Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Μουσεία’

Μουσείο Παιχνιδιού Ερμιόνης Αργολίδας


 

Το Μουσείο Παιχνιδιού Ερμιόνης, έργο του Ερμιονικού Συνδέσμου, βρίσκεται κοντά στον Ιερό Ναό της Παναγίας, στο Ιστορικό Κέντρο της Ερμιόνης. Στεγάζεται στην Εστία Πολιτισμού «Μιχαήλ Παπαβασιλείου»  και εγκαινιάστηκε τον Αύγουστο του 2013. Το κτήριο είναι δωρεά του αείμνηστου δασκάλου της Ερμιόνης, Μιχαήλ Παπαβασιλείου.

 

Εστία Πολιτισμού «Μιχαήλ Παπαβασιλείου»

 

Τα εκθέματα, παιχνίδια και αντικείμενα χειροποίητα και βιοτεχνικά που αφορούν, άμεσα ή έμμεσα το παιδί, προέρχονται από την περίοδο 1900 έως 1960 και ιδιαίτερα από την τελευταία δεκαετία 1950 – 1960.

Στο χώρο κυριαρχεί η αυθεντική φωτογραφία/κολλάζ της Ερμιόνης του 1940 με παιδιά να παίζουν, ανέμελα, στο Λιμάνι, που προεκτείνεται, ευρηματικά, στο δάπεδο της αίθουσας, για να δεχτεί το παιδί με το πατίνι, τους βόλους, το τζίτζι, τα φούσια, τα κανάρια, τις σβούρες και το πίτσι… Οι προθήκες με τσίγκινα παιχνίδια, στρατιωτάκια, κούκλες, πάνινα ζωάκια και μουσικά όργανα, τα αιωρούμενα αεροπλανάκια και οι μαριονέτες, η σχολική γωνιά με το θρανίο και το μαυροπίνακα, τα πήλινα αντίγραφα των αρχαίων παιχνιδιών, το παιδικό δωμάτιο και ο χώρος της ραπτικής, οι «ιπτάμενοι» χαρταετοί και το αερόστατο συνθέτουν ένα «παιγνιδαγωγείο», πολύχρωμο. Τη συλλογή συμπληρώνει η γωνιά του Καραγκιόζη, με τις αυθεντικές φιγούρες και το μπερντέ, του σπουδαίου καραγκιοζοπαίχτη Χαρίδημου. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας, Άργος


 

Το Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας στεγάζεται στη Δυτική και Νοτιοδυτική Πτέρυγα των Στρατώνων Καποδίστρια στο Άργος. Το συγκρότημα των Στρατώνων, ιστορικό διατηρητέο κτίσμα, βρίσκεται σε κεντρική θέση της πόλης και σε μεγάλη εγγύτητα με το νεοκλασικό κτήριο της Δημοτικής Αγοράς και το Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους.

 

Το Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας στεγάζεται σε ένα ιστορικό διατηρητέο συγκρότημα της πόλης του Άργους, που έχει μείνει γνωστό ως «Στρατώνες Καποδίστρια». Το συγκρότημα καταλαμβάνει μια ευρύτατη έκταση στο κέντρο της πόλης και απαρτίζεται από τέσσερις πτέρυγες (σήμερα σώζονται μόνο οι τρεις). Η αρχική του φάση ανάγεται γύρω στο 1700, ενώ ανοικοδομήθηκε το 1828-1829 με εντολή του Ιωάννη Καποδίστρια και με αρχιτέκτονα τον Λάμπρο Ζαβό, προκειμένου να στεγάσει το ιππικό του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το ισόγειο των πτερύγων του προοριζόταν για τον σταβλισμό των αλόγων (ακόμα και σήμερα διατηρούνται οι ταΐστρες των αλόγων στο ισόγειο του μουσείου) και ο όροφος για τους θαλάμους των στρατιωτών, ενώ ο όροφος της βόρειας πτέρυγας, η οποία δεν σώζεται, για το διοικητήριο και τους θαλάμους των αξιωματικών. Τη δεκαετία του 1970 υπήρξαν έντονες πιέσεις για την κατεδάφιση του συγκροτήματος, οι συντονισμένες όμως ενέργειες του Υπουργείου Πολιτισμού, του Πολιτιστικού Ομίλου Άργους και ευαισθητοποιημένων πολιτών είχαν ως αποτέλεσμα τον χαρακτηρισμό του ως ιστορικού διατηρητέου μνημείου, με χρήση ως πολιτιστικό κέντρο.

 

Έκθεση, Γ3 Ενότητα, Το βυζαντινό σπίτι .

 

Το μουσείο ιδρύθηκε το 1989 και στεγάζεται στη δυτική και νοτιοδυτική πτέρυγα του συγκροτήματος. Ο εκθεσιακός χώρος καταλαμβάνει ολόκληρο τον όροφο της δυτικής πτέρυγας, ενώ στο ισόγειο της νοτιοδυτικής πτέρυγας στεγάζεται η Αίθουσα Περιοδικών Εκθέσεων και Εκδηλώσεων του μουσείου.

Η δημιουργία της μόνιμης έκθεσης διήρκεσε από το 2011 έως το 2016 και πραγματοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Δυτική Ελλάδα – Πελοπόννησος – Ιόνιοι Νήσοι» με συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κύριος στόχος του μουσείου είναι η παρουσίαση αντιπροσωπευτικών πτυχών της βυζαντινής Αργολίδας μέσα από άγνωστα στο κοινό εκθέματα, καθώς και η δημιουργία μιας εστίας πολιτισμού στο Άργος και την ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας, που θα παρέχει υψηλής ποιότητας υπηρεσίες στους πολίτες και επισκέπτες του.

Η έκθεση υποστηρίζεται από ποικίλα ερμηνευτικά μέσα, όπως κείμενα, φωτογραφίες, σχέδια, αναπαραστάσεις, ηχητικά στοιχεία, βιντεοπροβολές, ενώ έμφαση δίνεται στα εκθέματα αφής, που αφορούν σε κομβικά ευρήματα σε κάθε εκθεσιακή ενότητα, προκειμένου μεγάλο τμήμα της έκθεσης να είναι προσιτό σε άτομα με προβλήματα όρασης, που έχουν τη δυνατότητα να ψηλαφίσουν πρωτότυπα έργα των βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων.

 

Οι ενότητες του Μουσείου

 

Τα εκθέματα, κυρίως κεραμικά και γλυπτά, καθώς και νομίσματα, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες και ποικίλα μικροαντικείμενα, προέρχονται από τις σωστικές ανασκαφές των τοπικών Εφορειών Αρχαιοτήτων (Δ΄ ΕΠΚΑ, 5ης ΕΒΑ, 25ης ΕΒΑ) στην πόλη του Άργους, ενώ δεν λείπουν και εκθέματα από σημαντικές ανασκαφές της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Παράλληλα παρουσιάζονται και ευρήματα από άλλες περιοχές της Αργολίδας, όπως το Ναύπλιο, η Ανδρίτσα, το Κεφαλάρι, ο Χώνικας, το Πλατανίτι, ο Μέρμπακας, η Τίρυνθα, το Λιγουριό, η Τραχειά, η Ερμιονίδα και τα νησιά του Αργολικού.

 

Ψηφιδωτό δάπεδο με προσωποποίηση Φθινοπώρου, Άργος 4ος αιώνας.

 

Ο εκθεσιακός χώρος καταλαμβάνει ολόκληρο τον όροφο της δυτικής πτέρυγας του συγκροτήματος και η μόνιμη έκθεση αναπτύσσεται σε τέσσερις κύριες ενότητες. Στην πρώτη ενότητα, με τίτλο «Μια αυτοκρατορία γεννιέται», παρουσιάζεται η νέα αυτοκρατορία, η βυζαντινή, καθώς και η νέα θρησκεία, ο χριστιανισμός. Παράλληλα, παρουσιάζεται η συνέχιση των δομών της αρχαιότητας σε βασικές πτυχές του καθημερινού βίου, όπως συνέβαινε στις πολυτελείς οικίες, με εξέχοντα εκθέματα τα ψηφιδωτά με την προσωποποίηση του φθινοπώρου και την απεικόνιση νικηφόρου άρματος.

Η δεύτερη ενότητα πραγματεύεται τη μετάβαση στον μεσαίωνα και τις συνθήκες ανασφάλειας που επικρατούσαν από τον 7ο έως τον 9ο αιώνα. Παρουσιάζονται μολύβδινες σφραγίδες βυζαντινών αξιωματούχων που βρέθηκαν στα νησάκια του Αργολικού, ενώ το πλέον προβεβλημένο σύνολο αποτελούν τα ευρήματα του Σπηλαίου της Ανδρίτσας, μια μοναδική αρχαιολογική ανακάλυψη της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας & Σπηλαιολογίας.

 

Έκθεση, Β’ Ενότητα. Οι καταφυγόντες του Σπηλαίου Ανδρίτσα.

 

Η τρίτη ενότητα, με τίτλο «Η μεσοβυζαντινή Αργολίδα», αποτελεί την «καρδιά» της έκθεσης συγκεντρώνοντας την πλειονότητα των εκθεμάτων. Οργανώνεται σε τρεις μεγάλες υποενότητες, από τις οποίες η πρώτη επικεντρώνεται στην εκκλησία, η οποία στη μεσαιωνική εποχή καθίσταται σε κέντρο όχι μόνο της δημόσιας λατρείας, αλλά και της δημόσιας ζωής ευρύτερα. Ο χώρος είναι διαμορφωμένος ως μικρό παρεκκλήσι, με σημαντικές κτητορικές και αφιερωτικές επιγραφές στην είσοδό του, μαρμάρινα μέλη και τοιχογραφίες στο εσωτερικό του. Η δεύτερη υποενότητα, με τίτλο «Στην αγορά της βυζαντινής Αργολίδας», πραγματεύεται τη δράση των επαγγελματιών σε μια βυζαντινή πόλη, ενώ παρουσιάζονται και εκθέματα που χρησίμευαν στις ποικίλες συναλλαγές και το εμπόριο. Στην τρίτη υποενότητα παρουσιάζεται η ζωή στο βυζαντινό σπίτι, με αντικείμενα, κυρίως κεραμικά, που χρησιμοποιούνταν στην αποθήκευση, το μαγείρεμα και το σερβίρισμα των τροφών. Παρουσιάζονται, επίσης, χαρακτηριστικά αντικείμενα ένδυσης, καλλωπισμού και ψυχαγωγίας.

 

Θωράκιο με παγόνι, Άργος 12ος αιώνας.

 

Στην τέταρτη και τελευταία ενότητα με τίτλο «Αργολίδα: ένα σταυροδρόμι πολιτισμών», το ενδιαφέρον στρέφεται στη συνάντηση, συνύπαρξη και σε ορισμένες περιπτώσεις ενσωμάτωση διαφορετικών πολιτισμών στα εδάφη της Αργολίδας, με την παρουσίαση χαρακτηριστικών στοιχείων του υλικού και άυλου πολιτισμού τους. Στην υποενότητα των Σλάβων παρουσιάζονται εργαλεία, στοιχεία ένδυσης και κοσμήματα κυρίως από το σλαβικό νεκροταφείο της Μάκρης στην Αρκαδία που αποκαλύφθηκε το 2009 από την 25η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Η παρουσίαση συμπληρώνεται με τα χαρακτηριστικά χειροποίητα ή αργού τροχού αγγεία από την Τίρυνθα, το Άργος και τα σλαβικά νεκροταφεία της Αρκαδίας (Ασέας και Μάκρης). Στους Φράγκους εξέχουσα θέση έχει ο θησαυρός φραγκικών νομισμάτων που βρέθηκε στο Άργος, καθώς και τα χαρακτηριστικά ιταλικά αγγεία πρωτομαγιόλικα και αρχαϊκής μαγιόλικα, που επιχωριάζουν στις φραγκοκρατούμενες περιοχές. Οι Βενετοί αντιπροσωπεύονται από τον φτερωτό λέοντα και οικόσημα αξιωματούχων, νομίσματα και κεραμική, όλα προερχόμενα από το μεγάλο κέντρο της εποχής, το Ναύπλιο. Οι Αρβανίτες παρουσιάζονται μέσω του άυλου πολιτισμού τους, με διαδραστική εφαρμογή που εστιάζει σε αρβανίτικα επώνυμα και τραγούδια, καθώς και σε χαρακτηριστικές αρβανίτικες συνταγές της Αργολίδας. Η ενότητα κλείνει με τους Οθωμανούς, με έμφαση σε δύο καθημερινές συνήθειες που έχουν τις απαρχές τους στον 17ο αιώνα· το κάπνισμα με την παρουσίαση χαρακτηριστικών λουλάδων και την κατανάλωση καφέ με μικρά κύπελλα εργαστηρίων της Κιουτάχειας.

 

Οικόσημο Grimani, Ναύπλιο, 1708.

 

Στον σχεδιασμό του μουσείου, εκτός από το χώρο της μόνιμης έκθεσης, υπήρξε μέριμνα για τη δημιουργία ξεχωριστής αίθουσας για τη διοργάνωση περιοδικών εκθέσεων και εκδηλώσεων (συνεδρίων, ημερίδων, ομιλιών κτλ.), με στόχο το νέο μουσείο να προσφέρει μια ολοκληρωμένη εμπειρία στον επισκέπτη και να αποτελέσει μια κοιτίδα πολιτισμού στην καρδιά της πόλης του Άργους.

Το μουσείο θα λειτουργεί καθημερινά από Δευτέρα έως Κυριακή, 8.30-16.00, ενώ κάθε Τρίτη θα είναι κλειστό.

Στρατώνες Καποδίστρια, 212 00 Άργος
efaarg@culture.gr

https://www.byma.gr

Τηλ. 27510 68937
Τηλ/πία: 27510 68977

Αναστασία Βασιλείου

Δρ. Βυζαντινής Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών,  Αρχαιολόγος Εφορείας Αρχαιοτήτων Αργολίδας

Read Full Post »

Νύχτα των Μουσείων – Σάββατο 16 Μαΐου 2015, Ναύπλιο


 

Μια νύχτα γιορτής, γεμάτη με ενδιαφέρουσες περιπλανήσεις στα μουσεία της πόλης.

La Nuit des Musées

La Nuit des Musées

Η «Νύχτα των Μουσείων» (La Nuit des Musées) είναι ένας ευρωπαϊκός θεσμός που καθιερώθηκε το 2005 με πρωτοβουλία της Γαλλίας και τελεί υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Από το 2011 ο θεσμός τέθηκε και υπό την αιγίδα του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM). Εορτάζεται μία μέρα κάθε χρόνο με το συντονισμό της Διεύθυνσης Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας και τη συμμετοχή μουσείων από πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Όπως κάθε φορά που διοργανώνεται η Νύχτα των Μουσείων, έτσι και φέτος όσα μουσεία συμμετέχουν στον εορτασμό θα τραβήξουν το ενδιαφέρον όλων μας – και κυρίως όσων δεν τα επισκέπτονται τις υπόλοιπες μέρες του χρόνους για πολλούς λόγους – παραμένοντας ανοικτά με ελεύθερη είσοδο από τη δύση του ηλίου έως αργά το βράδυ, ενώ παράλληλα θα πραγματοποιηθούν και εκδηλώσεις για το ευρύ κοινό.

Το Σάββατο 16 Μαΐου 2015 στο Ναύπλιο, όλοι οι πολιτιστικοί χώροι παραμένουν ανοιχτοί με ελεύθερη είσοδο ως αργά το βράδυ, ενώ εκδηλώσεις και ζωντανή μουσική από μουσικά σχήματα συνοδεύουν τους επισκέπτες.

