Οι θεσμοί στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Αποτίμηση μιας αντιφατικής περιόδου, Πρακτικά Συνεδρίου, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 2016.
«Οι θεσμοί στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Αποτίμηση μιας αντιφατικής περιόδου», είναι ο τίτλος του τόμου των πρακτικών του συνεδρίου, που μόλις κυκλοφόρησε από τη σειρά Δημόσια Πολιτική & Θεσμοί των εκδόσεων Παπαζήση. Το συνέδριο διοργάνωσαν, το Νοέμβριο του 2011 (4-6/11), στην Καλαμάτα, το Κέντρο Ανάλυσης Δημόσιας Πολιτικής και Θεσμών του Παντείου Πανεπιστημίου και το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ΑΤΕΙ Καλαμάτας.
Σκοπός του συνεδρίου ήταν να εντοπίσει και να αναδείξει τις μεταλλάξεις, αλλά και τις στρεβλώσεις που χαρακτήρισαν μια σειρά θεσμών στην Ελλάδα, μέσα από συνέχειες και ασυνέχειες, την περίοδο μετά το 1974, στο πολιτικό, στο οικονομικό, στο διοικητικό/αυτοδιοικητικό, στο κοινωνικό όπως και στο πεδίο της εκπαίδευσης, καθώς και να διερευνήσει τις μεταρρυθμιστικές δυνατότητες και προοπτικές.
Η κρίση των τελευταίων ετών έδωσε τη δυνατότητα νέων προσανατολισμών στην έρευνα για τα αίτια που οδήγησαν την ελληνική κοινωνία σε νέο ιστορικό αδιέξοδο. Κοινό σημείο αναφοράς των ερευνών ήταν η λεγόμενη «μεταπολίτευση», η περίοδος δηλαδή που αρχίζει με την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας και φτάνει σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, να επαναλαμβάνει το κλασικά ιστορικό πλέον ερώτημα: τις πταίει; Η «μεταπολίτευση» άρχισε με εκείνη την αισιοδοξία που προσφέρει κάθε νέο ξεκίνημα μετά από μια ιστορική περίοδο ανελευθερίας και με βαριά τα σημάδια του χουντικού τυχοδιωκτισμού και της εθνικής συμφοράς με τη διχοτόμηση της Κύπρου. Όλα έδειχναν πως οι δημοκρατικοί θεσμοί θα στεριώσουν και θα αναπτυχθούν, οι θετικές οικονομικές συγκυρίες θα έδιναν νέες αναπτυξιακές ευκαιρίες σε μια χώρα δοκιμαζόμενη και αιμορραγούσα από την κρίση και τη συνεχιζόμενη μετανάστευση, ο άνεμος ελευθερίας θα βοηθούσε στην ανάπτυξη μιας εκπαίδευσης που θα πρωτοστατούσε στην αναγέννηση της χώρας. Τι έγινε ακριβώς στα πενήντα χρόνια που μεσολάβησαν από το 1974 στη σημερινή νέα κρίση[i];
Το Νοέμβριο του 2011, το Κέντρο Ανάλυσης Δημόσιας Πολιτικής και Θεσμών του Παντείου Πανεπιστημίου και το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ΑΤΕΙ Καλαμάτας διοργάνωσαν συνέδριο με γενικό θέμα : «Οι θεσμοί στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Αποτίμηση μιας αντιφατικής περιόδου». Στο τριήμερο των εργασιών του συνεδρίου (4-6/11) αναπτύχθηκε ένας πλούσιος προβληματισμός σε μια σειρά από θέματα και παρουσιάστηκαν πολλά στοιχεία που αφορούσαν στη γενικότερη λειτουργία των θεσμών και στην ειδικότερη οργάνωση και λειτουργία πεδίων όπως η αυτοδιοίκηση, η εκπαίδευση, κ.