Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Τάσος Χατζηαναστασίου’

Η επικαιρότητα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου 1955-1959


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Φιλοξενούμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα»  σημειώσεις του διδάκτορα Ιστορίας, Τάσου Χατζηαναστασίου για τον πανηγυρικό της τιμητικής εκδήλωσης που διοργάνωσε την 1η Απριλίου 2019, στο Βουλευτικό του Ναυπλίου, ο Σύλλογος Φίλων του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Ιεράς Μητροπόλεως Αργολίδας, για την 64η επέτειο από της ενάρξεως του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος των Κυπρίων αγωνιστών Ε.Ο.Κ.Α. από τον αγγλικό ζυγό (1955-1959).

 

 

Ευχαριστίες και συγχαρητήρια για την πρωτοβουλία καθώς ο Αγώνας της ΕΟΚΑ για συγκεκριμένους λόγους και σκοπιμότητες είναι παραμελημένος και τα τελευταία χρόνια επιχειρείται η αποδόμησή του ενώ πρόκειται για έναν υπέροχο αγώνα. Η εκδήλωση αυτή θέτει επιτέλους τον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα στα σωστά του πλαίσια.

Το Ναύπλιο και η Κύπρος συνδέονται με ακατάλυτους δεσμούς αίματος καθώς ο πρώτος νεκρός Ελλαδίτης αξιωματικός κατά την τουρκική εισβολή του 1974 είναι ο Ναυπλιώτης αντιστράτηγος Μπούτας, προτομή του οποίου έχει ανεργεθεί στον πεζόδρομο του Μητροπολιτικού. Επίσης, αναφέρεται Κύπριος νεκρός του βρετανικού στρατού που έπεσε κατά την εισβολή των Γερμανών στην Ασίνη. Τέλος, ανάμεσα στους νεκρούς της ΕΟΚΑ, αναφέρεται η Όλγα Κωνσταντινίδη «εκ Ναυπλίου» για την οποία στη σχετική αναζήτηση έλαβα την πληροφορία ότι το πατρικό της όνομα ήταν Μάρκου.

Γιατί όμως να θυμόμαστε και να τιμάμε σήμερα, 64 χρόνια μετά την επέτειο της ΕΟΚΑ;

  • Γιατί είναι επίκαιρος ο Αγώνας της ΕΟΚΑ;
  1. Γιατί έχουμε ανάγκη σήμερα από τα πρότυπα και τις αξίες που ανέδειξε;
  2. Γιατί παραμένουν ακόμη και σήμερα ανοιχτά ζητήματα:

α. Το Κυπριακό, καθώς οι Κύπριοι είναι ο μοναδικός λαός της Ευρώπης που στερείται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, αυτό δηλαδή που με τον Αγώνα τους διεκδίκησαν στη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα.

β. Η Βρετανία δεν έχει αναλάβει τις ευθύνες της έναντι των εγκλημάτων που διέπραξε ενώ διατηρεί κυρίαρχες βάσεις στο νησί.

γ. Δεν έχει αναγνωρίσει ούτε τα θύματα από τη δική της πλευρά. Επισήμως έως τώρα αναγνώριζε 124 νεκρούς δίνοντας έτσι επιχειρήματα σε όλους όσοι επιχειρούν να συκοφαντήσουν την ΕΟΚΑ πως τάχα έχει σκοτώσει περισσότερους Έλληνες παρά Βρετανούς. Ωστόσο, έχει ανεγείρει μνημείο στα … κατεχόμενα της Κύπρου, έξω από την Κερύνεια για 371 στρατιώτες νεκρούς και σε αυτούς πρέπει να προσθέσουμε μερικές δεκάδες άντρες των σωμάτων ασφαλείας, επίσης Βρετανούς.

δ. Ακόμη και σήμερα αμφισβητείται η ελληνικότητα της Κύπρου παρότι η Κύπρος έχει δώσει το παρών σε όλους τους εθνικούς αγώνες της νεότερης ελληνικής Ιστορίας ενώ το μόνιμο αίτημα όλων των Κυπρίων ήταν η Ένωση με τη μητέρα Ελλάδα. Οι Βρετανοί επιχείρησαν πράγματι να αλλοιώσουν τον εθνικό χαρακτήρα των Κυπρίων αλλά συνάντησαν τη σθεναρή αντίσταση του κυπριακού ελληνισμού. Αυτών τα επιχειρήματα, της αποικιοκρατίας χρησιμοποιούν και σήμερα ορισμένοι εγχώριοι δήθεν ιστορικοί και ερευνητές για να αμφισβητήσουν την εθνική συνείδηση των Ελλήνων της Κύπρου.

