Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘φιλόλογος’

Κοσεγιάν Χαρά


 

Η Χαρά Κοσεγιάν στο βήμα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», 17 Ιανουαρίου 2016.

Η Χαρά Κοσεγιάν – Φιλόλογος, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών και λογοτέχνης – γεννήθηκε στο Ναύπλιο και ζούσε στη Ρόδο. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών κατά τα έτη 1982-1986 και το 2002 ανακηρύχτηκε διδάκτωρ του τμήματος Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του ίδιου Πανεπιστημίου. Το θέμα της διδακτορικής της διατριβής ήταν το «Αναμορφωμένο πρόγραμμα διδασκαλίας της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας στο Γυμνάσιο». Εξειδικεύτηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στη διδακτική της γλώσσας σε παιδιά με Μαθησιακές δυσκολίες, ενώ τώρα εργάζεται προς την κατάκτηση μεταδιδακτορικού στο Πανεπιστήμιο Πατρών με θέμα «Αρχαία Ελληνική Γραμματεία και Γεωεπιστήμες». Έχει μεταπτυχιακό από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου (ΤΕΠΑΕΣ) στη Διοίκηση Εκπαιδευτικών Μονάδων και από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας εξειδίκευση στους μαθητές με Μαθησιακές Δυσκολίες.

Έχει εργαστεί σε ερευνητικά προγράμματα και δημοσιεύσει πλήθος άρθρων- τόσο επιστημονικών όσο και ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος- σε εφημερίδες και περιοδικά.

Από το σχολικό έτος 2007-2008 είναι σχολική Σύμβουλος φιλολόγων Δωδεκανήσου και εργάζεται ως εμπειρογνώμων για τη ανάπτυξη των νέων Προγραμμάτων Σπουδών, στο Πλαίσιο της πράξης Νέο πρόγραμμα σπουδών, στο επιστημονικό πεδίο: Ελληνική Γλώσσα- Γλωσσικός Γραμματισμός.

Στον επιστημονικό χώρο έχει δημοσιεύσει σε επιστημονικά περιοδικά σειρά άρθρων που αφορούν τη Διδακτική Μεθοδολογία και την Ελληνική γλώσσα και Γραμματεία.

Επιστημονικά βιβλία:

  • «Λουκιανού Αληθής Ιστορία Α΄» : Εισαγωγή- Μετάφραση- Σχόλια Χαράς Κοσεγιάν, με σκίτσα των μαθητών του Γυμνασίου Ιαλυσού και υπέρτιτλους στα Αρχαία Ελληνικά εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2008.
  • «Αρχαία επιβιώματα στα Νεοελληνικά δημοτικά τραγούδια» Συμβολή στην έρευνα μέσα από το παράδειγμα -κυρίως- των παραδοσιακών τραγουδιών της Καρπάθου, Παπαζήση, Αθήνα 2010.
  • Eυαγγελία Μουλά- Χαρά Κοσεγιάν, «Η αξιοποίηση των κόμικς στην εκπαίδευση», Κριτική, Αθήνα 2010.

Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1998 με το έργο «Πευκοβελόνες». Έκτοτε έχουν κυκλοφορήσει τα μυθιστορήματά της:

«Έχει κι άλλες όψεις το φεγγάρι», Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, 1999.

«Γλυκό με θλιμμένα καρύδια», Κοχλίας, 2002.

«Ανατέλλει και στη Ντέια», Κοχλίας. 2003.

«Η λοχεία της απουσίας», Οδός Πανός, 2013.

Παράλληλα έχει δημοσιεύσει έρευνες που αφορούν στη Λογοτεχνία και διηγήματα σε περιοδικά, όπως το Δίφωνο, το περιοδ. 5/7, τα Ροδιακά Γράμματα, ενώ κείμενά της έχουν ανθολογηθεί στο βιβλίο του Παναγιώτη Νούτσου, Κως, Μια πόλη στη Λογοτεχνία (Μεταίχμιο).

