Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Καθολικοί’

Ρώσης Κανάκιος ( 1592-1644) 


 

Ο Καθολικός ιερωμένος, Κανάκιος Ρώσης, στα λατινικά Russus, Rossius, απαντά και στην παραλλαγή Rubeus, που σημαίνει «Κόκκινος». Στους ίδιους τύπους συναντάμε το πολύ διαδεδομένο νεοελληνικό επίθετο «Ρούσσος», το οποίο φέρουν Καθολικοί (κυρίως στη Σύρο) και Ορθόδοξοι (Πάρος, Θήρα, Πελοπόννησος, Κύπρος κ.α.).

Δεν αποκλείεται, συνεπώς, να πρόκειται για το ίδιο οικογενειακό επίθετο. Ο Κ. Ρώσης γεννήθηκε στο Ναύπλιο περί το 1592, εφόσον σε κατάλογο του 1622 γράφεται ότι είναι 30 ετών. Το 1614 έγινε δόκιμο μέλος της Αδελφότητας της Παναγίας και το 1625, τακτικό.

Το Ελληνικό Κολλέγιο « Άγιος Αθανάσιος» της Ρώμης.

Στις 16.1.1622, «Ο Κανάκιος Ρώσιος ο εκ Ναυπλίας της Πελοποννήσου», όπως υπογράφει την ομολογία καθολικής πίστεως, ολοκλήρωσε τις θεολογικές σπουδές του. Κατά την πενταετία, που ακολούθησε, δίδαξε τα ανθρωπιστικά γράμματα στον « Άγιο Αθανάσιο»* και υπηρέτησε ως πρώτος ψάλτης στο ναό του Κολλεγίου (AGGr τ. 1 φ. 49, τ. 53 φ. 73, τ. 3 φ. 91 – 94). Το 1625, ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για να διαπραγματευτεί, ως απεσταλμένος της Ιεράς Συνόδου για τη διάδοση της πίστεως**, την επαναπροσέγγιση των Εκκλησιών της Ανατολής και Δύσης, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου της Φλωρεντίας (1439).

Κύριλλος Λούκαρις

Ήταν ακόμη η εποχή που ενώ ο Λούκαρης είχε αρχίσει να εκδηλώνει τα φιλοκαλβινικά του αισθήματα, τα οποία κατέληξαν στην αιρετική «Ομολογία Χριστιανικής Πίστεως» του έτους 1629, δεν αρνείτο να συνδιαλέγεται για ευνόητους λόγους , με τους Καθολικούς.

Όμως, παρόλους τους διπλωματικούς ελιγμούς του κατά τα άλλα ικανότατου καλβινοφρονήσαντος πατριάρχη, ο οποίος τελείωσε τις ημέρες του στην τουρκική αγχόνη (1638), ο Κανάκιος Ρώσης, από τους πλέον αξιόλογους έλληνες καθολικούς θεολόγους της εποχής, αντιλήφθηκε σύντομα τους πραγματικούς σκοπούς του Λούκαρη και έφυγε στη Ρώμη.

Επανήλθε και πάλι με πρωτοβουλία της Ιεράς Συνόδου για τη διάδοση της πίστης, το κρίσιμο έτος της διαμάχης Λούκαρη – Ιησουϊτών, 1628, που έληξε με τον προσωρινό θρίαμβο του πατριάρχη και το διωγμό των Ιησουϊτών και του συνεργάτου των Κανακίου. 11 μήνες πέρασε ο ναυπλιώτης λόγιος στις φυλακές τις Χίου. Η αλληλογραφία του με την Ιερά Σύνοδο για τη διάδοση της πίστης, φωτίζει τα σκοτεινά παρασκήνια της ταραχώδους εκείνης περιόδου, που όπως αναφέραμε, τελείωσε με το βίαιο θάνατο του Λούκαρη.

Μετά την περιπέτεια της Κωνσταντινούπολης, η Ρώμη ανέθεσε στον Κ. Ρώση νέα αποστολή στον Άθωνα για να διερευνήσει τη δυνατότητα ίδρυσης καθολικής Σχολής και ιατρείου στις Καρυές. Τις εντυπώσεις του από το αγιώνυμο Όρος περιέγραψε σε έκθεση του έτους 1629.

Του Κανακίου είχε προηγηθεί στον Άθωνα το 1627, ο φίλος και συμμαθητής του στον «Άγιο Αθανάσιο» Αλέξανδρος Βασιλόπουλος, πελοποννήσιος γεννημένος στη Ζάκυνθο. Και οι δύο συμφώνησαν για τη σκοπιμότητα λειτουργίας καθολικού Σχολείου στις Καρυές με δάσκαλους όχι τους «σκληρούς» Ιησουίτες  αλλά τους «μειλίχιους» μαθητές του Αγίου Φραγκίσκου και μάλιστα της τάξεως των Καπουκίνων.

Επειδή όμως και η πρόταση  αυτή κρίθηκε τολμηρή για τον Άθωνα, ο Κανάκιος πρότεινε για το έργο αυτό τον ανιψιό του Ανδρέα Ρώση,*** που είχε επίσης σπουδάσει στον «Άγιο Αθανάσιο». Λόγω κωλύματος του Ανδρέα, δάσκαλου τότε στην Ελληνική Κοινότητα Βενετίας, τον αντικατέστησε ο αδελφός του Νικόλαος**** ο οποίος δίδαξε στις Καρυές μεταξύ των ετών 1635 και 1640.

Περισσότεροι από τους 25 ανά σχολική περίοδο μαθητές του, ήταν κελλιώτες και λιγότεροι μοναστηριακοί. Τους τελευταίους απέτρεπαν από τη σπουδή οι παλαιότεροι μοναχοί «για να μην απωλέσουν τον επ’ αυτών έλεγχον», όπως γράφει ο Νικόλαος Ρώσης.