  1. Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ συμπυκνώνει όλη την ελληνική αντιστασιακή παράδοση διαχρονικά. Από το «Μολών λαβέ» του Λεωνίδα που το επανέλαβε ο ήρωας Γρηγόρης Αυξεντίου όταν του ζητήθηκε να παραδοθεί από τις βρετανικές δυνάμεις που είχαν περικυκλώσει το κρησφύγετό του. Ύστερα από πολύωρη μάχη και μη μπορώντας να τον συλλάβουν ζωντανό, τον πυρπόλησαν και στη συνέχεια απαγόρευσαν την κηδεία του. Από κει στο «ου τον Αγώνα περί χρημάτων ποιούμεθα» που αναφέρεται στον Ηρόδοτο και αποτέλεσε την απάντηση του άλλου ήρωα, του Κυριάκου Μάτση, όταν προσπάθησαν να τον δελεάσουν με υψηλή χρηματική αμοιβή προκειμένου να αποκαλύψει το κρησφύγετο του Αρχηγού Διγενή. Το ίδιο το ψευδώνυμο «Διγενής» παραπέμπει ευθέως στους Ακρίτες των συνόρων του Βυζαντίου ενώ οι ήρωες της ΕΟΚΑ, και ειδικά οι εννέα απαγχονισθέντες ξαναζωντανεύουν τους Νεομάρτυρες της Τουρκοκρατίας. Πραγματικά το θάρρος με το οποίο αντιμετώπισαν τον θάνατο εγκωμιάστηκε από φίλους αλλά αναγνωρίστηκε κι από τους εχθρούς. Οφείλεται οπωσδήποτε στη βαθιά τους Πίστη, πίστη στον Θεό αλλά και στο δίκιο του Αγώνα. Η Ελληνική Επανάσταση επίσης ενέπνευσε τους Αγωνιστές της ΕΟΚΑ καθώς και το έπος του ’40 και ο Αγώνας κατά της ναζιστικής κατοχής.

 

Γρηγόρης Πιέρης Αυξεντίου (1928-1957) αγωνιστής της ΕΟΚΑ. Ήταν δεύτερος στην ιεραρχία της οργάνωσης, σκοτώθηκε από τους Άγγλους σε μάχη που δόθηκε κοντά στην Ιερά Μονή Μαχαιρά. Κατά τη διάρκεια του αγώνα ήταν κυρίως γνωστός με το ψευδώνυμο Ζήδρος. Μετά θάνατον, τιμήθηκε από την Ελληνική πολιτεία με τον βαθμό του Αντιστράτηγου. Φωτογραφία από την σελίδα: Ιστορικές μνήμες ΕΟΚΑ.

 

  1. Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ δεν αφορούσε όμως μερικές δεκάδες ηρωικούς αγωνιστές. Ήταν ένας αγώνας παλλαϊκός, με έντονη την δράση της νεολαίας ακόμη και των μικρών παιδιών και των γυναικών που συμμετείχαν με κάθε τρόπο.

3. Αναφερθήκαμε ήδη στην ακλόνητη πίστη και το ήθος, την έννοια της θυσίας που χαρακτήριζε τους ήρωες της ΕΟΚΑ.

  1. Ένα ήθος που αφορούσε το σύνολο του κυπριακού ελληνισμού που υπέμεινε με καρτερία τα σκληρά κατασταλτικά μέτρα που ήταν ατομικά καθώς έγιναν εκτελέσεις, ξυλοδαρμοί και φρικτά βασανιστήρια αλλά και συλλογικά τα οποία περιελάμβαναν αποκλεισμούς χωριών, απαγόρευση κυκλοφορίας, ανάρτησης σημαίας, ακόμη και των κηδειών των νεκρών αγωνιστών, κλείσιμο σχολείων ακόμη και Δημοτικών. Οι Βρετανοί εφάρμοσαν μέτρα που είχαν εφαρμόσει κατά την καταστολή των αντιαποικιακών αγώνων των Μάου Μάου στην Κένυα και το Σουδάν. Η σκληρότητα που επέδειξαν ήταν αντάξια των μέτρων που είχαν εφαρμόσει οι Ναζί στις κατακτημένες χώρες και στηρίζονταν στη συλλογική ευθύνη του τοπικού πληθυσμού. Σε μία περίπτωση ένα χωριό έμεινε αποκλεισμένο για 54 μέρες, χωρίς οι κάτοικοι να λυγίσουν παρότι στερούνταν τα αναγκαία για σχεδόν δύο μήνες. Η Βρετανία είχε καλέσει τους Κυπρίους να πολεμήσουν στον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για την ελευθερία έναντι του ναζισμού με το σύνθημα: «πολεμώντας για τη Βρετανία, πολεμάς για την Ελλάδα» και οι Κύπριοι στρατεύτηκαν μαζικά πολεμώντας σε πολλά μέτωπα.
  1. Η βαθιά εντύπωση και η μεγάλη κινητοποίηση στην Ελλάδα είναι γνωστή με τις μεγάλες και μαχητικές διαδηλώσεις, στις οποίες σημειώθηκαν και νεκροί, τους εράνους, τις διαμαρτυρίες. Σύσσωμο το έθνος ήταν στο πλευρό των αγωνιζόμενων Κυπρίων.
  1. Η διεθνής απήχηση που είχε ο Αγώνας που συγκίνησε τους πνευματικούς ανθρώπους όπως ο κορυφαίος Γάλλος λογοτέχνης, Αλμπέρ Καμύ που έγραψε ένα συγκλονιστικό κείμενο συμπαράστασης. Απελευθερωτικά κινήματα όπως του Ιρλανδικού Δημοκρατού Στρατού (ΙΡΑ) αλλά και της Κούβας εμπνεύστηκαν από τον Αγώνα της ΕΟΚΑ όχι μόνο στο ιδεολογικό επίπεδο αλλά και στο επίπεδο της τακτικής του ανταρτοπολέμου. Το εγχειρίδιο του Γρίβα για τον ανορθόδοξο πόλεμο θεωρείται και σήμερα κορυφαίο καθώς ένας αριθμός ενόπλων ήταν υποχρεωμένος να κρύβεται και να δρα σε έναν πολύ περιορισμένο χώρο χωρίς μεγάλα και ψηλά βουνά, σε μικρές πόλεις έναντι δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών.

