Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Οικοσημολογία’

Από τα οικόσημα στα εθνόσημα του Ελλαδικού χώρου (1204 -1862), Νίκος Φ. Τόμπρος, ΜΗ’ τόμος (2006) περιοδικό «Παρνασσός», Αθήνα, 2006.


 

 

Με τον όρο Εραλδική ή οικοσημολογία εννοούμε την επιστήμη, η οποία έχει ως αντικείμενο την παρατήρηση, την περιγραφή και την καταγραφή των οικοσήμων. Ο ορισμός που είναι σήμερα παγκοσμίως αποδεκτός για την επιστήμη αυτή είναι ο ακόλουθος: «Πραγματική Εραλδική είναι η συστηματική χρήση των ίδιων σχημάτων πάνω στο θυρεό». Τι εννοούμε όμως με τον όρο οικόσημο και ποια είναι τα στοιχεία που το συνθέτουν; Με τον ανωτέρω όρο οι μη ειδικοί εννοούν συνήθως το σχήμα ασπίδας ή σπανιότερα κύκλου, ρόμβου κ.λ.π., που φέρει μία παράσταση και αποτελεί το έμβλη­μα της οικογένειας. Αυτός όμως ο ορισμός δεν είναι σωστός καθώς αναφέ­ρεται μόνο στο θυρεό ενώ το οικόσημο είναι πιο πολύπλοκο, αφού το συνθέ­τουν και άλλα στοιχεία εκτός του θυρεού, τα οποία θα παρουσιαστούν στη συνέχεια. Σύμφωνα με τον ορισμό της Εραλδικής, που προαναφέρθηκε, το πρώτο γνωστό παράδειγμα εραλδικού θυρεού είναι αυτό το οποίο απένειμε ο Ερρίκος ο Α’ της Αγγλίας στον Geoffrey d’ Anjou το 1127. Ο συγκεκριμέ­νος θυρεός, που είχε γαλάζιο φόντο, έφερε λιοντάρια σε όρθια στάση (Se­me). Η επίσημη γλώσσα που χρησιμοποιείται για την περιγραφή των οικοσήμων είναι η μεσαιωνική γαλλική, γιατί πρώτα στη Γαλλία εφαρμόστηκε συστηματικά και αναπτύχθηκε η πρακτική της Εραλδικής.

Το εθνόσημο και βασιλικός θυρεός της Ελλάδας (1833–1862).

Το εθνόσημο και βασιλικός θυρεός της Ελλάδας (1833–1862).

Τη συγκεκριμένη ονομασία της η εν λόγω επιστήμη την πήρε αρκετούς αιώνες μετά τη γέννησή της και συγκεκριμένα κατά το 18ο αιώνα. Η προέλευση του ονόματός της έχει σχέση με τους Κήρυκες (Heralds), οι οποίοι ήσαν ανώτατοι τιτλούχοι, διορισμένοι από τον Ηγεμόνα για να ασκούν τα εραλδικά του δικαιώματα. Κατά το 16ο και 17ο αιώνα η άσκηση των εραλδικών δικαιωμάτων του Ηγεμόνα αποτέλεσε το σπουδαιότερο τμήμα των καθηκόντων τους. Παράλληλα ήσαν υπεύθυνοι για την ακριβή εκτέλεση των ηγεμονικών διαταγμάτων, για τη χορήγηση οικοσήμου, την επίβλεψη των οικοσήμων που είχαν οι ευγενείς, την τήρηση γενεαλογικών πινάκων και την ορθή εφαρμογή των κανόνων της Εραλδικής.

Η καθιέρωσή της αρχίζει από το 2ο μισό του 12ου αιώνα χωρίς να έχει συγκεκριμένο τόπο γέννησης καθώς εμφανίζεται συγχρόνως σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Πολλοί ερευνητές υποστήριξαν ότι η έναρξη του εραλδικού συστήματος οφείλεται στην επαφή που είχαν οι ιππότες από τις διάφορες περιοχές της Ευρώπης κατά τη διάρκεια των σταυροφοριών. Η άποψη αυτή όμως δεν ισχύει, αφού όπως παρουσιάστηκε ανωτέρω ο πρώτος θυρεός, αυτός του Geoffrey d’ Anjou (1127), δημιουργήθηκε 32 χρόνια μετά την Α’ Σταυροφορία (1095).

Ποιοι όμως είναι οι λόγοι που οδήγησαν τους ανθρώπους να επιλέξουν συγκεκριμένα διακριτικά; Τα εραλδικά σχήματα και χρώματα επιλέχτηκαν για δυο πρακτικούς λόγους: πρώτον για να διακρίνονται οι πολεμιστές μεταξύ τους στις μάχες και στους Ιπποτικούς αγώνες και δεύτερον ως διακριτικά στοιχεία σε επίσημα έγγραφα. Στην πρώτη περίπτωση, αυτή των πολεμιστών, θα πρέπει να θυμίσουμε ότι επειδή οι ιππότες φορούσαν κλειστά κράνη την ώρα που αγωνίζονταν και δε διακρίνονταν στο κατά πόσο ήταν εχθροί ή σύμμαχοι επέλεξαν να υιοθετήσουν τα εραλδικά σχήματα ως στοιχείο αναγνωρισιμότητας. Στη δεύτερη περίπτωση το εραλδικό σχήμα με τη μορφή σφραγίδας πιστοποιούσε πια το συντάκτη του εγγράφου ή την ιδιοκτησία σε κάποιο αντικείμενο.