Το 1640, ο Κανάκιος μετέφρασε στην καθομιλουμένη ελληνική το βιβλίο του φανατικά προσηλωμένου στο ρωμαϊκό πρωτείο Ι. Ματθαίου Καρυοφύλλη, ενωτικού***** ιερέα από τα Χανιά Κρήτης, «Contra Nilum». Σ’ αυτό, ο Κανάκιος έδωσε τον τίτλο «Αντίρρησις προς Νείλον Θεσσαλονίκης περί της αρχής του Πάπα».

Από το 1631 έως τον επισυμβάντα το 1644 θάνατό του, ο λόγιος Ναυπλιώτης δίδαξε αρχαία ελληνικά στο πανεπιστήμιο «La Sapienza» της Ρώμης. Το 1637, επεχείρησε ανεπιτυχώς να ονομαστεί στον «Άγιο Αθανάσιο» επίσκοπος****** για την χειροτονία των σπουδαστών κατά το βυζαντινό τυπικό.

Απεβίωσε στη Ρώμη το 1644. Στη ζωή και το έργο του Κανακίου Ρώση, για τον οποίο θα άξιζε να γραφεί ειδική μελέτη, αναφέρονται μεταξύ άλλων, ο Χίος πανεπιστήμων Λέων Αλλάτιος, ο ιστορικός των βυζαντινορρύθμων Καθολικών Ν. Ιταλίας Πομπήλιος  Rοdota, o J. Carafa στην Ιστορία του Πανεπιστημίου «La Sapienza» Ρώμης και πολλοί άλλοι.

  

 

Υποσημειώσεις


  

* Το Ελληνικό Κολλέγιο « ‘Αγιος Αθανάσιος» της Ρώμης. Το ελληνικό Κολλέγιο Ρώμης που φέρει το όνομα του αγίου επισκόπου Αλεξανδρείας και πατρός της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, Αθανα­σίου (295-373), ιδρύθηκε από το γνωστό μεταρρυθμιστή του Ιουλιανού ή παλαιού Ημερολογίου, πάπα Γρηγόριο ΙΓ’, το 1577.

Πάπας Λέοντας Ι΄

Η ίδρυσή του συνέπεσε με την παρέλευση μισού περίπου αιώνα από την αναστολή της λειτουργίας ενός άλλου βραχύβιου ελληνικού Κολλεγίου της Ρώμης (1513-1520), έργο του φιλόμουσου προστάτη των Ελληνικών Γραμμάτων και των Βυζαντινών λογίων της Δύσης, πάπα Λέοντος Ι, γόνου του λαμπρού γένους των Μεδί­κων.

Σκοπός του «Αγίου Αθανασίου» που με πολλές περιπέτειες συνεχίζει τη λειτουργία του στο κέντρο της αιώνιας πόλης μέχρι σήμερα, ήταν η καλλιέργεια των Ελληνικών Γραμμάτων, η μόρφωση των νέων και των δύο δογμάτων για την πνευματική αναγέννηση του υπόδουλου γένους και η επαναπροσέγγιση των Χριστιανών Ανατολής και Δύσης.

Στη Σχολή αυτή φοίτησαν εκατοντάδες νέων του Λατινικού και Βυζαντινού τυπικού (ενωτικοί), από τους οποίους η μεγάλη πλειοψηφία προέρχονταν από τη νησιωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο στην οποία το καθολικό στοιχείο είχε συρρικνωθεί στο ελάχιστο μετά τη διαδοχή των Ενετών από τους Τούρκους.

Από τις πολλές μαρτυρίες αλλοδαπών και ημεδαπών ιστορικών για τον «Άγιο Αθανάσιο» και την ανεκτίμητη προσφορά του στο υπόδουλο γένος των Ελλήνων, αναφέρουμε την κρίση του αναγνωρισμένου μελετητή του τουρκοκρατούμενου Ελληνισμού Σπυρίδωνος Ζαμπέλιου, ο οποίος γράφει μεταξύ άλλων για τον «φλογερό έρωτα» των “Γρηγοριάδων” προς το έθνος στο οποίο ανήκαν: «Έκτοτε βλέπομεν τους εξ Ελλάδος μαθητάς και διδασκάλους του Κολλεγίου τούτου, συν­δυάζοντας αληθώς εξαίρετον παιδείαν και την τήρησιν των πατρίων τύπων της ελληνικής εν τη Εκκλησία λειτουργίας, μετά της εις τον πάπαν αφοσιώσεως… Από τας εκατοντάδας των σπουδαστών του Ελληνικού Κολλεγίου, πολλοί διέ­πρεψαν ως πατριάρχες, αρχιερείς, πρυτάνεις Πανεπιστημίων, καθηγηταί, ιατροί, συγγραφείς κ.λπ., και εις όλους ανεξαιρέτως, ήταν φλογερός ο έρως προς την πατρίδα».

Από τους πλέον διαπρέψαντες «Γρηγοριάδες», όπως αποκαλούνται οι από­φοιτοι του «Αγίου Αθανασίου», αναφέρομε τον πολυγραφότατο πανεπιστήμονα Λέοντα Αλλάτιο το Χίο, το σημαντικότερο διπλωμάτη της Υψηλής Πύλης στο μεταίχμιο του 17ου και 18ου αιώνα, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον εξ απορρή­των, τον Κερκυραίο θεολόγο και ρήτορα Πέτρο Αρκούδιο, τους Ναυπλιώτες δάσκαλους και διαπραγματευτές υποθέσεων της Αγίας Έδρας στην Κωνσταντι­νούπολη, Κανάκιο και Νικόλαο Ρώση, τον πολυπράγμωνα θεολόγο Πανταλέοντα Λιγαρίδη από τη Χίο, τον πολυγραφότατο Κρητικό θεολόγο Ιωάννη Ματθαίο Καριοφύλλη, το μητροπολίτη Παροναξίας Μελισσηνό Νικηφόρο, τους Ιησουίτες Μάρκο Λίμα και Μιχαήλ Νευρίδα από το Ρέθυμνο και τη Χίο, το Νικόλαο Παπα­δόπουλο Κομνηνό, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Παταβίου, τον παρ’ ολίγον γενι­κό ηγούμενο των Ιησουιτών Ιωάννη Αντώνιο Τιμόνη από τη Χίο, και πλειάδα άλλων διαπρεψάντων στις επιστήμες, τα γράμματα και τα εκκλησιαστικά αξιώ­ματα.

