Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Κανταδόροι’

Αναπλιώτες Κανταδόροι 1920 -1970 | Ιδεολόγοι ερασιτέχνες.  [Βασίλης Κορολής – Αλέξανδρος Φουκαράς. Απόφοιτοι του Τμήματος Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής, Μουσικού Τμήματος Πανεπιστημίου Ιωαννίνων]


       

Αστική Μουσική Κουλτούρα και Ερασιτεχνισμός (μπάντα, χορωδίες, καντάδα) – Καταγωγή των Κανταδόρων (συνοικίες, επαγγέλματα, γενιές κανταδόρων) – Πώς Μάθαιναν Μουσική (ο θεσμός της μουσικής παρέας) – Το Γλέντι (στέκια, μουσικά όργανα).

 

Πρόλογος

 

Ο μεγάλος Ναυπλιώτης ποιητής Νίκος Καρούζος το 1982 σε συνέντευξη που έδωσε στα πλαίσια τηλεοπτικής εκπομπής, μνημονεύοντας το φίλο του και έτερο μεγάλο Ναυπλιώτη λογοτέχνη Άγγελο Τερζάκη, ανέφερε μεταξύ άλλων:

 

«Tα χρόνια περνούν και φεύγουμε ένας ένας από τον κόσμο. Να! θυμάμαι τον Τερζάκη. Στη δεκαετία του ’70  ερχότανε και αυτός συχνότατα στ’ Ανάπλι για διακοπές. Συναντιόμασταν τα βράδια στη θερινή βαβούρα των καφενείων της παραλίας. Αυτό το Ναύπλιο όπως είναι πια τουριστικά διαμορφωμένο δεν είναι ούτε το δικό του πολύ παλιότερο Ναύπλιο ούτε το δικό μου λιγότερο παλιό. Είναι ένα Ναύπλιο σε σχετική παραμόρφωση. Κουβεντιάζαμε και νοσταλγούσαμε την παλιά φυσιογνωμία της πόλης. Θυμάμαι μια ωραία σκέψη του Τερζάκη σε αυτές τις πολύωρες καλοκαιρινές συζητήσεις. Το Ναύπλιο έχασε την δραματική του διάσταση.[1] Είναι η φράση του.[2]

 

Κομμάτι αυτής της δραματικής διάστασης που εκτόπισε η τουριστικοποίηση ήταν και οι κανταδόροι του Ναυπλίου.[3] Ο τουρισμός τους άφηνε πλέον χώρο μόνο ως διασκεδαστές των τουριστών. Σταδιακά, τα αυθόρμητα γλέντια στο δημόσιο χώρο του τουριστικού πλέον Ναυπλίου άρχισαν να εκλαμβάνονται ως ενόχληση. Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση ενός από τους παλιούς κανταδόρους:

 

«Να σας πω μια περίπτωση. Επί διχτατορίας ένα βράδυ παίζαμε με τον συχωρεμένο τον Κατσίγιαννη στο μαγαζί κάτω. Στο καφενείο εκεί μαζευόντουσαν όλοι οι αντιεισαγγελείς ‒ ο Καράπαυλος, ο Μητρομάρας‒[4] και μας ακούγανε … ένας Χρονόπουλος αντιεισαγγελέας που έμενε στην Παναγία. Και είχαμε πάει προς την θάλασσα κοντά εγώ, ο Δοροβίνης, ο Κατσίγιαννης, και ένας άλλος. Ξαφνικά έρχεται η αστυνομία με ένα αυτοκίνητο και μας βάζει μέσα. Μας βάζουν μέσα και μας πάνε στον Αγιώργη που ήτανε το τμήμα. Εκείνη την ώρα που μας πέρνανε τα στοιχεία χτυπάει το τηλέφωνο και είχανε πάρει από το Ξενία από τα δύο ξενοδοχεία εκεί πέρα απάνω. Μου λέει ο Κατσίγιαννης ″Πάρε το Δήμαρχο τηλέφωνο″.  Μόλις είχε φύγει ο Μητρομάρας από το μαγαζί.  Όταν ενημερώθηκε παίρνει τηλέφωνο την αστυνομία. ″Μην τολμήσετε και πειράξετε τους ανθρώπους αυτούς″, τους λέει, ″Το Ανάπλι έχει ιστορία. Σε όποιον δεν αρέσει να πάει να χτίσει σκηνή στις παλιές μπανιέρες κάτου να κοιμάται. Έχουμε παράδοση″».[5]

 

