Διπλοβατάτζης Θωμάς (1468-1541) – Έλληνες διαπρέψαντες στη Δύση (15ος αιώνας)
Έλληνας λόγιος από την Κωνσταντινούπολη (Νομομαθής – Ουμανιστής), γεννημένος στην Κέρκυρα, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του μετά την Άλωση. Ο πατέρας του, ο πρίγκιπας Γεώργιος Διπλοβατάτζης, από αρχοντική Βυζαντινή οικογένεια της Θράκης, πολέμησε στο πλευρό των Βασιλέων της Ισπανίας και σκοτώθηκε έξω από τα τείχη της Γρανάδας, πολεμώντας ως αρχηγός ιππικού ενάντια στους Μαυριτανούς. Ο Θωμάς Διπλοβατάτζης, με την προτροπή της μητέρας του Μαρίας Λασκάρεως, σπούδασε φιλοσοφία και νομικά στο πανεπιστήμιο του Σαλέρνο, στη Φεράρα και στην Πάντοβα. Το 1490 έγινε διδάκτωρ και διορίστηκε στην υπηρεσία του ηγεμόνα Ιωάννη Σφόρτσα, τοποτηρητής στο Δικαστήριο του Πέζαρο, ενώ το 1492 ανέλαβε καθήκοντα εισαγγελέα στο Πέζαρο. Παρέμεινε εκεί και μετά την πτώση των Σφόρτσα από τον Καίσαρα Βοργία. Στη συνέχεια, παραιτήθηκε το 1505 και εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, κοντά στον πάπα Ιούλιο Β’. Δίδαξε νομικά στη Βενετία και κατόπιν επέστρεψε στο Πέζαρο, όπου έζησε ως το θάνατό του το 1541. Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο, το οποίο τον κατατάσσει στους κορυφαίους μελετητές του Βυζαντινού και του ρωμαϊκού δικαίου. Τα σημαντικότερα έργα του είναι: «Περί των ενδόξων νομομαθών», που γράφτηκε στα λατινικά, «Η επιτομή των Βίων του Πλουτάρχου», «Ο Βίος Ιννοκεντίου Δ’»κ.ά.
Ο Θωμάς Διπλοβατάτζης, «Πατρίκιος Κωνσταντινοπολίτης», όπως ο ίδιος αποκαλούσε τον εαυτό του, αλλά και οι σύγχρονοί του διανοούμενοι, ιστορικοί και ουμανιστές, γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1468 όπου είχαν καταφύγει και διέμειναν από το 1457 έως το 1477 οι γονείς του. Πατέρας του ήταν ο πρίγκιπας Γεώργιος Διπλοβατάτζης, από μεγάλη ομώνυμη οικογένεια της Θράκης, Μακεδονίας και Πελοποννήσου, «δεσπότης» της Λήμνου την οποία παρέδωσε στη Ρωμαϊκή Εκκλησία της Ρόδου το 1457, προκειμένου η νήσος αυτή να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων, αυτός δε «να ανακτήσει άλλους τόπους και άλλες υποθέσεις της Αγίας Σταυροφορίας» στη Δύση.

Οι βασιλείς της Ισπανίας Φερδινάνδο και Ισαβέλλα.
Η μητέρα του Μαρία Λασκάρεως ήταν αδελφή του γνωστού γραμματικού Κωνσταντίνου, ο οποίος ευρίσκετο ήδη στην Ιταλία κατά την άφιξη εκεί της οικογένειας της αδελφής του. Και ο μεν πατέρας Γ. Διπλοβατάτζης, απογοητευμένος από τη στάση της Παπικής Εκκλησίας όσον αφορά την τήρηση της γραπτής συμφωνίας του 1457 για «άλλους τόπους», κατέφυγε στους βασιλείς της Ισπανίας Φερδινάνδο και Ισαβέλλα και ως «σταυροφόρος» πλέον της άλλοτε Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εφονεύθη μαχόμενος ηρωικώς ως αρχηγός ιππικού κατά των Μαυριτανών στη Γρανάδα το 1481. Η δε μητέρα του Μαρία απέσπασε το νεαρό Θωμά από το φιλολογικό προσανατολισμό που είχε οραματισθεί γι’ αυτόν ο θείος του Κωνσταντίνος και μεταναστεύοντας στα βόρεια της Ιταλίας, έδωσε στο γιο της την ευκαιρία να σπουδάσει νομικά στα πανεπιστήμια της Πάδοβας και της Φεράρας, όπου και αναγορεύθηκε διδάκτωρ του φεουδαρχικού «…και του άλλοτε (ρωμαϊκού) δικαίου…» το 1490.
