Δημοσθένης Βουτυράς – Το ημερολόγιο μου της κατοχής
Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.
Διαβάστε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», ένα επίκαιρο άρθρο του Εκπαιδευτικού – Λογοτέχνη, Σπύρου Κ. Καραμούντζου με θέμα:
«Δημοσθένης Βουτυράς – Το ημερολόγιο μου της κατοχής»
… Νομίζω πως λησμόνησα να γράψω ότι οι Γερμανοί μας έχουν τιμωρία. Πρέπει το βράδυ να μαζευόμαστε νωρίς στο σπίτι, αν και καλοκαίρι. Στις 10 να μην είναι κανείς στους δρόμους. Έως στις 10 το βράδυ. Κι έπειτα ούτε για γιατρό να τρέχει κανείς ούτε για μαμμή. Οι άρρωστοι να κρατιούνται ώσπου να ξημερώσει και οι ετοιμόγεννες ώσπου να ροδίσει η μέρα. Και τότε να φωνάξουν γιατρό και μαμμή. Λίγη υπομονή, πρέπει να συμβουλεύουν το μωρό, να βγει έπειτα που θάναι πιο ωραίο, γιατί θα δει και τον ήλιο να φωτίζει ! Τι να κάνουμε μεις ; Περιμένουμε και περιμένουμε και τάλλο φως να μας έρθει…
Δημοσθένης Βουτυράς
1. Εργοβιογραφικά
Ο Δημοσθένης Βουτυράς, ένας από τους σημαντικότερους διηγηματογράφους της νεοελληνικής πεζογραφίας του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε το 1872 στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η καταγωγή του ήταν από την Κέα, όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Αργότερα εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Μεσολόγγι και μετά στον Πειραιά. Εκεί τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και ξεκίνησε και το Γυμνάσιο, το οποίο όμως το διέκοψε γρήγορα λόγω ασθένειας.
Μετά από κρίσεις επιληψίας που παρουσίασε, οι γονείς του ήταν υπερπροστατευτικοί μαζί του. Το 1905, ο πατέρας του, για οικονομικούς λόγους, αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει. Το γεγονός αυτό, όπως ήταν και αναμενόμενο, επιδείνωσε και την κατάσταση της υγείας του Δημοσθένη Βουτυρά και του προκάλεσε βαθιά θλίψη και μελαγχολία. Λόγω δε των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε στη συνέχεια η οικογένειά του, πωλούσε όσο κι όσο σε περιοδικά και εφημερίδες τα διηγήματα, που ήδη είχε αρχίσει να γράφει.
Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα ως διηγηματογράφος (το 1901) στο πειραιώτικο περιοδικό «Το περιοδικό μας», με το διήγημα «Ο Λαγκάς και άλλα διηγήματα», που έγινε δεκτό με επαινετικά σχόλια από τον Παλαμά και τον Ξενόπουλο. Στο διάστημα της συγγραφικής του σταδιοδρομίας συνεργάστηκε με κάθε λογής περιοδικά και τύπωσε 35 βιβλία με 500 διηγήματα και μυθιστορήματα, χωρίς να μετακινηθεί μέχρι το θάνατό του ούτε από τα εκφραστικά του μέσα, ούτε από τους αντικειμενικούς του στόχους.
Το 1924 τιμήθηκε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, το 1932 με το Αριστείο του Δήμου Πειραιώς, ενώ η Ακαδημία Αθηνών , μετά από δύο εκλογές, αρνήθηκε να τον εκλέξει μέλος της, λόγω της αριστερής του ιδεολογίας. Πολλά έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, πορτογαλικά, ολλανδικά και τουρκικά. Επίσης έγραψε και Αναγνωστικά για το Δημοτικό Σχολείο.
Ο Δημοσθένης Βουτυράς ήταν ο συγγραφέας περισσότερο των φτωχών και των απόκληρων, των χαμηλών και εξαθλιωμένων κοινωνικών στρωμάτων. Παρά τις κριτικές αντιφάσεις, σχετικά με την αξιολόγηση της προσφοράς του, που δικαιολογημένα τον πίκραναν και τον επηρέασαν, τα διηγήματά του έχουν ζωντάνια, κοινωνικό προβληματισμό και δεν τους λείπει ούτε η αισιοδοξία , ούτε η τόλμη. Το γεγονός, άλλωστε, ότι για μια περίοδο ήταν ο αγαπημένος συγγραφέας των νέων, με τον ρεαλισμό και την τολμηρή του αφήγηση, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως κατάκτηση και ως καταξίωση. Δικαιολογημένα είναι ο σημαντικότερος ασπούδαστος των γραμμάτων μιας αυτοδίδακτης πηγαίας και γόνιμης έμπνευσης. Πέθανε το 1958.