Το πρόγραμμα της βραδιάς έχει ως εξής:

Παιδικό Μουσείο «Σταθμός»

Τα παιδιά συγκεντρώνονται στο Παιδικό Μουσείο στις 6.30 μ.μ. για να επιβιβαστούν στα τρενάκια που θα τα μεταφέρουν σε όλους τους χώρους πολιτισμού, όπου θα αναγγέλλουν την έναρξη της «Νύχτας των Μουσείων» συνοδευόμενα από τις ομάδες κρουστών Batuca. Λίγο πριν την αναχώρηση τα παιδιά δημιουργούν με τα σώματά τους ένα σχήμα…έκπληξη – με την καθοδήγηση της Γιάννας Βασιλείου και της Τίνας Γκιόλα- που θα επαναλαμβάνουν και αργότερα…

Φουγάρο

Για τη νύχτα των Μουσείων, το Σάββατο 16 Μαΐου, το Φουγάρο φιλοξενεί τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο και την πρώτη παρουσίαση του νέου του βιβλίου, «Ο πειρασμός της νοσταλγίας. Σημειώσεις καθημερινότητας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη. Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο δημοσιογράφος και διευθυντής του περιοδικού «Αναγνώστης», Γιάννης Μπασκόζος και η δημοσιογράφος – κριτικός λογοτεχνίας, Κατερίνα Σχινά. O Τίτος Πατρίκιος θα συνομιλήσει με το κοινό και θα υπογράψει αντίτυπα των βιβλίων του. Η παρουσίαση θα πραγματοποιηθεί στις 8 μμ με ελεύθερη είσοδο για το κοινό.

Εθνική Πινακοθήκη & Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου – Παράρτημα Ναυπλίου

Εικαστικές και μουσικές περιπλανήσεις.

Εγκαίνια έκθεσης φωτογραφίας της Ευγενίας Κουμαντάρου

«ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΥΚΟ».

Μελωδίες από τους μαθητές του Μουσικού Σχολείου Αργολίδας στον αύλειο χώρο του Μουσείου.

 Δημοτική Πινακοθήκη

Παρουσίαση επιλεγµένων έργων τέχνης από τη συλλογή της ∆ηµοτικής Πινακοθήκης στην αυλή του Βουλευτικού.

Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Μυστηριώδεις μορφές ντύθηκαν και στολίστηκαν για τη γιορτή. Τη νύχτα της 16ης Μαΐου 2015 θα σας περιμένουν στο σπίτι τους, το Αρχαιολογικό μουσείο Ναυπλίου, για να μοιραστούν μαζί σας τα μυστικά αλλοτινών εποχών με τη συνοδεία εξαίσιων μουσικών από τους DUOq10 & friends, Στράτο Διαμαντή (ακορντεόν-κρουστά), Δημήτρη Ταλαρούγκα (σύλληψη-αρχεία ήχου- πιάνο-κρουστά) και τον τενόρο Δημήτρη Μπιτζή.

Alpha bank – Εκθεσιακός και Πολιτιστικός Χώρος

Στo πλαίσιo της Νύχτας των Μουσείων, το «Ωδείο Ναυπλίου Αγγελική Μαυρούλη» θα πραγματοποιήσει μια βραδιά μουσικής στον χώρο της Alpha Bank με τραγούδια έντεχνα, τζαζ και soundtracks από πιάνο, βιολί και φωνή. Η διάρκεια της εκδηλώσεως θα είναι περίπου 2 ώρες.

Πολεμικό Μουσείο – Παράρτημα Ναυπλίου

Για πρώτη φορά το Πολεμικό Μουσείο συμμετέχει στην ευρωπαϊκή γιορτή των Μουσείων ανοίγοντας τις πόρτες του ως αργά το βράδυ και σας υποδέχεται στο επιβλητικό, Καποδιστριακό κτίριο της Α’ Σχολής των Ευελπίδων, με τα ξεχωριστά του εκθέματα.

Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα

Με έντονο ρυθμό και δυνατό παλμό οι ομάδες κρουστών «Batuca» και «Batuca Ναύπλιο Ουρανοκατέβατο» μας ξεσηκώνουν με τις μουσικές τους. Παράλληλα, στην αυλή του Μουσείου προσφέρεται κέρασμα από τους «Φίλους του ΠΛΙ». Το μουσείο φιλοξενεί την αναδρομική έκθεση της Κατερίνας Γιάννακα με ζωγραφική, κεραμική, πλεκτά και κεντήματα. Η καλλιτέχνης παρεμβαίνει στις προθήκες με τα μουσειακά αντικείμενα ενώ παράλληλα εκθέτει στο πωλητήριο και απέναντι, στο παράρτημα του Μουσείου.

Read Full Post »

«Πολιτισμική, Επικοινωνιακή και Εκπαιδευτική διάσταση του Μουσείου. Ένας θεσμός Δια Βίου παιδείας για Όλους». Δρ Βασιλική Σ. Ιωαννίδη, Β.Α., Ph.D., Φιλολογία, ειδίκευση: «Μεσαιωνική και Νεοελληνική Φιλολογία». Διδάκτωρ Παιδαγωγικής, ειδίκευση: «Ειδική Αγωγή» / Ι.Κ.Υ., Φιλοσοφική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.


 

 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωση τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

 Δημοσιεύουμε στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο της Δρ. Βασιλικής Ιωαννίδη, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο αντικείμενο της Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με θέμα:

«Πολιτισμική, Επικοινωνιακή και Εκπαιδευτική διάσταση του Μουσείου. Ένας θεσμός Δια Βίου παιδείας για Όλους»

 

Ιστορικά, το μουσείο αποτελεί αντικείμενο ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος από τα τέλη της δεκαετίας του 1940. Σήμερα, το μουσείο θεωρείται φορέας δημοκρατίας και μόρφωσης και έχει ξεφύγει από κάθε ιδεολογική προπαγανδιστική διάσταση του περασμένου αιώνα. Αντίστοιχα, ο υλικός πολιτισμός και το μουσειακό περιεχόμενο των εκάστοτε υλικών εκθεμάτων ενέχει το ιδεολογικό υπόβαθρο που θα λειτουργήσει ως εφαλτήριο για νέες αναζητήσεις. Ως εκ τούτου, σημαντικός αποδέκτης του πολιτιστικού προϊόντος είναι το κοινό, η αξιολόγηση του οποίου είναι σημαντική παράμετρος ανάπτυξης των, επίσης, εκάστοτε μουσειακών προγραμμάτων που συμπληρώνουν τη συμβατική μετάδοση της γνώσης και δημιουργούν ένα πρόσφορο πλαίσιο βιωματικής μάθησης (Δεληγιάννης, 2002).

 

Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα “Βασίλειος Παπαντωνίου”

Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα “Βασίλειος Παπαντωνίου”

 

Δεν είναι τυχαίο ότι στις ημέρες μας τα μουσειοπαιδαγωγικά προγράμματα διευρύνουν τον παιδαγωγικό ορίζοντα πέραν της προσχολικής και σχολικής εκπαίδευσης και σε άλλα πεδία, όπως της ιστορίας, της τέχνης, του πολιτισμού, της καλλιτεχνικής δημιουργίας και της αισθητικής αγωγής ευρύτερα κ.λπ.

Περαιτέρω, το μουσείο συνιστά χώρο άτυπης εκπαίδευσης και θεσμό δια βίου παιδείας. Εκφράζει την επιλογή της ελεύθερης μάθησης. Ως εκ τούτου, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι νέες τεχνολογίες της Πληροφορικής και των Επικοινωνιών και ιδιαίτερα η τεχνολογία του Διαδικτύου[1].

Ιδιαίτερα, όσον αφορά τον εκπαιδευτικό ρόλο των μουσείων, σύμφωνα με τους Bellamy & Oppenheim (2009), μέχρι σχετικά πρόσφατα η μάθηση στον τομέα των μουσείων ήταν ένα πεδίο αναξιοποίητο ως προς το στοιχείο του πολιτισμού στον τομέα της εκπαίδευσης. Αλλά τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια συντονισμένη διεθνώς προσπάθεια για τη γόνιμη σύζευξη εκπαίδευσης σε διάφορα και διαφορετικά περιβάλλοντα πολιτισμού. Κυρίως στον τομέα της εκπαίδευσης, πρωτίστως, μία ολιστική προσέγγιση σε επίπεδο ανάπτυξης και αγωγής του παιδιού και, στη συνέχεια, η επικέντρωση σε ευρύτερες εκπαιδευτικές και μαθησιακές εμπειρίες έχουν τη δυνατότητα να διευρύνουν και να εμβαθύνουν την εμπειρία της μάθησης πέρα από το βασικό κορμό μαθημάτων. Στο πλαίσιο αυτό, η συμβολή της μουσειακής αγωγής στην επίσημη εκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να προσφέρει ζωτικής σημασίας εναλλακτικούς τρόπους μάθησης, αγωγής και εκπαίδευσης που θα συμπληρώνουν το επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα, θα εμπνέουν το ενδιαφέρον και τη δημιουργικότητα, βοηθώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το πιο δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας – τους νέους- να συνειδητοποιήσουν τον ευρύτερο κόσμο και τη θέση τους μέσα σε αυτόν, με έναν τρόπο που ούτε οι γονείς ούτε οι εκπαιδευτικοί μπορούν να προσφέρουν και διαφορετικά παραμένει ανεκμετάλλευτος. Ωστόσο, η πρόκληση είναι μεγάλη, διότι ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών, ακόμη και εάν είναι εντός του εκπαιδευτικού συστήματος, ζει στα όρια της φτώχειας, γεγονός που επηρεάζει τον κοινωνικό και πολιτισμικό ορίζοντα γενικότερα. Δεν είναι τυχαίο ότι τα θέματα της εκπαίδευσης, της πρόσβασης και της κοινωνικής δικαιοσύνης συνιστούν το πιο σημαντικό γεγονός που τα μουσεία θα αντιμετωπίσουν τα επόμενα χρόνια. Συνολικά, το μουσείο και άλλοι πολιτισμικοί οργανισμοί έχουν ένα σημαντικό και ενεργό ρόλο να διαδραματίσουν στη βίωση νέων εμπειριών και στην εκπλήρωση των πολιτισμικών αναγκών όλων των νέων, στην κοινωνικοποίησή τους, στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων και των ταλέντων τους καθώς και στην προσωπική προοπτική τους.

Επιπροσθέτως, το μουσείο είναι γεγονός και σύμβολο πολιτισμού, που συντηρεί την κοινή κληρονομιά και τη συλλογική μνήμη και δημιουργεί κοινωνικούς δεσμούς μεταξύ όλων των ανθρώπων, ασχέτως εθνικής και θρησκευτικής διαφορετικότητας, κοινωνικής προέλευσης, σωματικής και πνευματικής αναπηρίας ή της όποιας ανεπάρκειας.

Ταυτόχρονα, είναι δεδομένο ότι ένα μουσείο πρέπει να διαθέτει και να προσφέρει αισθητική μέσα από ένα σωστά δομημένο, υγιές και προσβάσιμο σε όλους περιβάλλον, με ασφάλεια, λειτουργικότητα και σεβασμό στην πολυπολιτισμικότητα και τη διαφορετικότητα των επισκεπτών του.

Συγχρόνως, τα μουσεία είναι – μεταξύ άλλων – εκπαιδευτικοί οργανισμοί με κοινωνική δραστηριότητα, την οποία προάγουν μέσω τρόπων κοινωνικής μάθησης. Τα μουσεία μπορούν να υποστηρίξουν την πρόοδο, την ανάπτυξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα με ποικίλους τρόπους. Είναι ευθύνη της μουσειακής κοινότητας να αναγνωρίσει το έργο αυτό και να αξιοποιήσει τα μέσα και τις ευκαιρίες που διαθέτει προς ενημέρωση και εκπαίδευση των ατόμων μιας κοινωνίας, και δη σε επίπεδο διαμόρφωσης στάσεων και αξιών πολιτισμού (Hein, 1995).

 

Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου – Παράρτημα Ναυπλίου

Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου – Παράρτημα Ναυπλίου

 

Είναι κοινός τόπος ότι η εκθετική πρακτική των μουσείων είναι αφενός απόρροια εκπαιδευτικών θεωριών, οι οποίες προκύπτουν από τη σύζευξη θεωριών μάθησης, γνώσης και διδακτικής, αφετέρου είναι άμεσα επηρεασμένη από την κοινωνική και εκπαιδευτική σκοποθεσία της εκάστοτε εκπαιδευτικής πολιτικής που υιοθετείται, γεγονός που έχει επίδραση στο σχεδιασμό και την υλοποίηση των μουσειοπαιδαγωγικών προγραμμάτων (βλ. Hein, 1995/ Hooper-Greenhill, 1999, 2007/ Νάκου, 2001). Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρουμε ενδεικτικές πρακτικές, όπως:

  • Εκθέσεις γραμμικές με καθορισμένους στόχους και κείμενα διδακτικού προσανατολισμού με δασκαλοκεντρικές μεθόδους έχουν ως βάση τους τη θεωρία του διδακτισμού (didactism).
  • Εκθέσεις γραμμικές με συνοδευτικά πληροφοριακά κείμενα, σε συνδυασμό όμως και με άλλες προσφερόμενες ενισχύσεις ως ερέθισμα στη διδασκαλία, έχουν ως θεωρητική αφετηρία τη συμπεριφοριστική κατεύθυνση (behaviourism).
  • Εκθέσεις που παρέχουν το κατάλληλο υλικό μέσα από δραστηριότητες προς εξερεύνηση και σύγκριση, με τελικό σκοπό τη διερεύνηση της αντικειμενικής γνώσης, βασίζονται στη θεωρητική προσέγγιση της ανακάλυψης (discovery).
  • Εκθέσεις, οι οποίες δίδουν τη δυνατότητα πολυπρισματικής θέασης στους επισκέπτες, οργανώνονται και λειτουργούν συσχετιστικά με την καθημερινότητα και την εμπειρία, καθώς και ενθαρρύνουν τη δυνατότητα πολλαπλής ερμηνείας, είναι αυτές που φέρουν ως θεωρητικό υπόβαθρο τον εποικοδομισμό (constructivism). Εδώ, η μάθηση αποτελεί ενεργητική διαδικασία δόμησης της γνώσης από τα ίδια τα υποκείμενα και η διδασκαλία αποβλέπει στην καλλιέργεια δεξιοτήτων κριτικής σκέψης και ερμηνείας.

Αντίστοιχα, μέρος της μουσειακής επικοινωνίας είναι (Κόκκινος – Αλεξάκη, 2002):

  • οι εκθέσεις για άτομα με και χωρίς ειδικές ανάγκες,
  • η τεχνολογία μέσω της χρήσης εποπτικών μέσων για εκπαιδευτικούς σκοπούς,
  • η ακουστική ξενάγηση,
  • η οπτικοακουστική ξενάγηση με CD-ROM,
  • τα μουσεία στο διαδίκτυο,
  • τα παντός είδους προγράμματα, πολιτιστικά, παιδευτικά, μουσειοπαιδαγωγικά κ.ά.

Τις τελευταίες δεκαετίες, σχεδιάζονται και εφαρμόζονται εκπαιδευτικά προγράμματα, που αποσκοπούν στην πολύπλευρη, ενεργητική διερεύνηση και δημιουργική αξιοποίηση του κοινωνικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος από άτομα και κοινωνικές ομάδες πληθυσμού με διαφορετικότητα, μέσα σε πλαίσιο ουσιαστικής ψυχαγωγίας και αισθητικής απόλαυσης. Έτσι, προωθούνται μουσειοπαιδαγωγικά προγράμματα για μικτές ομάδες πληθυσμού, με βάση το σκεπτικό ότι τα διαφορετικά χαρακτηριστικά ατόμων και ομάδων – ανάγκες, ικανότητες, ιδιαιτερότητες – δεν θα πρέπει να θεωρούνται αρνητικοί παράγοντες, αλλά γόνιμη παράμετρος που μπορεί να φέρει θετικές επιδράσεις για Όλους μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο (Νάκου, ό.π.).

Στο πλαίσιο αυτό, επαγγελματίες μουσείου προσπαθούν να παρέχουν ουσιαστικές εμπειρίες για τους επισκέπτες. Ουσιαστικές εμπειρίες είναι εκείνες που παρέχουν την επιλογή και τον έλεγχο στην εξερεύνηση των ιδεών, εννοιών και αντικειμένων. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτές οι εμπειρίες συμβαίνουν μέσα από ένα διαδραστικό στοιχείο. Για το λόγο αυτό μια σειρά από μελέτες έχουν επικεντρωθεί σε διαδραστικά μουσεία και στο πώς αντιλαμβάνονται οι επισκέπτες και μαθαίνουν από εμπειρίες μέσα σε αυτό (Αdams et al., 2004).

