Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ενεπίγραφοι πίνακες’

Οι χαλκοί ενεπίγραφοι πίνακες του Άργους* – Χαράλαμπος Β. Κριτζάς, Επίτιμος Διευθυντής του Επιγραφικού Μουσείου και τέως Επιμελητής Αρχαιοτήτων Αργολίδος


 

Η τύχη – μερικές φορές – μας χαρίζει απρόσμενα δώρα. Κανείς από τους αρχαιολόγους, που χρόνια τώρα ανασκάπτουν τα πλούσια χώματα του Άργους, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι στο μικρό οικόπεδο του κ. Ευάγγελου Σμυρναίου, στην οδό Κορίνθου 48, στην πλατεία του Σταροπάζαρου, κρυβόταν ένας πραγματικός επιστημονικός θησαυρός. Κι αυτό, γιατί μέχρι τώρα η περιοχή είχε δώσει κυρίως τάφους και όλοι πίστευαν ότι βρισκόταν εκτός των αρχαίων τειχών.

Η εξαγωγή των χαλκών πινάκων από τη λίθινη θήκη (πέτρον).

Γι αυτό και η έκπληξη της ανασκαφέως δρος Άλκηστης Παπαδημητρίου και των συνεργατών της – της Δ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων – ήταν μεγάλη, όταν στις 3-10-2000 σηκώνοντας τις βαρύτατες καλυπτήριες πλάκες των θεωρούμενων τάφων βρήκαν, αντί για οστά και κτερίσματα, χάλκινους ενεπίγραφους πίνακες. Ένα ολόκληρο πολύτιμο αρχείο, που κυριολεκτικά φυλαγμένο για 25 περίπου αιώνες μέσα στην κιβωτό του χρόνου, έφερε μπροστά στα σαστισμένα αυτιά και μάτια μας τη φωνή και τη γραφή των αρχαίων Αργείων.

Η δρ. Παπαδημητρίου έδωσε ήδη από τις σελίδες αυτού του περιοδικού μια πρώτη έκθεση του χρονικού της ανακάλυψης και της ανασκαφής, που έγινε με υποδειγματικό τρόπο (Αργειακή Γη, τεύχος 2, Δεκ. 2004, σελ. 37-51).

Συνοψίζοντας τα ανασκαφικά δεδομένα, μπορούμε να πούμε ότι σε ένα χώρο, που στα γεωμετρικά χρόνια χρησίμευε ως νεκροταφείο, άρχισε πιθανώς τον 5ο π.Χ. αιώνα να υπάρχει μια λατρευτική δραστηριότητα. Λόγω του περιορισμένου χώρου η ανασκαφή δεν μπόρεσε να επεκταθεί και να δώσει μιαν ολοκληρωμένη εικόνα. Βρέθηκε πάντως ένα σχετικά πρόχειρης κατασκευής δωμάτιο, στο δυτικό άκρο του οποίου παρατηρήθηκε ένα είδος μεταλλουργικής δραστηριότητας. Κάτω από το δάπεδο του δωματίου και σε αξονική σχεδόν διάταξη βρέθηκαν λί­θινες θήκες, πήλινα αγγεία και ένας μεγάλος χάλκινος λέβητας. Τα περισσότερα ήταν καλυμμένα με ογκώδεις λίθινες πλάκες, βάρους άνω του ενός τόνου. Όσες από τις θήκες ή τα αγγεία δεν είχαν συληθεί ήδη στην αρχαιότητα, περιείχαν χαλκούς πίνακες διαφόρων σχημάτων.

Κρίνοντας από το περιεχόμενο των κειμένων, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι βρέθηκε το επίσημο οικονομικό αρχείο της πόλεως και κατά συνέπεια ο συγκεκριμένος χώρος φαίνεται να αποτελούσε παράρτημα κάποιου ιερού, που βρισκόταν φυσικά εντός των τειχών.

Έχομε έτσι μιαν έμμεση ένδειξη για την έκταση της τειχισμένης πόλεως του Άργους κατά την κλασική εποχή, το τείχος της οποίας περιλάμβανε την Ακρόπολη της Λάρισας και τα ανατολικά πρανή της, περνούσε περίπου πίσω από το Νεκροταφείο της Παναγίας, διέσχιζε την οδό Τριπόλεως και κατηφόριζε προς την περιοχή του Αγίου Κωνσταντίνου. Από εκεί στρεφόταν προς τα βόρεια και ακολουθούσε πορεία παράλληλη με τον Ξεριά, για να καταλήξει στη λεγόμενη Ασπίδα (Προφήτη Ηλία), τη δεύτερη Ακρόπολη του Άργους.

Πριν προχωρήσομε, θα ήταν χρήσιμο να κάνομε κάποιες διευκρινίσεις σχετικά με την ορολογία που χρησιμοποιούμε. Προκειμένου να καταλαβαίνει ο σημερινός αναγνώστης, μεταχειριζόμαστε συμβατικά όρους όπως πίνακες, θήκες, αγγεία κ.λ.π. Τα ίδια όμως τα κείμενα αποκαλούν τους χάλκινους πίνακες τελαμώνες, τις λίθινες θήκες πέτρους (στον ενικό ο πέτρος), τα πήλινα αγγεία λέκεα (στον ενικό το λέκος, που ετυμολογικά είναι από την ίδια ρίζα με το λεκάνη), ενώ για τη χάραξη των γραμμάτων χρησιμοποιούν το ρήμα ανγράφειν (δηλαδή αναγράφειν).

Να πούμε, τέλος, ότι ανάλογα οικονομικά αρχεία σε χαλκούς πίνακες έχουν βρεθεί ελάχιστα, με πιο γνωστό παράδειγμα τους 39 πίνακες που φυλάσσονταν σε θαμμένη λίθινη θήκη στο ιερό του Ολυμπίου Διός στους Λοκρούς της Κάτω Ιταλίας. Πρόσφατα βρέθηκαν 3 αμφίγραφοι πίνακες σε κτιστή υπόγεια θήκη στη Θήβα της Βοιωτίας. Αλλά και στο ίδιο το Άργος, στο οικόπεδο Καπετάνου, σε κάποια πάροδο της οδού Ηρακλέους, είχαν βρεθεί προ ετών 3 πίνακες όμοιου περιεχομένου με τους τωρινούς. Είχαν διπλωθεί ή κοπεί, προκειμένου να ξαναχρησιμοποιηθούν ως μέταλλο στα ελληνιστικά χρόνια. Ίσως αυτό αποτελεί μιαν ένδειξη για το τι απέγιναν οι χαλκοί πίνακες των θηκών και των αγγείων του οικοπέδου Σμυρναίου, που βρέθηκαν κενά, συλημένα ήδη στην αρχαιότητα. Το μέταλλο ήταν πάντα πολύτιμο υλικό και ήταν συχνή η αναχύτευση σκευών και αναθημάτων. Άλλωστε, πολλοί από τους πίνακές μας ήταν παλίμψηστοι, δηλαδή είχαν σφυρηλατηθεί και γραφεί για δεύτερη φορά.

 

Οι πίνακες όπως εξάγονται συσσωματωμένοι και με σκληρά ιζήματα.σκληρά ιζήματα.

 

Ο πίνακας ΟΜ 137 από το πήλινο αγγείο (λέκος) πριν τον καθαρισμό.

 

Ο πίνακας ΟΜ 137 από το πήλινο αγγείο (λέκος) κατά τη διάρκεια της συντήρησης και συγκόλλησης.

 

Η κακή κατάσταση διατήρησης των πινάκων, που παρουσιάζουν έντονη οξείδωση και πολλές ρηγματώσεις, καθιστούσαν εξαιρετικά δύσκολη την εξαγωγή τους από τις θήκες, χωρίς να μεταβληθούν σε σωρό θραυσμάτων. Η δυσκολία αυξανόταν από το γεγονός ότι ήταν πάχους μόλις ενός χιλιοστού και πολλοί από αυτούς βρέθηκαν συσσωματωμένοι μεταξύ τους. Παρά ταύτα, οι έμπειροι συντηρητές Φώτης Δημάκης και Βασίλης Κοντός κατάφεραν να τους αφαιρέσουν με ασφάλεια και να τους συσκευάσουν κατάλληλα, για να μεταφερθούν στο Επιγραφικό Μουσείο στην Αθήνα.

Εκεί στήθηκε ένα ειδικό εργαστήριο, με στερεομικροσκόπιο, μηχάνημα υπερήχων με μικρό- υδροβολή, κλίβανο αφύγρανσης, ειδικά ξέστρα, στερεωτικά κ.λ.π. Το δύσκολο και χρονοβόρο έργο της συντήρησης ανέλαβε με μοναδική αφοσίωση ο έμπειρος συντηρητής μετάλλινων Τάσος Μαγνήσαλης, με τη συνεχή παρακολούθηση του υπογράφοντος. Η συντήρηση, εκτός από δεξιοτεχνία, απαιτεί και τεράστια υπομονή, ώστε να μην προκληθούν ζημιές.

Καθώς αποκαλύπτονται σταδιακά τα περίτεχνα σύμβολα των γραμμάτων, νομίζεις ότι αντηχεί η φωνή των αρχαίων από το βάθος του χρόνου. Πρόκειται για μια συγκλονιστική εμπειρία, που αποζημιώνει για όλο το μόχθο και την ένταση της αποκρυπτογράφησης και της μεταγραφής. Μέχρι σήμερα έχουν καθαριστεί και διαβαστεί περίπου 100 από τα κείμενα, που ίσως φθάσουν τελικά τα 150.

Τα κείμενα έχουν γραφεί με τη λεγόμενη έκκρουστη τεχνική (repousse). Ο χαράκτης δηλαδή, χρησιμοποιώντας μικρά κοπίδια, ευθύγραμμα και κυκλικά, «χτύπησε» τα γράμματα από την πίσω πλευρά του χαλκού ελάσματος, προχωρώντας ανάποδα από τα δεξιά προς τα αριστερά, ώστε να διαβάζονται ανάγλυφα από την κυρίως όψη και κανονικά, από τα αριστερά προς τα δεξιά. Διακρίναμε πολλά χέρια διαφορετικών χαρακτών.

Τα κείμενα είναι συνταγμένα στη δωρική διάλεκτο του Άργους του πρώιμου 4ου αιώνα π.Χ., που διαφέρει αρκετά από την αντίστοιχη αττική. Πάρα πολλές λέξεις ήταν μέχρι τώρα εντελώς αμάρτυρες και προστέθηκαν ήδη στο θησαυρό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, της πλουσιότερης του κόσμου.

Το αλφάβητο είναι το λεγόμενο επιχώριο αλφάβητο του Άργους, ορισμένα γράμματα του οποίου (όπως το Β, το Δ, το Λ, το Ξ) είναι εντελώς ιδιόρρυθμα. Διατηρούνται ακόμη πολλά αρχαϊκά στοιχεία, όπως η δασεία (Η) και το δίγαμμα (F).

Υπάρχει ακόμα πλήρως ανεπτυγμένο δεκαδικό αριθμητικό σύστημα, το λεγόμενο ακροφωνικό, σε μια παραλλαγή του που απαντά μόνο στην Αργολίδα. Χρησιμοποιείται για την καταγραφή ποσών, με βασική νομισματική μονάδα τη δραχμή και τα πολλαπλάσια ή τις υποδιαιρέσεις της.

Τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται είναι τα εξής:

Μ=Μύρια=10.000

Χ=Χίλια=1.000

Η=Ηεκατόν=100

Π=Πεντήκοντα=50

๏ =Δέκα=10

• δραχμή

=1 οβολός

C=μισός οβολός (ημιωβόλιον)

Τ=1/4 οβολού (τεταρτημόριον)

Σ=1/12 οβολού (χαλκούς)

Παράδειγμα ΜΜΧΧΧΗΗΗΗΗΗΗΠ๏๏๏::=CΤΣ=23784 δραχμές, 2½ οβολοί, 1 τεταρτημόριον και 1 χαλκούς.

Τα κείμενα, σχεδόν στο σύνολό τους, είναι οικονομικού – λογιστικού χαρακτήρα. Πρόκειται για απολογισμούς διαφόρων σωμάτων αρχόντων και θρησκευτικών αξιωματούχων, οι οποίοι διαχειρίσθηκαν τα ιερά και δημόσια χρήματα. Ο τελευταίος όρος δεν πρέπει να εκπλήσσει. Στις περισσότερες αρχαίες πόλεις, τα κεντρικά ιερά έπαιζαν το ρόλο τράπεζας και δημόσιου θησαυροφυλακίου. Αρκεί να θυμηθούμε τα χρήματα της Αθηναϊκής Συμμαχίας, που φυλάσσονταν αρχικά στο Ιερό του Απόλλωνος στη Δήλο και αργότερα στον Παρθενώνα. Η πόλη αντλούσε από εκεί άφθονα χρήματα για τακτικές ή έκτακτες (ιδίως πολεμικές) ανάγκες, αλλά όφειλε κάποτε να τα επιστρέψει, είτε υπό μορφή μετρητών είτε με τη μορφή αναθημάτων ή και με την ανέγερση κτιρίων θρησκευτικού χαρακτήρα στα ιερά.

Τα ιερά πάλι φρόντιζαν να αξιοποιούν τα χρήματα που κατείχαν, δανείζοντάς τα με τόκο ή μετατρέποντας παλιά νομίσματα και αναθήματα από πολύτιμα μέταλλα σε τάλαντα χρυσού και αργύρου, όπως οι σημερινές ράβδοι, δημιουργώντας έτσι αποθέματα ασφαλείας για την πόλη. Τα κείμενά μας τα αποκαλούν χρυσίον ή αργύριον αFεργόν (=αργόν, ακατέργαστο).

Στην περίπτωση του Άργους, η παλιά σεβάσμια πολιούχος ήταν η Παλλάς Αθηνά, μια πολεμική θεότητα, το κύριο ιερό της οποίας βρισκόταν στην κορυφή της Ακρόπολης της Λάρισας, όπου λατρευόταν με την επίκληση Πολιάς. Είναι, όμως, φιλολογικά και επιγραφικά μαρτυρημένη η ύπαρξη ιερού της Παλλάδος Αθηνάς στην κάτω πόλη. Τα κείμενα των πινάκων αποτελούν απολογισμούς διαχείρισης των χρημάτων που ήταν κατατεθειμένα στο «θησαυρό» της, δηλαδή στα θησαυροφυλάκια του ιερού της. Αξιοσημείωτο είναι ότι και τα χρήματα της Ήρας, της μεγάλης θεάς που αντικατέστησε την Παλλάδα ως πολιούχος του Άρ­γους από τον 5ο π.Χ. αιώνα, κατετίθεντο στα ίδια θησαυροφυλάκια, ίσως γιατί το Ηραίο, ευρισκόμενο 8 χιλιόμετρα έξω από το Άργος, δεν παρείχε ασφάλεια την ταραγμένη, όπως θα δούμε, αυτή εποχή.

Οι ίδιοι οι πέτροι και τα αγγεία, τα θαμμένα στη γη και καλυμμένα με τις βαρύτατες πέτρες, αποτελούσαν τους «θησαυρούς», δηλαδή ένα είδος πρωτόγονων θησαυροφυλακίων. Μέσα εκεί εξασφαλίζονταν τα χρήματα, είτε σε μορφή νομισμάτων, είτε σε μορφή πολύτιμων μετάλλων. Αυτό επιβεβαιώθηκε τόσο από αναφορές μέσα στα ίδια τα κείμενα, όσο κυρίως από την ανεύρεση ενός μικρού χρυσού σύρματος και αρκετών μικροσκοπικών, σχεδόν αόρατων με γυμνό μάτι, ψηγμάτων χρυσού (χρυσόσκονης), που ξέφυγε και συσσωματώθηκε στην οξείδωση του χαλκών πινάκων.

 

Επτά πίνακες από τη λίθινη θήκη (πέτρoν) περασμένοι με σύρμα σε ορμαθό.

 

Όταν έκαναν καταθέσεις ή αναλήψεις χρημάτων, έβαζαν μέσα στις θήκες ή τα αγγεία, ως υποκατάστατα ή αποδείξεις, τους χάλκινους πίνακες. Επειδή αποτελούσαν παραστατικά αξιών και δεν έπρεπε να αλλοιωθούν, τα έγραφαν σε χαλκό, που δεν σάπιζε μέσα στη γη, κι επιπλέον με έκκρουστα γράμματα, που δεν ήταν εύκολο να παραχαραχθούν. Ας θυμηθούμε ότι και σήμερα εκτυπώνουν διάφορους αριθμούς και ποσά σε διαβατήρια, τιμολόγια και γραμμάτια με διάτρητα στοιχεία! Ορισμένοι πίνακες με ομοειδές περιεχόμενο είχαν τρυπούλες και βρέθηκαν περασμένοι σε κρίκο ως ορμαθοί.

Πριν όμως προχωρήσομε σε μια λεπτομερέστερη εξέταση του περιεχομένου των πινάκων, είναι χρήσιμο να κάνομε μια σύντομη σκιαγράφηση της ιστορίας του Άργους στα κλασικά χρόνια, ώστε το σπουδαίο εύρημα να ενταχθεί στο ιστορικό του πλαίσιο.

 

Σύντομη σκιαγράφηση της ιστορίας του Άργους

 

Μετά την ένδοξη περίοδο της βασιλείας του Φείδωνος τον 7ο π.Χ. αιώνα, οπότε το Άργος φθάνει στο απόγειο της δόξας του, στα αρχαϊκά χρόνια επικρατεί ένα ολιγαρχικό πολίτευμα, με τη δύναμη στα χέρια ισχυρών γαιοκτημόνων – πολεμιστών.

Η διαρκής αντιπαλότητα με τη Σπάρτη οδηγούσε σε διαρκείς συγκρούσεις, από τις οποίες κρίσιμη για το Άργος υπήρξε η μάχη της Σήπειας, με την οποία ανοίγει ο 5ος π.Χ. αιώνας. Το 494 π.Χ. στη μάχη αυτή, που έγινε στα βαλτοτόπια της Τίρυνθας, οι Αργείοι υπέστησαν βαριά και φονική ήττα από τους Σπαρτιάτες με αρχηγό τον Κλεομένη τον πρεσβύτερο. Χάθηκαν 6.000 μάχιμοι πολίτες. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που οι Αργείτες έμειναν ουδέτεροι κατά τους περσικούς πολέμους.

Έστω κι αν η πόλη σώθηκε τότε χάρη στον ηρωισμό της ποιήτριας Τελέσιλλας, ο κλονισμός και η πολιτική και κοινωνική αναστάτωση ήταν αναπόφευκτες συνέπειες. Οι περίοικες πόλεις, όπως οι Μυκήνες και η Τίρυνθα, που ζούσαν σε ένα καθεστώς υποτέλειας έως τότε, βρίσκουν ευκαιρία να εκδηλώσουν τάσεις αυτονόμησης. Το ίδιο και άλλοι περίοικοι με περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα, που θέλησαν να επωφεληθούν από την αδυναμία του Άργους. Η παράδοση διασώζει την ανάμνηση ενός μεσοδιαστήματος με κυριαρχία των «δούλων», έως ότου η γενιά των παιδιών των σκοτωμένων ανδρωθεί. Δεν αποκλείεται, στο πλαίσιο ενός αναγκαίου συμβιβασμού, να δόθηκαν πολιτικά δικαιώματα σε διάφορους περίοικους με φιλοαργειακά αισθήματα. Το Άργος έτσι ενδυναμώθηκε και γρήγορα επέβαλε την ισχυρή κυριαρχία του σε όλη την Αργολίδα. Οι γύρω πόλεις, όπως οι Μυκήνες, η Τίρυνθα, η Μιδέα και άλλες υποτάχθηκαν. Οι γαίες τους κατασχέθηκαν και χαρακτηρίστηκαν ως ιερές και δημόσιες.

 

Η πίσω πλευρά του πίνακα ΟΜ 160, που δείχνει τον τρόπο χάραξης των γραμμάτων με την έκκρουστη τεχνική, από τα δεξιά προς τα αριστερά.

 

Η πλούσια πεδιάδα χωρίσθηκε σε κλήρους (γύας) και παραχωρήθηκε σε καλλιεργητές, που πλήρωναν ενοίκιο (δωτίνα). Από εκεί προέρχονταν τα κύρια έσοδα του κράτους, τα οποία κάλυπταν την άμυνα, τα κρατικά έργα και τις ποικίλες δημόσιες δαπάνες. Στη θεά ’Ηρα ανετίθετο η δέκατη των χρημάτων.

Αλλά η εισδοχή νέων μελών στο πολιτικό σώμα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια την εγκατάλειψη των παλιών κοινωνικών δομών και τον πλήρη εκδημοκρατισμό του Άργους. Είχαν προηγηθεί οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη στην Αθήνα και δεν αποκλείεται η παρουσία του Θεμιστοκλή, που ζει εξόριστος στο Άργος μετά το 471 π.Χ., να επηρέασε τις δημοκρατικές εξελίξεις.

Όπως πιστεύεται, γύρω στο 460 π.Χ. έγινε ανακατανομή των πολιτών στις 4 φυλές του Άργους (Υλλείς, Δυμάνες, Παμφύλαι και Υρνάθιοι), σε καθεμιά από τις οποίες υπάγονταν 12 φράτρες (σύνολο 48).

Όπως έδειξαν τα κείμενά μας, όλοι οι πολίτες εναλλάσσονταν σε όλες τις εξουσίες και υπήρχε μια ανακύκληση των φυλών στα διάφορα αξιώματα. Όλες οι κρατικές αρχές είχαν εξάμηνη θητεία, ώστε να μπορούν να ασκούν εξουσία περισσότεροι πολίτες. Όλα αυτά αποτελούν αποδείξεις ομαλής λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Οι επιβουλές, όμως, κατά της δημοκρατίας δεν έλειπαν. Η αριστοκρατική μερίδα παρέμενε ισχυρή και έβρισκε υποστηρικτές από άλλες πόλεις. Μια απόπειρα των ολιγαρχικών να ανακτήσουν την εξουσία κατέληξε στα αιματηρά γεγονότα του σκυταλισμού το 370 π. X. Οι δημοκράτες, υποδαυλιζόμενοι από τους δημαγωγούς, σκότωσαν με φρικτό τρόπο, χρησιμοποιώντας ξύλινα ραβδιά (σκυτάλες), τους ολιγαρχικούς, πριν στραφούν στη συνέχεια κατά των ίδιων των δημαγωγών. Τα κείμενά μας απηχούν πιθανότατα τα δραματικά αυτά γεγονότα, καθώς κάνουν λόγο για δημεύσεις και εκποιήσεις περιουσιών, τα έσοδα από τις οποίες κατατίθενται στο ιερό ταμείο.

Παράλληλα όμως με τις κοινωνικές ταραχές, είχαμε και εξωτερικά πολεμικά γεγονότα, καθώς από το 394 έως το 386 π. X. έλαβε χώρα ο λεγόμενος ο Κορινθιακός πόλεμος, στον οποίο εμπλέκονται και οι Αργείοι, με κύριους αντιπάλους τους Σπαρτιάτες και θέατρο των συγκρούσεων την Κορινθία, από την οποία πήρε και το όνομά του.

Τα κείμενά μας φωτίζουν και αυτήν την πτυχή της ιστορίας, καθώς διάφορα ποσά που αντλούνται από το ταμείο δίνονται στους στρατηγούς, τους ιππείς και τις περιπόλους για την εκστρατεία στην Κόρινθο (στρατεία ται εν Κορίνθωι), αλλά και για τη φρούρηση της υπαίθρου, που κυρίως υπέφερε από τις επιδρομές των Σπαρτιατών.

Είναι απορίας άξιο πώς – παρά τις ταραχές και τα πολεμικά γεγονότα – η οικονομία της πόλης παρέμενε ανθηρή, αν κρίνομε από τα τεράστια ποσά που τα κείμενά μας αναγράφουν ως υπόλοιπο ταμείου. Σε μια περίπτωση φθάνουν το εκπληκτικό ποσό των 217.373 αργυρών δραχμών, που αντιστοιχούν περίπου σε 434.746 σημερινά ημερομίσθια. Σε άλλη περίπτωση απογράφεται απόθεμα ακατέργαστου χρυσού βάρους 7 μνων και 7 στατήρων ευβοϊκού τύπου, δηλαδή περίπου 6 κιλών και 40 γραμμαρίων.

Φαίνεται ότι εκτός από τις προσόδους της πεδιάδας και τα χρήματα από τις δημεύσεις περιουσιών, υπήρχαν πολεμικά λάφυρα (για τα οποία κάνουν επίσης λόγο τα κείμενά μας), αλλά και περσικός χρυσός, που σύμφωνα με άλλες ιστορικές πηγές, μοίραζε αφειδώς η περσική προπαγάνδα σε εχθρικές προς τη Σπάρτη πόλεις, για αντιπερισπασμό. Το Άργος αναφέρεται ρητά ως μια από αυτές και ξέρομε και τα ονόματα αυτών που τα παρέλαβαν. Ο Ηρόδοτος μάλιστα (VI 125) αναφέρει ρητά ότι ο χρυσός στα περσικά θησαυροφυλάκια αποθηκευόταν και σε μορφή ψηγμάτων. Ίσως δεν θα μάθομε ποτέ αν η χρυσόσκονη που ξέφυγε και κόλλησε πάνω στην οξείδωση των χαλκών πινάκων, ήταν μέρος του χρυσού της περσικής προπαγάνδας…

Ποια, όμως, είναι τα σώματα αρχόντων και θρησκευτικών αξιωματούχων, που εμπλέκονται στις διάφορες δοσοληψίες; Πολλά από αυτά ήταν μέχρι τώρα αμάρτυρα. Και τα καθήκοντά τους (σε αυτό τουλάχιστον το στάδιο μελέτης) μπορούμε να τα εικάσομε από την ετυμολογία του ονόματός τους ή από τα συμφραζόμενα των κειμένων μας.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στον πέτρο, που τυχαία πρωτομελετήσαμε, παίζει μια αμάρτυρη μέχρι τώρα αρχή, η Επιγνώμα. Πρόκειται για την περιεκτική ονομασία ενός σώματος 8 Συνεπιγνωμόνων (2 από κάθε φυλή), που εισπράττουν (ενδεχομένως από τις κρατικές γαίες και άλλους κρατικούς πόρους) και πάντα καταθέτουν ή παραδίδουν κρατικά χρήματα.

Αυτά τα χρήματα τα αναλαμβάνουν, πολλές φορές αυθημερόν, οι λεγόμενοι Ογδοήκοντα. Πρόκειται για ένα σώμα γνωστό από παλιά, που αποτελείται από 80 ογδοηκοστείς (πιθανότατα 20 από κάθε φυλή), που ασκεί οικονομικά και δικαστικά καθήκοντα. Τώρα μάθαμε ότι ασκούσαν τα καθήκοντά τους κατά δεκάδες, με ένα δεκάδαρχο και εννέα συνδεκαδέες. Θυμίζουν κάπως τους Αθηναίους Αρεοπαγίτες.

 

Ο πίνακας ΟΜ 114 από το πήλινο αγγείο (λέκος) μετά τον καθαρισμό.

 

Ανώτατη θρησκευτική αρχή είναι οι 4 Ιαρομνάμονες (1 από κάθε φυλή), που διαχειρίζονται τα ιερά χρήματα. Εκλέγονταν για ένα έτος και ασκούσαν την προεδρία του σώματος ένα τρίμηνο ο καθένας, με αυστηρή τήρηση της ανακύκλησης των φυλών.

Σχετική με αυτούς ήταν η αρχή των τεσσάρων ΗαFεθλοθετών (=Αθλοθετών), που ήταν επιφορτισμένοι με τη διοργάνωση των αγώνων προς τιμήν της ‘Ηρας και την κατασκευή των χαλκών βραβείων. Την εποχή των πινάκων μας οι αγώνες λέγονταν Εκατόμβουα, αργότερα ονομάσθηκαν Ηραία και τέλος η εξ Άργους ασπίς. Κάθε 4 χρόνια οι αγώνες γιορτάζονταν μεγαλοπρεπέστεροι και ονομάζο­νταν πενταετηρίς. Σχετικοί με τις θυσίες ήταν και οι αμάρτυροι έως τώρα κριθοχύται, που εξάγνιζαν τα προς θυσία ζώα, ραντίζοντάς τα με χοντροαλεσμένο κριθάρι, όπως οι ουλοχύται των Αθηνών. Συγγενής με τις παραπάνω είναι μια αμάρτυρη, τετραμελής αρχή, η Αρτύνα τας ιππαφέσιος. Αρτύνα σημαίνει γενικά αρχή και στον πληθυντικό, αι αρτύναι, σημαίνει γενικά οι Αρχές της πόλεως. Η συγκεκριμένη αρχή αναλαμβάνει χρήματα για την κατασκευή ενός πολύπλοκου μηχανισμού ταυτόχρονης εκκίνησης των ίππων και των αρμάτων του ιπποδρόμου. Ο Παυσανίας περιγράφει μια τέτοια ιππάφεση στην Ολυμπία. Φαίνεται ότι στο ιππόβοτον Άργος οι ιππικοί αγώνες ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς.

Μια άλλη αρχή, όσο κι αν φαίνεται περίεργη, είναι η Αρτύνα των ποτηρίων, που ήταν επιφορτισμένη με την προμήθεια ποτηρίων από χρυσό και άργυρο. Πρόκειται φυσικά για τελετουργικά σκεύη, τα οποία χρησιμοποιούσαν στα επίσημα γεύματα κατά τη διάρκεια της πανήγυρης της ’Ηρας. Σε μια περίπτωση η επιτροπή αυτή (2 από κάθε φυλή) παίρνει από το ταμείο 13.626 δραχμές αργύρου, ενώ σε άλλο πίνακα αναφέρονται χρυσά ποτήρια βάρους 48 δραχμών και ασημένια βάρους 42.058 δραχμών (δηλαδή περίπου 1.156 κιλών). Φαίνεται πως εκτός από πολύτιμα σκεύη, αποτελούσαν ένα είδος κρατικού αποθέματος σε πολύτιμα μέταλλα.

Άγνωστος προς το παρόν είναι ο ρόλος των Αρτυνών του αγεμαστικού, ενώ αι Αρτύναι αι εν ται αγοράι πρέπει να ήταν αγορανομική αρχή.

Άλλο σώμα αρχόντων αποκαλείται οι ποι τανς δαπάνανς, αρχή επιφορτισμένη να πληρώνει τις δημόσιες δαπάνες.

Αντίθετα εισπρακτικό ρόλο είχαν οι αμάρτυροι μέχρι τώρα Οδοτήρες, λέξη που προέρχεται μάλλον από το ρήμα του οδάω=πωλώ. Στην Αθήνα λεγόταν πωληταί και στις αρμοδιότητές τους ήταν η πώληση δημευόμενων περιουσιών αλλά και η ανάθεση των δημοσίων έργων, καθώς και η εκμίσθωση των κρατικών ακινήτων.

Παραπλήσια καθήκοντα είχαν και οι αμάρτυροι μέχρι σήμερα Ανελατήρες (από το ρήμα ανελαύνω=σύρω, τραβώ), που ήταν υπεύθυνοι για την επιβολή ποινών και την είσπραξη προστίμων.

Στον κύκλο των στρατιωτικών αξιωμάτων ανήκουν οι Στραταγοί και οι Πο­λέμαρχοι. Αντίθετα, άγνωστου προς το παρόν χαρακτήρα είναι δύο σώματα αρχόντων, που αποκαλούνται οι Fεξακάτιοι (=οι εξακόσιοι) και οι Πεντακάτιοι (=οι πεντακόσιοι). Ίσως είχαν δικαστικές αρμοδιότητες.

Οι Σπονδοδίκαι πρέπει να ήταν οι διαμεσολαβητές για τη σύναψη σπονδών, δηλαδή εκεχειρίας και ειρήνης με τον εχθρό. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στην καρδιά του Κορινθιακού πολέμου.

Οι Άκοι (=ακοοί, μάρτυρες) ήταν παρόντες στις περισσότερες δοσοληψίες και μαζί με τους εκπροσώπους της Βωλάς (=βουλής), των Δαμιοργών (=αρχόντων) και άλλων σωμάτων επικύρωναν και εγγυώντο με την παρουσία τους την ακρίβεια των συναλλαγών.

Ανώτατη αρχή ήταν η λαϊκή συνέλευση, η Αλιαία. Μερικοί πίνακες αναγράφουν ψηφίσματά της, από τα οποία πιο συγκινητική είναι η ομόφωνη απόφαση να διατεθούν τα ιερά χρήματα για τις ανάγκες του πολέμου και τη σωτηρία της Πατρίδας.

Άφησα τελευταίες τέσσερις άλλες αρχές, αμάρτυρες έως τώρα, που όλες συνδέονται με το καύχημα του Άργους, δηλαδή τον περικαλλή ναό της Ήρας στο Ηραίο, έργο του αργείου αρχιτέκτονα Ευπόλεμου, και το χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς, έργο του Πολυκλείτου.

 

Ο νεότερος ναός της Ήρας, για την κατασκευή του οποίου κάνουν λόγο οι πίνακες.

 

Ο παλιός ναός καταστράφηκε από τυχαία πυρκαϊά το 423 π.Χ. Έως τώρα πιστεύαμε ότι η ανοικοδόμηση του νέου ναού είχε αρχίσει αμέσως και είχε ολοκληρωθεί πριν από τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα. Ορισμένοι όμως νεότεροι μελετητές, με βάση αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, είχαν προτείνει να κατεβάσομε τη χρονολογία περάτωσης του ναού και του αγάλματος στις πρώτες δεκαετίες του 4ου π.Χ. αιώνα. Τώρα φαίνεται να δικαιώνονται. Τα κείμενά μας αναφέρουν το σώμα των Δωματοποιών ενς Ήραν, δηλαδή των υπεύθυνων για την κατασκευή του δώματος, του ναού της θεάς. Αντλούν διάφορα ποσά και πληρώνουν τους εργολάβους. Η κατασκευή του ναού πρέπει να βρισκόταν προς το τέλος της, αν κρίνομε από την παρουσία ενός άλλου σώματος, της Αρτύνας των θυρωμάτων, που ήταν υπεύθυνοι για την κατασκευή της τεράστιας θύρας του ναού (6Χ3,5μ.), από πολύτιμα ξύλα και ενθέματα από ελεφαντόδοντο. Αλλά και οι δωματοποιοί παραλαμβάνουν διάφορες ποσότητες χρυσού σε λεπτά φύλλα (πετάλια) για την επιχρύσωση των αρχιτεκτονικών λεπτομερειών του ναού.

Ταυτόχρονα αντλούν μεγάλα χρηματικά ποσά και ποσότητες χρυσού οι Εδοποιοί ενς Ήραν, δηλαδή οι υπεύθυνοι για την κατασκευή του χρυσελεφάντινου έδους (=καθιστού σε θρόνο αγάλματος) της θεάς. Το ύψος του αγάλματος, μαζί με το βάθρο έφτανε περίπου τα 8μ. Είχε ξύλινο σκελετό και επένδυση από φύλλα χρυσού, ενώ το πρόσωπο και τα γυμνά μέρη του σώματος ήταν από φύλλα ελεφαντοστού. Φορούσε βαρύτιμο περιδέραιο και στέφανο στο κεφάλι, πάνω στο οποίο ήταν σκαλισμένες οι Χάριτες και οι Ώρες. Στο ένα χέρι κρατούσε καρπό ροδιάς και στο άλλο σκήπτρο. Η φήμη του είχε διαδοθεί σε όλο τον αρχαίο κόσμο. Τώρα έχομε την απόδειξη ότι περατώθηκε στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα και συνεπώς ήταν έργο του Πολυκλείτου του νεότερου.

Σχετική με το άγαλμα πρέπει να ήταν και η Αρτύνα του Ευξοϊδείου, του εργαστηρίου δηλαδή που έφτιαχναν λεπτουργήματα (ευ+ξέω) και προετοίμαζαν τα μέρη του αγάλματος για συναρμολόγηση.

Σε μια περίπτωση οι Εδοποιοί παίρνουν από το ταμείο 10.000 αργυρές δραχμές, ενώ άλλες πινακίδες αναφέρουν ότι έλαβαν χρυσό για το έδος βάρους περίπου 14 κιλών. Φυσικά, δεν ήταν αυτή όλη η ποσότητα. Για σύγκριση αναφέρομε ότι η χρυσελεφάντινη Αθηνά του Φειδία στον Παρθενώνα είχε περί τα 40-50 τάλαντα χρυσού ( 1047- 1300 κιλά) και το συνολικό της κόστος υπερέβαινε τα 705 τάλαντα (περίπου 4.230.000 αργυρές δραχμές).

Είναι αδύνατο, στο πλαίσιο αυτού του εκλαϊκευτικού άρθρου, να αναφερθούν όλες οι ιστορικές πληροφορίες που μας χαρίζουν τα νέα κείμενα.

Χιλιάδες είναι τα νέα ονόματα πολιτών που συμπληρώνουν την αργειακή προσωπογραφία και πλουτίζουν την ελληνική ονοματολογία με δεκάδες αμάρτυρα ονόματα.

Τα ονόματα των Αργείων πολιτών στα επίσημα έγγραφα συνοδεύονταν σπανίως από τα πατρώνυμά τους και συνηθέστερα από τα ονόματα της φράτρας ή / και της κώμης από τις οποίες προέρχονταν.

Οι φράτρες ήταν πιθανότατα 48, όπως αναφέραμε, 12 για καθεμία από τις 4 φυλές. Στα γνωστά από παλιά ονόματα προστέθηκαν τώρα μεταξύ άλλων οι Δαρμείς, Ερβασίδαι, Ευρυσθίδαι, Μαλωνίδαι, Νοστιμίδαι, Παλίνστροφοι, Ελαιείς, Fαριάδαι, Σωφυλίδαι.

Μάθαμε ακόμα περί τα 30 νέα ονόματα κωμών του Άργους, που δείχνουν πως η επικράτειά του, τη συγκεκριμένη περίοδο, άρχιζε από τα σύνορα με την Κορινθία, περιελάμβανε τις Κλεωνές και τη Νεμέα, ολόκληρο τον αργολικό κάμπο και μέρος της Κυνουρίας, και έφτανε μέχρι τον αρχαίο Μάσητα, σημερινή Κοιλάδα της Ερμιονίδας.

Πολύτιμα είναι και τα νέα στοιχεία για το αργειακό ημερολόγιο, στο οποίο προστέθηκαν επιτέλους οι δύο από τους δώδεκα σεληνιακούς μήνες που μας έλειπαν, ο Αρταμίτιος και ο Εριθαίεος. Βρήκαμε επίσης ενδείξεις για τον τρόπο με τον οποίο εξίσωναν το σεληνιακό με το ηλιακό έτος, προσθέτοντας εμβόλιμους μήνες ή συγχωνεύοντας δύο μήνες σε ένα, ιδίως όταν ήθελαν να αποφύγουν πολεμικές εισβολές και συγκρούσεις, προφασιζόμενοι ότι είχαν θρησκευτικές εορ­τές (ιερομηνίες).