Από το 1591, όταν ο Άγιος Αθανάσιος περιήλθε στη διοίκηση των Ιησουιτών, με πρώτο ελληνοδιδάσκαλο και μέλλοντα διευθυντή τον Χανιώτη Ανδρέα Ευδαιμονογιάννη (1555-1625), εξελίχτηκε σε πρότυπο κέντρο ελληνοχριστιανικής παι­δείας στο οποίο η μάθηση άρχιζε περί το 12ο έτος της ηλικίας και τελείωνε στο 18ο. Οι καλύτεροι, έκλειναν τον κύκλο των σπουδών με απόκτηση διδακτορικού τίτλου στη φιλολογία, τη φιλοσοφία ή τη θεολογία. Η απονομή του τίτλου γίνο­νταν κατά τη διάρκεια τελετής που συγκέντρωνε γύρω από τον τιμώμενο, μαθη­τές και διδάσκοντες. Το πρόγραμμα των 30-35 κατ’ έτος σπουδαστών, περιελάμβανε γραφή και ανάγνωση της ελληνικής, ιταλικής και λατινικής γλώσσας, ιστορία της Εκκλησίας, φιλοσοφία και για τους προοριζόμενους στο ιερατείο, θεολογία και ποιμαντική.

Η απονομή του ενδεικτικού αποφοίτησης γίνονταν ενώπιον του καρδιναλίου προστάτου του ιδρύματος από τον διευθυντή. Γονατιστός ενώπιον τους, ο τελει­όφοιτος απήγγειλε την ομολογία πίστεως με ιδιαίτερη έμφαση στο «Filioque«, και εις την εκ του Υιού δηλαδή εκπόρευση του Παναγίου Πνεύματος, και στο πρω­τείο δικαιοδοσίας του Επισκόπου Ρώμης εφ’ όλων των Επισκόπων της Εκκλη­σίας, αδιακρίτως λειτουργικού τυπικού.

Οι χειροτονίες γίνονταν υποχρεωτικά κατά το βυζαντινό τυπικό από ενωτι­κούς Επισκόπους οι οποίοι διορίζονταν στον Άγιο Αθανάσιο για το σκοπό αυτό. Κατάλογο με βιογραφικά στοιχεία αυτών, κατήρτισε ο Τήνιος ιστορικός π. Μάρ­κος Φώσκολος, τελειόφοιτος του ιδίου Κολλεγίου, στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Πρόταση του Ανδρέα Ευδαιμονογιάννη, πρύτανη των θεολόγων της Ρώμης μετά την εκδημία του επίσης Ιησουίτου καρδιναλίου Ροβέρτου Βελλαρμίνου το 1621, για τη χειροτονία των αποφοίτων από φιλενωτικούς ορθόδοξους Αρχιε­ρείς, δεν έγινε δεκτή από την αρμόδια επιτροπή Καρδιναλίων.

Οι Πελοποννήσιοι μαθητές κατά την πρώτη εβδομηκονταετία λειτουργίας του Κολλεγίου (1576-1646), ανήλθαν σε 26. Ένδεκα ήταν από το Ναύπλιο, 4 από την Κορώνη, 3 από τον Οίτυλο της Μάνης, 2 από την Πάτρα, 2 από την Κυπαρισία, ανά ένας από τη Μονεμβασία ή Νεάπολη της Μαλβαζίας, το Λεοντάρι, και 2 από άγνωστη περιοχή.

 

Πάπας Γρηγόριος ΙΕ΄

 ** Η Ιερά Σύνοδος για την διάδοση της πίστης ( sacra Congregatio de propaganda fide) ιδρύθηκε από τον πάπα Γρηγόριο ΙΕ΄ το 1622, με κύριο σκοπό τον ευαγγελισμό των εκτός του καθολικού κόσμου, χωρών. Στην δικαιοδοσία της είχε περιέλθει έως την ίδρυση ανεξαρτήτου Κράτους, και η μικρή καθολική μειονότητα στους ελληνόφωνους χώρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για το λόγο αυτό, στα ρωμαϊκά Αρχεία της φυλάσσονται πολλά έγγραφα, που αφορούν στις ελληνοκαθολικές αλλά και ορθόδοξες κοινότητες επί Τουρκοκρατίας.

 

 *** Ανδρέας Ρώσης (Rossius, Rossi και Rubeus). Γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1609 από τον Αναστάσιο, αδελφό του Κανακίου Ρώση και την Μπιάνκα Σωλημά, επιφανείς  καθολικές Οικογένειες  στην πρωτεύουσα της Αργολίδας (ACGr τ. 1 φ. 5, τ. 8 φ. 200). Εισήλθε στο Κολλέγιο «Αγίου Αθανασίου» στις 10.1.1624, με συστατική επιστολή των Ναυπλιωτών εμπόρων στη Βενετία, Γεωργίου Κρές και Ιωάννη Μπαχατούρη.

Σπούδασε ένα χρόνο γραμματική, δύο χρόνια φιλοσοφία και τρία θεολογία. Το 1625 κατέθεσε ομολογία καθολικής πίστεως και έγινε μέλος της Αδελφότητας της Παναγίας. Από το Κολλέγιο απεφοίτησε το 1634, αφού δίδαξε για δύο χρόνια τα ελληνικά σε νεότερους μαθητές. Στη Βενετία όπου εγκαταστάθηκε το 1635, δίδαξε στο Σχολείο της Ελληνικής Κοινότητας έως το 1639. Στο Αρχείο της Ιεράς Συνόδου για τη διάδοση της πίστεως, σειρά Acta τ. 10 φ. 304, φυλάσσεται επιστολή του, στην οποία αναφέρεται η αναχώρηση του αδελφού του Νικολάου για το Άγιον Όρος και η άφιξη του αρχιδιακόνου του φιλενωτικού αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Αθανασίου Πατελάρου, ο οποίος έμελε να ταξιδέψει στη Ρώμη για να δώσει όρκο υπακοής στον Πάπα.