2. «Το ημερολόγιο της κατοχής» του Δημοσθένη Βουτυρά με την κριτική ματιά του Στρατή Τσίρκα
Ο διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος Στρατής Τσίρκας, από τους αξιολογότερους τής μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ελληνικής πεζογραφίας, με κύριο έργο του την μυθιστορηματική τριλογία «Ακυβέρνητες πολιτείες», με τη βαθυστόχαστη κριτική του ματιά γράφει μεταξύ των άλλων και τα ακόλουθα για το «Ημερολόγιο της Κατοχής» του Δημοσθένη Βουτυρά :
[ Το Μάιο του 1949, σ’ ένα γράμμα του, ο Δημοσθένης Βουτυράς μου δίνει τον κατάλογο των βιβλίων του που είχε έτοιμα και περίμεναν εκδότη και για το Ημερολόγιό του της Κατοχής, μου γράφει:
«Επειδή είχα καταλάβει απ’ την ένωση Μουσολίνι και Χίτλερ πως πολλά κακά θα συμβούν, άφησα τότε δύο πολυσέλιδα που προσπαθούσα να γράψω, και άρχισα τον «Αιματωμένο Πλανήτη». Είναι μεγάλο βιβλίο και γραμμένο σαν μυθιστόρημα. Έχει μέσα και τον Ιταλικό Πόλεμο. Αυτό το έκλεισα την ημέρα που έπεφταν οι κανονιές για την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα.
Ύστερα από λίγες ημέρες, επειδή είχα πολύ στενοχωρηθεί, αρχίζω το ημερολόγιο. «Φωνές ανέμων»: Έτσι το λέω. Αυτό είναι πολύ μεγάλο. Πολλοί φίλοι μου που τόμαθαν, με συμβούλεψαν να το σχίσω, γιατί άμα με πιάσουν θα με τουφεκίσουν. Κι εγώ τους απάντησα:
– Είναι χρέος μου να το κάνω. Τι, μόνο εκείνα που δεν είναι επικίνδυνα να γράφω ;…»
Και συνεχίζει ο Στρατής Τσίρκας:
Θα περίμενε κανείς πως οι εκδότες θα σκοτώνονταν αναμεταξύ τους ποιος να προλάβει την έκδοση ενός τέτοιου εθνικού θησαυρού. Αλλοίμονο! Το Ημερολόγιο κι άλλοι δέκα τόμοι από διηγήματα και μυθιστορήματα του Δημοσθένη Βουτυρά σαπίζουνε μες στα συρτάρια του. Το πνευματικό τέλμα της σημερινής κατάστασης δεν επιτρέπει να εμφανισθούνε ούτε και σαν αναγνώσματα στις εφημερίδες.
Χέρια όμως ευλαβικά αντιγράψανε από τα χειρόγραφα του συγγραφέα – που δεν τους έκανε καμιά διόρθωση από τότε που γράφτηκαν – μερικά αποσπάσματα.
Δε χορταίνω να τα διαβάζω. Και είμαι βέβαιος πως πολλοί θα συμμεριστούνε τον ενθουσιασμό και τη συγκίνησή μου. Όχι μόνο γιατί σε πολλά απ’ αυτά θίγονται θέματα που εξακολουθούνε να καίνε, είναι τόσο επίκαιρα. Αλλά και γιατί όλα τους έχουνε τη σφραγίδα της μεγάλης τέχνης. Γράφοντάς τα, ο μεγάλος μας διηγηματογράφος, μ’ ένα χέρι που έτρεμε από την πείνα και τον πυρετό, αλλά και από εθνική αγανάκτηση, έβαλε μέσα τους όλη του την ψυχή. «Εγώ ήμουν σαν υπνωτισμένος», λέγει. Κι ακόμα: «Είχα αποφασισθεί όμως…».
Πώς να μη σκύψεις λοιπόν για να φιλήσεις αυτό το χέρι; Ο μάρτυρας Βουτυράς. Όποιος ξέρει μέσα σε τι απάνθρωπη εγκατάλειψη ζει τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο μεγάλος αυτός οικοδόμος της πεζογραφίας μας, θα καταλάβει γιατί γράφω το μάρτυρας με τη διπλή έννοια που κράτησε στη γλώσσα μας χίλια εννιακόσια τόσα χρόνια τώρα. Ο Βουτυράς είδε, βεβαίωσε, κατάγγειλε και μαρτύρησε. Γι αυτό πληρώνει. Με φρικτούς σωματικούς πόνους, κι ακόμα φριχτότερους ψυχικούς. Δεν ελύγισε, δε θα λυγίσει ποτέ. Κάμνει «το χρέος του», όπως λέει. Όμως εμείς; ]
Παρακάτω ας διαβάσουμε λοιπόν κι εμείς, με την ευκαιρία της Επετείου της Εθνικής μας Εορτής της 28ης Οκτωβρίου 1940, για να μαθαίνουμε και να μην ξεχνάμε, μερικά από τα διασωθέντα αποσπάσματα του Ημερολογίου Κατοχής του Δημοσθένη Βουτυρά :
Δημοσθένη Βουτυρά
Το ημερολόγιο μου της κατοχής
(α π ο σ π ά σ μ α τα)
Α΄ Φωνές ανέμων
«Τετάρτη 21 Μαϊου του 41.
