Ντόντουελ Έντουαρντ – «Προς το Άργος», 1805
Ο Edward Dodwell, (1767 – 1832) υπήρξε μία πολυσχιδής προσωπικότητα, με σπουδαία μόρφωση, αρχαιολόγος και ζωγράφος. Καταγόταν από παλαιά και πολύ πλούσια οικογένεια της Ιρλανδίας. Στην Ελλάδα πραγματοποίησε τρία ταξίδια το 1801, το 1805 και 1806. Στα δύο τελευταία ταξίδια συνοδεύεται από τον ζωγράφο Simone Pomardi, του οποίου σχέδια κοσμούν τα βιβλία του.
Το Δεκέμβριο του 1805 βρίσκεται στην Κόρινθο και από εκεί επισκέπτεται το Άργος, τις Μυκήνες, την Τίρυνθα, την Επίδαυρο, το Κρανίδι και άλλες περιοχές της Αργολίδας. Για τις εντυπώσεις του στην Αργολίδα αφιερώνει 100 περίπου σελίδες, στον δεύτερο τόμο του έργου του με τίτλο «A Classical and Topographical Tour through Creece», το οποίο εξέδωσε το 1819 στο Λονδίνο. Ας πάρουμε μια εικόνα του Άργους, λίγα χρόνια πριν τον αγώνα για την ανεξαρτησία…
[…] Πλησιάζοντας το Άργος η θέα ήταν ιδιαίτερα μεγαλειώδης. Οι βράχοι της ακρόπολης υψώνονταν κοντά στα δεξιά μας, με ένα μοναστήρι χτισμένο πάνω σε μια μυτερή κορφή ενός απόκρημνου γκρεμού, στ’ αριστερά μας ήταν μια στρογγυλή προεξοχή μετρίου ύψους, πιθανόν ο …λόφος. Μπροστά μας ήταν η πόλη του Άργους, σε κοντινή απόσταση από τον κάμπο και τον κόλπο.
Πήγαμε στο χάνι, το οποίο ήταν πιο βρόμικο απ’ ότι ο νους μπορεί να συλλάβει και γι’ αυτό υποχρεωθήκαμε να μείνουμε στο σπίτι ενός τρελού Έλληνα ο οποίος μας φέρθηκε με ευγένεια και φροντίδα αλλά μας αποσπούσε με το θόρυβο και τ’ αστεία του, καθώς η τρέλα του ήταν απ’ το εύθυμο και αβλαβές είδος. Οι Τούρκοι έδειχναν μεγάλο σεβασμό σε τρελούς και μανιακούς σχεδόν όπως στους αγίους και πίστευαν πως ήταν κάτω από την άμεση προστασία του προφήτη τους. Σ’ έναν τρελό Έλληνα συμπεριφέρονται πολύ καλύτερα απ’ ότι σε έναν γνωστικό Έλληνα, και κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες το να κάνεις τον τρελό έδειχνε σοφία και υποπτεύθηκα ότι ο τρελός οικοδεσπότης μας δεν ήταν ανόητος.
Αυτή η κάποτε τιμημένη πόλη, αυτόν τον καιρό δεν έχει ούτε τους μισούς κατοίκους απ’ όσους έχει η Αθήνα. Οι κάτοικοί της δεν υπερβαίνουν τους 5.000, η πλειονότητα των οποίων είναι Έλληνες. Το Άργος καταλαμβάνει ένα τελείως επίπεδο χώρο στο Νότιο – Ανατολικό πρόποδα της αρχαίας ακρόπολης. Τα σπίτια είναι μικρά και χαμηλά αλλά μαζί με πολλούς κήπους είναι απλωμένα σ’ αρκετό χώρο, έχουν την μορφή ενός σκόρπιου χωριού. Αυτή η πόλη έχει δυο τζαμιά και πολλές εκκλησίες και διοικείται από έναν αγά ο οποίος έχει σαράντα χωριά στην εξουσία του.
