Μουσικοδιδάσκαλοι – πρωτοψάλτες στο Ναύπλιο (1825-1833)
Το μουσικό κενό, που προέκυπτε από την μη συστηματική διδασκαλία της Μουσικής στην πόλη του Ναυπλίου, κάλυψαν μερικώς μουσικοδιδάσκαλοι πρωτοψάλτες. Οι μουσικοί αυτοί, κατά κανόνα της Σχολής Κωνσταντινουπόλεως, μετά μικρά διδακτική θητεία επί Καποδίστρια στα Σχολεία της Αίγινας, έζησαν ως μουσικοδιδάσκαλοι και πρωτοψάλτες στο Ναύπλιο, κατά τα Οθωνικά χρόνια και τελικά μετοίκησαν στην Αθήνα, όπου δίδαξαν σε πρωτεύοντα εκεί εκπαιδευτικά ιδρύματα και διηύθυναν τον εκκλησιαστικό χορό της Αγίας Ειρήνης, πρώτου καθεδρικού ναού των Αθηνών.
Δηλαδή ακολούθησαν οι μουσικοδιδάσκαλοι αυτοί την ιστορική και κοινωνική συγκυρία της Νεωτέρας Ελλάδος, κατά την οποία η Αίγινα, το Ναύπλιο και τελικά η Αθήνα απετέλεσαν κέντρα της πολιτικής, διοικητικής και κοινωνικής ζωής και έγιναν διαδοχικά πόλοι έλξεως διανοουμένων, εκπαιδευτικών, εμπόρων, στρατιωτικών, πολιτικών και άλλων ανήσυχων και φιλοπρόοδων πολιτών, οι οποίοι και αυτοί με την σειρά τους ακολουθούσαν τα γυρίσματα της ζωής.
Παλαιότερο πρωτοψάλτη γνωρίζομε στο Ναύπλιο τον Πασχάλη Παΐσιο και ξέρομε τόσα μόνον περί αυτού, όσα διασώζει η σημείωση του απογραφέως της γενικής απογραφής των κατοίκων Ναυπλίου (1825), όπου συμπεριλαμβάνεται με την ένδειξη: «Πασχάλης Παΐσιος μουσικός, ψάλτης του Αγίου Γεωργίου», δηλαδή του καθεδρικού ναού Ναυπλίου.

Ο ιστορικός ναός του Αγίου Γεωργίου.
Επί Καποδίστρια δίδασκε βυζαντινή μουσική και έψαλλε στο Ναύπλιο ο Κωνσταντίνος Κηρύκου. Ο ίδιος είχε συνεχή δραστηριότητα επί τεσσαρακονταετία σε διάφορα μέρη. Μετά την αποχώρησή του από το Ναύπλιο έψαλλε στην Σύρο και τελικά στην Αθήνα ως αριστερός ψάλτης του καθεδρικού τότε Ναού της Αγίας Ειρήνης. Ο Κηρύκου διορίσθηκε, με διάταγμα του Όθωνος (12-24 Φεβρουαρίου 1843), διδάσκαλος της Μουσικής, βοηθός του καθηγητού Ζαφ. Ζαφειροπούλου στο Διδασκαλείο Αθηνών, μετά τον θάνατο του βοηθού διδασκάλου ιεροδιακόνου Θεοδώρου Ρεοντάκη, «αντί μισθού 70 δραχμάς κατά μήνα». Παράλληλα δίδασκε στην Ριζάρειο Σχολή, μέχρις ότου τον διδέχθη εκεί ο Άνθιμος Νικολαΐδης [1].
Την ίδια εποχή με τον Κ. Κηρύκου, δρα στο γειτονικό Άργος ως μουσικοδιδάσκαλος και πρωτοψάλτης του καθεδρικού ναού του Αγίου Πέτρου ο Παναγιώτης Αγαθοκλέους. Ο Αγαθοκλέους, γεννημένος στον Αίνο και αναθρεμμένος στην Κίο της Μικράς Ασίας είναι πολύ κατηρτισμένος μουσικός, δίδαξε και συνέγραψε «Θεωρητικόν της εκκλησιαστικής μουσικής», που εξεδόθη στην Αθήνα το 1855, δια του τυπογραφείου Χ. Νικολαΐδου, του Φιλαδελφέως [2].