Καθ’ όλες τις ενδείξεις, ο «δον Ανδρέ Ρώσιος», συνδέθηκε στη Βενετία με ορθόδοξους Έλληνες και ανέπτυξε αντιιησουϊτική δράση επειδή, όπως γράφει, «άλλο δεν σκοπούσιν ειμή πως να σβήνουν το ρητόν και την φήμην των εδικών μου, λέγω των Ρωμαίων»16.

Ο Λέων Αλλάτιος διέσωσε αρχαιοελληνικά επιγράμματα του Α. Ρώση ο οποίος απεβίωσε περί το 1640 στην Ισπανία όπου είχε αποκτήσει την εύνοια υψηλά ισταμένων προσώπων.

 

**** Νικόλαος Ρώσης ή Rubeus. Αδελφός και ανιψιός των Ανδρέα και Κανακίου Ρώση. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1592 και εισήλθε στον «Άγιο Αθανάσιο» το 1608. Παρακολούθησε όλα τα διδασκόμενα στη Σχολή μαθήματα και υπήρξε μέλος της Αδελφότητας της Παναγίας από το 1626 έως το 1634, έτος εξόδου του από το Ίδρυμα.

Το 1635, μετά τη χειροτονία του στη Βενετία κατά το βυζαντινό τυπικό, ταξίδεψε στον ‘Αθωνα όπου ίδρυσε Σχολείο Ανθρωπιστικών Σπουδών αντί 60.000 σκούδων το χρόνο, τα οποία κατέβαλε η Ιερά Σύνοδος για τη διάδοση της πίστεως. Η Σχολή λειτούργησε από το 1635 έως το 1640, στον περίβολο του Πρωτάτου στις Καρυές. Από εκεί έστειλε στη Ρώμη 20 επιστολές τις οποίες δημοσίευσε ο ιστορικός των Ενωτικών Εκκλησιών της Ανατολής, Γεώργιος Hofmann. Το διδακτικό του έργο συνέχισε ο Νικόλαος Ρώσης στη Θεσσαλονίκη από το 1640 έως το έτος του θανάτου του 1642. Την ίδια εποχή οι Ιησουίτες επεχείρησαν να εγκατασταθούν στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, κάτι το οποίο κατόρθωσαν μισό αιώνα αργότερα (1704).

Ο ίδιος ο Ν. Ρώσης, στις επιστολές του προς τις ρωμαϊκές εκκλησιαστικές Αρχές, αντί των «άκαμπτων» Ιησουϊτών, πρότεινε για την ιεραποστολή στον Ελληνικό βορρά τους πιο «συμφιλιωτικούς» φραγκισκανούς Καπουκίνους, που μια δεκαετία αργότερα, εγκαταστάθηκαν οριστικά στο Ναύπλιο όπου παρέμειναν έως τα χρόνια της Επανάστασης. Στην πόλη αυτή, όπως και στο γειτονικό Άργος, πρόσφεραν τις πνευματικές τους υπηρεσίες και μάθαιναν στα παιδιά γράμ­ματα.

Σε ανυπόγραφη επιστολή Καπουκίνου του Ναυπλίου με ημερομηνία 9.1.1658, διαβάζουμε τα ακόλουθα για την εκπαιδευτική δραστηριότητα των συναδέλφων του: «Στο Σχολείο μας στη Νάπολι της Ρωμανίας έχουμε 35 παιδιά, που μαθαίνουν γραμματική και κατήχηση. Αρκετά άλλα τα συνοδεύουν στην κατήχηση. Πολλά παιδιά τα αρνούμαστε επειδή έρχονται χωρίς σκοπό και συνοδεία. Αν διδάξουμε αριθμητική, τότε όλα θα έρχονται σε μας. Θα αναγκαστούμε όμως να δεχτούμε όσα επιτρέπουν οι δυνάμεις μας. Τα παιδιά που διδάσκονται την κατήχηση, γίνονται κήρυκες της ορθής πίστης στις 4 συνοικίες της πόλης. Πρωί και βράδυ επαναλαμβάνουν το μάθημά τους σε γονείς και γείτονες. Με την επανάληψη, η γνώση μεταδίδεται σε όλους. Σταματούν στις πλατείες και στα σπίτια για να απαγγείλουν ό,τι έμαθαν το πρωί. Μεταξύ αυτών των νεοφύτων, οι πιο ένθερμοι πηγαινοέρχονται στα σπίτια και κάνουν κατήχηση. Τους ακούω με ευχαρίστηση όταν επανέρχονται στο σχολείο. Και οι παπάδες στέλνουν τα παιδιά τους στο μάθημα. Όλοι ομολογούν ότι ποτέ δεν έζησαν κάτι παρόμοιο».

 

*****  Στην καθολική Εκκλησία, εκτός του λατινικού λειτουργικού τυπικού, το οποίο ακολουθεί η μεγάλη πλειοψηφία των πιστών, χρησιμοποιούνται όλα σχεδόν τα τυπικά των Ανατολικών Εκκλησιών όπως το Βυζαντινό, Αρμενικό, Κοπτικό, Μαρωνικό κ.ά. Οι πιστοί των τυπικών αυτών, Καθολικοί καθόλα, αποκαλούνται « Ενωτικοί».

 

******  Στο αρχείο « Αγίου Αθανασίου» AGGr τ.6 φ.32, φυλάσσεται σχετική αίτηση του Κ. Ρώση στον πάπα Ουρβανό Η΄αλλά και ενδιαφέρον ανώνυμο υπόμνημα στο οποίο αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους δεν ενδείκνυται η χειροτονία του Κ. Ρώση σε ενωτικό επίσκοπο με έδρα το Κολλέγιο του « Αγίου Αθανασίου». Α) Έχει αφοριστεί από 4 πατριάρχες της Ανατολής. Β) Ο ανιψιός του Ανδρέας Ρώσης αναπτύσσει φιλορθόδοξη δράση μεταξύ των Ελλήνων της Βενετίας και εκθειάζει το « σχισματικό» επίσκοπο Γαβριήλ Σεβήρο και Γ) Ο αδελφός του Κανακίου Κωνσταντίνος ασπάστηκε το μωαμεθανισμό.