Επίσης, μια άλλη σημαντική προσέγγιση της μουσειακής εκπαιδευτικής και μαθησιακής εμπειρίας έγκειται στο γεγονός ότι οι επισκέπτες διαβάζουν τις ετικέτες στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν τα έργα τέχνης μέσα από τη χρήση κατηγοριών και όρων της τέχνης. Η χρήση των κειμένων που συντάσσονται από τους επιμελητές ενισχύει την ικανότητα των επισκεπτών να κατανοήσουν και να περιγράψουν ό,τι αφορούν τα έργα τέχνης. Επιπλέον, προηγούμενη γνώση και εμπειρία βοηθάει τους επισκέπτες να ερμηνεύουν την τέχνη, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αυτό δεν είναι αρκετό για να την κατανοήσουν πλήρως. Οι άνθρωποι συχνά δεν διαθέτουν τη γνώση και το εξειδικευμένο λεξιλόγιο που χρειάζονται για να ερμηνεύσουν την οπτική εμπειρία τους. Ωστόσο, πολλοί επισκέπτες έχουν ήδη αναπτύξει τρόπους σκέψης και μιλάνε για την τέχνη με τη χρήση τόσο των δικών τους προσωπικών εμπειριών και απόψεων, αλλά και με τη χρήση ειδικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων. Από την άλλη, μελέτες δείχνουν έντονα μια φαινομενική προθυμία από την πλευρά των επισκεπτών των μουσείων τέχνης προκειμένου να αυξήσουν το επίπεδο των πληροφοριών τους για την τέχνη και τους καλλιτέχνες, καθώς και να αυξήσουν τις στρατηγικές τους για την κατανόηση της τέχνης. Αυτό δείχνει ότι οι επισκέπτες θα καλωσόριζαν εξηγήσεις μέσα από λεξιλόγιο και χρήσιμες πληροφορίες για ειδικά θέματα τέχνης. Επίσης, οι επισκέπτες θα παραμείνουν ικανοποιημένοι μέσω της ευκαιρίας να δοκιμάσουν συγκεκριμένες στρατηγικές εμπλοκής με έργα τέχνης, π.χ.

  • μέσω της ενεργού επίλυσης προβλημάτων που ενθαρρύνεται από κείμενα (τι ήταν ο καλλιτέχνης, τι σκεφτόμαστε, τι είναι νέο ή παλιό),
  • μέσω της χρήσης ερμηνευτικών στρατηγικών όπως είναι η σύγκριση μεταξύ διαφορετικών τρόπων που αντιπροσωπεύουν το ίδιο θέμα, και
  • μέσω της σύναψης σχέσεων με τις καθημερινές γνώσεις, αντικείμενα και κείμενα. Η χρήση του μουσείου τέχνης ως ένα χώρο ξεχωριστό, όπου μια εμπειρία τη βιώνει κανείς ως συνέχεια ερεθισμάτων, χρειάζεται προσοχή και περαιτέρω εξέταση. Τέλος, σε αυτήν την ερευνητική κατεύθυνση, το χρώμα, η μουσική και άλλες στρατηγικές ενίσχυσης της βιωματικής εμπλοκής του επισκέπτη μπορούν να εξετασθούν (Hooper-Greenhill, Moussouri, 2001).

Ολοκληρώνοντας, μέσα από την πολιτισμική, εκπαιδευτική και επικοινωνιακή διάσταση των μουσείων καλλιεργείται η σημασία της Δια Βίου παιδείας και ενισχύεται ο ρόλος του ενεργού πολίτη στην κοινωνία, αξιοποιείται δημιουργικά ο υλικός πολιτισμός και ευρύτεροι κοινωνικοί και πολιτισμικοί θεσμοί εμπλέκονται με την εκπαιδευτική πολιτική προς μια κατεύθυνση ισότιμης, άραγε και ειρηνικής, συνύπαρξης για άτομα και κοινωνικές ομάδες, ανεξαιρέτως χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων.

 

Υποσημείωση


 

[1] Μπακογιάννη, Σ. Καβακλή, Ε. «Μουσεία και Ανοικτή Εκπαίδευση: Εκπαιδευτικά Προγράμματα Μουσείων στο Διαδίκτυο». Ηλεκτρονική διεύθυνση (ημερομηνία πρόσβασης: 19/1/2014) http://www.ct.aegean.gr/people/vkavakli/publications/pdf

 

 

Βιβλιογραφία


 

  •  Adams, M., Luke, J., Moussouri, T. (2004). Interactivity: Moving Beyond Terminology. Curator, The Museum Journal, v. 47, 2, pp. 155-170.
  • Bellamy, Κ., Oppenheim, C. (Editors). (2009). Learning to Live. Museums, young people and education. Institute for Public Policy Research and National Museum Directors’ Conference. London.
  • Δεληγιάννης, Δ. (2002). Πρόγραμμα Σπουδών Επιλογής «Μουσειοπαιδαγωγική Εκπαίδευση» (ΕΠΕΑΕΚ) (σελ. 149-162). Στο: Κόκκινος, Γ., Αλεξάκη, Ε. (επιμέλεια). Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στη Μουσειακή Αγωγή. Αθήνα: εκδ. Μεταίχμιο.
  • Hein, G. (1995). The constructivistic museum. Journal of Education in Museum, v. 16, pp. 15-17.
  • Hooper-Greenhill, E. (1999). Τhe educational role of the museum. Leicester Museum Studies Readers. London: Routledge.
  • Hooper-Greenhill, E. (2007). Museums and education. Purpose, Pedagogy, Performance. London: Routledge.
  • Hooper-Greenhill, E., Moussouri, T. (2001). Making Meaning in Art Museums 2: Visitors’ Interpretive Strategies at Nottingham Castle Museum and Art Gallery. Research Centre for Museums and Galleries, Department of Museum Studies, University of Leceister. UK.
  • Κόκκινος, Γ., Αλεξάκη, Ε. (επιμέλεια). (2002). Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις στη Μουσειακή Αγωγή. Aθήνα: Μεταίχμιο.
  • Merriman, N. (1999). Making Early Histories in Museums. Leicester University Press.
  • Μπακογιάννη, Σ. Καβακλή, Ε. «Μουσεία και Ανοικτή Εκπαίδευση: Εκπαιδευτικά Προγράμματα Μουσείων στο Διαδίκτυο». Ηλεκτρονική διεύθυνση και ημερομηνία πρόσβασης: 19/1/2014: http://www.ct.aegean.gr/people/vkavakli/publications/pdf
  • Νάκου, Ε. (2001). Μουσεία: Εμείς, τα Πράγματα και ο Πολιτισμός. Αθήνα: Νήσος.
  • Τσίτουρη, Α. (2005). Καθολική πρόσβαση ατόμων με αναπηρία σε χώρους πολιτισμού. Πραγματικότητα ή ουτοπία; Τετράδια Μουσειολογίας, τ. 2, Αθήνα.

 

Βασιλική Ιωαννίδη,

Δρ Παιδαγωγικής 

 

Read Full Post »

«Μουσείο, Σχολείο και Eκπαίδευση για Όλους». Δρ Βασιλική Σ. Ιωαννίδη, Β.Α., Ph.D., Φιλολογία, ειδίκευση: «Μεσαιωνική και Νεοελληνική Φιλολογία». Διδάκτωρ Παιδαγωγικής, ειδίκευση: «Ειδική Αγωγή» / Ι.Κ.Υ., Φιλοσοφική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών


 

 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωση τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

 Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο της Δρ. Βασιλικής Ιωαννίδη, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο αντικείμενο της Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με θέμα:

«Μουσείο, Σχολείο και Eκπαίδευση για Όλους»

 

Η Μουσειοπαιδαγωγική αποβλέπει στην επιστημονική διερεύνηση των παιδαγωγικών και μουσειολογικών αρχών και όρων, οι οποίοι διέπουν την παιδαγωγική και εκπαιδευτική πολιτική των μουσείων, αποσκοπώντας αφενός στη δημιουργική αξιοποίηση του υλικού πολιτισμού γενικά και των μουσείων ειδικότερα αφετέρου στην καλλιέργεια ατόμων και κοινωνικών ομάδων, ανεξάρτητα από προέλευση και ικανότητες. Η Μουσειοπαιδαγωγική διαμορφώνει το πλαίσιο για τον καλύτερο δυνατό σχεδιασμό και την καλύτερη δυνατή εφαρμογή και αξιολόγηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων που διευκολύνουν κοινωνικές ομάδες με διαφορετικότητα, προκειμένου να κατανοούν, να ερμηνεύουν και να αξιοποιούν δημιουργικά μουσειακούς και άλλους πολιτισμικούς χώρους. Απώτερος στόχος της είναι η προώθηση της μουσειακής παιδείας στο σύνολο της κοινωνίας μέσα από την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και των πολύπλευρων αισθητικών, συναισθηματικών, σωματικών, κοινωνικών παραστάσεων και κωδίκων επικοινωνίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η Μουσειοπαιδαγωγική δεν ενδιαφέρει μόνο τα μουσεία και τα εκπαιδευτικά τμήματά τους, αλλά και άλλους εκπαιδευτικούς, πολιτισμικούς και κοινωνικούς θεσμούς (Νάκου, 2001).

Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους. Εσωτερικό πρώτου ορόφου, ελληνορωμαϊκά γλυπτά.  Επιλογή εικόνας: Αργολική Βιβλιοθήκη.

Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους. Εσωτερικό πρώτου ορόφου, ελληνορωμαϊκά γλυπτά. Επιλογή εικόνας: Αργολική Βιβλιοθήκη.

Για την εκπλήρωση των στόχων της η Μουσειοπαιδαγωγική στηρίζεται αφενός στις αρχές της σύγχρονης μουσειολογίας και της θεωρίας του υλικού πολιτισμού αφετέρου στα πορίσματα της σύγχρονης παιδαγωγικής και διδακτικής, που αφορούν κυρίως την πολυσημία των μουσειακών χώρων και των αντικειμένων, καθώς επίσης προεκτάσεις της διασταυρώνονται σε κοινωνικές και επιστημολογικές διαστάσεις της γνώσης, της μάθησης και της επικοινωνίας. Ωστόσο, παρά τις ποικίλες διασυνδέσεις της με τη μουσειολογία, τη θεωρία του υλικού πολιτισμού και τις επιστήμες εκπαίδευσης και συμπεριφοράς, η μουσειοπαιδαγωγική αναπτύσσεται ως ιδιαίτερος επιστημονικός κλάδος με ερευνητικές προσεγγίσεις, οι οποίες αποσκοπούν στην καλύτερη αξιοποίηση της παιδευτικής σημασίας του υλικού πολιτισμού μέσω εναλλακτικών μορφών επικοινωνίας και μάθησης σε σχέση με τη σύγχρονη πολυπολιτισμική πραγματικότητα (Νάκου, ό.π.)

Ειδικότερα, η συνισταμένη του παιδαγωγικού έργου που επιτελείται μέσα σε ένα μουσείο, καθώς και η αποστολή τής εκάστοτε εκπαιδευτικής δραστηριότητας μπορεί να αναλυθεί σε τρεις συνιστώσες (Potvin, 2000, σελ. 41 κ.εξ.):

(α) την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ώστε να χρησιμοποιήσουν και περαιτέρω το σχολικό χρόνο για να μεταδώσουν γνώση,

(β) τη γνωριμία και την εξοικείωση των μαθητών στο μέτρο του δυνατού με εικαστικές προτάσεις συγγενικές του τρόπου εργασίας των επιλεγμένων καλλιτεχνών∙ γεγονός όμως που δεν γίνεται αποδεκτό από όλους καθώς κυριαρχεί η άποψη ότι δεν πρέπει να είναι κανείς καλλιεργημένος για να έρθει σε επαφή και να συγκινηθεί από έργα Τέχνης,

(γ) την καλλιέργεια της αισθητικής ευαισθησίας ως βασικό προορισμό της Τέχνης για ο,τιδήποτε μας περιβάλλει και δεν είναι αντικείμενο Τέχνης.

Οι παιδαγωγικές πρακτικές στα μουσεία είναι διαφορετικές από εκείνες των σχολείων. Η οριακή εφαρμογή αυτής της λογικής φαίνεται στην απόρριψη του γραψίματος κατά την υλοποίηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος στο μουσείο και στην εύνοια της αγωγής του βλέμματος της παρατήρησης. Η παιδαγωγική που υιοθετείται και εφαρμόζεται στα μουσειοπαιδαγωγικά προγράμματα χαρακτηρίζεται ως μια παιδαγωγική που μεταχειρίζεται τα παιδιά ως ώριμα άτομα και όχι ως εκτελεστές εντολών. Έτσι, η κεντρική ιδέα αναφορικά με τις αναπαραστάσεις των στελεχών των μουσείων διαμορφώνεται γύρω από τους εξής άξονες (Ζαφειράκου, 2000, σελ. 103 κ.εξ.):

  • Το μουσείο έχει ανάγκη το σχολείο, διότι του παρέχει το μελλοντικό του κοινό.
  • Το μουσείο εφαρμόζει καινοτόμες παιδαγωγικές πρακτικές που βασίζονται στην «παιδαγωγική του βλέμματος».
  • Η μουσειακή γνώση ενέχει όχι μόνο γνωστική αλλά και συναισθηματική και αισθητική διάσταση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι πιο ολοκληρωμένη και συνδέεται με τις απαιτήσεις της καθημερινής ζωής.
Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου, γενική άποψη της νέας έκθεσης. Επιλογή εικόνας: Αργολική Βιβλιοθήκη.

Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου, γενική άποψη της νέας έκθεσης. Επιλογή εικόνας: Αργολική Βιβλιοθήκη.

Είναι γεγονός ότι τα Μουσεία στο μέλλον θα λειτουργούν ως χώροι συγκέντρωσης για κοινωνική αλληλεπίδραση και εμπλοκή. Η πρόκληση θα είναι πώς θεσμικά θα ενισχύσουν τον κοινωνικό τους ρόλο υπό τη διάσταση της κοινωνικής ανάπτυξης και συνοχής. Παράλληλα, η ταχέως εξελισσόμενη πρόοδος στην τεχνολογία έχει βαθιά επίδραση στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι έχουν πρόσβαση στη χρήση και τη λήψη πληροφοριών. Τα Μουσεία, λοιπόν, θα πρέπει να καθορίσουν το ρόλο τους μέσα από την εξέλιξη της πολιτικής τους, αναφορικά με την πνευματική ιδιοκτησία, την ψηφιοποίηση, τη συντήρηση, την πρόσβαση στο περιεχόμενό τους κ.λπ. Επιπλέον, τα Μουσεία μπορούν να συνεχίσουν να εμπλουτίζουν την εκπαίδευση και να οικοδομούν τη γνώση στην κοινωνία με συνειδητή προσαρμογή των υπηρεσιών τους μέσω νέων τρόπων, με τους οποίους οι άνθρωποι θέλουν να αναζητήσουν, να συγκεντρώσουν και να ερμηνεύσουν πληροφορίες δημιουργώντας νοήματα στον 21ον αιώνα. Τέλος, η συνεργασία είναι απαραίτητη για τη βιωσιμότητα και τη μελλοντική ανάπτυξη των μουσείων και μπορεί να αυξήσει την ικανότητα των θεσμικών οργάνων για την αντιμετώπιση των ευκαιριών και των προκλήσεων του 21ου αιώνα, με απώτερο σκοπό την πλήρωση των αναγκών της κοινότητας. Η διαδικασία καθορισμού για το σχεδιασμό ενός βιώσιμου μέλλοντος δεν θα είναι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε συσχέτιση με τον κόσμο που εξυπηρετούν. Η ανάπτυξη κατάλληλων και αποτελεσματικών μετρήσεων μπορεί να είναι ένα βασικό εργαλείο για τη διασφάλιση της αξίας των μουσείων προκειμένου να διασφαλίσουν μελλοντική επιτυχία (Pastore, 2009).

