Τα Επτάνησα στην Τήνο. Έργα Επτανησίων καλλιτεχνών από τη συλλογή Παπαδόπουλου στο Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου – Νεβενία Παστάκα, Ιστορικός τέχνης
Το 1960 ο Αθανάσιος Παπαδόπουλος (εικ.1). (1900-1971), επιχειρηματίας που δραστηριοποιούνταν στην Αθήνα με καταγωγή από το χωριό Πυργέλλα του Άργους, αποφάσισε να δωρίσει στο Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου τη συλλογή έργων τέχνης που είχε δημιουργήσει με τους γονείς του, μαζί με άλλα αντικείμενα αξίας που ανήκαν στην οικογένεια.[1]

Εικ.1. Προσωπογραφία Αθανασίου Παπαδόπουλου, έργο του Α. Γεωργιάδη, λάδι σε καμβά, 90×80 εκ., Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Η μεταβίβαση της δωρεάς ολοκληρώθηκε το 1968 και αποτελείται από 161 έργα τέχνης, από διακοσμητικά, χρηστικά και προσωπικά αντικείμενα, έπιπλα και αντικείμενα ιστορικής σημασίας, τα οποία σήμερα εκτίθενται στην ομώνυμη Πινακοθήκη Παπαδόπουλου και στον χώρο του Δεσποτικού του Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας.[2] (εικ. 2).
Για τον Αθανάσιο Παπαδόπουλο καθώς και για τους γονείς του, Ανέστη και Πολυξένη Παπαδοπούλου, ελάχιστα έως μηδενικά πράγματα είναι γνωστά, εκτός της καταγωγής και της επαγγελματικής δραστηριότητάς τους, καθώς ήταν ιδιοκτήτες των λουτρών «Φοίνιξ» που βρίσκονταν στην Ομόνοια.[3]

Πορτρέτο της Πολυξένης Παπαδόπουλου. Έργο του Ιωάννη Σκαρλάτου (1907-1956). Λάδι σε καμβά, 85Χ103 εκ.
Πέρα από την πληροφορία αυτή όμως δεν έχουν βρεθεί άλλα στοιχεία για την οικογένεια. Στα Αρχεία του Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου και συγκεκριμένα στον Φάκελο της Πινακοθήκης Παπαδόπουλου, στον οποίο εμπεριέχονται τα έγγραφα της δωρεάς, δεν υπάρχουν αρχεία τα οποία να διασώζουν οποιαδήποτε πληροφορία για το πότε άρχισε να συστήνεται η συλλογή, αποδείξεις αγοράς, αλληλογραφία που να σχετίζεται με τις αγορές έργων τέχνης ή κατάλογοι εκθέσεων.[4] Τα μόνα στοιχεία είναι δύο χειρόγραφα πιστοποιητικά σημειώματα, τα οποία βρίσκονται επικολλημένα στο πίσω μέρος των έργων στα οποία αναφέρονται.[5]

Πορτρέτο του Ανέστη Παπαδόπουλου. Έργο του Κωνσταντίνου Ντάκου (1905-1980). Λάδι σε καμβά, 88Χ100 εκ.
Στο πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής της συλλογής, τίθενται ως όροι το αμετάθετο, ανεκποίητο και αναλλοίωτο αυτής καθώς και η ελευθερία ελέγχου για το αν τηρούνται τα ανωτέρω.[6] Οι όροι αυτοί είχαν – και συνεχίζουν να έχουν – ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός προβληματικού εκθεσιακού χώρου ως προς δυο κυρίως σημεία: πρώτον ως προς τα αμφιβόλου γνησιότητας έργα, τα οποία εκτίθενται μαζί με σημαντικούς πίνακες για την ιστορία της νεοελληνικής τέχνης, και δεύτερον, ως προς την αναλλοίωτη εικόνα εδώ και 8 χρόνια του εκθεσιακού χώρου που δίνει την αίσθηση του ξεπερασμένου που απωθεί το μάτι του επισκέπτη.[7]
Πώς όμως κατέληξε η συλλογή σε ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα και όχι σε μια πινακοθήκη έργων τέχνης; Το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και η ύπαρξή του είναι ταυτόχρονη με τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους.[8] Από την αρχή της λειτουργίας του, ο στόχος του ήταν φιλοπροοδευτικός και φιλανθρωπικός.