Πώς τιμάμε τη μνήμη των αγωνιστών και τον Αγώνα της ΕΟΚΑ;

  • Η ΕΟΚΑ πρέπει να αναφέρεται στα σχολεία. Σε κάθε σχολείο αφιερώματα στον Αγώνα αυτό και στους ήρωες, ειδική αναφορά στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, αυτόν τον ευγενή νέο, τον γλυκό άνθρωπο, τον ευαίσθητο ποιητή και λαμπρό αγωνιστή και στα Δημοτικά στον Δημητράκη Δημητριάδη, το παιδί των 7 ετών που σε μία διαδήλωση πυροβολήθηκε από Άγγλους στρατιώτες πάνω από το μάτι. Πυροβόλησαν και σκότωσαν ένα παιδί 7 ετών. Στις θεματικές εβδομάδες στο Γυμνάσιο θα μπορούσαν να συμπεριλάβουν και την αντιστασιακή παράδοση του ελληνισμού και να γίνεται ειδική αναφορά στην ΕΟΚΑ και στους ήρωές της.
  • Σε διπλωματικό επίπεδο πίεση προς τη Βρετανία να αναλάβει τις ευθύνες της, να ανοίξει τα αρχεία για τα βασανιστήρια που εφάρμοσε σε βάρος των αγωνιστών, να ζητήσει επιτέλους συγνώμη για τα εγκλήματα που διέπραξε αλλά και να τιμήσει και τους δικούς της νεκρούς αναγνωρίζοντας επισήμως τον αριθμό τους.
  • και εδώ στο Ναύπλιο να διερευνηθεί η περίπτωση της ηρωίδας Όλγας Κωνσταντινίδη – Μάρκου (;) και να αποδοθούν οι δέουσες τιμές.

Δεν το οφείλουμε μόνο στους ήρωές μας. Δεν το οφείλουμε στην Κύπρο, το οφείλουμε στο μέλλον του ελληνισμού. Είναι προϋπόθεση εθνικής επιβίωσης.

 

Τάσος Χατζηαναστασίου

1η Απριλίου 2019

 

Read Full Post »

Διασπάσεις και μεταλλάξεις του βενιζελικού χώρου τη δεκαετία του ’40. Η περίπτωση της Μακεδονίας. Τάσος Χατζηαναστασίου στο: 1915 – 2015: 100 Χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό – Οι πολιτικές, πολιτειακές, κοινωνικές διαστάσεις των γεγονότων και οι μεταγενέστερες επιδράσεις. Άργος, πρακτικά διημερίδας, 7-8 Νοεμβρίου, 2015.


 

Ο οπλαρχηγός Θεόδωρος Τσακιρίδης από την Μπάφρα του Πόντου. Επιλογή φωτογραφίας Αργολική Βιβλιοθήκη.