Προς την κατεύθυνση αυτή, ενισχυτικά θα λειτουργήσουν επιλογές και ενέργειες, όπως (πρβλ. Χάιτας, Ιωαννίδη, 2008):

  • Ζητήματα μουσειακής εκπαίδευσης μπορούν να υλοποιηθούν χρησιμοποιώντας τη διαφορετικότητα των ανθρώπων εποικοδομητικά, στηριζόμενοι στη θεωρία των πολλαπλών τύπων ευφυϊας. Ο HowardGardner (1993) αναφέρει ότι οι ευφυΐες σχετίζονται με τη δυνατότητα του ατόμου να αντιληφθεί τον κόσμο γύρω του μέσα από μία διαδικασία αποθήκευσης και ερμηνείας της πληροφορίας. Με τη διάκριση των πολλαπλών τύπων νοημοσύνης που διακρίνει ο Gardner (γλωσσική, μαθηματική/ λογική, μουσική, χωρική, σωματική/ κινησιακή, διαπροσωπική και ενδοπροσωπική) είναι δυνατή η δημιουργία ενός συνδυαστικού πλαισίου διερεύνησης και έκφρασης ατομικών κλίσεων και δυνατοτήτων σε επίπεδο μουσειακής εκπαίδευσης, με σκοπό την ένταξη των ατόμων με μαθησιακές και κοινωνικο-πολιτισμικές διαφορές.
  • Παράλληλα, η έλλειψη θετικών εμπειριών που βοηθούν το άτομο στην κοινωνική του συναναστροφή είναι ένα άλλο στοιχείο που χαρακτηρίζει άτομα που έχουν αναπτύξει αποκλίνουσα ως προς τις κοινωνικές νόρμες, συμπεριφορά. Τέτοιες θετικές εμπειρίες μπορούν να δοθούν μέσα από την πρόσβαση στο μουσειακό χώρο. Επιπλέον, βασιζόμενοι στη θεωρία του δομισμού (Hein,1998), όπου η δυνατότητα του ατόμου για ερμηνεία του κόσμου που το περιβάλει σχετίζεται με την ανάκληση και τη χρήση των προηγούμενων εμπειριών, θεωρούμε ότι το μουσείο μπορεί να λειτουργήσει ως κρίκος σύνδεσης παιδιών και εφήβων με αποκλίνουσα συμπεριφορά με τους κοινωνικούς θεσμούς, χρησιμοποιώντας τις προηγούμενες εμπειρίες τους ως υλικό που «ερεθίζει» την περιέργειά τους και τα ενδιαφέροντά τους και πλουτίζει τις γνώσεις τους. Η επεξεργασία των εμπειριών αυτών θα αποτελέσει το εφαλτήριο για τη βελτίωση των ατομικών τους γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων και ενδεχομένως και επαγγελματικών προοπτικών.
  • Επίσης, μέσα από το μουσείο μπορεί να επιτευχθεί δημιουργική αξιοποίηση του χρόνου, ενεργοποιώντας εθελοντικές συμπεριφορές των ατόμων με δυσχέρειες κοινωνικής προσαρμογής. Τα άτομα αυτά μπορούν, αφού έχουν λάβει μία σφαιρική εκπαίδευση όσον αφορά σε θέματα πολιτισμού και επικοινωνίας, να συμβάλουν στη λειτουργία του φορέα-μουσείου, συμμετέχοντας σε κάποιες από τις δραστηριότητες και παροχές του, όπως είναι τα εκπαιδευτικά προγράμματα, η δημιουργία ιστοσελίδων και έντυπου υλικού, η διευκόλυνση επισκεπτών με ειδικές ανάγκες, η παροχή πληροφοριών κ.ά.
  • Καταλήγοντας, θέλουμε να επισημάνουμε ότι η ένταξη μπορεί να επιτευχθεί μέσα από ποικίλες δράσεις του μουσείου σε συνεργασία με τις κοινωνικές ομάδες. Ιδιαίτερα, το μουσείο οφείλει να δημιουργήσει τις γέφυρες συνύπαρξης, ως πόλος επικοινωνίας της διαφορετικότητας μέσα στην ίδια την κοινωνία, ενεργό μέλος της οποίας είναι. Είναι βέβαιο ότι η γνώση καταπολεμά το φόβο άρα και τον κοινωνικό αποκλεισμό, το ρατσισμό και την περιθωριοποίηση. Το μουσείο πρέπει πρώτο να καταρρίψει τους μύθους του παρελθόντος, δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες ισότιμης συνύπαρξης και συνεκπαίδευσης περιθωριοποιημένων κοινωνικών ομάδων με τον υπόλοιπο κοινωνικό ιστό. Μπορεί να δημιουργήσει δραστηριότητες δια βίου εκπαίδευσης, θέτοντας παράλληλα βάσεις προσωπικής και κοινωνικής εξέλιξης των ατόμων και ιδίως αυτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα κοινωνικής αποξένωσης και απομόνωσης.

Βασικές παιδαγωγικές αρχές μιας τέτοιας κοινωνικής και πολιτισμικής συμπερίληψης είναι:

  • η δημοκρατική στάση και η ευαισθητοποίηση απέναντι στη διαφορετικότητα,
  • ο εκπολιτισμός και η άνευ όρων αποδοχή όλων των μελών ανεξαιρέτως χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων,
  • η αυτονομία και η αξιοπρέπεια ως αναφαίρετο δικαίωμα όλων,
  • η καλλιέργεια της ικανότητας του ατόμου για διερεύνηση, αναζήτηση, επικοινωνία και μάθηση.

Καταλήγοντας, η σύνδεση μουσείου και σχολείου, και δη η σχέση της μουσειακής αγωγής με το εν γένει εκπαιδευτικό έργο, προωθεί εκτός των άλλων και μια δυναμική κοινωνική εξωστρέφεια του ίδιου του σχολικού θεσμού αλλά και των μουσειακών χώρων. Η σύζευξη αυτή εγγυάται την ευοίωνη εξέλιξη και τη βιωσιμότητά τους ως χώρους κοινωνικής συναλλαγής και αειφόρου ανάπτυξης ατόμου και κοινωνίας.

 

Βιβλιογραφία


 

  • Ζαφειράκου, Α. (2000). Πώς το Μουσείο βλέπει το Σχολείο. Στο: Ζαφειράκου, Α. (επιμέλεια). Μουσεία & Σχολεία. Διάλογος & Συνεργασίες. Αναπαραστάσεις & Πρακτικές (σελ. 85-107). Αθήνα: Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός.
  • Hein, G. (1998). Learning in the Museum. London: Routledge.
  • Gardner, H. (1993). Frames of Mind: The Theory of Multiple Intelligences. New York: Basic Books. 
  • Νάκου, Ε. (2001). Μουσεία: Εμείς, τα Πράγματα και ο Πολιτισμός. Αθήνα: Νήσος.
  • Pastore, E. (2009). The Future of Museums and Libraries. ADiscussionGuide. Institute of Museum and LibraryServices. Washington, D.C.USA.
  • Potvin, M. (2000). Πτυχές στην Ελληνική Γλυπτική: Μια Παιδαγωγική Πρόταση στο Λούβρο. Στο: Ζαφειράκου, Α. (επιμέλεια). Μουσεία & Σχολεία. Διάλογος & Συνεργασίες. Αναπαραστάσεις & Πρακτικές (σελ. 37-47). Αθήνα: Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός.
  • Χάϊτας, Χ., Ιωαννίδη, Β. (2008). Προς μια δια βίου εκπαίδευση ειδικών ομάδων πληθυσμού στο πλαίσιο του μουσείου: σύνδεση και κατάργηση ορίων. Το παράδειγμα των ανήλικων παραβατών. Πρακτικά του Πανελληνίου Επιστημονικού Συνεδρίου με Διεθνή Συμμετοχή “Δια βίου μάθηση για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή” (σελ. 341-343). Οργάνωση: Γενική Γραμματεία Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Συνεργασία: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

 

Βασιλική Ιωαννίδη,

Δρ Παιδαγωγικής 

 

Read Full Post »

Καθημερινή – Το Άργος επενδύει στο μέλλον


  

Στην μεγάλη και έγκριτη εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ του Σαββάτου 27 Αυγούστου 2011 και στο ένθετο ΖΩΗ-ΤΕΧΝΗ, η δημοσιογράφος Χριστίνα Σανούδου, δημοσιεύει ένα ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο « Το Άργος επενδύει στο μέλλον» που αναφέρεται στην αξιοποίηση των στρατώνων του Καποδίστρια και την δημιουργία εκεί του Βυζαντινού Μουσείου.

Επειδή θεωρούμε ότι αυτού του είδους τα δημοσιεύματα αναδεικνύουν την ιστορική πόλη μας και τον πολιτισμικό πλούτο της, αναδημοσιεύουμε ολόκληρο το σχετικό άρθρο, ελπίζοντας ότι θα ακολουθήσουν και άλλα τα οποία θα παρουσιάσουν τις βαθιές ιστορικές ρίζες του Άργους.

 

Το Άργος επενδύει στο μέλλον

Η ιστορική πόλη αξιοποιεί τους παλιούς Στρατώνες και αποκτά πρότυπο Βυζαντινό Μουσείο, σύμβολο μιας νέας εποχής

 

Σε περιόδους ειρήνης, χρησιμοποιήθηκαν ως νοσοκομείο, σχολείο, αγορά, ταχυδρομείο και αγορά. Σε πιο «σκοτεινές» εποχές, μετατράπηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για Τούρκους αιχμαλώτους των Βαλκανικών Πολέμων, σε χώρο ανακρίσεων και βασανιστηρίων, αλλά και σε προσωρινό κατάλυμα για Μικρασιάτες πρόσφυγες.

Οι εμβληματικοί Στρατώνες του Καποδίστρια στο Άργος, η πορεία των οποίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ιστορία της Ελλάδας, αποκτούν επιτέλους μια «ταιριαστή» χρήση: το πρώτο Βυζαντινό Μουσείο της Πελοποννήσου αναμένεται να ανοίξει για το κοινό σε περίπου ενάμιση χρόνο, αναδεικνύοντας τον πολιτισμικό πλούτο της άγνωστης στο ευρύ κοινό μεσαιωνικής Αργολίδας και συμπληρώνοντας το πολιτισμικό πάζλ που συνθέτουν οι πολυάριθμοι αρχαιολογικοί χώροι της περιοχής, από την Αρχαία Ακρόπολη του Άργους ως τις γειτονικές Μυκήνες, την Τίρυνθα και την Επίδαυρο.

 

Καθημερινή - Το Άργος επενδύει στο μέλλον

 

Παράλληλα, εκτιμάται ότι θα φέρει και μια πνοή ανανέωσης στο Άργος- μία από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαιότητας, με αναφορές στα ομηρικά έπη και τα γραπτά των αρχαίων ιστορικών και τραγικών ποιητών, που όμως εδώ και δεκαετίες έχει περάσει στην αφάνεια. Αυτή τη στιγμή, ακόμα και το αξιόλογο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης «δέχεται λιγότερο από 1.000 επισκέπτες τον χρόνο», αναγνωρίζει ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Δήμου Αργους – Μυκηνών, Ιωάννης Μαλτέζος. «Στο Άργος δεν έχουμε δυστυχώς σημεία αναφοράς και μέρη που να έχουμε αναδείξει επαρκώς. Θέλουμε να αλλάξει αυτό», υπογραμμίζει.

Χτισμένο από τους Ενετούς τη δεκαετία του 1690, το κτίριο των Στρατώνων αρχικά αποτέλεσε νοσοκομείο των Αδελφών του Ελέους, ενώ στα χρόνια της Τουρκοκρατίας φιλοξένησε το παζάρι και το ταχυδρομείο της πόλης. «Κατά την Επανάσταση το κτίριο υπέστη μεγάλη καταστροφή και σύμφωνα με μαρτυρίες ξένων περιηγητών είχε μεταβληθεί σε ερείπια», εξιστορεί ο Αναστάσιος Τσάγκος, ιδρυτής και γ.γ. της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας και Πολιτισμού, αλλά αργότερα ξαναχτίστηκε από τον Καποδίστρια. Στις αρχικές προθέσεις της πρώτης κυβέρνησης της ελεύθερης Ελλάδας ήταν να ιδρύσει εκεί το πρώτο πανεπιστήμιο της χώρας, όμως το σχέδιο ουδέποτε έφτασε σε επίπεδο υλοποίησης.

Τον Μάρτιο του 1977, το δημοτικό συμβούλιο Άργους αποφασίζει να κατεδαφίσει το κτίριο, το οποίο είχε πρόσφατα περάσει στην κυριότητα του δήμου, πυροδοτώντας έντονες αντιδράσεις από τον Τύπο και τοπικούς φορείς. «Αρχίζει στον τόπο μια σκληρή μάχη, όχι μόνο για τη διατήρησή τους, αλλά και για τη μετατροπή τους σε τοπικό πολιτιστικό κέντρο», υποστηρίζει ο κ. Τσάγκος. Τελικά, η διαμάχη είχε αίσιο τέλος, αφού το κτίριο κηρύχθηκε διατηρητέο από το υπουργείο Πολιτισμού.

Πιο πρόσφατα, και έπειτα από πρόταση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, ο δήμος δέχθηκε να το παραχωρήσει για τη δημιουργία του Βυζαντινού Μουσείου. Προερχόμενα κυρίως από ανασκαφικές έρευνες στο Άργος και τις γύρω περιοχές, τα περίπου 670 εκθέματα του Μουσείου αφηγούνται την ιστορία της βυζαντινής Αργολίδας, η οποία αποτέλεσε «περιοχή ιδιαίτερης σημασίας με μεγάλη ανάπτυξη», όπως τονίζει ο προϊστάμενος της 25ης ΕΒΑ, Δημήτρης Αθανασούλης. Ουσιαστικά, πρόκειται για «άγνωστα αντικείμενα, που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ», ανάμεσά τους εντυπωσιακά «ψηφιδωτά από ναούς και οικίες της προβυζαντινής περιόδου», συνεχίζει. Θα παρουσιαστούν, επίσης, ευρήματα από τις συνεχιζόμενες έρευνες στο Σπήλαιο της Ανδρίτσας, όπου κατέφυγε – και τελικά εγκλωβίστηκε – για άγνωστα αίτια μια ομάδα χριστιανών στα τέλη του 6ου αιώνα. Η συλλογή θα περιλαμβάνει, ακόμα, υλικό από την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ενώ επιμέρους ενότητες θα εστιάζουν στην παρουσία των Ενετών και Φράγκων στην περιοχή.

Το έργο οργάνωσης και λειτουργίας της μόνιμης έκθεσης έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ με προϋπολογισμό 996.000 ευρώ. Εκτός από τη δυτική πτέρυγα, ο δήμος – ο οποίος χρηματοδότησε τη μουσειολογική μελέτη και μέρος της μουσειογραφικής- παραχωρεί και άλλα τμήματα του κτιρίου για τη δημιουργία αποθηκών και αίθουσας περιοδικών εκθέσεων. Στους υπόλοιπους χώρους του οικοδομήματος σχεδιάζεται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία δημοτικής βιβλιοθήκης.

 

Χριστίνα Σανούδου

Καθημερινή, Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

 

Read Full Post »

Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου


 

Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου – H επανέκθεση

Ευαγγελία Παππή

Αρχαιολόγος, Δ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

  

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Η τριώροφη, πέτρινη αποθήκη του ενετικού στόλου που κτίστηκε το 1713, κατά την περίοδο της β΄ Ενετοκρατίας στο Ναύπλιο, από τον Προβλεπτή του στόλου Αυγουστίνο Σαγρέδο, φιλοξενεί από το 1933 στους ορόφους της το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης.*

Από το 2003 έως το 2008 πραγματοποιήθηκε ανακαίνιση του μουσείου στο πλαίσιο του έργου «Βελτίωση – Αναβάθμιση Αρχαιολογικού Μουσείου Ναυπλίου» με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνολικού προϋπολογισμού 886.750 €. Το έργο περιλάμβανε έργα υποδομής (ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλισμός, πρόσβαση για ΑμεΑ κ.λπ.) και επανέκθεση.**

Η νέα έκθεση του μουσείου διαρθρώνεται σε θεματικές ενότητες οι οποίες παρουσιάζουν τους πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν στην Αργολίδα από την απώτατη προϊστορία έως και την ύστερη αρχαιότητα και περιλαμβάνει ευρήματα των ελληνικών ανασκαφών αλλά και του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, του Σουηδικού Ινστιτούτου στην Αθήνα και της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών.

Τα 2.000 περίπου εκθέματα, νέα στην πλειονότητά τους, παρουσιάζονται σε οκτώ εννοιολογικά αυτοτελείς ιστορικές και πολιτισμικές ενότητες. Στην έκθεση αντιπροσωπεύεται ολόκληρη η Αργολίδα, με εξαίρεση το Άργος και τη γειτονική του Λέρνα, τις Μυκήνες και το ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο που παρουσιάζονται στα αντίστοιχα τοπικά μουσεία.