Ίδρυσε σχολεία και ανέλαβε τη μισθοδοσία των δασκάλων, ενίσχυσε οικονομικά τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία,[9] που είχε ως στόχο την εκπαίδευση και την ανέγερση σχολείων, φρόντιζε απόρους, χήρες, ορφανά, άτομα με αναπηρία, ενώ επίσης προστάτευε νόθα παιδιά και πρόσφυγες. Ακόμα, χρηματοδότησε την κατασκευή δημοσίων έργων στο νησί της Τήνου, όπως τη δημιουργία δρόμων και του λιμανιού.[10]
Το Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας αποτελεί ίσως το μοναδικό ευαγές ίδρυμα, το οποίο από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στήριξε συστηματικά καλλιτέχνες, αρχικά με την παροχή υποτροφιών (από το 1855) και στη συνέχεια με τη συλλογή έργων τέχνης. Υποτροφίες σε μαθητές και σε φοιτητές της Ιατρικής, Νομικής και της Φιλοσοφικής δίνονταν από τις αρχές λειτουργίας του ιδρύματος. Ωστόσο, από το 1862 με Βασιλικό Διάταγμα, το Ίδρυμα προσανατολίζεται στη στήριξη των καλλιτεχνών τόσο με υποτροφίες εσωτερικού αλλά κυρίως με τη μετεκπαίδευσή τους στο εξωτερικό.[11]
Στον 20ό αιώνα η δράση του ιδρύματος ενισχύθηκε με τη δημιουργία του Μουσείου Τηνίων Καλλιτεχνών τη δεκαετία του 1930 και τη σύσταση του θεσμού της Καλλιτεχνικής Επιτροπής, ήδη από το 1923, η οποία ήταν υπεύθυνη για οτιδήποτε σχετικό με καλλιτεχνία στο νησί.[12] Μέλη της Καλλιτεχνικής Επιτροπής υπήρξαν καλλιτέχνες όπως ο Λουκάς Δούκας, ο Νίκος Λύτρας, ο Αντώνης Σώχος και ο Λάζαρος Λαμέρας και ανάμεσα στις αρμοδιότητές τους ήταν και η επιλογή των έργων που θα αγόραζε το ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας για το Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών.[13]
Πιθανότατα, λοιπόν, βλέποντας πως το Ίδρυμα διέθετε και μουσειακούς χώρους, ο Αθανάσιος Παπαδόπουλος θέλησε να αφιερώσει τη συλλογή του σε αυτό στη μνήμη των γονέων του. Η δωρεά της συλλογής σε ένα θρησκευτικό ίδρυμα στη μνήμη των γονέων του, άφηνε τη συνείδησή του ήσυχη για τη διαφύλαξη της ενότητας των έργων και μετά τον θάνατο του ίδιου του συλλέκτη.[14] Ο ίδιος ο Παπαδόπουλος στις 4 Δεκεμβρίου του 1961 στο πρωτόκολλο παράδοσης της συλλογής του αναφέρει χαρακτηριστικά «…Δεν επιδιώκω να εξάρω την υλικήν αξίαν αυτής (ενν. της συλλογής). Δεν με ενδιαφέρει ούτε με αφορά. Αλλ’ η ηθική δι εμέ σημασία της δωρεάς, το περιεχόμενον της οποίας απετέλεσεν ούτως ειπείν, το επί σειράν ετών πνευματικόν έργον των γονέων μου και εμού, δίδει εις εμέ το δικαίωμα της φύσει τε και θέσει, κατοχυρώσεως της τοιαύτης πράξεως..».[15]
Από τα 164 έργα της συλλογής Παπαδόπουλου, τα 53 αποδίδονται σε επτανήσιους καλλιτέχνες, 31 είναι δυτικοευρωπαϊκής τέχνης ενώ 80 είναι σημαντικών Ελλήνων καλλιτεχνών του 19ου και 20ού αιώνα, όπως των Κ. Μαλέα, Ι. Δούκα, Ι. Αλταμούρα, Ν. Γύζη και πολλών άλλων.[16] Ανάμεσά στους πίνακες της συλλογής, όμως, υπάρχουν αρκετοί, οι οποίοι είτε είναι καταφανώς μη γνήσιοι είτε χρήζουν περαιτέρω έρευνας.