Θα ξεκινήσω από ένα συγκεκριμένο επεισόδιο, όπως μου το αφηγήθηκε ένας από τους νεότερους τότε, μόλις 16 χρονών στα τέλη Αυγούστου του 1944, αντάρτες της Νέας Μπάφρας Σερρών, ο Κωνσταντίνος Χατζηθεοδωρίδης (Δελή-Κώτσος), ανιψιός του οπλαρχηγού Θεόδωρου Τσακιρίδη. Το επεισόδιο διαδραματίζεται στο Παγγαίο όπου βρισκόταν το λημέρι των ανταρτών. Λίγο νωρίτερα είχε φτάσει από τη δυτική πλευρά του Στρυμόνα, ομάδα Ελλήνων αξιωματικών, μελών εθνικιστικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης για να αναλάβει τη στρατιωτική οργάνωση και εκπαίδευση των ανταρτών της βουλγαροκρατούμενης Μακεδονίας. Ο επικεφαλής των αξιωματικών, ο αντισυνταγματάρχης ΠΒ Αβδελάς Βασίλειος, φώναξε τον Δελή-Κώτσο και του είπε πως είχε μαζί του κονκάρδες με το βασιλικό στέμμα αλλά πώς να τα μοίραζε στους γνωστούς μέχρι τότε για τα αντιμοναρχικά τους αισθήματα, Ποντίους Μπαφραλήδες; «Εγώ θα τα μοιράσω!» του είπε αυθόρμητα ο έφηβος αντάρτης. Και πράγματι τα μοίρασε χωρίς να προκληθεί η παραμικρή αντίδραση. Αυτό το επεισόδιο που διασώζει η προφορική μαρτυρία του γερο-Μπάφραλη, ο οποίος διατηρούσε σε προχωρημένη ηλικία τα φιλοβασιλικά του αισθήματα, αποδίδει συμβολικά την μετάλλαξη ενός τμήματος των βενιζελικών προσφύγων σε φιλοβασιλικούς.

Οι Μπαφραίοι ή Μπαφραλήδες είναι Πόντιοι από την περιοχή της Μπάφρας ενός συμπλέγματος χωριών του Δυτικού Πόντου, με αυτό το όνομα ωστόσο συνήθως καλούνταν όλοι οι τουρκόφωνοι Πόντιοι ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη καταγωγή τους. Χαρακτηριστικό τους η πρόσφατη εμπειρία του ποντιακού αντάρτικου και των διωγμών που ακολούθησαν την αποχώρηση του ρωσικού στρατού από τον ανατολικό Πόντο. Μάλιστα, ένας σημαντικός αριθμός ποντιακών κοινοτήτων ουσιαστικά μεταφυτεύτηκαν από τον Πόντο στην Ελλάδα διατηρώντας την κοινωνική τους συγκρότηση υπό την άτυπη μεν αλλά πολύ ισχυρή παραδοσιακή τους ηγεσία, που συνήθως δεν ήταν άλλος από τον οπλαρχηγό τους στο αντάρτικο. Με λίγα λόγια πρόκειται για έναν πληθυσμό με ισχυρή πολεμική παράδοση.

Σε ό,τι αφορά την πολιτική τους τοποθέτηση, οι τουρκόφωνοι Πόντιοι παρέμεναν πιστοί στον βενιζελισμό ακόμη και τη δεκαετία του ’30 όταν ο επαναστάτης της Κρήτης αποτελούσε μία μακρινή ανάμνηση και είχε ήδη υπογράφει το σύμφωνο φιλίας Βενιζέλου – Κεμάλ. Η σταθερή αφοσίωση των Μπαφραίων στον Βενιζέλο εκδηλώθηκε στο τελευταίο βενιζελικό στρατιωτικό κίνημα, αυτό της 1ης Μαρτίου του 1935, όταν πήραν τα όπλα τους και παρατάχθηκαν στον Στρυμόνα για να αντιμετωπίσουν την επίθεση των φιλοβασιλικών κυβερνητικών στρατευμάτων.

Το φθινόπωρο του 1943, κι ενώ ολόκληρη η ανατολική πλευρά του Στρυμόνα στέναζε κάτω από το μάλλον σκληρότερο κατοχικό καθεστώς στην Ευρώπη, τη βουλγαρική κατοχή, οι Μπαφραλήδες αντάρτες με οπλαρχηγό τον μπάρμπα – Θόδωρο Τσακιρίδη, συμφώνησαν να αποτελέσουν ανεξάρτητο τμήμα συνεργαζόμενο με τον ΕΛΑΣ και δέχτηκαν στο λημέρι τους πολιτικό καθοδηγητή. Σε λιγότερο από έναν χρόνο, τον Αύγουστο του 1944, λίγες μέρες πριν από την απελευθέρωση, οι ίδιοι αντάρτες, θα υποδεχθούν στο Παγγαίο τους φιλοβασιλικούς αξιωματικούς του ελληνικού στρατού σύμφωνα με το βρετανικό σχέδιο για την ένταξη όλων των μη εαμικών ανταρτικών ομάδων σ’ ένα συγκροτημένο ένοπλο σώμα για την αντιμετώπιση του ΕΛΑΣ στο πλαίσιο του αγώνα δρόμου για τη διαμόρφωση του μεταπολεμικού πολιτικού σκηνικού υπέρ των βρετανικών συμφερόντων.