Αυτή την άγνωστη πλέον στις νεότερες γενιές παράδοση του Αναπλιού θέλουμε να τιμήσουμε μ’ αυτή την εργασία, μια παράδοση που, όπως φαίνεται από τις αφηγήσεις των παλιών, δε δημιουργήθηκε κάτω από ρόδινες συνθήκες. Αν δούμε πέρα από τη ματιά του λογοτέχνη, οι νέοι παλιότερων γενεών που ανατράφηκαν και μεγάλωσαν σ’ αυτό το προ-τουριστικό Ναύπλιο[6] με τη «δραματική διάσταση» που αναφέρει ο Άγγελος Τερζάκης στερούνταν ανέσεις και διεξόδους, ζώντας ουσιαστικά σε μια κλειστή και συντηρητική κοινωνία, όπου οι νέοι δεν είχαν την ελευθερία να φλερτάρουν και να εκφράσουν ελεύθερα το ερωτισμό τους.

Παρόλ’ αυτά, είναι αξιομνημόνευτο το γεγονός ότι, αντί να απομονωθούν ή να στραφούν στις ουσίες (μεγάλο πρόβλημα του σύγχρονου τουριστικού Ναυπλίου από τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα) και το μηδενισμό, κινητοποιούνταν συλλογικά, δημιουργώντας οι ίδιοι διεξόδους. Αυτοσχεδίαζαν γλέντια και μάθαιναν ερασιτεχνικά μουσική, ώστε να δημιουργήσουν συλλογικές εμπειρίες και να δώσουν νόημα στη συνύπαρξή τους. Σ’ αυτή την προ-τουριστική εποχή οι νέοι κυρίως από τις λαϊκές συνοικίες του Ναυπλίου, μαθητές, μαθητευόμενοι τεχνίτες, καλφάδες σε διάφορες τέχνες, υπάλληλοι[7] κατάφεραν να δημιουργήσουν μια δική τους πολιτισμική ταυτότητα με βασικό στοιχείο την έντονη κλίση προς τη μουσική. Δημιούργησαν δίκτυα προσώπων, που είχαν τα δικά τους στέκια και διοργάνωναν αυθόρμητα γλέντια, προσπαθώντας «να αποτινάξουν το ζυγό της καθημερινότητας».

Θελήσαμε λοιπόν μέσα από προφορικές μαρτυρίες, φωτογραφικό υλικό αλλά και ηχογραφήσεις να συμβάλουμε κι εμείς στη διατήρηση της μνήμης γύρω από τη μουσική ιστορία του Ναυπλίου. Σε αντίθεση με τη σημερινή καταναλωτική κοινωνία, τα γλέντια αυτά ήταν αυτοσχέδια και στο κέντρο τους βρισκόταν πάντα η αγάπη των κατοίκων του Ναυπλίου για τη μουσική. Παρότι έχει γίνει ήδη προσπάθεια για την καταγραφή της μουσικής παράδοσης του Ναυπλίου, με σημαντικότερη και ευρέως γνωστή στους κατοίκους του Ναυπλίου την εργασία του Γεωργίου Χώρα,[8] εμείς, έχοντας τη διάθεση να προσθέσουμε ένα λιθαράκι σ’ αυτή την προσπάθεια, θεωρήσαμε απαραίτητο να συμπεριλάβουμε συνεντεύξεις και ηχογραφήσεις, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να αντλήσει γνώση για το παρελθόν απευθείας μέσα από τις διηγήσεις και τις φωνές των πρωταγωνιστών αυτής της περασμένης εποχής.[9]

 

Αστική μουσική κουλτούρα και  ερασιτεχνισμός

 

Στο Ναύπλιο ήδη από τη δεύτερη βενετοκρατία[10] δημιουργήθηκε ισχυρή αστική κοινότητα[11] στα πρότυπα των Ιονίων Νήσων, δεδομένου ότι ήταν έδρα της βενετσιάνικης διοίκησης[12] και σημαντικό λιμάνι της εποχής. Ο πληθυσμός της πόλης από εκείνα τα χρόνια αποτελούνταν από γαιοκτήμονες, εμπόρους, κρατικούς υπαλλήλους, στρατιωτικούς, ιερείς, δασκάλους, μικροεμπόρους, τεχνίτες και εργάτες.[13] Μέσα στα χρόνια της δεύτερης οθωμανικής περιόδου,[14] όπως αναφέρει ο ιστοριογράφος του Ναυπλίου Μιχαήλ Λαμπρυνίδης, «το Ναύπλιον από της εποχής ταύτης παρέμεινε καθαρώς στρατιωτική πόλη».[15]

