Μνήμες και βιώματα – Δημόσια Βιβλιοθήκη Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης»
Η Δημόσια Βιβλιοθήκη του Ναυπλίου που φέρει το όνομα του σοφού Παλαμήδη, γιου του Ναυπλίου, συστάθηκε το 1951 σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση «ΥΑ 104842 ΦΕΚ 223/Β/12-11-1951» του τότε Υπουργού Παιδείας Ν. Μπακόπουλου. Η απόφαση αυτή λήφθηκε κατόπιν σχετικής αναφοράς του Προοδευτικού Συλλόγου «Ο Παλαμήδης» να υπαχθεί η ήδη υπάρχουσα βιβλιοθήκη του Συλλόγου στις διατάξεις του άρθρου 20, παραγ. 2 του Α. Ν. 1362/1949, για τις Δημόσιες Βιβλιοθήκες, προσφέροντας εκτός από τα βιβλία, τα υπάρχοντα έπιπλα και σημαντικό χρηματικό ποσό. Παράλληλα καθοριστικής σημασίας υπήρξε η παραχώρηση από το Δήμο Ναυπλιέων, υπό το Δήμαρχο Δ. Σαγιά, πτέρυγας του δημοτικού οικήματος της πρώην Αστικής Σχολής Κορασίδων και πολυϊατρείου στη συνέχεια, όπου ήδη στεγαζόταν ο Προοδευτικός Σύλλογος «Ο Παλαμήδης», προκειμένου να στεγασθεί εις το διηνεκές η Δημόσια Βιβλιοθήκη Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης». Η ίδρυση της Δημόσιας Βιβλιοθήκης «Ο Παλαμήδης» στην πόλη του Ναυπλίου, στην αρχή της μεταπολεμικής περιόδου, αποτέλεσε μία «πολιτιστική επανάσταση».
Ωστόσο πρέπει να επισημάνουμε ότι η ευοίωνη αυτή εξέλιξη για την πόλη και την πατρίδα μας έχει την αφετηρία της το έτος 1946, όταν στην καθημαγμένη πόλη του Ναυπλίου, ένα χρόνο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μία μικρή ομάδα φιλοπρόοδων πολιτών αποτελούμενη από τους Τ. Τούμπα, Π. Σπυροπούλου, Α. Αναγνωστόπουλο, Α. Σταυρόπουλο, Β. Χαραμή, Κ. Κατσίγιαννη, Σ. Κωστούρου, Δ. Βασιλείου, Ρ. Γραικό, Α. Λεκάκη, Ευαγ. Μπακέα ίδρυσαν τον Προοδευτικό Σύλλογο Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης». Σκοπός του Συλλόγου ήταν ο εξωραϊσμός της πόλης και η διατήρηση της ιστορικής πόλης και των κτιρίων της πόλης, η διοργάνωση εκδηλώσεων καθώς και η ίδρυση βιβλιοθήκης.
Ο Σύλλογος αρχικά, πριν να μεταστεγασθεί στο νεοκλασικό κτίριο της Βιβλιοθήκης, στεγάσθηκε στην ανατολική πλευρά της πλατείας Συντάγματος, αμέσως νοτιότερα του παλιού μεγάλου τζαμιού, γνωστού ως Τριανόν, σ’ ένα μικρό ισόγειο δωμάτιο υστερονεοκλασικού κτιρίου, με ένα τραπέζι και δύο καρέκλες[1]. Το νεοκλασικό αυτό κτίριο κατεδαφίσθηκε στο τέλος της δεκαετίας του 1950 και στη θέση του ανοικοδομήθηκε το υπάρχον παρακείμενο, άκομψο ξενοδοχείο, που δεν εναρμονίζεται με τα κτίρια της παλιάς πόλης.
Η Δημόσια Βιβλιοθήκη Ναυπλίου στεγάζεται σ’ ένα λαμπρό, ισόγειο, ελαφρώς ανυψωμένο με τρία σκαλοπάτια υστερονεοκλασικό κτίριο, που κτίσθηκε αμέσως εσωτερικά των ενετικών τειχών της βόρειας πλευράς, μετά την κατεδάφισή τους το 1866-1868, σε χώρο που αρχικά προοριζόταν για την ανοικοδόμηση της αγοράς της πόλης.
