Ο «Κύκνος» στη Δαλαμανάρα – Ανταλλακτικό εμπόριο – Καλλιέργειες και προϊόντα του χωριού
«Ελεύθερο Βήμα»
Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.
Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.
Σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», ο κύριος Χρήστος Πίκης,* Οικονομολόγος, τέως Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Βιομηχανίας Οχημάτων (ΕΛΒΟ) και Διευθυντής Συμμετοχών της Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως (ΕΤΒΑ), γεννηθείς στη Δαλαμανάρα το 1939, μέσα από τις βιογραφικές του σημειώσεις, μας «μεταφέρει» στη γενέτειρά του Δαλαμανάρα Άργους και μας παρουσιάζει το εργοστάσιο κονσερβοποιίας «Κύκνος» της Δαλαμανάρας, το Ανταλλακτικό εμπόριο και τέλος τις Καλλιέργειες και προϊόντα του χωριού.
Ο «Κύκνος»
Κεντρικό ρόλο, όχι μόνο στα παιδικά μου βιώματα αλλά και στη ζωή του χωριού [Δαλαμανάρα] και ολόκληρης της Αργολίδας, κατέχει το εργοστάσιο κονσερβοποιίας «Κύκνος» που εγκατέστησαν στη Δαλαμανάρα οι μέτοχοι της ομώνυμης Εταιρίας αδελφοί Παπαντωνίου και Μανουσάκης. Ήταν το δεύτερο εργοστάσιο της Εταιρίας. Το πρώτο και μεγαλύτερο ήταν στο Ναύπλιο [1928], όπου και η έδρα της Εταιρίας, στο δρόμο που οδηγεί από την πόλη στο Τολό και στην Επίδαυρο, περίπου, απέναντι από το στρατόπεδο του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Μηχανικού.
Το εργοστάσιο της Δαλαμανάρας ήταν πάνω στο δρόμο Άργους – Ναυπλίου, λίγο πριν από τη συμβολή του με τον κεντρικό δρόμο που διασχίζει το χωριό προς βορρά και φτάνει στην Πυργέλα.
Μετά την ψηλή ξύλινη αυλόπορτα ήταν μια μεγάλη αυλή στη δυτική πλευρά όπου υπήρχαν μεγάλοι σωροί από κοφίνια, τοποθετημένα το ένα μέσα στο άλλο, που δίνονταν στους παραγωγούς για την τοποθέτηση και εισκόμιση της ντομάτας. Στο βάθος της αυλής, βορεινά, ήταν: αριστερά, ένας χώρος όπου ξεφόρτωναν οι σούστες, και οι ντομάτες ρίχνονταν σ’ ένα τεράστιο πλυντήριο και πλένονταν.
Κάνω μια παρένθεση στην περιγραφή του εργοστασίου για να σημειώσω ότι, το νερό, μετά το πλύσιμο, πολύ σε ποσότητα, έφευγε από το εργοστάσιο σ’ ένα μεγάλο τσιμεντένιο αυλάκι, περνούσε κάτω από το δρόμο και έρεε με κατεύθυνση προς νότο, προς τη θάλασσα. Στη διαδρομή το χρησιμοποιούσαν για πότισμα οι κάτοχοι των παρακείμενων στο αυλάκι χωραφιών, και πολλές φορές είχαν γίνει άγριοι καβγάδες για την προς τη διάρκεια χρήσης του νερού.
Σ’ έναν τέτοιο καβγά είχαν σκοτώσει με μια πέτρα τον γείτονά μας Νάση Δανούση, θυμάμαι ότι, μερικές μέρες μετά την κηδεία και την ταφή του, είχε έρθει η αστυνομία με ιατροδικαστή και τον ξέθαψαν για νεκροψία. Ήμασταν παιδάκια του Δημοτικού, και είχαμε σκαρφαλώσει στη μάντρα της Αγίας Παρασκευής, τρέμοντας από το φόβο αλλά και γεμάτα περιέργεια για το πρωτόγνωρο γεγονός.