Οι έννοιες του χώρου και του χρόνου διατρέχουν τη δομή της έκθεσης. Ο χώρος, το κατεξοχήν πολυσήμαντο πεδίο στο οποίο εγγράφεται η ανθρώπινη δράση, παίρνει μέρος στη μουσειακή αφήγηση κυρίως με τη μορφή εποπτικών πινάκων που πλαισιώνουν τα εκθετικά σύνολα, λειτουργώντας ως παλίμψηστο στο οποίο αποτυπώνονται τα ίχνη των πολιτισμών.

Οι ενότητες αναπτύσσονται γραμμικά στον εκθεσιακό χώρο όχι με την έννοια του πολιτισμικού εξελικτισμού, αλλά υπονοώντας την ευθύγραμμη αντίληψη που έχει ο δυτικός άνθρωπος για το χρόνο. H ανάπτυξη αυτή υπογραμμίζεται από την ένθετη χάλκινη ταινία κατά μήκος του δαπέδου των αιθουσών η οποία, σε μια σύμπραξη μουσειολογικού σκεπτικού και μουσειογραφικής εφαρμογής, τονίζει τη γραμμικότητα του κτηρίου και σηματοδοτεί την ευθύγραμμη κίνηση των επισκεπτών μέσα σε αυτό.

Γενική άποψη της νέας έκθεσης

Από τις στρατηγικές επιβίωσης των παλαιολιθικών κυνηγών και των νεολιθικών γεωργοκτηνοτρόφων στο σπήλαιο Φράγχθι της Ερμιονίδας, ως τη δομή του μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα μυκηναϊκά κέντρα της Τίρυνθας και της Μιδέας, και από την εποχή του Ομήρου, ως τις αρχαίες πόλεις των Αλιέων της Ερμιόνης και της Επιδαύρου, ξετυλίγεται η μουσειακή αφήγηση σε μια διαδρομή στο χώρο και το χρόνο που παρουσιάζει τις συνέχειες και τις ασυνέχειες, τις μακρές διάρκειες και τις τομές που οδηγούν στην πολιτιστική αλλαγή.

Στόχος του σκεπτικού της επανέκθεσης είναι μια παρουσίαση της ιστορίας και του πολιτισμού της Αργολίδας ανθρωποκεντρική, κοινωνικά σημαίνουσα, που προσπαθεί να καταδείξει ότι τα εκθέματα δεν είναι άθροισμα ευρημάτων αλλά αντιπροσωπεύουν τα χαρακτηριστικά στοιχεία ενός πολιτισμού.

Τα εκθέματα πλαισιώνονται από συμβατικά εποπτικά μέσα (κείμενα, υπομνηματισμό, εικόνες, πλαστικά ομοιώματα και αναπαραστατικές μονάδες) και νέες τεχνολογίες (προβολές, ηλεκτρονικά πολυμέσα κ.λπ.), που δημιουργούν διαφορετικά επίπεδα ανάγνωσης των εκθεμάτων. Στην αίθουσα πολυμέσων δύο προβολές συμπληρώνουν τη μουσειακή εμπειρία: η εφαρμογή πολυμέσων «Από τα σπήλαια στα ανάκτορα. Η προϊστορική Αργολίδα» και το ντοκιμαντέρ του Φίλιππου Κουτσαφτή «ΤΟ.RA.KE» που πραγματεύεται την πανοπλία των Δενδρών.***

Η μόνιμη έκθεση αναπτύσσεται σε δύο αίθουσες όμοιας κάτοψης στους δύο ορόφους του κτηρίου. Διατηρώντας τη βασική κατηγοριοποίηση της παλιάς έκθεσης, στην αίθουσα του πρώτου ορόφου παρουσιάζονται τα ευρήματα των προϊστορικών χρόνων ενώ στην αίθουσα του δεύτερου ορόφου τα ευρήματα των ιστορικών χρόνων.

Η αφήγηση ξεκινά με την παρουσίαση ενός συμπλέγματος παλαιολιθικών εστιών από τις βραχοσκεπές στο φαράγγι της Κλεισούρας στην Πρόσυμνα (32000-21000 π.Χ.), ένα από τα πρωιμότερα παραδείγματα περίπλοκης πολιτισμικής συμπεριφοράς του ανθρώπου.

Ευρήματα του σπηλαίου Φράγχθι στην Ερμιονίδα τεκμηριώνουν τη μετάβαση από τη θηρευτική στην παραγωγική οικονομία. Εκτίθενται λίθινα και οστέινα εργαλεία, υπολείμματα της διατροφής των κατοίκων του σπηλαίου, όπως όστρεα και οστά ζώων και ψαριών, κοσμήματα από όστρεο, οστό και λίθο, αλλά και τα πρώτα χειροποίητα νεολιθικά αγγεία από πηλό, καθώς και μια αντιπροσωπευτική σειρά πήλινων ανθρωπόμορφων και ζωόμορφων ειδωλίων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναπαράσταση ταφής βρέφους της Μέσης Νεολιθικής.

Ακολουθεί η παρουσίαση του πρωτοελλαδικού πολιτισμού μέσα από τα ευρήματα σημαντικών κέντρων όπως η Τίρυνθα, η Ασίνη και το Μπερμπάτι αλλά και άλλων λιγότερο γνωστών στην έρευνα οικισμών, όπως αυτός της Παλαιάς Επιδαύρου. Εκτός από τη χαρακτηριστική κεραμική της εποχής, κωνικά κύπελλα, ραμφόστομες φιάλες, υδρίες, αμφορείς, πυξίδες, κανθάρους, ασκούς και πρόχους, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει ο μοναδικός ψυκτήρας (2600-2200 π.Χ.) της Τίρυνθας, εκτίθενται τμήματα αγγείων που φέρουν τη χαρακτηριστική διακόσμηση από σφραγιδοκύλινδρο, σφραγίδες από λίθο, πηλό και χαλκό καθώς και σφραγίσματα, που συνδέονται με ένα σύστημα διαχείρισης και διακίνησης προϊόντων. Εκτίθενται ακόμη λίθινα πηνιόσχημα σταθμά, οστέινα εργαλεία, ασκός με παράσταση σκορπιών, μαρμάρινα πρωτοκυκλαδικά ειδώλια, καθώς και η πήλινη εστία από το «μέγαρο» της Πρωτοελλαδικής ΙΙ εποχής στο Μπερμπάτι.

Στη συνέχεια παρουσιάζεται ο μεσοελλαδικός οικισμός τα της Ασίνης. Αγγεία και άλλα τέχνεργα από τον οικισμό και τους τάφους, καλύπτουν ολόκληρο το χρονολογικό φάσμα της Μεσοελλαδικής εποχής (2100-1600 π.Χ.). Παράλληλα παρουσιάζουν τους δύο κύριους τύπους της κεραμικής, τη μινυακή και την αμαυρόχρωμη, ενός πολιτισμού που αποτέλεσε το υπόβαθρο του μυκηναϊκού.

Στα κτερίσματα ενός ιδιαίτερα πολυτελούς τάφου των αρχών του 16ου αι. π.Χ. από το ανατολικό νεκροταφείο της Ασίνης είναι πρόδηλη η συγκέντρωση πλούτου στα χέρια μιας ολιγάριθμης αριστοκρατίας και παραπέμπει στους σύγχρονούς του ταφικούς κύκλους των Μυκηνών. Η ενότητα συμπληρώνεται με άλλα παραδείγματα ταφών του 17ου-16ου αι. π.Χ. από την Πρόνοια Ναυπλίου, τη Μιδέα και την Τίρυνθα, και ολοκληρώνεται με την αναπαράσταση ενός λακκοειδούς τάφου από το μεσοελλαδικό νεκροταφείο στο Μπερμπάτι (λόφος Μαστού).

Το τμήμα δαπέδου από ασβεστοκονίαμα με παράσταση δελφινιών από το ανάκτορο της Τίρυνθας εισάγει συμβολικά τον επισκέπτη στον μυκηναϊκό πολιτισμό.

Άποψη της ενότητας «Η μυκηναϊκή ανακτορική εξουσία και διοίκηση».

Η δομή της μυκηναϊκής ανακτορικής εξουσίας και διοίκησης σκιαγραφείται μέσα από τα ευρήματα των δύο μεγάλων μυκηναϊκών κέντρων, της Τίρυνθας και της Μιδέας, αλλά και από τον μυκηναϊκό οικισμό της Ασίνης. Εκτίθενται τα σύμβολα εξουσίας, κοσμικής και θρησκευτικής, του άνακτα και της άρχουσας τάξης, πήλινο ομοίωμα θρόνου, εικονιστικοί κρατήρες με παραστάσεις αρμάτων, πήλινο ομοίωμα φορείου και μια τράπεζα προσφορών από ασβεστοκονίαμα από την Τίρυνθα, πολυτελή επίμηλα τελετουργικών ξιφών από τη Μιδέα, ρυτά και άλλα τελετουργικά σκεύη, τα εντυπωσιακά τροχήλατα γυναικεία ειδώλια από την Τίρυνθα και τη Μιδέα, καθώς και ο περίφημος «άρχοντας της Ασίνης».

Οι πινακίδες της Γραμμικής Β, οι ενεπίγραφοι αμφορείς κι ένα μολύβδινο σφραγιστικό δαχτυλίδι από την Τίρυνθα καθώς και τα πήλινα πρισματικά σφραγίσματα από τη Μιδέα παρουσιάζουν το γραφειοκρατικό μυκηναϊκό σύστημα ελέγχου και διακίνησης των αγαθών.

Πλήθος αντικειμένων αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες του εμπορίου, των επαφών και των αλληλεπιδράσεων που διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία του μυκηναϊκού πολιτισμού: χάντρες από ήλεκτρο της Βαλτικής, μιταννικοί σφραγιδοκύλινδροι από την Εγγύς Ανατολή, ένα αιγυπτιακό ειδώλιο που φέρει δέλτο του Φαραώ Αμενχοτέπ Β΄, μινωικοί σφραγιδόλιθοι, εμπορικοί αμφορείς από τη Χαναάν και τη μινωική Κρήτη, ένα τάλαντο χαλκού, πιθανότατα από την Κύπρο.

Η ενότητα συμπληρώνεται με αποθηκευτικά αγγεία, ενώ μια μήτρα από στεατίτη για την κατασκευή κοσμημάτων, λίθινα, οστέινα και χάλκινα εργαλεία και ελεφάντινα έργα μικροτεχνίας παρουσιάζουν διάφορα στάδια της εργαστηριακής παραγωγής των μυκηναϊκών κέντρων.

Ειδώλιο καθιστής γυναίκας από το Φράγχθι, π. 5300-4500 π.Χ.

Ακολουθούν τα νεκροταφεία θαλαμωτών τάφων της Ευαγγελίστριας Ναυπλίου, της Ασίνης, των Δενδρών, της Παλαιάς Επιδαύρου καθώς και ο θολωτός τάφος της Καζάρμας. Λίθινα, μετάλλινα και πήλινα αγγεία, πήλινα ειδώλια των χαρακτηριστικών τύπων Φ, Ψ, Τ αλλά και ένθρονες μορφές, κουροτρόφοι, ζωόμορφα ειδώλια, ελεφάντινα έργα, σφραγιδόλιθοι και κοσμήματα από χρυσό, ημιπολύτιμους λίθους, ήλεκτρο, φαγεντιανή και γυαλί φωτίζουν τις μυκηναϊκές ταφικές πρακτικές και αποτυπώνουν τον πλούτο και την ποικιλία των κτερισμάτων, που αντανακλούν τη διαστρωμάτωση της μυκηναϊκής κοινωνίας. Ξεχωρίζουν οι αμφοροειδείς κρατήρες με παραστάσεις άρματος και κιθαρωδού αντίστοιχα και ο κάλαθος-ρυτό με παράσταση αιγάγρου από την Ευαγγελίστρια Ναυπλίου.

Σε ξεχωριστή προθήκη παρουσιάζεται το θέμα του πολέμου και του κυνηγιού που αποτελούσαν μέσο επίδειξης δύναμης και γοήτρου της μυκηναϊκής άρχουσας τάξης. Εκτίθενται χάλκινα και λίθινα όπλα, χαύλιοι οδοντόφρακτου κράνους, τμήματα εικονιστικών κρατήρων με παραστάσεις από τον πόλεμο και το κυνήγι, μια πινακίδα της Γραμμικής Β που αναφέρεται σε πανοπλίες καθώς και ένα ελεφάντινο ομοίωμα οκτώσχημης ασπίδας.

Η χάλκινη πανοπλία των Δενδρών, το κορυφαίο, εμβληματικού χαρακτήρα έκθεμα του μουσείου, μετά τη νέα του συντήρηση εκτίθεται σε ξεχωριστή περίοπτη προθήκη μαζί με τα υπόλοιπα εντυπωσιακά κτερίσματα του τάφου στον οποίο βρέθηκε, εξαρτήματα του οπλισμού του πολεμιστή, χάλκινα σκεύη, πήλινα αγγεία.

Στην αίθουσα του δεύτερου ορόφου η παρουσίαση ξεκινά με τα υλικά κατάλοιπα της Εποχής του Σιδήρου. Τα εκθέματα, κυρίως κεραμική, αφενός καταδεικνύουν τη συνέχεια και αφετέρου παρουσιάζουν τους νεωτερισμούς της Πρωτογεωμετρικής περιόδου. Περίοπτη θέση κατέχει το χάλκινο κράνος και τα υπόλοιπα χάλκινα και σιδερένια όπλα από τον περίφημο υπομυκηναϊκό τάφο της Τίρυνθας (11ος αι. π.Χ.).

Σφραγίδα από στεατίτη από την Ασίνη, 2700-2200 π.Χ.

Τρεις αμφορείς της Υπομυκηναϊκής της Μέσης Γεωμετρικής και της Ύστερης Γεωμετρικής εποχής αντιπροσωπεύουν διαδοχικά καλλιτεχνικά στάδια της κεραμικής και της αγγειογραφίας από το 1100 ως το 700 π.Χ., μιας περιόδου που χαρακτηρίζεται από έντονες κοινωνικές ανακατατάξεις, οι οποίες θα οδηγήσουν στη δημιουργία της πόλεως.

Η Γεωμετρική εποχή σκιαγραφείται μέσα από τα ευρήματα των τάφων της Πρόνοιας Ναυπλίου, της Τίρυνθας, της Ασίνης και του Μπερμπατίου. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους κατέχει ένα ομοίωμα ροδιού από την Άνω Επίδαυρο, σύμβολο γονιμότητας και αναγέννησης. Το πιο χαρακτηριστικό αργειακό εικονογραφικό θέμα, τα άλογα με τον ιππηλάτη, αποτυπώνει το ηρωικό πνεύμα, ενώ παραστάσεις καραβιών, τελετουργικών χορών, ζώων και πτηνών συνθέτουν την εικόνα της ομηρικής εποχής.

Οι λατρείες της αρχαϊκής εποχής παρουσιάζονται κυρίως μέσα από τα ευρήματα της Τίρυνθας. Έργα κοροπλαστικής, όπως ένθρονες γυναικείες θεότητες, αναθέτριες, ένας ασπιδοφόρος ιππέας, μικρογραφικά αγγεία, άνθη, καρποί και στεφάνια, σχετίζονται με τη λατρεία της Ήρας.

Με τη λατρεία της Αθηνάς, αντίστοιχα, συνδέονται χάλκινα ομοιώματα αρχαϊκών κρανών και κνημίδας, πήλινη κεφαλή ειδωλίου Αθηνάς του 4ου αι. π.Χ. καθώς και τμήματα κρατήρων του 5ου αι. π.Χ. με αφιερωματικές επιγραφές για τη θεά που βρέθηκαν στην Τίρυνθα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περίφημες πήλινες αναθηματικές ασπίδες με μυθολογικές σκηνές του 7ου αι. π.Χ. και τα πήλινα τελετουργικά προσωπεία από τον λεγόμενο «Βόθρο» της Τίρυνθας καθώς και ο χάλκινος κούρος από το Κεφαλάρι του Άργους (560-540 π.Χ.), ανάθημα προφανώς σε κάποιο ιερό, ίσως του Διονύσου.