Τα ερωτήματα που προκύπτουν από το παράδειγμά μας είναι τα εξής: μήπως το γεγονός αυτό είναι μεμονωμένο και αφορά αποκλειστικά την Νέα Μπάφρα Σερρών ή έχει γενικότερη ισχύ; Και το δεύτερο, και κυριότερο, και εφόσον ισχύει ως γενικό παράδειγμα, τι μεσολάβησε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα έτσι ώστε να προκληθεί αυτή η τόσο ριζική ιδεολογική μεταστροφή; Ή μήπως, εν τέλει, δεν πρόκειται για μεταστροφή, αλλά για μία φυσιολογική εξέλιξη εξαιτίας σταθερών ενδογενών χαρακτηριστικών των συγκεκριμένων κοινοτήτων που εκούσες άκουσες αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν τόσο στο διεθνές όσο και στο εθνικό περιβάλλον στη διάρκεια του Πολέμου και οι οποίες οδήγησαν σ’ έναν νέο εθνικό διχασμό με διαφορετικό περιεχόμενο και σύμβολα;…

Για την ανάγνωση ολόκληρης της ανακοίνωσης του κυρίου Τάσου Χατζηαναστασίου πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Διασπάσεις και μεταλλάξεις του βενιζελικού χώρου τη δεκαετία του _40. Η περίπτωση της Μακεδονίας

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Read Full Post »

«Εφέρθησαν ακόσμως» – Παραβατικότητα και πειθαρχικές ποινές στο Γυμνάσιο Ναυπλίου (1833-1862) – Τάσος Χατζηαναστασίου, έκδοση Ίδρυμα Ιωάννης Καποδίστριας, Ναύπλιο, 2017.


 

[…] Με το διάταγμα της Αντιβασιλείας της 21.11./3.12.33 ιδρύθηκε στο Ναύπλιο «Ελληνικόν Σχολείον» και Γυμνάσιον. Το Ελ­ληνικόν Σχολείον θα λειτουργούσε αρχικά, όπως αναφέρεται στο διάταγμα με «τρείς ή τέσσερις κλάσεις», στο δε Γυμνάσιον θα λειτουργούσαν «πρός τόν παρόν τουλάχιστον δύο τάξεις». Όπως ήταν φυσικό, στο πλαίσιο του καθεστώτος της Βαυαροκρατίας, το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελούσε απευθείας μεταφορά του αντίστοιχου της Βαυαρίας. Οι απόφοιτοι του Ελληνικού Σχολείου εισάγονταν με εξετάσεις στο Γυμνάσιον από το οποίο μπορούσαν, εφόσον ολοκλήρωναν σπουδές τετραετούς φοίτησης, να εισα­χθούν στο Πανεπιστήμιο.

Σε ό,τι αφορά ειδικά το ζήτημα της πειθαρχίας και των ποινών, νομική βάση του συστήματος επιβολής ποινών αποτέλεσαν για δύο τουλάχιστον δεκαετίες τα άρθρα 53-55 του «Κανονισμοῦ Λειτουργίας τῶν Ἑλληνικῶν Σχολείων καί Γυμνασίων» της 31ης Δεκεμβρίου του 1836.

«Εφέρθησαν ακόσμως»

Σύμφωνα με το πρώτο από τα άρθρα αυτά: «Κάθε διδάσκαλος εἶναι ὑπεύθυνος διά τήν πειθαρχίαν ἤ εὐταξίαν τῆς τάξεώς του, καί χρεωστεῖ νά ἐπαγρυπνεῖ εἰς τήν ἐπιμέλειαν καί διαγωγήν τῶν μαθητών∙ ἔχει ἐπομένως τό δικαίωμα νά διανέμει καταλλήλους ἀμοιβάς, νά δίδη πατρικάς συμβουλάς καί νά ἐπιβάλλη ποινάς διά κρατήσεως ἐντός τοῦ σχολείου εἰς ὡρισμένον τινά καιρόν ἤ καί ὁλοκλήρους ἡμέρας, νά δίδη εἴδησιν εἰς τούς γονεῖς ἤ ἐπιτρό­πους περί τῶν πταισμάτων τῶν μαθητῶν καί νά ζητῆ ἀπό αὐτούς πληροφορίας περί τῆς διαγωγῆς των» (άρθρο 53). Το άρθρο 54 προέβλεπε την ποινή της αποβολής από το Ἑλληνικόν Σχολεῖον «μέ μόνην τήν συγκατάθεσιν τοῦ Σχολάρχου. Ἀπομακρύνεται τοῦ διδακτικοῦ καταστήματος χωρίς νά ἀπολαύση τό δικαίωμα νά γίνη δεκτός εἰς ἕτερον πρός δοκιμήν ἐπιβλεπόμενος αὐστηρῶς τουλάχιστον εἰς διάστημα μίας ἐξαμηνίας». Η μέγιστη τιμωρία ήταν ο αποκλεισμός από όλα τα Ελληνικά Σχολεία «διά βαρύτερα ἐγκλήματα».