Μετά το πλύσιμο, οι ντομάτες μεταφέρονταν με κυλιόμενο ιμάντα στον κύριο χώρο επεξεργασίας, λιώνονταν, και ο πολτός έμπαινε σε τέσσερα τεράστια καζάνια χρώματος χαλκού, τα λεγόμενα «κενά», όπου και γινόταν ο γνωστός τοματοπολτός. Τα υποπαράγωγα αυτής της διαδικασίας, φλούδια και σπόροι της ντομάτας, μια πολτώδης μάζα, τα λέγανε «τσίπουρο» και μεταφέρονταν πίσω από το βιομηχανοστάσιο, στο χώρο όπου ήταν χτισμένο το πανύψηλο φουγάρο του εργοστασίου. Από το σωρό του τσίπουρου εκεί φόρτωναν οι παραγωγοί στις σούστες και το χρησιμοποιούσαν για τροφή στις κότες.
Ο τοματοπολτός, μετά τα «κενά», πήγαινε για συσκευασία σε μηχανήματα που γέμιζαν κονσέρβες του ενός και των πέντε κιλών, καθώς και μεγάλους τετράγωνους τενεκέδες. Στην ανατολική πλευρά της αυλής ήταν η μεγάλη μακρόστενη αποθήκη, από την οποία παραλάμβανε τα δοχεία και τις κονσέρβες ένα μεγάλο φορτηγό της Εταιρίας, μάρκας MACK, ή, μερικές φορές, φορτώνονταν σε βαγόνια του τραίνου για μεταφορά στην Αθήνα.
Στη βορειοανατολική γωνία του εργοστασίου, σε κάπως ψηλότερο κτίριο ήταν το μηχανοστάσιο. Εκεί, μια τεράστια μηχανή, κινούμενη με ατμό, έδινε «κίνηση» στο εργοστάσιο από έναν κεντρικό άξονα που διέτρεχε κατά μήκος τον τοίχο του βιομηχανοστασίου, με πολλές τροχαλίες και λουριά. Για την ατμοπαραγωγή έκαιγε κωκ, που το έφερνε σε μεγάλες ποσότητες το τραίνο.
Στην αυλή, δεξιά, μπροστά από την αποθήκη, ήταν η μεγάλη πλάστιγγα όπου ανέβαινε η σούστα φορτωμένη με γεμάτα τα κοφίνια, ζυγιζότανε, ξεφόρτωνε, ξαναπέρναγε από την πλάστιγγα, ζυγιζότανε πάλι, και από το πρώτο βάρος αφαιρείτο το δεύτερο και η διαφορά γραφόταν στο «Βιβλιάριο Εισκομίσεως» του παραγωγού. Επόπτης αυτής της διαδικασίας ήταν μερικές φορές ένας μόνιμα αγριεμένος και νευρικός κύριος με άσπρο κουστούμι, που ήταν ο Γιώργος Μανουσάκης, ένας από τους μετόχους του Κύκνου. Ανάλογα με τις διαθέσεις της Εταιρίας, του Μανουσάκη ή του Τσιρόπουλου, από το βάρος που αναφέρω παραπάνω αφαιρείτο μια ποσότητα, εντελώς αυθαίρετα, «λόγω ακαταλληλότητος» της ντομάτας, χωρίς πειστική εξήγηση, συνήθως με μια έωλη παρατήρηση ότι η ντομάτα ήταν ηλιοκαμένη, κλπ.
Όταν υπήρχε μεγάλη ζήτηση σε κοφίνια και μακριά ουρά από σούστες που περίμεναν να ξεφορτώσουν κατάσταση που, κατά ανεξήγητη λογική, οι παραγωγοί ονόμαζαν «μπουνάτσα», γινόταν μεγάλος αγώνας για να εξασφαλίσουν οι ντοματοκαλλιέργητες τα απαραίτητα κοφίνια και εκεί έλυνε και έδενε ο «παραλήπτης» του εργοστασίου συγχωριανός μας Τσιρόπουλος.
Ο πατέρας, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, αναφερόταν με νοσταλγία στην εποχή που ο Ιωάννης Μεταξάς είχε υποχρεώσει τον «Κύκνο» να παραλαμβάνει ολόκληρη την παραγωγή, χωρίς κουβέντες, προσχήματα και αφαιρέσεις.