Χάλκινο πτυκτό κάτοπτρο με παράσταση λουόμενων γυναικών από την αρχαία πόλη της Επιδαύρου, β΄ μισό 3ου-2ος αι. π.Χ.

Ακολουθεί η ενότητα των αρχαίων πόλεων της Επιδαύρου, της Ερμιόνης, των Αλιέων, καθώς και η αρχαία Ασίνη. Τα ευρήματα, πήλινα και γυάλινα αγγεία, ειδώλια, βαρύτιμα κοσμήματα, χάλκινα κάτοπτρα, στλεγγίδες, χάλκινα σκεύη, σκιαγραφούν όψεις της ζωής και του θανάτου στις αρχαίες αυτές πόλεις. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το χάλκινο αγαλμάτιο κόρης (γύρω στο 600 π.Χ.) από το ιερό της Αρτέμιδος στην πόλη της Επιδαύρου.

Από τα ευρήματα της Ερμιόνης ξεχωρίζουν το χάλκινο κάτοπτρο στον τύπο των Καρυατίδων (490-470 π.Χ.), έργο του εργαστηρίου χαλκοτεχνίας της Σικυώνας, το εξαιρετικής διατήρησης χάλκινο, κορινθιακού τύπου,

Στην αίθουσα του δεύτερου ορόφου η παρουσίαση ξεκινά με τα υλικά κατάλοιπα της Εποχής του Σιδήρου. Τα εκθέματα, κυρίως κεραμική, αφενός καταδεικνύουν τη συνέχεια και αφετέρου παρουσιάζουν τους νεωτερισμούς της Πρωτογεωμετρικής περιόδου. Περίοπτη θέση κατέχει το χάλκινο κράνος και τα υπόλοιπα χάλκινα και σιδερένια όπλα από τον περίφημο υπομυκηναϊκό τάφο της Τίρυνθας (11ος αι. π.Χ.).

Από τα ευρήματα της Ερμιόνης ξεχωρίζουν το χάλκινο κάτοπτρο στον τύπο των Καρυατίδων (490-470 π.Χ.), έργο του εργαστηρίου χαλκοτεχνίας της Σικυώνας, το εξαιρετικής διατήρησης χάλκινο, κορινθιακού τύπου, κράνος, καθώς και αττικοί μελανόμορφοι σκύφοι του 5ου αι. π.Χ. με θέματα μυθολογικά ή από την αγροτική ζωή. Μια μαρμάρινη ενεπίγραφη στήλη του 2ου αι. π.Χ. αναφέρεται στην επίλυση, από διαιτησία Μιλησίων και Ροδίων, της διαμάχης μεταξύ της Επιδαύρου και της Ερμιόνης σχετικά με τα σύνορά τους.

Τροχήλατα γυναικεία ειδώλια από την Τίρυνθα και τη Μιδέα, 12ος-13ος

Ξεχωριστή θέση  ανάμεσα στα ευρήματα της αρχαίας πόλης των Αλιέων κατέχουν τρία συσσωματωμένα από τη διάβρωση σιδερένια κλειδιά, ένα από τα οποία φέρει επιγραφή ΤΑΠΟΛΛΟN. Τα κλειδιά προέρχονται από το ναό του Απόλλωνα, το κύριο ιερό της πόλης. Από τις νεκροπόλεις των Αλιέων προέρχεται η λακωνική κύλικα με παράσταση δελφινιού και ψαριών που αποδίδεται στο Ζωγράφο του Βορέως (575-570 π.Χ.).

Ανάμεσα στα ευρήματα από την Ασίνη, κυρίως αγγεία, παραδείγματα κοροπλαστικής και νομίσματα, που χρονολογούνται από την αρχαϊκή ως την ελληνιστική εποχή, ξεχωρίζει ένα ζεύγος «καττυμάτων», που προέρχεται από τάφο των αρχών του 5ου αι. π.Χ.

Η περιήγηση ολοκληρώνεται με την παρουσίαση μιας αγροικίας του 6ου αι. μ.Χ. στο Πύργουθι, στην κοιλάδα του Μπερμπατίου. Μέσα στα ερείπια ελληνιστικού πύργου, που ενσωματώθηκε στην αγροικία, εγκαταστάθηκε ληνός. Εκτίθενται τα σκεύη και τα εργαλεία που σχετίζονται με τη διαδικασία παραγωγής κρασιού αλλά και με τις άλλες αγροτικές ασχολίες των ενοίκων της αγροικίας.

Σε ξεχωριστή ενότητα εκτίθενται οι Συλλογές του Μουσείου. Παρουσιάζονται αττικά, βοιωτικά και κορινθιακά αγγεία και ειδώλια που προέρχονται από τις Συλλογές των φιλάρχαιων δωρητών Γλυμενοπούλου, Ποταμιάνου, Αρχιεπισκόπου Νικάνδρου και Θερμογιάννη. Περίοπτη θέση ανά μεσά τους κατέχει ο παναθηναϊκός αμφορέας, έργο του Ζωγράφου του Μαστού (530-520 π.Χ.).

Πήλινη αναθηματική ασπίδα με παράσταση Αμαζονομαχίας από το «Βόθρο» στην Άνω Ακρόπολη της Τίρυνθας, αρχές 7ου αι. π.Χ.

Η σκηνή του φόνου της Κλυταιμνήστρας από τον Ορέστη απεικονίζεται σε αττική ερυθρόμορφη υδρία (π. 440 π.Χ.). Ένας βοιωτικός ψευδοερυθρόμορφος καβειρικός σκύφος απεικονίζει μια παρωδία του μύθου της φιλοξενίας του Οδυσσέα στο παλάτι της Κίρκης (425-400 π.Χ.), ενώ παράσταση σπονδής στο νεκροταφείο για τον νεκρό ήρωα κοσμεί βοιωτικό επίσης κάνθαρο που αποδίδεται στο Ζωγράφο του Άργου (425-400 π.Χ.).

Ο διάδρομος του πρώτου ορόφου και ο προθάλαμος του δεύτερου ορόφου προορίζονται για περιοδικές εκθέσεις, οι οποίες θα πλαισιώνουν τη μόνιμη έκθεση αναδεικνύοντας διάφορες όψεις της διαδικασίας ανασκαφής, τεκμηρίωσης, συντήρησης και έκθεσης των αρχαιολογικών ευρημάτων.

Η πρώτη περιοδική έκθεση που εγκαινιάστηκε μαζί με τη μόνιμη έκθεση του μουσείου, τον Μάρτιο του 2009, έχει ως θέμα φωτογραφίες του Νικόλαου Τομπάζη (1952-1954) στις οποίες ο φωτογράφος αποτυπώνει με την ιδιαίτερη ματιά του αρχαιολογικά θέματα της Αργολίδας καθώς και στιγμιότυπα από την καθημερινότητα της αρχαιολογικής ανασκαφής.****

  

Πληροφορίες

Διεύθυνση: Πλατεία Συντάγματος, 21100 Ναύπλιο

Τηλ.: 27520 27502

Fax: 27520 24690

Ωράριο λειτουργίας μουσείου

Τρίτη – Κυριακή: 8:30-15.00

  

Υποσημειώσεις


* Σ. Καρούζου, Το Ναύπλιο, 1979· Ε. Σπαθάρη, Ναύπλιο-Παλαμήδι. Ιστορικός και αρχαιολογικός οδηγός, 2000.

**  Τη μουσειολογική μελέτη εκπόνησε η υπογράφουσα η οποία είχε, σε συνεργασία με τον Χαράλαμπο Αντωνιάδη, τοπογράφο μηχανικό ΤΕ, την ευθύνη του έργου. Βασικοί συνεργάτες του έργου ήταν οι: Μαρία Κεχρινιώτη (αρχιτεκτονικός σχεδιασμός), Πηνελόπη Ταρατόρη (συντήρηση, στήριξη εκθεμάτων, μελέτη και εφαρμογή περιβαλλοντικών παραμέτρων), Βασίλειος Γαλάνης, Γεωργία Καψάλη, Κων/νος Πιτερός, Μαργαρίτα Σοφού, Μαρία Σπυροπούλου (συντήρηση εκθεμάτων), Μαρία Παλαιοδήμου (υπεύθυνη αποθηκών), Ιωάννης Δαμίγος και Κων/νος Πανταζής (στήριξη των εκθεμάτων), Χαράλαμπος Σχοινάς (σχεδιασμός εποπτικού υλικού), Ι.Γ. Χριστόπουλος και Ι. Κουρούπης (εκτυπώσεις), Tool EΠΕ, Τάσος Μπέλλας, Radiant Technologies (ψηφιακές εφαρμογές), Deves Group, Goppion (κατασκευή προθηκών), Φωτόνιο – Α. Κουϊκόγλου (φωτισμός).

***  Ε. Παππή, Χ. Αντωνιάδης, Μ. Κεχρινιώτη, Δ. Ψυχογιός, «Η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στα Μουσεία. Το παράδειγμα του αρχαιολογικού Μουσείου Ναυπλίου», Τα οπτικοακουστικά μέσα ως πολιτιστική κληρονομιά και η χρήση τους στα μουσεία. 3ο Διεθνές Συνέδριο Μουσειολογίας, Μυτιλήνη, 5-9 Ιουνίου 2006, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας & Επικοινωνίας (υπό έκδοση).

****  Το φωτογραφικό υλικό παραχώρησε το Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.

  

Πηγή


  • Περιοδικό, Αρχαιολογία & Τέχνες, τεύχος 113, Δεκέμβριος 2009.

Read Full Post »

Μουσείο Κωτσιομύτη Φυσικής Ιστορίας

 

 

Το Μουσείο Κωτσιομύτη Φυσικής Ιστορίας βρίσκεται στο Δήμο Ασκληπιείου του Νομού Αργολίδας στη πόλη του Λυγουριού που αποτελεί και το βασικό οικιστικό συγκρότημα αυτού του Δήμου σε  απόσταση (5 χλμ.)  από  το Αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου,  το οποίο αποτελεί ένα από τα κορυφαία μνημεία του παγκόσμιου πολιτισμού.

Μέσα σε αυτό το πολιτισμικό περιβάλλον, που αποτυπώνει και αποθησαυρίζει κορυφαία σημεία της ανθρώπινης περιπέτειας στο χρόνο, υπάρχει και λειτουργεί το Μουσείο Κωτσιομύτη Φυσικής ιστορίας, το οποίο από τη δική του σκοπιά επιχειρεί να μνημειώσει τη φυσική εξέλιξη όχι μόνο της περιοχής αναφοράς του, αλλά του ευρύτερου γήινου χώρου. Αξιοποιώντας τα πλούσια παλαιοντολογικά ευρήματα της περιοχής, φιλοδοξεί να αποτελέσει έναν χώρο/επίκεντρο της οργανωμένης παρουσίασης και μελέτης της ευρύτερης γήινης φυσικής ιστορίας.

 

 

Η σύσταση του Μουσείου

 

 

Το Μουσείο Κωτσιομύτη Φυσικής Ιστορίας, αποτελεί το δημιουργικό επιστέγασμα της ακούραστης προσπάθειας των Ιδρυτών του, που έχοντας διαπιστώσει όλο το φυσικό πλούτο της περιοχής τους και έχοντας ταυτόχρονα αξιοποιήσει τον πλούτο αυτό σαν ερέθισμα για τη συστηματική ενασχόλησή τους με τη πορεία της φυσικής εξέλιξης, αποφάσισαν να προσδώσουν στο ενδιαφέρον τους ένα μονιμότερο χαρακτήρα. Ώστε σήμερα να διαθέτει την πληρέστερη θεματική συλλογή στην Ελλάδα.  Για τους ιδρυτές του είναι έργο ζωής.

 

 

Τα 6000 περίπου εκθέματά του έχουν σχέση κυρίως με ορυκτά και απολιθώματα. Η συλλογή του θεωρείται μοναδική για ολόκληρη την Ελλάδα και μία από τις πιο πλούσιες της Ευρώπης.

 

Μερικά από τα εκθέματά του είναι μοναδικά σε ολόκληρο τον κόσμο.

 

Ιδρυτές του Μουσείου. Βασίλειος Ν. Κωτσιομύτης & Αναστασία Σαρρή-Κωτσιομύτη.

Ιδρυτές του Μουσείου. Βασίλειος Ν. Κωτσιομύτης & Αναστασία Σαρρή-Κωτσιομύτη.

Ιδρύθηκε από τους Βασίλειο Ν. Κωτσιομύτη & Αναστασία Σαρρή-Κωτσιομύτη, το 1993. Λειτούργησε πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1995 με την επωνυμία «Μουσείο Φυσικής ιστορίας Ασκληπιείου Επιδαύρου». Μετονομάστηκε το 2006 σε «ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΩΤΣΙΟΜΥΤΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ». Με την εγκατάστασή του σε νέο κτήριο (που παραχωρήθηκε από το Δήμο Ασκληπιείου) και με την ανάλογη διευθέτηση του χώρου, έχει τη δυνατότητα να προβάλλει περισσότερα εκθέματα κι επιπλέον συλλογές και διαθέτει όλη την απαραίτητη υποδομή και τα τεχνικά μέσα φύλαξης συντήρησης και ανάδειξης των εκθεμάτων του. Λειτουργεί με τη συνεργασία ειδικών επιστημόνων του Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, του Ι.Γ.Μ.Ε. και άλλων επιστημονικών φορέων. Το Υπουργείο Παιδείας στο διάστημα της μέχρι σήμερα λειτουργίας του Μουσείου, έχει προτείνει μέσω εγκυκλίων προς τα σχολεία της χώρας την επίσκεψη σε αυτό, αναγνωρίζοντας τη μοναδικότητα, την πληρότητα, την εγκυρότητα και την εκπαιδευτική του αξία.

 

 

 

 

Τα εκθέματα και η λειτουργία του Μουσείου

 

Στο Μουσείο ο κάθε επισκέπτης του έχει τη δυνατότητα να περιέλθει και να μελετήσει πίνακες που απεικονίζουν και αποδίδουν εύληπτα τη θεωρία της εξέλιξης της ζωής πάνω στη Γη, από 570.000.000 χρόνια πριν μέχρι σήμερα.  Το σχηματισμό του ανάγλυφου της Ελληνικής Γης από τα 210.000.000 περίπου χρόνια και τη γεωμορφολογική του εξέλιξη μέχρι σήμερα. Τον πίνακα που απεικονίζει παραστατικά τα ζώα που κατοίκησαν στον Ελλαδικό χώρο κατά το παρελθόν, και την κατανομή ξηράς και θάλασσας στη Γη, από 600.000.000 χρόνια πριν μέχρι σήμερα.

 

Ακόμη μια σειρά πινάκων με εκπαιδευτική και ενημερωτική ύλη που κατατοπίζουν τον επισκέπτη στις διάφορες πτυχές της φυσικής εξέλιξης, όπως και μια ολοκληρωμένη σειρά πόστερ, με αναλυτική απεικόνιση των σημερινών ειδών ζωής στη Γη. Στις προθήκες των απολιθωμάτων του Μουσείου, εκτίθενται εκτός από την τεράστια συλλογή αμμωνιτών της Επιδαύρου(τριαδικής περιόδου, φάσεων «Κάρνιο 235.000.000, Λαδίνιο239.000.000 καιΑνίσιο,241.000.000χρόνια πριν») και αμμωνίτες από άλλα μέρη του κόσμου, όπως Μαρόκο, Μαδαγασκάρη, Γαλλία, κ.λ.π.

 

Θαλάσσια χελώνα

Θαλάσσια χελώνα

Τα απολιθώματα αυτά,  διακρίνονταν σε 2.000 γένη και 15.000- 20.000  είδη, εξαφανίστηκαν πριν από 65.000.000 χρόνια και τα συναντάμε μόνο σε απολιθώματα). Στο Μουσείο πέραν των προαναφερθέντων εκθεμάτων, εκτίθενται επίσης συμπλέγματα Ιππουριτών από τη Χαιρώνεια και Ραδιολιτών από τη Λάριμνα, διασωσμένοι με το μητρικό τους πέτρωμα, που χρονολογούνται στα  90.000.000 χρόνια. Τα θαλάσσια αυτά ζώα εξαφανίστηκαν πριν από 65.000.000 χρόνια.