Ο Θωμάς εισέρχεται στην υπηρεσία του Ιωάννη Σφόρτσα, ηγεμόνα του κρατιδίου του Πισαύρου (Πέζαρο), προστατευόμενος της αδελφής του τελευταίου Καμίλλης, το δε 1493 διορίσθηκε σύμβουλος, δωδέκατος τη τάξει επί συνόλου δεκατεσσάρων, του Ηγεμονικού Συμβουλίου. Με αφορμή Διάταγμα του Σφόρτσα για τη σύνθεση του Συμβουλίου και τη σχετική «πρωτοκαθεδρία» (praecendentia) των συμβούλων (νομικών, ιατρών και πιθανώς κληρικών), ο Θωμάς υποστήριξε ότι οι «δόκτορες» έπρεπε να προηγούνται των στρατιωτικών (ιπποτών, equestres) και να κάθονται πλησιέστερα στον ηγεμόνα.
Για να αποδείξει δε του λόγου το αληθές, τη βασιμότητα του ισχυρισμού του, άρχισε τη μελέτη και συγγραφή του κυριότερου έργου του Praestantia Doctorum (Περί της υπεροχής -ή προσφοράς-των δοκτόρων). Το έργο αυτό δεν ανευρέθη ολόκληρο, πλην όμως είναι γνωστό το περιεχόμενό του: η ύλη ήταν κατανεμημένη σε 12 βιβλία. Τα πρώτα 8 διελάμβαναν για τα Ιδρύματα (σχολές, πανεπιστήμια) τα οποία απένεμαν τα διδακτορικά διπλώματα, καθώς και για τις σχετικές διαδικασίες φοίτησης, σπουδών, επιστημονικούς κλάδους.
Διεσώθη το 9ο βιβλίο υπό μορφή αντιγράφου του απολεσθέντος πρωτοτύπου χειρογράφου, το οποίο είναι γνωστό ως Liber de Claris Juris Consultis (Βιβλίο ή Βίβλος των Ενδόξων -ή Επιφανών- Νομομαθών). Περιλαμβάνει τις βιογραφίες, κατά χρονολογική σειρά, περισσοτέρων από 600 νομοθετών, νομομαθών και νομοδιδασκάλων της προκλασικής Ελλάδας (Φορονεύς, Μίνως), τον Μωυσή και σχεδόν όλους τους νομοθέτες της κλασικής Ελλάδας και της Κάτω Ιταλίας, τους Ρωμαίους της κλασικής και μετακλασικής περιόδου, τους Βυζαντινούς της Ιουστινιανείου περιόδου και τέλος τους νομομαθείς διαφόρων «εθνοτήτων» της τότε Ευρώπης (Ιταλούς, Γάλλους, Ισπανούς, Άγγλους, Ελβετούς, Γερμανούς) έως το έτος 1511.
Το διασωθέν έργο -τεράστιο σε έκταση- Περί των Ενδόξων Νομομαθών, γραμμένο στη λατινική γλώσσα της εποχής και σε αυστηρή και ενίοτε άκομψη διατύπωση, έχει βέβαια φιλολογικές ελλείψεις και παρατυπίες. Το περιεχόμενο είναι επίσης διάσπαρτο με αλφαβητικά σύμβολα με αναφορές βιβλίων, με παραπομπές στην Ιουστινιάνειο Νομοθεσία (Corpus Juris Civilis), αλλά ακριβές, πρωτότυπο και εν πολλοίς αποκαλυπτικό, με μοναδικό πρωτογενές υλικό, το οποίο μόνο ο Θωμάς κατείχε στη μεγάλη βιβλιοθήκη του και το κατέγραψε.