Το 2004 η ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαριλένα Κασιμάτη, ως μέλος της ομάδας εργασίας υπό τον μουσειολόγο Στέλιο Παπαδόπουλο, κλήθηκε από το Ίδρυμα για την καταγραφή και αξιολόγηση των έργων τέχνης που ανήκουν σε αυτό.[17] Στο πλαίσιο αυτής της εργασίας, η Κασιμάτη, αφού μελέτησε και κατέγραψε τα έργα των μουσείων, συνέταξε έκθεση στην οποία εφιστά την προσοχή του ιδρύματος για την τύχη των έργων τέχνης.[18]
Στην παρούσα ανακοίνωση έχει χρησιμοποιηθεί ως βάση ο κατάλογος που είχε συντάξει η Μαριλένα Κασιμάτη όσον αφορά τα πιο ασφαλή προς παρουσίαση έργα της συλλογής και παρουσιάζονται τα σημαντικότερα εξ αυτών.[19]
Όσον αφορά τα 53 έργα της επτανησιακής σχολής της συλλογής Παπαδόπουλου, μπορούμε να αναφερθούμε με κάποια σχετική ασφάλεια σε 36 κρατώντας και πάλι όμως αρκετές επιφυλάξεις για ορισμένα εξ αυτών. Οι πίνακες χωρίζονται σε περιόδους της «Επτανησιακής Αναγέννησης», της «Ιονίου Σχολής Primitiva του 17ου και 18ου αιώνα», της «Ιονίου Σχολής του 18ου αιώνα» καθώς και της «Ιονίου Σχολής του 19ου μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα».[20]
Από τα παλαιότερα χρονολογούμενα έργα της συλλογής, είναι το Ουκ Έστιν Ώδε (εικ. 3). Το έργο, που ήταν ήδη σε κακή κατάσταση από την εποχή που αγοράστηκε από την οικογένεια Παπαδόπουλου, παριστάνει Άγγελο Κυρίου να στέκεται μπροστά από άδεια σαρκοφάγο και με το δεξί του χέρι να δείχνει στο κενό εσωτερικό της, ενώ με το αριστερό να κάνει σήμα ώστε να σταματήσει τις τρεις μυροφόρες, οι οποίες έκπληκτες μόλις έχουν καταφτάσει στον τάφο φέροντας μύρα για να αλείψουν το νεκρό σώμα του χριστού. Άλλα έργα που ανήκουν στην περίοδο αυτή, είναι η Γέννηση του Ιωάννη του Προδρόμου, ο Αποκεφαλισμός του Ιωάννη του Προδρόμου και ο Ευαγγελισμός.

Εικ.3. Αγνώστου, «Ουκ Εστίν Ώδε», 7ος αιώνας, λάδι σε καμβά, 41×64 εκ., Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο πίνακας που παριστάνει πολεμική σκηνή (εικ. 4). Στο πρώτο επίπεδο απεικονίζονται έφιπποι και πεζοί άνδρες να μάχονται μεταξύ τους. Σε δεύτερο επίπεδο, στο βάθος αριστερά, παριστάνονται πάνω σε Λόφο τρεις ανδρικές μορφές. Η μορφή στο κέντρο έχει τα χεριά της υψωμένα, ενώ οι εκατέρωθεν μορφές της τα κρατούν. Αυτό είναι και το κλειδί αποκωδικοποίησης της ερμηνείας του έργου καθώς πρόκειται για την απεικόνιση της μάχης στη Ραφιδείν, όπου πολέμησαν οι Ισραηλίτες, με αρχηγό τον Ιησού του Ναυί, με τους Αμαληκίτες. Κατά τη διάρκεια της μάχης, όσο ο Μωυσής ύψωνε τα χέρια του, ο Ιησούς του Ναυή νικούσε. Επειδή όμως τα χέρια του Μωυσή κουράζονταν, ο Ααρών και ο Ωρ στήριζαν τα χέρια του. Μ’ αυτό τον τρόπο, τα χέρια του Μωυσή έμειναν σταθερά υψωμένα ως τη δύση του ηλίου, οπότε ο Ιησούς τους Αμαληκίτες.[21]

Εικ.4. Αγνώστου, «Πολεμική Σκηνή», Επτανησιακή Σχολή, λάδι σε καμβά, 61 x 1,29. Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Το έργο διακρίνεται για την εξαιρετική απόδοση των βραχύνσεων και επιμηκύνσεων των σωμάτων και τη σωστή διάταξη των πολυάριθμων προσώπων μέσα στη σύνθεση. Ακόμα η επιδεξιότητα του ζωγράφου φαίνεται στις αντανακλάσεις στα κράνη και τις πανοπλίες των πολεμιστών, στη μυολογία των σωμάτων και στην απόδοση των κινήσεων.