Τον Νοέμβριο 1832 εγκατεστάθη στο Ναύπλιο, προερχόμενος από την Αίγινα, ο σπουδαίος Ζαφείριος Απ. Ζαφειρόπουλος. Ο Ζαφειρόπουλος, γνωστός και ως «Ζαφείριος ο Σμυρναίος», είχε αποφοιτήσει της Πατριαρχικής Μουσικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως και είχε διδάξει στο Αϊβαλί της Σμύρνης, από δε το 1826 κατέφυγε με άλλους Μικρασιάτες στην Αίγινα, όπως πολλοί τότε άφησαν τα τουρκοκρατούμενα μέρη για να εγκατασταθούν στην ελεύθερη Ελλάδα. Εδώ διωρίσθη ο Ζαφειρόπουλος μουσικοδιδάσκαλος των παιδιών του Ορφανοτροφείου, που συνέστησε ο Καποδίστριας για να περιμαζέψη τα ορφανά του πολέμου και να εξασφάλιση εκεί την μόρφωση και την αγωγή τους.
Ήταν μάλιστα παράλληλα στην Αίγινα μουσικοδιδάσκαλος, αλλ’ αυτός της ευρωπαϊκής μουσικής, ο Αθανάσιος Αβραμιάδης, ενώ ο περίφημος Γεώργιος ο Λέσβιος, εισηγητής του ομώνυμου νέου συστήματος γραφής της βυζαντινής μουσικής, διωρίσθη, από τους πρώτους μήνες του 1828 πρώτος μουσικοδιδάσκαλος του πρώτου Σχολείου Εκκλησιαστικής Μουσικής, που ιδρύθη στην Αίγινα με διάταγμα του Καποδίστρια.
Μετά τον θάνατο του κυβερνήτη (1831) και από τα προβλήματα, που ανέκυψαν στην συνέχεια μεταξύ Εφορευτικής Επιτροπής, καθηγητών και μαθητών και τα οποία τελικά οδήγησαν στο κλείσιμο του Ορφανοτροφείου, ο Ζαφειρόπουλος δυσαρεστημένος και έχοντας προσωπικές αφορμές υπέβαλε την παραίτησή του και προτίμησε το Ναύπλιο. Εδώ τον συναντούμε πρωτοψάλτη «εις την πρωτεύουσαν των εν Ναυπλίω εκκλησιών» δηλαδή τον μητροπολιτικόν Ιερόν Ναόν Αγίου Γεωργίου. Από αναφορά του, της 30 Νοεμβρίου 1832, μαθαίνομε ότι ο Ζαφειρόπουλος αντιμετώπισε στο Ναύπλιο οικονομικά και πρόσθετα δυσάρεστα οικογενειακά προβλήματα. Γι’ αυτό εζήτησε αύξηση του μισθού του, αλλά προσέκρουσε στην αρνητική διάθεση των επιτρόπων του ναού, που έφθασαν μέχρι και να τον παραιτήσουν.
Επενέβησαν όμως «διάφοροι εκ των επισημοτέρων κατοίκων του Ναυπλίου με συγκεκριμένην πρότασιν: «αφού η εκκλησία αδυνατή, να διορισθή ο Ζαφειρόπουλος επίσημος κρατικός μουσικοδιδάσκαλος, πληρωνόμενος από το Κρατικόν Ταμείον». Η σωζόμενη, από 30 Δεκεμβρίου 1832, αναφορά [3], υπογράφεται από μεγάλα γνωστά ονόματα: Ν. Πονηρόπουλος, Αθ. Σέκερης, Α. Κονδάκης, Ν. Οικονόμου, Ηλίας Ασημακόπουλος, Αναγνώστης Δηλιγιάννης, Κανέλος Καστόρχης, Πανούτσος Νοταράς, Ρήγας Παλαμήδης, Ν. Αλεξόπουλος, Σ. Σπηλιωτόπουλος κ.α.