Στις αρχές του 20ού αιώνα Γερμανοί κατ’ αρχάς και αργότερα Γάλλοι προστέθηκαν σε Ιταλούς επιστήμονες για μια πιο συστηματική μελέτη και έκδοση του χειρογράφου αφ’ ενός, και αφ’ ετέρου για την παρουσίαση ειδικής θεματολογίας και ερμηνευτικής των πηγών και των ποικίλων καταγραφών του θ. Διπλοβατάτζη.
Εξ αυτών, οι Γερμανοί Χέρμαν Καντόροβιτς (Hermann Kantorowich) και Φριτς Σουλτς (Fritz Schulz), ιστορικός και κοινωνιολόγος ο πρώτος, φιλόλογος ο δεύτερος, μελέτησαν μεθοδικά και κατά τρόπο υποδειγματικό το ήμισυ του Χειρογράφου (Βιογραφίες έως και την εποχή της Ιουστινιανείου Νομοθεσίας) το οποίο και εξέδωσαν στο Βερολίνο το 1919 με εκτενή Εισαγωγή, υπομνηματισμούς, διορθώσεις, προσθήκες και ερμηνευτικά σχόλια.
Μισό αιώνα αργότερα (1968), Ιταλοί ερευνητές δημοσίευσαν το υπόλοιπο κείμενο του Χειρογράφου του Liber de Claris Juris Consultis, το οποίο περιέχει περίπου 300 νομομαθείς των θεωρουμένων σκοτεινών χρόνων του Μεσαίωνα (7ος-16ος αι.). Δυστυχώς δεν συμπεριλαμβάνονται στο κείμενο του Θ. Διπλοβατάτζη βυζαντινοί νομοθέτες και νομομαθείς της περιόδου αυτής, άλλοι από τον Ιουστινιανό, μολονότι ο Διπλοβατάτζης γνώριζε ελληνικά και παρακολουθούσε τη νομική κίνηση του Βυζαντίου και τα γνωστά μεγάλα νομοθετήματα, όπως τα Βασιλικά των Μακεδόνων.
Η έκδοση αυτή του 1968 προτάσσει μεταφρασμένη στην ιταλική γλώσσα την Εισαγωγή της προηγούμενης έκδοσης (1919), ακολουθώντας κατά τα άλλα τη μέθοδο μελέτης των δυο Γερμανών. Το κείμενο της ιταλικής έκδοσης παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, διότι οι βιογραφίες του Θ. Διπλοβατάτζη αποτελούν αποκλειστική πηγή τόσο για τη γνωριμία με εκατοντάδες Ευρωπαίους νομομαθείς και ταυτοχρόνως κλειδί για την πληρέστερη και καλύτερη κατανόηση των ιστορικών, φιλολογικών και κοινωνικών πλαισίων γένεσης της σύγχρονης ευρωπαϊκής νομικής επιστήμης ως κοινού πολυεθνικού φιλολογικού προϊόντος, στις απαρχές της αναγεννησιακής εποχής.
Μεταξύ των δυο αυτών χρονολογικών οροσήμων για την ολοκλήρωση της κριτικής έκδοσης του Liber de Claris Juris Consultis, πληθώρα επί μέρους ερευνών και μελετών για τον Θ. Διπλοβατάτζη, το πολυσχιδές έργο του και τη σημασία της προσφοράς του έως την εποχή μας, έκαναν την εμφάνισή τους στην Ιταλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και στην Ελλάδα.