Η κατοπινή τροπή της Εραλδικής προς τον κληρονομικό χαρακτήρα των σχημάτων οφείλεται πιθανά σε λόγους τόσο συναισθηματικούς των ευγενών, οι οποίοι επιθυμούσαν να έχουν το θυρεό του πατέρα τους, όσο και πρακτικούς, αφού με το θυρεό δήλωναν τα κληρονομικά τους δικαιώματα επί της πατρικής περιουσίας και επιδείκνυαν στους υποτακτικούς τους ένα σύμβολο γνωστό και σεβαστό. Επιπρόσθετα στους πρακτικούς λόγους εντάσσεται και η παράλληλη με το οικόσημο χρήση της σφραγίδας, η οποία απεικόνιζε είτε ολόκληρο τον ιππότη είτε μόνο το θυρεό του.

Κατά το 13ο αιώνα η Εραλδική εξειδικεύεται και εξελίσσεται ως επιστήμη, αφού αποκτά νόμους και ονοματολογία σε αυτά που περιγράφει. Τα οικόσημα υπάγονται πια σε ειδικούς κανόνες σχετικούς με τη σύνθεσή τους. Oι κανόνες οι οποίοι υιοθετούνται είναι:

1) Η χρήση επτά χρωματισμών, οι οποίοι διαιρούνται σε δυο ομάδες: α) την ομάδα των μετάλλων και β) την ομάδα των χρωμάτων.

2) Απαγορεύεται να τοποθετηθούν μαζί δυο χρωματισμοί της ίδιας ομάδας, ο ένας δηλαδή να επικαλύπτει τον άλλο ή ο ένας να τοποθετείται απέναντι από τον άλλο. Ο όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την επιφάνεια του θυρεού πάνω στην οποία εικονίζονται οι παραστάσεις ονομάζεται πεδίο. Στο πεδίο μάλιστα επιτρέπεται να μην υπάρχει καμία παράσταση και ο θυρεός να καλύπτεται όλος από έναν μόνο χρωματισμό. Σε τέτοια περίπτωση ο θυρεός ονομάζεται ολόχρωμος. Κανόνα επίσης αποτελεί το γεγονός ότι κάθε συμβολικό έμβλημα παρουσιάζεται τυποποιημένο, ενώ τα λάθη στην προοπτική και στις αναλογίες των παραστάσεων είναι συνηθισμένα και παραδεκτά.

Με το πέρασμα των αιώνων η χρήση των οικοσήμων επεκτείνεται έκτος από τους ιππότες και τους ευγενείς και στις γυναίκες, στους κληρικούς, στους αστούς, στους τεχνίτες ακόμα και στους χωρικούς. Εδώ είναι σκόπιμη η διόρθωση ενός λάθους αρκετά διαδεδομένου, το οποίο δε βασίζεται σε κανένα ιστορικό στοιχείο. Το δικαίωμα δηλαδή να έχει κανείς οικόσημο δεν ανήκει αποκλειστικά στους ευγενείς. Μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, οποιοσδήποτε στην Ευρώπη είχε τη δυνατότητα να καθιερώσει και να χρησιμοποιεί το οικόσημο της εκλογής του, χωρίς όμως αυτό να πραγματοποιείται στην πράξη από τους μη ευγενείς, με μόνο όρο να μην υποκλέψει το οικόσημο άλλου προσώπου.

Κατά το 15ο και 16ο αιώνα, επειδή μεταβάλλεται ο χαρακτήρας του οπλισμού, η Εραλδική χάνει την αξία της με την έννοια της αναγνώρισης του πολεμιστή στο πεδίο της μάχης και μαζί με αυτή αποβάλλει και την απλότητά της. Πλέον εισέρχεται εκ νέου στο πρακτικό της μέρος, στην ανάγκη ύπαρξης ατομικού συμβόλου (ή ακόμα και κοινοτικού ή σωματειακού), το οποίο με τη μορφή της σφραγίδας επικύρωνε ή διακοσμούσε τα δικαστικά ή άλλα επίσημα έγγραφα. Έκτοτε το οικόσημο δεν αποτελεί προνόμιο της άρχουσας τάξης της ευγένειας άλλα των αστών με αποτέλεσμα το 18ο αιώνα επεκτείνεται η χρήση του στους τελευταίους υπό την έννοια ενός χρήσιμου οικογενειακού συμβόλου – σφραγίδας προς επικύρωση συμβολαιογραφικών και άλλων πράξεων. Την περίοδο αυτή διαδίδεται ευρέως και η χρήση των εθνοσήμων, των εμβλημάτων των πόλεων, των κοινοτήτων, των θρησκευτικών ταγμάτων, των πανεπιστημίων. Σύμφωνα μάλιστα με το Διονύσιο Ζακυθηνό μεγάλος αριθμός οικοσήμων των αστικών ελληνικών οικογενειών από το 16ο έως και το 18ο αιώνα έχουν αυτή ακριβώς την προέλευση.

Για τη συνέχεια της μελέτης του κυρίου Νίκου Τόμπρου πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Από τα οικόσημα στα εθνόσημα του Ελλαδικού χώρου (1204 -1862)

 

Read Full Post »