Έφυγε από τη ζωή την Πέμπτη 23 Αύγουστου 2018, σε ηλικία μόλις 54 ετών, χάνοντας τη μάχη με την επάρατη νόσο.

 

Πηγή


Read Full Post »

Μουσούρος Μάρκος (1470 – 1517)


 

Μάρκος Μουσούρος

 Έλληνας φιλόλογος και εκδότης, ο επιφανέστερος ίσως της αναγεννησιακής περιόδου, γεννημένος στο Ηράκλειο Κρήτης. Σπούδασε αρχικά στον Χάνδακα, στο σχολείο της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και αργότερα στην Ιταλία. Το 1486 έφυγε για τη Φλωρεντία όπου μαθήτευσε κοντά στο μεγάλο Έλληνα λόγιο Ιανό Λάσκαρι.

 Από το 1494 εγκαταστάθηκε στη Βενετία, όπου γνωρίστηκε με τον εκδότη ουμανιστή Άλδο Μανούτιο, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τις τεράστιες γνώσεις του Μάρκου Μουσούρου για την κλασική ελληνική γραμματεία. Ο Μανούτιος συνεργάστηκε έκτοτε στενά με τον Μουσούρο στις εκδόσεις Ελλήνων φιλοσόφων και ποιητών. Με επιμέλεια του Μάρκου Μουσούρου εκδόθηκαν τα έργα του Αριστοφάνη το 1498, καθώς και δυο τόμοι με τίτλο Έλληνες επιστολογράφοι  το επόμενο έτος.

Ο Μουσούρος έγινε γρήγορα διάσημος. Δίδαξε ελληνική φιλολογία στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας και στην Πλατωνική Ακαδημία της Βενετίας, όπου εγκαταστάθηκε συνδεόμενος με την ανώτερη κοινωνική τάξη της πόλης. Εξέδωσε τραγωδίες του Ευριπίδη το 1503 και το 1513 τα άπαντα του Πλάτωνα. Φλεγόμενος από το πάθος του για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους, προσπάθησε να πείσει τον πάπα Λέοντα I’ να παρέμβει στους Ευρωπαίους ώστε να βοηθήσουν προς το σκοπό αυτό. Η φήμη του στην Ιταλία ήταν τεράστια και ανέλαβε την οργάνωση της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης στη Βενετία. Πέθανε στη Ρώμη το 1517.

  

Φιλόλογος και εκδότης

  

Ο Πέτρος Μπέμπο (Pietro Bembo), (Βενετός καρδινά­λιος και φίλος του Μάρκου Μουσούρου), λέει στους Βενετούς αριστοκράτες: «Γειτονεύουμε με τους Έλληνες και κατέχουμε όχι λίγες από τις πό­λεις και τα νησιά τους, γι’ αυτό και έχετε στη διά­θεσή σας και ανθρώπους και βιβλία για να διδαχθείτε…».

Ο επιφανέστατος Έλληνας φιλόλογος της Αναγέννησης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο (π. 1470) και πέθανε στη Ρώμη το 1517. Από μικρός είχε δείξει την κλίση του στα γράμματα και αρχικά σπούδασε την ελληνική γλώσσα στο σχολείο της Αγίας Αι­κατερίνης του Σινά, στον Χάνδακα. Κατόπιν πήγε στη Φλωρεντία (1486), όπου σπούδασε δίπλα στον Ιανό Λάσκαρι.

Τα λατινικά και τα ελληνικά τα έ­μαθε σε εκπληκτικό βαθμό τελειότητας. Επανήλθε για λίγο καιρό στην Κρήτη, αλλά το 1494 είχε επι­στρέψει στην Ιταλία και συγκεκριμένα στη Βενετία.