Στην κατηγορία των ερευνών αυτής της ενδιαμέσου περιόδου εντάσσονται και οι αρχειακές έρευνες και οι μελέτες του γράφοντος αυτό το σημείωμα, οι οποίες έγιναν αρχικώς στη Γαλλία και την Ιταλία στις αρχές του 1960 και στην Ελλάδα αργότερα, περίοδο κατά την οποία δεν είχε ακόμη εκδοθεί το έτερο ήμισυ των βιογραφιών του Liber De Claris Juris Consultis. Η αρχική αρχειακή μου έρευνα, που υπεβλήθη το 1965 στη Νομική Σχολή Παρισιού ως διατριβή Ιστορίας και Κοινωνιολογίας των Δικαίων, συμπλήρωσε κενά της γαλλικής βιβλιογραφίας και διαφώτισε πολλά σημεία αμφισβητούμενα ή ανεπαρκώς ή κακώς ερμηνευόμενα, με τεκμηρίωση βασιζόμενη σε ελληνικά κείμενα και επιχειρήματα.
Εν συμπεράσματι, οι αμφισβητήσεις και αρνητικές παρατηρήσεις Ευρωπαίων μελετητών για τη ζωή και το έργο αυτό του Θ. Διπλοβατάτζη είναι πολύ περιορισμένες σε αριθμό και σημασία και αντικρούονται ευχερώς. Αν αναφέρουμε τον ανυπόστατο ισχυρισμό Ιταλού ιστορικού και πολιτικού του τέλους του 19ου περί δήθεν και σλαβικής καταγωγής του Θ. Διπλοβατάτζη, προσκομίζουμε γραπτά και επίσημα έγγραφα των 15ου και 16ου αιώνων, του ίδιου και της οικογένειάς του, επιστολή του επίσης στο Συμβούλιο της Βενετίας, στο οποίο αφιέρωσε και προσέφερε το έργο του για τα Προνόμια της Βενετίας, τα οποία αποδεικνύουν την ελληνική του καταγωγή και συνείδηση.

Το δεύτερο έργο του Θωμά Διπλοβατάτζη «Βίβλος των ενδόξων νομομαθών», 1511.
Το μέγεθος της γενικής αυτής αναγνώρισης συνοψίζεται και εκφράζεται με την ομόφωνη, ταυτόσημη και επιγραμματική διατύπωση Ιταλών, Γερμανών και Γάλλων νομικών, ιστορικών, φιλολόγων και κοινωνιολόγων, σύμφωνα με τους οποίους ο Θωμάς Διπλοβατάτζης ήταν «Ιδρυτής της Φιλολογικής Ιστορίας του Δικαίου» (Fondatore de la Storia Letteraria del Diritto) και «Πρόδρομος της Ιστορικής Σχολής του Δικαίου» (Precursore de la Scuola Eritica del Diritto), (19ος αι.) της οποίας κύριος εκπρόσωπος ήταν ο Γερμανός Κάρολος φ. Σαβινί. Ο τελευταίος αυτός είχε επιπολαίως εκφράσει επιφυλάξεις για την αξία και τη χρησιμότητα του έργου του Θ. Διπλοβατάτζη, το οποίο, παρά ταύτα, συνεβουλεύθη και χρησιμοποίησε σε μεγάλη έκταση για τη συγγραφή του τρίτομου έργου του για το Ρωμαϊκό Δίκαιο κατά τον Μεσαίωνα.
Η μετέπειτα έκδοση ολόκληρου του χειρογράφου του Liber de Claris Juris Consultis διέψευσε αρκούντως την άποψή του και απέδειξε ακριβώς το αντίθετο του ισχυρισμού του. Η αξιολόγηση του νομικού έργου του Θωμά Διπλοβατάτζη, τόσο με κριτήρια της εποχής του όσο και με a posteriori και σημερινές προσεγγίσεις, οδηγεί σε πολλά συμπεράσματα.
Κατ’ αρχάς ο Θ. Διπλοβατάτζης, λόγω της κλασικής ελληνικής του παιδείας (γλώσσα, ευρύ πεδίο πρόσβασης στην κλασική, μετακλασική και βυζαντινή γραμματεία), πέρα από την επίκτητη ρωμαϊκή και ιταλική, ήταν σε πλεονεκτική θέση σε σύγκριση με σύγχρονούς του αλλά και μετά αυτόν ιστορικούς του δικαίου, για να προβεί σε μια ολική, διαχρονική και διεθνοτική εποπτεία της γένεσης και εξέλιξης της ζωής και του έργου των νομομαθών.
