Τίρυνθα, Άργος, Μυκήνες – Buchon, J. A. C.
Το 1840 – 1841 είχε επισκεφθεί την Αργολίδα ο Γάλλος συγγραφέας και ιστορικός Ιωάννης -Αλέξανδρος Mπυσόν (J.-A. Buchon). Αποτέλεσμα του ταξιδιού του και των μελετών του στην Ελλάδα υπήρξε το βιβλίο του Ηπειρωτική Ελλάς και ο Mοριάς, που εκδόθηκε το 1843.
Ας δούμε τι γράφει για την Τίρυνθα, το Άργος και τις Μυκήνες.
[…] Η Τίρυνθα βρίσκεται μόλις μισή λεύγα από το Ναύπλιο. Είχε κτιστεί πάνω σ΄ ένα μικρό λόφο στην άκρη του Ναυπλιακού Κόλπου και από εκεί, μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει την πεδιάδα του Άργους και τα κομμάτια γης που περιβάλλουν τον Κόλπο από τις δυο πλευρές, περίπου μέχρι το έλος της Λέρνης και να δει από μακριά να μετακινούνται οι βάρκες και τα καράβια που κατευθύνονταν προς το λιμάνι του Ναυπλίου. Τα ελληνικά του τείχη, ήδη παλαιά την εποχή του Ομήρου, αποτελούνται από τεράστιους ασμίλευτους ογκόλιθους ενωμένους ενίοτε με πολύ μικρές πέτρες, αλλά χωρίς τη βοήθεια τσιμέντου.
Περιβάλλουν όλο το λόφο και πρόκειται για επιβλητική κατασκευή. Εκείνη την εποχή των μη ακριβή μεγάλων πολεμικών μηχανών αυτά τα τείχη ήταν σε θέση να αντισταθούν όχι μόνο στην όποια επίθεση πειρατών που θα έφθαναν από τον Κόλπο, αλλά και στην όποια αιφνιδιαστική επίθεση μεγαλύτερου στρατού. Όσο για κάποια τακτική πολιορκία, ο εσωτερικός του πληθυσμός ήταν πολύ λίγος και η κλίση του λόφου του ήταν πολύ μικρή και λίγη, για να την φοβηθεί κάποιος πιο ισχυρός εχθρός. Τα εσωτερικό της Ακρόπολης της Τίρυνθας είναι σήμερα ένα χωράφι με εξαιρετικό καπνό, και πάνω στις πλαγιές και ακόμα και στον κάμπο, αναπτύσσονται αμπέλια που παράγουν, λέγεται, πολύ καλό κρασί.
Σε άλλη μισή ώρα με σταθερό καλπασμό ενός καλού αλόγου άμαξας, φθάνουμε από τα ερείπια της Τίρυνθας στη σύγχρονη πόλη του Άργους. Πρόκειται για ένα είδος μεγάλης κωμόπολης κτισμένη σε πεδιάδα και που έχει περίπου 6000 κατοίκους. Δυο ή τρία από τα σπίτια είναι αρκετά καλά κτισμένα και περίπου όλα έχουν έναν μικρό κήπο. Το δημόσιο σχολείο και ο στρατώνας είναι επίσης καλά κτίρια. Όλα τα σπίτια δείχνουν κάποια άνεση λόγω της καλλιέργειας του καπνού, του οποίου η ανωτερὀτητα της ποιότητας είναι αναγνωρισμένη σε όλη την Ελλάδα . Μερικά κομμάτια από αρχαία μάρμαρα εμφανίζονται που και που ανάμεσα στους τοίχους και πάνω στις εξωτερικές πόρτες των σπιτιών. Σε μια οδό που οδηγεί στο βουνό, σταμάτησα μπροστά σε ένα πολύ όμορφο μαρμάρινο ανάγλυφο, ύψους έξι ποδιών, που απεικονίζει την Αφροδίτη και τον Έρωτα.
Η κόμμωση της Αφροδίτης έχει ωραίο σχήμα. Αυτό το ανάγλυφο αποτελεί ένα εκ των δύο στύλων που στηρίζουν το υπέρθυρο μιας αυλόπορτας τοποθετημένης στο δρόμο. Πηγαίνοντας από την καινούργια πόλη προς το βουνό πάνω στο οποίο στέκονταν η ακρόπολη του Άργους και το μεσαιωνικό κάστρο, βρίσκουμε πρώτα απομεινάρια ρωμαϊκών κατασκευών. Ἐπειτα, λίγο πιο πέρα, τα ερείπια ενός μεγάλου θεάτρου, σκαλισμένου όπως συνηθιζόταν, στις ίδιες τις πλαγιές του βουνού. Οι κερκίδες διατηρούνται αρκετά καλά μέχρι και το πιο ψηλό σημείο. Πρέπει ν΄ ανέβεις άλλη μια ώρα για να φτάσεις στην κορυφή του βουνού πάνω στο οποίο ήταν κτισμένα η ακρόπολη και το φράγκικο κάστρο.