Τα περισσότερα απ’ τα αρχαία μνημεία με τα οποία το Άργος ήταν τόσο πλούσια και μεγαλόπρεπα στολισμένο έχουν εξαφανιστεί τόσο, ώστε μπαίνοντας στην πόλη ο ταξιδιώτης νιώθει την ανάγκη να ρωτήσει που είναι οι τριάντα ναοί, τ’ ακριβά μνήματα, το γυμναστήριο, το στάδιο και τα πολλά μνημεία που έχει περιγράψει ο Παυσανίας. Έχουν εξαφανιστεί για πάντα, αφού για τα περισσότερα δεν βρίσκεται ούτε ίχνος. Η σιωπηρή καταστροφή του χρόνου, ή το οργισμένο μένος των βαρβάρων έχει ισοπεδώσει τα πάντα. Εκτός απ’ το Θέατρο, την Ακρόπολη και μερικές μάζες Ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής. Το Θέατρο βρίσκεται στο νότιο – ανατολικό πρόποδα της Ακρόπολης. Τα καθίσματα, τα οποία είναι λαξεμένα στο βράχο, είναι καλά διατηρημένα, και είναι θαυμαστών διαστάσεων.
Μπροστά από το θέατρο είναι ένας μεγάλος Ρωμαϊκός τοίχος από τούβλο, που τώρα ονομάζεται «Παλαιό Τεκκέ», ο ένας Τούρκος αγάς, που ανυπομονούσε να επιδείξει τις γνώσεις του πάνω στις αρχαιότητες, και την ίδια στιγμή να μεταδώσει πληροφορίες, με βεβαίωσε ότι προηγούμενα ήταν το σεράι, ή το παλάτι ενός βασιλιά του Άργους και αυτό που νόμιζα πως ήταν θέατρο, ήταν το ντιβάνι του. Ένας άλλος Τούρκος, ωστόσο, που ήταν παρών, διόρθωσε το φίλο του και είπε ότι ήταν «χτισμένο για δέκα χιλιάδες (αγριογούρουνα;) Έλληνες, που συνήθιζαν να συγκεντρώνονται σ’ αυτό με το σκοπό να ακούσουν ανθρώπους να τραγουδούν και να χορεύουν και να γελοιοποιούν τους εαυτούς τους».
Μπήκαμε στο σπίτι ενός Τούρκου κοντά στα ερείπια και οδηγηθήκαμε σε ορισμένα υπόγεια θολωτά δώματα στρωμένα με χοντρό μωσαϊκό σε μαύρο και άσπρο χρώμα. Η διάβασή μας σ’ ένα πέρασμα σταμάτησε από ένα νεώτερο τοίχο, μας βεβαίωσαν ότι συνεχιζόταν για πολύ κάτω από τη γη και τελείωνε σε κάποια άλλα ερείπια από τούβλο όπου βρίσκεται επίσης ένα όμοιο πάτωμα.
Ο Απολλόδωρος, ο Παυσανίας και άλλοι, αναφέρουν το υπόγειο οικοδόμημα του Ακρίσιου και το μπρούτζινο «θάλαμο», στον οποίο η κόρη του Δανάη ήταν φυλακισμένη. Στην εποχή του Παυσανία περιείχε το μνημείο του Κρότωπου και το ναό του Βάκχου. Εφόσον δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε άλλο σ’ αυτό το πέρασμα, γυρίσαμε στο θέατρο κοντά στο οποίο παρατηρήσαμε μια λεπτή μάζα από τείχος απ’ την καλά συνδεδεμένη πολυγωνική κατασκευή. Σε δυο από τα τείχη υπάρχουν χαραγμένες επιγραφές, οι οποίες όμως έχουν διαβρωθεί τόσο ώστε μόνο τα παρακάτω γράμματα μπορούν να διαβαστούν:
Ε- ΙΤΕΛΙΔΕ ΑΔΩΜΠΑΝ
ΔΑ- Λ- ΣΙΕΣΑΤΟ ΣΟΑ
Α- ΟΙΠΑΤΕΙΑ
Πάνω απ’ το πρώτο υπάρχει ένα ανάγλυφο σχεδόν κατεστραμμένο, που προφανώς απεικονίζει δυο γυναικείες μορφές σε καθιστή στάση. Αυτές οι επιγραφές φαίνονται πολύ μεταγενέστερες από την κατασκευή του τείχους. Αυτό το ερείπιο τώρα ονομάζεται Λυμιάρτη. Λίγο ψηλότερα στο λόφο της ακρόπολης υπάρχει ένα ερείπιο από τούβλο χτισμένο πάνω σ’ ένα επίπεδο, λαξεμένο βράχο. Ένα από τα εσωτερικά τείχη περιέχει ένα κυκλικό κοίλωμα για άγαλμα, το οποίο ίσως μια ανασκαφή να φέρει στο φως.