ά. Η κοινή διαπίστωση πως η Μεταπολίτευση αποτέλεσε μια περίοδο στην ιστορία της χώρας πλούσιας παραγωγής ιδεών, δράσεων και πολιτικών στους οποίους στηρίχτηκε η ισχυροποίηση και η ανάπτυξη των δημοκρατικών θεσμών, συνοδεύτηκε από την επίσης κοινή διαπίστωση των εισηγητών πως οι ασυνέχειες στο επίπεδο των εφαρμογών τους και η συνεχώς παραγόμενη αντίφαση «μεταρρυθμίσεων/αντι-μεταρρυθμίσεων», αδρανοποιούσαν τα οφέλη της μεταπολιτευτικής δυναμικής και δημιουργούσαν προϋποθέσεις νέων κρίσεων σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Ένα από τα πολλά παραδείγματα που αναφέρονται στις εισηγήσεις και που μας απασχολεί σήμερα ακόμη πιο έντονα είναι εκείνο της μετανάστευσης. Με το Νόμο 3852/2010 θεσμοθετούνται τα ΣΕΜ (Συμβούλια Ένταξης Μεταναστών) σε κάθε Δήμο. Θεσμός που δεν λειτούργησε ποτέ ουσιαστικά ώστε να προσφέρει μια πολύπλευρη βάση διαχείρισης (πολιτική, οικονομική, πολιτισμική) του φαινομένου σε μια χώρα που μετατρεπόταν με ταχύτατους ρυθμούς σε χώρα υποδοχής μεταναστών, από χώρα προέλευσης μεταναστών σε Ευρώπη και Αμερική.
Η αδυναμία χάραξης μεσο/μακροπρόθεσμων πολιτικών σε μια σειρά από σημαντικά θέματα δεν πηγάζει μόνο από τις δομικές αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού αλλά και από τους τρόπους με τους οποίους η εκάστοτε κυβέρνηση αντιλαμβάνεται τον κοινωνικό και πολιτικό της ρόλο. Έτσι, παρά τα σημαντικά νομοθετήματα και την γενικότερη προσπάθεια θωράκισης του δημοκρατικού πολιτεύματος [ii], ο κρατικός συγκεντρωτισμός ενισχύθηκε υπέρμετρα κατά τρόπο ώστε να εγκλωβίζει και να απονευρώνει κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια με προέλευση είτε από τον ιδιωτικό τομέα, είτε από την ίδια την Κοινωνία των Πολιτών. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της τοπικής αυτοδιοίκησης στις δράσεις της οποίας είχαν στηριχτεί οι ελπίδες μιας ανανέωσης (στελεχιακό δυναμικό, νέες πολιτικές διαχείρισης τοπικών πόρων, κ.ά) και μιας συνακόλουθης ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών, επομένως και ολόκληρης της χώρας. Παρ’ ότι, όπως σημειώνει η Αθ. Τριανταφυλλοπούλου, ο συντακτικός νομοθέτης αναγνωρίζει την διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια της τοπικής αυτοδιοίκησης, η επαναφορά ενός συγκεντρωτικού συστήματος διοίκησης των υποθέσεων δημόσιου χαρακτήρα αναιρεί τη δυνατότητά της να χαράζει και να υλοποιεί πολιτικές, με άλλα λόγια αναιρεί την ουσία του θεσμού της τοπικής αυτοδιοίκησης ως θεσμού εξουσίας.