Το 1874 η Δημοτική Αρχή αποφάσισε την κατασκευή της «Δημοτικής Σχολής Κορασίδων» (Σχολείο Θηλέων) και το κτίριο κατασκευάσθηκε γύρω στα 1876[2]. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό ισόγειο υστερονεοκλασικό κτίριο, με μνημειακή προεξέχουσα αετωματική κύρια είσοδο και έξι συμμετρικά εκατέρωθεν παράθυρα διακοσμημένο με ανοιχτά χρώματα, διακοσμητικές κορνίζες και κατακόρυφους διακοσμητικούς πεσσούς που τονίζουν την αρχιτεκτονική διάρθρωση του κτιρίου. Κάτω από τη στέγη φέρει χαρακτηριστική διακόσμηση από ιωνικούς, υστερονεοκλασικούς γεισίποδες (δόντια), ενώ λίγο χαμηλότερα η πλατειά οριζόντια ταινία, ζωφόρος, που είναι διακοσμημένη με το γαλάζιο χρώμα του ουρανού, που έλκει την καταγωγή της από την ανάλογη γαλάζια διακόσμηση των επιστύλιων των αρχαίων ναών αλλά και πολυτελών αρχαίων κλασικών κατοικιών. Η κύρια πρόσοψη της βιβλιοθήκης απεικονίζεται στον έγχρωμο πίνακα της επτανήσιας ζωγράφου από την Κεφαλλονιά, Ντιάνας Αντωνακάτου, που απεικόνισε και αποθανάτισε με το χρωστήρα της την πόλη του Ναυπλίου αλλά και την Αργολίδα κατά την μεταπολεμική περίοδο.
Ο ευρύχωρος αύλειος χώρος φυτευμένος με πορτοκαλιές και λεμονιές με χαμηλό περίβολο, με λιτή μεταλλική πόρτα και χαμηλά κιγκλιδώματα σε μαύρο χρώμα, διακριτά από την ανοιχτόχρωμη ήρεμη διακόσμηση του κτιρίου αποτελεί ένα άλσος σε απαράμιλλο ανάλαφρο συνδυασμό με το πρόσχαρο, λαμπρό κλασικιστικό μνημείο της αρχιτεκτονικής. Μέσα στο άλσος εκατέρωθεν του διαδρόμου υπάρχουν προτομές των ποιητών της πόλης, Α. Λεκόπουλου – Αναπλιώτη και του Θ. Κωστούρου. Ο παλιός φοίνικας που εικονίζεται στον πίνακα, δίνει την έννοια του ύψους και το όλο σκηνικό αποπνέει μία διάχυτη ηρεμία και γαλήνη για τους μαθητές, τους πολίτες και τους επισκέπτες.
Στο υπάρχον κτίριο της Βιβλιοθήκης, διαστ. 22×20 μ., έχουν γίνει επιτυχημένες αρχιτεκτονικές τροποποιήσεις και προσθήκες με αποτέλεσμα το κτίριο να είναι ευρύχωρο και περισσότερο λειτουργικό ως Δημόσια Βιβλιοθήκη της πόλης. Το παλιό νεοκλασικό σχολείο του 19ου αι., διαστ. 10×20 μ. περίπου ως τη δεκαετία του 1950 ήταν μικρότερο και προσαρμοσμένο στις λειτουργικές ανάγκες του σχολείου. Στη δυτική πλευρά του σχολείου υπήρχε μία δεύτερη συμμετρική μνημειακή, αετωματική, ελαφρώς προεξέχουσα είσοδος, που οδηγούσε στον ελεύθερο υπαίθριο χώρο με μανδρότοιχο, όπου λειτουργούσε ως προαύλειο του σχολείου για τις μαθήτριες, όπως φαίνεται στην παλιά φωτογραφία παρακάτω. Στη βόρεια πλευρά είχε μόνο τρία συμμετρικά παράθυρα, ενώ μετά την προσθήκη υπάρχουν πέντε παράθυρα με εμφανή ασυμμετρία.

Δυτική άποψη του νεοκλασικού σχολείου (Βιβλιοθήκη) με τη δυτική αετωματική είσοδο (παλιά φωτογραφία).
Το νεοκλασικό ισόγειο κτίριο του παλιού σχολείου έντονα συμμετρικό με τις μνημειακές αετωματικές εισόδους φανερώνει τα όρια της εξέλιξης του νεοκλασικισμού, που διαμορφώθηκε σταδιακά από τον Ερν. Τσίλερ, κατά την υστερονεοκλασική περίοδο, στο β’ μισό του 19ου αιώνα. Το κτίριο αυτό του σχολείου, κατά την άποψή μας, ήταν το καλύτερο ισόγειο κτίριο της πόλης κτισμένο σ’ έναν χώρο ευρύ ανοιχτό, απελευθερωμένο από τα ασφυκτικά ενετικά τείχη της πόλης, που αποπνέει και σήμερα στην διατηρημένη ανατολική κύρια πλευρά με το ευρύχωρο προαύλειο έναν αέρα ελευθερίας, απαραίτητη προϋπόθεση για τις ψυχές και την εκπαίδευση των μαθητών ενός σχολείου.