Ακολουθεί η λεγόμενη «Ιόνιος Σχολή Primitiva του 17ου και 18ου αιώνα». Στον 17ο αιώνα τοποθετούνται τα δύο πορτρέτα του Άρχοντα Ρώμα και αυτό της Γριάς Βενετσιάνας. Μεγαλύτερος αριθμός έργων ανήκει στην Ιόνιο Σχολή του 18ου αιώνα. Εξαιρετικά έργα είναι τα δύο πορτρέτα των λογίων Αλεβίζου Κοκκίνη (εικ. 5-6) και Πέτρου Γρυπάρη τα οποία προσιδιάζουν στην τεχνοτροπία του Νικόλαου Καντούνη. Το πορτρέτο του Κοκκίνη παρουσιάζει λόγιο σε στάση τριών τετάρτων να κοιτάζει κατ’ ενώπιον τον θεατή, με το δεξί του χέρι στο στήθος κάτω από το σακάκι του ενώ με το αριστερό να δείχνει ένα διπλωμένο σημείωμα στο οποίο διαβάζεται η επιγραφή «Τω Εκλαμπροτάτω και Ευγενεστάτω Κω Κω Αλεβίζω Κοκκίνη». Το πορτρέτο του Γρυπάρη, σώζεται σε λιγότερο καλή κατάσταση. Παρουσιάζει καθιστό άνδρα μεγάλης ηλικίας, σε στάση τριών τετάρτων, να κρατάει με το δεξί του χέρι ένα βιβλίο ενώ με το αριστερό να το δείχνει στον θεατή, ενώ πίσω από αυτό να διακρίνεται δυσκολοδιάβαστο σημείωμα.[22] Άλλα έργα της περιόδου αυτής είναι η Προσωπογραφία του Ν. Στεφάνου, το «Πορτρέτο του Αρχιερέα» και ο Βενετσιάνος Αργυραμοιβός, ενώ από τα ωραιότερα έργα της περιόδου είναι αυτό που φέρει τον τίτλο Η Εν Πολλαίς Αμαρτίαις.

Εικ. 5-6. Αγνώστου, «Αλεβίζος Κοκκίνης», Επτανησιακή Σχολή, λάδι σε καμβά, 1,02×82 εκ. Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Εικ. 5-6. Αγνώστου, «Αλεβίζος Κοκκίνης», Επτανησιακή Σχολή, λάδι σε καμβά, 1,02×82 εκ. Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Στην επτανησιακή σχολή ανήκουν επίσης τα έργα Αγία Τριάδα, Αποκαθήλωση, Προσωπογραφία Κυρίου και η Δικαιοσύνη του Σολωμόντος ενώ στον Νικόλαο Κουτούζη, αποδίδεται η Προσωπογραφία του Δεσπότη Αργυρόπουλου.
Από τα πιο ιδιαίτερα έργα της συλλογής Παπαδόπουλου, είναι ο πίνακας που φέρει τον τίτλο Γυναίκα με Ρολόγια (εικ. 7) αγνώστου καλλιτέχνη, ο οποίος αξίζει προσοχής τόσο για την εξαιρετική εκτέλεσή του όσο κυρίως για την πρωτοτυπία του θέματός του.[23]

Εικ. 7. Αγνώστου, «Γυναίκα με Ρολόγια», Επτανησιακή Σχολή 18ου αιώνα, λάδι σε καμβά, 93 x80 εκ., Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Ο πίνακας παριστάνει γυναίκα, ντυμένη με μαύρα αλλά πολυτελή ενδύματα και κεφαλόδεσμο, η οποία φοράει μαργαριτάρια στον λαιμό και τα αυτιά της, ενώ τα χέρια της είναι καλυμμένα με λευκά μεταξωτά γάντια. Στο δεξί της χέρι κρατάει κλειστή βεντάλια, ενώ στο αριστερό χρυσό ρολόι, το οποίο έχει στραμμένο προς τον θεατή. Από τη μέση της γυναίκας, κρέμεται με χρυσή αλυσίδα άλλο ένα ίδιο χρυσό ρολόι. Πίσω από τη γυναίκα υπάρχει τμήμα ταπισερί ή πίνακα, το οποίο παρουσιάζει θέμα εσχατολογικού περιεχομένου. Δυστυχώς το έργο τη δεκαετία του 1980 υπέστη προβληματική συντήρηση με αποτέλεσμα να αφαιρεθούν τμήματα του έργου, ενώ άλλα να επιζωγραφιστούν κάκιστα κατά την αυθαίρετη γνώμη του τότε συντηρητή. Το γεγονός αυτό δυσκολεύει κατά πολύ την ήδη προβληματική ανάγνωση του έργου. Η γυναίκα, με το αινιγματικό βλέμμα, είναι αναμφίβολα υψηλής κοινωνικής τάξης, όπως αποδεικνύουν τα πλούσια κοσμήματα αλλά και τα αντικείμενα που έχει στην κατοχή της. Στον πίνακα ή ταπισερί στο βάθος, διακρίνονται μορφές ντυμένες με ιμάτια, οι οποίες αιωρούνται και βρίσκονται σε κατάσταση έκστασης ή έκπληξης. Από τον τρόπο ένδυσής τους αντιλαμβάνεται κανείς πως πρόκειται για βιβλικές μορφές, ενώ οι χειρονομίες και οι εκφράσεις των προσώπων τους παραπέμπουν σε εικονογραφικούς τύπους της Επιφάνειας ή της Δευτέρας Παρουσίας. Αναμφίβολα υπάρχει άμεσος συσχετισμός ανάμεσα στα δύο ρολόγια και στο θέμα που απεικονίζεται στο δεύτερο επίπεδο. Το σκούρο ένδυμα της γυναίκας πιθανότατα παραπέμπει σε πρόσφατη χηρεία, όπως και το γεγονός πως φοράει μαργαριτάρια, επίσης σημάδι πένθους. Ο ζωγράφος έχει επιτύχει την ψυχογραφική απόδοση του χαρακτήρα του μοντέλου, καθώς αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για μια ισχυρή προσωπικότητα τόσο από το βλέμμα όσο και από το συγκρατημένο μειδίαμα στα χείλη της. Το αινιγματικό αυτό πορτρέτο, δεν αποκλείεται να είναι ένας τύπος του memento mori [(Λατινικά: «Θυμήσου ότι πεθαίνεις»] και του σύντομου του ανθρωπίνου βίου, σε συνδυασμό με τον χρηστό και δίκαιο τρόπο διαβίωσης ο οποίος θα κριθεί στη Δευτέρα Παρουσία.
