Λόντος Σ. Ανδρέας (1786–1846)
Ο Ανδρέας Λόντος ήταν στρατιωτικός και πολιτικός, γεννημένος στο Αίγιο.[1] Ήταν γιος του Σωτηράκη Λόντου και καταγόταν από ισχυρή οικογένεια προυχόντων της Βοστίτσας. Σπούδασε στο σχολαρχείο της Βοστίτσας, το οποίο διεύθυνε ο Ευστάθιος Παλαμάς. Μετά τον αποκεφαλισμό του πατέρα του, το 1812, από τους Τούρκους, ο Ανδρέας Λόντος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη.

Ανδρέας Λόντος. Λιθογραφία του Giovani Boggi από το λεύκωμα με 24 πορτραίτα Ελλήνων και Οθωμανών αξιωματούχων που έδρασαν κατά την Ελληνική Επανάσταση με τίτλο: «Collection de portraits des personnages Turcs and Grecs les plus recommes soit par leur cruate soit par leur bravoure dans la guerre actuelle de la Grece», Παρίσι, 1826.
Ο Ανδρέας έζησε για ένα διάστημα στην πόλη και επανήλθε στην Πελοπόννησο το 1816. Σύναψε φιλία με τον νέο Μόρα Βαλεσή Σακήρ Αχμέτ και το 1818 αναγορεύτηκε επίσημα σε προεστό με έγγραφο των εκπροσώπων του καζά Βοστίτσας, επικυρωμένο από τον επίσκοπο Κερνίτσης, Προκόπιο.[2] Μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία, από τον Πελοπίδα, και εργάστηκε για την προπαρασκευή της επανάστασης.
Μετείχε ενεργά στην Επανάσταση, όπως και οι αδελφοί του Αναστάσιος και Λουκάς. Στις 23 Μαρτίου κήρυξε την επανάσταση στο Αίγιο (Βοστίτσα), εκδίωξε τους Τούρκους χωρίς μάχη και ύψωσε την πρώτη ελληνική επαναστατική σημαία. Στη διάρκεια της επανάστασης διατηρούσε δικό του στρατιωτικό σώμα, με το οποίο πήρε μέρος στην πολιορκία της Πάτρας και του Μεσολογγίου και στις εκστρατείες στην ανατολική και δυτική Ελλάδα. (περισσότερα…)