Στοιχειά της καθημερινότητας από το Ναύπλιο της δεύτερης Βενετοκρατίας – Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης, «Της Βενετιάς τ’ Ανάπλι – 300 χρόνια από το τέλος μιας εποχής 1715-2015». Επιστημονικό Συμπόσιο 9 -11 Οκτωβρίου 2015 Πρακτικά. Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙΧ (2017).
Είναι γνωστό ότι ένα από τα πιο σημαντικά επεισόδια του πέμπτου βενετοτουρκικού πολέμου (1684-1699)[1] υπήρξε η ανακατάληψη της Αττικής, και ειδικότερα της Αθήνας, το 1687, από τα στρατεύματα του επικεφαλής του πολέμου, Βενετού Φραγκίσκου Μοροζίνι. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή δεν επρόκειτο να διαρκέσει για μεγάλο διάστημα και η εκ νέου εγκατάλειψη της Αττικής και των γύρω από αυτήν περιοχών στα χέρια των Οθωμανών θα συντελεστεί αρκετά γρήγορα, εξαιτίας των μεγάλων δυσκολιών που αντιμετώπισαν οι δυτικές δυνάμεις.[2] Όμως, η αποχώρηση των Βενετών και ο εν συνεχεία περιορισμός τους αποκλειστικά στην ανακαταληφθείσα Πελοπόννησο (Regno di Morea) συμπαρέσυρε και πολλούς Έλληνες, κατοίκους της Αττικής και των γύρω περιοχών (Θήβα, Εύβοια), και ιδιαίτερα πολλούς κατοίκους της πόλης της Αθήνας· κάποιες πηγές, μάλιστα, υπολογίζουν τον αριθμό τους σε 6.000 ανθρώπους.[3]
Η υποστήριξη που είχαν παράσχει οι Αθηναίοι στους Βενετούς – είχαν συγκροτήσει ακόμα και ένοπλο στρατιωτικό τμήμα για την ενίσχυση των δυτικών δυνάμεων[4]– και ο φόβος για πιθανά βίαια αντίποινα εις βάρος τους εκ μέρους των Οθωμανών, μαζί, βέβαια, με τη διευκόλυνση της μετοικεσίας αυτής εκ μέρους των Βενετών για λόγους ασφαλώς δημογραφικούς,[5] μπορεί να εξηγήσει σε μεγάλο βαθμό την αιτία εξόδου των Αθηναίων από την πατρίδα τους.
Στο σημείο αυτό θέλω να προσθέσω και ένα άλλο στοιχείο, που ενδεχομένως συμβάλλει στην κατανόηση της στάσης των Αθηναίων να συνδράμουν τον Μοροζίνι: πολλοί από τους Αθηναίους είχαν συγγενικά πρόσωπα στη Βενετία, όπου βρίσκουμε εγκατεστημένους Αθηναίους τουλάχιστον από τα μέσα του 17ου αι., ενώ υπήρχαν και πολλοί μετακινούμενοι μεταξύ Βενετίας και ελλαδικού χώρου, οι οποίοι ασκούσαν το εμπόριο. Τα πολλά κοινά ονόματα[6] που αντιστοιχούν σε μέλη της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας και σε κατοίκους της Αθήνας, καταδεικνύουν με σαφή τρόπο τη στενή συνάφεια μεταξύ των ανθρώπων αυτών, πολλούς από τους οποίους η βενετική εμπλοκή οδήγησε σε περιοχές του Μοριά, και κυρίως στο Ναύπλιο, κατά τη δεύτερη βενετοκρατία.
Είναι, λοιπόν, ακριβώς αυτή η συνάφεια των ανθρώπων που μας βοηθά να αντλήσουμε πολλές πληροφορίες για το βενετοκρατούμενο Ναύπλιο και την ενδοχώρα του, επειδή, όπως είναι ευνόητο, η σχέση και οι δοσοληψίες τους εξακολούθησαν να υφίστανται και μετά από την εναλλαγή του τόπου κατοικίας: από την Αττική, και κυρίως την Αθήνα, στην Πελοπόννησο, και κυρίως στο Ναύπλιο.
Φυσικά, οι πληροφορίες αυτές δεν αποτελούν συστηματικές και λεπτομερείς αναφορές συνταγμένες από κρατικούς αξιωματούχους για να ενημερώσουν τις κεντρικές αρχές της Γαληνοτάτης για την κατάσταση των επαρχιών. Όμως, επειδή προέρχονται από ανθρώπους που ζουν τα γεγονότα από κοντά, δρώντας φυσικά μέσα στον στενό και άμεσο κύκλο των επαφών και των συμφερόντων τους, έχουν ιδιαίτερη σημασία και μπορούν να πλαισιώσουν τις επίσημες πηγές, οι οποίες δεν μπορεί παρά να προσεγγίζουν στο σύνολό τους τις καταστάσεις με γενικό τρόπο και να μην αποδίδουν τις λεπτομέρειες των άμεσα εμπλεκομένων.[7]
Οι πληροφορίες αυτές, λοιπόν, προέρχονται από δύο πηγές αλληλογραφίας, που έχουν ως τόπο αποστολής το Ναύπλιο και προορισμό τη Βενετία. Αποστολείς, από το Ναύπλιο, είναι ο Χριστόδουλος Λελέκος και ο Νικολός Θεοτόκης, και παραλήπτης, στη Βενετία, είναι πάντα ένας, ο Δημήτριος Περούλης.[8] Η αλληλογραφία καλύπτει την περίοδο από το 1708 έως το 1715. Έχουμε, ωστόσο και δύο παλαιότερα γράμματα του Θεοτόκη (1698 και 1705), ενώ ο Χρ. Λελέκος θα εξακολουθήσει να στέλνει γράμματα στη Βενετία και μετά από την πτώση του Ναυπλίου, φυσικά από άλλους τόπους και υπό άλλη ιδιότητα.[9]
Ο Νικολός Θεοτόκης,[10] αθηναϊκής καταγωγής, εξάδελφος του Δ. Περούλη, με εξαμελή οικογένεια, είναι ένας από τους μικροεμπόρους του Μοριά, που προμηθεύουν τον Δ. Περούλη με προϊόντα, στη γνωστή γραμμή της εμπορικής δραστηριότητας με αποστολή πρώτων υλών στη Βενετία και εισαγωγή από εκεί προϊόντων της βενετσιάνικης βιοτεχνίας και διάθεσή τους στον ελλαδικό χώρο. Ο Ν. Θεοτόκης καταθέτει στα γράμματά του εμπορικές πράξεις, εκτιμήσεις δοσοληψιών, εκτιμήσεις για την παραγωγή ορισμένων προϊόντων (κυρίως μεταξιού), διαπιστώσεις για την οικονομική κατάσταση στον Μοριά και τα πιθανά κέρδη, εκκλήσεις για επικερδή διάθεση των προϊόντων που στέλνει στη Βενετία, και βέβαια προσωπικά/οικογενειακά συμβάντα. Είχε στείλει τους δύο γιους του (Κωνσταντή και Αδριανό) στη Βενετία, τον πρώτο το 1708 – για να μάθει κοντά στον Περούλη τα του εμπορίου – και τον δεύτερο λίγο πριν από την εισβολή των Τούρκων, ενώ ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε με την πτώση του Ναυπλίου και απελευθερώθηκε με την καταβολή λύτρων (βλ. παρακάτω).
