Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Συμβολαιογράφοι Ναυπλίου’

Σαριγιάννης Ιωάννης Δ. (†1881)


 

Ο Συμβολαιογράφος Ναυπλίας (καλοκαίρι  1856  –  Σεπτέμβριος 1881),  Ιωάννης Δ. Σαριγιάννης ή Σαρηγιάννης ή Σαρρηγιάννης, εικάζεται ότι καταγόταν  του ήταν από τη βόρεια Κυνουρία, συγκεκριμένα  από τον Άγιο Ιωάννη ή τον Άγιο Πέτρο,  τόπου καταγωγής και άλλων γνωστών ανδρών της εποχής που έφεραν το  επώνυμο Σαριγιάννης. Μεταξύ αυτών  του  προεστού, Φιλικού και  γνωστού του Δημητρίου Υψηλάντη, Πάνου Σαριγιάννη.  Δυστυχώς όμως, αν και ο Ιωάννης Δ. Σαριγιάννης ήταν ο μακροβιότερος σε θητεία συμβολαιογράφος της πόλης κατά τον 19ο αιώνα, δεν στάθηκε δυνατό να βρεθούν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα. Μία ακόμα δυσκολία της έρευνας  είναι ότι την ίδια περίοδο περίπου υπάρχει και ένας ακόμη Ιωάννης Γ. Σαριγιάννης,  με αποτέλεσμα κάποιες φορές πιθανά να συγχέονται  οι  μεταθέσεις και οι μετακινήσεις τους. Όσα Φ.Ε.Κ. εντοπίζονταν με το πατρώνυμο «Γ.»  απορρίπτονταν. Αρκετές φορές όμως στα φύλλα της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, σε άλλα έγγραφα και αναφορές δεν χρησιμοποιείται πατρώνυμο, και συνεπώς δεν είναι πάντα εύκολο να διευκρινιστεί ποιος είναι, γεγονός που δεν αποκλείει την  πιθανότητα σφάλματος.

Η πρώτη αναφορά λοιπόν που εντοπίστηκε γι’ αυτόν,  ανάγεται στις αρχές Ιουνίου του 1831. Ειδικότερα, σε φύλλα της Γενικής Εφημερίδος της Ελλάδος, όπου καταγράφονται οι προσφέροντες δωρεές υπέρ των Κρητών, περιλαμβάνεται και ο Ιωάννης Σαριγιάννης, ο οποίος  συνδράμει ως μέλος του προσωπικού της «Διοικήσεως Ναυπλίου και κάτω Ναχαϊέ».

Η επαρχία Ναυπλίας τότε περιλάμβανε  τη Ναυπλία, την Επίδαυρο και το κάτω Ναχαϊέ, ήτοι την Ερμιονίδα και το Κρανίδι.[1] Στη συνέχεια συναντάμε τον Σαριγιάννη, ως γραμματέα της Δημογεροντίας του Ναυπλίου, σε μία σειρά από  επιστολές της Δημογεροντίας προς τους Γάλλους αξιωματικούς του ναυτικού και του  στρατού που έχουν καταλάβει τα φρούρια του Ναυπλίου κατά το  τέλος του 1832 – αρχές του 1833, οι οποίες δημοσιεύονται στην «Εθνική Εφημερίδα».

Μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη Καποδίστρια και πριν την άφιξη του Όθωνα, ξεσπά για μία ακόμα φορά εμφύλια αντιπαράθεση στη χώρα, ακόμα και μέσα στο Ναύπλιο και το Άργος. Οι διάφορες φατρίες και κόμματα, προεξάρχοντος του Κωλέττη και του γαλλικού κόμματος, οι Έλληνες διοικητές των φρουρίων και κάστρων της Πελοποννήσου και διάφοροι άλλοι αντιπαλεύουν μεταξύ τους σε μία αιματηρή πολλές φορές σύρραξη.

Στο Άργος υπήρξε δε ανοιχτή σύρραξη μεταξύ ατάκτων Ελλήνων και των γαλλικών στρατευμάτων, με σημαντικό αριθμό θυμάτων.[2] Αυτή η κατάσταση αναρχίας είχε ως αποτέλεσμα οι Δημογέροντες της πόλης του Ναυπλίου να προσκαλέσουν τους αξιωματικούς των πλοίων της γαλλικής μοίρας και των γαλλικών στρατευμάτων, που βρίσκονται στην περιοχή, να αναλάβουν την ασφάλεια του Ναυπλίου. Αυτοί δεν αρνούνται. Το αντίθετο, μάλλον επιθυμούν  να εμπλακούν και έτσι αναλαμβάνουν τη διοίκηση των κάστρων και των φρουρίων της πόλης.  Με αυτό τον τρόπο, σταματά τουλάχιστον  η αντιπαράθεση μέσα και γύρω από την πόλη και αποφεύγονται τα χειρότερα. Η Δημογεροντία, ως επιστέγασμα  αυτής της δράσης εκδίδει μια σειρά από ψηφίσματα για να ευχαριστήσει τους Γάλλους αξιωματικούς του ναυτικού και του στρατού για την αποτελεσματική  τους παρέμβαση και τους επιβραβεύει με αναμνηστικά ξίφη.[3]