Περνώντας στα έργα επτανησίων καλλιτεχνών του 19ου αιώνα, η συλλογή περιλαμβάνει το Πορτρέτο της Μάουρα Μαρτελάο, την Προσωπογραφία Κυρίας του Αύγουστου Κόλλα,[24] (εικ.8) τη Δανάη του Διονυσίου Βέγια,[25] δύο προσωπογραφίες του Γεώργιου Άβλιχου, τον Ι. Καποδίστρια (εικ.9) και το έργο Μητέρα και Κόρη (εικ. 10) του Κωνσταντίνου Γιατρά,[26] τρία εξαιρετικά πορτρέτα του Νικόλαου Ξυδιά (εικ.11) συμπεριλαμβανομένης της Αυτοπροσωπογραφίας του, τα έργα Προσωπογραφία Κυρίας, Πορτρέτο Κυρίου και Νεκρή Φύση με Λουλούδια του Σπυρίδωνος Βικάτου και την Ομορφιά (εικ.12) του Περικλή Τσιριγώτη.[27]

Εικ.8. Α. Κόλλας, «Προσωπογραφία Κυρίας», 19ος αιώνας, λάδι σε καμβά, 90×74 εκ. Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Εικ.10. Κ. Γιατράς, «Μητέρα και Κόρη», λάδι σε καμβά, 1,10×1,43, εκ. Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Εικ.11. Νικόλαος Ξυδιάς, «Προσωπογραφία Ανδρός», λάδι σε καμβά, 69 x 60 εκ. Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Εικ.12. Περικλής Τσιριγώτης, «Ομορφιά», παστέλ σε χαρτόνι, 80,5×58 εκ.
Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας του Κ. Γιατρά φέρει πιστοποιητικό γνησιότητας στο πίσω μέρος του υπογεγραμμένο τον Ιανουάριο του 1886, στο οποίο αναφέρεται η ταυτότητα του εικονιζομένου.

Εικ.9. Κ. Γιατράς, «Ιωάννης Καποδίστριας», λάδι σε χαρτόνι κολλημένο σε ξύλο, 34×27 εκ., Πινακοθήκη Παπαδόπουλου, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.
Παρατηρώντας το σύνολο της συλλογής Παπαδόπουλου, δημιουργούνται μια σειρά από βασικά ζητήματα για τον τρόπο σύστασης των συλλογών στα μέσα του 20ού αιώνα.
