Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ιερά Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνας’

Ο Αργείος αγιογράφος Γεώργιος Μάρκου στο πλαίσιο της Μεταβυζαντινής παράδοσης


 

Προϋπόθεση αναφοράς στον αγιογράφο Γεώργιο Μάρκου είναι η ιχνηλάτηση του χωροχρονικού του στίγματος, δηλαδή της εποχής και του ευρύτερου χώ­ρου όπου γεννήθηκε και έδρασε.

Χρονικά ο Μάρκου εντάσσεται στο τέλος σχεδόν της εποχής της μεταβυζα­ντινής τέχνης. Πώς, όμως, προσδιορίζεται η τέχνη αυτή; Μεταβυζαντινή ονομάζεται η ορθόδοξη χριστιανική τέχνη όχι μόνο στον ελλαδικό, αλλά και τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο, που αναπτύχθηκε μετά την άλωση της Πόλης και η οποία στην ελλαδική περιοχή τελειώνει το 1830 με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, όταν πλέον αλλάζουν ριζικά σ’ αυτό οι συνθήκες που επέβαλαν την επιβίωση της μεσαιωνικής παράδοσης[1].

Η νέα κατάσταση, που δημιουργείται για τον Ελληνισμό με τη διάλυση της Αυτοκρατορίας και, τελικά, την άλωση της Πόλης έχει άμεσες επιπτώσεις και στην τέχνη. Οι βυζαντινές παραδόσεις συνεχίζονται κάτω από συνθήκες πενίας, φθοράς, δυσπραγίας και τρόμου. Οι πνευματικές και καλλιτεχνικές δυνάμεις κα­ταφεύγουν σε περιοχές έξω από τον έλεγχο του οθωμανικού σαρικιού (Κρήτη, Επτάνησα, Βενετία, κλπ.) και ξαναδημιουργούν. Παράδειγμα η κρητική λογοτε­χνία, το θέατρο, η κρητική σχολή ζωγραφικής και ξυλογλυπτικής στο Ηράκλειο κοκ.

Ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής παραχωρεί τα προνόμια του Πατριαρχείου στον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Ψηφιδωτό από τον Πατριαρχικό Οίκο στην Κωνσταντινούπολη, έργο του Σωτήρη Βάρβογλη (1944-2023).

Το γενικό χαρακτηριστικό της μεταβυζαντινής τέχνης, κυρίως της ζωγρα­φικής, κατά τους 15ο έως και το 17ο αιώνες – την περίοδο δηλαδή της Ανα­γέννησης και του Μπαρόκ – είναι ο αυστηρός συντηρητισμός της, μια στάση που πηγάζει από τη θέση της επίσημης Εκκλησίας, όπως τη χάραξε ο πρώτος μεταβυζαντινός Πατριάρχης, ο Γεώργιος Σχολάριος, φανατικός πολέμιος του ανακαινιστή Γεωργίου Γεμιστού, δηλαδή απόλυτη αντίδραση στην Καθολική Εκκλησία και σε ό,τι την εκπροσωπούσε. Αυτό, όμως, σήμαινε και αντίδραση σ’ ό,τι προερχόταν από τη δυτική Ευρώπη σ’ οποιοδήποτε τομέα της πνευματική ζωής κι αν αναφερόταν.

Από τη γενική αυτή αρχή της δογματικά αδιάφθορης συντήρησης προήλθε κατά καιρούς και η ανάγκη επιστροφής σε παλιότερα ζωγραφικά πρότυπα, βυ­ζαντινά (της Μακεδονικής Σχολής ή της Παλαιολόγειας περιόδου) ή και μεταβυ­ζαντινά (π.χ. ζωγραφική του Θεοφάνη Στρελίτζα ή Μπαθά).

Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι αυτή η φανατικά συντηρητική τάση δεν είχε μόνο την αρνητική της διάσταση, αλλά εξυπηρετούσε και τη ζωτική ανάγκη ενός έθνους να διατηρήσει την ταυτότητά του κάτω από άκρως αντίξοες συν­θήκες, συνθήκες που δεν επέτρεπαν την πολυτέλεια των υψιπετών τολμημάτων μιας καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Η μεταβυζαντινή τέχνη μέσα από τη φθίνουσα καλλιτεχνική πορεία της ταυτίζεται με το χειμαζόμενο αλλά ζωντανό Ελληνισμό και επηρεάζεται από τις ιστορικές του τύχες.

Η μεταβυζαντινή, λοιπόν, τέχνη διακρίνεται από τους επιστήμονες σε τέσσε­ρις περιόδους[2]:

Η πρώτη, από την άλωση έως το 1527 περίπου, σημαδεύεται από τη διαμόρ­φωση της Κρητικής Σχολής. Στο Ηράκλειο της Κρήτης την περίοδο αυτή εντο­πίζονται 120 ζωγράφοι. Οι ζωγράφοι της Κρήτης καλούνται να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις μιας ευρύτατης γεωγραφικά, θρησκευτικά και εθνικά πελατείας – κυρίως σε φορητές εικόνες – και έτσι ταλαντεύονται ανάμεσα στην ιταλική τέχνη του 14ου-15ου αιώνα και την τελευταία φάση της Παλαιολόγειας τέχνης. Παρά τα κάποια δυτικά δάνεια παραμένουν βασικά πιστοί στην ορθόδοξη παρά­δοση και διαμορφώνουν την περίφημη Κρητική Σχολή. (περισσότερα…)

Read Full Post »