Μέσα στη δεκαετία του 1950 έγινε η προσθήκη στη δυτική πλευρά του νεοκλασικού κτιρίου, διαστ. 10×20 μ., σ’ όλη την έκταση του προαυλείου, ως την οδό Μπλέσση, με αποτέλεσμα το κτίριο να διπλασιασθεί και να γίνει περισσότερο λειτουργικό και ευρύχωρο για τις λειτουργικές ανάγκες της Δημόσιας Βιβλιοθήκης. Είναι αξιοσημείωτο ότι για την ενσωμάτωση της νέας προσθήκης στο παλαιό κτίριο, από τη δυτική νεοκλασική είσοδο καθαιρέθηκε μόνο το προεξέχον της στέγης τριγωνικό αέτωμα, ενώ ορθώς διατηρήθηκαν οι εκατέρωθεν της εισόδου κατακόρυφοι νεοκλασικοί πεσσοί, που είναι ορατοί μετά από προσεκτική παρατήρηση.
Η δυτική προσθήκη ενσωματώθηκε πλήρως στο προϋπάρχον νεοκλασικό κτίριο χωρίς να γίνεται διακριτή, με τους νεοκλασσικούς, ιωνικούς γεισίποδες (δόντια) κάτω από τη στέγη, την οριζόντια γαλάζια ζωφόρο και τις κορνίζες που περιτρέχουν όλο το κτίριο, με αποτέλεσμα η Δημόσια Βιβλιοθήκη ανανεωμένη, να διατηρήσει πλήρως τον νεοκλασσικό της χαρακτήρα. Σήμερα δε γίνεται αντιληπτή η νέα δυτική, επιτυχημένη προσθήκη στο νεοκλασικό κτίριο, εκτός από τη συμμετρία των πέντε παραθύρων της βόρειας πλευράς.

Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης». Η φωτογραφία απεικονίζει τη βιβλιοθήκη πριν το 1957 όταν δεν είχε κτισθεί ακόμη η πίσω αίθουσα (Αναγνωστήριο). Διατηρείται η τεχνοτροπία του παλιού Δημοτικού Σχολείου (Β’ Ναυπλίου) που στεγαζόταν εκεί προπολεμικά, το οποίο είχε δύο προαύλια (εμπρός και πίσω).
Ο ενιαίος δυτικός πρόσθετος χώρος της βιβλιοθήκης που λειτουργεί ως αναγνωστήριο αλλά και ως χώρος εκδηλώσεων, λειτουργούσε ως ευρύχωρη αίθουσα διαλέξεων, συνεδρίων, εκθέσεων με αναπαυτικά καθίσματα, που διοργάνωνε συχνά ο Προοδευτικός Σύλλογος «Ο Παλαμήδης», που συνέχισε να στεγάζεται σ’ έναν χώρο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης, ως το 2004, όταν μεταφέρθηκε στο νέο τριώροφο ανακαινισμένο λειτουργικό κτίριο, στην οδό Σταϊκοπούλου 52, από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, δωρεά Μαρίας Βερδεσοπούλου. Το πλεονέκτημα για τη Δημόσια Βιβλιοθήκη του Ναυπλίου, για μία τριακονταετία περίπου, ήταν ότι λειτουργούσε παράλληλα και ως πολιτιστικό κέντρο, με διαλέξεις ποικίλου περιεχομένου, που διοργάνωνε συχνά ο Προοδευτικός Σύλλογος «Ο Παλαμήδης» και είχαν την ευκαιρία να την παρακολουθούν εκτός από τους πολίτες και οι μαθητές.
Ως αναγνωστήριο της βιβλιοθήκης λειτουργούσε η βόρεια μεγάλη αίθουσα, με τα βιβλιοστάσια με την μεγάλη και ψηλή αψιδωτή διαμόρφωση με μεγάλα ξύλινα τραπέζια στη σειρά και ψάθινες καρέκλες, που ανταποκρίνονταν λειτουργικά στο μεγάλο αριθμό των μαθητών.

Μερική άποψη της αίθουσας του παλιού αναγνωστηρίου με τα τραπέζια και τα βιβλιοστάσια (φωτ. Ν. Τομπάζη 1957, αναδημοσιευμένη στο ημερολόγιο Πρωτοβουλίας Δημοτών Ναυπλίου 1993).
Απέναντι ακριβώς μετά την είσοδο ήταν το χαμηλό γραφείο της Διευθύντριας, της Ασπασίας Σκαρβέλη, που ήταν η ψυχή της βιβλιοθήκης με ήρεμο και μειλίχιο ύφος, πάντα εξυπηρετική και αγαπητή στους μαθητές.
Όταν γέμιζε η βιβλιοθήκη από τους μαθητές, το αναγνωστήριο λειτουργούσε ως κυψέλη της μάθησης. Αμέσως μετά την είσοδο στο αναγνωστήριο στη δεξιά ανατολική πλευρά υπήρχαν δύο μεγάλα τραπέζια σε συνέχεια, δίπλα στα λογοτεχνικά βιβλία, εκδόσεις έργων Ελλήνων λογοτεχνών κυρίως, παιδαγωγικά βιβλία καθώς και όλα τα βοηθήματα για τους μαθητές, για τα μαθηματικά, τη φυσική – χημεία, εκθέσεις ιδεών, λεξικά, εγκυκλοπαίδειες, ιστορικά, πολιτικά και κυρίως λογοτεχνικά και αρχαία κείμενα στο πρωτότυπο και μετάφραση. Οι μαθητές είχαν τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στα βιβλιοστάσια για τα σχολικά βιβλία, που αναζητούσαν, αλλά και για πολλά άλλα θέματα, όπου μπορούσαν να ενημερωθούν με δική τους πρωτοβουλία, ανάλογα και με τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα.
Κατά τη μεταπολεμική περίοδο με την αυστηρότητα των σχολείων, την οικονομική δυσπραγία, άλλωστε την εποχή δεν υπήρχαν τα γνωστά φροντιστήρια, η προσφορά της βιβλιοθήκης ήταν ανεκτίμητη τόσο για τους μαθητές της πόλης, αλλά και για πολλούς μαθητές απομακρυσμένων περιοχών της επαρχίας, που έμεναν σε νοικιασμένα δωμάτια στην πόλη, για να μπορέσουν να μορφωθούν.
Η Δημόσια Βιβλιοθήκη ήταν μία όαση, ένας χώρος ηρεμίας και θαλπωρής για μάθηση και πρόοδο, που βασιζόταν κυρίως στη θέληση των μαθητών να μορφωθούν. Ήταν εκτός των άλλων και ένας χώρος κοινωνικοποίησης, αλληλογνωριμίας και φιλίας των μαθητών, που αγωνιζόντουσαν να κερδίσουν το μέλλον με το σπαθί τους. Στα δύσκολα μαθήματα π.χ. οι μαθητές των κλασσικών τμημάτων για τα μαθηματικά, τη φυσική, χημεία κ.λ.π. συμβουλεύονταν συχνά μαθητές των πρακτικών τμημάτων της αμέσως μεγαλύτερης τάξης, για να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν. Λόγω ανάγκης λειτουργούσε με αυτό τον τρόπο μία αλληλοδιδακτική διαδικασία μεταξύ των μαθητών, που σφυρηλατούσε εκτός των άλλων τη φιλία και την αλληλοεκτίμηση. Οι μαθητές είχαν την ευκαιρία να ενημερωθούν επίσης με δική τους πρωτοβουλία εκτός από τα βιβλία και τις εγκυκλοπαίδειες για ευρύτερα θέματα των προσωπικών τους ενδιαφερόντων. Πολύ σημαντικά ήταν για την ελεύθερη ενημέρωση των μαθητών τα «κλασσικά» εικονογραφημένα έργα της Λογοτεχνίας, με τα οποία έρχονταν για πρώτη φορά σε επαφή με τα κλασσικά έργα της λογοτεχνίας.
Στη βιβλιοθήκη εκτός από τους μαθητές μελετούσαν και μεγαλύτεροι ερευνητές αλλά και καθηγητές. Με νοσταλγία θυμάμαι έναν νέο καθηγητή, μία ευγενική φυσιογνωμία, τον φιλόλογο Αναστάσιο Γούναρη που εκτός από τα μαθήματα που δίδασκε, μελετούσε για τη συγγραφή της ιστορικής μελέτης για τη Ναυπλιακή Επανάσταση του 1862, την οποία δημοσίευσε στη συνέχεια.