Καταρχάς δίνεται η εντύπωση πως η συλλογή δεν δημιουργήθηκε απαραίτητα τόσο από αγάπη για την τέχνη, όσο από την ανάγκη ένταξης σε μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη, αυτή των μεγαλοαστών, που δεν δίσταζαν, ακόμα και σε χαλεπούς καιρούς, να ξοδέψουν μεγάλα ποσά για την απόκτηση έργων τέχνης σημαντικών καλλιτεχνών.[28] Δεύτερον, είναι σαφές πως οι γνώσεις της οικογένειας Παπαδόπουλου πάνω σε ζητήματα τέχνης ήταν περιορισμένες, όπως μαρτυρά ο αριθμός των αμφισβητούμενων έργων που υπάρχουν στη συλλογή, τα οποία είναι ορισμένες φορές τόσο πρόδηλα, ώστε δημιουργούνται εύλογα απορίες για την εμπιστοσύνη που είχαν οι συλλέκτες στους εμπόρους και τους προμηθευτές τους.[29]
Στη συλλογή κυριαρχούν οι προσωπογραφίες και τα θρησκευτικά θέματα. Ο τρόπος τοποθέτησης των έργων στην αίθουσα, κατά τον τρόπο που ήταν τοποθετημένα και στην οικία Παπαδόπουλου στην Αθήνα, και ο απαράβατος όρος της δωρεάς του αμετάβλητου αυτής, δείχνουν όχι μόνο την πίστη του συλλέκτη για τη σπουδαιότητα της συλλογής του αλλά και το συναισθηματικό του δέσιμο με αυτήν. Άλλωστε ρήτρες που εξασφάλιζαν την προστασία της συλλογής αλλά και την υστεροφημία των συλλεκτών, δεσμεύοντας τους αποδέκτες, δεν ήταν πρωτόγνωρες.[30]
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του κορυφαίου συλλέκτη Απόστολου Χατζηαργύρη όταν το 1933 κληροδότησε τους 136 πίνακες της συλλογής του στην Εθνική Πινακοθήκη, με τον όρο για εκατό χρόνια να παραμένουν συγκεντρωμένοι σε μια αίθουσα που θα φέρει το όνομά του.[31] Ο όρος έγινε δεκτός στην αρχή, αλλά στη συνέχεια δεν τηρήθηκε η εκατονταετία.
Όσον αφορά τα έργα της συλλογής Παπαδόπουλου, ανεξάρτητα της ποιότητας του συνόλου τους, δωρήθηκαν σε ένα ίδρυμα ως ένα σημαντικό πολιτιστικό κληροδότημα με στόχο τη διαφύλαξη του. Το Ίδρυμα με τη σειρά του έχει συντελέσει στη διάσωση και διάδοση σημαντικών έργων που βρίσκονται στη συλλογή, μέσω του δανεισμού τους σε σημαντικές εκθέσεις. Όμως οι έντονες διακυμάνσεις της σχετικής υγρασίας στον χώρο που εκτίθενται τα έργα ενεργοποιούν φανερά όλους εκείνους τους παράγοντες φθοράς των ζωγραφικών έργων που συνεχίζουν να επιδρούν στην ήδη επισφαλή κατάσταση διατήρησής τους. Ακόμα ο αριθμός των μη γνήσιων πινάκων που υπάρχουν στη συλλογή υποβιβάζει δραματικά τη σημασία της.[32]
Η όποια μετακίνηση και συζήτηση επανέκθεσης των έργων σε καταλληλότερο περιβάλλον, με την απαραίτητη απομάκρυνση των αμφισβητούμενων, πέφτει πάντοτε στο κενό εξαιτίας του όρου περί αμετάθετου και αμετάβλητου της δωρεάς. Βλέποντας τη σημερινή κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα έργα, τίθεται προπάντων ένα ηθικό ζήτημα· εάν δηλαδή είναι προτιμότερο να οδηγείται η συλλογή στη βέβαιη φθορά εξαιτίας των προσκομμάτων που δημιουργούν οι όροι μιας συμφωνίας που μετράει πλέον πάνω από μισό αιώνα και μπορεί στην εποχή της να έγινε για την προστασία των έργων, αλλά πλέον οδηγεί στην καταστροφή τους ή αν η επιτακτική ανάγκη διάσωσης και σωστής προβολής αυτών δύναται να υπερισχύσει των όρων του δωρητή.
Σημ. Βιβλιοθήκης: Το 2025 η Πινακοθήκη Παπαδοπούλου ανακαινίστηκε και επανεκτέθηκαν τα έργα ζωγραφικής ώστε να παρουσιαστούν στο κοινό με «φρέσκια» ματιά. Στις 11 Αυγούστου 2025 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια της συλλογής της Πινακοθήκης. Η ανακαίνιση της Πινακοθήκης πραγματοποιήθηκε με τη γενναιόδωρη προσφορά του φίλου της Τήνου, κ. Αναστάσιου Παπαργύρη. Εξίσου σημαντικό έργο ανέλαβε ο κ. Μανώλης Λούβαρης, στον οποίο οφείλεται ο σχεδιασμός και η μελέτη του χώρου. Τον αγιασμό της Πινακοθήκης πραγματοποίησε ο Μητροπολίτης Σύρου και Τήνου κ. Δωρόθεος Β’.