Εκεί γνώρισε τον εκδότη-τυπογράφο Άλδο Μανούτιο, ο οποίος εκτίμησε τις γνώσεις του νεαρού Μάρκου Μουσούρου και τον προσέλαβε ως βοηθό του και επιστημονικό επόπτη στα έργα που εξέδιδε στο τυπογραφείο του. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Μουσούρος είχε αποκτήσει αρκετή εμπειρία και το 1497 δημοσιεύτηκε από αυτό το τυπογραφείο το Dictionarium graecum copiosissimum με επί­γραμμα του Μουσούρου. Το επόμενο έτος (1498) δημοσιεύθηκαν με επιστασία του Μουσούρου εν­νέα κωμωδίες του Αριστοφάνη και το Μάρτιο του 1499, σε δυο τόμους, οι Έλληνες Επιστολογράφοι.Το έργο περιελάμβανε μια συλλογή επιστολών που αποδίδονταν σε είκοσι έξι κλασικούς και πρώι­μους χριστιανούς συγγραφείς.

Μάρκος Μουσούρος, χαλκογραφία, Reusner, Icones Clarorum Vivorum, 1589.

Πλέον, η φήμη του Μουσούρου ως εκδότη, επιστημονικού επόπτη και γνώστη της αρχαίας ελληνικής και της λατινικής γλώσσας άρχισε να διαδίδεται έξω από τη Βενετία, σε όλη την ουμανιστική Ιταλία. Στις αρχές του 1500, έπειτα από σύσταση του Άλδου Μανούτιου, πήγε στο Κάρπι, μια κωμόπολη κοντά στη Φεράρα, και δίδαξε ελληνικά και λατινικά τον δούκα Αλμπέρ­το Πίο (Alberto Ρίο), ο οποίος έκτοτε έγινε και στενός του φίλος. Η ήσυχη ζωή σε αυτή την κωμό­πολη γρήγορα έκανε τον Μουσούρο να επιθυμήσει πάλι την κοσμοπολίτικη Βενετία, στην οποία και επέστρεψε σύντομα.

Αυτό τον καιρό (1500) είχε ι­δρυθεί από τους Άλδο Μανούτιο, Ιωάννη Γρηγορόπουλο (στενό φίλο του Μουσούρου) και Σκιπίωνα Καρτερόμαχο η λεγόμενη Νέα Ακαδημία, η οποία ήταν μια εταιρεία λογίων της Βενετίας για την προαγωγή των ελληνικών σπουδών. Εκεί πήγαινε αρκετές φορές και ο Μουσούρος και δίδασκε αρκε­τά συχνά τα ελληνικά. Μέλη της Ακαδημίας αυτής ήταν περίπου σαράντα Έλληνες και Ιταλοί ουμανι­στές και όλοι μιλούσαν τα ελληνικά. Η εταιρεία εί­χε σκοπό, πέρα από τα άλλα, τη μελέτη των εκδό­σεων των αρχαίων συγγραφέων.

Στη Βενετία ο Μουσούρος άρχισε να αποκτά φιλίες με μέλη της ανώτερης κοινωνικής τάξης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εκτιμη­θούν ακόμη περισσότερο οι εξαιρετικές του ικανότητες από αυτή την ίδια τη διοίκηση της Βενετίας. Έτσι, η Βενετική Γερουσία του απέ­νειμε το αξίωμα «Publica Graecarum Literarum Officina» (1503). Στην ουσία επρόκειτο για το α­ξίωμα του Λογοκριτού για τα ελληνικά βιβλία που τυπώνονταν στη Βενετία, σύμφωνα με το οποίο κά­θε ελληνικό βιβλίο που εκδιδόταν στη Βενετία και στις κτήσεις της έπρεπε να έχει την έγκριση του ό­τι ήταν σύμφωνο με τη θρησκεία και την ηθική. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι το 1516. Το 1503-1504 ο Άλδος Μανούτιος εξέδωσε δεκαεπτά τραγω­δίες του Ευριπίδη των οποίων την έκδοση επιμελήθηκε πάλι ο Μουσούρος.

Η Βενετική Γερουσία πρέπει να είχε μείνει αρκετά ευχαριστημένη μαζί του, γιατί τον διόρισε (1504) καθηγητή της ελληνι­κής γλώσσας στη Βενετία και αργότερα καθηγητή των ελληνικών στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας (1506). Εκεί δίδασκε το πρωί ελληνική γραμματική και το απόγευμα Όμηρο, