Περί Γάμου – Λαογραφικά της Ερμιόνης | Γιάννης Μ. Σπετσιώτης
«Ο Θεός ο άχραντος…
Ο εν Κανά της Γαλιλαίας τον γάμον ευλογήσας,
ίνα φανερώσης ότι σον θέλημά εστιν
η έννομος συζυγία και η εξ αυτής παιδοποιία»
Ευχή γάμου
Από το δεύτερο βιβλίο της σειράς «Τα Λαογραφικά της Ερμιόνης – Περί Γάμου και Βαπτίσεως» του Γιάννη Μ. Σπετσιώτη, δημοσιεύουμε το «Περί Γάμου» στην Ερμιόνη. Για τη συγγραφή, σημειώνει ο κ. Σπετσιώτης, στηρίχθηκα στα προσωπικά βιώματα και τις σημειώσεις της μητέρας μου, δασκάλας Αικατερίνης Βρεττού-Σπετσιώτου.
Σύμφωνα με την εκκλησιαστική τάξη ο γάμος ανήκει στα επτά μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο γάμος είναι προαιρετικό μυστήριο και τελείται μέχρι τρεις φορές σύμφωνα με την επιγραμματική ρήση: η Εκκλησία «τον πρώτο (γάμο) ευλογεί, τον δεύτερο επιτρέπει, τον τρίτο ανέχεται».
Η ακολουθία του μυστηρίου περιλαμβάνει εξαιρετικής έμπνευσης κείμενα με τα οποία ζητείται η θεϊκή παρέμβαση και βοήθεια για τους νεόνυμφους για μια νέα οικογενειακή αρχή και χριστιανική ζωή.
Βέβαια, στις ημέρες μας, η ακολουθία του μυστηρίου με τους καταπληκτικούς συμβολισμούς μόνο σε επαρχιακές πόλεις και χωριά μπορείς να την παρακολουθήσεις «ολόκληρη». Η «πίεση του χρόνου» στις πόλεις αναγκάζει τους ιερείς να τις «ξεπετούν» στα γρήγορα παραλείποντας σπουδαίες ευχές προς «μεγάλη» ευχαρίστηση των περισσοτέρων… Σημάδια των καιρών…
Όμως το σπουδαίο αυτό γεγονός της ζωής του ανθρώπου άγγιξε την ψυχή του λαού και γι’ αυτό έστησε γύρω του μια σειρά από ήθη και έθιμα, όπως κάνει για καθετί που τον επηρεάζει και τον συγκινεί…
Τέλος, όπως η Εκκλησία εξετάζει τα πράγματα στο βάθος των αιώνων, κατά τον ίδιο τρόπο, τηρουμένων των αναλογιών και η Λαογραφία επιχειρεί να μας δώσει την εικόνα των γεγονότων σε παλαιότερους χρόνους.
Περί Γάμου
Περασμένα… αλλά όχι ξεχασμένα
Από τις αρχές του περασμένου αιώνα όταν το αγόρι ή το κορίτσι ερχόταν σε ηλικία γάμου, που άρχιζε από τα 16 χρόνια και ακόμη νωρίτερα, όπως γράφει στις σημειώσεις της η μητέρα μου, οι γονείς, κυρίως ο πατέρας, θεωρούσαν υποχρέωσή τους να διαλέξουν τη νύφη ή τον γαμπρό για το παιδί τους. Το δικαίωμα επιλογής ήταν πολύ περιορισμένο για τους γιους ενώ για τις θυγατέρες σχεδόν ανύπαρκτο. Για να φέρεις τα …πάνω – κάτω έπρεπε να είχες πολύ «τσαγανό». Πολλές φορές, όπως γινόταν και στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας, έβαζαν τους προξενητάδες, άτομα με ιδιαίτερο χάρισμα, γυναίκες και άντρες που μεσολαβούσαν για να γίνει το «συγγέσιο», το συνοικέσιο όπως λεγόταν στην Ερμιόνη, και οι οικογένειες να «τα βρουν». Μάλιστα τον προξενητή και την προξενήτρα τούς φόρτωναν με δώρα και «υποσχέσεις» πριν αλλά και μετά το επιτυχημένο προξενιό που θα είχε κατάληξη τον αρραβώνα.