Υποσημειώσεις
[1] Ιδιαίτερες ευχαριστίες θα ήθελα να δώσω στο Πανελλήνιο Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου και στην Διοικούσα Επιτροπή για την άδεια που μου έχει παραχωρήσει ώστε να μελετήσω το καλλιτεχνικό αρχείο του Ιδρύματος. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω ξεχωριστά τη Συντηρήτρια του Ιδρύματος, Βασιλική Μπουλέρου, για την πολύτιμη βοήθειά της όσον αφορά τη μελέτη των έργων της Πινακοθήκης Παπαδόπουλου. Ευχαριστίες οφείλω και στη Δρ. Μαριλένα Κασιμάτη, τέως επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, για τις εξαιρετικά σημαντικές πληροφορίες που μου έδωσε σχετικά με την περίοδο που εργάστηκε καταγράφοντας τα έργα της Πινακοθήκης Παπαδόπουλου και του Μουσείου Τηνίων Καλλιτεχνών
[2] ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΑΣΙΜΑΤΗ, Κατάλογος Έργων Πινακοθήκης Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας – Δωρεά Α. Παπαδόπουλου, Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Φάκελος Πινακοθήκη.
[3] ΜΑΙΡΗ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ, Η Πινακοθήκη της Ευαγγελιστρίας Τήνου, Περιηγητική, αρ. 121, Σεπτέμβριος -Οκτώβριος 1969, σσ. 28-31. ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΔΩΡΙΖΑΣ, Οι Τήνιοι καλλιτέχνες και τα μουσεία της Τήνου, Αθήνα 1979, σσ. 9-14.
[4] Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Φάκελος Πινακοθήκη, Αριθμός Πρωτοκόλλου 4779/4-12-61.
[5] Πρόκειται για τα έργα Καποδίστριας του Κωνσταντίνου Γιατρά και Παναγία που αποδίδεται από τον Σπυρίδωνα Πελεκάση στον Παναγιώτη Δοξαρά. Το δεύτερο έργο είναι αμφισβητούμενο.
[6] Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Φάκελος Πινακοθήκη, Πρωτόκολλον Παραδόσεως και Παραλαβής δωρεάς Αθανάσιου Παπαδόπουλου, 26 Φεβρουαρίου 1962.
[7] ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΑΣΙΜΑΤΗ, Έργα Τέχνης Περιμένουν Το Θαύμα, εφ. Η Καθημερινή, Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2004.
[8] ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ, Ιστορία του εν Τήνω Ιερού Ναού του Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας, Σύρος 1928, σσ. 82-83, ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Ιστορία του εν Τήνω Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας, Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, Σύρος 1952, σσ. 32-61.
[9] Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία ιδρύεται το 1836.
[10] Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, «Φάκελος Αλληλογραφίας Υποτρόφων Κατωτέρων Σχολών – Νεωτέρων Ετών, Καλλιτεχνών και Μηχανικών Παρελθόντος Αιώνος» (1858-1900), «Φάκελος Διάσημων Υποτρόφων Νεωτέρων Επών» (1900-1917).
[11] «Φάκελος Υποτρόφων Αποσταλέντων εις Ευρώπην προς ευρυτέρας σπουδάς» (1858-1888).
[12] Αρχείον της Αδελφότητας των Εν Αθήναις Τηνίων, Αρχείο του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, «Φάκελος Μουσείο».
[13] Αρχείον της Αδελφότητας…, ό.π.
[14] Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Φάκελος Πινακοθήκη, Πρωτόκολλον Παραδόσεως και Παραλαβής δωρεάς Αθανάσιου Παπαδόπουλου, 26 Φεβρουαρίου 1962.
[15] Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος…, ό.π.
[16] ΜΑΡΙΑ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ, Η Ζωή και το Έργο Των Τηνίων Καλλιτεχνών, Ζητήματα Τεκμηρίωσης και Ερμηνείας του Μουσείου Τηνίων Καλλιτεχνών και της Πινακοθήκης του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Σχολή Επιστημών του Ανθρώπου, δημοσιευμένη προπτυχιακή εργασία, Βόλος 2005, σσ. 60-62.
[17] ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΑΣΙΜΑΤΗ, Γνωμάτευση Για Τους Πίνακες Ζωγραφικής Που Ανήκουν Στο Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, Αθήνα 30 Απριλίου 2004, Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.
[18] ΚΑΣΙΜΑΤΗ, Γνωμάτευση. .., ό.π.
[19] ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΑΣΙΜΑΤΗ, Κατάλογος Έργων Πινακοθήκης Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας – Δωρεά Α. Παπαδόπουλου, Αρχείο Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.
[20] Ο ιδιότυπος αυτός χρονολογικός διαχωρισμός των έργων εντοπίζεται για πρώτη φορά στο Πρωτόκολλο Παράδοσης – Παραλαβής των έργων της δωρεάς και πιθανότατα προέρχεται από τους προμηθευτές έργων του Α. Παπαδόπουλου. Ο διαχωρισμός αυτός κρατήθηκε και από την ομάδα μελέτης του μουσειολόγου Στέλιου Παπαδόπουλου προς αποφυγή σύγχυσης στην ταύτιση των έργων.