… Θέαμα διασκεδαστικό παρουσιάζουν οι εφημερίδες. Ενώ στην Κρήτη μάχονται οι Έλληνες εναντίον των Γερμανών επιδρομέων, οι εφημερίδες με γράμματα μεγάλα, όπως έκαναν όταν οι Έλληνες πολεμούσαν με τους Ιταλούς, αναγγέλλουν τώρα τις επιτυχίες των Γερμανών, σαν οι Γερμανοί νάναι οι δικοί τους….
***
Στο σπίτι όλοι άρρωστοι από κοιλιακά. Κι άλλος κόσμος το ίδιο. Πολλοί έχουν δυσεντερία δυνατή, επικίνδυνη. Είναι το ψωμί, λένε. Κι αυτό το ψωμί, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι, είναι ένα είδος κοπριάς υγρής, βαρειάς…
Είναι ένας τρόπος κι αυτός να ξεκάνουν τον πληθυσμό της Ελλάδας. Γερμανικός κι αυτός, βγαλμένος απ’ τον πολιτισμό τους !!!
***
Κυριακή. Ξημερώνει ο Θεός την ημέρα, τραβά δηλαδή την κουρτίνα, όπως κάνουμε εμείς το πρωί, για να δούμε λίγο φως και να η μέρα. Και ξημερώνει ο Θεός την ημέρα για να αισθανθούμε το λυρί της πείνας. Μα γιατί τη φώτισε ; Δεν την άφηνε στο βαθύ σκοτάδι ;
***
… Οι έμποροι και οι σφάχτες έβαλαν χέρι και στους γαϊδάρους. ‘Ισως στους γέρικους και στους ψόφιους…
Πού να τόξερε ο γέρο γάϊδαρος πως άμα ψοφήσει θα του κάνουν τιμές μεγάλες. Το κρέας του να ψηθεί σε ηλεκτρικιά κουζίνα, να βράσει σε κατσαρόλα πλουσίων, έπειτα να βαλθεί σε πολυτελέστατο τραπέζι και ύστερα να γεμίσει τα στομάχια χοντρών κυρίων και ωραίων γυναικών !
***
… Νομίζω πως λησμόνησα να γράψω ότι οι Γερμανοί μας έχουν τιμωρία. Πρέπει το βράδυ να μαζευόμαστε νωρίς στο σπίτι, αν και καλοκαίρι. Στις 10 να μην είναι κανείς στους δρόμους. Έως στις 10 το βράδυ. Κι έπειτα ούτε για γιατρό να τρέχει κανείς ούτε για μαμμή. Οι άρρωστοι να κρατιούνται ώσπου να ξημερώσει και οι ετοιμόγεννες ώσπου να ροδίσει η μέρα. Και τότε να φωνάξουν γιατρό και μαμμή. Λίγη υπομονή, πρέπει να συμβουλεύουν το μωρό, να βγει έπειτα που θάναι πιο ωραίο, γιατί θα δει και τον ήλιο να φωτίζει ! Τι να κάνουμε μεις ; Περιμένουμε και περιμένουμε και τάλλο φως να μας έρθει…
***
Υπάρχει κι ένα άλλο αμάρτημα που δεν το συγχωρούν οι γερμανοί: Στην Ακρόπολη ήταν υψωμένη η σημαία η Γερμανική η νέα, με τον αγκυλωτό σταυρό. Η σημαία αυτή μια μέρα χάθηκε. Κάποιος είχε ανεβεί αψηφώντας τη ζωή του και την κατέβασε. Ποιος; Μ’ όλα τα ψαξίματα της αστυνομίας δε βρέθηκε η σημαία.
***
Σάββατο 7 Ιουνίου 1941.
… Χόρτα δίχως λάδι, είκοσι δράμια ψωμί, γιατί τόσο μου πέφτει απ’ τη μοιρασιά που κάνω με τα διάφορα του σπιτιού ζώα.
Στο δρόμο βλέπω πολλούς χλωμούς ή κίτρινους. Αλλά βλέπω και μερικούς ανθηρούς. Μα μου φαίνεται και οι μαυραγορίτες και οι μπακάληδες έχουν παχύνει.