Αυτός ο αστικός χαρακτήρας του Ναυπλίου παρέμεινε διαχρονικά ίδιος και μετά την Ελληνική Επανάσταση. Όπως καταγράφεται σε απογραφή του πληθυσμού της πόλης το 1861 σε σύνολο 6.024 ατόμων υπήρχαν 1.032  στρατιωτικοί, 363 βιομήχανοι (βιοτέχνες), 87 έμποροι, 103 δημόσιοι υπάλληλοι, 53 επιστήμονες, 12 κληρικοί και 32 δικηγόροι.[16]

Όπως γίνεται σαφές από τα παραπάνω, το  κυρίαρχο στοιχείο ήταν οι στρατιωτικοί. Ωστόσο, οι έμποροι αλλά και οι εξασκούντες ταπεινά επαγγέλματα, όπως αποκαλούνταν τότε (τεχνίτες, ταβερνιάρηδες και ψαράδες), είχαν εξίσου ισχυρή παρουσία. Σύμφωνα με τη μελέτη του ερευνητή Γιώργου Αντωνίου γύρω από το εμποροβιοτεχνικό παρελθόν του Ναυπλίου, μόνο στην Πρόνοια, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, λειτουργούσαν 23 ταβέρνες και συνολικά στην πόλη 58 οινοπωλεία. Ενώ στο Ναύπλιο υπήρχαν μεταξύ άλλων 35 παντοπωλεία, 24 μανάβικα, 10 ραφεία, 13 σιδηρουργεία, 31 υποδηματοποιεία, 11 επιπλοποιεία κ.λπ.[17]

Ένα ακόμα στοιχείο που παρέμεινε σταθερό διαχρονικά[18] ήταν η εγκατάσταση προσφύγων και εποίκων στην πόλη, αλλάζοντας διαρκώς τη δημογραφική σύνθεση της.[19] Παρόλ’ αυτά, τα στατιστικά και δημογραφικά στοιχεία δεν είναι αρκετά για να μας φανερώσουν τι ακριβώς συνέβαινε με την κουλτούρα και την πολιτισμική ταυτότητα όλων αυτών των κατοίκων σε όλες αυτές τις διαφορετικές ιστορικές περιόδους. Για παράδειγμα, δε μας λένε τίποτα για το πώς και πού γλεντούσαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, ποια ήταν τα στέκια τους, ποιες μουσικές προτιμήσεις είχαν, ποια δίκτυα προσώπων οργάνωναν τα γλέντια κ.λπ. Δυστυχώς, ελάχιστα έως ανύπαρκτα είναι τα στοιχεία που  έχουμε για όλα αυτά τα ζητήματα. Λίγες αναφορές αρχίζουμε να βρίσκουμε καταγεγραμμένες μόνο από την Επανάσταση και έπειτα. Από αυτές τις πληροφορίες φαίνεται πως ο βασικός μουσικός θεσμός του μετεπαναστατικού  Ναυπλίου (από τον Καποδίστρια και έπειτα)  ήταν η μπάντα.[20] Αρχικά επρόκειτο για στρατιωτική μπάντα και πολύ αργότερα, μετά το 1890, για φιλαρμονική «αστική» μπάντα.[21]

 

Η Φιλαρμονική του Δήμου Ναυπλίου τη δεκαετία του 1950. Στο μέσο όρθιος ο αρχιμουσικός Β. Χαραμής. Φιλαρμονική Ναυπλίου, 1948. Φωτογραφία από το αρχείο Δέσποινας Θ. Κοΐνη.

 

Όσον αφορά τις αντιλήψεις ενός μέρους του πληθυσμού γνωρίζουμε ότι μέσα στην πολυπληθή κοινότητα των δικηγόρων του Ναυπλίου υπήρχε μια ισχυρή ομάδα που διαπνεόταν από δημοκρατικές αντιλήψεις και ήταν επηρεασμένη από τα δημοκρατικά κινήματα της Ευρώπης με αποτέλεσμα το 1862 να πρωτοστατήσει στην εξέγερση κατά του Όθωνα. Τουλάχιστον 10 από τους 32 δικηγόρους της εποχής εκείνης συμμετείχαν ως ηγέτες σ’ αυτή την εξέγερση.[22] Σύμφωνα με μια περιγραφή της κατάστασης την περίοδο της εξέγερσης: (περισσότερα…)

Read Full Post »