Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης’

Παλαιών Πατρών Γερμανός: Οδεύοντας προς το θρύλο – Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης


 

Με αφορμή την εκδοτική σειρά «Οι Ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας», [1] ήλθαν και πάλι στο προσκήνιο, με μεγαλύτερη ίσως ένταση, ορισμένα από τα πρόσωπα που προετοίμασαν ή υπηρέτησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το μεγαλύτερο γεγονός της ελληνικής ιστορίας, την Επανάσταση του 1821. Ανάμεσα στις προσωπικότητες αυτές μία από τις πιο ενδιαφέρουσες, μολονότι δεν έζησε όλη την διαδρομή της επαναστατικής δράσης και βέβαια την κορύφωσή της, δηλαδή την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830), είναι ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός (1771-1826) [2] και μάλιστα για λόγους τελείως διαφορετικούς από αυτούς που, κατά τρόπο πλέον γνωστό σε όλη την έκτασή του, μία ιστορική αφήγηση επιχείρησε και εν πολλοίς κατάφερε να αναδείξει.

Συγκεκριμένα, ο Π. Πατρών Γερμανός γίνεται πρόσωπο οικείο σχεδόν στο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού από τα πρώτα μαθητικά του χρόνια στην ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, σχεδόν βεβαιότητα, που τον θέλει να ευλογεί τα όπλα του Αγώνα στην Αγία Λαύρα Καλαβρύτων την 25η Μαρτίου 1821, σε αντίθεση με την κατάθεση των πηγών που προσδιορίζουν με σαφήνεια ότι ο Γερμανός τη μέρα αυτή πρωταγωνιστούσε στα επαναστατικά γεγονότα που διαδραματίζονταν, όμως, στην έδρα της μητρόπολής του, την Πάτρα. [3] Και αν αυτό στα προηγούμενα χρόνια ήταν απλώς μια διαπίστωση μεταξύ ειδικών και λιγότερο ειδικών, που συχνά αποτυπωνόταν και ως γραπτή παραγωγή, τώρα πια στις μέρες μας αρκεί μια απλή πληκτρολόγηση στο διαδίκτυο για να διαπιστώσει κανείς ότι η διάσταση αυτή συνεχίζεται και τα πάθη εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα, και βέβαια να εκφράζονται σε ένα άλλο ίσως επίπεδο.

Και όμως, ο Παλαιών Πατρών, ο οποίος βρέθηκε να είναι το κεντρικό πρόσωπο μιας αφήγησης την οποία φαίνεται να μην οργάνωσε ούτε καν στο αφετηριακό της μέρος, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα για άλλους λόγους, όπως κιόλας αναφέραμε, οι οποίοι σπάνια συναριθμούνται στις πράξεις του. Σκέπτομαι λ.χ. την εμπλοκή του στα αμέσως προεπαναστατικά γεγονότα και κυρίως τη σύμπραξή του με την ομάδα προυχόντων που συνεργάστηκαν με τον Βελή πασά, όταν ο τελευταίος διορίστηκε στο πασαλίκιο του Μοριά (1806-1812), σύμπραξη που η δημοσίευση του Αρχείου Αλή πασά[4] ενισχύει αποφασιστικά. Και ακόμα σκέπτομαι τον σχεδόν διετή εγκλωβισμό του στην Αγκώνα της Ιταλίας[5] – όπου είχε αποσταλεί εκ μέρους των επαναστατημένων Ελλήνων για να προβάλλει το ελληνικό πρόβλημα – και την επιστολική δραστηριότητα που από την πόλη αυτή πραγματοποιεί προς δεκάδες πρόσωπα για την ευόδωση των σκοπών της Επανάστασης, στοιχεία που μαζί με άλλα αναμένουν ακόμα τον συστηματικό μελετητή.

 

Γερμανός, ο Αρχιεπίσκοπος Παλαιών Πατρών. Λιθογραφία, A. Friedel. Λονδίνο, Ιανουάριος 1826.

 

Ας είναι. Όποιος άτυχε να ξεφυλλίσει τις σελίδες της τελευταίας βιογραφικής απόπειρας για τον Γερμανό [6] θα διαπίστωσε ότι για τον Γερμανό και το ταλαιπωρημένο αφήγημα για την Αγία Λαύρα, την ευλογία των όπλων και το λάβαρό της, και κυρίως για τον προσδιορισμό της μυθοπλασίας [7] αυτής ως αφετηρία του Αγώνα, κάνουμε μια σύντομη αναφορά απλώς για να το προσπεράσουμε, επειδή πιστεύουμε ότι η συζήτηση αυτή δεν έχει νόημα να συνεχίζεται, τουλάχιστον στην πραγματολογική της εκδοχή.

Επειδή όμως, όπως καλά γνωρίζουμε, ιστορία είναι και οι μύθοι και τα μυθολογικά της κενά, ακόμα και η πλαστογράφησή της, η λίγο πιο συστηματική ματιά στα πράγματα που οργανώθηκαν γύρω από τον Γερμανό προσκομίζει, αν όχι άγνωστα, πάντως ενδιαφέροντα στοιχεία. Δηλαδή φαίνεται ότι στη γραμμή καθιέρωσης της μορφής του Γερμανού στην πρώτη – πρώτη γραμμή των ηρώων του Αγώνα, υπάρχουν ορισμένα παράπλευρα αλλά πολύ ενδεικτικά έως γοητευτικά, θα έλεγα, στην αφέλειά τους στοιχεία, τα οποία είναι σκόπιμο να επαναφέρουμε στο προσκήνιο, στο πλαίσιο του ωραίου θέματος «Με τα μάτια των άλλων», γύρω από το οποίο κινήθηκε η συζήτηση ενός από τους τελευταίους κύκλους παρουσιάσεων των Σεμιναρίων της Ερμούπολης.[8]

Και τούτο, επειδή μπορεί να υποστηριχθεί ότι η επίσημη καθιέρωση [9] της 25ης Μαρτίου ως ημέρα έκρηξης της Επανάστασης στη συνάφειά της με την Αγία Λαύρα και τον Γερμανό, και βέβαια με τον ισχυρό συμβολισμό που εκπέμπει η γιορτή του Ευαγγελισμού, αποτέλεσε πράξη τέτοιας εμβέλειας ώστε η επίκληση των άλλων στοιχείων πέραν, ίσως, μιας αρκετά διευρυμένης αναπαραγωγής βιβλιογραφικού τύπου με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δεν κρίθηκε απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν ως ενισχυτικά επιχειρήματα. Φυσικά συγκροτούσαν ένα εν δυνάμει καλό οπλοστάσιο, στο οποίο η προσφυγή ήταν εύκολη, αλλά έως ένα μεγάλο βαθμό αυτό μάλλον δεν πραγματοποιήθηκε ή τουλάχιστον παρέμεινε στενά περιορισμένο· ή μήπως τα πράγματα έγιναν αλλιώς και όλα αυτά τα παράπλευρα μυθοπλαστικά στοιχεία συνέβαλλαν ώστε να καθιερωθεί η ηρωική προσωπικότητα του Γερμανού και, κυρίως, να συνδεθεί με αυτόν το μεγάλο γεγονός της έκρηξης του Αγώνα;

 

Μαρμάρινη προτομή του Παλαιών Πατρών Γερμανού στο Πεδίον του Άρεως, η οποία κατασκευάστηκε το 1937. Δημιουργός της προτομής ήταν ο Γεώργιος Συννέφας ο οποίος γεννήθηκε και πέθανε στην Αθήνα (1880-1941). Η μαρμάρινη προτομή παρουσιάζει τον Παλαιών Πατρών Γερμανό σε μεγάλη ηλικία, με πλούσια γενειάδα και μακριά μαλλιά. Στη δεξιά πλευρά της προτομής βρίσκεται η υπογραφή του γλύπτη: «ΓΕΩΡ. Ι. ΣΥΝΝΕΦΑΣ. Στην πρόσοψη του βάθρου αναγράφεται: «ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ 1771-1826. Πρόκειται για ένα εκ των αγαλμάτων που «κοσμούν» τη «Λεωφόρο των Ηρώων» στο Πεδίον του Άρεως. Συγκεκριμένα, είναι γνωστό ότι από το 1918 ξεκίνησαν ενέργειες για την ανέγερση Πανελλήνιου Ηρώου στο Πεδίο του Άρεως. Τη δαπάνη θ’ αναλάμβανε η τότε κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός (με έρανο)! Το μεγαλόπνοο όμως σχέδιο περιορίστηκε απλά στη δημιουργία μιας «λεωφόρου» από ήρωες. Γι’ αυτό, ο τότε αρμόδιος υπουργός απευθύνθηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών ώστε η τελευταία ν’ αναθέσει στους καλύτερους Έλληνες γλύπτες τη φιλοτέχνηση μαρμάρινων προτομών, σε ακαδημαϊκό, ρεαλιστικό ιδίωμα. Στις 25 Μάρτη 1937 έγιναν τ’ αποκαλυπτήρια προτομών σε σχηματοποιημένες βάσεις των 2 μέτρων που στην πρόσοψή τους γράφεται το όνομα, η ημερομηνία γέννησης και θανάτου του ήρωα. (Φώτο και λεζάντα από τον ιστότοπο «Γλυπτά της Αθήνας»).

 

Ας δούμε όμως περί τίνος πρόκειται, με άλλα λόγια ας δούμε ποια μυθοπλαστικά, υπερβολικά ή μη τεκμηριωμένα στοιχεία συνδέθηκαν με τον βίο και τη δράση του Γερμανού, από την παιδική του ηλικία ακόμα, με άλλα λόγια πώς παρουσιάζεται στα μάτια των άλλων, πώς προσλαμβάνεται η προσωπικότητα του μητροπολίτη Π. Πατρών.

Αρχικά, όπως συμβαίνει συχνά με τους απανταχού ήρωες, υπάρχει η θαυματουργική επιβίωση από τους κινδύνους των πρώτων χρόνων της ζωής, δηλαδή η σύνδεση της γέννησης και των πρώτων παιδικών χρόνων με ορισμένες εμφατικές εκδηλώσεις, που αποτελούν τα σημεία, [10] που προκαθορίζουν τις εξελίξεις.