Στους διαδρόμους της βιβλιοθήκης υπήρχαν αναρτημένοι διάφοροι πίνακες ζωγραφικής. Οι περισσότεροι ήταν του Προοδευτικού Συλλόγου ο Παλαμήδης, όπως ένα αντίγραφο έργο του Δομ. Θεοτοκόπουλου, απεικονίσεις της πόλης του Ναυπλίου, προσωπογραφίες, τοπιογραφίες κ.λ.π. Στα παράθυρα της βιβλιοθήκης θυμάμαι επίσης ότι υπήρχαν μαρμάρινες προτομές του Ομήρου, του Πλάτωνα αλλά και το πώρινο αγκωνάρι από το Κυβερνείο του Ι. Καποδίστρια, διαστ. 52x23x23 εκ. με σκαλισμένη τη χρονολογία 1829 της ανέγερσής του. Ο λίθος αυτός, ιστορικό τεκμήριο της πόλης, εκτεθειμένος στο χώρο του Κυβερνείου κάτω από την ενημερωτική πινακίδα πρέπει να επανέλθει στη Βιβλιοθήκη και να εκτεθεί σε κατάλληλη ενημερωτική προθήκη, μέχρις ότου να γίνει το Ιστορικό Μουσείο της πόλης του Ναυπλίου.
Η Δημόσια Βιβλιοθήκη «Ο Παλαμήδης» που λειτουργούσε και ως δανειστική κατά την περίοδο των διακοπών έπαιξε καθοριστικό και αναντικατάστατο ρόλο σε δύσκολους καιρούς με την προσωπική επικοινωνία και την αλληλοβοήθεια, αλλά και την ευγενική, πρόσχαρη και πάντα εξυπηρετική διευθύντρια, την Ασπασία (Σκαρβέλη), όπως ήταν γνωστή σε όλους, όπως την απεικόνισε η Ντ. Αντωνακάτου.

Εγκαίνια βιβλιοθήκης «Ο Παλαμήδης», 1951. Η αφιέρωση στο πίσω μέρος αναφέρει: Τῷ ἀδελφῶ Συλλόγω «O Δαναός», ἀπό τά ἐγκαίνια τῆς βιβλιοθήκης τοῦ «Παλαμήδους», τῇ 30-9-1951. Αρχείο: Καίτη Προκοπίου.
Θα κλείσουμε την αναφορά μας αυτή για το μοναδικό αυτό πολιτιστικό χώρο της πόλης με το κείμενο της ζωγράφου Ντ. Αντωνακάτου, Ναύπλιο, 88, που παραθέτει στον πίνακα της βιβλιοθήκης, με μορφή της διευθύντριας Ασπασίας Σκαρβέλη.
«Δημόσια Βιβλιοθήκη Ο Παλαμήδης. Ιδρυμένη από τον Προοδευτικό Σύλλογο «Ο Παλαμήδης», κρατική από το 1952 στάθηκε για τριάντα χρόνια η πνευματική εστία του Ναυπλίου. Στη στερημένη ακόμα δεκαετία του 1950 – 1960 γέμιζε καθημερινά η βιβλιοθήκη από μαθητόκοσμο. Στη μεγάλη της αίθουσα οι διαλέξεις από επίλεκτους ομιλητές, τα συνέδρια, οι ομαδικές και ατομικές εκθέσεις, οι παρουσίες του Λαογραφικού Μουσείου, τα σεμινάρια, το ελεύθερο Πανεπιστήμιο. Στη δεκαετία του 1980 εδώ και οι δραστηριότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το 1987 αρχίζει η καθολική της ανακαίνιση και κλείνει ο πρώτος κύκλος της ζωής της. Η Ασπασία Σκαρβέλη ψυχή της Βιβλιοθήκης και διευθύντριά της φεύγει. Ο Δήμος προσφέρει στην πόλη μία νέα αίθουσα – κέντρο πνευματικό. Η Βιβλιοθήκη με νέα συστήματα με κομπιούτερς, με τη μεγάλη αίθουσα προσαρτημένη σαν Αναγνωστήριο πια, με ανανεωμένο εξειδικευμένο προσωπικό, διευθύντρια την κ. Μαίρη Πανοπούλου, με 40.000 τόμους, ετοιμάζεται ν’ ανταποκριθεί σ’ άλλων καιρών τις απαιτήσεις. Στη Βιβλιοθήκη υπάρχει και η αίθουσα του Τοπικού Ιστορικού Αρχείου Ναυπλίου».
Υποσημειώσεις
[1] Σ. Καρούζου, Το Ναύπλιο, Αθήνα 1979, εικ. 34.
[2] Θ. Δημόπουλου, Ιστορία του Ναυπλίου τ. Β, Ναύπλιο 2010, 245.
Χρήστος Πιτερός
Επίτιμος προϊστάμενος αρχαιολογικών χώρων,
μνημείων και αρχαιογνωστικής έρευνας
«Ελεύθερη Σκέψη», Περιοδική έκδοση της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», τεύχος 1ο, Μάιος 2023.







Σχολιάστε