«Φανή Γιαννάκου Θεοδώρου», Φωτογραφικό αρχείο Βιβής Σκούρτη.
Η ανακοίνωση του μεγάλου γεγονότος στην οικογένεια γινόταν κατά κανόνα από τον πατέρα την ώρα του γεύματος ή του δείπνου με κάθε επισημότητα. Στο άκουσμα της χαρμόσυνης είδησης το κορίτσι έσκυβε συνεσταλμένα το κεφάλι και αμέσως μετά με μια νέα κίνηση – πάλι του κεφαλιού – ψιθύριζε συγκαταβατικά: «Ναι, πατέρα όπως εσύ ορίζεις». Το ίδιο έκαναν αντίστοιχα και οι γονείς του αγοριού. Είναι προφανές, βέβαια, πως είχε προηγηθεί η συνεννόηση – συμφωνία των συμπεθέρων, κυρίως σε ότι αφορούσε την προίκα της νύφης!
Ο αρραβώνας στο σπίτι
Λίγες μέρες αργότερα, πάντα Σαββατόβραδο, γινόταν ο αρραβώνας στο σπίτι της νύφης, σύμφωνα με το έθιμο. Από τις δύο οικογένειες καλούσαν τους πολύ στενούς συγγενείς, αδέλφια, πρώτα ξαδέλφια και άλλαζαν τις βέρες.
Πάνω σ’ ένα τραπέζι με πεντακάθαρο κεντητό τραπεζομάντηλο έστρωναν μια πετσέτα, «μπόλια» την έλεγαν, με κουφέτα και στο κέντρο τοποθετούσαν τις βέρες, αγορασμένες από τον γαμπρό. Το νέο ζευγάρι καθόταν αμήχανο σε διπλανές καρέκλες περιμένοντας τη στιγμή που θα τους περνούσαν τις βέρες. Αν δεν παρευρισκόταν ιερέας, τις βέρες έβαζε ο πατέρας του γαμπρού, αφού πρώτα τις σταύρωνε στο εικόνισμα.
Στη συνέχεια όλοι οι καλεσμένοι, με σειρά προτεραιότητας, χαιρετούσαν τους αρραβωνιασμένους και τους κρεμούσαν για δώρα χρυσαφικά. Πρώτος ο πατέρας και η μητέρα του γαμπρού και κατόπιν όλοι οι συγγενείς τους. Μετά ο πατέρας και η μητέρα της νύφης και ύστερα οι δικοί τους συγγενείς. Δεν έλειπε βέβαια και ένας «σιωπηλός» ανταγωνισμός για το ποιο θα είναι το ωραιότερο και το ακριβότερο δώρο! Ακολουθούσε φαγοπότι και γλέντι.
Την επόμενη μέρα όλη η Ερμιόνη συζητούσε «με κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα» και ακολουθούσαν πολλά παραλειπόμενα (κουτσομπολιά) ακόμα και ανέκδοτα ανάλογα με την περίπτωση.
Μετά τον αρραβώνα ο γαμπρός πήγαινε καθημερινά και εντελώς τυπικά στο σπίτι της νύφης. Τις Κυριακές το ζευγάρι με τη νύφη στολισμένη με όλα τα χρυσαφικά έβγαινε βόλτα στο Μπίστι, πάντα συνοδεία κάποιου από το σόι του κοριτσιού.
Δύο γεγονότα ξεχώριζαν κατά τη διάρκεια του αρραβώνα: Η σύνταξη του προικοσύμφωνου με γραμμένα αναλυτικά όλα τα προικιά που θα έδιναν στη νύφη καθώς και η διάρκεια του αρραβώνα, που συνήθως δεν κρατούσε πολύ. Ο γάμος έπρεπε να οριστεί το συντομότερο δυνατόν, καθώς ο γαμπρός δεν επιτρεπόταν να μπαινοβγαίνει για μεγάλο διάστημα στο σπίτι της νύφης. (περισσότερα…)
Read Full Post »