Η ενοραματική αυτή αντίληψη για συγκρίσιμες παραμέτρους παραγωγής, διάδοσης, διάπλασης και βίωσης ενός από τα κυριότερα πολιτιστικά αγαθά του αρχαίου, μεσαιωνικού και αναγεννησιακού κόσμου, όπως το Δίκαιο, ήταν και παρέμεινε μοναδική για την εποχή του και αξεπέραστη για τους αιώνες που ακολούθησαν. Τούτο αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι η αναγνώριση και μελέτη από μεγάλους Ευρωπαίους νομικούς, όπως ο Γερμανός Μίταϊς (Mitteis), και άλλων εθνικών δικαίων (εκτός του Ρωμαϊκού), όπως το αρχαίο ελληνικό, άρχισαν από το τέλος του 19ου αι. και μετέπειτα.
Προηγήθηκε συνεπώς ο Θ. Διπλοβατάτζης όσον αφορά και την ιδέα της παγκοσμιότητας του δικαίου, αλλά και την ουσιαστική απόδειξή της με τη συλλογή και δημοσίευση των πηγών και των δεδομένων του δικαίου των προηγειθησών δυο χιλιετιών, ντοκουμέντα που ήσαν εν πολλοίς, μόνο τότε, διαθέσιμα και προσιτά. Δυστυχώς αυτή η ευρύτητα σύλληψης και πραγμάτωσης της πρωτοποριακής για την εποχή της διπλοβατάτζειας αντίληψης και προσέγγισης του δικαϊκού πολιτισμού, δεν είχε ούτε συνέχεια ούτε αναπαραγωγή και άμεση επίπτωση έκτοτε στο θετό δίκαιο, για σχεδόν τριακόσια χρόνια. Η Δυτική Ευρώπη της Αναγέννησης, των επαναστατικών διαδικασιών του 18ου αι., καθώς και της διαμόρφωσης των εθνικών κρατών το 19ο αι. στηρίχθηκε, όσον αφορά το ιδιωτικό βέβαια δίκαιο, αποκλειστικά στο Ρωμαϊκό Δίκαιο και στα κατά έθνη και κατά τόπους έθιμα και θέσμια (Στατούτα, Κανονισμούς).
Το δεύτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα του Liber de Claris Juris Consultis είναι η πρωτότυπη επιλογή της μορφής και του περιεχομένου του έργου. Ο Θ. Διπλοβατάτζης δεν ασχολήθηκε με τους θεσμούς του ουσιαστικού δικαίου (οικογενειακό, κληρονομικό, συναλλακτικό), αλλά υπεισήλθε στη βάση της ανθρωπογένεσης και της διαμόρφωσης του δικαίου, με τις προσωπικότητες που παρήγαγαν τους κανόνες δικαίου, αλλά και με τα υφιστάμενα κοινωνικοπολιτικά πλαίσια της εποχής τους. Με την επιλογή αυτή κατόρθωσε να εισχωρήσει στις ρίζες και στις υποκείμενες συνθήκες διαμόρφωσης της πλούσιας ετερότητας, αλλά και της εσωτερικής ενότητας της επικρατούσας διαχρονικής έννομης συμβίωσης των ανθρώπων. Επιπλέον, για την πραγμάτωση αυτής της μεθόδου του, προτάσσει τα πρόσωπα, δηλαδή τους νομοθέτες και επιστήμονες, από τη ζωή και δράση των οποίων παράγεται και εξαρτάται το γραπτό δίκαιο.

To έργο του Annibale Degli Abbati Olivieri, η πρώτη συστηματική παρουσίαση της ζωής και του έργου του Θωμά Διπλοβατάτζη, Πέζαρο, 1771.