Ακόμη, εκτίθενται Στρείδια μεγάλου μεγέθους με προέλευση από την Μεθώνη και τα Κύθηρα, που χρονολογούνται στα 5.000.000 χρόνια , καθώς και οι Αχινοί από τα Κύθηρα , των οποίων η μορφή είναι διαφορετική από αυτή των Αχινών που συναντάμε σήμερα.

 

Απολιθωμένο ψάρι

Απολιθωμένο ψάρι

Άλλα εκθέματα του Μουσείου είναι απολιθωμένα  ψάρια, κοράλλια, καθώς και άλλα είδη ανάμεσα στα οποία εντυπωσιακό είναι ένα απολίθωμα με την  ψευδομορφή δυο πουλιών. Επίσης, εντυπωσιακά είναι και τα εκθέματα από απολιθωμένα μέρη κορμών δέντρων (Σεκόγια) ηλικίας 7.000.000 έως 9.000.000 χρόνων. Ο μεγαλύτερος από αυτούς κορμούς έχει φυσιολογικό μέγεθος και ενώ στην φυσική του κατάσταση το βάρος του δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα 100 κιλά, στην απολιθωματική του κατάσταση είναι πάνω από 800 κιλά.  Τα απολιθώματα κορμών δέντρων προέρχονται από τον Ελλαδικό χώρο και κυρίως από την Βόρεια Εύβοια.

 

 

 

Αίθουσα Ορυκτών

Αίθουσα Ορυκτών

Εκτός όμως από τα απολιθώματα, στις προθήκες του Μουσείου σε ειδικά διευθετημένο χώρο, εκτίθενται και ορυκτά. Συγκεκριμένα, στην πραγματικά πλούσια συλλογή του Μουσείου, συγκαταλέγεται μια μεγάλη γκάμα πετρωμάτων, μεταξύ των οποίων είναι Μεγαλοκρυσταλλικοί Γύψοι, Αζουρίτες, Σιδηροπυρίτες, Αμέθυστοι, Χαλαζίες, Ανκερίτες, Αραγωνίτες, Ασβεστίτες, Λεπτοκρυσταλικοί Μαλαχίτες, Κονυχαλκίτες, Αουριοχαλκίτες, Γαληνίτες, Φθορίτες, Λεμονίτες, Μαγγάνια, Αιματίτες, κλπ. Όλα αυτά τα πετρώματα συγκροτούν μια από τις πλέον σπάνιες συλλογές ορυκτών, εκθεμάτων, και προσφέρονται για να μπορέσει ο επισκέπτης του Μουσείου να λάβει μια περιεκτική εικόνα του άφατου πλούτου της φυσικής εξέλιξης.  Επίσης εκτίθενται, πέτρινα εργαλεία και πετρολογικό υλικό, εργαλεία εξόρυξης, έντομα & πεταλούδες και όστρακα.

 

 

 

Στο Μουσείο Κωτσιομύτη Φυσικής Ιστορίας, όλος αυτός ο πλούτος των απολιθωμάτων και των ορυκτών έχει κατανεμηθεί στο χώρο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να παρέχεται στον επισκέπτη η δυνατότητα να διαμορφώσει μια κατά το δυνατόν πλήρη αντίληψη του θαύματος της φυσικής εξέλιξης. Η ταυτοποίηση και η χρονολόγηση των εκθεμάτων έγινε από ειδικούς επιστήμονες όπως: ο Καθηγητής πρόεδρος της Γεωλογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Κωνσταντίνος Σιδέρης, ο Καθηγητής της Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αθανάσιος Κατερινόπουλος και ο παλαιοντολόγος καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, στέλεχος του Ι.Γ.Μ.Ε και ειδικός στην πανίδα Αμμωνιτών, κ. Βασίλειος Τσελεπίδης. Η συνεργασία των ειδικών επιστημόνων με το «Μουσείο Κωτσιομύτη Φυσικής Ιστορίας», διασφαλίζει την επιστημονική εγκυρότητα και υπευθυνότητα του τρόπου παρουσίασης των εκθεμάτων και κατ’ αυτόν τον τρόπο συμβάλλει και στην επιτέλεση ενός εν ευρεία έννοια εκπαιδευτικού και μορφωτικού έργου του Μουσείου. Έργου, πολυτρόπως χρήσιμου αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του το πόσα λίγα είναι στη χώρα μας παρόμοια ιδρύματα που να ασχολούνται με την υπεύθυνη παρουσίαση της ιστορίας της φυσικής εξέλιξης. Στόχος των ιδρυτών του είναι η περαιτέρω ανάπτυξη και εμπλουτισμός του.  Η διαρκής λειτουργία του ως ενεργός φορέας έρευνας, επιμόρφωσης,  εκπαίδευσης, πολιτισμού, και διαφύλαξης του φυσικού πλούτου.

 

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

 

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΩΤΣΙΟΜΥΤΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Λεωφόρος Ασκληπιού 27, Τ. Κ.  21 052 Λυγουριό Αργολίδας

Τηλ.: 27530 22587  27530 22588  27530 22730

 

 

Επιμέλεια κειμένου:

Αναστασία Σαρρή – Κωτσιομύτη

 

 

Πηγή

 

  • Περιοδικό «Ναύδετο », τεύχος 2, σελ. 22 – 25.

Read Full Post »

Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου – Παράρτημα Ναυπλίου

 

To διατηρητέο    νεοκλασικό κτίριο της οδού Σιδηράς Μεραρχίας αρ. 23, κτίστηκε το έτος 1905. σε σχέδιο Τεκτονικής Κ. Π. Χαντζάρα, όπως αναγραφεί εντοιχισμένη μαρμάρινη  επιγραφή και χρησιμοποιήθηκε από τον ιδιοκτήτη του γυναικολόγο ιατρό και μετέπειτα Δήμαρχο Ναυπλιέων Γεώργιο Μηναίο ως κατοικία και ιδιωτική κλινική. Μεταγενέστερα, όταν έπαυσε η λειτουργία της κλινικής, στεγάστηκαν διαδοχικά στο κτίριο η  έδρα της 4ης Σιδηράς Μεραρχίας, το Νοσοκομείο Ναυπλίου,  Ανώτερα Διοίκηση  Χωροφυλακής και τελευταία, η ταβέρνα με τίτλο ο Νικόλας. Το κτίριο περιήλθε στην κυριότητα του Δήμου Ναυπλιέων, ύστερα  από  αναγκαστική  απαλλοτρίωση και το 1997, παραχωρήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη  για να λειτουργηθεί ως παράρτημα της. Η υποδειγματική ανακαίνιση του κτιρίου και ο μουσειολογικός εξοπλισμός του έγινε οπό το Κοινωφελές Ίδρυμα  Ωνάση.

 

Εθνική Πινακοθήκη Παράρτημα Ναυπλίου. Φωτ. Μ.  Πετρόπουλος, περιοδικό Ναύδετο.

Εθνική Πινακοθήκη Παράρτημα Ναυπλίου. Φωτ. Μ. Πετρόπουλος, περιοδικό Ναύδετο.

 

 

Παράρτημα Ναυπλίου

 

 

« Το παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο ιδρύθηκε το 2004, επί διευθύνσεως Μαρίνας Λαμπράκη- Πλάκα και με πρωτοβουλία του επιφανούς Ναυπλιέως και ε.τ. Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Αποστόλου Μπότσου. Το κτίριο , το οποίο παραχωρήθηκε από τον Δήμο Ναυπλιέων, ανακαινίστηκε και εξοπλίστηκε μουσειολογικά από το Κοινωφελές Ίδρυμα  Ωνάση. Στο διατηρητέο νεοκλασικό κτίριο που στεγάζεται, διαθέτει μόνιμη συλλογή με έργα εμπνευσμένα από τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων (θ. Βρυζάκης, Φ. Μαργαρίτης, Διον. Τσόκος, Ν. Λύτρας, Ν. Γύζης, κ.α.). Σκοπός  αυτής της ζωγραφικής είναι να απομνημονεύσει τα ηρωικά κατορθώματα των Ελλήνων αφαιρώντας τους  ωστόσο τον ρεαλιστικό τoυς χαρακτήρα και ανάγοντάς τα σε μια σφαίρα ιδανική.

 

ΠινακοθήκηΗ έκθεση των έργων ζωγραφικής διαρθρώνεται σε πέντε ενότητες οι οποίες καλύπτουν θέματα ή απεικονίζουν ιστορικά συμβάντα, των οποίων η εικονογραφία διαμορφώθηκε ενώ η τέχνη του 19ου αιώνα εξελισσόταν τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Το στοιχείο που πάνω απ’ όλα έδινε φτερά στη φαντασία αυτών των ρομαντικών δημιουργών ήταν η δραματική σειρά αντιπαραθέσεων, που εμπεριείχε η Ελληνική Επανάσταση. Ο αγώνας των Ελλήνων ενάντια στους Τούρκους συμβόλιζε τη σύγκρουση του Πολιτισμού με τη Βαρβαρότητα, του Σταυρού με την Ημισέληνο, της Ελευθερίας με την Καταπίεση.

 

Οι  περισσότερες σκηνές προδίδουν την προσπάθεια του καλλιτέχνη να συγκινήσει, να υπογραμμίσει τις ψυχικές συγκρούσεις, το πάθος και τα συναισθήματα των ηρώων, να διδάξει και να παραδειγματίσει το θεατή. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ιστορικά γεγονότα αναπλάθονται με ένα οικείο, ηθογραφικό ύφος, που μεταφέρει αμεσότερα στο θεατή το δράμα των πρωταγωνιστών. Το παράρτημα διαθέτει και μια αίθουσα περιοδικών εκθέσεων που εναλλάσσονται χαρίζοντας στο μουσείο το δυναμισμό και το θέλγητρο που πρέπει να το χαρακτηρίζουν. Παράλληλα με τα ζωγραφικά έργα, η έκθεση συμπληρώνεται με γλυπτά, με αντικείμενα καθημερινής χρήσης, και οπλισμό των αγωνιστών αποδεικνύοντας το εύρος της διάδοσης των εικονογραφικών θεμάτων του Αγώνα».

 

Λαμπρινή Καρακούρτη – Ορφανοπούλου

Ιστορικός Τέχνης Εθνικής Πινακοθήκης  

Εθνική Πινακοθήκη

 

ΠινακοθήκηΗ Εθνική Πινακοθήκη δημιουργήθηκε κατόπιν δωρεάς του νομικού Αλεξάνδρου Σούτζου, που το 1896 άφησε την περιουσία του στο κράτος με σκοπό τη δημιουργία ενός Μουσείου Καλών Τεχνών. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 28 Ιουλίου του 1900, ξεκίνησε να λειτουργεί η Πινακοθήκη με το ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη, στη θέση του Εφόρου. Λειτούργησε αρχικά εκθέτοντας 258 έργα από τις συλλογές του Πολυτεχνείου (στο οποίο είχε δημιουργηθεί λίγα χρόνια πριν μια μικρή πινακοθήκη) και του Πανεπιστημίου. Τον επόμενο χρόνο εντάχθηκαν και τα 107 έργα της συλλογής του Α. Σούτζου, τα οποία είχε επίσης κληροδοτήσει στο ελληνικό κράτος. Μέχρι το 1939 στεγάστηκε στο κεντρικό κτίριο του Πολυτεχνείου, και μετά τον πόλεμο άλλαξε πολλές φορές στέγη. Το 1976 εγκαταστάθηκε στο σημερινό κτίριο, που κατασκευάστηκε με σχέδια των αρχιτεκτόνων Παύλου Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρου. Το Ίδρυμα Ωνάση χρηματοδότησε ένα νέο παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο, ενώ τα γλυπτά αποκτήσανε ένα δικό τους κτίριο με την Εθνική Γλυπτοθήκη η οποία βρίσκεται κοντά στη λεωφόρο Κατεχάκη, στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Γουδή.

Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου – Παράρτημα Ναυπλίου
Σιδηράς Μεραρχίας 23, Ναύπλιο
Τηλ. 27520 2 1915, 2 1935
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα, Πέμπτη, Σάββατο 10.00-15.00
Τετάρτη, Παρασκευή 10.00-15.00 & 17.00-20.00
Κυριακή 10.00-14.00 Τρίτη κλειστά
Δευτέρα είσοδος ελεύθερη

Πηγές

 

 

  • Περιοδικό «Ναύδετο », τεύχος 1, σελ. 12 – 19
  • Ιστότοπος –  Εικονική Περιήγηση στο Ναύπλιο
  • Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου

Read Full Post »

Σοφία ντε Μαρμπουά Λεμπράν  – Sophie de Marbois-Lebrun (1785-1854)

 

 

Sophie de Marbois-Lebrun

Sophie de Marbois-Lebrun

Η MarieAnneSophie Marbois (Δούκισσα της Πλακεντίας), γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1785, στη Φιλαδέλφεια της Αμερικής και πέθανε στις 14 Μαΐου του 1854 στην Αθήνα, μετά από μια ασυνήθιστη και γεμάτη γεγονότα ζωή. Ήταν κόρη του Γάλλου γενικού συμβούλου Francois Barbe de Marbois και της Αμερικανίδας Elisabeth More. Η Sophie Marbois παντρεύτηκε το 1802 με το Γάλλο αξιωματικό AnneCharles Lebrun (1775-1859) στο Παρίσι. Χώρισαν 30 χρόνια αργότερα, το 1831. Δύο χρόνια μετά το γάμο απόκτησαν μια κόρη, την CarolineEliza (1804-1837). Το 1804 έγινε ο πεθερός της Σοφίας Λεμπρέν υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση του Ναπολέοντα και το 1806 το δόθηκε το δουκάτο της Piacenza, στη βόρεια Ιταλία. Η Σοφία και ο Κάρολος Λεμπρέν απόκτησαν τον τίτλο de Plaisance το 1809. Η Σοφία και η Ελίζα ταξίδεψαν μερικούς μήνες στην Ιταλία το 1825 και το 1827 επισκέφτηκαν τη Ρώμη, όπου συνάντησαν τον Ιωάννη Καποδίστρια (1777-1831) που ήταν αντιπρόσωπος της επαναστατικής κυβέρνησης της Ελλάδας. Η συνάντηση αυτή είχε αποφασιστική σημασία για τη Sophie de Plaisance, που από τότε έδωσε πολλές φορές χρήματα για να βοηθήσει την επανάσταση για την απελευθέρωση της Ελλάδας.

 

Αλληλογραφούσε με τον Καποδίστρια και αποφάσισε να επισκεφτεί την Ελλάδα συνεπαρμένη και από τον φιλελληνισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή στο Παρίσι. Συμμετείχε ενεργά στο συντονισμένο κίνημα των Γάλλων φιλελλήνων και ενίσχυσε οικονομικά την τότε νεοσύστατη δημοτική εκπαίδευση και ανέλαβε την επιμόρφωση 12 θυγατέρων αγωνιστών. Το Δεκέμβριο του 1829 ταξίδεψε μαζί με την κόρη της, δία μέσου της Κέρκυρας και της Πάτρας, στην πόλη όπου έδρευσε τότε η κυβέρνηση, το Ναύπλιο. Εκεί έφτασαν στις 3 Ιανουαρίου του 1830 και έμειναν σχεδόν ένα χρόνο. Το 1831 έμεινε ένα χρονικό διάστημα στην Αίγινα και επένδυσε χρήματα στην αγορά γης, μέσα και γύρω από την Αθήνα. Στις 16 Μαΐου του 1831, πήγαν οι δυο γυναίκες στη Ζάκυνθο και τον Οκτώβριο η Σοφία γύρισε στη Ρώμη, όπου έμαθε για τη δολοφονία του Καποδίστρια στις 9 Οκτωβρίου του 1831. Η Σοφία επιθυμούσε να επιστρέψει στην Ελλάδα και μετά από μία σύντομη περίοδο στη Φλωρεντία ξαναγύρισε, στην Αθήνα. Δεν επισκέφτηκε ποτέ πια τη Γαλλία, αλλά αλληλογραφούσε όλη τη ζωή της με τον πρώην άντρα της.

 

Η Σοφία και η Ελίζα έμειναν το 1833 στο ξενοδοχείο της Ευρώπης, στην οδό Αιόλου, αλλά το 1834-35 έχτισε δικό της σπίτι στα νοτιοδυτικά προάστεια της Αθήνας στην οδό Πειραιώς, κοντά στην τότε πλατεία των στρατιωτικών ασκήσεων.