«Κύκνος». Το εργοστάσιο του Ναυπλίου ανανεώνεται με νέα κτίρια τη δεκαετία του 1950 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Καλλικλή. Το νέο βιομηχανικό κτίριο αποτελεί σύμβολο πρωτοπορίας για την εποχή.
Το πρόβλημα απορρόφησης της ντομάτας, που υπήρχε αν και, εκτός από τα δύο εργοστάσια του ΚΥΚΝΟΥ, λειτουργούσαν ακόμη η ΑΡΓΟΛΙΚΗ (Γκολέμης) στο Μπολάτι, ο ΠΕΛΑΡΓΟΣ (παραλία Νέας Κίου), η ΔΗΜΗΤΡΑ (Κούτσι), ο ΜΗΝΑΙΟΣ και ο ΑΝΘΟΣ στο Ναύπλιο, αντιμετωπίστηκε σε ικανοποιητικό βαθμό, και χωρίς τις πρακτικές του ΚΥΚΝΟΥ, (αφαίρεση κλπ.), μετά από μερικά χρόνια, όταν ιδρύθηκε το εργοστάσιο ΡΕΑ της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Αργολίδας, στο οποίο και εργάστηκα μετά την απόλυσή μου από το Στρατό και μέχρι την πρόσληψή μου στην ΕΤΒΑ, Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως, (1964-1965).
Ανεξάρτητα από τις παραπάνω παρατηρήσεις, ο ΚΥΚΝΟΣ αποτέλεσε πολύ σοβαρό παράγοντα στήριξης της τοπικής οικονομίας, τόσο λόγω της συμβολής του στο αγροτικό εισόδημα, αφού η ντομάτα ήταν το κυριότερο προϊόν της περιοχής, όσο και λόγω της προσφερθείσας απασχόλησης, (δεκάδες γυναίκες- εργάτριες έρχονταν καθημερινά από τη Νέα Κίο, η καλαθοπαραγωγή – παραδοσιακή βιοτεχνία του Άργους άκμαζε, κλπ.), τα απόνερα βοήθησαν την άρδευση πολλών αγροκτημάτων στο χωριό, κλπ. Η ευρύτερη βέβαια συμβολή της φίρμας ΚΥΚΝΟΣ σε επίπεδο εθνικής οικονομίας υπήρξε και εξακολουθεί να είναι σημαντική.
Στη διάρκεια της Κατοχής, στους χώρους του εργοστασίου είχε εγκατασταθεί Γερμανική στρατιωτική μονάδα.
Ανταλλακτικό εμπόριο
Παιδί στο χωριό, γνώρισα την εμπειρία κάποιων μορφών συναλλαγών, που μετά από χρόνια, φοιτητής στην ΑΣΟΕΕ, διάβασα στην «Ιστορία του Οικονομικού Βίου» του Α. Σίδερι, ότι ονομάζονται ανταλλακτικό εμπόριο ή αντιπραγματισμός (BARTER).
Μια απ’ αυτές ήταν η ανταλλαγή προϊόντων από το χωράφι μας με ξύλα ή «κλαριά», που έφερναν, φορτωμένα σε γαϊδούρια ή μουλάρια, κάτοικοι των φτωχών ορεινών χωριών της Ανατολικής Αργολίδας, κυρίως από το Γκέρμπεσι ή το Μάνεσι. Κλαριά λέγανε όσα είχαν φύλλα, (πουρνάρια, σφάκες, θυμάρια, ντορβάτες, ξελάφτρια), κλπ., και χρειάζονταν για το φούρνο. Τα ξύλα είχαν πιο χοντρό κορμό και χρειάζονταν για το τζάκι. Οι άνθρωποι που τα έφερναν, σε ομάδες τριών, τεσσάρων ή περισσότερων υποζυγίων, μιλούσαν μεταξύ τους Αρβανίτικα και η διαπραγμάτευση για τα ανταλλάξιμα προϊόντα ήταν δίγλωσση και διασκεδαστική. Συνήθως, και ανάλογα με την εποχή, ζητούσαν πράσα, μάπες, κουνουπίδια, (που τα έλεγαν καρναμπίτια), αγκινάρες, ντομάτες, μελιτζάνες, κολοκύθες, κλπ. Μερικές φορές, αντί για κλαριά έφερναν φουσκή, (χωνεμένη κοπριά από πρόβατα ή γίδια), που την αποθέταμε σ’ ένα σωρό, ανατολικά από τον σταύλο, για λίπανση των χωραφιών.
