Στέφος Αλεξανδρίδης – Ο φωτογράφος του δρόμου, ο φωτογράφος της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, της χειροποίητης μαστοριάς!
Αντίδοτο στον χρόνο, τη φθορά, τον θάνατο είναι η μνήμη και η τέχνη. Μια από τις τέχνες είναι και η φωτογραφία. Η φωτογραφία συγκρατεί την κίνηση του λεπτού. Αποτελεί εικόνα πολύπτυχη, αισθητική ενώ εκπέμπει νοήματα, είναι έτσι κι αλλιώς μια πολύ δυνατή γλώσσα.
Δεν είναι ζωγραφική αλλά είναι η συνέχειά της και το αποτέλεσμα είναι ποιητικό. Φως και σκιά, διαβαθμίσεις του γκρι· αποτελεί μια μορφή διήγησης που κάποιες φορές είναι προτιμότερη και αμεσότερη από την ίδια την αφήγηση. Επίσης αποτελεί μια αυθόρμητη παρόρμηση, μια αέναη οπτική εγρήγορση που συλλαμβάνει τη στιγμή και την αιωνιότητά της, καταγράφοντας τα συναισθήματα και τον αυθορμητισμό, εξασφαλίζοντας έτσι τις αναμνήσεις.
Οι εικόνες αντανακλούν μαγεία, και πέρα από τη διείσδυση του φωτογραφικού φακού και την ύλη του φωτογραφικού χαρτιού, η αποτύπωσή τους αποτελεί μεγάλη στιγμή καλλιτεχνικής δημιουργίας.
…Σ’ αυτήν εδώ τη γειτονιά
ας ήμουν φωτογράφος,
να υπηρετώ την ομορφιά
με τέχνη και με πάθος….[1]
Ακριβώς, με τέχνη και πάθος ασκούσε το επάγγελμά του ο Στέφος Αλεξανδρίδης, ο φωτογράφος της επαρχίας μας που συμπληρώνει εννέα χρόνια απουσίας (Φλεβάρης του 2009).

Μαντράκια: Ο Στέφος Αλεξανδρίδης στο μπαλκόνι του σπιτιού της Λουλουδίας Λιναρδοπούλου, όπου σήμερα στεγάζεται η Αδελφότητα Κυριών Ερμιόνης «Αγ. Ιωάννης ο Ελεήμον».
Γεννήθηκε στις Σπέτσες το 1926, από πρόσφυγες γονείς, σε μια οικογένεια με παράδοση στην τέχνη της φωτογραφίας. Υπηρέτησε την έβδομη τέχνη για πενήντα περίπου χρόνια, με ζωντάνια, κέφι, μεράκι, επαγγελματισμό.
Σ’ αυτήν εδώ τη γειτονιά
σ’ αυτά εδώ τα μέρη
ο φωτογράφος θα ‘πρεπε
να ήτανε ξεφτέρι,
να ‘ταν τεχνίτης μερακλής
κι απ’ ομορφιά να ξέρει…
Πέρα από ξεφτέρι, τεχνίτης και μερακλής, ήταν χαμογελαστός, χωρατατζής, αυθόρμητος, πηγαίος, ανήσυχος ως άνθρωπος. Ασχολήθηκε με τον ανθηρό τότε κινηματογράφο και συνεργάστηκε με τον Μήτσο Πάλλη και τον Γιάννη Σαλαμούρη, φέρνοντας ταινίες που παίζονταν στους κινηματογράφους της Ερμιόνης και του Κρανιδίου.
Σύντροφος παντοτινός του η φωτογραφική μηχανή! Με την τσάντα του γεμάτη, κρεμασμένη στον ώμο, τη φωτογραφική μηχανή του στο λαιμό και αργότερα, ακολουθώντας την εξέλιξη της εποχής, και την κάμερα. Φρουρός της ελπίδας, κλέφτης στιγμών, ήταν σε ετοιμότητα πάντα να καταγράψει, να αποτυπώσει.
Μαυρόασπρες φωτογραφίες αυθόρμητες ή και στημένες, κάποιες φορές και σκηνοθετημένες, ωστόσο, ποτέ επιτηδευμένες. Τραβούσε την επιλεγμένη στιγμή και υπήρχαν φορές που αναζητούσε το ευτράπελο και το ευφάνταστο. Φωτογράφιζε την ώρα της δουλειάς, στις γιορτές, στα πανηγύρια, τα κοινωνικά γεγονότα, γάμους, αρραβώνες, βαφτίσεις και κηδείες. Φωτογράφιζε στις εκδρομές και στα προσκυνήματα, τα γλέντια και στους περιπάτους, στις μαθητικές γιορτές και παρελάσεις, αλλά και τα φυσικά φαινόμενα, τις πλημμύρες, το περιβάλλον.