Το σπίτι ήταν χτισμένο από ξύλο με δυο πατώματα και υπόγειο. Αμέσως μετά το 1835-37, έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στο Λίβανο και τη Συρία μαζί με την κόρη της, που πέθανε στη Βηρυττό, από στηθικό νόσημα πιθανώς οφειλόμενο στην εξάπλωση της πανώλης.. Η Δούκισσα δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει το χαμό της αγαπημένης της κόρης και βαλσάμωσε το κορμί της Ελίζας, με το οποίο επέστρεψε στην Αθήνα. Τοποθέτησε το άψυχο σώμα της στο υπόγειο της προσωρινής κατοικίας της στην οδό Πειραιώς, το οποίο είχε μετατρέψει σε παρεκκλήσιο, έχοντας υπ’ όψη να το θάψει σε μεγαλοπρεπή Ναό που σκόπευε να χτίσει στην Πεντέλη.

Robert Lefevre, 1818, προσωπογραφία της Δούκισσας της Πλακεντίας.

Ο Γάλλος φιλόσοφος Raoul Malherbe που επισκέφτηκε τον Ιούνιο του 1843 τη Σοφία, περιέγραψε το σπίτι σαν ένα άσχημο ξύλινο κτίριο που βρισκόταν στα περίχωρα της Αθήνας με θέα στο γυμνό αττικό τοπίο και κοντά σ’ ένα καινουργιοκτισμένο θέατρο. Το θέατρο Sansoni ιδρύθηκε το 1840. Το ξύλινο σπίτι της Σοφίας ήταν δίπλα από το σπίτι του Γερμανού γλύπτη Christian Heinrich Siegel (1808-1883) που ονομαζόταν «Die Burg» και ήταν σπίτι ατελιέ του. Στο πρώτο πάτωμα έμενε ο εφημέριος της αυλής της βασίλισσας Αμαλίας από το Holstein της Δανίας, ο Asmus Heinrich Luth (1806-1859) από το Σεπτέμβριο του 1842 μέχρι το Μάρτιο του 1843, σ’ ένα μεγάλο διαμέρισμα πέντε δωματίων με μπαλκόνι, κουζίνα, αυλή και κήπο.

 

Η γειτονική αυτή σχέση με τη Σοφία περιγράφηκε από τη γυναίκα του εφημέριου, την Christiane Luth, το γένος Fischer (1817-1900) στα ημερολόγιά της από την Αθήνα τα οποία έχουν εκδοθεί σε βιβλία. Η οικογένεια έμεινε στην Αθήνα στα 1839-52. Η αδελφή της Christian, η Hanne Fisher (1819-1910) έζησε με την οικογένεια Λυτ όλα τα χρόνια  που έμεινε στην Αθήνα και έγραψε τις αναμνήσεις της από τη ζωή της στην Αθήνα, όταν ήταν 70 χρονών και έμενε στο Kolding Δανίας.

 

Γράφει μεταξύ των άλλων: «δίπλα μας έμενε η Γαλλίδα Δούκισσα Πλακεντίας, μια ιδιόμορφη γυναίκα, χωρισμένη από τον άντρα της και πολύ πλούσια….».

Το σπίτι της Σοφίας κάηκε το Δεκέμβριο του 1847. Η ίδια δεν ήταν στο σπίτι, αλλά το φέρετρο της κόρης της που ήταν ακόμα στο υπόγειο. Πιθανόν η ίδια να είχε μόλις μετακομίσει στα «Ιλίσσια». Η φωτιά έχει περιγραφεί σε πολλά λογοτεχνικά έργα, επίσης και από τον Κριστιάνε Λυτ, σ’ ένα από τα ημερολόγιά της που δεν έχουν εκδοθεί, από την περίοδο που έμεναν στην Αθήνα. Σημειώνει: «Παρασκευή 19/31 Δεκεμβρίου: Το βράδυ, στη δυνατή καταιγίδα, κάηκε το σπίτι της Δούκισσας της Πλακεντίας και μαζί μ’ αυτό το βαλσαμωμένο σώμα της κόρης της. Όπως συνήθως, δεν υπήρχε κανείς να βοηθήσει, εκτός από αυτούς που ήθελαν να κλέψουν και βεβαίως, δεν υπήρχε νερό. Η Δούκισσα παρακαλούσε όλους να σώσουν το σώμα της κόρης της, αλλά κανένας δεν τολμούσε να πάει στο υπόγειο».

Η Δούκισσα της Πλακεντίας θεωρείτο εκκεντρική προσωπικότητα, με πολλούς μύθους να περιβάλλουν το πρόσωπό της και να τη συσχετίζουν με τους ληστές που κατοικούσαν στην αττική ύπαιθρο και ταλάνιζαν την Αθήνα. Στην αρχή απαρνιέται την Ορθοδοξία και ασπάζεται την Ιουδαϊκή θρησκεία. Οι κοινωνικές συναναστροφές και οι πολιτικές ιδέες της την οδήγησαν να εισάγει στην Ελλάδα μια νέα θεοκρατική κοινωνική οργάνωση μεταβάλλοντας το μέγαρό της των Ιλισίων σε κέντρο διάφορων ελλήνων και ξένων λογίων, διανέμοντας κτήματα και τίτλους ευγενείας σε εξέχουσες μεν ελληνικές οικογένειες, στερούμενη όμως από τη πρότερη αγαθοποιό κοινωφελή δράση της. Αυτό είχε ως συνέπεια να αποξενωθεί ακόμα περισσότερο. Τον Ιούνιο του 1846 η Σοφία φέρεται να αιχμαλωτίστηκε από τον Λήσταρχο Μπίμπιση αλλά ελευθερώθηκε ύστερα από επέμβαση των Χαλανδριωτών. Αυτής ακολούθησαν άλλες ιστορίες, αναδιαρθρώνοντας κάθε φορά ιστορικά γεγονότα. Γεγονός πάντως είναι πως με δικά της έξοδα ανακατασκεύασε το 1854 τη Συναγωγή στη Χαλκίδα, ενώ συνέχισε με δικά της έξοδα τη δεύτερη έκδοση των «Χρονικών» του Μεσολογγίου.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής της δεν δεχόταν καμία επίσκεψη εκτός από τη Δεσποινίδα των Τιμών της Βασίλισσας Αμαλίας, τη Φωτεινή Μαυρομιχάλη, την οποία και η ίδια είχε αναθρέψει, και την κόρη του ήρωα του Μεσολογγίου Χρήστου Καψάλη. Απεβίωσε το 1854 σε ηλικία 64 χρονών. Ετάφη μαζί με την κόρη της στον Πύργο της στη Πεντέλη, αφήνοντας πίσω της μια σημαντική ιστορία στη συμβολή του φιλελληνισμού, καθώς και σημαντικά κειμήλια που κληροδότησε στο Ελληνικό Δημόσιο, πολλά από τα οποία διαχειρίστηκε ο Γεώργιος Σκουζές*. Λέγεται ότι ο τάφος της διασώθηκε μέχρι και το 1946 όταν κάποιοι ασυνείδητοι τον κατέστρεψαν.

 

Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο

 

Η ιστορία του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου αρχίζει το 1884 με την ίδρυση της ΧΑΕ. Κύριο μέλημα των ιδρυτών της ΧΑΕ ήταν η δημιουργία Μουσείου Χριστιανικής Αρχαιολογίας. Πρωταγωνιστικός υπήρξε ο ρόλος ενός από τους ιδρυτές της, του Γεωργίου Λαμπάκη. Το Μουσείο επίσημα ιδρύεται το 1914 και έως το 1923 όπου άνοιξε για το κοινό διοικείται από Εφορευτική Επιτροπή με Διευθυντή τον Αδαμάντιο Αδαμαντίου. Οι συλλογές της ΧΑΕ, που εμπλουτίστηκαν τόσο από αγορές και δωρεές έργων, όσο και από την κατάθεση κειμηλίων, τα οποία προέρχονταν από μονές της Ελλάδας και από διαλυμένες ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού, στεγάστηκαν σε αίθουσα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.

 

Villa Ilissia

Villa Ilissia

Το 1930 το Μουσείο εγκαταστάθηκε οριστικά στη Villa Ilissia, ένα συγκρότημα κτηρίων κοντά στις όχθες του Ιλισού, το οποίο κτίσθηκε από τον αρχιτέκτονα Σταμάτιο Κλεάνθη** το 1848, για τη Γαλλίδα Sophie de Marbois-Lebrun, Δούκισσα της Πλακεντίας. Το μέγαρο των Ιλισίων είναι στην πραγματικότητα ένα συγκρότημα κτιρίων. Το κεντρικό κτίριο, επενδεδυμένο εξωτερικά με μάρμαρο, αποτελείται από δύο ορόφους και υπόγειο. Πρόκειται για ένα κτίσμα που διακρίνεται για την απλότητα και την αυστηρή συμμετρία του και που υψώνεται επιβλητικό στο βάθος της αυλής, το περίγραμμα της οποίας συμπληρώνεται από δύο χαμηλές πλευρικές πτέρυγες, που προορίζονταν για βοηθητικές χρήσεις, και από το κτίριο με τον πυλώνα της εισόδου. Στο κτιριακό συγκρότημα συνδυάζονται στοιχεία του κλασικισμού όπως η επικράτηση της οριζόντιας γραμμής και οι χαμηλοί κλειστοί πύργοι, δτοιχεία του ρομαντισμού, όπως οι αψιδωτές στοές στις δύο όψεις του κεντρικόυ κτιρίου και η προβολή της στέγης. Η οικοδόμηση της Villa Ilissia κατοικήθηκε από τη Δούκισσα μέχρι το θάνατό της , το 1854. Αργότερα το συγκρότημα περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο, στέγασε για τρία χρόνια τη Σχολή Ευελπίδων και, στη συνέχεια άλλες στρατιωτικές αρχές, έως ότου συνδεθεί στη συνείδηση χιλιάδων επισκεπτών, με τη νέα μουσειακή του χρήση ως το χώρο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας.


Η εξωτερική μορφή του κτιρίου παρέμεινε περίπου όπως είχε σχεδιαστεί από τον Κλεάνθη, ενώ το εσωτερικό του προσαρμόστηκε στις ανάγκες της νέας του χρήσης, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου και σύμφωνα με τις μουσειολογικές αντιλήψεις του τότε διευθυντή του Μουσείου, Γεώργιου Σωτηρίου, ο οποίος οργάνωσε την έκθεση, που συνεχώς εμπλουτιζόταν με νέα αποκτήματα, με επιστημονικά κριτήρια και της προσέδωσε διδακτικό χαρακτήρα και σηματοδότησε την πορεία του Μουσείου. Οι μεγαλύτερες επεμβάσεις έγιναν στο ισόγειο του κτιρίου όπου τρεις αίθουσες διαμορφώθηκαν σε χαρακτηριστικούς τύπους ναών της παλαιοχριστιανικής, βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου, ενώ τα αντικείμενα και ιδίως τα γλυπτά, τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να παραπέμπουν στα κτίρια στα οποία ανήκαν. Στον άνω όροφο εκτέθηκαν, χρονολογικά και κατά ρυθμούς εικόνες και μικροτεχνήματα με κριτήριο την ταξινόμηση κατά συλλογές. Στην αριστερή πτέρυγα του συγκροτήματος παρουσιάστηκαν όλοι σχεδόν οι εικονογραφικοί τύποι της βυζαντινής ζωγραφικής, ενώ η δεξιά περιελάμβανε χειρόγραφα και αντίγραφα γλυπτών, μωσαικών και τοιχογραφιών.Η διαμόρφωση της αυλής έγινε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρη. Η μουσειολογική προταση αυτή του Γ. Σωτηρίου, ο οποίος παρέμεινε διευθυντής ως το 1960 παρέμενε (εκτός από μία αίθουσα στην αριστερή πτέρυγα του Μουσείου με χρηματοδότηση του σχεδίου Μάρσαλ το 1952) σε μεγάλο βαθμό αμεταβλητη εως το 2003.


Από το 1960 έως και σήμερα διακεκριμένοι επιστήμονες όπως ο Μανόλης Χατζηδάκης (1960-67, 1974-75), Αναστάσιος Ορλάνδος (1967-73) διετέλεσαν διευθυντές του Μουσείου συμβάλοντας στην όλο και περαιτέρω οργάνωση,εξέλιξη και καθιέρωσή του ως ένα από τα σημαντικότερα μουσεία στον ελληνικό χώρο. Σημαντικές μεταρρυθμίσεις αποτέλεσαν η κτιριακή αύξηση στο συγκρότημα του ΒΧΜ,το 1979 με την παραχώρηση του διώροφου κτιρίου όπου εγκαταστάθηκε ένα χρόνο μετά η σπουδαιότατη Συλλογή Δ. Λοβέρδου και επιμέρους τροποποιήσεις στο κτίριο διοικήσεως.

Νικόλαος Κωνστάντιος, αρχαιολόγος – μουσειολόγος

 

Υποσημειώσεις  

* Ο Γεώργιος Σκουζές (17811884) ήταν έμπορος και τραπεζίτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα και καταγόταν απο παλιά Αθηναϊκή οικογένεια. Ασχολήθηκε με τις επιχειρήσεις και τον τραπεζικό κλάδο. Αρχικά εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη όπου απέκτησε μεγάλη περιουσία και στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα όπου ίδρυσε πολλές τράπεζες μεταξύ των οποίων την Εθνική, την Ιονική, την Βιομηχανική κ.α. Επίσης ενίσχυσε οικονομικά τις κρητικές επαναστάσεις ενώ ήταν και μέλος της Κρητικής Εταιρείας. Απεβίωσε στην Αθήνα και παιδιά του ήταν οι Αλέξανδρος και Παύλος Σκουζές.

** Ο Σταμάτης Κλεάνθης ήταν ένας από τους επιφανέστερους Έλληνες αρχιτέκτονες του 19ου αιώνα, δημιουργός αρκετών χαρακτηριστικών κτιρίων της Αθήνας. Γεννήθηκε το 1802 στο Βελβενδό Κοζάνης. Έντάχθηκε στον Ιερό Λόχο από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, αλλά αιχμαλωτίστηκε απο τους Τούρκους στη μάχη του Δραγατσανίου. Δραπέτευσε και κατόπιν πήγε στο Βερολίνο όπου σπούδασε αρχιτεκτονική. Υπήρξε λάτρης των αναγεννησιακών μορφών, τις οποίες απέδιδε με καλαισθησία και λιτότητα. Το 1828 μαζί με τον συνάδελφό του Έντουαρντ Σάουμπερτ ήρθαν στην Ελλάδα όπου ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας τους ανέθεσε την ευθύνη για τον σχεδιασμό δημοσίων κτιρίων. Το 1833 εκπόνησαν το πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας, το οποίο όμως δεν τέθηκε τελικά σε εφαρμογή γιατί κρίθηκε ως πολυδάπανο. Τα ονομαστότερα κτίρια του Κλεάνθη ήταν:

  • Ο Γοτθικός ναός για την Αγγλικανική παροικία στην καρδιά της πρωτεύουσας, στην οδό Φιλελλήνων.
  • Το μέγαρο της Αγγλικής πρεσβείας στη πλατεία Κλαυθμώνος, που πλέον έχει κατεδαφιστεί.
  • Το μέγαρο της Κοντέσσας Θεοτόκη στην οδό Σωκράτους.
  • Το παρά τον Ιλισσό μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας (Villa Ilissia) (1848) που έχει μετατραπεί σε Βυζαντινό Μουσείο.
  • Ο πύργος της Δουκίσσης Πλακεντίας στη Πεντέλη.
  • Το «Καστέλλον της Ροδοδάφνης».
  • Η διαμορφωμένη από τον ίδιο οικία του στην Πλάκα, όπου στεγάστηκε τα πρώτα 4 χρόνια της λειτουργίας του (18371841) το Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

Πηγές

  • Περιοδικό Αρχαιολογία και τέχνες « Τα κτίρια της Δούκισσας της Πλακεντίας στην Αθήνα», Ida Haugsted,  Τεύχος 29, Δεκέμβριος 1988.
  • Υπουργείο Πολιτισμού.

Read Full Post »

Older Posts »