Η μελέτη των πινάκων προχωρεί με πολύ μόχθο, με ενθουσιασμό αλλά και απογοητεύσεις, όταν τα κείμενα με αμάρτυρους και δυσνόητους όρους αρνούνται να αποκαλύψουν τα μυστικά τους. Τα απόγραφα και οι σημειώσεις συσσωρεύονται. Οι εκπλήξεις διαδέχονται η μια την άλλη. Συμπεράσματα που τα θεωρούσαμε σχεδόν βέβαια ανατρέπονται από το κείμενο μιας νέας πινακίδας. Το μωσαϊκό της γνώσης συμπληρώνεται αργά – αργά, έχοντας ακόμη πολλά χάσματα και φθορές.

Ανταμοιβή για την πολύμοχθη αυτή προσπάθεια είναι το συναίσθημα ότι από τους χάλκινους πίνακες αναδύεται η φωνή των αρχαίων, όπως μία θεία μελωδία μέσα από τις γραμμώσεις ενός δίσκου.

Το μέγα προνόμιο, ότι ακούς εσύ πρώτος την προαιώνια αυτή φωνή, αποζημιώνει για όλα τα ξενύχτια, τις ατέλειωτες ώρες στις βιβλιοθήκες, την κούραση των ματιών στο στερεοσκόπιο, τους χαμένους περιπάτους και διακοπές.

Προσπαθείς να μη συντρίβεις από τη διαπίστωση ότι όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις στο βουνό της γνώσης, τόσο πιο πολύ διευρύνεται ο ορίζοντας της άγνοιας.

Παρηγοριέσαι (αλλά και ανησυχείς) με την ιδέα ότι πολλοί θα ασχοληθούν με τα ίδια κείμενα στους αιώνες που θα έλθουν και θα σε κρίνουν, θα σε διορθώσουν ή και θα σε απορρίψουν.

Το βέβαιον είναι ότι το Άργος ανέκτησε ένα πολύτιμο μέρος από τους ιστορικούς του τίτλους, που πρέπει να εκτεθούν σε ένα χώρο ασφαλή και αντάξιο της σημασίας τους. Θα αποτελούν πόλο επιστημονικών συναντήσεων αλλά και αειφόρου ανάπτυξης για την πόλη. Ήδη ο Δήμος αλλά και η Πολιτεία συντονίζονται στο να μετατραπεί η ανατολική πτέρυγα των Στρατώνων του Καποδίστρια σε Επιγραφική Συλλογή. Όταν ολοκληρωθεί, όπως την ονειρεύομαι, καμιά πόλη στον κόσμο δε θα έχει να επιδείξει κάτι παρόμοιο.

*Το ανωτέρω άρθρο έχει χαρακτήρα πρόδρομης εκλαϊκευτικής ανακοίνωσης και δεν αποτελεί δημοσίευση του ευρήματος, την οποία προετοιμάζει ο συγγραφέας.

 

Χαράλαμπος Β. Κριτζάς

Επίτιμος Διευθυντής του Επιγραφικού Μουσείου

και τέως Επιμελητής Αρχαιοτήτων Αργολίδος

Αργειακή Γη, Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Άργους, τεύχος 3, Δεκέμβριος, 2005.

 

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Οι νέοι χαλκοί ενεπίγραφοι πίνακες από το Άργος – Δρ. Άλκηστη Παπαδημητρίου


 

Κατά τις εργασίες διάνοιξης υπογείου σε οικόπεδο ιδιοκτησίας Ευαγγέλου Σ. Σμυρναίου στην οδό Κορίνθου 48 στο Άργος, εντοπίστηκαν αρχαιότητες, οι οποίες κατόπιν αιτήσεως του ιδιοκτήτη ερευνήθηκαν με αυτοχρηματοδότηση. Λόγω του υφισταμένου κτίσματος και της μεγάλης στενότητας του χώρου, οι ανασκαφικές εργασίες έγιναν τμηματικά και διήρκεσαν 72 ημέρες, από τις 3-10- 2000 έως τις 12-9-2001.

Αμέσως μετά την εύρεση των πρώτων πινάκων, η κ. Ελισάβετ Σπαθάρη, τότε Διευθύντρια της Δ’ Εφορείας Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, και εγώ συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε την υποχρέωση να ακουμπήσουμε τα σπουδαία αυτά ευρήματα στα χέρια του πλέον ειδικού. Ο κ. Χαράλαμπος Κριτζάς, Διευθυντής του Επιγραφικού Μουσείου, που είχε και στο παρελθόν μελετήσει παρόμοια ευρήματα από το Άργος, ανέλαβε τη μελέτη αλλά και την ευθύνη της συντήρησης των ευπαθών δέλτων. [1] Στόχος μας είναι, μετά τη συντήρησή τους, τα πολύτιμα ευρήματα να επιστρέφουν στην πόλη του Άργους. [2]

Το οικόπεδο Σμυρναίου βρίσκεται στην οδό Κορίνθου 48, στη σιταραγορά του Άργους, έχει επίμηκες σχήμα, προσανατολισμό Α-Δ και διαστάσεις 6.00X12.50 μ. Οι πρώτες αρχαιολογικές ενδείξεις εμφανίστηκαν σε βάθος 1.80 έως 1.85 από το οδόστρωμα της Κορίνθου (εικόνα 1). Κατά μήκος της νότιας παρειάς του οικοπέδου εντοπίστηκε ένας τοίχος από αδρά λαξευμένους πωρολιθικούς δόμους που εδράζονταν σε υπόστρωμα από κροκάλες. Ο προσανατολισμός του ήταν ανατολικά – δυτικά, το μέγιστο σωζόμενο μήκος τους 9 μ. και το πλάτος 70 εκατοστά. Στο ανατολικό τμήμα του οικοπέδου και στο ίδιο βάθος, όμοιας κατασκευής τοίχος με πλάτος 50 εκατοστά και προσανατολισμό βόρεια – νότια συνέβαλε στον προηγούμενο. Κατά μήκος της βόρειας παρειάς εντοπίστηκε σειρά αδρά κατεργασμένων ασβεστόλιθων και αργόλιθων με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά που σώζονται σε μήκος 7 μ. περίπου και ταυτίζονται με έναν άλλο τοίχο. Σε διάφορα σημεία, βόρεια και νότια αυτών των τοίχων, από βάθος 1.85μ. έως 2.15μ., παρατηρήθηκαν συγκεντρώσεις αδρά κατεργασμένων ασβεστόλιθων και πωρόλιθων. Στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου, σε βάθος 2,32μ. διατηρήθηκε τμήμα εστίας ελλειψοειδούς σχήματος, διαστάσεων 1.30Χ0.70μ., με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά. Αμέσως νοτιοανατολικά αυτών βρέθηκαν ακέραια ή θραυσμένα πήλινα καλούπια. Το στρώμα αυτό περιείχε άφθονη στάχτη και κομμάτια καμένου πηλού και είχε ιδιαίτερα σκληρή σύσταση.

 

Εικόνα 1: Ανασκαφικό σχέδιο οικοπέδου Σμυρναίου. Οι λίθινες θήκες, τα θεμέλια του κτιρίου και η εστία.

 

Κατά μήκος του κεντρικού άξονα του οικοπέδου εντοπίστηκαν ασβεστολιθικές πλάκες μεγάλων διαστάσεων και πάχους (2.00X1.00X0.30 μ), οι οποίες κάλυπταν λίθινα σκεύη, που ήταν αδρά λαξευμένα εξωτερικά, ενώ η άνω επιφάνεια και το εσωτερικό τους ήταν ιδιαίτερα επιμελημένα. Η θήκη 1 ήταν σχεδόν τετράπλευρη και δεν περιείχε ευρήματα, ενώ η κάλυψή της είχε προσανατολισμό βόρεια-νότια. Μία ακόμη λίθινη θήκη, ακριβώς ανατολικά της θήκης 1, δεν ερευνήθηκε διότι βρισκόταν εξ ολοκλήρου στα όρια της όμορης προς τα ανατολικά ιδιοκτησίας Δελή, ο οποίος και δεν συναίνεσε στην έρευνά της. Η δεύτερη θήκη που ερευνήθηκε ήταν η τρίτη από ανατολικά και έφερε κάλυψη με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά. Μετά την απομάκρυνση της καλυπτήριας πλάκας, διαπιστώσαμε ότι στο εσωτερικό της κιβωτού είχε αποτεθεί μεγάλος αριθμός ενεπίγραφων πινάκων (εικόνα 2). Συνολικά η θήκη περιείχε 60 τουλάχιστον χάλκινους και 2 μολύβδινους ενεπίγραφους πίνακες. Ο ένας μολύβδινος πίνακας είχε μάλιστα τυλιχτεί, δίνοντας αρχικά την εντύπωση ενός καταδέσμου. Η αφαίρεση των πινάκων που αποδείχτηκε ιδιαίτερα επίπονη, αφού αυτές είχαν με την πάροδο του χρόνου καμπυλώσει και εφάπτονταν στα τοιχώματα της θήκης, έγινε με μεγάλη επιτυχία από το συντηρητή της Δ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κ. Φώτη Δημάκη. Η θήκη 3, τέταρτη από ανατολικά, είχε παρόμοια κάλυψη και προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά. Στο εσωτερικό της δεν περιείχε ευρήματα. Η θήκη 4 ήταν δεύτερη από ανατολικά. Είχε εντοπιστεί ήδη κατά τις εργασίες αποκάλυψης των δύο πρώτων, αλλά ερευνήθηκε αργότερα, γιατί εν τω μεταξύ κρίθηκε απαραίτητη η αντιστήριξη της όμορης προς τα ανατολικά ιδιοκτησίας. Η κάλυψή της ήταν παρόμοια σε όγκο με τις προηγούμενες και είχε προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά. Στο εσωτερικό της θήκης βρέθηκε ένας μόνο ενεπίγραφος πίνακας σε σχήμα ποδός (εικόνα 2).