Μερικά χρόνια αφού είχα κάνει αυτό το οδοιπορικό στην Ελλάδα, ο Βελή Πασάς, διοικητής του Μοριά, διέταξε μια ανασκαφή κοντά στο θέατρο, όπου ανακαλύφθηκαν δεκαέξι μαρμάρινα αγάλματα και προτομές σε καλή κατάσταση, ιδιαίτερα ένα της Αφροδίτης και ένα άλλο του Ασκληπιού. Δεν ήταν ούτε στο μισό απ’ το αληθινό μέγεθος. Σε ένα από τα αγάλματα υπήρχε η επιγραφή ΑΤΤΑΛΟΣ. Ο Παυσανίας αναφέρει έναν Αθηναίο γλύπτη μ’ αυτό το όνομα ο οποίος έφτιαξε το άγαλμα του Απόλλωνα Λυκείου στο Άργος.
Οι πιο διάσημοι γλύπτες στο Άργος ήταν ο Αγελάδας, ο Ελάδας, ο Πολύκλειτος, ο Φράδμων, Ασεπόδορος, Αντιφάνης και Μουκίδας. Διάφορα χρυσά μετάλλια από τον Αυτοκράτορα Βαλεντανό βρέθηκαν επίσης σ’ ένα τάφο κοντά σε αυτό το σημείο.

Πύργοι του κάστρου της Λάρισας Άργους. (Χαρακτικό) 1810. William Gell, Itinerary of Greece, London 1810.
Η Ακρόπολη βρίσκεται σε μια μυτερή βραχώδη ανηφοριά, σε αρκετό ύψος: οι τοίχοι και οι πύργοι φαίνονται εντυπωσιακοί από χαμηλά: αλλά πλησιάζοντας αυτό τα οικοδομήματα ο ταξιδιώτης απογοητεύεται καθώς ανακαλύπτει το μεγαλύτερο μέρος τους ν’ αποτελείται από μικρές πέτρες και τσιμέντο, έργο του Μεσαίωνα. Ανεβήκαμε από ένα μονοπάτι και παρατηρήσαμε πολύ λίγα ίχνη στο δρόμο μας, παρ’ ότι ο Παυσανίας αναφέρει ένα στάδιο και πέντε ναούς μέσα στην ακρόπολη ή στο δρόμο προς αυτήν.
Απ’ αυτούς τους ναούς ο πιο δοξασμένος ήταν αυτός της Αθηνάς, στον οποίο υπήρχε ο τάφος του Ακρίσιου. Υπάρχουν ακόμη πάνω στην Ακρόπολη ορισμένα ερείπια πολυγωνικής κατασκευής, τα οποία πιθανώς είναι τα Κυκλώπεια τείχη που αναφέρονται από τον Ευριπίδη. Δεν έχουμε λόγους να υποθέσουμε ότι τα καλά συνδεδεμένα πολύγωνα δεν περιέχονταν σ’ αυτήν την ονομασία, όπως τα απομεινάρια της τραχιάς, και λιγότερο πολύπλοκης Τιρυνθιακής μορφής. Ο Ευριπίδης έχει ορισμένα κείμενα σχετικά με την Κυκλώπεια δομή αυτής της πόλης, τα οποία αναφέρονται σε υποσημείωση. Αυτός ο τρόπος δομής σημειώνεται κι από διάφορους άλλους συγγραφείς, πιο συγκεκριμένα τον Απολλόδωρο, Στράβωνα, Σενέκα, Στάτιο και τον Παυσανία, αλλά ο τελευταίος είναι ο μόνος όπου συγκεκριμένα τον περιγράφει, όταν μιλάει για τα τείχη της Τίρυνθας. Επίσης γίνεται κάποια νύξη απ’ τον Βιργίλιο.