Άλλο ανταλλακτικό αγαθό ήσαν οι κότες, και περισσότερο τα αυγά. Τα έπαιρναν διάφοροι γυρολόγοι που πουλούσαν είδη μοδιστρικής, κλπ. Τα αυγά τα έπαιρνε και ο κυρ-Γρηγόρης Πιπέρος, με αντάλλαγμα ρύζι, λάδι και σαπούνι, ενώ αργότερα τα συγκέντρωνε συστηματικά και τα πλήρωνε καλύτερα ένας «αυγουλάς» από το Άργος με ένα μπλε VOLCKSWAGEN VAN.
Συνδυασμός εγχρήματης και ανταλλακτικής συναλλαγής ήσαν οι δοσοληψίες με τους διάφορους πλανόδιους εμπόρους που γύριζαν τα χωριά με αυτοκίνητα διαρρυθμισμένα σε μαγαζιά, με ράφια, κλπ., ή με μηχανάκια. Τέτοιοι ήταν οι έμποροι υφασμάτων, όπως ο Αρίστος Αναγνωστόπουλος από το Άργος, ο Ντολιόπουλος από τη Νέα Κίο, ο Γιάννης από το Άργος, ο Λαυκιώτης από το Άργος με γυαλικά, ο Αλεξούκας από τη Νέα Κίο με ψάρια, κ.α.
Κάποιες φορές, ο πατέρας με έπαιρνε μαζί του με τη σούστα, φορτωμένη με ντομάτες, μελιτζάνες, μπάμιες το καλοκαίρι, ή κουνουπίδια, μάπες, πράσα, αγκινάρες, το χειμώνα, και γυρίζαμε στο Μέρμπακα, το Παναρίτι και την Πουλακίδα, όπου τα αντάλλασσε με σιτάρι, κριθάρι, πατάτες, καπνό και τσιγαρόχαρτο, ελιές, κλπ.
Μερικά χρόνια αργότερα, περνούσε ένας παλιατζής από το Άργος, ο Γιάννης, με ένα καρότσι, και μάζευε σιδερικά, χαλκώματα, κατσαρόλες, κλπ., που πλήρωνε με μερικές δεκάρες. Μαζί με τα προϊόντα που πουλούσα στα παζάρια του Άργους και περισσότερο του Ναυπλίου, από τον παλιατζή έβγαζα τα πρώτα μου χρήματα, ψάχνοντας να βρω και να πουλήσω ότι βαριά αντικείμενα μπορούσα, λαμνάκια και τζιαβέτες από τις κουτσιούμπες του πηγαδιού, πέταλα, κλπ.
Καλλιέργειες και προϊόντα του χωριού
Από τα μέσα της δεκαετίας του 50, κύριο, σχεδόν αποκλειστικό προϊόν της περιοχής έγιναν τα πορτοκάλια και ειδικότερα η ποικιλία ομφαλοφόρων Merlin, προοριζόμενη κατά κύριο λόγο για εξαγωγή (κυρίως στην Σοβιετική Ένωση με τις επιχειρήσεις Φραγκίστα), και δευτερευόντως για εγχώρια κατανάλωση.
Μέχρι τότε, η κύρια καλλιέργεια του χωριού και της γύρω περιοχής ήταν η ντομάτα, προοριζόμενη για την παραγωγή τοματοπολτού από τα εγκατεστημένα στην περιοχή εργοστάσια, που ήταν:
– Ο «Κύκνος» στο Ναύπλιο και στην Δαλαμανάρα (Παπαντωνίου).
– Η «Αργολική» στο Μπολάτι (Γκολέμης).
– Ο «Πελαργός» στην παραλία Νέας Κίου (Καραμέλης).
– Ο «Μηναίος» και ο «Κρίνος» στο Ναύπλιο.