Έψαχνε, «κυνηγούσε» να βρει την «αλήθεια», τη στιγμή, όπλιζε τη μηχανή του και «σημάδευε». Ακουγόταν το κλικ της μηχανής του. Στα διαφορετικά «κλικ» του, παγίδευσε εικόνες, πρόσωπα, τοπία και τόπους.
Αποτύπωσε την καθημερινότητα, τις ρυτίδες του μόχθου, της σκληρής δουλειάς, που οργώνουν το ανθρώπινο πρόσωπο και πέρασε στην αιωνιότητα ένα χαμόγελο, ή μία έκφραση στιγμής. Φωτογραφίες ανθρωποκεντρικές που εικονίζονται πρόσωπα σκαλισμένα από τον χρόνο. Ο χρόνος «γλύπτης των ανθρώπων παράφορος», όπως τον είδε ο Ελύτης, χέρια με ρόζους, δουλεμένα στη γη ή τη θάλασσα. Στην έκφρασή τους, στη στάση του σώματός τους αναζητούσε στοιχεία από τις ζωές τους. Αναζητούσε την καθαρότητα, την απλότητα, τη χαρά. Απαθανάτισε επαγγελματίες, τεχνίτες και κάποτε μέσα σ’ αυτούς και τον εαυτό του. Στο εικαστικό του έργο κυριαρχούν τα χαμόγελα, αλλά και το τυχαίο που παίζει σημαντικό ρόλο.
Μας κληρονόμησε τη φωτογραφική ξενάγηση της ζωής, με τον πολιτισμό του τόπου να απεικονίζεται ζωντανός. Οι φωτογραφίες του έμειναν ως τεκμήρια μιας κοινωνικής και ανθρωπολογικής πραγματικότητας. Μέσα από εκεί αναδύονται χαρές, λύπες, πόνοι, ιστορίες και βιώματα. Τις εμφάνιζε μόνος του στον σκοτεινό θάλαμο. Τις ταξινομούσε με μεγάλη επιμέλεια κατά γειτονιές, κατά χωριά, τις μοίραζε, με τις φωτογραφίες του να αποτελούν οδοιπορικό της ίδιας της ζωής της επαρχίας μας.
Δεν έκλεβε δύο στιγμές και μετά εξαφανιζόταν, δεν ήταν ένας απλός θεατής, ήταν παρών σε όλα τα στάδια της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής, συμμετέχων και ταυτιζόμενος.
Βλέποντας τις φωτογραφίες του ανακαλείς καταστάσεις του παρελθόντος, περιστατικά, συναισθήματα που χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου. Απεικονίζουν με εκφραστική πυκνότητα τη ζωή μιας άλλης εποχής, ανοίγουν έναν άλλο διάλογο.
Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός φωτογραφιών από το φωτογραφικό του αρχείο, που δώρισε στον Δήμο μας [Ερμιονίδας] αξιοποιήθηκε, αρχειοθετήθηκε, ομαδοποιήθηκε κάτω από την επιμέλεια και τον σχεδιασμό της Μαντώς Κομμά και έχει μετατραπεί σε πόλο έλξης της Δημοτικής μας Κοινότητας.
Στη βιτρίνα του φωτογραφείου του στο Κρανίδι, ταξινομούσε αντιπροσωπευτικά την επικαιρότητα και τη διάνθιζε με ολιγόλογα, εύστοχα, χιουμοριστικά σχόλια.
Ο Στέφος εξακολουθούσε να εργάζεται ποικιλότροπα ως τον τελευταίο χρόνο της ζωής του, παρακολουθώντας τη φωτογραφική τέχνη και την εξέλιξή της στον χρόνο, τραβώντας χρωματιστές φωτογραφίες καθώς και βίντεο.

25-12-1960. Ο Στέφος ανάμεσα σε μια νεανική συντροφιά: Μαρία Μαρουλά, Χαριτίνη Σπετσιώτου, Αρχώ Σταματίου, Αναστασία Δημαράκη, Μαρία Χόντα.
Για κάποιο διάστημα, μεγέθυνε τις μικροφωτογραφίες του και «έπιανε» τις γειτονιές σπίτι το σπίτι, ανακαλώντας τις μνήμες των ανθρώπων, πουλώντας τες στην τιμή των 5 δραχμών. Μας άφησε σημαντικές πληροφορίες, ένα αρχείο πλούσιο με πολυποίκιλη θεματολογία και ιστορική αξία. Οι φωτογραφίες του αποτελούν για όλη την επαρχία μας ασπρόμαυρες φωτογραφικές καταγραφές. Το φωτογραφικό οδοιπορικό του αντιστοιχεί σε δεκαετίες που αποτελούν αντικείμενο μελέτης της τότε κοινωνικής πραγματικότητας. Το αρχείο του, των πολλών χιλιάδων φωτογραφιών, κληρονόμησε στη μορφή των φιλμς ο Σπύρος Ζόγκας, πολύτιμος συνεργάτης του Στέφου από τα νεανικά του χρόνια. Θεωρώ πως η ευθύνη της διάσωσης και ανάδειξής τους ανήκει στον Δήμο μας και στους πολιτιστικούς φορείς της πόλης.