Υπέρ του Ζαφειροπούλου συνηγόρησε με χωριστό έγγραφό του προς τον Υπουργόν ο Δαμαλών Ιωνάς, εκκλησιαστικός τότε τοποτηρητής Ναυπλίου και Άργους. Ο τότε Υπουργός Παιδείας, Ιακωβάκης Ρίζος – Νερουλός υιοθέτησε την πρόταση των Ναυπλιωτών και εισηγήθη να επαναδιορισθή ο Ζαφειρόπουλος «με ανάλογον μισθόν, χορηγούμενον από την Κυβέρνησιν, δημόσιος της εκκλησιαστικής μουσικής διδάσκαλος εις την καθέδραν της Κυβερνήσεως, υποχρεούμενος να διδάσκη την τέχνην ταύτην αμισθί εις τους καλλιφωνοτέρους των μαθητών του ενταύθα αλληλοδιδακτικού σχολείου και άλλους όσοι έχουν έφεσιν και διάθεσιν προς το επάγγελμα τούτο, υποχρεουμένους όμως και αυτούς να συγχοροστατούν μετ’ αυτού εις την εκκλησίαν, όπου θέλει εκτελεί συγχρόνως και τα χρέη του πρωτοψάλτου. Τον δε μισθόν, τον οποίον ελάμβανεν από την εκκλησίαν να προσκληθούν παρά της Γραμματείας ταύτης οι Επίτροποι να τον δίδουν εις τον αριστερόν ψάλτην, προς αποφυγήν των κακοφωνιών και χασμωδιών, αι οποίαι χωρίς τούτου δεν θέλουν λείψει από την εκκλησίαν»[4].
Δηλαδή έπασχε τότε και το Ναύπλιο από κακή μουσική, που οφείλονταν στην μουσική αμάθεια ή ημιμάθεια των «αυτοχειροτόνητων» και εθελοντών ψαλτών, συνηθισμένο φαινόμενο της εποχής εκείνης, όπως πληροφορούμεθα από περιηγητές, που περιγράφουν τελετές και εορτές σε ορθόδοξους ναούς των πόλεων και της υπαίθρου.
Τελικά η συνδυαστική πρόταση του Υπουργού Παιδείας έγινε ομόφωνα δεκτή από τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής, Ανδρέα Ζαΐμη, Ιωάννη Κωλέττη και Ανδρέα Μεταξά, που υπογράφουν με την ένδειξη: «Εγκρίνει (η Διοικητική Επιτροπή) να προσδιορισθή εις τον κύριον Ζαφείριον Ζαφειρόπουλον λόγω μισθού μουσικοδιδακτικού φοίνικες εκατόν πεντήκοντα αρ. 150 κατά μήνα». Πάντως ο μισθός αυτός συνέχιζε να είναι χαμηλός, όταν σκεφθούμε ότι τα χρόνια εκείνα ο περίφημος διδάσκαλος του Γένους Γεώργιος Γεννάδιος έπαιρνε στην Αθήνα 500 γρόσια τον μήνα, ο δε μουσικοδιδάσκαλος Γεώργιος ο Λέσβιος απαιτούσε για το διδακτικό του έργο 1.200 γρόσια τον μήνα.
Στο τοπικό Ιστορικό Αρχείο Ναυπλίου [5] βλέπομε ότι τον επόμενο χρόνο (1834) αύξησαν τον μισθό του Ζαφειρόπουλου σε 160 δραχμές και ότι του έδωσαν γραπτές «ομολογίες», χρεωστικά δηλαδή έγγραφα, για οφειλόμενα χρήματα από καθυστερούμενους μισθούς του. Στην από 10 Ιανουαρίου 1833 κοινοποίηση του διορισμού του, ο Υπουργός καλεί τον Ζαφειρόπουλο να αναλάβη αμέσως τα καθήκοντά του και «να φροντίση εγκαίρως περί της εκλογής των μαθητών του, κοινοποιών συγχρόνως δι’ ιδιαιτέρας του προσκλήσεως τον καιρόν και τον τόπον, εις τον οποίον θέλει παραδίδει τα μαθήματα της τέχνης του».
Το Υπουργείο αισθάνθηκε τότε εντονώτερη την ανάγκη καλής μουσικής, εν όψει της τελετής – δοξολογίας της επισήμου υποδοχής του Όθωνος, στην οποία σαφώς η ψαλτική του Ζαφειρόπουλου συνέβαλε θετικά. Και επί πλέον ανέμενε το Υπουργείο να χρησιμεύση «η όλη περί τον Ζαφειρόπουλον μουσική κίνησις ως φυτώριον παραγωγής μουσικών».
Του έγραφε χαρακτηριστικά ο Υπουργός:
«Η Γραμματεία, πεπεισμένη περί της ικανότητός σου, δεν αμφιβάλλει, Κύριε, ότι θέλεις αναδείξη εν δέοντι μαθητάς ικανούς να διαδώσωσι και εις άλλας του βασιλείου επαρχίας την αναπόφευκτον προς την εκκλησιαστικήν ευπρέπειαν μουσικήν τέχνην, κατά το παραδεδεγμένον προ χρόνων εις την εκκλησίαν σύστημα».