Η αυστηρότητα των ποινών αντισταθμιζόταν κατά κάποιον τρόπο από το δικαίωμα των γονέων και των επιτρόπων να απο­τείνονται στην σχολική εφορεία «ζητοῦντες ἐξέτασιν τῆς ὑποθέ­σεως ὁσάκις νομίζουν ὅτι ἔγεινεν ἀδικία εἰς τόν ἀποβληθέντα». Δινόταν δηλαδή μία ευκαιρία επανεξέτασης μιας υπόθεσης (άρ­θρο 55).

Βάσει του άρθρου 109 του ίδιου Κανονισμού: «ὁ γυμνασιάρ­χης συνεννοούμενος μετά τῶν λοιπῶν καθηγητῶν θέλει συνάπτει κανονισμούς ἀναλόγους μέ τάς ἀνάγκας τῶν μαθητῶν καί τάς σχέσεις τοῦ τόπου ἤ καί τοῦ καταστήματος ὑποχρεούσας τούς μαθητάς εἰς τήρησιν τακτικοῦ τρόπου ζωῆς καί θέλει τούς ἐφαρ­μόζει λαβών τήν ἔγκρισιν τῆς ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικών Γραμμα­τείας». Ο «Γενικός Κανονισμός τῶν χρεῶν τῶν μαθητῶν τοῦ Γυμνασίου Ναυπλίου» συντάχθηκε στις 29 Απριλίου 1841 όταν χρέη γυμνασιάρχη εκτελούσε ο Αδόλφος Ανσέλμος. Ο Δεμοί­ρος θεωρεί τον κανονισμό «μνημειώδη ως προς τα νοήματα και την έκφρασιν». Στον Γυμνασιάρχη του ίδιου σχολείου στην εκατονταετηρίδα από την ίδρυσή του, έκανε εντύπωση η διάταξη του άρθρου 13 που προέτρεπε τους μαθητές να υποβάλουν «εὐσχημόνως ἐρωτήσεις, ἐάν ἔχωσιν ἀπορίαν τινά ἀναφερομέ­νην πρός τό παραδιδόμενον μάθημα» καθώς τη θεωρεί «προο­δευτική δια την εποχήν εκείνην». Με βάση τον ίδιο κανονισμό (άρθρο 18) οι μαθητές ελέγχονταν για τη συμπεριφορά τους, για την οποία ίσχυαν πολύ αυστηροί περιορισμοί και ποικίλες απαγορεύσεις, στο πλαίσιο της τότε επικρατούσας ηθικής και εκτός σχολείου ενώ εάν καταδικάζονταν για οποιαδήποτε παράβαση του νόμου αποβάλλονταν από το σχολείο (άρθρο 20).

Φαίνεται όμως ότι δεν συμμορφώθηκαν όλα τα Γυμνάσια της χώρας με την απαίτηση του άρθρου 109 του Κανονισμού του 1836 να συντάξουν κανονισμούς, οπότε παρουσιάστηκε η ανάγκη να συνταχθούν τέτοιοι από το κράτος «ἵνα οἱ κανονισμοί οὗτοι οὐ μόνον ὦσι σύμφωνοι πρός τάς ἐν ἰσχύι διατάξεις τοῦ μνημονευθέντος κειμένου, ἀλλά καί στηρίζωνται ἐπί τῶν αὐτῶν παιδαγωγικῶν αρχῶν». Το υπάρχον επομένως νομοθετικό πλαίσιο, ούτως ή άλλως ανεπαρκές και ξεπερασμένο, συμπληρώθηκε από τον «Ἐσωτερικόν Κανονισμόν Γυμνασίων και Ἑλληνικῶν Σχολείων» του 1857.