Στην περίπτωση του Γερμανού ο κίνδυνος και η αποσόβησή του προέρχεται από ένα φίδι που απειλεί τη ζωή του νηπίου, υπό δύο εκδοχές:

α) στην πρώτη βρίσκεται με τον πατέρα του στα χωράφια, παιδί στην κούνια, όταν δέχεται την επίθεση μεγάλου φιδιού, το οποίο αρχικά το νήπιο καθηλώνει με τα χέρια του και παράλληλα με τις φωνές του ειδοποιεί τον πατέρα του που σπεύδει, αντικρίζει τα καθέκαστα και τρέχει για να αρπάξει το ψαλίδι ενός βοσκού που κούρευε τα πρόβατά του εκεί κοντά, και με αυτό να κόψει στα δυο, το ήδη εξουδετερωμένο από τον μικρό Γεώργιο (έπειτα Γερμανό) φίδι.[11]

β) στη δεύτερη εκδοχή, το γεγονός διαδραματίζεται στην αυλή του σπιτιού τους και η εξουδετέρωση γίνεται τώρα από τη μάνα, με τη συνεργία βέβαια και πάλι του νηπίου. Μόνο που στη δεύτερη αυτή περίπτωση το φίδι ήταν το στοιχειό του σπιτιού, γεγονός που εκτιμήθηκε ως κακός οιωνός, [12] χωρίς ωστόσο κάποια μελλοντική κακοτυχία να το επαληθεύσει, το αντίθετο μάλιστα. Φυσικά οι αναλογίες με το πασίγνωστο επεισόδιο που έχει ως επίκεντρο τον αρχαίο ήρωα Ηρακλή που εξουδετερώνει τα φίδια, χωρίς να αναφέρονται, είναι προφανείς.

Πέρα από αυτά όμως τα προδήλως μυθολογικά γεγονότα, ένα πραγματικό γεγονός, δηλαδή η ημερομηνία της γέννησής του, γίνεται ένα καλό αφετηριακό γεγονός θεοσημίας, πάνω στο οποίο εύκολα θα μπορούσε να συντονιστεί και η παρουσία του μητροπολίτη κατά την 25η Μαρτίου 1821 στην Αγία Λαύρα. Συγκεκριμένα, και εκκινώντας ανάποδα, όπως πολλές φορές για τα χρόνια αυτά τα χωρίς ληξιαρχεία, συμβαίνει, εκκινώντας δηλαδή από την ημερομηνία του θανάτου, που ξέρουμε ότι είναι η 30ή Μαΐου 1826, και με βάση διάφορες εκτιμήσεις ότι όταν πέθανε ο Γερμανός ήταν 56 χρονών, κάποιοι τοποθετούν την γέννησή του στο 1771 – άλλοι στα 1777 – και ειδικότερα στο μήνα Μάρτιο του έτους αυτού και ακόμη ειδικότερα στην 25η Μαρτίου, η οποία ήταν και Μ. Παρασκευή, [13] με τον προφανή και πάλι συμβολισμό της μέρας αυτής. Αλλά, επιπλέον, ο Αν. Γούδας [14] θα εντοπίσει και μια τρίτη 25η Μαρτίου, η οποία θα ταυτισθεί με την ημέρα της εκλογής του, το έτος 1806, στον μητροπολιτικό θρόνο της Πάτρας. Το τελευταίο ήταν άλλωστε και αρκετά πιο εύκολο να γίνει δεδομένου ότι στα Πρακτικά εκλογών του Οικουμενικού Πατριαρχείου όντως καταχωρίζεται η εκλογή αυτή ως πράξη, αλλά χωρίς να προσδιορίζεται η ακριβής ημέρα του Μαρτίου του 1806. [15]

 

Βρυζάκης Θεόδωρος, «Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης», Λάδι σε μουσαμά ,164 x 126 εκ., 1865, Εθνική Πινακοθήκη.
Ο ευσεβής και συγκινητικός θρύλος για την κήρυξη του Αγώνα στην Αγία Λαύρα στις 25 Μαρτίου 1821, εκφράζει βαθύτατα το πνεύμα του Αγώνα. Θρησκεία και Πατρίδα γυρεύουν τη λύτρωση, τη λευτεριά.

 

Ο Μανουήλ Γεδεών [16] προσδιορίζει ότι αυτό έγινε το πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα αυτού, την επομένη δηλαδή της μετάθεσης του πρώην μητροπολίτη Παλαιών Πατρών στη μητρόπολη Κυζίκου, παρέχοντας μάλιστα τις σχετικές πληροφορίες στον Δημήτριο Καμπούρογλου, ο οποίος όμως, αφού το σημειώσει, προτιμά, και αυτός, να ακολουθήσει τον ασφαλέστερο… δρόμο της σύμπλευσης με την θεοσημία. Με άλλα λόγια η μετακίνηση κατά λίγες μέρες δεν είναι δύσκολο πράγμα αλλά πολύ χαρακτηριστικό και ενισχυτικό της θεοσημίας, καθώς η εμφατική ημέρα της 25ης Μαρτίου, αποτελεί για τον Γερμανό εκδήλωση της θείας αποστολής από κάθε άποψη, καθώς σημαδεύει διαδοχικά τη ζωή του, αποτελώντας σημείο αναφοράς για σημαντικά γεγονότα (γέννηση, εκλογή του ως μητροπολίτης), τα οποία θα επιστέψει, λίγο αργότερα, ως φυσική συνέπεια, το μεγάλο γεγονός της 25ης Μαρτίου 1821.

Αλλά τα εμφατικά για τον Παλαιών Πατρών Γερμανό γεγονότα, που θα πλαισιώσουν την μυθοπλασία της Αγίας Λαύρας, έχουν και συνέχεια. Συγκεκριμένα, και το γεγονός της μύησής του στη Φιλική Εταιρεία θα αποκλίνει, και αυτό, από τη συνήθη διαδικασία. Οι περισσότεροι, βέβαια, από τους βιογράφους του, θα συνδέσουν τη μύηση αυτή με τον προβληματισμό που δημιούργησε, σε ανύποπτο χρόνο, στον Γερμανό μια φράση σε ένα γράμμα προς αυτόν, του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, όπου ο τελευταίος ανέφερε ότι ήλπιζε κάποια στιγμή να του φιλήσει το χέρι επ’ αγαθώ της Ελλάδος. [17] Ο προβληματισμός αυτός του Γερμανού, κατά τις πηγές, διαλύθηκε με την εμφάνιση του γνωστού φιλικού Αντώνη Πελοπίδα στην Πάτρα, στα τέλη του 1818. Ο τελευταίος επιχειρώντας να μυήσει τον γνωστό προύχοντα Ανδρέα Καλαμογδάρτη βρέθηκε σε δύσκολη θέση καθώς, κατά την εξέλιξη της διαδικασίας, ο Καλαμογδάρτης πρόβαλε κάποιες αντιρρήσεις που οδήγησαν στη διακοπή της μύησής του. Τότε, και μπροστά στον κίνδυνο της ενδεχόμενης αποκάλυψης της συνωμοτικής δράσης των Φιλικών, η παρέμβαση μέσω της μάλλον εκτός προγράμματος, μύησης του Γερμανού, κρίθηκε απολύτως απαραίτητη, καθώς ο Καλαμογδάρτης ήταν γαμπρός του.

Αλλά και εδώ τα πράγματα δεν έγιναν με τον τρόπο των Φιλικών, ο Πελοπίδας όταν παρουσιάστηκε στον Γερμανό τον προσφώνησε με τα λόγια: «Παραστάτης Ελλήνων ήλθον προς σε τον ποιμένα των Πατρών», κατά τον Ιω. Φιλήμονα, [18] τον οποίο ο Αμβρόσιος Φραντζής στην Ιστορία του θα τροποποιήσει σε «Γραικών παραστάτης απεστάλην προς σε τον ποιμένα των Πατρών, κομίζων ευαγγέλια: μη με φοβού, σοφώτατε, τον μάλλον σε φοβούμενον, μη ευλαβού δέσποτα, τον σε σεπτώς ευλαβούμενον». [19] Φυσικά, η όλη ατμόσφαιρα ανακαλεί τον Ευαγγελισμό της Παναγίας, όπου στη θέση του αγγέλου στέκεται ο φιλικός Αντώνιος Πελοπίδας και στη θέση της Παναγίας ο Γερμανός, και βέβαια και πάλι η 25η Μαρτίου υποδηλώνεται καταφανώς. Ίσως, μάλιστα, να είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται να δημιουργηθεί η συνάφεια του Γερμανού με την 25η Μαρτίου.

 

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Ανεξαρτησίας στα Καλάβρυτα, έργο του Ιταλού καλλιτέχνη Λουδοβίκου Λιπαρίνι, (Ludovico Lipparini, 1800-1856), λιθογραφία, μέσα 19ου αιώνα.

 

Εκτός από αυτά τα παράπλευρα, θα έλεγα, μοτίβα που μπορούν εύκολα να πλαισιώσουν και να ενισχύσουν το κεντρικό της Αγίας Λαύρας, υπάρχουν και λιγότερο σημαντικά, τα οποία συναντούμε μελετώντας τις βιογραφίες και άλλων προσώπων αυτής ή άλλων ιστορικών περιόδων και τα οποία αποτελούν τις συνηθισμένες υπερβολές και ανακρίβειες αυτού του είδους. Όσον αφορά λ.χ. την περίπτωσή μας αναφέρεται ότι: ο Γερμανός έμαθε καλά γράμματα και γαλλικά στο Άργος, το οποίο εγκατέλειψε με απροσδόκητο τρόπο, για να βρεθεί στη Σμύρνη, όπου κοντά στον μητροπολίτη αυτής της πόλης, συμπατριώτη του και αργότερα πατριάρχη, Γρηγόριο Ε’ απέκτησε γνώσεις ελληνικής και γαλλικής γραμματείας· ότι ο Γερμανός στάλθηκε με εξαρχική αποστολή γύρω στα 1800, δηλαδή πριν εκλεγεί μητροπολίτης Παλαιών Πατρών, στην Πελοπόννησο για να διενεργήσει έλεγχο στο προνομιακό καθεστώς των σταυροπηγιακών μοναστηριών της περιοχής, γεγονός στο οποίο οφείλεται η γρήγορη ανέλιξή του στον θρόνο της πελοποννησιακής μεγαλούπολης· ότι Γερμανός ακολούθησε τον Γρηγόριο Ε’ στο Άγιο Όρος, όπου αυτός εξορίστηκε μετά την πρώτη απομάκρυνσή του (1798) από τον οικουμενικό θρόνο, και μάλιστα ότι θέλησε να παραμείνει κοντά του υπηρετώντας τον, αλλά ο πρώην πατριάρχης τον απέτρεψε και του επέβαλε να επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη.

Παλαιών Πατρών Γερμανός, «ο Μητροπολίτης Γερμανός ευλογεί την σημαίαν της ελευθερίας».