Περαιτέρω, ο Θ. Διπλοβατάτζης δεν περιορίζεται σε μια μονότονη παράθεση βιογραφικών και κοινωνικών πληροφοριών, ξεκομμένων των μεν από τις δε. Ακολουθεί μια διπλή μέθοδο καταγραφής. Για κάθε βιογραφούμενο παραθέτει, σύμφωνα με λογική σειρά, το όνομα, την καταγωγή, την εθνότητα, την κοινωνική και άλλη προέλευση, την παιδεία του, τη χρονολογία, τις γνώμες συγχρόνων και μεταγενεστέρων. Αναγράφει δε λεπτομέρειες τίτλων των κειμένων και δηλώνει αν έχει λάβει γνώση ο ίδιος των αναφερομένων κειμένων ή αν έχει έμμεση γνώση γι’ αυτά και από ποία πηγή. Ακολούθως, προβαίνει σε αξιολόγηση της προσωπικότητας και του έργου κάθε βιογραφούμενου. Περατώνει δε πάντα, κάνοντας μνεία του χρόνου θανάτου των πρωταγωνιστών του έργου του. Και, τέλος, επικαλείται και διανθίζει τα κείμενά του, κατά περίπτωση, και ιδιαίτερα εκείνα της μεσαιωνικής περιόδου, με ποικίλες αναφορές και παράθεση φιλολογικών, εκτός των νομικών, πηγών με στίχους και με αποφθέγματα γνωστών φιλολόγων και ποιητών (Πετράρχης, Δάντης), καθώς και φιλοσόφων, ιστορικών και ιστοριογράφων όλων των εποχών.
Από μια άλλη άποψη, κάνει κατά περίπτωση συσχετισμό του έργου των βιογραφουμένων και ανιχνεύει τις επιδράσεις που δέχθηκαν ορισμένοι από προηγουμένους τους ή και από συγχρόνους τους, φέρνοντας στην επιφάνεια τους εσωτερικούς μηχανισμούς σύγκλισης-απόκλισης λύσεων και απόψεων πάνω σε βασικά νομικά προβλήματα, δια μέσου της διάχυσης της νομικής διδασκαλίας ή της αποδοχής των νομικών κειμένων. Διαφαίνεται έτσι η επίδραση που άσκησαν οι Έλληνες νομοθέτες της κλασικής περιόδου στους Ρωμαίους νομοδιδασκάλους, για ορισμένους δε από αυτούς κάνει αξιολογήσεις, αποδίδοντάς τους χαρακτηρισμούς στην ελληνική γλώσσα, όπως «σοφός».
Το μεγάλο πλεονέκτημα, συνεπώς, του έργου του Διπλοβατάτζη, έστω και αν αυτό δεν είχε άμεση επίπτωση και επίδραση στη σύγχρονή του και ύστερη διαμόρφωση και εφαρμογή του παντοδύναμου Ρωμαϊκού Δικαίου, έγκειται στις εξής τρεις πρωτότυπες προσφορές του:
Ήταν ο πρώτος νομομαθής της εποχής του ο οποίος έκανε υπέρβαση της θεώρησης, μελέτης και εφαρμογής του δικαίου με τη μέθοδο των αποσπασματικών σχολίων των πηγών του Ρωμαϊκού Δικαίου, κλείνοντας έτσι τη «Σχολή» και την εποχή των Σχολιαστών γλωσσογράφων (glossatores) και εγκαινιάζοντας τη «Σχολή» της Συστηματικής Μελέτης (postglossatores).
Ήταν επίσης και παρέμεινε ο μοναδικός ερευνητής-μελετητής του δικαίου με τη βοήθεια συγκριτικών φιλολογικών και ιστορικών κειμένων, καθώς και πρωτογενών βιωματικών δεδομένων, εντάσσοντας έτσι το θεματικό κύκλο του νομικού βίου στον ευρύτερο και συνολικό πολιτιστικό, ανθρωπιστικό (ουμανιστικό) και κοινωνιολογικό, όντας ο πρώτος νομικός – ανθρωπιστής – φιλόλογος και ο πρώτος κοινωνιογράφος – κοινωνιολόγος του δικαίου.