Η δική μου συγκίνηση δεν περιγράφεται όταν τις συλλέγω, τις σκανάρω, τις ξεχωρίζω, τις παραθέτω ανάμεσα στα κείμενα του περιοδικού μας [«Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα»], διανθίζοντάς τα. Φωτογραφίες ξεθωριασμένες, λεκιασμένες, με σκισίματα ή τσακίσματα, κορνιζαρισμένες ή όχι. Πολλές από αυτές φέρουν, εκτός από την ημερομηνία και αναμνηστικές λεζάντες ή οπισθογραφήματα, έμμετρα τετράστιχα. Όλα τούτα αποτελούν εικονογραφικό υλικό, παρακείμενο ενός κειμένου.
Στις μέρες μας η τέχνη της φωτογραφίας με την ψηφιακή τεχνολογία, μας παρέχει απεριόριστες δυνατότητες, καθώς παρουσιάζει τεράστια εξέλιξη, με τη συνήθεια της φωτογράφισης διαδεδομένης σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και σε κάθε ηλικία. Παρόλα αυτά σταματήσαμε να τυπώνουμε στο χαρτί, σταματήσαμε να καταχωρούμε σε φωτογραφικά άλμπουμ.
Και εδώ ας αναφέρουμε τους φωτογράφους της επαρχίας που κανένας τους δεν υπάρχει πια. Ο Στέφος Αλεξανδρίδης, ο Ανάργυρος Μπόλλας, ο Γιάννης Σακελλαρίου, ο Σώτος, ο Ιωάννης Γεωργιάδης, ο Γεώργιος Ελένης, ο Μπαρμπαγιάννης ήσαν φωτογράφοι του δρόμου, μιας εποχής όλοι τους, παρόντες για να καταγράψουν με τη μηχανή τους ποιοτικές ασπρόμαυρες εικόνες και να κάνουν κάποιους ανθρώπους διατηρητέες μορφές. Οι φωτογραφίες τους εμπεριέχουν αξίες. Ένα αρχείο πολύτιμο για συνδιαλλαγή με την ιστορία του τόπου, ένα πολιτιστικό ντοκουμέντο. Ας προβληματιστούμε για την καλύτερη αξιοποίησή του.
Με το προσωπικό του ύφος ο καθένας και τη δική του προσωπική και επαγγελματική διαδρομή, καθρέφτισαν το φιλότιμο, την ντομπροσύνη, την απλότητα, την εντιμότητα, την εγκαρδιότητα, την αλληλεγγύη, την ολιγάρκεια, την αμεσότητα, την κομψότητα.
Αιχμαλώτισαν μεμονωμένους ανθρώπους ντυμένους στην «πένα» ή συντροφιές σε ανθρώπινες στιγμές· τα γλέντια τους, τον τρόπο ζωής, τα έθιμα. Τις μικρές στιγμές της καθημερινότητας και της αρμονίας που ζούσαν με τις παραδόσεις. Ο μόχθος μαζί με το κρασί, τον χορό, το ξεφάντωμα. Η ευκαιρία της ζωής των ανθρώπων για εξαγνισμό, σε όσα τους πόνεσαν, σε όσα τους κούρασαν.
Κατέγραψαν προσωπικές στιγμές, τυχαία γεγονότα, απαθανάτισαν το τρέξιμο του χρόνου, παγώνοντας στιγμιότυπα της μικρής και φευγαλέας ζωής.
Οι φωτογράφοι μας, οι «κυνηγοί της αλήθειας», οι «ιχνηλάτες» της ομορφιάς του τόπου μας…
[1] Ντίνος Χριστιανόπουλος, «Ο φωτογράφος».
«Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα», περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης, τεύχος 22, Μάρτιος, 2018.
Διαβάστε ακόμη:
- Παλιοί φωτογράφοι του Άργους
- Καραμάνος Γεώργιος ( ο φωτογράφος του χωριού )
- Καραμάνος Γεώργιος (1926 – 2004)
- Η ιστορία του κινηματογράφου στο Άργος
- Το Θέατρο στο Ναύπλιο την Οθωνική περίοδο – Κείμενα και παραστάσεις.
- Ελληνικός Κινηματογράφος 1955-1965: Κοινωνικές αλλαγές της μεταπολεμικής εποχής στην οθόνη








Σχολιάστε