  

Πηγές

 


  • Δρ Μάρκος Ν. Ρούσσος – Μηλιδώνης, «Ναυπλιώτες Μαθητές στο Ελληνικό Κολλέγιο Ρώμης, Άγιος Αθανάσιος 1594-1646», Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 1998.
  •  Δρ Μάρκος Ν. Ρούσσος – Μηλιδώνης, «Ανάλεκτα Καθολικής Εκκλησίας Ναυπλίου 75μ.χ. – 2004», Έκδοση Καθολικής Εκκλησίας Ναυπλίου, 2004.

 

Read Full Post »

Γαλλική Σχολή Ναυπλίου Αδελφών Ουρσουλινών (1916-1920)

 


Η παρουσία και η εκπαιδευτική δραστηριότητα των διαφόρων καθολικών ταγμάτων, είχε ως σκοπό όχι μόνο την διαποίμανση και εκπαίδευση των καθολικών κατοίκων της Ελλάδας αλλά και την διάδοση της καθολικής πίστης σε ορθόδοξους που φοιτούσαν στα σχολεία τους, και τα οποία λειτουργούσαν κυρίως με την υποστήριξη της καθολικής εκκλησίας. Μετά την εγκατάσταση τους στην Ελλάδα (Φραγκισκανών, Δομινικανών κυρίως όμως Ιησουιτών και Καπουτσίνων) άρχισαν να λειτουργούν τον 16ο, 17ο και 18ο αιώνα σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης στις καθολικές κοινότητες διαφόρων πόλεων και κυρίως νησιών.

Στην Αθήνα, την Άνδρο, τα Επτάνησα, το Ναύπλιο, την Μήλο και την Πάρο, δημιούργησαν σχολεία οι Καπουτσίνοι. Στην Σαντορίνη και την Τήνο οι Ιησουίτες. Στην Κρήτη, την Μακεδονία, την Νάξο, την Σύρο και την Χίο, Καπουτσίνοι και Ιησουίτες, που μάλιστα αρκετές φορές λειτουργούσαν και ανταγωνιστικά μεταξύ τους. Ιδιαίτερα στα νησιά Σύρο, Νάξο, Τήνο και Χίο, καπουτσίνοι και Ιησουίτες οργάνωναν χωριστά επιμορφωτικά σεμινάρια, ετοιμάζοντας στελέχη για τον καθολικό κλήρο του Αιγαίου.

 

Οι Αδελφές Ουρσουλίνες

 


  

Αγία Άγγελα Μερίτσι

Το 1533 η Αγία Άγγελα Μερίτσι* (Angela Merici: 1474-1540) άρχισε να συγκεντρώνει νέες κοπέλες, προτείνοντας τους να ζήσουν έναν άτυπο μοναχικό βίο. Η κάθε μία ζούσε στο σπίτι της αλλά ήταν στην υπηρεσία του Θεού.

Μέσα σε λίγα χρόνια ο αριθμός τους αυξήθηκε σημαντικά. Η Αδελφότητα πρόσφερε σημαντικό κοινωνικό έργο αλλά και δίδασκε την χριστιανική πίστη. Στις 18 Μαρτίου 1537 η ιδρύτρια αφιερώνει την Αδελφότητα στην Αγία Ούρσουλα, που μαρτύρησε τον 5ου αιώνα, προτιμώντας τον θάνατο παρά την προδοσία της παρθενίας της.

Όταν πέθανε η Αγία Άγγελα, στις 27 Ιανουαρίου 1540, η Αδελφότητα αριθμούσε περισσότερα από 150 μέλη. Κατά τον 17ο αιώνα οι Αδελφές Ουρσουλίνες, αρχίζουν να εξαπλώνονται σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Τον 18ο αιώνα φτάνουν και στην Ελλάδα. Στην Τήνο (15 Ιουλίου 1704) εμφανίζονται οι δύο πρώτες ελληνίδες Ουρσουλίνες από το Κάστρο της Νάξου.  Πρόκειται για αφιερωμένες γυναίκες που ζουν με την οικογένεια τους αλλά τηρούν το κανονισμό της Αγίας Άγγελας και βοηθούν τους εφημέριους στο ποιμαντικό και κατηχητικό τους έργο.

Εσωτερικό Ιεράς Μονής Ουρσουλινών, στα Λουτρά Τήνου.

Οργανωμένο μοναστήρι  δημιουργείται το 1862. Εκεί, στεγάστηκαν: ορφανοτροφείο, οικοτροφείο, γαλλικό Γυμνάσιο, Πανεπιστήμιο, ελληνικό Δημοτικό, ταπητουργία, ραπτική, αργαλειοί κ.λ.π. Το όλο έργο οφείλεται ουσιαστικά στην αγγλικής καταγωγής Μαρία- Άννα Ληβς, η οποία είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη το 1825 και είχε ασπαστεί το μοναχικό σχήμα των Ουρσουλινών από το 1853.

Την περίοδο 1910-1930 φοιτούν στη Σχολή 300 οικότροφες μαθήτριες απ’ όλη την Ελλάδα. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Σχολή έκλεισε. Μετά τον πόλεμο, η επαναλειτουργία της Σχολής ήταν πολύ δύσκολη. Η έλλειψη  μαθητριών και τα νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία της. Περιορίζεται στην εκπαίδευση των παιδιών του Δημοτικού. Το 1984 το σχολείο έκλεισε οριστικά.   