Το παιχνίδι αυτό μεταρρυθμίσεων/αντι-μεταρρυθμίσεων αποτέλεσε, σε τελευταία ανάλυση, μια επιλογή των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τους μηχανισμούς εξουσίας και τις πηγές προνομίων που απορρέουν [iii]. Από την άποψη αυτή, οι πελατειακές σχέσεις και ο κομματικός έλεγχος των κρατικών μηχανισμών όχι μόνο παρέμειναν ανέπαφοι, αλλά ενισχύθηκαν σε μια ιστορική συγκυρία πρόσφορη για την ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας λόγω των κάθε είδους εισροών (οικονομικών, πολιτισμικών, κ.ά) ιδιαίτερα από την Ε.Ε. Η ενίσχυση αυτή δημιούργησε αρνητικές προϋποθέσεις για τη χώρα και την κοινωνία και οδήγησε σε σταδιακή αποδιάρθρωση ευρύτατων τομέων οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων. Η αποσάρθρωση του παραγωγικού ιστού της χώρας και η εκπαιδευτική απονεύρωση είναι τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της εξέλιξης τα αποτελέσματα της οποίας αρχίζουμε, μόλις τώρα να βιώνουμε.
Χάθηκαν επομένως πολλές, πάρα πολλές ευκαιρίες ώστε να οργανωθεί μια πολυεπίπεδη κουλτούρα έρευνας και γνώσεων, που θα αποτελούσε το κεφαλαιώδες μεταπολιτευτικό κληροδότημα για την ανάπτυξη της χώρας και την συμπόρευσή της με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Χάθηκαν οι ευκαιρίες αυτές ενώ ταυτόχρονα ισχυροποιούνταν οι δημοκρατικοί θεσμοί κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο. Εδώ μάλλον βρίσκονται και οι λόγοι της δημιουργίας ενός νέου «πολιτικού παραδόξου» που θα τυραννήσει την ελληνική κοινωνία και θα δημιουργήσει νέες οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις. Τα κενά που δημιουργούνται ανάμεσα στους δημοκρατικούς θεσμούς και τις πρακτικές πολιτικές εφαρμογές, επιτρέπουν σταδιακά στην οργάνωση ενός κομματικοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης όπου ο νεποτισμός, η αναξιοκρατία και η μη παραγωγική πολιτική λογική, θα αποτελέσουν τα κυρίαρχα στοιχεία της πολιτικής μεταπολιτευτικής πραγματικότητας και της οδυνηρής και άδηλου μέλλοντος σημερινής κρίσης.
«Εντέλει», γράφει στην εισαγωγή των πρακτικών του συνεδρίου που μόλις κυκλοφόρησε ο καθηγητής Δημήτρης Π.Σωτηρόπουλος, «η αποδυνάμωση βασικών θεσμών όπως το κοινοβούλιο, η δικαιοσύνη, οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί, η εκπαίδευση αποδείχτηκε ότι είχαν ως πρώτα θύματα τους ίδιους τους πολίτες και το δημόσιο συμφέρον. Κατ’ αντιστοιχία, έννοιες όπως αυτονομία, χειραφέτηση, ανοικτή κοινωνία, κοινωνική δικαιοσύνη, λογοδοσία, διαφάνεια, κ.ά. παραμένουν σήμερα ανεκπλήρωτα αιτήματα όσων πολιτών δεν επεδίωξαν να συμπεριληφθούν στο κομματοκρατικό σύστημα οργάνωσης της κοινωνίας και της εργασίας μεταπολιτευτικά».
«Οι θεσμοί στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Αποτίμηση μιας αντιφατικής περιόδου», είναι ο τίτλος του τόμου που μόλις κυκλοφόρησε από τη σειρά Δημόσια Πολιτική & Θεσμοί των εκδόσεων Παπαζήση υπό την διεύθυνση του Αργύρη Γ. Πασσά και του Θεόδωρου Ν. Τσέκου και μαζί τους επιμελήθηκαν την παρούσα έκδοση η Αθανασία Τριανταφυλλοπούλου και ο Δημήτριος Π. Σωτηρόπουλος, καθηγητές στο ΑΤΕΙ Πελοποννήσου και γνωστοί στο αργολικό κοινό από την παρουσία τους τον Οκτώβριο του 2013 στο Άργος σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ημερίδα με θέμα: Τρία χρόνια Μεταρρύθμισης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. «Καλλικράτης»: εμπειρίες και προοπτικές. Τις εισηγήσεις αυτές θα αναρτήσει η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.