Κοντά σε αυτά υπάρχουν όμως και κάποια, ήσσονος ενδεχομένως σημασίας, στοιχεία, τα οποία όμως αποτελούν καλή σερμαγιά για την πλαισίωση της προσωπικότητάς του. Αναφέρεται λ.χ. ότι ο Γερμανός το 1809, όταν η περιοχή της Αχαΐας μαστιζόταν από ανομβρία και αφού οι εκπρόσωποι των άλλων δογμάτων (Εβραίοι, μουσουλμάνοι) δεν κατάφεραν να προσελκύσουν τα σύννεφα, εκείνος, επικεφαλής της χριστιανικής λιτανείας, με τις δεήσεις του κατάφερε να φέρει την πολυπόθητη βροχή· [20] ή, όταν επανέκαμψε στην Πάτρα (1818), μετά την τουλάχιστον τριετή παραμονή του στην Κωνσταντινούπολη ως μέλος της πατριαρχικής συνόδου, έγινε δεκτός από παραληρούντα πλήθη χριστιανών, τα οποία πλαισίωναν Οθωμανοί επίσημοι, από τους οποίους εξάλλου είχαν σταλεί «πολλοί χρυσοστόλιστοι λαμπροί ίπποι… ευτυχής δ’ ελογίζετο ο ιπποκόμος εκείνος ούτινος τον ίππον ήθελε προτιμήσει ο μεγαλόδωρος Γερμανός». [21] Τέλος, αργότερα, το 1825, κατά την εξέλιξη των εμφυλίων συγκρούσεων στο Μοριά, ο Γερμανός ταλαιπωρήθηκε από τον Νικολέτο Σοφιανόπουλο – το απόσπασμά του ανήκε στις δυνάμεις του Γκούρα που λεηλατούσαν τον Μοριά – που τον συνέλαβε και τον φυλάκισε. Ο Σοφιανόπουλος λοιπόν, κατά την περιγραφή των γεγονότων, δέχθηκε την κατάρα του Γερμανού και «ω του θαύματος… ενώ έχαιρεν άκραν υγείαν, εξεκενώθη όλον του το αίμα από λυσεντερίαν και εντός τεσσάρων ημερών απέθανε. Το αιφνίδιον τούτο γεγονός έφερε τον Γκούραν και τους στρατιώτας εις συναίσθησήν και έπαυσαν να τον κακομεταχειρίζωνται, φοβούμενοι μήπως πάθουν τα αυτά και εκείνοι». [22]

Είναι βέβαιο ότι κάποια από αυτά που αναφέραμε είναι στοιχεία φανταστικά, κάποια άλλα δεν τεκμηριώνονται από τη διασταύρωση με τις πηγές ή μπορεί να κινούνται στην ασάφεια και στην υπερβολή, ωστόσο δημιουργούν ένα καλό κλίμα από το οποίο δεν υπήρξε δυνατόν ούτε ο Δημ. Καμπούρογλου που γράφει στα 1915-1916 χρησιμοποιώντας όλες τις πηγές, και με σαφή πρόθεση να παρακάμψει τις υπερβολές, να ξεφύγει: [23] αναφέρει δηλαδή με αναλυτικό τρόπο όλες τις πηγές και τις πληροφορίες τους, έστω και αν αυτές δεν είναι εξακριβωμένες, προσπαθεί να κινηθεί με τρόπο έξυπνο ανάμεσα στις υπερβολές και ασάφειες, αλλά δεν τοποθετείται κριτικά απέναντι τους. Βρισκόμαστε, άλλωστε, στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και κάποια πράγματα έχουν πάρει το δρόμο τους.

Ωστόσο, το θέμα παραμένει ανοικτό και ελκυστικό, επειδή με τη σύντομη αυτή αναφορά μας δεν είναι δυνατόν να παραθέσουμε όλο το εύρος της πληροφόρησης, να ανασυνθέσουμε δηλαδή όλο το εύρος της πορείας που ακολουθεί ένα στοιχείο μυθοπλαστικό και τον τρόπο με τον οποίο αυτό αναπαράγεται για να πλαισιώσει το πρόσωπο του Π. Πατρών Γερμανού με όλα τα απαραίτητα στοιχεία της θεοσημίας που προοιωνίζει την κορύφωση. Με άλλα λόγια, η ανάγκη μιας νέας προσέγγισης στη ζωή του Γερμανού και η μελέτη της μετάλλαξης κάποιων σημείων της σε στοιχεία μιας ισχυρής μυθοπλασίας που θα πλαισιώσει την κορυφαία ηρωική πράξη, είναι πρόδηλη και επιτακτική.

Πέρα από αυτά όμως, η πορεία του Γερμανού, δηλαδή η ηρωική αναγωγή, δεν υπήρξε δρόμος χωρίς εμπόδια, επειδή «τα μάτια των άλλων» κοίταξαν και με τον ανάποδο τρόπο. Με άλλα λόγια, η πορεία προς τον θρύλο συνάντησε και εμπόδια, η πρόσληψη του Γερμανού ως κεντρικού προσώπου της ελληνικής εξέγερσης, δηλαδή ως προσώπου που συνδέεται πρωτίστως με το αφετηριακό γεγονός της Λαύρας, αλλά και με άλλες πράξεις, δεν εμπεδώθηκε χωρίς αντιστάσεις. Ας παραθέσουμε ορισμένες.

 

Ο πατριωτικός όρκος των Ελλήνων κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία των R. Bettannier και Morton από ομώνυμο ζωγραφικό έργο του Γάλλου ζωγράφου, Alphonse de Neuville. Παρίσι, 1865.

 

Ο Ιωάννης Φιλήμων, προλογίζοντας μάλιστα την α’ έκδοση των Απομνημονευμάτων του Γερμανού, απορρίπτει την έναρξη της Επανάστασης την 25η Μαρτίου, [24] ταυτόχρονα όμως εγκωμιάζει τον Γερμανό ως πρωτεργάτη του Αγώνα αλλά με άμεση συμμετοχή στην εξέγερση της Πάτρας. Την ίδια ψύχραιμη ματιά θα ρίξει στα γεγονότα και ο Δημήτριος Αινιάν γράφοντας το 1854. [25] Ο Σπυρίδων Τρικούπης, αφού ομολογήσει ότι και ο ίδιος νεκρολογώντας τον Ανδρέα Ζαΐμη υποστήριξε τα σχετικά με την Αγία Λαύρα, ανασκευάζει στην Ιστορία του τα πράγματα, γράφοντας ότι «ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα, ότι εν τη μονή της Αγίας Λαύρας ανυψώθη κατά πρώτον η σημαία της ελληνικής Επαναστάσεως». [26] Ο ίδιος θα επανέλθει με δριμύτητα για το ίδιο θέμα και άλλες φορές. Και αν ο γάλλος Πουκεβίλ έχει άμεση σχέση με πολλές από τις αβέβαιες έως αβάσιμες πληροφορίες για τον Π. Πατρών, οι οποίες όμως φαίνεται ότι αποτέλεσαν ένα ισχυρό πλαίσιο για την 25η Μαρτίου και τα συναφή, υπήρξαν πολλοί άλλοι ξένοι, επίσης λόγιοι, που έγραψαν αρνητικά για τον Γερμανό και τις ενέργειες του (Μίλλερ, Ζουριέν ντελα Γκραβιέρ, Γκόρντον). [27]

Παράλληλα, μια αντίδραση ισχυρή εναντίον του Γερμανού θα προέλθει από τα γραπτά άλλων απομνημονευματογράφων και πρωταγωνιστών του Αγώνα, όπως ο Φωτάκος, ο Αμβρόσιος Φραντζής που θα προσβάλλουν τα Απομνημονεύματα του Γερμανού ως ανακριβή. [28] Και αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογικό, έως ένα βαθμό, για τα πρόσωπα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έζησαν τα γεγονότα και τα αφηγούνται αργότερα εκτιμώντας τα διαφορετικά, οι κατηγορίες που εκπορεύτηκαν από τον Κανέλλο Δεληγιάννη προσέβαλλαν απευθείας το κύρος και την ηθική υπόσταση τον Γερμανού. Το σχετικό επεισόδιο, με στοιχεία που θα αποτελούσαν την ύλη ενός πολύ καλού αστυνομικού μυθιστορήματος, αποδίδουν στον Γερμανό την ηθική αυτουργία της εξόντωσης Τούρκων αιχμαλώτων με σκοπό την ιδιοποίηση των κοσμημάτων που αυτοί κατείχαν και είχαν εμπιστευθεί στον Γερμανό για να τους τα επιστρέφει υπό καλύτερες συνθήκες. Η όλη ιστορία θα εκτυλιχθεί σε αφήγημα που θα ακολουθήσει τον Γερμανό στην Ιταλία και θα συνδεθεί με τον θάνατό του και τις διενέξεις μεταξύ των συγγενών του. [29] Εξάλλου ο ίδιος ο Κανέλλος Δεληγιάννης αλλά και άλλοι θα αμφισβητήσουν ευθέως το κείμενο των Απομνημονευμάτων του Γερμανού, με τεκμηριωμένη, θα έλεγα, επιχειρηματολογία.

Δεν κρίνουμε σκόπιμο να επεκταθούμε περισσότερο στις πλέον πρόσφατες διενέξεις περί τον Γερμανό, την προσωπικότητά του και κυρίως την Λαύρα και την 25η Μαρτίου, που όλοι γνωρίζουμε. Ας μνημονεύσω μόνο τον Τάκη Σταματόπουλο, ο οποίος στο γνωστό αφήγημά του για τον Γερμανό, [30] δεν θα διστάσει να ισχυριστεί ότι πολλές πράξεις του Γερμανού είχαν την αφετηρία τους στα συμπλεγματικά παιδικά χρόνια του Γερμανού που οφείλονταν στην φοβερή δυσμορφία του, πράγμα που δεν επιβεβαιώνεται με κανένα τρόπο, αλλά δηλώνει, πιστεύουμε, ανάγλυφα την πορεία που μπορεί να πάρει η ιστορική προσέγγιση, όταν επιζητεί απλώς να κατασκευάσει ή να αναιρέσει έναν θρύλο.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Αναφέρομαι στη σειρά Ιστορική Βιβλιοθήκη: Οι Ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας, επιστημονική επιμέλεια: Βασ. Παναγιωτόπουλος, Αθήνα. Τα Νέα. 2010.

[2] Η βιβλιογραφία για τον Γερμανό είναι εκτεταμένη και δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος να την παραθέσουμε εδώ· βλ. πάντως, την πρόσφατη βιογραφία του στο: Παν. Μιχαηλάρης – Βασ. Παναγιωτόπουλος. Κληρικοί στον Αγώνα, στη σειρά Οι Ιδρυτές, αρ. 15. Αθήνα 2010. σ. 11-44, όπου και η βασική βιβλιογραφία.

[3] Στο ίδιο, σ. 35-38.

[4] Βασ. Παναγιωτόπουλος, με τη συνεργασία των Δημ. Δημητρόπουλου, Παναγ. Μιχαηλάρη, Αρχείο Αλή πασά Συλλογής I. Χώτζη Γενναδείου Βιβλιοθήκης, τ. Α’ (1747-1808), Αθήνα, ΙΝΕ/ΕΙΕ, 2007, σ. 547, έγγρ. αρ. 295 και τ. Β’ (1809-1817), σ. 250-252, έγγρ. αρ. 589.

[5] Βλ. πρόχειρα, Μιχαηλάρης – Παναγιωτόπουλος, Κληρικοί, σ. 38-42.

[6] Στο ίδιο.

[7] Για το ζήτημα αυτό, για το οποίο έχουν γραφτεί πολλές σελίδες, παραπέμπουμε στο τελευταίο δημοσίευμα: Βασ. Κρεμμυδάς, «Μηχανισμοί παραγωγής ιστορικών μύθων», Μνήμων 18 (1996), σ. 9-21.