Ο άλλος επιστολογράφος μας, ο Ηπειρώτης Χριστόδουλος (Χρίστος) Λελέκος,[11] ήταν από μικρός παραγιός των Περούληδων στην Αθήνα και εν συνεχεία, ακολουθώντας την πορεία των αφεντικών του, θα βρεθεί στο Ναύπλιο, όπου έγινε, θα λέγαμε, οικονομικός διαχειριστής της οικογένειας. Με άλλα λόγια, βρέθηκε να εξυπηρετεί τα νέα συμφέροντα των αφεντικών του στον Μοριά, δηλαδή αυτά που προέκυψαν από την απόδοση σε εκείνους – όπως και σε πολλούς άλλους εποίκους – κτημάτων στην ενδοχώρα του Ναυπλίου. Ο Χρ. Λελέκος στην πραγματικότητα βρίσκεται στη δούλεψη αρκετών προσώπων της οικογένειας Περούλη του Μοριά (γυναίκες, νύφες, γαμπροί, παιδιά), συνολικά υπηρετεί περίπου 20 άτομα. Ανάμεσα στα άτομα αυτά ουσιαστικά δεν υπάρχει υπεύθυνο ενήλικο αρσενικό πρόσωπο με το όνομα Περούλης, επειδή ο Δ. Περούλης – που θα μπορούσε να έχει αυτόν τον ρόλο – βρίσκεται μόνιμα εγκατεστημένος στη Βενετία, ενώ ο πατέρας του, ο γιατρός Σπυρίδωνας που είναι ένας από τους επικεφαλής των εποίκων Αθηναίων, κινείται συνεχώς μεταξύ Μοριά και Βενετίας, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να ανταποκριθεί με συνέπεια στον ρόλο αυτό.
Σε αυτές τις συνθήκες ο Χρ. Λελέκος, πέρα από την επίβλεψη των αγροτικών εργασιών, την επιμέλεια της καλλιέργειας των κτημάτων και τη διάθεση των προϊόντων που αυτά αποδίδουν, αναδεικνύεται και ως ένας οιονεί διαμεσολαβητής ανάμεσα στους Περούληδες του Ναυπλίου και εκείνων της Βενετίας, έχοντας αποκτήσει την εμπιστοσύνη και των δύο μερών. Από την αλληλογραφία του, εξάλλου, φαίνεται καθαρά ότι επιχειρεί να ισορροπήσει τις προσωπικές/οικογενειακές αντιθέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας, κοινοποιώντας στον Δ. Περούλη τα πεπραγμένα του, οικονομικά και ενδοοικογενειακά. Αυτό, ωστόσο, ενέχει και υψηλό ρίσκο, που θα αποτυπωθεί, άλλωστε, στη μετά την πτώση του Ναυπλίου διένεξή του με τον Δ. Περούλη ως προς τα υψηλά έξοδα που παρουσιάζει ότι έχουν γίνει για τη συντήρηση της οικογένειας του Ναυπλίου, διένεξη που τελικά θα καταλήξει στα βενετικά δικαστήρια και εξαιτίας της οποίας διασώθηκε και η εν λόγω αλληλογραφία.[12]
Αιχμάλωτος και ο Χρ. Λελέκος των Τούρκων, μετά την πτώση του Ναυπλίου, εξαγόρασε την ελευθερία του και, ακολουθώντας τα τουρκικά στρατεύματα στην πορεία τους προς τη Χίο και τη Σμύρνη, απελευθέρωσε πολλά μέλη της οικογένειας Περούλη με την καταβολή λύτρων. Σημειώνω ότι μεταξύ του Ν. Θεοτόκη και του Χρ. Λελέκου, δηλαδή της αλληλογραφίας τους, υπάρχει μικρή επικάλυψη και αναφορές του ενός στα πεπραγμένα του άλλου, καθώς εξυπηρετούν και εξαρτώνται από κοινό πρόσωπο.
Όπως ανέφερα ήδη, τα στοιχεία που καταγράφονται σε αυτά τα περίπου 50 γράμματα,[13] είναι πολλά και γι’ αυτό στη μελέτη αυτή θα αναφερθώ υποχρεωτικά σε λίγα, στα πιο ενδιαφέροντα, κατά τη γνώμη μου, και πάντως με περιγραφικό και όχι αναλυτικό τρόπο, επιδιώκοντας απλώς να προϊδεάσω τον αναγνώστη για το σύνολο της αλληλογραφίας. Έχω πάντως την εντύπωση ότι είναι από τις λίγες φορές – δεδομένου ότι πηγές αυτού του τύπου και για την περίοδο αυτή είναι λίγες – που μέσω των γραμμάτων του Χρ. Λελέκου, πέρα από τις όποιες πληροφορίες αφορούν τις διαπροσωπικές σχέσεις των ατόμων, μπορούμε να αντλήσουμε στοιχεία για τη φύση και την τύχη της κτηματικής περιουσίας που παραχωρήθηκε στους Αθηναίους εποίκους από το βενετικό δημόσιο.