Σ΄ όλη την έκταση του βουνού βρίσκουμε όγκους από τούβλα, που αποδεικνύουν ότι όλος αυτός ο χώρος καλυπτόταν από οικίες. Φτάνοντας στη μέση βρίσκουμε ένα πρώτο τείχος του κάστρου, που αποτελείται από επάλξεις φράγκικης κατασκευής. Πέρα από αυτό το πρώτο τείχος βλέπουμε εδώ και εκεί, περίπου παντού μέσα στην εσωτερική περίβολο, μερικά ερείπια των ελληνικών τειχών από φαρδιές τετράπλευρες πέτρες ομοιόμορφα σκαλισμένες και τοποθετημένες η μια πάνω στην άλλη χωρίς να ενώνονται με τσιμέντο. Βλέπουμε ότι οι Φράγκοι αρκέστηκαν να προσαρμόσουν τις κατασκευές τους στις αρχαίες κατασκευές και να υψώσουν πιο ψηλά τείχη πάνω από εκείνα που υπήρχαν ήδη, διατηρημένα εν μέρει.
Πολύ συχνά μάλιστα, χρησιμοποίησαν υλικά από αρχαία ερείπια που βρίσκονταν εκτός από τα τείχη, αφού στο εξωτερικό τείχος παρατηρούμε μία κολόνα με αυλακώσεις τοποθετημένη με υπέροπτο τρόπο ως πλαϊνό παραθύρου ενώ κοντά της, πάνω στο ίδιο τείχος, πολλές κολόνες είναι ξαπλωμένες στο βάθος του τείχους σαν να ήταν αποθηκευμένες. Το φράγκικο κάστρο είναι τέλεια διατηρημένο· στρογγυλοί πύργοι, ορθογώνιοι πύργοι, επάλξεις, βρίσκουμε τα πάντα. Όταν το βλέπεις από τη μεριά της δύσης, κάνει πολύ όμορφη εντύπωση.
Την εποχή του πολέμου της Τροίας τα στρατεύματα του Άργους και της χερσονήσου των Μεθάνων τα οδηγούσε στον πόλεμο ο Διομήδης, μεγάλος υποτελής του βασιλιά Αγαμέμνονα, ηγεμόνα της Αργολίδας. Μετά την κατάκτηση του Μοριά από τους Φράγκους, η φεουδαρχία αυτού του κράτους δόθηκε σ΄ έναν Γάλλο, που ήταν υποτελής των πριγκίπων ντ΄ Ασέιγ της οικογένειας Βίλλε-Αρντουέν. Το δέκατο τέταρτο αιώνα ο Γκι ντ΄ Ανγκιέν, μη μπορώντας να κατακτήσει ξανά την Αθήνα, που είχε αποκτήσει ο παππούς του Γκοτιέ ντε Μπριέν, δούκας της Αθήνας, έγινε ηγεμόνας του Άργους· αλλά είχε μόνο μια διάδοχο, και οι Βενετοί, οι οποίοι καιροφυλακτούσαν αυτή την διαδοχή, κατάφεραν να παντρέψουν τη Μαρία, την κόρη του, με έναν δικό τους, της οικογένειας Κορνάρο· μετά, του εξαγόρασαν τα δικαιώματά του, και μετά το θάνατο της Μαρίας ντ Άνγκιέν και του Πέτρου Κορνάρο, κληρονόμησαν τα φέουδα του Άργους και του Ναυπλίου*· αλλά δεν μπόρεσαν να γίνουν κάτοχοι αυτών. Αφού ο Κάρολος του Τόκκο, δεσπότης της Ρωμανίας και της Άρτας, Δούκας της Λευκάδος, κόμης του παλατιού της Κεφαλονιάς και γαμπρός του Νέρι Ατσιαγιούλι, δούκας της Αθήνας, τις είχε κατακτήσει με όπλα στο χέρι, και χρειάστηκαν χρόνια για να τελειώσουν διαπραγματεύσεις προς όφελός τους.
Πάμε από το Άργος προς το Χαρβάτι, τους πρόποδες των λόφων των Μυκηνών, σε μια ώρα. Εκεί, άφησα την άμαξά μου διότι σταματάει κάθε δρόμος, και ανέβηκα με τα πόδια αυτές τις άγονες πλαγιές. Το πρώτο αρχαίο μνημείο που συναντάμε είναι ο θησαυρός των Ατρειδών, γνωστός και ως τάφος του Αγαμέμνονα. Ένας ευρύς προθάλαμος με φαρδιές τετράπλευρες πέτρες οδηγεί σε μια φαρδιά και όμορφη πύλη με ύψος δέκα οκτώ πόδια· τρεις τεράστιες πέτρες σχηματίζουν τα δυο στηρικτικά πίλαστρα και το υπέρθυρο της πυραμιδοειδούς πύλης που οδηγεί σ΄ ένα δωμάτιο, διαμέτρου περίπου σαράντα οκτώ ποδιών, κατασκευασμένο με θόλο κωνικού σχήματος. Μέσα στο πέρασμα που οδηγεί στο εσωτερικό, παρατηρούμε ακόμα από κάτω προς τα πάνω δυο σειρές από πρόκες που προορίζονταν να στηρίξουν μια δίφυλλη πόρτα. Αυτό το δωμάτιο είναι κτισμένο όλο με τετράπλευρες πέτρες μέχρι το πάνω μέρος του κώνου ή του ακροσφήνιου, που φθάνει στο πάνω μέρος του λόφου, περίπου στην επιφάνειά του.