Η ολιστική θεώρηση δικαίου και νομικών προσωπικοτήτων διαφορετικών λαών, εποχών και συνθηκών υπό τη μορφή του βιογραφικού λόγου και της προσωποποίησης και επώνυμης ταυτοποίησης της κριτικής μελέτης, γένεσης και εξέλιξης των δικαίων, με τελική σύγκλιση τους προς το κυριαρχούν (πριν, στην εποχή του και στη συνέχεια μέχρι σήμερα) Ρωμαϊκό και Βυζαντινό Δίκαιο, του προσδίδει και μια τρίτη ιδιότητα – εκτός εκείνων του ιδρυτού της Φιλολογικής Ιστορίας του Δικαίου και του προδρόμου της Ιστορικής Σχολής του Δικαίου: εκείνη του πρωτεργάτη της έκτοτε διαμόρφωσης της ευρωπαϊκής νομικής επιστήμης, ως πρωταρχικού συστατικού και συνεκτικού στοιχείου της Αναγέννησης της υπεροχής της επιστήμης απέναντι στις φεουδαρχικές αξίες και του πολύπλευρου σημερινού «ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Διονύσης Μαυρόγιαννης
Καθηγητής Κοινωνιολογίας,
πρ. πρύτανης του ΔΠΘ
Βιβλιογραφία
-
Diplovatatius Thomas, Exterpa Codicis Diplovatacii, Lugduni 1769.
-
Olivieri M.H. degli Abati, Memorie di Tommaso Diplovatazio, Πέζαρο 1771.
-
Μουστοξύδης Α., Θωμάς Διπλοβατάτζης, Ελληνομνήμων, τόμος Α’, σελ. 96-114,1845.
-
Σάθας Κ., Νεοελληνική Φιλολογία (1453-1821), 1868 Besta Enrico, Tommaso Diplovataccio e l’ opera sua, Nuovo Archivio Veneto, t. 6 (1906).
-
Kantorowich Η. και Schulz Fr., Thomae Diplovatatii: De claris juris consultis, Pars Prior, 1919.
-
Kantorowich H., «Thomae Diplovatatiia»,Breslau1931 (άρθρο).
-
Πετρόπουλος Γεώργιος, Ιστορία και Εισηγήσεις του Ρωμαϊκού Δικαίου, 1949 και β’ έκδοση 1963, σελ. 343.
-
Mavrogiannis D., Le jurisconsulte Grec Thomas Diplovatatzis: Introduction documéntaire à sa vie et à son oeuvre (διατριβή), Παρίσι 1966, 150 σελ.
-
Rabotti G., Thomae Diplovatatti: Liber de claris juris consultis, Pars Posterior, 1968.
-
Πανταζόπουλος Νικόλαος, Οι Έλληνες της Διασποράς και το Ρωμαϊκόν Δίκαιον (1453-1821), Αντιχάρισμα, Επετηρίδα ΑΠΘ, 1986, σελ. 610-611.
-
Μαυρόγιαννης Διον., Αρχειακές έρευνες για τη ζωή και το έργο της ιστορικής κοινωνιογραφίας της ευρωπαϊκής νομικής επιστήμης του Θωμά Διπλοβατάτζη (1468-1541), Αθήνα 1981, 116 σελ., του ιδίου, Θωμάς Διπλοβατάτζης, Patrizio Constantinopolitano e Pesarese. Γενεαλογικές αναφορές, ομιλία στην Εραλδική και Γενεαλογική Εταιρεία, 1999, του ιδίου, «Ο νομομαθής και ανθρωπιστής Θωμάς Διπλοβατάτζης (1468-1541)», Ανάτυπο του Περιοδικού του Φ.Σ. Παρνασσός, τ. MB’ (2000), 16 σελ.
Πηγή
-
Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, «Έλληνες διαπρέψαντες στη Δύση (15ος αιώνας)», τεύχος 221, 29 Ιανουαρίου 2004.
Διαβάστε ακόμη:
Read Full Post »