Ο Πλίνιος λέει ότι σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι πύργοι εφευρέθηκαν από τους Κύκλωπες, και σύμφωνα με το Θεόφραστο, από τους Τιρύνθιους. Ο σχολιαστής του Στάτιου ισχυρίζεται πως ό,τι ήταν αξιοθαύμαστο για το μεγάλο του μέγεθος λεγόταν ότι φτιάχτηκε από τους Κύκλωπες. Η μεγάλη δυσκολία, ωστόσο, είναι να πούμε με βεβαιότητα ποιοι ήταν οι Κύκλωπες – από που κατάγονται και σε ποια περίοδο ήκμασαν. Δεν θα κάνω μεγάλη συζήτηση πάνω σ’ αυτό το θέμα, ελπίζοντας ότι θα διερευνηθεί πλήρως από τον πληροφορημένο υποστηρικτή αυτού του συστήματος, όπου η δουλειά του, η οποία αναμένεται διακαώς, χωρίς αμφιβολία θα ρίξει φως σ’ αυτό το σκοτεινό και για πολύ παραμελημένο τμήμα της προϊστορίας.. Προς το παρόν, αρκεί να παρατηρήσουμε ότι ο Στράβων είχε τόσο μπερδεμένες ιδέες για τους Κύκλωπες 18 αιώνες πριν, όσο έχουμε εμείς σήμερα. Λέει ότι ήταν επτά στον αριθμό, κι ότι ήρθαν από τη Λυσία. Ο σχολιαστής του Ευριπίδη, ωστόσο, διατηρεί την άποψη ότι ήταν ένα έθνος από τη Θράκη, που ονομάστηκε έτσι από έναν απ’ τους βασιλιάδες τους κι ότι ήταν οι καλύτεροι «Τεχνίται» την εποχή που έζησαν.
Φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα επιδέξιοι στην κατασκευή στρατιωτικών φρουρίων, και στο να διασκορπίσουν την αρχιτεκτονική τους γνώση σ’ όλη την Ελλάδα και σε πολλά μέρη της Ιταλίας, της Σικελίας και της Ισπανίας. Σ’ αυτές τις χώρες υπήρχαν αποικίες από τους Πελασγούς της Ελλάδας, οι οποίοι έμαθαν την τεχνική της στρατιωτικής κατασκευής από τους Θράκες, αλλά είναι πιο πιθανό ότι οι Κύκλωπες οι ίδιοι ήταν Πελασγοί, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Πελοπόννησο, γιατί είναι γενικά παραδεκτό ότι ήταν ξένοι και όχι αυτόχθονες. Υπάρχουν διάφορα ερείπια αρχαίων τειχών στην Ακρόπολη του Άργους, που απαρτίζονται από δεύτερης τεχνοτροπίας, ή καλά συνδεδεμένα πολύγωνα, αλλά όχι το παραμικρό ίχνος της τραχιάς Τιρυνθιακής τεχνοτροπίας. Αν τα τείχη κατασκευάζονταν αρχικά απ’ αυτές τις τραχιές και ανθεκτικές μάζες, δεν θα ήταν δυνατόν να είχαν καταστραφεί τόσο ολοκληρωτικά και να μην μείνει ούτε μια πέτρα. Και δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι τα τείχη που υπάρχουν και σήμερα είναι τα ίδια μ’ αυτά που ο Ευριπίδης αποδίδει στους Κύκλωπες.