Η πορεία του Ιωάννη Σαριγιάννη στον ευρύτερο χώρο της δικαιοσύνης ξεκινά  με τον διορισμό του, με σχετικό ψήφισμα της επί της Δικαιοσύνης Γραμματείας,  ως δικαστικού κλητήρα του Πρωτοδικείου Αθηνών, στις 8 Ιουνίου του 1837.[4] Ακολούθως,  ο  Ιωάννης Σαρρηγιάνης (αναγράφεται με ψιλή και δασεία άνωθεν των δύο «ρ») εντοπίζεται να διορίζεται ως πάρεδρος του Πρωτοδικείου Ναυπλίας με βασιλικό  διάταγμα στις 9 (21) Ιουλίου 1843.[5]    Στις 29 Ιανουαρίου 1854,  με το βασιλικό διάταγμα  αρ. 1.088, ο ειρηνοδίκης Άργους, Ιωάννης Σαριγιάννης μετατίθεται στο ειρηνοδικείο Μάσσητος (Κρανιδίου).[6] Ακολουθεί,  στις 23 Μαρτίου  1854, βασιλικό διάταγμα, με το οποίο ο Ιωάννης Σαριγιάννης μετατίθεται  ως ειρηνοδίκης στο Άστρος.[7]

 

Υπογραφή και σφραγίδα Ιωάννη Δ. Σαριγιάννη (1869). Προσωπικό αρχείο των κυριών Αλεξάνδρας και Σοφίας Βουδρισλή.

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Μαυροκέφαλος Αναστάσιος (1797-1880)


 

Αναστάσιος Μαυροκέφαλος: Συμβολαιογράφος Ναυπλίας, γραμματέας υπουργείων, αναφορογράφος, στρατιώτης, ειρηνοδίκης, υπηρεσιακός δήμαρχος Ναυπλιέων, συγγραφέας, εκδότης.

 

Ο Αναστάσιος Μαυροκέφαλος γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππα­δοκίας το 1797.[1] Έλαβε μόρφωση εκτεταμένη και εξαιρετική. Μέχρι το 1816 φοιτά στην Καππαδοκία, στη Μονή Τιμίου Προδρόμου Φλαγγιανών ή Φλαβιανών, με δάσκαλο τον ονομαστό και σπουδαίο Παΐσιο, μετέπειτα Άγιον Καισάρειας (Παΐσιος ο Πρώτος).[2] Στο σημείο αυτό είναι ευκαι­ρία να παρουσιαστούν μερικά στοιχεία για την παιδεία στην Καππαδοκία κατά τον 19° αιώνα.

Το 1792, ο ιερομόναχος Γερμανός από την Αλεξανδρέττα ιδρύει σχολείο στην Καππαδοκία και ταυτόχρονα αποφασίζει να ιδρύσει ιερατική σχολή στη Μονή Τιμίου Προδρόμου στα Φλαβιανά. Το 1804 το μοναστήρι ανακαινίζεται και ο Γερμανός μαζί με τον μαθητή του Παΐσιο δημιουργούν σχολείο και βιβλιοθήκη. Στην πορεία, ο Γερμανός γίνεται ηγούμενος της Μονής και διευθυντής της σχολής και ο Παΐσιος γενικός διευθυντής της Μονής. Η Μονή Τιμίου Προδρόμου θα αποτελέσει το εκπαιδευτικό κέντρο του ελληνισμού της Μικράς Ασίας και όχι μόνο. Σε αυτή θα λειτουργήσουν α) ιερατική σχολή, β) σχολαρχείο και γυμνάσιο αρρένων αλλά και θηλέων και γ) ορφανοτροφείο αρρένων και θηλέων.[3]