[21] Έξοδος 17,8-16.
[22] Στην επιστολή διακρίνεται η σημείωση: «Θεόν Φοβού / Νόμους Πείθου / Ο Πλούτος θνητός Η δόξα αθάνατος».
[23] Ο Τώνης Σπητέρης αποδίδει το έργο στον Νικόλαο Κουτούζη και το δημοσιεύει με τον τίτλο Πορτραίτο Αρχόντισσας. Ωστόσο, αυτό δεν τεκμηριώνεται από το αρχείο της Συλλογής ούτε από την έρευνα της Μαριλένας Κασιμάτη. Βλ. ΤΩΝΗΣ ΣΠΗΤΕΡΗΣ, Δάσκαλοι της Ελληνικής Ζωγραφικής του 19ου και 20ού αιώνα, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 98 , σ. 86.
[24] Μέχρι πρόσφατα ήταν το μοναδικό γνωστό ζωγραφικό έργο του Αυγούστου Κόλλα καθώς σώζονται κυρίως φωτογραφίες και όχι πίνακες του καλλιτέχνη.
[25] ΤΩΝΗΣ ΣΠΗΤΕΡΗΣ, «Η Προσωπογραφία στην Εφτάνησο», Νέα Εστία, αρ. 649, 1954, σσ. 3-6, ΔΩΡΑ ΜΑΡΚΑΤΟΥ, «Οι Εικαστικές Τέχνες στα Επτάνησα την Περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας 1800-1807», Πρακτικά του Συνεδρίου Επτάνησος Πολιτεία (1800-1807) 200 χρόνια από την ίδρυσή της (1800-2000), Αργοστόλι 2003, σ. 110. ΔΩΡΑ ΜΑΡΚΑΤΟΥ, «Η Εικαστική Δημιουργία στα Επτάνησα 18ος-19ος αιώνας, Απόηχος της Δυτικής και Πρόδρομος της Νεοελληνικής Τέχνης», Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, Ζητήματα Πολιτιστικής Ιστορίας, 2004, σ. 15. ΔΩΡΑ Φ. ΜΑΡΚΑΤΟΥ (επιμ.) Η Τέχνη της Επτανησιακής Σχολής 18ος-19ος αι., Δημιουργία – Υποδοχή – Πρόσληψη, κείμενα Δώρα Φ. Μαρκάτου – Σταλίνα Βουτσινά, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ιονίων Νήσων, 2014, σσ. 15, 42.
[26] ΣΤΕΛΙΟΣ ΛΥΔΑΚΗΣ, Οι Έλληνες Ζωγράφοι, Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1976, σ. 44.
[27] ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ, Προσωπογραφίες και Συνθέσεις 17ος-20ός Αιώνας. Συλλογή Κοργιαλενείου Ιστορικού-Λαογραφικού Μουσείου, Αθήνα 2004, σσ. 9-10. ΜΑΡΚΑΤΟΥ (επιμ.), Η Τέχνη της Επτανησιακής Σχολής…, ό.π., σ. 15.
[28] ΝΕΛΛΥ ΜΙΣΙΡΑΗ, «Ιστορική Αναδρομή στην Ιδέα του Συλλέγειν, Η Δημιουργία Συλλογών και η Σχέση τους με τα Μουσεία, στο Τέχνη και Συλλέκτης», Μέτσοβο 2001, σσ. 26-27.
[29] ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΑΣΙΜΑΤΗ, «Έργα Τέχνης Περιμένουν Το Θαύμα», ό.π.
[30] M. SAPHIRO, The Public and the Museum. The Museum – A Reference Guide, New York 1990, σ. 9. ΕΙΡΗΝΗ ΟΡΑΤΗ, «Συλλογές Μουσείων και Ιδρυμάτων», στο Τέχνη και Συλλέκτης, ό.π., σ. 8.
[31] ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΟΥΡΙΑ, «Συλλέκτες και νεοελληνική τέχνη στο πρώτο μισό του 2ού αιώνα», στο Ιστορία Της Τέχνης, τχ. 3 , Χειμώνας 2014 , σσ. 69-93.
[32] ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΑΣΙΜΑΤΗ, «Έργα Τέχνης Περιμένουν Το Θαύμα», ό.π.
Νεβενία Παστάκα, Ιστορικός τέχνης
ΙΑ΄Διεθνές Πανιόνιο Συνέδριο: Επτανησιακός βίος και πολιτισμός, Κεφαλονιά, 21-25 Μαΐου 2018. Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι, 2018.








Σχολιάστε