγε τοιούτον επάγγελμα».

Παραπλήσια, χωρίς να είναι ακριβώς ίδια, φαίνεται να είναι η θέση του G. B. Caird, ο οποίος συναρτά το κοινωνικό στίγμα των τελωνών με την συνεργασία που είχαν – εξ αιτίας του επαγγέλματός τους – με εθνικούς ανώτερους υπάλληλους και εμπόρους. Παράλληλα και αυτός υπογραμμίζει πως οι άδικοι μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν εξασκώντας το επάγγελμά τους (εκβιασμοί) τους οδηγούσαν στην κοινωνική περιθωριοποίηση.[4]

 

Συλλογή φόρων από τελώνες. (Ανάγλυφο του 2ου αι. μ. Χ.)

 

Πράγματι το επάγγελμα – και πιθανόν η καταγωγή τους, όπως θα φανεί παρακάτω – τοποθετούσε τους τελώνες πολύ χαμηλά στην κοινωνική κλίμακα της Παλαιστίνης. Είναι γνωστό πως ο λαός παρόλη την προφανή οικονομική τους επιφάνεια δεν τους εκτιμούσε, ενώ οι νομοδιδάσκαλοι και οι Φαρισαίοι τους χρησιμοποιούσαν ως παραδείγματα προς αποφυγή. Θεωρούνταν αδιανόητο, όπως συμπεραίνεται από αρκετά χωρία της Καινής Διαθήκης, να τρώει κάποιος μαζί τους στο ίδιο τραπέζι ή να πηγαίνει σπίτι τους, ενώ σε καμία περίπτωση οι ραβίνοι δεν θα δέχονταν έναν τελώνη για μαθητή τους, [5] γιατί τότε, εφόσον είχαν τέτοιες συναναστροφές, θα γίνονταν υπαινιγμοί σε βάρος τους, κάτι που συνέβη στον Ιησού, και θα κινδύνευαν να χαρακτηριστούν και αυτοί αμαρτωλοί που δεν τηρούσαν τα καθιερωμένα.

Αυτές οι ενδεικτικές ακραίες εκδηλώσεις σε βάρος των τελωνών είναι δύσκολο να ερμηνευτούν μόνο ως αποτέλεσμα της απληστίας τους και του σκληρού τρόπου με τον οποίο συγκέντρωναν τα οφειλόμενα στην εξουσία. Άραγε στην ιουδαϊκή κοινωνία των χρόνων του Ιησού δεν θα υπήρχαν και άλλες επαγγελματικές ομάδες, οι οποίες εξαιτίας της εργασίας τους, θα φέρονταν με σκληρότητα προκαλώντας το μίσος των πολιτών;

Για παράδειγμα οι στρατιώτες της φρουράς των Ηρωδών, (μεταξύ των οποίων υπήρχαν και άτομα ιουδαϊκής καταγωγής) που συνεργάζονταν με τους Ρωμαίους και έπαιρναν μέρος σε αντιδημοφιλείς ενέργειες, σαν τη σύλληψη του Ιωάννη του Βαπτιστή, γιατί να ήταν περισσότερο αποδεκτοί, κοινωνικά και θρησκευτικά απ’ ότι οι τελώνες. Ή γιατί να μην εξισώνονται με τους εθνικούς και τις πόρνες αυτοί που ασκούσαν επονείδιστα επαγγέλματα στην Παλαιστίνη,[6] όπως π. χ. οι κάπηλοι και οι έμποροι των καρπών του Σαββατικού έτους. Και τέλος, γιατί να μην θεωρούνται άνθρωποι του Θεού, άτομα όπως ο αρχιτελώνης Ζακχαίος, που η συμπεριφορά του φανέρωνε και τις θρησκευτικές του ανησυχίες και την συμπάθειά του, σε λανθάνουσα ίσως μορφή, για τους αναξιοπαθούντες συμπολίτες του.

 

Ιωάννης ο Βαπτιστής. Αρχείο: Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου Τμήμα εκτυπώσεων και φωτογραφιών Washington, 1872.

 

Βεβαίως είναι σοβαροί λόγοι, εφόσον ισχύουν, η μη τήρηση της αργίας του Σαββάτου και η συναναστροφή με ειδωλολάτρες υπαλλήλους και εμπόρους ώστε να θεωρηθούν οι τελώνες θρησκευτικά και κοινωνικά απόβλητοι. Τίθεται όμως το ερώτημα, εφόσον οι ίδιοι ήταν υπεύθυνοι των τελωνείων, δεν θα μπορούσαν, αν το ήθελαν, να σταματούν την εργασία τους αυτή την ημέρα και να ζητούν από τους εμπόρους να περιμένουν την επόμενη για να πληρώσουν τους δασμούς και να περάσουν; Άλλωστε κανένας δεν θα τους ανάγκαζε να εργαστούν το Σάββατο, αφού οι ίδιοι ως επιχειρηματίες είχαν ενοικιάσει τους φόρους και τους εισέπρατταν πλέον για δικό τους όφελος. (περισσότερα…)

Read Full Post »