– Η «Δήμητρα» στο Κούτσι.
– Η «ΡΕΑ» (πολύ αργότερα), συνεταιριστικό εργοστάσιο στον δρόμο Άργους – Ναυπλίου, στο οποίο εργάστηκα περίπου ένα χρόνο, μετά την απόλυσή μου από τον στρατό.
Ο τοματοπολτός, κάποια χρόνια μετά την Κατοχή έπαιζε το ρόλο χρήματος. Θυμάμαι που ο «Κύκνος» έδινε στους παραγωγούς τενεκέδες με πελτέ, που χρησιμοποιούνταν ως ανταλλακτικό μέσο στις συναλλαγές.
Εκτός από τη ντομάτα άλλες καλλιέργειες ήταν:
Το καλοκαίρι: η μπάμια, η μελιτζάνα, τα πεπόνια, τα καρπούζια, τα αγγούρια, τα κολοκύθια (περιβολίσια και πολίτικα), τα φασόλια (μπαρμπούνια και μαυρομάτικα), το αραποσίτι. Στα ημιορεινά χωριά, ο καπνός.
Το χειμώνα: οι αγκινάρες, τα λάχανα (μάπες), τα κουνουπίδια. Στα ημιορεινά, οι ελιές.
Οι καλοκαιρινές καλλιέργειες χρειάζονταν τακτικό πότισμα, που γινόταν από πηγάδια που είχαν τότε κατάλληλο νερό πριν καταστραφεί από την υφαλμύρωση που ακολούθησε και αποτελεί σήμερα κίνδυνο ερημοποίησης του ευλογημένου κάποτε Αργολικού κάμπου.
Η άντληση του νερού γινόταν μέχρι κάποιο καιρό και σε κάποια κλίμακα με εντελώς παραδοσιακό τρόπο, που τον πρόλαβα, δηλαδή με μαγκανοπήγαδο με άλογα. Ακολούθησε η άντληση με ντηζελοκίνητες μηχανές και σε κάποιο βαθμό, που μετά γενικεύτηκε, με ηλεκτροκίνηση.
Οι μηχανές DIESEL, που μέσω ενός ιμάντα κινούσαν τις φυγόκεντρες αντλίες, ήταν πολλών τύπων και μου άρεσε πολύ να τις χαζεύω. Απαριθμώ τις μάρκες που θυμάμαι:
– Γερμανικές: DEUTZ, SENDLING, STEUTEL, SCHLUETTER, ΗΑΤΖ.
– Αγγλικές: LISTER, PETER, TURNER, BLACKSTONE, PELAPONE.
– Αμερικάνικες: HALLETT, WITTE, βενζινοκίνητη WISCONSIN.
– Ελληνικές: ΑΞΕΛΟΣ, ΜΑΛΚΟΤΣΗΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ, ΖΑΡΑΦΩΝΙΤΗΣ, ΣΙΤΑΡΑΣ (ΖΑ-ΣΙ)
* Ο Χρήστος Πίκης πέρασε στο επέκεινα πλήρης ημερών, στην ηλικία των 86 ετών, την Πέμπτη 8 Μαΐου 2025. Η εξόδιος ακολουθία ετελέσθη την Παρασκευή 9 Μαΐου στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής Δαλαμανάρας. Η ταφή έγινε στη γενέτειρά του, την Δαλαμανάρα.
Διαβάστε ακόμη:
- Καταστήματα και Δημόσιοι χώροι στη Δαλαμανάρα Άργους (1945-1960)
- Αναμνήσεις για θέματα Υγείας και άλλα τινά στη Δαλαμανάρα Άργους
- Καββαθάς Σπ. Μιχαήλ (1895-1972) – Ο πρωτεργάτης της διάδοσης της καλλιέργειας του πορτοκαλιού στην Αργολίδα
- Ο «Πελαργός» της Νέας Κίου, Τάσου Καραμέλη
- Ο Κόσμος της εργασίας: Όψεις, Χρόνοι, Χώροι
- Γεωργικός Συνεταιρισμός Αργολίδας (1913)
- Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Αργολίδας











Σχολιάστε