Υποσημειώσεις
[i] Με ενδιαφέρον αναμένουμε το Συνέδριο του ΕΙΕ/ΑΣΚΙ για την περίοδο της «21ης Απριλίου» που θα διεξαχθεί τον Απρίλιο στην Αθήνα και θα προσθέσει νέα στοιχεία για την περίοδο αυτή. Πολλά από αυτά θα φωτίσουν ταυτόχρονα πλευρές της Μεταπολίτευσης καθώς ο εκδημοκρατισμός της ελληνικής κοινωνίας θα διαμορφώσει νέες συνθήκες σκέψης, επιλογών και δράσεων σε όλα τα επίπεδα (πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, εκπαιδευτικό, κ.ά.), που θα επηρεάσουν και θα διαμορφώσουν με τη σειρά τους νέες στάσεις, νοοτροπίες και πρακτικές.
[ii] Οι εισηγήσεις του πρώτου μέρους, οι σχετικές με την εκτελεστική εξουσία (σσ. 85-194) και την τοπική αυτοδιοίκηση (σσ. 195-348) προσφέρουν πλήθος πληροφοριών σχετικά με τα νομοθετήματα και τους μηχανισμούς που υιοθετήθηκαν. Στο δεύτερο μέρος οι εισηγήσεις εξειδικεύονται στην ανάλυση των πολιτικών κομμάτων, της αγοράς και της εκπαίδευσης.
[iii] Ο Θεόδωρος Ν.Τσέκος σε μια εξαιρετική ανάλυση με τίτλο «Κράτος εν κρίση», δίνει μια ιδιαίτερη εικόνα για τον έλεγχο των προνομίων αυτών μέσα από τις δυνατότητες που προσφέρουν οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις. Γράφει λοιπόν: «Γενεσιουργό αιτία αρκετών εκ των μεταρρυθμιστικών εγχειρημάτων απετέλεσε η ανάγκη πρόσβασης σε διεθνείς πηγές χρηματοδότησης, τόσο στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, όσο και μεταγενέστερα στα πλαίσια της ΕΕ αλλά και προσφάτως ως αποτέλεσμα της κρίσης. Η ενίσχυση της συγκριτικής θέσης ομάδων συγκροτημένων εντός – και εκτός – του πολιτικο-διοικητικού συστήματος αποτελεί επίσης ένα – συνήθως μη ομολογούμενο – κίνητρο προώθησης, υποστήριξης και συχνά χειραγώγησης μεταρρυθμίσεων. Τέλος, τα προγράμματα διοικητικού εκσυγχρονισμού ασκούν μια νομιμοποιητική λειτουργία έναντι ενός ευρέος κοινού και υπέρ των πολιτικών ελίτ που τις επιχειρούν. Η νομιμοποιητική αυτή λειτουργία, εγγραφόμενη σε ένα πελατειακό περιβάλλον όπου η ιδιοτελής σχέση με τη δημόσια σφαίρα παραμένει ισχυρή, αποτελεί αντικείμενο μιας ιδιόμορφης, «εξατομικευμένης», ανάγνωσης εκ μέρους των ομάδων συμφερόντων….», (Νέα Εστία, τ. 1861, Μάρτιος 2014, σ.166). Στα κείμενα αυτά και τις οπτικές σχετικά με την περίοδο της μεταπολίτευσης θα επανέλθουμε.
Οι θεσμοί στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης
Αποτίμηση μιας αντιφατικής περιόδου
Συλλογικό έργο.
Επιμέλεια: Αργύρης Γ. Πασσάς, Αθανασία Τριανταφυλλοπούλου, Θεόδωρος Ν. Τσέκος, Δημήτριος Π. Σωτηρόπουλος
Εκδόσεις Παπαζήση, 2016
638 σελ.
ISBN 978-960-02-3236-3
Σχολιάστε