 

Εικόνα 2. Η λίθινη θήκη 2 με τους χάλκινους ενεπίγραφους πίνακες.

 

Δυτικά των λίθινων θηκών και σε χαμηλότερο επίπεδο, σε βάθος 2.50 μ., εντοπίστηκε μία ακόμη καλυπτήρια πλάκα παρόμοιων διαστάσεων και προσανατολισμού (εικόνα 3). Μετά την ανάσυρσή της διαπιστώσαμε ότι αυτή κάλυπτε, αντί για μία λίθινη θήκη, δύο αγγεία (εικόνες 4-5).

 

Εικόνα 3. Ανασκαφικό σχέδιο οικοπέδου Σμυρναίου. Το πήλινο και το χάλκινο αγγείο με τις ενεπίγραφες πινακίδες, τα πέντε πήλινα αγγεία, οι γεωμετρικοί τάφοι και το δάπεδο.

 

Εικόνα 4: Η ανάσυρση της πλάκας που κάλυπτε το πήλινο και το χάλκινο αγγείο με τις ενεπίγραφες πινακίδες.

 

Το ένα αγγείο ήταν πήλινο και το άλλο χάλκινο. Και τα δύο είχαν υποστεί φθορές από το βάρος της ογκώδους κάλυψης. Στο πήλινο αγγείο, που είχε το σχήμα κωδωνόσχημου κρατήρα χωρίς βάση, εντοπίστηκαν 55 περίπου χαλκοί πίνακες, οι οποίοι είχαν τοποθετηθεί κατά τον ίδιο περίπου τρόπο με τους πίνακες της θήκης 2 γύρω στα τοιχώματα του αγγείου (εικόνα 5).

Στο εσωτερικό του χάλκινου αγγείου, που ήταν ένας σφυρήλατος λέβης διαμ. 80 εκατοστών περίπου και ανάλογου ύψους, εντοπίστηκαν καταρχήν τρία χάλκινα αγγεία: μία τριφυλλόσχημη οινοχόη και δύο φιάλες. Κάτω από τα αγγεία βρέθηκαν και εδώ χάλκινοι πίνακες σε πολύ κακή κατάσταση διατήρησης. Φαίνεται ότι ένα μέρος από τις πινακίδες που είχαν τοποθετηθεί εδώ αφαιρέθηκε κάποια στιγμή με τρόπο που προξένησε φθορές σε όσες παρέμειναν στη θέση τους. Λόγω της κακής κατάστασης διατήρησης δεν επιχειρήθηκε η αφαίρεσή τους στο χώρο της ανασκαφής, αλλά τα ευρήματα, αφού στερεώθηκαν στο εσωτερικό του λέβητα, μεταφέρθηκαν μαζί με αυτόν στο Μουσείο του Άργους. Υπεύθυνος για την αφαίρεση των πινακίδων, τη στερέωση και τη μεταφορά του λέβητα αλλά και του πήλινου αγγείου, που πραγματοποιήθηκαν χωρίς να προκληθεί καμία φθορά, ήταν ο συντηρητής Βασίλης Κοντός (εικόνα 5).

 

Εικόνα 5: Το πήλινο και το χάλκινο αγγείο με τις ενεπίγραφες πινακίδες.

 

Στο ανατολικό τμήμα του οικοπέδου, κατά μήκος της νότιας παρειάς και μισό μέτρο περίπου βαθύτερα από τον τοίχο με τους πωρόλιθους, εντοπίστηκαν σε βάθος από 2,80 έως 3,60 μ. πέντε (5) πήλινα αγγεία. Τα αγγεία αυτά είχαν τοποθετηθεί όρθια, έφεραν όλα κάλυψη (τα τέσσερα από πήλινες επίπεδες κεραμίδες και το πέμπτο από ασβεστολιθική λεπτή πλάκα) και ήταν κενά (εικόνα 6).

 

Εικόνα 6: Τα πέντε πήλινα αγγεία της νότιας παρειάς.

 

Η ποιότητα της κατασκευής τους ήταν εξαιρετικά καλή. Ήταν όλα τροχήλατα, τα τέσσερα εξ αυτών κλειστού, ενώ το πέμπτο ανοικτού σχήματος, πανομοιότυπο με αυτό που βρέθηκε κάτω από την καλυπτήρια πλάκα 5, δίπλα στο χάλκινο αγγείο. Βόρεια από τα αγγεία της νότιας παρειάς και σε ελαφρά βαθύτερο επίπεδο από τις καλύψεις τους, υπήρχε δάπεδο από κροκάλες μικρού μεγέθους, ιδιαίτερα επιμελημένης κατασκευής και με ισχυρή συνοχή. Το δάπεδο αυτό εντοπίστηκε σε όλο το χώρο που ερευνήσαμε, χωρίς να βρεθούν τα όριά του σε καμία πλευρά του οικοπέδου. Εκτός από τα πήλινα αγγεία της νότιας παρειάς, περιέβαλε και τα αγγεία κάτω από την κάλυψη 5. Παρουσίαζε κλίση της τάξεως των 15 εκατοστών περίπου από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Η κάτω επιφάνειά του εντοπίστηκε σε βάθος 2.90μ. και το συνολικό του πάχος ήταν 10 εκατοστά. Κατά το ανατολικό άκρο του οικοπέδου, αμέσως ανατολικά της θήκης 2, η σύσταση του δαπέδου μεταβαλλόταν σταδιακά και χωρίς απότομη διαφοροποίηση, παίρνοντας τη μορφή λεπτών βοτσάλων σε μέγεθος χαλικιού. Η θήκη 2 το είχε παραβιάσει ελαφρά κατά την τοποθέτησή της.

Στο νότιο και δυτικό τμήμα του οικοπέδου εντοπίστηκαν δύο τάφοι των γεωμετρικών χρόνων, των οποίων οι καλύψεις βρίσκονταν σε βαθύτερο επίπεδο από το δάπεδο (2.82-3.10 μ.). Οι τάφοι, ένας κτιστός κιβωτιόσχημος και ένας λάκκος με ασβεστολιθική κάλυψη, είχαν προσανατολισμό Α-Δ και ήταν πλούσια κτερισμένοι με κεραμεική, καθώς και μεταλλικά αντικείμενα: σιδερένιες περόνες και χάλκινα δαχτυλίδια. Κατά τη μαρτυρία της κεραμεικής, και οι δύο τάφοι χρονολογούνται στη μέση γεωμετρική εποχή (850-750 π.Χ.) (εικόνα 7).

 

Εικόνα 7: Τα αγγεία του τάφου των γεωμετρικών χρόνων.

 

Από την αναλυτική περιγραφή των ανασκαφικών ευρημάτων γίνεται σαφές ότι αυτά αποτελούν δύο ενότητες με σημαντική υψομετρική διαφορά μεταξύ τους. Για την καλύτερη κατανόηση του ευρήματος σχεδιάσαμε μία τομή κατά τον ανατολικό-δυτικό άξονα του οικοπέδου (εικόνα 8), στην οποία προβάλλονται αφενός τα ευρήματα του κεντρικού άξονα αυτού, αφετέρου δε αυτά της νότιας παρειάς.

 

Εικόνα 8: Τομή κατά τον Α-Δ άξονα του οικοπέδου με τα ανασκαφικά ευρήματα.

 

Εδώ παρατηρούμε ότι ο τοίχος της νότιας παρειάς βρίσκεται στο ίδιο σχεδόν επίπεδο με τις καλύψεις των τεσσάρων λίθινων θηκών, οι οποίες εδράζονται ένα περίπου μέτρο βαθύτερα είτε απευθείας πάνω στο βοτσαλωτό δάπεδο (θήκη 3 και 4), είτε σε χώμα λίγο ψηλότερα από αυτό (θήκη 1), ενώ σε μία περίπτωση η θήκη 2 το έχει παραβιάσει ελαφρά. Το ίδιο το βοτσαλωτό δάπεδο που καλύπτει όλη την επιφάνεια – την επιφάνεια του χώρου που ερευνήσαμε – βρίσκεται σε επίπεδο 2,71 έως 2,85 και παρουσιάζει ελαφρά κλίση προς τα ανατολικά. Σε δύο σημεία έχει εμφανώς παραβιαστεί, για να τοποθετηθούν εκεί αφενός τα δύο αγγεία κάτω από την καλυπτήρια πλάκα 5, αφετέρου δε τα 6 αγγεία της νότιας παρειάς. Οι καλύψεις των γεωμετρικών τάφων, αντίθετα, βρίσκονται περίπου στο ίδιο ή σε ελαφρά χαμηλότερο επίπεδο από το βοτσαλωτό δάπεδο.