Ο Κανονισμός του 1857 καθόριζε με σαφήνεια τα πειθαρχικά παραπτώματα των μαθητών και προέβλεπε μία ποικιλία ποινών που ξεκινούσαν από την επίπληξη και έφταναν μέχρι τον αποκλεισμό από όλα τα σχολεία της επικράτειας. Αν περιοριστούμε στα άρθρα που διαφέρουν από την αντίστοιχη σύγχρονη θεωρία και πρακτική, οι παλιότεροι θα αναγνωρίσουν την σχολική πραγματικότητα ενός όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος. Για παράδειγμα, σύμφωνα με το άρθρο 16: «ἐντός τοῦ δωματίου τῆς παραδόσεως ὁ μαθητής μένει πάντοτε ἀσκεπής, ἐκτός ἄν, πά­σχων, λάβη τήν ἄδειαν τοῦ διδασκάλου νά φέρη ἐπί τῆς κεφαλῆς τό κάλυμμα. Καθήμενος δ’ ἐπί τῶν θρανίων, ὀφείλει νά κρατῆ τάς χεῖρας ἐπί τῆς ἄκρας τῶν τραπεζῶν καί νά διατηρῆ ἀκατα­παύστως εὐσχήμονα στάσιν». Επίσης, οικείο οπωσδήποτε είναι και το άρθρο 21: «εἰσερχομένου διδασκάλου ἤ ξένου τινός ἐν τῷ δωματίῳ τῆς παραδόσεως, οἱ μαθηταί ἀνίστανται, ἡσύχως, κλί­νουσι πρός τόν εἰσερχόμενον ἐλαφρῶς τήν κεφαλήν καί πάλινκάθηνται» ενώ σύμφωνα με το άρθρο 28: «ἀπαγορεύεται ἡ μετα­ξύ μαθητῶν συνεννόησις πρός σχηματισμόν φατρίας ἐφ’ οἱῳδή­ποτε σκοπῷ».

Τέλος, οι καθηγητές οφείλουν να ελέγχουν τους μαθητές και εκτός του σχολείου, με έμφαση στον τακτικό εκκλησιασμό, που είναι υποχρεωτικός, και την απαγόρευση εισόδου στα καφενεία.

[…] Ωστόσο, γνωρίζουμε με απόλυτη βεβαιότητα πως εκτός από τις προβλεπόμενες από τον νόμο ποινές, ιδιαίτερα οι δάσκαλοι, αλλά και ορισμένοι καθηγητές, εφάρμοζαν επίσης συστηματικά τον άγραφο σωφρονιστικό κώδικα των σωματικών ποινών και άλλων εξευτελισμών προκειμένου να συνετίσουν τους απείθαρχους μαθητές. Εξάλλου, το ξύλο στα παιδιά ως μέτρο σωφρονισμού εφαρμοζόταν ευρύτατα έως σχετικά πρόσφατα και ήταν απολύτως αποδεκτό κοινωνικά. Η δημώδης και λόγια λογοτεχνική μας παράδοση έχει αποδώσει θαυμάσια αυτή την εμπειρία.

Δεν περιορίζονται ωστόσο μόνο στη λογοτεχνία τα τεκμήρια για τη χρήση του ξυλοδαρμού στη σχολική εκπαίδευση. Το μαρτυρούν τα εκατομμύρια των μαθητών και μαθητριών και σημερινών ενηλίκων, που είχαν αυτή την ομολογουμένως αξέχαστη εμπειρία, αλλά και οι σχετικές υπουργικές εγκύκλιοι που επισημαίνουν το φαινόμενο και επιχειρούν να το εξαλείψουν. Η πρώτη τέτοια εγκύκλιος που απεστάλη από το Υπουργείο στους γυμνασιάρχες έχει ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου 1848. Στην εγκύκλιο αυτή η χρή­σις της «ράβδου» χαρακτηρίζεται «ὅλως βάρβαρος καί κατάλλη­λος μᾶλλον εἰς άπομώρανσιν παρά εἰς ἐξημέρωσιν τῆς καρδίας καί ἀνάπτυξιν τῆς διανοίας τῆς νεολαίας». Στην ίδια εγκύκλιο γίνεται αναφορά στις ποινές που προβλέπονται από τα άρθρα 53-55 του Κανονισμού περί Ελληνικών Σχολείων και Γυμνασίων «αὐστηρᾶς μέν ἐπί πλέον ἤ ἔλαττον καταλλήλους δέ εἰς λογικά καί ἐλεύθερα ὄντα». Παρόμοιες εγκύκλιοι θα εκδοθούν και τα επόμενα χρόνια ως το 1884 οπότε εκδίδεται ειδική υπουργική εγκύκλιος (2081/22/3/1884) «περί ἀπαγορεύσεως τῶν ραβδισμῶν καί ἄλλων αἰκισμῶν τῶν παίδων», στην οποία τονίζεται με ιδιαίτερα αυστηρό ύφος η πρόθεση του υπουργείου να μην ανεχτεί παρόμοια φαινόμενα. Η έκδοση της συγκεκριμένης εγκυκλίου 36 χρόνια μετά την έκδοση της πρώτης που έχουμε στη διάθεσή μας, φανερώνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο πως η ράβδος ουδέποτε έπαψε να πίπτει πλουσιοπάροχα επί δικαίων και αδίκων μαθητών και μάλιστα έως την εποχή που ήμουν κι εγώ μαθητής Δημοτικού και Γυμνασίου, δηλαδή ως τα τέλη της δεκαετίας του 1970.