[8] Φυσικά αναφέρομαι στο Σεμινάριο του 2010, του οποίου οι εργασίες αποτελούν την ύλη του παρόντος δημοσιεύματος.

[9] Είναι γνωστό ότι η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως εθνική εορτή από τον Όθωνα το 1838, χωρίς αναφορά, όμως, στον Γερμανό και την Αγία Λαύρα· βλ. Χριστίνα Κουλούρη, Μύθοι και σύμβολα μιας εθνικής επετείου, Κομοτηνή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, 1995.

[10] Δημ. Γρ. Καμπούρογλου, «Μελέτη επί του βίου και της δράσεως του Παλαιών Πατρών Γερμανού 1771-1826», Αθηνά 27 (1915), σ. 209-272 και 28 (1916), σ. 205-251 (το πρώτο μέρος της μελέτης με ελαφρώς τροποποιημένο τίτλο δημοσιεύτηκε και αυτοτελώς το 1912)· εδώ η παραπομπή στην Αθηνά 27, σ. 213.

[11] Αναστ. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Α’: Κλήρος Αθήνα 1869, σ. 51-52.

[12] Παραδίδεται από τον Γ. I. Παπούλα, στον πρόλογό του στην τρίτη έκδοση των Απομνημονευμάτων του Γερμανού, Αθήνα 1900, σ. 8· βλ. και Μητροπολίτου Παλ. Πατρών Γερμανού, Απομνημονεύματα, επιμ. Ιωάννα Γιανναροπούλου – Τάσος Γριτσόπουλος, Εκδόσεις της Δημοσίας Βιβλιοθήκης της Σχολής Δημητσάνης, αρ. 2, Αθήνα 1975, σ. 9 (η τελευταία αυτή έκδοση των Απομνημονευμάτων του Γερμανού είναι φωτομηχανική αναπαραγωγή της β’ έκδοσης του 1837, αλλά εκδίδονται χρήσιμα στοιχεία και από τις άλλες εκδόσεις, όπως λ.χ. ο πρόλογος του Γ. Παπούλα).

[13] Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, σ. 9Τ Τάκης Κανδηλώρος, Η Δημητσάνα. Ιστορική μονογραφία μετά βιογραφιών του Πατριάρχου και του Γερμανού, Αθήνα 1897, σ. 89.

[14] Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, σ. 100.

[15] Η μόνη έγκυρη πληροφορία για την εκλογή του Γερμανού ως μητροπολίτη είναι του Καλλίνικου Δεληκάνη, «Επισκοπικοί Κατάλογοι», Εκκλησιαστική Αλήθεια, έτος 28 (1908), σ. 245, ο οποίος αντιγράφοντας τη σχετική πράξη από τον κώδικα εκλογών, παραθέτει: «1806… Παλαιών Πατρών Γερμανού, (Πρωτοσ. Μητρ. Κυζίκου), Μαρτίω».

[16] Ο Μαν. Γεδεών, προσδιορίζει ότι αυτό έγινε την 14η ή 15η Μαρτίου, όταν καλείται να δώσει την σχετική πληροφόρηση στον Καμπούρογλου (σ. 229), αλλά ο τελευταίος δεν θα διστάσει ανεπιφύλακτα να αποδεχτεί ως ημέρα εκλογής την 25η Μαρτίου 1806 (σ. 230), αναφέροντας επί λέξει: «Ιδού λοιπόν ο Γερμανός Μητροπολίτης από της 25ης Μαρτίου (δεχόμεθα τούτο) του έτους 1806»; φυσικά η μετάθεση κατά δέκα ημέρες είναι εύκολο να γίνει – και μάλιστα αναιτιολόγητα – αφού κάλλιστα μπορεί να αιτιολογηθεί χ.χ. και ως τυπογραφικό σφάλμα.

[17] Τις σχετικές πληροφορίες διασώζουν ο Ιωάννης Φιλήμων, στα Προλεγόμενα της πρώτης και δεύτερης έκδοσης των Απομνημονευμάτων του Γερμανού (Αθήνα 1837), ο οποίος (σ. 41) θα υποστηρίξει ότι ο Γερμανός ήταν «άνθρωπος μάλλον της Ελλάδος απάσης, ή της Πελοποννήσου», και ο Σπυρ. Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, έκδ. β’, τ. Α’, Λονδίνο 1860, σ. 315-316.

[18] Ιωάννης Φιλήμων, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας, Αθήνα 1834, σ. 206.

[19] Αμβρόσιος Φραντζής, Επίτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Δ’, Αθήνα 1841, σ. 92-93.

[20] Στέφ. Θωμόπουλος, Ιστορία της πόλεως Πατρών, Πάτρα 1950, σ. 585· Παναγ. Δ. Μιχαηλάρης, «Την γοητείαν του εστερέωσεν ωρισμένον γεγονός», εφ. Πελοπόννησος, 19 Νοεμβρίου 2011.

[21] Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, σ. 104-105.

[22] Βλ. τα σχετικά γεγονότα και την τεκμηρίωσή τους στον Καμπούρογλου, «Μελέτη», Αθηνά 28 (1916), σ. 238-239.

[23] Εκτιμούμε ότι η μελέτη του Καμπούρογλου (βλ. εδώ σημ. 10), μαζί με τη μικρή μελέτη (16 σ.) του Δημ. Αινιάνος, Γερμανός ο Παλαιών Πατρών, Αθήνα 1854, αποτελούν καλές βιογραφικές αποτιμήσεις του Γερμανού· σε αυτές ας προστεθεί και η εκτενής εισαγωγή (σ. III- CXLVI) του Τ. Γριτσόπουλου, στη φωτομηχανική επανέκδοση των Απομνημονευμάτων του Γερμανού (βλ. εδώ σημ. 12).

[24] Βλ. τον πρόλογο του Φιλήμονος στο Γερμανού. Υπομνήματα περί της Επαναστάσεως της Ελλάδος, β’ έκδ., Αθήνα 1837. σ. κστ-κζ.

[25] Αινιάν, Γερμανός, σ. 11.

[26] Τρικούπης. Ιστορία, σ. 312.

[27] Βλ. Κρεμμυδάς. «Μηχανισμοί παραγωγής».

[28] Παν. Μιχαηλάρης. «Γερμανός μητροπολίτης Παλαιών Πατρών», στο Μιχαηλάρης -Παναγιωτόπουλος, Κληρικοί, σ. 25-27.

[29] Στο ίδιο, σ. 41- 42.

[30] Τάκης Αργ. Σταματόπουλος, Ο Π. Π. Γερμανός χωρίς θρύλο, Αθήνα. Κάλβος, 1974 (α’ έκδ. 1958).

 

Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης

Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών – Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών

«Η ματιά των άλλων» – Προσλήψεις προσώπων που σφράγισαν τρεις αιώνες (18ος – 20ος). Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Αθήνα, 2012.

* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που παρατίθενται στο κείμενο, οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

  

Σχετικά θέματα:

 

Read Full Post »

Στοιχειά της καθημερινότητας από το Ναύπλιο της δεύτερης Βενετοκρατίας – Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης, «Της Βενετιάς τ’ Ανάπλι – 300 χρόνια από το τέλος μιας εποχής 1715-2015». Επιστημονικό Συμπόσιο 9 -11 Οκτωβρίου 2015 Πρακτικά. Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙΧ (2017).


 

Φραντσέσκο Μοροζίνι (Francesco Morosini, 1619- 1694). Χαρακτικό του 18 αιώνα, P. Coronelli.

Είναι γνωστό ότι ένα από τα πιο σημαντικά επεισόδια του πέμπτου βενετοτουρκικού πολέμου (1684-1699)[1] υπήρξε η ανακατάληψη της Αττικής, και ειδικό­τερα της Αθήνας, το 1687, από τα στρατεύματα του επικεφαλής του πολέμου, Βενετού Φραγκίσκου Μοροζίνι. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή δεν επρόκειτο να διαρκέσει για μεγάλο διάστημα και η εκ νέου εγκατάλειψη της Αττικής και των γύρω από αυτήν περιοχών στα χέρια των Οθωμανών θα συντελεστεί αρκετά γρήγορα, εξαιτίας των μεγάλων δυσκολιών που αντιμετώπισαν οι δυτι­κές δυνάμεις.[2] Όμως, η αποχώρηση των Βενετών και ο εν συνεχεία περιορι­σμός τους αποκλειστικά στην ανακαταληφθείσα Πελοπόννησο (Regno di Morea) συμπαρέσυρε και πολλούς Έλληνες, κατοίκους της Αττικής και των γύρω περιοχών (Θήβα, Εύβοια), και ιδιαίτερα πολλούς κατοίκους της πόλης της Αθήνας· κάποιες πηγές, μάλιστα, υπολογίζουν τον αριθμό τους σε 6.000 ανθρώπους.[3]

Η υποστήριξη που είχαν παράσχει οι Αθηναίοι στους Βενετούς – είχαν συ­γκροτήσει ακόμα και ένοπλο στρατιωτικό τμήμα για την ενίσχυση των δυτικών δυνάμεων[4]– και ο φόβος για πιθανά βίαια αντίποινα εις βάρος τους εκ μέ­ρους των Οθωμανών, μαζί, βέβαια, με τη διευκόλυνση της μετοικεσίας αυτής εκ μέρους των Βενετών για λόγους ασφαλώς δημογραφικούς,[5] μπορεί να εξη­γήσει σε μεγάλο βαθμό την αιτία εξόδου των Αθηναίων από την πατρίδα τους.

Στο σημείο αυτό θέλω να προσθέσω και ένα άλλο στοιχείο, που ενδεχομέ­νως συμβάλλει στην κατανόηση της στάσης των Αθηναίων να συνδράμουν τον Μοροζίνι: πολλοί από τους Αθηναίους είχαν συγγενικά πρόσωπα στη Βενετία, όπου βρίσκουμε εγκατεστημένους Αθηναίους τουλάχιστον από τα μέσα του 17ου αι., ενώ υπήρχαν και πολλοί μετακινούμενοι μεταξύ Βενετίας και ελλαδικού χώρου, οι οποίοι ασκούσαν το εμπόριο. Τα πολλά κοινά ονόματα[6] που αντιστοιχούν σε μέλη της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας και σε κατοίκους της Αθήνας, καταδεικνύουν με σαφή τρόπο τη στενή συνάφεια μεταξύ των ανθρώπων αυτών, πολλούς από τους οποίους η βενετική εμπλοκή οδήγησε σε περιοχές του Μοριά, και κυρίως στο Ναύπλιο, κατά τη δεύτερη βενετοκρατία.

Είναι, λοιπόν, ακριβώς αυτή η συνάφεια των ανθρώπων που μας βοηθά να αντλήσουμε πολλές πληροφορίες για το βενετοκρατούμενο Ναύπλιο και την ενδοχώρα του, επειδή, όπως είναι ευνόητο, η σχέση και οι δοσοληψίες τους εξακολούθησαν να υφίστανται και μετά από την εναλλαγή του τόπου κατοι­κίας: από την Αττική, και κυρίως την Αθήνα, στην Πελοπόννησο, και κυρίως στο Ναύπλιο.