Στην Νάξο το 1739, μετά από μερικές αποτυχημένες προσπάθειες τελικά κατορθώνουν να εγκατασταθούν. Ήταν απόλυτα αφοσιωμένες στην μόρφωση των κοριτσιών και την διάδοση της χριστιανικής καθολικής πίστης. Μετά την εγκατάστασή τους άρχισαν να συγκεντρώνουν κορίτσια από το Αιγαίο αλλά και από την Κωνσταντινούπολη και την Εγγύς Ανατολή. Μετά την Επανάσταση, η Σχολή γνωρίζει μεγάλη ακμή και εξελίσσεται σε ένα από τα καλλίτερα σχολεία του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Στο Παγκόσμιο πόλεμο η Σχολή αναγκάζεται να κλείσει. Μετά τον πόλεμο, έγιναν προσπάθειες να επαναλειτουργήσει, οι συνθήκες όμως είχαν αλλάξει και η σχολή το 1970 έκλεισε.

 

Οι Ουρσουλίνες στο Ναύπλιο

 


  

Μεγάλο μέρος της καλής κοινωνίας του Ναυπλίου, ήθελε τα κορίτσια της να μορφωθούν και να αποκτήσουν τα κατάλληλα εφόδια για την βελτίωση του πολιτιστικού και βιοτικού τους επιπέδου. Έτσι στο Ναύπλιο συναντάμε από τα χρόνια του Καποδίστρια ακόμη ιδιωτικά παρθεναγωγεία, όπως της Γαλλίδας Σαρλότ Βολμεράνζ (Charlotte Volmerang) όπου τα κορίτσια μάθαιναν γραφή και ανάγνωση στην Ελληνική και Γαλλική γλώσσα, ιστορία, γεωγραφία αλλά και οικοκυρικά και χειροτεχνία.

Γαλλική Σχολή Ναυπλίου. Δεκαετία του 1910. (Φωτ. Αρχείο Ν. Σαββάκη)

Στην Ενδεκάτη, εκεί που σήμερα υπάρχει η Alpha Bank, στη γωνία της 25ης Μαρτίου και Ασκληπιού, υπήρχε το κτίριο που στεγάζονταν οι καθολικές αδελφές Ουρσουλίνες. Εκεί ιδρύθηκε η σχολή των Ουρσουλινών που λειτούργησε μόλις τέσσερα χρόνια. Από τον Ιούλιο του 1916 μέχρι τον Ιούλιο του 1920. Οι Ναυπλιώτες την αποκαλούσαν συνήθως «Γαλλική Σχολή».

« Διευθύντρια στο Ναύπλιο ήταν η αδελφή Κλημεντίνη Carriere ( Marie de lenfant Jesus). O Μ. Ρούσσος Μηλιδώνης δημοσιεύει και αίτηση 139 οικογενειαρχών του Ναυπλίου, με ημερομηνία 1 Μαΐου (ή 14 Μαΐου) 1916 προς τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών L. Petit, με την οποία ζητούν την σύσταση Γαλλικού Παρθεναγωγείου ( « καθόσον σπουδαίως θα συντελέσει εις την ταχείαν και τελείαν εκμάθησιν της γαλλικής γλώσσης υπό των τέκνων μας»).

 
 

Η εσωτερική αυλή του φράγκικου μοναστηριού των Καλογραιών. (Φωτ. Σ. Καρούζου: ‘‘Το Ναύπλιο’’)

Οι πρώτες υπογραφές είναι του Γενικού Αρχίατρου ε.α. Σωτ.Κ. Παπαδόπουλου, του φαρμακοποιού Ιωάννη Οικονόμου, του υπολοχαγού Πυροβολικού Θεοδ. Λιάπη, του κτηματία Β. Χρονά και του δικηγόρου Δ. Πασπαλιάρη. Από τους υπογράφοντες, μόνον ο Παναγιώτης Ιωάννου Ιατρός, ιδιοκτήτης- συντάκτης της εφημερίδας Σύνταγμα, ήταν καθολικός. Υπογράφουν ακόμη ο Σ. Θ. Σοφρώνης, Αρχίατρος και Δήμαρχος (1926-27), η οικογένεια Καραπαύλου, ο Ι. Τερζάκης, βουλευτής Αργολίδος, ο Α. Πιλαφιτζής, δικηγόρος και πρόξενος της Γαλλίας, ο Κ. Παπαντωνίου και άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί.

 

Επτά μοναχές από την Τήνο και την Νάξο φτάνουν στο Ναύπλιο τον Ιούλιο του 1916 για να υπηρετήσουν το σχολείο, οι οποίες έγιναν δεκτές με εχθρική διάθεση από τον Μητροπολίτη Αργολίδος Αθ. Λάσκαρη. Το 1920 εκδηλώθηκε επιδημία πανώλης στην Αργολίδα, το σχολείο επιτάχθηκε για την στέγαση των ασθενών, ενώ ο ιδιοκτήτης του κτιρίου Νικ. Παπανικολάου ζητούσε αύξηση του ενοικίου, γεγονότα που οδήγησαν στο κλείσιμο του».  

Και συνεχίζει ο Γιώργος Ρούβαλης στο άρθρο του στην τριμηνιαία έκδοση πολιτισμού «ναύδετο» το Φθινόπωρο του 2008. « Φοίτησαν 67 κορίτσια, 50 εσωτερικά και 17 εξωτερικά. Κατ’ έτος, ο αριθμός φοιτητριών ήταν 50 με 60. Το 1/3 ήταν εσωτερικές από το Άργος και άλλες πόλεις της Πελοποννήσου. Το μόνο αγόρι ήταν ο Καίσαρ Χειλέλης, μετέπειτα ξενοδόχος και κληρονόμος του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία στην πλατεία Φιλελλήνων.

Κατά το σχολικό έτος 1918-19 τα δίδακτρα ήταν 360 δραχμές και 40 επιπλέον για όσα κορίτσια έπαιρναν μαθήματα πιάνου. Το πρόγραμμα μαθημάτων περιελάμβανε γραφή και ανάγνωση στα ελληνικά και γαλλικά, αριθμητική, γεωγραφία, μουσική και ιδιαίτερα μαθήματα κλειδοκυμβάλου ( πιάνου) και μαντολίνου, γραφικές τέχνες, κέντημα και εργόχειρο».  