Κι ενώ το νομοθετικό πλαίσιο απαγόρευε ρητά τις σωματικές ποινές, ελάχιστες είναι οι διαθέσιμες πληροφορίες για την τιμωρία διδάσκοντος στη Μέση Εκπαίδευση για σχετικό παράπτωμα. Παρόλα αυτά στο τέλος της ίδιας χρονιάς (1884) μία νέα εγκύκλιος (20580/30.12.1884) μάς πληροφορεί για την απόλυση διδάσκοντος από τη Μέση Εκπαίδευση ύστερα από καταγγελία του διευθυντή του σχολείου του, του Ελληνικού Σχολείου Πειραιώς, ο οποίος «ἐπέβαλε τρισί τῶν μαθητῶν τῆς τάξεως… τήν ποινήν τοῦ ἐμπτυσμοῦ ὑπό τῶν συμμαθητῶν» ενώ τιμώρησε και έναν μαθητή που αρνήθηκε να υπακούσει στην προσταγή του.

Εκτός από τον ξυλοδαρμό, εφαρμοζόταν και η περίφημη «νηστεία», η υποχρεωτική κράτηση δηλαδή των μαθητών στο σχολείο τις ώρες της μεσημεριανής διακοπής των μαθημάτων. Έτσι οι τιμωρημένοι μαθητές παρακολουθούσαν τα απογευματινά μαθήματα νηστικοί αφού τους είχε απαγορευτεί να μεταβούν στο σπίτι τους για φαγητό. Τέλος, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τις ειρωνείες και τις προσβολές που οι διδάσκοντες μεταχειρίζονταν, συχνά με αξιοθαύμαστη ευρηματικότητα και πρωτοτυπία, αντλώντας πρότυπα κατά προτίμηση από το ζωικό βασίλειο, προκειμένου να τηρούν την πειθαρχία στην τάξη.

Για να είμαστε όμως δίκαιοι με τους δασκάλους, φαίνεται πως η βαναυσότητα των μεθόδων που μεταχειρίζονταν, έβρισκε συχνά άξιο συναγωνιστή τη σκληρότητα ορισμένων μαθητών, που απειλούσαν και επιτίθονταν εναντίον δασκάλων και καθηγητών εξασφαλίζοντας μάλιστα συχνά πλήρη ασυλία. Σύμφωνα με του π. Αρ. 7849 έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας της 2 Οκτωβρίου 1872: «εἰς διάφορα τοῦ Κράτους παιδευτήρια μαθηταί θρασεῖς και αὐθάδεις ἀπειλήσαντες καί δι’ ὅπλων βαλόντες διδασκάλους καί καθηγητάς αὐτῶν, διότι ἐνόμισαν ἑαυτούς ἤ ἀδίκως τιμωρη­θέντας ἤ ἐν τοῖς προβιβασμοῖς δῆθεν ἀδικηθέντας ἔμειναν ἀτιμώ­ρητοι καί ἀκατανίκητοι». Φόβος του Υπουργείου ήταν μήπως «τά ἐνδεικτικά καί ἀπολυτήρια γίνωνται ὕποπτα ὡς προϊόντα ἐκβια­σμοῦ καί φόβου».

Όπως και να έχει, αναφερόμαστε οπωσδήποτε σε μία εποχή κατά την οποία η βία γενικότερα κατείχε άλλη θέση απ’ ό,τι σήμερα στο κοινωνικό σύστημα αξιών και η άσκησή της στον χώρο του σχολείο έμοιαζε μάλλον αναπόφευκτη. Αυτό που έχει ωστόσο ενδιαφέρον να εξετάσουμε είναι το πώς εφαρμόστηκε στην πράξη το ισχύον θεσμικό πλαίσιο καθώς η απόλυτη τήρηση του κάθε άλλο παρά αυτονόητη είναι. Στις επόμενες σελίδες λοιπόν θα απασχοληθούμε με την «μικροϊστορία» της σχολικής παραβατικότητας και της αντιμετώπισής της εκ μέρους της Διεύθυνσης του Γυμνασίου Ναυπλίου…

Για την ανάγνωση του βιβλίου του Τάσου Χατζηαναστασίου πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: «Εφέρθησαν ακόσμως» – Παραβατικότητα και πειθαρχικές ποινές στο Γυμνάσιο Ναυπλίου (1833-1862).

 

 

Read Full Post »