Φυσικά, οι πληροφορίες αυτές δεν αποτελούν συστηματικές και λεπτομε­ρείς αναφορές συνταγμένες από κρατικούς αξιωματούχους για να ενημερώ­σουν τις κεντρικές αρχές της Γαληνοτάτης για την κατάσταση των επαρχιών. Όμως, επειδή προέρχονται από ανθρώπους που ζουν τα γεγονότα από κοντά, δρώντας φυσικά μέσα στον στενό και άμεσο κύκλο των επαφών και των συμ­φερόντων τους, έχουν ιδιαίτερη σημασία και μπορούν να πλαισιώσουν τις επίσημες πηγές, οι οποίες δεν μπορεί παρά να προσεγγίζουν στο σύνολό τους τις καταστάσεις με γενικό τρόπο και να μην αποδίδουν τις λεπτομέρειες των άμεσα εμπλεκομένων.[7]

Οι πληροφορίες αυτές, λοιπόν, προέρχονται από δύο πηγές αλληλογρα­φίας, που έχουν ως τόπο αποστολής το Ναύπλιο και προορισμό τη Βενετία. Αποστολείς, από το Ναύπλιο, είναι ο Χριστόδουλος Λελέκος και ο Νικολός Θεοτόκης, και παραλήπτης, στη Βενετία, είναι πάντα ένας, ο Δημήτριος Πε­ρούλης.[8] Η αλληλογραφία καλύπτει την περίοδο από το 1708 έως το 1715. Έχουμε, ωστόσο και δύο παλαιότερα γράμματα του Θεοτόκη (1698 και 1705), ενώ ο Χρ. Λελέκος θα εξακολουθήσει να στέλνει γράμματα στη Βενετία και μετά από την πτώση του Ναυπλίου, φυσικά από άλλους τόπους και υπό άλλη ιδιότητα.[9]

Ο Νικολός Θεοτόκης,[10] αθηναϊκής καταγωγής, εξάδελφος του Δ. Περού­λη, με εξαμελή οικογένεια, είναι ένας από τους μικροεμπόρους του Μοριά, που προμηθεύουν τον Δ. Περούλη με προϊόντα, στη γνωστή γραμμή της εμπορι­κής δραστηριότητας με αποστολή πρώτων υλών στη Βενετία και εισαγωγή από εκεί προϊόντων της βενετσιάνικης βιοτεχνίας και διάθεσή τους στον ελλαδικό χώρο. Ο Ν. Θεοτόκης καταθέτει στα γράμματά του εμπορικές πράξεις, εκτιμήσεις δοσοληψιών, εκτιμήσεις για την παραγωγή ορισμένων προϊόντων (κυρίως μεταξιού), διαπιστώσεις για την οικονομική κατάσταση στον Μοριά και τα πιθανά κέρδη, εκκλήσεις για επικερδή διάθεση των προϊόντων που στέλνει στη Βενετία, και βέβαια προσωπικά/οικογενειακά συμβάντα. Είχε στείλει τους δύο γιους του (Κωνσταντή και Αδριανό) στη Βενετία, τον πρώτο το 1708 – για να μάθει κοντά στον Περούλη τα του εμπορίου – και τον δεύτε­ρο λίγο πριν από την εισβολή των Τούρκων, ενώ ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε με την πτώση του Ναυπλίου και απελευθερώθηκε με την καταβολή λύτρων (βλ. παρακάτω).

Ο άλλος επιστολογράφος μας, ο Ηπειρώτης Χριστόδουλος (Χρίστος) Λελέκος,[11] ήταν από μικρός παραγιός των Περούληδων στην Αθήνα και εν συνε­χεία, ακολουθώντας την πορεία των αφεντικών του, θα βρεθεί στο Ναύπλιο, όπου έγινε, θα λέγαμε, οικονομικός διαχειριστής της οικογένειας. Με άλλα λόγια, βρέθηκε να εξυπηρετεί τα νέα συμφέροντα των αφεντικών του στον Μοριά, δηλαδή αυτά που προέκυψαν από την απόδοση σε εκείνους – όπως και σε πολλούς άλλους εποίκους – κτημάτων στην ενδοχώρα του Ναυπλίου. Ο Χρ. Λελέκος στην πραγματικότητα βρίσκεται στη δούλεψη αρκετών προσώ­πων της οικογένειας Περούλη του Μοριά (γυναίκες, νύφες, γαμπροί, παιδιά), συνολικά υπηρετεί περίπου 20 άτομα. Ανάμεσα στα άτομα αυτά ουσιαστικά δεν υπάρχει υπεύθυνο ενήλικο αρσενικό πρόσωπο με το όνομα Περούλης, επειδή ο Δ. Περούλης – που θα μπορούσε να έχει αυτόν τον ρόλο – βρίσκεται μόνιμα εγκατεστημένος στη Βενετία, ενώ ο πατέρας του, ο γιατρός Σπυρί­δωνας που είναι ένας από τους επικεφαλής των εποίκων Αθηναίων, κινείται συνεχώς μεταξύ Μοριά και Βενετίας, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να ανταποκριθεί με συνέπεια στον ρόλο αυτό.

Σε αυτές τις συνθήκες ο Χρ. Λελέκος, πέρα από την επίβλεψη των αγρο­τικών εργασιών, την επιμέλεια της καλλιέργειας των κτημάτων και τη διά­θεση των προϊόντων που αυτά αποδίδουν, αναδεικνύεται και ως ένας οιονεί διαμεσολαβητής ανάμεσα στους Περούληδες του Ναυπλίου και εκείνων της Βενετίας, έχοντας αποκτήσει την εμπιστοσύνη και των δύο μερών. Από την αλληλογραφία του, εξάλλου, φαίνεται καθαρά ότι επιχειρεί να ισορροπήσει τις προσωπικές/οικογενειακές αντιθέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας, κοινοποιώντας στον Δ. Περούλη τα πεπραγμένα του, οικονομικά και ενδοοικογενειακά. Αυτό, ωστόσο, ενέχει και υψηλό ρίσκο, που θα αποτυπωθεί, άλλωστε, στη μετά την πτώση του Ναυπλίου διένεξή του με τον Δ. Περούλη ως προς τα υψηλά έξοδα που παρουσιάζει ότι έχουν γίνει για τη συντήρηση της οικογένειας του Ναυπλίου, διένεξη που τελικά θα καταλήξει στα βενετικά δικαστήρια και εξαιτίας της οποίας διασώθηκε και η εν λόγω αλληλογραφία.[12]

Αιχμάλωτος και ο Χρ. Λελέκος των Τούρκων, μετά την πτώση του Ναυπλίου, εξαγόρασε την ελευθερία του και, ακολουθώντας τα τουρκικά στρατεύματα στην πορεία τους προς τη Χίο και τη Σμύρνη, απελευθέρωσε πολλά μέλη της οικογένειας Περούλη με την καταβολή λύτρων. Σημειώνω ότι μεταξύ του Ν. Θεοτόκη και του Χρ. Λελέκου, δηλαδή της αλληλογραφίας τους, υπάρχει μικρή επικάλυψη και αναφορές του ενός στα πεπραγμένα του άλλου, καθώς εξυπηρετούν και εξαρτώνται από κοινό πρόσωπο.

Όπως ανέφερα ήδη, τα στοιχεία που καταγράφονται σε αυτά τα περίπου 50 γράμματα,[13] είναι πολλά και γι’ αυτό στη μελέτη αυτή θα αναφερθώ υπο­χρεωτικά σε λίγα, στα πιο ενδιαφέροντα, κατά τη γνώμη μου, και πάντως με περιγραφικό και όχι αναλυτικό τρόπο, επιδιώκοντας απλώς να προϊδεάσω τον αναγνώστη για το σύνολο της αλληλογραφίας. Έχω πάντως την εντύπωση ότι είναι από τις λίγες φορές – δεδομένου ότι πηγές αυτού του τύπου και για την περίοδο αυτή είναι λίγες – που μέσω των γραμμάτων του Χρ. Λελέκου, πέρα από τις όποιες πληροφορίες αφορούν τις διαπροσωπικές σχέσεις των ατόμων, μπορούμε να αντλήσουμε στοιχεία για τη φύση και την τύχη της κτηματικής περιουσίας που παραχωρήθηκε στους Αθηναίους εποίκους από το βενετικό δημόσιο.

Έτσι, διαπιστώνουμε τη χρησιμοποίηση ντόπιων εργατών (κολίγων) αλλά ενίοτε και στρατιωτών της φρουράς του Ναυπλίου· τα χωράφια καλλιεργού­νται συστηματικά και αποδίδουν κυρίως σιτάρι, κριθάρι, κουκιά, σταφύλια, βαμβάκι και κρασί, σε ποσότητες οι οποίες – όσον αφορά κυρίως το σιτάρι και το κρασί – είναι τέτοιες που, μετά την καταβολή της δεκάτης και όσων διατίθενται για αυτοκατανάλωση, επιτρέπουν την εμπορευματοποίησή τους.

Οι αναφορές σε ποσότητες σιταριού που, εκχρηματιζόμενες, φορτώνονται σε βενετσιάνικα και γενοβέζικα πλοία είναι συχνές.14

Εκτός όμως από την εκμετάλλευση των υπαρχουσών καλλιεργήσιμων γαιών στην ενδοχώρα του Ναυπλίου, υπάρχουν συνεχείς αναφορές σε εκχερ­σώσεις και μετατροπές σε καλλιεργήσιμη γη νέων εδαφών που βρίσκονται σε βαλτώδεις περιοχές, και μάλιστα με εντατικό τρόπο. Ίσως, μάλιστα, το γεγονός αυτό αποτελεί και ένδειξη του προβλήματος που υπήρχε στην Πελο­πόννησο, δηλαδή της έλλειψης εργατικών χεριών, το οποίο οι Βενετοί προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν διευκολύνοντας την εγκατάσταση εποίκων από την Αττική και τις γύρω από αυτήν περιοχές. Το ενδιαφέρον είναι ότι πολλές φορές υπάρχει πίεση για εκχερσώσεις και από τον Δ. Περούλη της Βενετίας, απόδειξη ότι η παραχώρηση των κτημάτων δεν συντελούσε απλώς στην απο­κατάσταση των εποίκων αλλά αποσκοπούσε σε ουσιαστική παραγωγική εκ­μετάλλευση, όπως μαρτυρεί και η παρακάτω χαρακτηριστική αναφορά του Χρ. Λελέκου:15

 

αν ροτάς διά τά υποστατικά, με χάρης Θεού καλλά έπίγαν κατά τον κερόν όπου έκαμε, και έχω διά πούλισην στάρη πινάκεια[14] [15] [16] [17] 300 και χόρια κουκιά- άλλα 50, και κριθάρη. εις το αμπέλη ήρθαν και μου έδοσαν πρότον λόγον ρηάλια17 – 500, εγώ τους εγίρεψα ριάλια 750.