Μετά από χρόνια, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως στέγη των προσφύγων Μικρασιατών. Το 1949 στέγασε το παγοποιείο Κοκκίνου και τέλος κατεδαφίστηκε στην δεκαετία του 1970.

 

Η Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών Αθηνών

 


 

Έμβλημα των μαθητών των Ουρσουλινών

Η Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών Αθηνών λειτουργεί από το 1947. Το 1952 άρχισε να λειτουργεί στο Ψυχικό εκπαιδευτικό συγκρότημα Γυμνασίου – Λυκείου, το οποίο ολοκληρώθηκε με Δημοτικό Σχολείο το 1976 στην περιοχή του Αμαρουσίου. Σήμερα διατηρεί Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο για αγόρια και κορίτσια. Είναι η συνέχεια των σχολείων της Τήνου και της Νάξου.

Μέσα στο 19ο αιώνα το σχολείο διαμορφώθηκε σιγά – σιγά σε «Ελληνογαλλικό», το πρώτο χρονικά εκπαιδευτικό ίδρυμα αυτού του είδους στην Ελλάδα, για την μαθητεία στη γαλλική γλώσσα και κουλτούρα. Διατηρεί αυτό το χαρακτήρα του μέχρι σήμερα με τις υψηλότατες επιδόσεις των μαθητών του στη γαλλοφωνία.

Στον 21ο αιώνα καλλιεργώντας πάντα το πνεύμα της Αγάπης και της Αλληλεγγύης, στοχεύει στην άρτια εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση των μαθητών του σύμφωνα με τις σύγχρονες απαιτήσεις. Αποδεικνύουν την προσφορά του οι λαμπρές επιδόσεις των μαθητών του στο Πανεπιστήμιο και στη συνέχεια στον επιστημονικό τομέα, στις τέχνες, στα γράμματα αλλά και γενικά στο στίβο της ζωής!

 

 Υποσημείωση

 


 

* Άγγελα Μερίτσι (Angela Merici: 1474-1540). Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1474 στο Ντεζεντιάνο της βόρειας Ιταλίας. Ήταν η δευτερότοκη κόρη μιας βαθειά θρησκευόμενης χριστιανικής αγροτικής οικογένειας. Από πολύ μικρή, ορφάνεψε από πατέρα και μητέρα. Ο αδελφός της μητέρας τους, αναλαμβάνει την κηδεμονία των δυο κοριτσιών. Δέκα χρόνια αργότερα πεθαίνει η μεγαλύτερή της αδελφή.

Η Άγγελα μένει μόνη της. Συνεχίζει να ζει μια έντονη πνευματική ζωή και μάλλον ασκητική. Το 1506, εξαιτίας ενός οράματος, αισθάνεται την ανάγκη να ιδρύσει μια κοινότητα που θα ήταν στην υπηρεσία του Θεού. Το 1516 μεταφέρεται στην πόλη Μπρέσια για να ζήσει με το ζεύγος Ιερώνυμου και Κατερίνας Ντεζεντζάνο, μια οικογένεια μεγαλοαστών της εποχής.

Η Άγγελα συνεχίζει, παρά ταύτα την απλή και έντονη θρησκευτική της ζωή, ενώ το 1524 επισκέπτεται τους Αγίους Τόπους. Από το 1525 ζει ήσυχα προσφέροντας τις κοινωνικές της υπηρεσίες και τις καλές της συμβουλές σε όποιον της τις ζητούσε και όπου μπορούσε. Το 1533 ιδρύει τη μοναχική αδελφότητα των Ουρσουλινών. Στις 27 Ιανουαρίου του 1540 και σε ηλικία 66 ετών, πεθαίνει. Στις 30 Απριλίου 1768, ο πάπας Κλήμης ο 13ος  την ανακήρυξε Μακαρία και στις 24 Μαΐου ο Πίος ο 7ος Αγία.

 

 

Πηγές


  • Γιώργος Ρούβαλης, «Οι πέτρες και οι Άνθρωποι / Μικροϊστορία του Ναυπλίου», Εκδόσεις Ναύδετο, Ναύπλιο, 2009.
  • Περιοδικό «Ναύδετο», Τριμηνιαία έκδοση πολιτισμού, τεύχος 8, Ναύπλιο, 2008.
  • Δαυίδ Αντωνίου, «Γαλλικά Σχολεία στην Ελλάδα / Απόπειρα Πρώτης Καταγραφής», Διεθνές Κέντρο Έρευνας Αίσωπος – La Fontaine,  Αθήνα, 2009.
  • Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών – http://www.ursulines.gr/
  • Καθολική Εκκλησία Τήνου – http://www.catholic.gr/

 

Σχετικά θέματα:

 

Read Full Post »

Πάσχα στην Καθολική Εκκλησία του Ναυπλίου το 1841


  

Ο Δρ Μάρκος Ν. Ρούσσος – Μηλιδώνης, Επίτροπος της Καθολικής Εκκλησίας του Ναυπλίου, παρουσιάζει  στα Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII (2009) δύο ενημερωτικές επιστολές των ετών 1841 του εφημ. Γεωργίου Δούναβη προς τον εκκλησιαστικό του προϊστάμενο Επίσκοπο Σύρου Αλούσιο Μ. Blancis.

Η πρώτη αφορά στον εορτασμό της Μεγάλης Εβδομάδας του έτους 1841, και η δεύτερη κάποιες διαφορές με τον επίτροπο Βονιφάτιο Bonafin.

Ας δούμε πως περιγράφει ο ιερέας τον εορτασμό του Πάσχα των Καθολικών στο Ναύπλιο του 1841.