Τα τείχη περικλείουν την κορυφή της Ακρόπολης, και το σύγχρονο Κάστρο, που αποτελείται από προμαχώνες και πύργους χτισμένους με μικρές πέτρες και ασβεστόλασπη υψώνεται πάνω στ’ αρχαία ερείπια, στα οποία τα χαμηλότερα μέρη από ορισμένους κυκλικούς ή τετράγωνους πύργους είναι ορατά. Η Ακρόπολη είναι εντελώς έρημη, χωρίς κατοίκους. Η θέα έχει μεγάλο ενδιαφέρον και έκταση αλλά το θέαμα από μεγάλο ύψος είναι πιο γραφικό. Ολόκληρος ο κάμπος του Άργους, με την πρωτεύουσα, τα χωριά και τον κόλπο, με τις Μυκήνες, την Τίρυνθα και τη Ναυπλία μπορεί να διακριθεί όπως σ’ ένα χάρτη. Το όρος Τράπεζα (;) κοντά στη Νεμέα είναι επίσης ορατό.
Κατεβήκαμε από έναν άλλο δρόμο, και σε μισή ώρα φτάσαμε στο θέατρο. Υπήρχαν δυο ακροπόλεις στο Άργος, από τις οποίες η κυριότερη πάνω από το θέατρο, ονομάζονταν Λάρισα και Ασπίς: χρωστούσαν η πρώτη το όνομα στην κόρη του Πελασγού και η δεύτερη στο παιχνίδι της Ασπίδας, το οποίο τελείτο εδώ. Το δεύτερο κάστρο βρισκόταν σε μια βραχώδη κορυφή μετρίου ύψους, βορειοανατολικά της Λάρισας: αυτός πρέπει να είναι ο λόφος του Φορονέως καθώς δεν υπάρχει άλλο ύψωμα στο Άργος, ή στην κοντινή περιοχή, κατάλληλο για τη θέση ενός φρουρίου. Το μοναστήρι, το οποίο βρίσκεται πάνω σ’ έναν απότομο βράχο, στη βόρεια πλευρά της Λάρισας, προφανώς έχει την τοποθεσία ενός αρχαίου ναού. Κάτω από το μοναστήρι υπάρχουν μερικά σπήλαια, που περιέχουν πηγή νερού, το οποίο πιθανόν βρίσκει διέξοδο από υπόγεια περάσματα, κάτω στην κωμόπολη, όπου τροφοδοτεί πηγάδια και κρήνες.
Ο Παυσανίας αναφέρει έναν ναό στο Άργος αφιερωμένο στον Κηφισό, κάτω από τον οποίο έτρεχε αυτός ο ποταμός. Ο ναός του Απόλλωνα ήταν στο δρόμο προς τη Λάρισα και βρισκόταν σ’ ένα σημείο που ονομαζόταν Δειράς, από τη θέση του στην άκρη ενός βράχου, η οποία ανταποκρίνεται στη θέση του μοναστηριού.
Ο Φουρμόντ περιγράφει μια υπόγεια είσοδο, η οποία λέει διαπερνά 3000 βήματα το βράχο της Λάρισας, όπου ανοίγεται μέσα από ένα σκούρο πέτρωμα, γεμάτο απολιθωμένες αχιβάδες: λέει ότι το πέρασμα είναι τελείως ευθύ, αλλά έχει κοιλώματα σε κάθε πλευρά, όχι απέναντι το ένα στο άλλο. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί ότι ο Κλεομένης άνοιξε τα υπόγεια περάσματα κάτω από την Ασπίδα, και έτσι μπήκε στην πόλη.
Η ακόλουθη πολύ αρχαία επιγραφή βρίσκεται στη Λάρισα. Φαίνεται ν’ αποτελείται από κύρια ονόματα. Είναι σημαντικά διαβρωμένη, αλλά τα παρακάτω ονόματα μπορούν να αποκρυπτογραφηθούν: Σθενέλαος – Ιπομεδων – Αρχέμιχος – Άδραστος – Βορθανόρας – Κρήτος – Ομίντονος – Δεστόμαχος. Φαίνεται ότι υπάρχουν άλλα επτά ονόματα τα οποία είναι μη αναγνώσιμα…
Η προσέγγιση προς το Άργος προστατευόταν από δυο μακρά τείχη, που εκτείνονται προς τη θάλασσα, όπως στην Αθήνα, την Ελευσίνα, τα Μέγαρα, την Κόρινθο και την Πάτρα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Αλκιβιάδης συμβούλεψε τους Αργείτες να ενώσουν την πόλη τους με τη θάλασσα με μακρά τείχη. Και γι’ αυτό το σκοπό τους έστειλε χτίστες από την Αθήνα. Κατασκευάστηκαν στον δέκατο – πέμπτο χρόνο του Πελοποννησιακού πολέμου. Βρίσκουμε ότι το Άργος ήταν εξαρτημένο στις Μυκήνες από πολύ παλιά, τουλάχιστον την εποχή του Περσέα.