 

Στις εκμεταλλεύσεις αυτές εντάσσεται και η λειτουργία υδρομύλων, αποκλει­στικά εξαρτώμενων, όπως και οι καλλιέργειες, από τις βροχοπτώσεις, με τις οποίες ενισχύονταν τα νερά των τοπικών χειμάρρων, ώστε να λειτουργεί άρ­τια το σύστημα άλεσης των σιτηρών.

Από τις καλλιέργειες αυτές, δηλαδή από τη διάθεση των προϊόντων που ανέφερα, φαίνεται ότι εισπράττονταν ικανοποιητικά ποσά, τα οποία χρησι­μοποιούνταν για την εξυπηρέτηση εμπορικών συναλλαγών, σύμφωνα με τις εντολές που δίνονταν από τη Βενετία. Εξάλλου, είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι μικρές εμπορικές συναλλαγές βρίσκει τη δυνατότητα να ασκεί και ο παραγιός Χρ. Λελέκος (γνωρίζουμε αρκετές παραγγελίες του σε βιοτεχνικά προϊόντα[18]), ενώ η παρέμβαση του Ν. Θεοτόκη είναι ακριβώς αυτή, δηλαδή η αποστολή προϊόντων (κυρίως μεταξιού) στη Βενετία, η πώλησή τους, η αγο­ρά κατόπιν βιοτεχνικών προϊόντων (κυρίως υφασμάτων) και η διάθεσή τους στην Πελοπόννησο, όπως ήδη έχω αναφέρει.

Ο Χρ. Λελέκος όμως είναι ένας πολύ διορατικός στα οικονομικά, είναι ο παραγιός που συνεχώς εντοπίζει πιθανές πηγές κέρδους. Έτσι, είναι συνε­χής η πίεσή του προς τον Δ. Περούλη να μεριμνήσει για την ενοικίαση της δεκάτης, καθώς στο μυαλό του αυτό είναι μια δραστηριότητα που μπορεί να αποφέρει σημαντικά έσοδα, και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερο κόπο:

 

τόρα της γράφω διά την δεκατία[19]όπου βλέπο και δεν την εκόφτη και διά να την εκονφερμάρη, να την εχομε διά πάντα, και αν την εκουφερμάρη είναι ένα μέριτο καλλό όπου θέλη να μας δίδη τον χρόνον διάφορο ρηάλια -100 χορής καμίαν έξοδο.[20]

 

Ασφαλώς πρόκειται για δεκάτη τοπικής εμβέλειας, η λειτουργία της οποίας αξί­ζει να διευκρινιστεί, αλλά, κατά πάσα πιθανότητα, αναφέρεται στην περιοχή όπου υπάρχουν και οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις των Περούληδων.

Όπως ήδη ανέφερα, η εξάρτηση της απόδοσης των καλλιεργειών από τις καιρικές συνθήκες, δηλαδή στην ουσία από τις ικανές και στην κατάλληλη εποχή βροχές (αλλά και από την ακρίδα που ενδημούσε στην περιοχή), είναι καθοριστική και νά πώς την αποδίδει ο Χρ. Λελέκος στα γράμματά του:[21]

 

σας δίδω ήδισην πος φέτος έχη να γένη μεγάλην πίνα με το να μην έβρεξαι ο απρίλης ολότελα, και έως την σίμερον δεν την ήδαμαι την βροχή, μερικά στάρηα όπου ήχαν σπαρμένα εκαήκαν ολότελα, όπου δεν θερίζουν αλλά μήτε βάνουν δρεπάνει, μόνον ο θεός να κάμη ένα έλεος εις τον κόσμο του. Την σιμερον πιγένη το στάρη δέκα τέσεραις λίτρες[22] το πεινάκη και δεν το εβρίσκουν. Εις το παζάρη ος το μεσιμέρη είναι ψομή και από το μεσημέρη και ήστερα δεν ευρίσκεται.

 

Ένα δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο που αποτυπώνεται στην αλληλογραφία, είναι η έλλειψη καλών ακινήτων (κτηρίων) στο Ναύπλιο και το ενδιαφέρον του Δ. Περούλη να αποκτήσει σπίτια[23] [24] [25] [26] [27] [28] και εργαστήρια.24 Γνωρίζουμε ότι έχει στην κατοχή του ένα καλό σπίτι, το οποίο νοίκιαζε σε Δομινικανούς25 μονα­χούς επί δύο έτη και μετά δέχθηκε πίεση για να το ενοικιάσει σε Βενετσιάνους αξιωματούχους,26 δηλωτικό της έλλειψης κτηρίων που πριν ανέφερα. Πέρα από αυτά, οι ανταποκριτές του τον πληροφορούσαν συνεχώς για την κατά­σταση διάφορων σπιτιών που ενδιαφερόταν να αγοράσει. Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη περιγραφή ενός από τους ανταποκριτές του Δ. Περούλη:27

 

διά το σπήτη όπου μου γράφη διά να της γράψο αν έχη κομοδα,28 εκείνο του ρ Θεοτόκη[29] άλλο δεν έχη παρά εις τον κάτου πάτω έχη μία κάμαρα μηκρή και την κουζήνα, εις τον απάνου πάτω έχη δίο καμαροπούλες και το πόρτιγω[30] με το σαγνισήνη[31] όπου είναι εις τα κεραμήδια του τζοκάκη, μόνον να κάμης αν είναι μοδος[32] να πάρης τον αρχόντων τον κοθονέον,[33] όπου κάθεται ο μέλλος,[34] και αν το πάρης κάνης ένα παλάτην ό[που] να μην εί­ναι άλλο δευτερό του εις το αναύπλη και τέσερα αργαστίρηα εις το πάζάρη, όπου λέμε δίο όπου είναι τα δηκά μας και δίο του ροήδη και να πέρνης τον χρόνον από τα νίκηα ρηάλια -200.

 

Πολύ πιθανόν να βρισκόμαστε μπροστά στην περίπτωση εκμετάλλευσης ακι­νήτων, τάση που θα εκδηλωθεί με ένταση εκ μέρους του Δ. Περούλη λίγο αργό­τερα, αλλά προς άλλες, πιο ασφαλείς και βέβαια πιο προσιτές κατευθύνσεις.[35] [36]

Ένα άλλο στοιχείο που αξίζει να αναφέρω και εμφανίζεται στα γράμματα του Ν. Θεοτόκη σαφέστατα, είναι ότι κατά τις εμπορικές συναλλαγές, δηλαδή από τη διάθεση του μεταξιού, κυρίως, στην πιάτσα της Βενετίας, δεν επιθυμεί την αποστολή χρημάτων αλλά την επένδυσή τους στην αγορά βιοτεχνικών προ­ϊόντων. Αυτό αποτελεί, βέβαια, συνήθη πρακτική, όπως γνωρίζουμε και από τη συμπεριφορά και άλλων εμπόρων της περιόδου αυτής. Ωστόσο, πολλές φορές η πρακτική αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι κατά τη μετατροπή των νομισμάτων στην αγορά του Ναυπλίου ο Ν. Θεοτόκης διαπιστώνει ότι χάνει – επειδή και το λάντζο της μονέδας καλάρη πολύ36-, γι’ αυτό αναζητεί ισόπο­σης αξίας βιοτεχνικά προϊόντα (κυρίως υφάσματα) ή ακόμα και χρυσάφι, το οποίο, μάλιστα, συνιστά να στέλνεται με τον καπετάνιο τού εκάστοτε πλοίου και να επιδίδεται χέρι με χέρι, επειδή το Τελωνείο του Ναυπλίου επιβάλλει υψηλούς δασμούς: να μην το ιδούνε εδώ οι ντουανιέροι, επειδή παίρνουνε εις το χρυσάφι ντάκιο.[37]

Στη γραμμή αυτή και μέσα από τις παραγγελίες βενετσιάνικων βιοτεχνι­κών προϊόντων γίνεται έκδηλα φανερό ότι η τοπική αγορά είναι απόλυτα εξαρ­τημένη και από τις εισαγωγές προϊόντων, που, πέρα από τα αναμενόμενα (υφά­σματα, γυαλικά, βιβλία, ρούχα κτλ.) και τα σπανιότερα (κονιδολόγοι,[38] ρο­δοζάχαρη διά το βλάψιμο) ή προϊόντα ειδικώς επιζητούμενα (πιστόλι και του­φέκι ειδικών προδιαγραφών, ή να μου στίλης ένα καπελάκη χρυσό με τα πτερά διά το πεδή του ρ μάβροιωάνη όπου το έχω βαπτησμένο[39]), έχει ανάγκες και σε φτυάρια, σακούλες για το αλεύρι, παλάντζες για το ζύγισμα κτλ., δηλωτικά της σχεδόν παντελούς έλλειψης επιτόπιας βιοτεχνίας.

Δεν μπορώ να επεκταθώ σε περαιτέρω στοιχεία, τα οποία και πολλά είναι και άλλου τύπου πραγμάτευση απαιτούν. Θα καταλήξω εδώ στη διαπίστωση ότι κάποια στιγμή, όσο πλησιάζουμε προς το τέλος, εκδηλώνεται ο φόβος του τουρκικού κινδύνου, ο οποίος προσδιορίζει τις πράξεις και τις σκέψεις των ανθρώπων.

Όπως γνωρίζουμε, οι απειλητικές διαθέσεις των Τούρκων είχαν γίνει εμφανείς τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την πτώση του Ναυπλίου, πράγμα που αποτυπώνεται και στην αλληλογραφία μας. Θα αναφέρω ορισμέ­να στοιχεία: στα έξοδα του Χρ. Λελέκου καταγράφονται δόσεις για την άμ­μο του Παλαμηδίου, πράγμα που μάλλον σημαίνει επισκευές στο φρουριακό συγκρότημα, καταγράφονται κινήσεις ιππικού (δραγόνοι) στον κάμπο και τάισμα των αλόγων τους με τα σπαρμένα κριθάρια, καταγράφονται υποχρεωτι­κοί δανεισμοί εκ μέρους των Βενετών εις βάρος πλούσιων Ελλήνων, κινήσεις της αρμάδας και διάσπαρτες φήμες για επικείμενη βοήθεια ή επικείμενο ρωσοτουρκικό πόλεμο. Όπως έχει δείξει σε παλαιότερη εργασία της η συνάδελ­φος Ευτυχία Λιάτα,[40] ο φόβος για το επικείμενο κακό πολλές φορές είναι εισαγόμενος, δηλαδή πρώτα τον αισθάνονται εντονότερο οι άνθρωποι που είναι εκτός του Μοριά αλλά κοντά σε κέντρα πληροφοριών.

Ένας από αυτούς τον βιώνουν, είναι και ο Σπυρίδων Περούλης, σπουδασμένος γιατρός στην Πάδοβα, πατέρας του Δημητρίου, που κινείται συνεχώς μεταξύ Μοριά και Βενετίας. Ήδη από τα τέλη του 1713 – αρχές 1714 ο Χρ. Λελέκος παρατηρεί την έντονη ανησυχία του Σπ. Περούλη, όταν αυτός βρισκόταν στο Ναύπλιο, και το επισημαίνει στον γιο του: τον αυθέντη μου το πατέρα της πάλην του εμπίκε ένας σιλογισμός πολής διά τους τούρκους, οπού μάρτις μου ο Θεός, όλη νήκτα δεν έκλη το μάτι του, πεύτη σικόνεται με το ήδιον σιλογισμόν.