Έτσι, διαπιστώνουμε τη χρησιμοποίηση ντόπιων εργατών (κολίγων) αλλά ενίοτε και στρατιωτών της φρουράς του Ναυπλίου· τα χωράφια καλλιεργούνται συστηματικά και αποδίδουν κυρίως σιτάρι, κριθάρι, κουκιά, σταφύλια, βαμβάκι και κρασί, σε ποσότητες οι οποίες – όσον αφορά κυρίως το σιτάρι και το κρασί – είναι τέτοιες που, μετά την καταβολή της δεκάτης και όσων διατίθενται για αυτοκατανάλωση, επιτρέπουν την εμπορευματοποίησή τους.
Οι αναφορές σε ποσότητες σιταριού που, εκχρηματιζόμενες, φορτώνονται σε βενετσιάνικα και γενοβέζικα πλοία είναι συχνές.14
Εκτός όμως από την εκμετάλλευση των υπαρχουσών καλλιεργήσιμων γαιών στην ενδοχώρα του Ναυπλίου, υπάρχουν συνεχείς αναφορές σε εκχερσώσεις και μετατροπές σε καλλιεργήσιμη γη νέων εδαφών που βρίσκονται σε βαλτώδεις περιοχές, και μάλιστα με εντατικό τρόπο. Ίσως, μάλιστα, το γεγονός αυτό αποτελεί και ένδειξη του προβλήματος που υπήρχε στην Πελοπόννησο, δηλαδή της έλλειψης εργατικών χεριών, το οποίο οι Βενετοί προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν διευκολύνοντας την εγκατάσταση εποίκων από την Αττική και τις γύρω από αυτήν περιοχές. Το ενδιαφέρον είναι ότι πολλές φορές υπάρχει πίεση για εκχερσώσεις και από τον Δ. Περούλη της Βενετίας, απόδειξη ότι η παραχώρηση των κτημάτων δεν συντελούσε απλώς στην αποκατάσταση των εποίκων αλλά αποσκοπούσε σε ουσιαστική παραγωγική εκμετάλλευση, όπως μαρτυρεί και η παρακάτω χαρακτηριστική αναφορά του Χρ. Λελέκου:15
αν ροτάς διά τά υποστατικά, με χάρης Θεού καλλά έπίγαν κατά τον κερόν όπου έκαμε, και έχω διά πούλισην στάρη πινάκεια[14] [15] [16] [17] 300 και χόρια κουκιά- άλλα 50, και κριθάρη. εις το αμπέλη ήρθαν και μου έδοσαν πρότον λόγον ρηάλια17 – 500, εγώ τους εγίρεψα ριάλια 750.
Στις εκμεταλλεύσεις αυτές εντάσσεται και η λειτουργία υδρομύλων, αποκλειστικά εξαρτώμενων, όπως και οι καλλιέργειες, από τις βροχοπτώσεις, με τις οποίες ενισχύονταν τα νερά των τοπικών χειμάρρων, ώστε να λειτουργεί άρτια το σύστημα άλεσης των σιτηρών.
Από τις καλλιέργειες αυτές, δηλαδή από τη διάθεση των προϊόντων που ανέφερα, φαίνεται ότι εισπράττονταν ικανοποιητικά ποσά, τα οποία χρησιμοποιούνταν για την εξυπηρέτηση εμπορικών συναλλαγών, σύμφωνα με τις εντολές που δίνονταν από τη Βενετία. Εξάλλου, είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι μικρές εμπορικές συναλλαγές βρίσκει τη δυνατότητα να ασκεί και ο παραγιός Χρ. Λελέκος (γνωρίζουμε αρκετές παραγγελίες του σε βιοτεχνικά προϊόντα[18]), ενώ η παρέμβαση του Ν. Θεοτόκη είναι ακριβώς αυτή, δηλαδή η αποστολή προϊόντων (κυρίως μεταξιού) στη Βενετία, η πώλησή τους, η αγορά κατόπιν βιοτεχνικών προϊόντων (κυρίως υφασμάτων) και η διάθεσή τους στην Πελοπόννησο, όπως ήδη έχω αναφέρει.
Ο Χρ. Λελέκος όμως είναι ένας πολύ διορατικός στα οικονομικά, είναι ο παραγιός που συνεχώς εντοπίζει πιθανές πηγές κέρδους. Έτσι, είναι συνεχής η πίεσή του προς τον Δ. Περούλη να μεριμνήσει για την ενοικίαση της δεκάτης, καθώς στο μυαλό του αυτό είναι μια δραστηριότητα που μπορεί να αποφέρει σημαντικά έσοδα, και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερο κόπο:
τόρα της γράφω διά την δεκατία[19]όπου βλέπο και δεν την εκόφτη και διά να την εκονφερμάρη, να την εχομε διά πάντα, και αν την εκουφερμάρη είναι ένα μέριτο καλλό όπου θέλη να μας δίδη τον χρόνον διάφορο ρηάλια -100 χορής καμίαν έξοδο.[20]
Ασφαλώς πρόκειται για δεκάτη τοπικής εμβέλειας, η λειτουργία της οποίας αξίζει να διευκρινιστεί, αλλά, κατά πάσα πιθανότητα, αναφέρεται στην περιοχή όπου υπάρχουν και οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις των Περούληδων.
Όπως ήδη ανέφερα, η εξάρτηση της απόδοσης των καλλιεργειών από τις καιρικές συνθήκες, δηλαδή στην ουσία από τις ικανές και στην κατάλληλη εποχή βροχές (αλλά και από την ακρίδα που ενδημούσε στην περιοχή), είναι καθοριστική και νά πώς την αποδίδει ο Χρ. Λελέκος στα γράμματά του:[21]
σας δίδω ήδισην πος φέτος έχη να γένη μεγάλην πίνα με το να μην έβρεξαι ο απρίλης ολότελα, και έως την σίμερον δεν την ήδαμαι την βροχή, μερικά στάρηα όπου ήχαν σπαρμένα εκαήκαν ολότελα, όπου δεν θερίζουν αλλά μήτε βάνουν δρεπάνει, μόνον ο θεός να κάμη ένα έλεος εις τον κόσμο του. Την σιμερον πιγένη το στάρη δέκα τέσεραις λίτρες[22] το πεινάκη και δεν το εβρίσκουν. Εις το παζάρη ος το μεσιμέρη είναι ψομή και από το μεσημέρη και ήστερα δεν ευρίσκεται.