Ο Βασιλιάς των Μυκηνών ονομαζόταν από τον Όμηρο «ο βασιλιάς πολλών νησιών και ολόκληρου του Άργους», το οποίο, μερικοί είναι της γνώμης, σημαίνει ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ο Αγαμέμνονας αύξησε το βασίλειό του, κατακτώντας την Λακωνία και την Κορινθία.
Η ίδρυση του Άργους από τον Ίναχο πιθανόν έλαβε χώρα περίπου 232 χρόνια μετά απ’ αυτήν της Σικιώνας, τα οποία αναλογούν σε 1856 χρόνια πριν από την εποχή μας. Ήταν για πολύ καιρό η πιο ακμάζουσα πόλη στην Ελλάδα, και εμπλουτίστηκε με το εμπόριο της Ασσυρίας και της Αιγύπτου. Στον καιρό του Στράβωνα ακόμα συνέχισε να είναι μια από τις πρώτες πόλεις στην Πελοπόννησο, και λόγω της γονιμότητας του εδάφους του, και τα πλεονεκτήματα της θέσης του, πιθανόν δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ ως την εποχή του Βαγιαζήτ.
Σήμερα, ολόκληρος ο κάμπος είναι πολύ ανθυγιεινός τους Φθινοπωρινούς μήνες, και η ελονοσία προκαλεί μεγαλύτερη συμφορά σ’ αυτήν την όμορφη περιοχή απ’ αυτούς που συνέβησαν από τη Λερναία Ύδρα, ή το λιοντάρι της Νεμέας. Βρίσκουμε ότι το Άργος και η Ναυπλία ανήκαν, κατά τον δέκατο τέταρτο αιώνα, στον Πιέτρο ντι Φεντερίκο Κορνάρο, έναν ευγενή Βενετό: μετά το θάνατό του η χήρα του Βόννη(;) ή Μαίρη ντ’ Ενγκιέν, τα παρεχώρησε στη δημοκρατία της Βενετίας το 1388, με τη γη τους και τα φρούρια τους, για το σύνολο των 700 Βενετικών δουκάτων σε χρυσό, όπου θα πληρώνονταν σ’ αυτήν ετησίως, εκτός από τα 2000 δουκάτα σε χρυσό κατά την πράξη της εκχώρησης. Το έτος 1397, το Άργος κατελήφθει από τον Βαγιαζήτ. Τότε ερημώθηκε τελείως και τα τείχη του καταστράφηκαν. Ξαναχτίστηκε από τους Βενετούς – από τους οποίους το πήραν οι Τούρκοι το 1463- και αφού το ξαναπήραν οι Βενετοί, την ίδια χρονιά επανακτήθηκε από τους Τούρκους.