Η πέτρα που είναι τοποθετημένη στο υψηλότερο σημείο αυτού του κώνου σηκώθηκε λένε, μετά από διαταγή του Βελί πασά, λόγω των έντονων φημών ότι θα έβρισκε εκεί ανεκτίμητους θησαυρούς. Όλες οι πλάκες έχουν φαρδιές πρόκες που μάλλον στήριζαν σκαλιστές μπρούντζινες πλάκες, όμοιες με την επικάλυψη της στήλης της Πλατείας Βαντόμ. Από αυτό το κυκλικό δωμάτιο περνάμε, μέσω μιας πόρτας και ενός περάσματος πιο μικρού, σ΄ ένα άλλο δωμάτιο ορθογώνιου σχήματος, σκαλισμένο στο βράχο. Εκεί, λέγεται, οι Ατρείδες φύλαγαν τα πολύτιμα όπλα τους, τα ποτήρια που τους είχαν κάνει δώρο, και άλλα παράξενα αντικείμενα που αποτελούσαν την οικογενειακή τους κληρονομιά. Σκεπάστε την Σιταραγορά του Παρισιού μ΄ έναν θόλο από μεγάλες πέτρες αντί ενός σιδερένιου θόλου, και θα έχετε μια αρκετά πιστή αναπαράσταση του επιβλητικού θησαυρού των Ατρειδών. Αυτό το μνημείο φαίνεται ότι ήταν έξω από τον περίβολο της πόλης, και βλέπουμε κάποιους τάφους στην επιφάνεια του εδάφους λίγα βήματα από εκεί που οδηγούν στα τείχη των Μυκηνών που αποτελούνται από μεγάλες σκαλισμένες πολυγωνικές πέτρες που σκεπάζουν όλες τις πλαγιές του βουνού. Στο πιο χαμηλό σημείο, βρίσκεται η φημισμένη πύλη των Λεόντων που είναι τόσο αρχαία .
Είναι ημιπυραμιδικού σχήματος, και τα λιοντάρια που είναι τοποθετημένα στην κάθε πλευρά φαίνονται να στηρίζουν τον κολοσσιαίο θυρεό μιας πύλης του μεσαίωνα.
Πιο πάνω, στο μέρος των βουνών και της πηγής, βρίσκεται μια άλλη πύλη μικρότερη, και πιο πέρα παρατηρούμε στην άκρη ενός τοίχου έναν τετράγωνο πύργο. Ανάμεσα σ΄ αυτά τα εκτενή ερείπια δεν υπάρχει πια ούτε μια κατοικία, και ο καπνός αναπτύσσεται σε ύψος ανθρώπου στα καλύτερα χώματα. Παρά τη τωρινή ξεραΐλα αυτών των βραχωδών βουνών, το νερό δεν πρέπει να έλειπε στην αρχαία πόλη των Μυκηνών. Οι εξαιρετικές πηγές που βλέπουμε εκεί ακόμα χρησιμοποιούνται και με τη βοήθεια αγωγών τροφοδοτούν ακόμα τα πηγάδια του Χαρβατιού. Η πόλη των Μυκηνών, κτισμένη πάνω σε απόκρημνα βουνά, περικυκλωμένη με ένα τείχος από βουνά ακόμα πιο σκληρά, είναι το πιο τέλειο είδος μιας μεγάλης και δυνατής πόλης των ημιμυθικών χρόνων, χωρίς κανένα ανακάτεμα με τα χρονικά των ιστορικών εποχών και τους αιώνες του μεσαίωνα να έχουν αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της· πρόκειται ακόμα για την καλοκτισμένη πόλη των Μυκηνών, για τις Μυκήνες με τους φαρδιούς δρόμους, την εύπορη πόλη των Μυκηνών, που αγάπησε η Ήρα, που περιγράφει ο Όμηρος, αλλά που μετά από εκείνον, δεν είχε ζωή πια παρά κατά κάποιο τρόπο μόνο μέσα στα αθάνατα ποιήματά του[…]
* Βλ. στα Χρονικά του Αντρέα Ντάντολο, σελ. 482, το κεφάλαιο: Acquisitio Argos et Neapolis. (Συλλογές του Μουρατόρι, τ. 12)
Μετάφραση από τα γαλλικά: Κυπαρισσία Ηλιοπούλου
Πηγή
-
Buchon, J. A. C. (Jean Alexandre C.), « La Grece continentale et la Moree 1840-1841», Paris, 1843.
Σχολιάστε