Ας ρίξουμε, όμως, μια ματιά στην οριζόντια και κάθετη στρωματογραφία του οικοπέδου, καθώς και στα κινητά ευρήματα των στρωμάτων. Σε βάθος 2,90 έως 3,00 εντοπίζεται το φυσικό προσχωσιγενές γεωλογικό υπόβαθρο που δεν περιέχει αρχαιολογικά ευρήματα. Ακολουθεί στρώμα καστανού χώματος, πάχους 10 εκατοστών περίπου, που περιέχει κεραμεική των ύστερων μεσοελλαδικών χρόνων (1700-1600 π.Χ.). Πάνω από το βοτσαλωτό δάπεδο εντοπίζεται στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου χώμα καστανό, σχετικά σκληρό, μέχρι την επιφάνεια του 1.50 μ. περίπου. Στο ανατολικό τμήμα του οικοπέδου το χώμα έχει έντονες προσμίξεις λεπτού χαλικιού. Το στρώμα αυτό φαίνεται να κατέστρεψε εν μέρει την κάλυψη και το χείλος των 6 κενών αγγείων της νότιας παρειάς. Η κεραμεική που προήλθε και από τα δύο αυτά στρώματα αποτελείται κατά 90% από γεωμετρικά όστρακα τροχήλατα και χειροποίητα, ενώ σε ποσοστό 10% περιέχει όστρακα των ύστερων μεσοελλαδικών χρόνων, καθώς και των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων μέχρι περίπου τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. Εκτός αυτών, μέσα στα στρώματα βρέθηκε και μικρός αριθμός ειδωλίων της αρχαϊκής εποχής, διάσπαρτα, τα οποία δε συσχετίζονται με ασφάλεια με κάποια από τα ακίνητα ευρήματα. Στα κινητά ευρήματα ανήκουν δύο μόνο χάλκινα νομίσματα, εξαιρετικά φθαρμένα, που δεν είναι δυνατόν να χρονολογηθούν. Πάνω από τα δύο αυτά στρώματα, το καθαρό καστανό και το χαλικωτό, παρατηρήθηκε σε σημεία που δεν είχαν παραβιαστεί από το σύγχρονο κτίσμα ένα στρώμα από πιο χοντρό χαλίκι, το οποίο εν μέρει καλύπτει τα δύο υποκείμενα και εν μέρει εισχωρεί στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου μέσα στο καστανό, έχοντας καταστρέψει και ένα τμήμα του νότιου τοίχου. Το στρώμα αυτό περιέχει ελάχιστα όστρακα, πολύ φθαρμένα (κυλισμένα).

Ας δούμε τώρα πώς χρησιμοποιήθηκε ο χώρος διαχρονικά.

Όπως βεβαιώνει το στρώμα κάτω από το βοτσαλωτό δάπεδο, ο χώρος κατοικήθηκε για πρώτη φορά στους τελευταίους μεσοελλαδικούς χρόνους. Το επίπεδο χρήσης βρισκόταν τότε 3.00 περίπου μέτρα βαθύτερα από σήμερα. Η μεσοελλαδική κατοίκηση δεν διέσωσε εδώ αρχιτεκτονικά λείψανα. Στους μέσους γεωμετρικούς χρόνους κατασκευάστηκε ένα δάπεδο εξαιρετικά επιμελημένης κατασκευής, το οποίο περιέβαλε δύο τουλάχιστον τάφους της ίδιας εποχής, πλούσια κτερισμένους. Τόσο η δαπανηρή κατασκευή του δαπέδου όσο και το περιεχόμενο των τάφων υποδεικνύουν πως ο χώρος είχε δεσμευτεί για ταφική χρήση, πιθανόν από μία διακεκριμένη οικογένεια της ανώτερης κοινωνικής τάξης.

Αρκετά μετά ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για τον εγκιβωτισμό μέσα στο γεωμετρικό δάπεδο δύο αγγείων, στα οποία τοποθετήθηκαν ενεπίγραφοι πίνακες και καλύφτηκαν με την τεράστια ασβεστολιθική πλάκα. Εξάλλου, λίγο ανατολικότερα 6 τουλάχιστον αγγεία τοποθετήθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο στο σταθερό φυσικό υπόβαθρο, που μαζί με το συμπαγές δάπεδο βοηθούσε τα αγγεία αυτά να σταθούν όρθια. Η τοποθέτηση των δύο συνόλων έγινε στην ίδια χρονική στιγμή, όπως βεβαιώνει η όμοια στάθμη εύρεσης αλλά και η τεράστια ομοιότητα του πήλινου αγγείου κάτω από την κάλυψη 5 με το ένα από τα αγγεία της νότιας παρειάς. Τα αγγεία αυτά, κλειστά και ανοικτά, είναι, όσο γνωρίζω τουλάχιστον, άγνωστα στο κεραμεικό ρεπερτόριο του Άργους. Προσεγγίζουν με το σχήμα και την κεραμεική κατηγορία τους τα αγγεία των αρχών του 4ου αιώνα π.Χ. Ίσως να αποτέλεσαν μία ειδική παραγγελία, που θα ανταποκρινόταν στις ανάγκες της χρήσης τους.

Όπως βεβαιώνει το εύρημα, η κάλυψη 5 ανασύρθηκε μία τουλάχιστον φορά μετά την τοποθέτηση χάλκινων πινάκων μέσα στα αγγεία, συγκεκριμένα όταν αφαιρέθηκαν με βιαστικό ή βίαιο τρόπο ορισμένες από αυτές του χάλκινου λέβητα και εναποτέθηκαν εκεί οι δύο φιάλες και η πρόχους, σκεύη τα οποία χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα για τελετουργίες.

Στη συνέχεια μία πλημμύρα του ποταμού απόθεσε στο χώρο προσχώσεις πάνω από 1 μ. και ανέβασε το επίπεδο χρήσης από τα 2,60 ή 2,70 στο 1,50 μ. τουλάχιστον από τη σημερινή επιφάνεια του εδάφους. Σ’ αυτή τη φυσική καταστροφή οφείλονται και τα δύο στρώματα που περιγράψαμε πιο πριν και τα οποία αποτελούν τυπικές αποθέσεις ποταμού, δηλαδή σχετικά καθαρή λάσπη και χαλίκι. Προφανώς, αμέσως μετά την πλημμύρα τοποθετήθηκαν μέσα στο στρώμα που δημιουργήθηκε οι 5 λίθινες θήκες. Μέσα στο ίδιο στρώμα, ίσως όχι τυχαία, αμέσως δυτικά του χώρου της κάλυψης 5, κατασκευάστηκε μία εστία.

Τα πήλινα καλούπια που βρέθηκαν πεταμένα στα νότια της εστίας μπορούν να δώσουν μια ιδέα για τη χρήση της. Τα καλούπια αυτά έχουν τετράπλευρο σχήμα και μια σχετικά αβαθή εσοχή στη μία επιφάνειά τους, της οποίας το σχήμα θυμίζει έντονα τους χάλκινους πίνακες. Η εστία και τα καλούπια βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με τις καλύψεις των θηκών αλλά και με τους τοίχους και τους λιθοσωρούς και πρέπει να είναι σύγχρονα με αυτά και πάντως μεταγενέστερα από την πλημμύρα. Όπως βεβαιώνει η κεραμεική και οι στρωματογραφικές παρατηρήσεις, η πλημμύρα αυτή έγινε σίγουρα μετά τη γεωμετρική εποχή, αλλά και μετά την τοποθέτηση και χρήση των δύο αγγείων, του πήλινου και του χάλκινου κάτω από την κάλυψη 5. Την ακριβή χρονική στιγμή, που μπορεί να τοποθετείται και στον 4ο αιώνα π.Χ., θα μας υποδείξει η μελέτη των ενεπίγραφων πινάκων από τα αγγεία αυτά.

Η αφθονία της γεωμετρικής κεραμεικής υποδηλώνει ότι γύρω από τους τάφους θα υπήρχαν οικίες που διαλύθηκαν ολοσχερώς από την πλημμύρα. Ο μικρός αριθμός οστράκων από τις μεταγενέστερες περιόδους σημαίνει πιθανόν ότι μετά τη γεωμετρική εποχή, δηλαδή από τον 7ο αιώνα π.Χ. και μετά, ο χώρος δε χρησιμοποιήθηκε ξανά για κατοίκηση και ενταφιασμούς. Τα λιγοστά ειδώλια ίσως δίνουν μια ιδέα για τη νέα χρήση στην αρχαϊκή εποχή.

Από τα στοιχεία που αναλύθηκαν μέχρι εδώ, πιστεύω πως γίνεται σαφές ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε στην αρχαιότητα καταρχήν για κατοίκηση στη μεσοελλαδική εποχή, μετά για ταφές και κατοίκηση στη γεωμετρική εποχή και τέλος για τη φύλαξη των χάλκινων ενεπίγραφων πινάκων μέσα σε σκεύη προορισμένα για τη χρήση αυτή. Το ερώτημα που ανακύπτει αυτόματα είναι απλό αλλά καθοριστικό. Πού φυλάσσονταν αυτές οι κιβωτοί με τα πολύτιμα δημόσιου χαρακτήρα ντοκουμέντα;

 

Εικόνα 9: Ανασκαφικό σχέδιο κάτοψης του οικοπέδου Σμυρναίου με το περίγραμμα του κτιρίου, στο οποίο φυλάσσονταν οι χάλκινοι ενεπίγραφοι πίνακες.

 

Αν επιστρέψουμε στο σχέδιο της κάτοψης του ανώτερου επιπέδου ευρημάτων μπορούμε να κάνουμε ορισμένες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Ερμηνεύσαμε ήδη ως τοίχους τα κατάλοιπα της νότιας και της βόρειας παρειάς, καθώς και το εγκάρσιο τμήμα στα ανατολικά. Οι θήκες και η εστία αλλά και η καλυπτήρια πλάκα 5 βρίσκονται σε έναν ενιαίο άξονα, που είναι παράλληλος με το νότιο τοίχο και απέχει περίπου 2,5 μέτρα από αυτόν. Οι υπόλοιποι λιθοσωροί αλλά και οι πώρινες πλάκες εσωτερικά των δύο αξόνων σχετίζονται τοπογραφικά με τη θέση των θηκών αλλά και της καλυπτήριας πλάκας 5. Η εντύπωση που δημιουργείται από το επιχρωματισμένο σχέδιο είναι ότι ο χώρος φύλαξης των σκευών αλλά και της εστίας οριοθετείται με μία απλή κατασκευή. Δύο μακρούς τοίχους μέγιστου σωζόμενου μήκους 9 μ. και έναν εγκάρσιο που έχουν υποστεί φθορές από την πλημμύρα. Παρά την απλή κατασκευή μπορούμε να δούμε στα σπαράγματα αυτά, που απέμειναν από τη θεμελίωση, το περίγραμμα ενός κτιρίου, που ίσως είχε είσοδο από τα ανατολικά και κατέληγε σε παραστάδες. Τη μορφή ενός templum in antis είχαν βέβαια και οι θησαυροί που αφιερώθηκαν στα μεγάλα πανελλήνια ιερά και για τα οποία ο Παυσανίας μας βεβαιώνει ότι χρησίμευαν για τη φύλαξη πολύτιμων αφιερωμάτων, που δεν στήνονταν στην ύπαιθρο, για να μη φθαρούν ή να μην κλαπούν. Μέσα στο κτίριο αυτό πιστεύω ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε στα κατάλοιπα των λιθοσωρών υποστρώματα κατασκευών, που χρησίμευαν για τη σηματοδότηση της θέσης των θηκών, που και εδώ θα ήταν θαμμένες, αφήνοντας να προεξέχει η καλυπτήρια πλάκα. Η εστία της δυτικής παρειάς, που αποτελεί το μόνο ασφαλές στοιχείο για τον υπολογισμό του επιπέδου βάδισης αυτής της φάσης, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την άνω επιφάνεια των θηκών και συνηγορεί στην άποψη αυτή.