 

Επιστολή της 16ης Απριλίου 1841 του εφημερίου Γεωργίου Δούναβη προς τον Επίσκοπο Καθολικών Σύρου Αλούσιο Μ. Blancis

  

Σεβασμιότατε,

Θεωρώ υποχρέωσή μου να σας πληροφορήσω για τον τρόπο με τον οποίο γιορτάσαμε εδώ στο Ναύπλιο τη Μεγαλοβδομάδα και το Άγιον Πάσχα.*

L. Lange, Η Φραγκοκκλησιά.

Στις ιερές ακολουθίες της Μ. Πέμπτης, Παρασκευής και Σαββάτου, τους θρήνους και άλλους ύμνους του Αγίου Πάθους έψαλαν ο ιταλός μοίραρχος Αντώνιος Morandi και ο γάλλος συνταγματάρχης Ιλαρίων Αύγουστος Touret.

Μετά την ακολουθία της Μεγάλης Πέμπτης στις 10 το βράδυ, μετέφερα τον καθαγιασμένο Άρτο από το κεντρικό σε πλάγιο βωμό, κατάλληλα διακοσμημένο. Στην τελετή έλαβε μέρος πλήθος πιστών. Έως την Κυριακή του Πάσχα, η εκκλησία έμενε ανοικτή έως αργά τη νύχτα.

Ανήμερα του Πάσχα έψαλα τη λειτουργία της Αναστάσεως στις 10 το πρωί. Παρέστησαν ο στρατηγός DAlmeida, οι καθολικοί αξιωματικοί και όλοι οι πιστοί. Η εκκλησία μας ήταν υπερπλήρης. Η χορωδία εξετέλεσε με μεγάλη επιτυχία τα ψαλτά μέρη της λειτουργίας. Όλοι είχαν να πουν τα καλύτερα για την λόγια τάξη και την σιωπή που επεκράτησαν κατά τη διάρκεια της τελετής.  

Το μεσημέρι με κάλεσε στη τράπεζα του ο συνταγματάρχης κ. Touret. Συνέφαγαν μαζί μας ανώτεροι γάλλοι αξιωματικοί και ο κ. Μorandi ο οποίος κάλεσε τους συνδαιτυμόνες να πιουν στην υγειά του καλού μας ποιμένα, του Σεβασμιότατου  Αλοϋσίου Blancis. Όλοι μαζί ευχηθήκαμε για τη μακροημέρευσή σας.

Τη Δευτέρα του Πάσχα προσκλήθηκα από το στρατηγό D’ Almeida ο οποίος μου ζήτησε να σας μεταφέρω τις ευχές του ιδίου, της συζύγου και του γιου του. Και οι τρεις παρακαλούν για την ευλογία σας.

Σας πληροφορώ, Σεβασμιότατε, ότι ένα ζευγάρι Βαυαρών που συζούν από έξι μήνες, μου ζήτησαν να τελέσω τους γάμους τους, για να απαλλαγούν από την κατάσταση της αμαρτίας. Μου παρουσίασαν τις βεβαιώσεις ότι δεν έχουν συνάψει μέχρι τώρα γάμο. Επειδή όμως ο άντρας είναι διαμαρτυρόμενος, τους είπα ότι οφείλω να έχω την άδεια σας.

Εγώ, Σεβασμιότατε, δε βλέπω άλλο τρόπο για να απαλλαγούν από την αμαρτία, παρά μόνο την άδεια σας να τελέσουν τους γάμους τους. Όσον αφορά στο θρήσκευμα των παιδιών, εφόσον βέβαια αποκτήσουν, με διαβεβαίωσαν ότι θα βαπτισθούν κατά το καθολικό τυπικό και δόγμα.  Με την ευκαιρία αυτή, επισυνάπτω στην επιστολή μου απόδειξη 90 δραχμών για επισκευές στη εκκλησία.

Σας πληροφορώ τέλος ότι ο ιταλός Συνταγματάρχης που είχα συστήσει στο κ. Touret, έφυγε σήμερα για την Αθήνα. Όσο ήταν εδώ έμενε μαζί μου άλλα έτρωγε στο σπίτι του κ. D’ Almeida.

Και μία παράκληση: Σας παρακαλώ να μου στείλετε 3 ή 4 από τα θαυματουργά μετάλλια της Παναγίας τα οποία ευλαβούνται οι Πατέρες Λαζαριστές. Ο Συνταγματάρχης Touret σας υποβάλει οικογενειακώς τα σέβη του και παρακαλεί για την ευλογία σας.

Γονατιστός ασπάζομαι τη δεξιά σας με πολύ σεβασμό.

Ο ταπεινός και ευπειθής δούλος σας

Γεώργιος Δούναβης, ιερέας.

Ναύπλιο (Nauplia), 16 Απριλίου 1841.

  

Υποσημείωση


  

* Οι παλαιοί Αναπλιώτες θυμούνται τη περιφορά του «φράγκικου» Επιτάφιου τη Μεγάλη Παρασκευή, για τον οποίο η εφημερίδα «ΑΡΓΟΝΑΥΠΛΙΑ» της 23ης Σεπτεμβρίου 1973, δημοσίευσε το εξής έμμετρο του λαϊκού βάρδου Α. Αναπλιώτη:  

 

Δεν έχει πια πιστούς στ’ Ανάπλι

ο φράγκικος Χριστός.

Ούτε Ντομένικος, ούτε Τζαννίνος

ούτε Φουμέλης πια γονατιστός.

Δεν προσκυνιέται πια στ’ Ανάπλι

ο φράγκικος Χριστός.

Ούτε στα χέρια του νεκρό τον αγκαλιάζει

του Όθωνα ο παπάς ο σεβαστός.

Του Όθωνα ο παπάς τα μεγαλεία,

το Ντόμινους βαπτίσκουμ δε θα πει,

ούτε κι ο Νιόνιος πρόξενος ντυμένος

στον Επιτάφιο δε θα μπη.

Του Παναγιώτη ο γκρας δε θ’ αναστήση

ούτε και φέτος στη φραγκοκλησιά,

και μόνος πια ο Απρίλης θα στολήση

ολόκληρο ένα τάφο με δροσιά.

 

Δρ Μάρκος Ν. Ρούσσος – Μηλιδώνης

Επίτροπος  Καθολικής Εκκλησίας Ναυπλίου

Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 2009.

  

Διαβάστε ακόμη:

Read Full Post »