 Όπως γνωρίζουμε, ο συλλογισμός του Σπ. Περούλη σε λίγο καιρό θα εξε­λιχθεί σε κίνδυνο προ των πυλών και τότε στην αλληλογραφία μας θα απο­τυπωθούν προσπάθειες διαφυγής από τον κλοιό που αρχίζουν να στήνουν οι Τούρκοι, οι οποίες άλλοτε επιτυγχάνουν και άλλοτε αποτυγχάνουν. Πάντως, στην αλληλογραφία καταγράφονται σκέψεις μεταφοράς των γυναικοπαίδων διά ξηράς είτε στην Πάτρα και από εκεί στην Κέρκυρα, είτε στη Μονεμβασία· επίσης, προσπάθειες αποστολής χρημάτων, ασημικών, πολύτιμων σκευών και προϊόντων έξω από τη ζώνη κινδύνου, με αποτέλεσμα να τιναχθούν στα ύψη οι ναύλοι και οι ασφαλίσεις. Και πέρα από όλα αυτά, η συγκέντρωση ανθρώ­πων και προϊόντων στο Ναύπλιο, που θεωρείται το πλέον ασφαλές καταφύ­γιο, με αποτέλεσμα το κατρακύλισμα των τιμών, στοιχεία που αποτυπώνονται με τον εξής τρόπο στο γράμμα του Χρ. Λελέκου:

 

φέτος με την χάρην του θεού είναι εις όλα τα πράγματα τόση ευτιχία όπου δεν το θημόντε άλλον χρόνον, το τερή πιγένη ασπρόλιτρο, τα κεφάλια όπου είναι αλατισμένα, τρία σολδία την λίτρα, το μαλή το δίδουν το καντάρι 15 λίτρες και 13, όσο θέλη κανής να μαζόξη, το κρασί – 40 γαζέταις η μπότζα, διατί σαν εγρικήσαν ετούτο τον φόβον το εκουβαλίσαν όλο επά μέσα όλο της τροπολιτζάς και του άργους και τρίκαλα και ακόμη και από το μηστρά εφέραν κρασή.[41]

 

Θα ακολουθήσει η πτώση του Ναυπλίου (9 Ιουλίου 1715) και η προσωρι­νή διακοπή της αλληλογραφίας, ή καλύτερα η συνέχειά της υπό άλλους, τρα­γικούς όρους, όπως τους περιγράφει ο Ν. Θεοτόκης:[42]

 

ευγενέσταται και εκλαμπρότατε εξάδελφε σρ: κόντε δημήτρι περούλι, χαίρης ομού με τον ηγαπιμένον μου εξάδελφον τον μπατέρα σου με άλες μου δίο θλιβαιρές, όντας μου εις το Ανάπλι εις την σκλαβιά και μια περ βιας Λάρισον και άλι με τον χρίστο λελέκο, έγραφα την εκλαμπρότι σου τα ανιπόφερτα κακά που μας επανεβρίκαν, οπού λογιάζο απόντες εστάθι ο κόσμος να μιν εγίνι άλη τέτια σκλαβιά που ζιούμε, μόνο έος τόρα δεν μαζι στεριμένη από όλα που ηδό δεύτερον ιποκάμησον να φορέσομε δεν έχομεν, εβρισκόμασταν εδό στο Μιστρά, εγό και η ταλέπορη μου σιμβήα στον σρ: Μελέτη, και τρόμε κομάτι ψομί, και αν τούτος ο δόλιος στεναχοριμένος που ήτι και αν ίχεν τάστιλε στο κατακαημένο Ανάπλι και τάχασε, τα δόλια μας πεδιά στι σκλαβιά, τα μάτια μου τρέχουν, τα χέρια μου τρέμουν και δεν ημπορό να σας τα γράφο καταλευτός, παρά έγραψα όπος ημπόρουν τον μπεδιόν Κοσταντή και Ανδρινού, και σε περικαλό επάρτε την ετζίνη την γραφή και ήδετέ την και σπλαχνιστίτε μας, όχι οσάν πρότα αξαδέλφια οπού ήμεστεν, μόνο να μας ελογιάζετε οσάν αδέλφιά σας, εντούτος ο τζερός ήνε τόρα να δίξουν η άλι εδιτζή τα χριστιανικά έργα να μας ελευθερόσετε που περικουλάρουμε και ψιχικός και σοματηκός και ο θεός σας τα δίνι εκατονταπλασίος και ης τον μπαρόντα και ης τον μέλοντα καιρόν.

 

PAN. D. MICHAILARIS

Aspects of everyday life n Nafplio during the second Venetian Occupation

 

As is well known, many Athenians who followed the Venetians departing from Attica (1687) settled in the Peloponnese, particularly in the city and hinter­land of Nafplio. Among them was the Peroulis family, that was given land in the same region. In this paper I present, in a preliminary form, informa­tion deriving from the correspondence between two persons involved in these events, both related to Dim. Peroulis of Venice. The first is the Athenian Niko- los Theotokis, first cousin of the Peroulis family and their commercial agent in Morea. The second is Chr. Lelekos, a person responsible for the cultivation of their land and the trading of their products. From these letters, preserved in the Archives of Peroulis family, which are part of the State Archives of Venice, apart from the economic issues, we draw information about many aspects of everyday life in Nafplio during the second Venetian occupation, especially the period 1709-1715.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Για τα γεγονότα του πολέμου αυτού που άρχισε το 1684 και έληξε με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699), η συναγωγή πηγών και βιβλιογραφίας είναι μεγάλη και αναλυτική. Περιορίζομαι στην αναφορά δύο έργων, στα οποία ο αναγνώστης μπορεί να αναζητή­σει και περαιτέρω βιβλιογραφική πληροφόρηση: Ιωάννης Χασιώτης, «Οι Έλληνες και οι πόλεμοι μεταξύ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και ευρωπαϊκών κρατών, 1669-1702», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΑ’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1975, σ. 8-98, και Κων­σταντίνος Ντόκος, Η Στερεά Ελλάς κατά τον ενετοτουρκικόν πόλεμον (1684-1699) και ο Σαλώνων Φιλόθεος, Αθήνα 1975, στο οποίο, βέβαια, και όλα τα στοιχεία για την εισβολή των Βενετών στην Αττική.

[2] Κωνσταντίνος Ντόκος, «Η μετοικεσία των Αθηναίων στην Πελοπόννησο και η πρώ­τη φάση του επαναπατρισμού τους (1688-1691)», Μνήμων 10 (1985), σ. 96-138.

[3] Στο ίδιο, σ. 100, 101. Στην εργασία αυτή ο Κ. Ντόκος δημοσιεύει τα ονόματα πολλών Αθηναίων που εγκαταστάθηκαν στον Μοριά. Εκτός από αυτά, έναν κατάλογο με άλλα ονόματα δημοσίευσε και ο Κωνστ. Δ. Μέρτζιος, «Παρθενών-Μοροζίνι και το δράμα των Αθηναίων», Αθηνά 55 (1951), σ. 254-257.

[4] Ντόκος, «Η μετοικεσία», ό.π., σ. 98.

[5] Στο ίδιο, σ. 102.

[6] Είναι εύκολο να εντοπίσει ο ενδιαφερόμενος είτε στο Αρχείο της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας είτε στα βιβλία που αναφέρονται στην ιστορία της Αθήνας, είτε σε εμπορικές αλληλογραφίες της περιόδου ονόματα όπως: Καπετανάκης, Περούλης, Ταρωνίτης, Μάκολας, Καγγελάρης, Γάσπαρης, Λίμπονας, Δούσμανης, Ροΐδης, Μπενιζέλος, Θω­μάς, Βωβός, Κουτρικάς, Μποζίκης, Ντέκας, Πατούσας, Μαυρογιάννης και πολλά άλλα, τα οποία αντιστοιχούν σε κατοίκους της Αθήνας και σε συγγενείς τους στη Βενετία.

[7] Για τις πηγές της εποχής και τη σημασιοδότησή τους βλ. Ευτυχία Λιάτα, «Μαρ­τυρίες για την πτώση τ’ Αναπλιού στους Τούρκους (9 Ιούλη 1715)», Μνήμων 5 (1975), σ. 101-102.

[8] Ο Δημήτριος Περούλης είναι ο γνωστός, αθηναϊκής καταγωγής, μεγαλέμπορος στη Βενετία του 18ου αι., ο οποίος συνέχιζε την εμπορική παράδοση της οικογένειας του, μέλη της οποίας είχαν εγκατασταθεί στη Βενετία από τα μέσα τουλάχιστον του 17ου αι. και είχαν διακριθεί στο εμπόριο αλλά και σε ηγετικές θέσεις της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας. Ο Δ. Περούλης αρχικά θα συνεχίσει τις παροδοσιακές μεταπρατικές εμπορικές πρακτικές της οικογένειάς του, αλλά γρήγορα θα εξελιχθεί σε σημαντικό οικονομικό παρά­γοντα του βενετσιάνικου 18ου αι. Βλ. γι αυτόν, P. D. Michaelaris, «L’attivita armarato- riale di Demetrio Peruli ed il suo intervento al traffic mediterraneo», Actes du II Coloque International d’Histoire, τ. 1, Αθήνα 1985, σ. 175-186, και Vicenzo Ruzza, La famiglia Perulli da Atene a Venezia, Vittorio Veneto 2000 (μια συναισθηματική κατάθεση στοιχείων για την ιστορία της οικογένειας από έναν εκ θηλυγονίας απόγονό της, όπου, παράλληλα, συγκεντρωμένη και η έως το 2000 βιβλιογραφική συναγωγή για την οικογένεια Περούλη).

[9] Ο Χρ. Λελέκος, αφού πρώτα ελευθερώθηκε, ακολούθησε κατά πόδας τα οθωμα­νικά στρατεύματα, τα οποία μετά την κατάληψη του Ναυπλίου επέστρεφαν στις βάσεις τους σέρνοντας μαζί τους και τους σκλαβωμένους Έλληνες, εν αναμονή της καταβολής λύτρων. Πράγματι, ο Χρ. Λελέκος κατάφερε, με την οικονομική συνδρομή του Δ. Περού­λη, να ελευθερώσει πολλά από τα μέλη της οικογένειας Περούλη στη Χίο και στη Σμύρνη, όπου τελικά κατέληξαν ως αιχμάλωτοι των Οθωμανών.

[10] Ντόκος, «Η μετοικεσία», ό.π., σ. 135. Ο Νικολός Θεοτόκης κατέχει τον αρ. 562 στον κατάλογο των αθηναϊκών οικογενειών, τα ονόματα των οποίων δημοσιεύονται, και ανήκε στην πρώτη τάξη των Αθηναίων. Ένας άλλος Θεοτόκης, ο Μελέτης, βρίσκεται εγκατεστημένος στον Μυστρά και συνεργάζεται με τον Νικολό στις εμπορικές συναλλα­γές, φροντίζοντας κυρίως για την προμήθεια μεταξιού.