Ένα δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο που αποτυπώνεται στην αλληλογραφία, είναι η έλλειψη καλών ακινήτων (κτηρίων) στο Ναύπλιο και το ενδιαφέρον του Δ. Περούλη να αποκτήσει σπίτια[23] [24] [25] [26] [27] [28] και εργαστήρια.24 Γνωρίζουμε ότι έχει στην κατοχή του ένα καλό σπίτι, το οποίο νοίκιαζε σε Δομινικανούς25 μοναχούς επί δύο έτη και μετά δέχθηκε πίεση για να το ενοικιάσει σε Βενετσιάνους αξιωματούχους,26 δηλωτικό της έλλειψης κτηρίων που πριν ανέφερα. Πέρα από αυτά, οι ανταποκριτές του τον πληροφορούσαν συνεχώς για την κατάσταση διάφορων σπιτιών που ενδιαφερόταν να αγοράσει. Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη περιγραφή ενός από τους ανταποκριτές του Δ. Περούλη:27
διά το σπήτη όπου μου γράφη διά να της γράψο αν έχη κομοδα,28 εκείνο του ρ Θεοτόκη[29] άλλο δεν έχη παρά εις τον κάτου πάτω έχη μία κάμαρα μηκρή και την κουζήνα, εις τον απάνου πάτω έχη δίο καμαροπούλες και το πόρτιγω[30] με το σαγνισήνη[31] όπου είναι εις τα κεραμήδια του τζοκάκη, μόνον να κάμης αν είναι μοδος[32] να πάρης τον αρχόντων τον κοθονέον,[33] όπου κάθεται ο μέλλος,[34] και αν το πάρης κάνης ένα παλάτην ό[που] να μην είναι άλλο δευτερό του εις το αναύπλη και τέσερα αργαστίρηα εις το πάζάρη, όπου λέμε δίο όπου είναι τα δηκά μας και δίο του ροήδη και να πέρνης τον χρόνον από τα νίκηα ρηάλια -200.
Πολύ πιθανόν να βρισκόμαστε μπροστά στην περίπτωση εκμετάλλευσης ακινήτων, τάση που θα εκδηλωθεί με ένταση εκ μέρους του Δ. Περούλη λίγο αργότερα, αλλά προς άλλες, πιο ασφαλείς και βέβαια πιο προσιτές κατευθύνσεις.[35] [36]
Ένα άλλο στοιχείο που αξίζει να αναφέρω και εμφανίζεται στα γράμματα του Ν. Θεοτόκη σαφέστατα, είναι ότι κατά τις εμπορικές συναλλαγές, δηλαδή από τη διάθεση του μεταξιού, κυρίως, στην πιάτσα της Βενετίας, δεν επιθυμεί την αποστολή χρημάτων αλλά την επένδυσή τους στην αγορά βιοτεχνικών προϊόντων. Αυτό αποτελεί, βέβαια, συνήθη πρακτική, όπως γνωρίζουμε και από τη συμπεριφορά και άλλων εμπόρων της περιόδου αυτής. Ωστόσο, πολλές φορές η πρακτική αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι κατά τη μετατροπή των νομισμάτων στην αγορά του Ναυπλίου ο Ν. Θεοτόκης διαπιστώνει ότι χάνει – επειδή και το λάντζο της μονέδας καλάρη πολύ36-, γι’ αυτό αναζητεί ισόποσης αξίας βιοτεχνικά προϊόντα (κυρίως υφάσματα) ή ακόμα και χρυσάφι, το οποίο, μάλιστα, συνιστά να στέλνεται με τον καπετάνιο τού εκάστοτε πλοίου και να επιδίδεται χέρι με χέρι, επειδή το Τελωνείο του Ναυπλίου επιβάλλει υψηλούς δασμούς: να μην το ιδούνε εδώ οι ντουανιέροι, επειδή παίρνουνε εις το χρυσάφι ντάκιο.[37]
Στη γραμμή αυτή και μέσα από τις παραγγελίες βενετσιάνικων βιοτεχνικών προϊόντων γίνεται έκδηλα φανερό ότι η τοπική αγορά είναι απόλυτα εξαρτημένη και από τις εισαγωγές προϊόντων, που, πέρα από τα αναμενόμενα (υφάσματα, γυαλικά, βιβλία, ρούχα κτλ.) και τα σπανιότερα (κονιδολόγοι,[38] ροδοζάχαρη διά το βλάψιμο) ή προϊόντα ειδικώς επιζητούμενα (πιστόλι και τουφέκι ειδικών προδιαγραφών, ή να μου στίλης ένα καπελάκη χρυσό με τα πτερά διά το πεδή του ρ μάβροιωάνη όπου το έχω βαπτησμένο[39]), έχει ανάγκες και σε φτυάρια, σακούλες για το αλεύρι, παλάντζες για το ζύγισμα κτλ., δηλωτικά της σχεδόν παντελούς έλλειψης επιτόπιας βιοτεχνίας.
Δεν μπορώ να επεκταθώ σε περαιτέρω στοιχεία, τα οποία και πολλά είναι και άλλου τύπου πραγμάτευση απαιτούν. Θα καταλήξω εδώ στη διαπίστωση ότι κάποια στιγμή, όσο πλησιάζουμε προς το τέλος, εκδηλώνεται ο φόβος του τουρκικού κινδύνου, ο οποίος προσδιορίζει τις πράξεις και τις σκέψεις των ανθρώπων.
Όπως γνωρίζουμε, οι απειλητικές διαθέσεις των Τούρκων είχαν γίνει εμφανείς τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την πτώση του Ναυπλίου, πράγμα που αποτυπώνεται και στην αλληλογραφία μας. Θα αναφέρω ορισμένα στοιχεία: στα έξοδα του Χρ. Λελέκου καταγράφονται δόσεις για την άμμο του Παλαμηδίου, πράγμα που μάλλον σημαίνει επισκευές στο φρουριακό συγκρότημα, καταγράφονται κινήσεις ιππικού (δραγόνοι) στον κάμπο και τάισμα των αλόγων τους με τα σπαρμένα κριθάρια, καταγράφονται υποχρεωτικοί δανεισμοί εκ μέρους των Βενετών εις βάρος πλούσιων Ελλήνων, κινήσεις της αρμάδας και διάσπαρτες φήμες για επικείμενη βοήθεια ή επικείμενο ρωσοτουρκικό πόλεμο. Όπως έχει δείξει σε παλαιότερη εργασία της η συνάδελφος Ευτυχία Λιάτα,[40] ο φόβος για το επικείμενο κακό πολλές φορές είναι εισαγόμενος, δηλαδή πρώτα τον αισθάνονται εντονότερο οι άνθρωποι που είναι εκτός του Μοριά αλλά κοντά σε κέντρα πληροφοριών.
Ένας από αυτούς τον βιώνουν, είναι και ο Σπυρίδων Περούλης, σπουδασμένος γιατρός στην Πάδοβα, πατέρας του Δημητρίου, που κινείται συνεχώς μεταξύ Μοριά και Βενετίας. Ήδη από τα τέλη του 1713 – αρχές 1714 ο Χρ. Λελέκος παρατηρεί την έντονη ανησυχία του Σπ. Περούλη, όταν αυτός βρισκόταν στο Ναύπλιο, και το επισημαίνει στον γιο του: τον αυθέντη μου το πατέρα της πάλην του εμπίκε ένας σιλογισμός πολής διά τους τούρκους, οπού μάρτις μου ο Θεός, όλη νήκτα δεν έκλη το μάτι του, πεύτη σικόνεται με το ήδιον σιλογισμόν.
Όπως γνωρίζουμε, ο συλλογισμός του Σπ. Περούλη σε λίγο καιρό θα εξελιχθεί σε κίνδυνο προ των πυλών και τότε στην αλληλογραφία μας θα αποτυπωθούν προσπάθειες διαφυγής από τον κλοιό που αρχίζουν να στήνουν οι Τούρκοι, οι οποίες άλλοτε επιτυγχάνουν και άλλοτε αποτυγχάνουν. Πάντως, στην αλληλογραφία καταγράφονται σκέψεις μεταφοράς των γυναικοπαίδων διά ξηράς είτε στην Πάτρα και από εκεί στην Κέρκυρα, είτε στη Μονεμβασία· επίσης, προσπάθειες αποστολής χρημάτων, ασημικών, πολύτιμων σκευών και προϊόντων έξω από τη ζώνη κινδύνου, με αποτέλεσμα να τιναχθούν στα ύψη οι ναύλοι και οι ασφαλίσεις. Και πέρα από όλα αυτά, η συγκέντρωση ανθρώπων και προϊόντων στο Ναύπλιο, που θεωρείται το πλέον ασφαλές καταφύγιο, με αποτέλεσμα το κατρακύλισμα των τιμών, στοιχεία που αποτυπώνονται με τον εξής τρόπο στο γράμμα του Χρ. Λελέκου:
φέτος με την χάρην του θεού είναι εις όλα τα πράγματα τόση ευτιχία όπου δεν το θημόντε άλλον χρόνον, το τερή πιγένη ασπρόλιτρο, τα κεφάλια όπου είναι αλατισμένα, τρία σολδία την λίτρα, το μαλή το δίδουν το καντάρι 15 λίτρες και 13, όσο θέλη κανής να μαζόξη, το κρασί – 40 γαζέταις η μπότζα, διατί σαν εγρικήσαν ετούτο τον φόβον το εκουβαλίσαν όλο επά μέσα όλο της τροπολιτζάς και του άργους και τρίκαλα και ακόμη και από το μηστρά εφέραν κρασή.[41]
Θα ακολουθήσει η πτώση του Ναυπλίου (9 Ιουλίου 1715) και η προσωρινή διακοπή της αλληλογραφίας, ή καλύτερα η συνέχειά της υπό άλλους, τραγικούς όρους, όπως τους περιγράφει ο Ν. Θεοτόκης:[42]
ευγενέσταται και εκλαμπρότατε εξάδελφε σρ: κόντε δημήτρι περούλι, χαίρης ομού με τον ηγαπιμένον μου εξάδελφον τον μπατέρα σου με άλες μου δίο θλιβαιρές, όντας μου εις το Ανάπλι εις την σκλαβιά και μια περ βιας Λάρισον και άλι με τον χρίστο λελέκο, έγραφα την εκλαμπρότι σου τα ανιπόφερτα κακά που μας επανεβρίκαν, οπού λογιάζο απόντες εστάθι ο κόσμος να μιν εγίνι άλη τέτια σκλαβιά που ζιούμε, μόνο έος τόρα δεν μαζι στεριμένη από όλα που ηδό δεύτερον ιποκάμησον να φορέσομε δεν έχομεν, εβρισκόμασταν εδό στο Μιστρά, εγό και η ταλέπορη μου σιμβήα στον σρ: Μελέτη, και τρόμε κομάτι ψομί, και αν τούτος ο δόλιος στεναχοριμένος που ήτι και αν ίχεν τάστιλε στο κατακαημένο Ανάπλι και τάχασε, τα δόλια μας πεδιά στι σκλαβιά, τα μάτια μου τρέχουν, τα χέρια μου τρέμουν και δεν ημπορό να σας τα γράφο καταλευτός, παρά έγραψα όπος ημπόρουν τον μπεδιόν Κοσταντή και Ανδρινού, και σε περικαλό επάρτε την ετζίνη την γραφή και ήδετέ την και σπλαχνιστίτε μας, όχι οσάν πρότα αξαδέλφια οπού ήμεστεν, μόνο να μας ελογιάζετε οσάν αδέλφιά σας, εντούτος ο τζερός ήνε τόρα να δίξουν η άλι εδιτζή τα χριστιανικά έργα να μας ελευθερόσετε που περικουλάρουμε και ψιχικός και σοματηκός και ο θεός σας τα δίνι εκατονταπλασίος και ης τον μπαρόντα και ης τον μέλοντα καιρόν.
PAN. D. MICHAILARIS
Aspects of everyday life n Nafplio during the second Venetian Occupation
As is well known, many Athenians who followed the Venetians departing from Attica (1687) settled in the Peloponnese, particularly in the city and hinterland of Nafplio. Among them was the Peroulis family, that was given land in the same region. In this paper I present, in a preliminary form, information deriving from the correspondence between two persons involved in these events, both related to Dim. Peroulis of Venice. The first is the Athenian Niko- los Theotokis, first cousin of the Peroulis family and their commercial agent in Morea. The second is Chr. Lelekos, a person responsible for the cultivation of their land and the trading of their products. From these letters, preserved in the Archives of Peroulis family, which are part of the State Archives of Venice, apart from the economic issues, we draw information about many aspects of everyday life in Nafplio during the second Venetian occupation, especially the period 1709-1715.
Υποσημειώσεις
[1] Για τα γεγονότα του πολέμου αυτού που άρχισε το 1684 και έληξε με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699), η συναγωγή πηγών και βιβλιογραφίας είναι μεγάλη και αναλυτική. Περιορίζομαι στην αναφορά δύο έργων, στα οποία ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει και περαιτέρω βιβλιογραφική πληροφόρηση: Ιωάννης Χασιώτης, «Οι Έλληνες και οι πόλεμοι μεταξύ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και ευρωπαϊκών κρατών, 1669-1702», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΑ’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1975, σ. 8-98, και Κωνσταντίνος Ντόκος, Η Στερεά Ελλάς κατά τον ενετοτουρκικόν πόλεμον (1684-1699) και ο Σαλώνων Φιλόθεος, Αθήνα 1975, στο οποίο, βέβαια, και όλα τα στοιχεία για την εισβολή των Βενετών στην Αττική.
[2] Κωνσταντίνος Ντόκος, «Η μετοικεσία των Αθηναίων στην Πελοπόννησο και η πρώτη φάση του επαναπατρισμού τους (1688-1691)», Μνήμων 10 (1985), σ. 96-138.
[3] Στο ίδιο, σ. 100, 101. Στην εργασία αυτή ο Κ. Ντόκος δημοσιεύει τα ονόματα πολλών Αθηναίων που εγκαταστάθηκαν στον Μοριά. Εκτός από αυτά, έναν κατάλογο με άλλα ονόματα δημοσίευσε και ο Κωνστ. Δ. Μέρτζιος, «Παρθενών-Μοροζίνι και το δράμα των Αθηναίων», Αθηνά 55 (1951), σ. 254-257.
[4] Ντόκος, «Η μετοικεσία», ό.π., σ. 98.
[5] Στο ίδιο, σ. 102.
[6] Είναι εύκολο να εντοπίσει ο ενδιαφερόμενος είτε στο Αρχείο της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας είτε στα βιβλία που αναφέρονται στην ιστορία της Αθήνας, είτε σε εμπορικές αλληλογραφίες της περιόδου ονόματα όπως: Καπετανάκης, Περούλης, Ταρωνίτης, Μάκολας, Καγγελάρης, Γάσπαρης, Λίμπονας, Δούσμανης, Ροΐδης, Μπενιζέλος, Θωμάς, Βωβός, Κουτρικάς, Μποζίκης, Ντέκας, Πατούσας, Μαυρογιάννης και πολλά άλλα, τα οποία αντιστοιχούν σε κατοίκους της Αθήνας και σε συγγενείς τους στη Βενετία.
[7] Για τις πηγές της εποχής και τη σημασιοδότησή τους βλ. Ευτυχία Λιάτα, «Μαρτυρίες για την πτώση τ’ Αναπλιού στους Τούρκους (9 Ιούλη 1715)», Μνήμων 5 (1975), σ. 101-102.
[8] Ο Δημήτριος Περούλης είναι ο γνωστός, αθηναϊκής καταγωγής, μεγαλέμπορος στη Βενετία του 18ου αι., ο οποίος συνέχιζε την εμπορική παράδοση της οικογένειας του, μέλη της οποίας είχαν εγκατασταθεί στη Βενετία από τα μέσα τουλάχιστον του 17ου αι. και είχαν διακριθεί στο εμπόριο αλλά και σε ηγετικές θέσεις της Ελληνικής Αδελφότητας της Βενετίας. Ο Δ. Περούλης αρχικά θα συνεχίσει τις παροδοσιακές μεταπρατικές εμπορικές πρακτικές της οικογένειάς του, αλλά γρήγορα θα εξελιχθεί σε σημαντικό οικονομικό παράγοντα του βενετσιάνικου 18ου αι. Βλ. γι αυτόν, P. D. Michaelaris, «L’attivita armarato- riale di Demetrio Peruli ed il suo intervento al traffic mediterraneo», Actes du II Coloque International d’Histoire, τ. 1, Αθήνα 1985, σ. 175-186, και Vicenzo Ruzza, La famiglia Perulli da Atene a Venezia, Vittorio Veneto 2000 (μια συναισθηματική κατάθεση στοιχείων για την ιστορία της οικογένειας από έναν εκ θηλυγονίας απόγονό της, όπου, παράλληλα, συγκεντρωμένη και η έως το 2000 βιβλιογραφική συναγωγή για την οικογένεια Περούλη).
[9] Ο Χρ. Λελέκος, αφού πρώτα ελευθερώθηκε, ακολούθησε κατά πόδας τα οθωμανικά στρατεύματα, τα οποία μετά την κατάληψη του Ναυπλίου επέστρεφαν στις βάσεις τους σέρνοντας μαζί τους και τους σκλαβωμένους Έλληνες, εν αναμονή της καταβολής λύτρων. Πράγματι, ο Χρ. Λελέκος κατάφερε, με την οικονομική συνδρομή του Δ. Περούλη, να ελευθερώσει πολλά από τα μέλη της οικογένειας Περούλη στη Χίο και στη Σμύρνη, όπου τελικά κατέληξαν ως αιχμάλωτοι των Οθωμανών.
[10] Ντόκος, «Η μετοικεσία», ό.π., σ. 135. Ο Νικολός Θεοτόκης κατέχει τον αρ. 562 στον κατάλογο των αθηναϊκών οικογενειών, τα ονόματα των οποίων δημοσιεύονται, και ανήκε στην πρώτη τάξη των Αθηναίων. Ένας άλλος Θεοτόκης, ο Μελέτης, βρίσκεται εγκατεστημένος στον Μυστρά και συνεργάζεται με τον Νικολό στις εμπορικές συναλλαγές, φροντίζοντας κυρίως για την προμήθεια μεταξιού.
[11] Για την ενδιαφέρουσα αυτή προσωπικότητα τα όσα στοιχεία γνωρίζουμε προέρχονται από τις πληροφορίες που καταθέτει για τον εαυτό του ο ίδιος, όταν προβάλλει τις πράξεις του ή όταν καταφεύγει στην υπενθύμιση των υπηρεσιών που έχει προσφέρει στην οικογένεια Περούλη, και φυσικά από πληροφορίες ανθρώπων που έχουν σχέση μαζί του, όπως λ.χ. ο Ν. Θεοτόκης.
[12] Βλ. Archivio di Stato di Venezia (στο εξής A.S.V), Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11: α) Fasc. με την εξωτερική ένδειξη: C Per II Sig Co: Demetrio Perulli C[ontro] Christo Lelleco, ελληνικά έγγραφα του Χρίστου Λελέκου, Δημ. Σπ. Περούλη, σ. 1-53 (r-v). β) Fasc. με την εξωτερική ένδειξη: B Per No 8 Il Sig Demetrio Peruli C[ontro] Christo Lelleco. Στην αρχή στάμπα με τη χειρόγραφη ένδειξη: Perulli ControLelecho (σ. 1-58). Ακολουθούν ελληνικές επιστολές του Χρ. Λελέκου προς τον Δημ. Σπ. Περούλη (σ. 1-58, r-v). γ) Fasc. με την εξωτερική ένδειξη: Per Il Sig Co: Demetrio Peruli C[ontro] Christo Lelecco, σ. 1-97 (r-v).
[13] Τη μικρή αυτή μελέτη ο αναγνώστης πρέπει να θεωρήσει ως πρόδρομη ανακοίνωση εν όψει της έκδοσης όλων των γραμμάτων που συγκροτούν την αλληλογραφία αυτή, η οποία τώρα απόκειται στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας: A.S.V, Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (αλληλογραφία Χρ. Λελέκου προς Δ. Περούλη) και β) A. S. V., Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (αλληλογραφία του Ν. Θεοτόκη προς Δ. Περούλη).
[14] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 29ης Νοεμβρίου 1712).
[15] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 23ης Οκτωβρίου 1713).
[16] Το πινάκι είναι μονάδα μέτρησης δημητριακών· βλ. γι’ αυτό τα όσα προσκομίζει ο Σπύρος Ασδραχάς, Ελληνική κοινωνία και οικονομία, ιη’ και ιθ’ αι. (υποθέσεις και προσεγγίσεις), Αθήνα 1982, σ. 103.
[17] Για το ρεάλι και τις ισοτιμίες του βλ. Ευτυχία Λιάτα, Φλωρία δεκατέσσερα στέ- νουν γρόσια σαράντα. Η κυκλοφορία των νομισμάτων στον βενετοκρατούμενο και τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο, ιε’-ιθ’ αι, ΚΝΕ/ΕΙΕ, Αθήνα 1996, σ. 220.
[18] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 1ης Απριλίου 1712).
[19] Φυσικά εννοεί τον φόρο της δεκάτης επί των παραγόμενων προϊόντων.
[20] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 8ης Ιουνίου 1713 και της 2ας Φεβρουαρίου 1714).
[21] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 29ης Νοεμβρίου 1712 ).
[22] Για τη βενετσιάνικη λίρα (λίτρα) και τις ισοτιμίες της βλ. Λιάτα, Φλωρία, ό.π., σ. 213.
[23] Από πολλά γράμματα του Χρ. Λελέκου αλλά και του Ν. Θεοτόκη συνάγεται ότι ο Δ. Περούλης επιθυμούσε να έχει ένα καλό κατάλυμα στο Ναύπλιο και ότι σχεδίαζε να ταξιδεύσει στην πρωτεύουσα του Μοριά για να επιβλέψει αυτοπροσώπως τις οικογενειακές και προσωπικές-οικονομικές του υποθέσεις. Ορισμένες φορές, μάλιστα, δίνεται η εντύπωση από τα γράμματα ότι στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αι. ο Περούλης σκεφτόταν να προβεί και σε μόνιμη ίσως εγκατάσταση στον ελλαδικό χώρο, υπόθεση που φυσικά ανέκοψε τόσο η πτώση του Ναυπλίου όσο και το γεγονός ότι η μεταγενέστερη εμπλοκή του με τα μονοπώλια του αλατιού και του καπνού, αλλά και οι άλλες οικονομικές του δραστηριότητες (ναυτιλία), απαιτούσαν την παρουσία του στη Βενετία, με αποτέλεσμα να μην ταξιδεύσει ποτέ ούτε στη γενέτειρά του Αθήνα αλλά ούτε και στη Λευκάδα, όπου βρίσκονταν οι αλυκές (παλαιές και νέες) της δικαιοδοσίας του.
[24] Για τα εργαστήρια της εποχής βλ. Ευτυχία Λιάτα, Ένα εργαστήρι τ’Αναπλιού στη Βενετοκρατία (1712-1715), Δήμος Ναυπλίου, Ναύπλιο 1998.
[25] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (γράμματα του Ν. Θεοτόκη της 2ας/13ης Μαρτίου 1711 και της 7ης/18ης Μαϊου 1713): από αυτές τις πληροφορίες, αλλά και από άλλες συμπληρωματικές, φαίνεται ότι το τάγμα των Δομηνικανών μοναχών είχε εγκατασταθεί και στο Ναύπλιο. Ωστόσο, δεν διευκρινίζεται σε τι είδους υπηρεσίες χρησιμοποιείται εκ μέρους των Δομηνικανών μοναχών το οίκημα του Περούλη, καθώς η μετατροπή του σε θρησκευτικό κατάλυμα είναι μάλλον απίθανη.
[26] A.S.V, Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (γράμμα του Ν. Θεοτόκη, της 8ης/19ης Απριλίου 1710).
[27] A.S.V, Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 23ης Οκτωβρίου 1713).
[28] Η ιταλική λέξη αναφέρεται στα πλεονεκτήματα (ευκολίες) που διαθέτει το σπίτι.
[29] Φαίνεται ότι ο Ν. Θεοτόκης σχεδίαζε να πουλήσει το σπίτι του ή κάποιο άλλο σπίτι που ενδεχομένως διέθετε.
[30] Ιταλική λέξη που σημαίνει στοά, σκεπαστό πέρασμα, αλλά εδώ μάλλον εννοεί το χαγιάτι.
[31] Τουρκική λέξη (σαχνισί), που δηλώνει το προεξέχον μέρος του επάνω ορόφου του σπιτιού.
[32] Ιταλική λέξη: τρόπος.
[33] Μεγάλη οικογένεια εμπόρων από την Άρτα, μέλη της οποίας βρίσκουμε εγκατεστημένα στη Βενετία ήδη από τα τέλη του 16ου έως και τον 19ο αι., ενώ, όπως συμβαίνει και με άλλους Έλληνες, από τα τέλη του 18ου αι. πρέπει να θεωρείται ως εξιταλισμένη. Πολλά στοιχεία γι’ αυτήν υπάρχουν στην αδημοσίευτη διατριβή του Σωτ. Κουτμάνη, Έλληνες στη Βενετία (1620-1710). Κοινωνικό φύλο – οικονομία – νοοτροπίες, Αθήνα 2013, σ. 152, 153, 162-164, 193, 222-224, όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία, στην οποία περιλαμβάνονται δύο μελέτες του Κ. Μέρτζιου: η πρώτη στα Ηπειρωτικά Χρονικά 11 (1936) και η δεύτερη στον Μικρό Ελληνομνήμονα, τχ. 2 (Ιωάννινα 1960), όπου η διαθήκη του Γ Κοθώνη. Ευχαριστώ τον φίλο Χρ. Ζαμπακόλα για την υπενθύμιση των παραπάνω στοιχείων σχετικά με την οικογένεια Κοθώνη.
[34] Για τον Αθηναίο έμπορο Γεωργάκη Μέλο, εγκατεστημένο στη Βενετία, και τα αδέλφια του Νικολό και Μιχάλη, που βρίσκονται τώρα στο Ναύπλιο, βλ. Ευτυχία Λιάτα, «Όψεις της κοινωνίας τ’ Αναπλιού στις αρχές του 18ου αιώνα», Άνθη Χαρίτων, Βενετία 1998, σ. 245-270.
[35] Γνωρίζουμε ότι τελικά ο Δ. Περούλης θα διαθέσει αρκετά κεφάλαια για να αγοράσει κτήματα στην περιοχή του Βένετο, ανάμεσα στα οποία και μεγάλη εξοχική κατοικία. Στο αρχείο του διασώζονται όλα τα σχετικά συμβόλαια της αγοράς των κτημάτων αυτών, τα ποσά που διατέθηκαν και ορισμένες φορές και η απόδοσή τους από την υπενοικίαση σε Ιταλούς καλλιεργητές. Εξάλλου, η ύπαρξη μεγάλης κατοικίας, όπως ανέφερα, ίσως εξηγεί τον λόγο που οι Περούληδες δεν απέκτησαν ποτέ στην πόλη της Βενετίας ιδιόκτητο μέγαρο, πράγμα απολύτως εφικτό για τις οικονομικές δυνατότητές τους.
[36] Η έκφραση αυτή υπονοεί τη διαφορά που προέρχεται από την ανταλλαγή νομι που σμάτων (aggio) και από την οποία, όπως δηλώνει ο Ν. Θεοτόκης, χάνει αρκετά χρήματα.
[37] Ιταλική λέξη (dazio), που σημαίνει δασμός.
[38] Προφανώς πρόκειται για ειδικό αντικείμενο με το οποίο ήταν δυνατή η απαλλαγή των ανθρώπων από τις κόνιδες της ψείρας.
[39] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 3ης Φεβρουαρίου 1713).
[40] Λιάτα, «Μαρτυρίες», ό.π., σ. 103, 106.
[41] A.S.V., Grande Fratema di S. Antonin, Commissaria dei Conti Perulli, b. 11 (γράμμα του Χρ. Λελέκου, της 12ης Απριλίου 1715).
[42] A.S.V., Grande Fraterna di S. Antonin, Archivio Privato dei Conti Perulli, b. 12 (γράμμα του Ν. Θεοτόκη, της 27ης Απριλίου 1716, από τον Μυστρά).
Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης
Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών
Εθνικό ίδρυμα Ερευνών
«Της Βενετιάς τ’ Ανάπλι – 300 χρόνια από το τέλος μιας εποχής 1715-2015». Επιστημονικό Συμπόσιο 9 -11 Οκτωβρίου 2015 Πρακτικά. Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙΧ (2017).
* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα έγιναν από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.
Διαβάστε ακόμη:
- Το Άργος και το διαμέρισμά του στην όψιμη βενετική περίοδο. Η θέση της πόλης στη βενετική επικράτεια, πληθυσμιακά και γαιοκτητικά φαινόμενα
- Επαμφοτερισμοί της κυριάρχου στο κράτος της θάλασσας – Η διοίκηση του Ναυπλίου κατά την πρώτη Βενετοκρατία (1388-1540)
- Το Ναύπλιο και τα σχέδια κατάληψής του στις παραμονές του Τέταρτου Βενετοτουρκικού Πολέμου (1570-1573)
- Το territorio του Ναυπλίου: Η διαχείριση των αγροτικών και των φυσικών πόρων (τέλη 17ου – αρχές 18ου αι.)
- Ιστορία της Βενετίας και της Βενετικής Αυτοκρατορίας, 11ος-18ος αι.
- Κεραμική ιταλικών εργαστηριών στο Βενετοκρατούμενο Ναύπλιο
- Λόγιοι και Χρονογράφοι [κατά την πρώτη Βενετοκρατία στο Ναύπλιο]
- Οι Greghesche του 16ου αι.
Good reaading your post