Οι δύο λιθοσωροί στο εσωτερικό του βόρειου και του νότιου τοίχου αντίστοιχα ίσως μπορούν να θεωρηθούν και ως υποστρώματα για αντηρίδες των τοίχων ή έκκεντρες ενισχύσεις της στέγης, αν και το μικρό άνοιγμα του κτιρίου δεν απαιτεί κιονοστοιχία για τη στήριξή της.

Και φτάνουμε βεβαίως στο τελικό ερώτημα: πού θα βρισκόταν το κτίριο αυτό σε σχέση με τον αστικό ιστό της κλασικής εποχής και τους δημόσιους και λατρευτικούς χώρους της πόλης;

Η θέση του οικοπέδου βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση, 900 περίπου μέτρα βορειοανατολικά του θεάτρου και της αγοράς, σε μία περιοχή που δεν έχει δώσει ιδιαίτερα αρχαιολογικά ευρήματα και παραδοσιακά τοποθετείται εκτός των τειχών της πόλης. Τα νέα ανασκαφικά ευρήματα ίσως μπορούν να ρίξουν λίγο φως στο μείζον πρόβλημα της πορείας του τείχους, κυρίως στη βόρεια πλευρά της πόλης. Θέλω να τονίσω πως αν οι ενεπίγραφοι πίνακες φυλάσσονταν σε ένα κτίριο ή έστω σε έναν περίβολο που- όπως υποδηλώνουν τα ευρήματα- βρισκόταν στην ευρύτερη σφαίρα ενός ιερού, το ιερό αυτό δεν είναι δυνατόν να βρισκόταν σε μία έρημη, ακατοίκητη και απομονωμένη περιοχή, έξω από τα τείχη της πόλης. Ο προσανατολισμός των τάφων στο οικόπεδο που ερευνήσαμε αλλά και των θηκών, της καλυπτήριας πλάκας 5, των πήλινων αγγείων και του κτιρίου υποδηλώνει την ύπαρξη μιας οδικής αρτηρίας με κατεύθυνση ανατολικά – δυτικά. Από άλλες ανασκαφές, εξάλλου, γνωρίζουμε πως κατά μήκος της οδού Κο­ρίνθου υπήρχε και μία οδική αρτηρία με κατεύθυνση βόρεια-νότια. Ίσως κάπου στα νοτιοδυτικά του χώρου που ερευνήσαμε να συνέβαλε στην προηγούμενη, δημιουργώντας μία διασταύρωση. Αν εδώ υπήρχε πράγματι στον 4ο αιώνα ένα ιερό, στο οποίο φυλάσσονταν αυτά τα πολύτιμα κρατικά δεδομένα, είναι πολύ δύσκολο να το φανταστούμε έξω από τα τείχη. Ίσως η μελλοντική ανασκαφική έρευνα δώσει περισσότερα στοιχεία για την επίλυση του προβλήματος.

 

Εικόνα 10: Το επιστημονικό και εργατοτεχνικό προσωπικό της ανασκαφής του οικοπέδου Σμυρναίου.

 

Η διακοπή της χρήσης του χώρου για τη φύλαξη των πινακίδων πρέπει να τοποθετηθεί μετά τον 4ο αιώνα π.Χ., γεγονός που βεβαιώνεται από την απουσία μεταγενέστερων κινητών ευρημάτων. Για κάποιο λόγο, που δεν προκύπτει από τα ανασκαφικά ευρήματα, οι θήκες έπαψαν να χρησιμοποιούνται ως κιβωτοί απόθεσης των πολύτιμων δέλτων και κατά περίεργο τρόπο ένας μεγάλος αριθμός από αυτές παρέμεινε φυλαγμένος εκεί μέχρι τις μέρες μας. Ίσως κάποιες πολιτικές ανακατατάξεις να είχαν ως αποτέλεσμα την κατάργηση του συστήματος διαφάνειας της διαχείρισης δημοσίων χρημάτων, οπότε δε θα ήταν πια απαραίτητη η τήρηση αυτών των αρχείων με τις συναλλαγές.

Το γεγονός ότι ο Παυσανίας δε μνημονεύει ένα ιερό που να μπορεί τοπογραφικά να ταυτιστεί με το οικόπεδο που ερευνήσαμε, οφείλεται μάλλον στο ότι αυτό δεν υπήρχε πια το 2ο αιώνα μ.Χ., όταν εκείνος επισκέφτηκε το Άργος, γεγονός που μπορεί να συνδέεται με τη δεύτερη καταστροφική πλημμύρα που κατέστρεψε το κτίριο, στο οποίο φυλάσσονταν οι ενεπίγραφοι πίνακες.

Σε κάθε περίπτωση οι πολυάριθμοι χαλκοί πίνακες και τα κείμενα που διέσωσαν ως εμάς θα δώσουν περισσότερες απαντήσεις από τη μελέτη των ανασκαφικών δεδομένων.

Στη διάρκεια της ανασκαφής στο οικόπεδο Σμυρναίου, μια μεγάλη ομάδα με συνεργάτες [3] όλων των ειδικοτήτων (εικόνα 10), μοιραστήκαμε κάτω από φοβερά αντίξοες συνθήκες την αγωνία για την τεκμηρίωση και τη σωτηρία ενός μοναδικού ευρήματος, αυτής της αυθεντικής αρχαίας γραπτής πηγής. Θέλω να μοιραστώ μαζί τους τη χαρά και την ευθύνη και να τους ευχαριστήσω όλους θερμά.

 

Υποσημειώσεις


[1] Για το σκοπό αυτό τα ευρήματα μεταφέρονται σταδιακό και συντηρούνται από τον πεπειραμένο συντηρητή κ. Αναστάσιο Μαγνήσαλη υπό την εποπτεία του κ. Κριτζά στο Επιγραφικό Μουσείο.

[2] Στην προσπάθεια αυτή αρωγός μας είναι ο Δήμαρχος του Άργους κ. Δημήτριος Πλατής και σύσσωμο το Δημοτικό Συμβούλιο, που πρόσφατα έλαβε ομόφωνη απόφαση παραχώρησης της ανατολικής πτέρυγας των Στρατώνων Καποδίστρια για τη δημιουργία του νέου επιγραφικού μουσείου της πόλης, όπου οι χάλκινες δέλτοι θα αποτελέσουν το κορυφαίο έκθεμα.

[3] Τα ανασκαφικά ημερολόγια τήρησαν με υποδειγματική ακρίβεια οι αρχαιολόγοι Αναστασία Κρέκα και Θανάσης Ρούσσης, την ευθύνη της αφαίρεσης των δελτών είχαν οι συντηρητές Φώτης Δημάκης και Βασίλης Κοντός, τα ανασκαφικά σχέδια εκπόνησαν οι σχεδιάστριες Μαρία Καλλίρη και Καλλιόπη Νικολακοπούλου, ενώ η ψηφιακή τους επεξεργασία έγινε από την αρχαιολόγο Δρα Μαρίνα Θωμάτου. Το έργο του συντονισμού των ανασκαφικών εργασιών έφερε σε πέρας με επιτυχία ο οξυδερκής αρχιτεχνίτης ανασκαφών Δημήτρης Χασάπης. Ο αρχιτεχνίτης Χρήστος Σπηλιόπουλος επικεφαλής των ειδικευμένων τεχνιτών του έργου της Τίρυνθας ανέλαβε τα επίπονο έργο της ανάσυρσης των λίθινων καλύψεων με τη συνδρομή των ανυψωτικών μηχανημάτων του Γιώργου Γεωργόπουλου. Την ανασκαφική ομάδα απετέλεσαν οι Ηλίας Καπλατζής, Γιώργος Μούκιος, Νίκος Κούσουλας, Τάσος Κόλλιας, Κώστας Λύκος, Γιώργος Βασιλείου και Γιώργος Βελλίνης. Την ευθύνη της νυκτερινής φύλαξης είχαν οι αρχαιοφύλακες του Μουσείου Άργους με επικεφαλής τον Νίκο Ψυχάρη και τη συνδρομή του Αστυνομικού Τμήματος Άργους. Η οδός Κορίνθου απέκτησε ένα νέο κτίριο και η ιστορία του Άργους πλουτίστηκε με αυθεντικές πληροφορίες θεωρώ υποχρέωσή μου να ευχαριστήσω την Όλγα και το Βαγγέλη Σμυρναίο για τη γενναιόδωρη συμβολή τους στο έργο μας.

 

Δρ. Άλκηστης Παπαδημητρίου

Αρχαιολόγος

Αργειακή Γη, Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Άργους, τεύχος 2, Δεκέμβριος, 2004.

Σχετικά θέματα:

Οι χαλκοί ενεπίγραφοι πίνακες του Άργους – Χαράλαμπος Β. Κριτζάς, Επίτιμος Διευθυντής του Επιγραφικού Μουσείου και τέως Επιμελητής Αρχαιοτήτων Αργολίδος.

 

Read Full Post »