Ο ποταμός Ίναχος του οποίου η αποξηραμένη κοίτη είναι ένας σύντομος δρόμος για τα βορειοανατολικά του Άργους, τροφοδοτείται με παροδικές πλημμύρες μόνο μετά από δυνατές βροχές, κι όταν λειώνουν τα χιόνια στα γύρω βουνά. Η πηγή του σύμφωνα με τον Στράβωνα ήταν στο όρος Λούρκιο, κοντά στην Κυνουρία, και σύμφωνα με τον Παυσανία, στο όρος Αρτεμίσιον. Ακόμα και τον μήνα Δεκέμβριο, όταν ήμουν στο Άργος δεν υπήρχε σταγόνα νερό στο κανάλι του, και όπως ο Ισμένος και ο Ιλισσός, έχει πιο συχνά ακουστεί για τη γλιστερή απαλότητα ή την ορμητική βιασύνη του ρεύματός του στην ποιητική φαντασία, παρά στην πραγματικότητα της ύπαρξης. Ήταν πράγματι στην καλύτερη μορφή του, τίποτα περισσότερο από ένας τυχαίος χείμαρος και γι’ αυτό ονομάστηκε χαραδρώδης από τον Στράβωνα. Το τωρινό του όνομα είναι Ζέρια, λέξη που αποδίδεται στην αποξηραμένη κοίτη του. Πηγάζει περίπου δέκα μίλια από το Άργος, σε ένα μέρος που ονομάζεται Μούσι, στο δρόμο προς την Τριπολιτσά στην Αρκαδία. Το χειμώνα μερικές φορές κατεβαίνει από τα βουνά σε μια κυλιόμενη μάζα, όπου κάνει σημαντική ζημιά στην πόλη. Ο Λουκιανός παρατηρεί ότι τα ποτάμια πεθαίνουν όπως οι άνθρωποι και οι πόλεις, και ότι ο Ίναχος δεν έχει αφήσει ούτε ίχνη για να θυμίζουν την εξαφανισμένη ζωτικότητά του.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το πρώτο όνομα του Ίναχου ήταν Καρμάνωρ, το οποίο άλλαξε σε Αλιάκμων, από την ονομασία του Τιρύνθιου ήρωα που χάθηκε στο ρεύμα του. Ο Ίναχος, ένας γιος του Ωκεανού, έπειτα πνίγηκε σ’ αυτόν και του έδωσαν το όνομά του. Ο Στράβων δικαιώνει το Άργος από τον κάποτε παροιμιώδη καταλογισμό ζήτησης νερού, βεβαιώνοντας ότι είναι καλά τροφοδοτούμενο, και αναφέρονται μερικές πηγές μέσα στην πόλη.
Σήμερα υπάρχουν διάφορα αρχαία και νεώτερα πηγάδια στο Άργος και σε σχεδόν κάθε τμήμα της πόλης και της κοντινής περιοχής, νερό βρίσκεται, χωρίς σκάψιμο σε σημαντικό βάθος. Ο Παυσανίας παρατηρεί ότι δεν υπάρχει άλλο νερό απ’ αυτό της Λέρνας σ’ αυτό το μέρος της περιοχής κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών. Φαίνεται να έχει ξεχάσει το μόνιμο ρεύμα του Ερασίνου, το οποίο είναι πολύ πιο κοντά στο Άργος από τη λίμνη της Λέρνας.
Στη συνέχεια ο περιηγητής επισκέπτεται τον Ερασίνο, τη Λέρνα, τις Μυκήνες, το Ναύπλιο και σχεδόν ολόκληρη την Αργολίδα…
Μετάφραση: Αφροδίτη Ιωαν. Μπιμπή
Πηγή
- Περιοδικό, «Αναγέννηση», τεύχος 382, Απρίλιος 2002.
Σχετικά θέματα:
- Ντόντουελ Έντουαρντ – Edward Dodwell (1767 – 1832)
- Η Πύλη των Λεόντων (The Gate of the Lions at Mycenae) – Edward Dodwell, 1834
- Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα (Temple of Apollo Epicurus on mount Kotylion) – Edward Dodwell, 1834
- Τα τείχη της Τίρυνθας (Walls of Tiryns) – Edward Dodwell, 1834
- Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου – Καλάβρυτα, Edward Dodwell, 1834.
- Αρχαία Λυκόσουρα (Lycosoura) – Edward Dodwell, 1834
- Αρχαία Γόρτυς, ( Ruins of Gortys in Arcadia) – Edward Dodwell, 1834
- Γενική άποψη της Τίρυνθας και η κοιλάδα του Άργους – Λιθογραφία, 1819
- Αρπαγή αρχαιοτήτων από την προεπαναστατική Πελοπόννησο