Και συχνά, συχνά, βλέπω τους ήρωες να ζητιανεύουν. Αυτοί είναι οι δυστυχισμένοι. Το θάρρος, η αντρειά τους, τους είχε ανεβάσει ψηλά, όταν ξαφνικά βρέθηκαν κάτω πεσμένοι απ’ εκείνα τα ύψη.
Τη βάση την είχαν από καιρό υπονομεύσει, οι διοικούντες….
Όλοι σάπιοι, κι όλα σάπια ήταν πίσω τους. Έβραζε η σαπίλα και τους κύκλωνε κι αυτούς. Και ήρθε ο καιρός, φούσκωσε κι έφερε το κακό. Η δόξα χτυπημένη, καμένη, ακρωτηριασμένη, έφυγε αιματόβρεχτη. Οι ήρωές της τώρα περπατούν με σκυμμένα κεφάλια, σαν να φταίνε αυτοί, νάταν έργο τους το χτύπημα που τους ήρθε δολοφονικά από πίσω…
***
… Άκουσα να λένε πως μοίρασαν οι δύο «σύντροφοι» την Ελλάδα. Την παλιά την παίρνουν οι Ιταλοί και τη νέα οι Γερμανοί. Τι λένε εκείνοι πούδιναν επάνω στις μάχες άδειες και απολύσεις στους στρατιώτες ; Τι λένε εκείνοι, πολίτες και στρατιωτικοί, πούχαν χαλάσει τον κόσμο να φυτέψουν το σαράκι της Γερμανοφιλίας και της Πέμπτης Φάλαγγας, στην Ελλάδα ; Λένε ότι πολλοί απ’ αυτούς έχουν μετανοήσει ! Μα τι θα πει μετάνοια ; Το έγκλημα έγινε ! Δεν είναι κακό μπάλωμα να το ξηλώσεις. Αυτοί όμως, οι δύο κύριοι έκαναν το λογαριασμό χωρίς τον ξενοδόχο.
***
… Εμπρός όμως! Εμείς δεν είμαστε με κανέναν! Και δε χτυπήσαμε δολοφονικά την πατρίδα, χάριν ξένου! Από κανενός τα λόγια δε συρθήκαμε. Εμπιστοσύνη σε κανέναν δε είχαμε. Κι εμπρός !
Μακρυά οι μητραλοίες από μας, όσο και μετανοημένοι νάναι. Μετάνοια δε χωρεί σε τέτοιο έγκλημα. Εργαστήκατε για ξένον δολοφονώντας την Ελλάδα.
Κι όταν η Λευτεριά πούφυγε ντροπιασμένη, ξανάρθει πάλι στον δύστυχο αυτό τόπο κανείς πια, που λέγεται άνθρωπος κι Έλληνας, να μην πατήσει στους τόπους των δήθεν ανθρώπων, που πάτησαν εχθρικά τα ιερά της πατρίδας μας χώματα. Χέρι κανείς έντιμος Έλληνας να μην τους δώσει φιλικό…
***
Οι δικτάτορες κι όλοι οι παλιάνθρωποι που παίζοντας η μοίρα, τους ανεβάζει ψηλά και διοικούν, επιθυμούν νάχουν δούλους, ανθρώπους φοβισμένους, στο μέρος που κυβερνούν, αλλ’ όταν ξεσπάσει πόλεμος, γίνει επιδρομή, επιθυμούν νάχουν ήρωες! Μπορεί να συμβιβαστούν αυτά τα δύο ; Οι ξυλοδαρμένοι μπορούν να γίνουν ήρωες ;
***
20 Απριλίου του 42:
… Ένα γερμανικό φορτηγό, ξεφόρτωνε κάρβουνα κι ένα παιδάκι δώδεκα-δεκατριών χρονών, αδύναμο, γυμνόποδο, μάζευε τα καρβουνάκια που πέφτανε. Ο Γερμανός που επέβλεπε το ξεφόρτωμα, στρατιώτης, αντί να το διώξει ή να του πει να φύγει, βγάζει το περίστροφό του και το πυροβολεί. Η σφαίρα το βρήκε στο κεφάλι και τ’ άφησε νεκρό.
Σε λίγο , φτάνει η μάννα του παιδιού, τρελλή από τον πόνο της και ορμά πάνω στο Γερμανό να τον ξεσκίσει…Φώναζε… ξεφώνιζε :
– Από κακιά σφαίρα να πάτε κακούργοι, τον τόπο σας να μην τον ξαναδείτε… Μέσα σε καμένο δάσος και πάνω σε καμένο δέντρο, λαλεί πουλί, λαλεί αηδόνι ;».
Για την αντιγραφή
Βιβλιογραφία:
- Εγκυκλοπαίδεια, Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα.
- Περιοδικό: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ / τ. 217/ Οκτώβρης- Νοέμβρης- Δεκέμβρης 2014. Διευθυντής: ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΤΑΦΥΛΑΣ.