Αττική κωμωδία
Η αττική κωμωδία: Παράλληλα σχεδόν με την τραγωδία στην αρχαία Αθήνα αναπτύχθηκε και η κωμωδία. Το όνομά της προέρχεται από το τραγούδι (ωδή) του κώμου, μιας θορυβώδικης συντροφιάς, που τραγουδούσε, χόρευε και έκανε χοντρά αστεία κρατώντας φαλλούς (κώμος + ωδή = κωμωδία). [1] Ο χορός των ανδρών του κώμου, που αποτέλεσε τον πυρήνα της κωμωδίας συνδέθηκε τον 6ο αι. π.Χ. στην Αττική με το Διόνυσο και παρουσιάζονταν στις γιορτές του Θεού. Στα αυτοσχέδια τραγούδια των χορευτών αυτών προστέθηκαν σιγά σιγά και άλλα στοιχεία (παράβαση, αγώνας, ηθοποιοί) και δημιουργήθηκε η πρωταρχική μισοαυτοσχέδια κωμωδία, που δεν ξεπερνούσε σε έκταση τους 300 στίχους, ούτε είχε μεγάλη ενότητα. Οι ποιητές της προσπαθούσαν να επινοήσουν όσο πιο φανταστικές και διασκεδαστικές σκηνές μπορούσαν, για να προκαλέσουν το γέλιο των ακροατών, λυτρώνοντάς τους από τις έγνοιες της καθημερινότητας.

Παράσταση χορού νέων αντρών, οι οποίοι ιππεύουν στρουθοκάμηλους, σε μελανόμορφο σκύφο του 6ου αιώνα π.Χ. Δεξιά άντρας παίζει δίαυλο, ενώ μπροστά του η μικρή μορφή του Πανός υποδέχεται το χορό. Boston, Museum of Fine Arts.
Οι κωμωδίες αυτές παίζονταν στην αρχή ανεπίσημα από εθελοντές. Επίσημα δεκτές στα μεγάλα Διονύσια έγιναν το 486 π.Χ., μετά τη νίκη του Μαραθώνα δηλ., όταν ισχυροποιήθηκε το δημοκρατικό κόμμα, και στα Λήναια το 446 π.Χ. Από τότε ο επώνυμος Άρχων όριζε χορηγούς και βραβεία για κωμωδίες, που θα παριστάνονταν στο θέατρο στις γιορτές του Διονύσου. Η κωμωδία έφτασε στην τελείωσή της στα χρόνια της μεγάλης ακμής της αθηναϊκής δημοκρατίας και επηρεασμένη ευεργετικά από τη σύγχρονή της τραγωδία απέκτησε ενότητα και μεγαλύτερη έκταση. [2]
Στην ολοκληρωμένη της μορφή η αττική κωμωδία έχει την εξής δομή: [3]
Πρόλογος:Όπως και στην τραγωδία αλλά εκτενέστερος.
Πάροδος:Ξαφνική και θορυβώδης είσοδος του χορού στη σκηνή.
Αγών:Διαλογικές σκηνές, στις οποίες παρουσιάζονται δύο πρόσωπα, πολλές φορές αλληγορικά, να συζητούν μαλώνοντας για κάποιο ζήτημα.
Παράβασις:Ο χορός στρέφεται προς τους θεατές, για να μιλήσει -άσχετα με την υπόθεση του έργου- για τον ποιητή, να τα βάλει με τους πολιτικούς, να κρίνει την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της πόλης, να πειράξει «άγρια» παρόντες και απόντες συμπολίτες του. Ήταν το πιο επίκαιρο και ζωντανό μέρος στη μέση της κωμωδίας και εξαφανίσθηκε όταν με την πτώση της δημοκρατίας περιορίστηκαν οι ελευθερίες του δήμου.
Έξοδος:Η λύση της υπόθεσης, συνήθως χτυπητή και ζωηρή.
Στην ακμή της κωμωδίας η βωμολοχία (στοιχείο δωρικό από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της) έχει περιοριστεί κάπως, αλλά η προσωπική σάτιρα (στοιχείο ιωνικό) έχει δυναμώσει και απλωθεί σ’ όλα τα μέρη της. Ο κωμικός ποιητής κρίνει όλα τα σημαντικά και ασήμαντα πρόσωπα του καιρού του [4]: πολιτικούς, στρατηγούς, φιλοσόφους, ρήτορες, μάντηδες, ποιητές, μουσικούς κ.λ.π. Ακόμα παίρνει θέση απέναντι σε κάθε σοβαρό πολιτικό, κοινωνικό, θρησκευτικό, ηθικό κ.λ.π. πρόβλημα της εποχής του. Σκοπός του το «παιδεύειν ἀνθρώπους καί βελτίους ἀπεργάζεσθαι», διεκδικεί δηλ. το προνόμιο της τραγωδίας να μορφώνει ανθρώπους και να τους κάνει καλύτερους.
Η κωμωδία άκμασε στα πιο ταραγμένα χρόνια της αθηναϊκής δημοκρατίας, την εποχή του Περικλή, των σοφιστών, του Πελοποννησιακού πολέμου, του Ευριπίδη, που πάλευαν να αφήσουν τους παλιούς δοκιμασμένους δρόμους και ν’ ανοίξουν καινούριους. Όντας από τη φύση της προορισμένη να ανήκει πάντα στην αντιπολίτευση -αλλιώς δεν είναι κωμωδία, είναι εγκώμιο, ρητορεία, προπαγάνδα, πάντως όχι κωμωδία- αντιτάχτηκε σε κάθε ανανεωτική κίνηση, υπερασπίστηκε με πείσμα τα παλιά ιδανικά και χτύπησε ανελέητα τους εκπροσώπους κάθε νεωτερισμού. Γι’ αυτό και οι ποιητές της αρχαίας κωμωδίας θεωρήθηκαν ότι ανήκαν στους αντιδραστικούς αριστοκρατικούς κύκλους, που αντιπολιτεύονταν και πολεμούσαν τη δημοκρατία. Δεν μπορεί όμως μέσα σε τόσους κωμικούς ποιητές να μη βρέθηκαν μερικοί, που να έχουν δημοκρατικά φρονήματα. Ούτε μπορούσαν να ‘ρθουν σε αντίθεση με τους δημοκρατικούς ακροατές τους στο θέατρο, που γελούσαν ακούγοντας να κοροϊδεύουν τους αρχηγούς τους και το πολιτικό τους σύστημα.
Η ανάπτυξη και η παρακμή της αττικής κωμωδίας συντελείται στο διάστημα δυο περίπου αιώνων (486-262 π.Χ.) και χωρίζεται σε τρεις περιόδους:
α) Αρχαία (486-400 π.Χ. περίπου) με κύριους εκπροσώπους τους Κράτη, Κρατίνο, Φερεκράτη, Εύπολη και πάνω απ’ όλους τον Αριστοφάνη.
β) Μέση (400-330 π.Χ. περίπου) με κύριους εκπροσώπους τον Αντιφάνη και τον Άλεξη.
γ) Νέα κωμωδία (330-262 π.Χ.) με εκπροσώπους το Φιλήμονα, το Δίφιλο, τον Απολλόδωρο και κυρίως το Μένανδρο, του οποίου έχουν σωθεί και έργα. Αν θέλαμε να συσχετίσουμε το αρχαίο θέατρο με το σημερινό, θα λέγαμε ότι η αρχαία αττική κωμωδία αντιστοιχεί με τη δική μας «επιθεώρηση», ενώ η νέα αττική αντιστοιχεί με τη σημερινή κωμωδία.
Υποσημειώσεις
[1] Lesky Α. , Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, σελ. 339-340.
[2] Κακριδή Θ. Ι., Η Αρχαία Ελληνική Κωμωδία, εισαγωγή στους Βάτραχους του Αριστοφάνη, Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 1975, σελ. 44-46.
[3] Κορδάτου Γ., Η Αρχαία Τραγωδία και Κωμωδία, σελ. 247.
[4] Κακριδή Θ. I., ό. π., σελ. 47-48.
Φιλόλογος – Συγγραφέας
«Ανθολόγιο | Δώδεκα Αποσπάσματα Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων», Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1997.