Σώζεται ακόμη η ευχαριστήριος επιστολή (12 Ιανουαρίου 1833) του Ζαφειρόπουλου, με την οποία αποδέχεται το διορισμό του και βεβαιώνει για τις προθέσεις του να εργασθή εντός και εκτός του Ναού, προς διάδοση της βυζαντινής μουσικής. Γράφει μάλιστα ότι ετοίμαζε ανακοίνωση, με την οποία θα καλή τους βουλομένους να μάθουν μουσική, ζητεί χώρο διδασκαλίας και προτείνει γι’ αυτό «την κατά τον ‘Αγιον Γεώργιον οικίαν… ως χωρητικήν ούσαν και δια τούτο κατάλληλος να χρησιμεύση και ως τόπος της των μουσικών μαθημάτων παραδόσεως».
Πρόκειται για το λεγόμενο σε άλλα έγγραφα «το οσπήτιον», το συνεφαπτόμενο του Αγίου Γεωργίου ή αλλού «τα κελλία του Αγίου Γεωργίου» [6] «που επακουμβούν εις την αυτήν εκκλησίαν», τα οποία όμως η αμεριμνησία των υπευθύνων άφησε, τα τελευταία χρόνια, να καταρρεύσουν, ευτυχώς μόνον η στέγη τους. Το πόσο δικαίωσε ο Ζαφειρόπουλος «τας χρηστάς ελπίδας» του υπουργού, φαίνεται από την μετέπειτα σταδιοδρομία του και την πρόοδο των μαθητών του, που ανεδείχθησαν στο Ναύπλιο και μετά στην Αθήνα σε μουσικολογιώτατους πρωτοψάλτες.
Γεώργιος Αθ. Χώρας
Δρ Θεολογίας τ. Διευθυντής Υπ. Παιδείας
Υποσημειώσεις
[1] Βλέπε, Γ.Α.Κ. – Υπ. Παιδείας, Φάκ. 164.10 «Σχολή Εκκλησ. Μουσικής Αθηνών» (ενότης 1883-1848. Πρβλ. Γ. Παπαδοπούλου, Συμβολαί εις την Ιστορίαν της παρ’ ημίν εκκλησιαστικής μουσικής, σ. 451.
[2] Γ. Παπαδοπούλου, όπου ανωτέρω, σ. 444.
[3] Βλέπε Γ.Α.Κ. – Υπ. Θρησκείας, Φάκ. 54 (Νοέμβριος 1832), Υποφάκ. «Εκκλησιαστικά» και Φάκ. 55 (Δεκέμβριος 1832), Υποφ. «Εκκλησιαστικά».
[4] Βλέπε Γ.Α.Κ. – Υπ. Θρησκείας, Φάκ. 56 (Ιανουάριος 1833), Υποφάκ. «Εκκλησιαστικά».
[5] Βλέπε εις Τοπ. Ιστορικό Αρχείο Ναυπλίου, Εκκλησιαστικά, Φάκ. 6 (Δημογεροντίας Ναυπλίου). Πρβλ. Τρ. Σκλαβενίτη, Ευρετήριο Δημοτικού Αρχείου Ναυπλίου 1828-1899, Αθήνα 1894, σ. 5.
[6] Βλέπε εις Γ.Α.Κ. – Υπ. Εσωτερικών, Φάκ. 94 (την από 21 Ιουνίου 1827 αναφοράν πολιτών Ναυπλίου). Πρβλ. την από 4 Σεπτεμβρίου 1824 αναφοράν «των εν Ναυπλίω ιερέων», προς το Υπουργείον της Θρησκείας και ομοίαν από 18 Οκτωβρίου 1824 και έγγραφο του Υπουργού Ανδρούσης Ιωσήφ υπ’ αριθ. 87 της 21 Οκτωβρίου 1824, εις Γ.Α.Κ. – Υπ. Θρησκείας, Φάκ. 6, Υποφάκ. «Εκκλησιαστικά» (έγγραφον 4380/9 Μαρτίου 1826). Πρβλ. Φάκ. 53 (Σεπτέμβριος 1832) και Φάκ. 50 (Ιούνιος 1832).
Πηγή
- Γεωργίου Αθ. Χώρα, «Μουσική Παιδεία και Ζωή στο Ναύπλιο / 18ος – 20ος αιώνας», Έκδοση του Δήμου Ναυπλιέων, Ναύπλιον, 1994.
Σχετικά θέματα:
Read Full Post »