[11] Για την ενδιαφέρουσα αυτή προσωπικότητα τα όσα στοιχεία γνωρίζουμε προέρ­χονται από τις πληροφορίες που καταθέτει για τον εαυτό του ο ίδιος, όταν προβάλλει τις πράξεις του ή όταν καταφεύγει στην υπενθύμιση των υπηρεσιών που έχει προσφέρει στην οικογένεια Περούλη, και φυσικά από πληροφορίες ανθρώπων που έχουν σχέση μαζί του, όπως λ.χ. ο Ν. Θεοτόκης.

[12] Βλ. Archivio di Stato di Venezia (στο εξής A.S.V), Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11: α) Fasc. με την εξωτερική ένδειξη: C Per II Sig Co: Demetrio Perulli C[ontro] Christo Lelleco, ελληνικά έγγραφα του Χρίστου Λελέκου, Δημ. Σπ. Περούλη, σ. 1-53 (r-v). β) Fasc. με την εξωτερική ένδειξη: B Per No 8 Il Sig Demetrio Peruli C[ontro] Christo Lelleco. Στην αρχή στάμπα με τη χειρόγραφη ένδειξη: Perulli ControLelecho (σ. 1-58). Ακολουθούν ελληνικές επιστολές του Χρ. Λελέκου προς τον Δημ. Σπ. Περούλη (σ. 1-58, r-v). γ) Fasc. με την εξωτερική ένδειξη: Per Il Sig Co: Demetrio Peruli C[ontro] Christo Lelecco, σ. 1-97 (r-v).

[13] Τη μικρή αυτή μελέτη ο αναγνώστης πρέπει να θεωρήσει ως πρόδρομη ανακοίνω­ση εν όψει της έκδοσης όλων των γραμμάτων που συγκροτούν την αλληλογραφία αυτή, η οποία τώρα απόκειται στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας: A.S.V, Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (αλληλογραφία Χρ. Λελέκου προς Δ. Πε­ρούλη) και β) A. S. V., Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (αλληλογραφία του Ν. Θεοτόκη προς Δ. Περούλη).

[14] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμ­μα του Χρ. Λελέκου, της 29ης Νοεμβρίου 1712).

[15] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμ­μα του Χρ. Λελέκου, της 23ης Οκτωβρίου 1713).

[16] Το πινάκι είναι μονάδα μέτρησης δημητριακών· βλ. γι’ αυτό τα όσα προσκομίζει ο Σπύρος Ασδραχάς, Ελληνική κοινωνία και οικονομία, ιη’ και ιθ’ αι. (υποθέσεις και προ­σεγγίσεις), Αθήνα 1982, σ. 103.

[17] Για το ρεάλι και τις ισοτιμίες του βλ. Ευτυχία Λιάτα, Φλωρία δεκατέσσερα στέ- νουν γρόσια σαράντα. Η κυκλοφορία των νομισμάτων στον βενετοκρατούμενο και τουρκο­κρατούμενο ελληνικό χώρο, ιε’-ιθ’ αι, ΚΝΕ/ΕΙΕ, Αθήνα 1996, σ. 220.

[18] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμ­μα του Χρ. Λελέκου, της 1ης Απριλίου 1712).

[19] Φυσικά εννοεί τον φόρο της δεκάτης επί των παραγόμενων προϊόντων.

[20]  A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμ­μα του Χρ. Λελέκου, της 8ης Ιουνίου 1713 και της 2ας Φεβρουαρίου 1714).

[21] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμ­μα του Χρ. Λελέκου, της 29ης Νοεμβρίου 1712 ).

[22] Για τη βενετσιάνικη λίρα (λίτρα) και τις ισοτιμίες της βλ. Λιάτα, Φλωρία, ό.π., σ. 213.

[23] Από πολλά γράμματα του Χρ. Λελέκου αλλά και του Ν. Θεοτόκη συνάγεται ότι ο Δ. Περούλης επιθυμούσε να έχει ένα καλό κατάλυμα στο Ναύπλιο και ότι σχεδίαζε να ταξιδεύσει στην πρωτεύουσα του Μοριά για να επιβλέψει αυτοπροσώπως τις οικογενει­ακές και προσωπικές-οικονομικές του υποθέσεις. Ορισμένες φορές, μάλιστα, δίνεται η εντύπωση από τα γράμματα ότι στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αι. ο Περούλης σκεφτόταν να προβεί και σε μόνιμη ίσως εγκατάσταση στον ελλαδικό χώρο, υπόθεση που φυσικά ανέκοψε τόσο η πτώση του Ναυπλίου όσο και το γεγονός ότι η μεταγενέστερη εμπλοκή του με τα μονοπώλια του αλατιού και του καπνού, αλλά και οι άλλες οικονομικές του δραστηριότητες (ναυτιλία), απαιτούσαν την παρουσία του στη Βενετία, με αποτέλεσμα να μην ταξιδεύσει ποτέ ούτε στη γενέτειρά του Αθήνα αλλά ούτε και στη Λευκάδα, όπου βρίσκονταν οι αλυκές (παλαιές και νέες) της δικαιοδοσίας του.

[24] Για τα εργαστήρια της εποχής βλ. Ευτυχία Λιάτα, Ένα εργαστήρι τ’Αναπλιού στη Βενετοκρατία (1712-1715), Δήμος Ναυπλίου, Ναύπλιο 1998.

[25] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (γράμματα του Ν. Θεοτόκη της 2ας/13ης Μαρτίου 1711 και της 7ης/18ης Μαϊου 1713): από αυτές τις πληροφορίες, αλλά και από άλλες συμπληρωματικές, φαίνεται ότι το τάγμα των Δομηνικανών μοναχών είχε εγκατασταθεί και στο Ναύπλιο. Ωστόσο, δεν διευκρινίζε­ται σε τι είδους υπηρεσίες χρησιμοποιείται εκ μέρους των Δομηνικανών μοναχών το οίκη­μα του Περούλη, καθώς η μετατροπή του σε θρησκευτικό κατάλυμα είναι μάλλον απίθανη.

[26]  A.S.V, Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (γράμμα του Ν. Θεοτόκη, της 8ης/19ης Απριλίου 1710).

[27]  A.S.V, Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμ­μα του Χρ. Λελέκου, της 23ης Οκτωβρίου 1713).

[28] Η ιταλική λέξη αναφέρεται στα πλεονεκτήματα (ευκολίες) που διαθέτει το σπίτι.

[29] Φαίνεται ότι ο Ν. Θεοτόκης σχεδίαζε να πουλήσει το σπίτι του ή κάποιο άλλο σπίτι που ενδεχομένως διέθετε.

[30] Ιταλική λέξη που σημαίνει στοά, σκεπαστό πέρασμα, αλλά εδώ μάλλον εννοεί το χαγιάτι.

[31]  Τουρκική λέξη (σαχνισί), που δηλώνει το προεξέχον μέρος του επάνω ορόφου του σπιτιού.

[32] Ιταλική λέξη: τρόπος.

[33] Μεγάλη οικογένεια εμπόρων από την Άρτα, μέλη της οποίας βρίσκουμε εγκατε­στημένα στη Βενετία ήδη από τα τέλη του 16ου έως και τον 19ο αι., ενώ, όπως συμβαίνει και με άλλους Έλληνες, από τα τέλη του 18ου αι. πρέπει να θεωρείται ως εξιταλισμένη. Πολλά στοιχεία γι’ αυτήν υπάρχουν στην αδημοσίευτη διατριβή του Σωτ. Κουτμάνη, Έλ­ληνες στη Βενετία (1620-1710). Κοινωνικό φύλο – οικονομία – νοοτροπίες, Αθήνα 2013, σ. 152, 153, 162-164, 193, 222-224, όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία, στην οποία περιλαμβάνονται δύο μελέτες του Κ. Μέρτζιου: η πρώτη στα Ηπειρωτικά Χρονικά 11 (1936) και η δεύτερη στον Μικρό Ελληνομνήμονα, τχ. 2 (Ιωάννινα 1960), όπου η διαθήκη του Γ Κοθώνη. Ευχαριστώ τον φίλο Χρ. Ζαμπακόλα για την υπενθύμιση των παραπάνω στοιχείων σχετικά με την οικογένεια Κοθώνη.

[34] Για τον Αθηναίο έμπορο Γεωργάκη Μέλο, εγκατεστημένο στη Βενετία, και τα αδέλφια του Νικολό και Μιχάλη, που βρίσκονται τώρα στο Ναύπλιο, βλ. Ευτυχία Λιάτα, «Όψεις της κοινωνίας τ’ Αναπλιού στις αρχές του 18ου αιώνα», Άνθη Χαρίτων, Βενετία 1998, σ. 245-270.

[35]  Γνωρίζουμε ότι τελικά ο Δ. Περούλης θα διαθέσει αρκετά κεφάλαια για να αγορά­σει κτήματα στην περιοχή του Βένετο, ανάμεσα στα οποία και μεγάλη εξοχική κατοικία. Στο αρχείο του διασώζονται όλα τα σχετικά συμβόλαια της αγοράς των κτημάτων αυτών, τα ποσά που διατέθηκαν και ορισμένες φορές και η απόδοσή τους από την υπενοικίαση σε Ιταλούς καλλιεργητές. Εξάλλου, η ύπαρξη μεγάλης κατοικίας, όπως ανέφερα, ίσως εξηγεί τον λόγο που οι Περούληδες δεν απέκτησαν ποτέ στην πόλη της Βενετίας ιδιόκτητο μέγα­ρο, πράγμα απολύτως εφικτό για τις οικονομικές δυνατότητές τους.

[36] Η έκφραση αυτή υπονοεί τη διαφορά που προέρχεται από την ανταλλαγή νομι που σμάτων (aggio) και από την οποία, όπως δηλώνει ο Ν. Θεοτόκης, χάνει αρκετά χρήματα.

[37] Ιταλική λέξη (dazio), που σημαίνει δασμός.

[38] Προφανώς πρόκειται για ειδικό αντικείμενο με το οποίο ήταν δυνατή η απαλλαγή των ανθρώπων από τις κόνιδες της ψείρας.

[39] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 3ης Φεβρουαρίου 1713).

[40] Λιάτα, «Μαρτυρίες», ό.π., σ. 103, 106.

[41] A.S.V., Grande Fratema di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 12ης Απριλίου 1715).

[42] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (γράμμα του Ν. Θεοτόκη, της 27ης Απριλίου 1716, από τον Μυστρά).

 

Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης

Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών

Εθνικό ίδρυμα Ερευνών

«Της Βενετιάς τ’ Ανάπλι – 300 χρόνια από το τέλος μιας εποχής 1715-2015». Επιστημονικό Συμπόσιο 9 -11 Οκτωβρίου 2015 Πρακτικά. Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙΧ (2017).

* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα  έγιναν από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Read Full Post »