Αφήνοντας πίσω του αυτό το καταπληκτικό εκπαιδευτικό περιβάλλον, ο Αναστάσιος Μαυροκέφαλος θα αναχωρήσει για την Κωνσταντινούπο­λη τον Νοέμβριο του 1816, για να συνεχίσει τις σπουδές του στη Μεγάλη του Γένους Πατριαρχική Σχολή, στην περιοχή του Κουρούτζεσμεν. Τύχη αγαθή θα του δώσει, μεταξύ άλλων, ως Σχολάρχη τον Σέργιο Μυστάκη (σχολάρχης 1817-1820), δάσκαλο τον Νικόλαο Λογάδη (μετέπειτα σχολάρχης 1830-1835)[4] και συγκάτοικο και συμμαθητή τον Αναστάσιο Μανάκη, κατοπινό μεγάλο ευεργέτη της ελληνικής παιδείας, ιδρυτή σχο­λείων και βιβλιοθηκών.[5]

Νικόλαος Λογάδης μέλος της Φιλικής Εταιρείας και ένας από τους σημαντικότερους Διδασκάλους της Νεότερης Ιστορίας του Ελληνισμού και συγγραφέας του μνημειώδους έργου «Κιβωτός της Ελληνικής γλώσσης».

Επισημαίνεται ότι ο Νικόλαος Λογάδης ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας από το 1820, ενώ υπάρχουν αναφορές πως και ο Αναστάσιος Μανάκης ήταν Φιλικός.[6] Μέσα σε αυτή την εξαιρε­τική εκπαιδευτική συγκυρία, ο Μαυροκέφαλος μορφώνεται, αποκτά παι­δεία και ικανότητες που θα του είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στο μέλλον. Εκεί θα γνωρίσει τους Έλληνες και Ρωμαίους φιλοσόφους και ιστορικούς, με συνέπεια να γράφει και να συντάσσει τον λόγο του με τρόπο και ύφος εντελώς διαφορετικά από όλους τους άλλους συμβολαιογράφους, να δημιουργεί λέξεις και να χρησιμοποιεί στα γραπτά του ένα γλωσσικό ιδίωμα μοναδικό.

Στη συνέχεια, ο Αναστάσιος Μαυροκέφαλος έρχεται στην επαναστα­τημένη Ελλάδα από το πρώτο έτος του Αγώνα, όπως δηλώνει ο ίδιος σε σχετική επιστολή, λαμβάνοντας μέρος και σε μάχες, άγνωστο όμως σε ποιες. Στην επιστολή που στέλνει στις 15 Μαρτίου 1840 προς τον επί των στρατιωτικών Β’ γραμματέα της Επικράτειας, αναφέρει πως συμμετείχε και έλαβε μέρος ως στρατιωτικός, είναι μέλος της επιτροπής των αρίστων του Ναυπλίου και τιμήθηκε με αριστείο υπαξιωματικού, χωρίς όμως να έχει λάβει ακόμα «προσήκον Αριστοφορικό Δίπλωμα».[7] Ο ίδιος δηλώ­νει δε στην απογραφή του Ναυπλίου τον Ιούνιο του 1839 ότι κατοικεί στην πόλη από το 1823.[8] Επιπρόσθετα, το όνομά του περιλαμβάνεται στις αναφορές που υπάρχουν στον φάκελο του Υπουργείου Αστυνομί­ας με τους πρόσφυγες Μικρασιάτες που βρίσκονται στο Ναύπλιο, τον Αύγουστο του 1825, Το επάγγελμα του, όπως αναγράφεται στη σχετική σημείωση, είναι γενικός αναφορογράφος.[9] Ο τρίτος συμβολαιογράφος Ναυπλίας είναι ακριβώς ο περίφημος αναφορογράφος της πόλης, και όχι μόνο, που αναφέρει ο Νικόλαος Δραγούμης στο έργο «Ιστορικοί Ανα­μνήσεις» αλλά και τόσοι άλλοι συγγραφείς. Και αυτός ο ρόλος είναι ένας μόνο από όσους θα υπηρετήσει με αξιοσύνη ο Μαυροκέφαλος κατά τη διάρκεια του βίου του.

 

Ναύπλιο. Η πλατεία Συντάγματος και το Οπλοστάσιο, σήμερα Αρχαιολογικό Μουσείο. Η καρτ-ποστάλ, είναι ταχυδρομημένη το 1907, με πεντάλεπτο γραμματόσημο της σειράς των «Ολυμπιακών» Αγώνων του 1906.

 

Στα αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας εντοπίζονται δύο έγγραφα που φέρουν την υπογραφή του και έχουν συνταχθεί στις 26 Φεβρουάριου και τις 31 Μαρτίου του 1822. Πρόκειται για έγγραφα του Μινιστέρου (Υπουργού) των Εσωτερικών και προσωρινού Πολέμου, Ιωάννη Κωλέττη, τα οποία υπογράφει ο Μαυροκέφαλος, αντί του ελλείποντος αρχιγραμματέα.[10] (περισσότερα…)

Read Full Post »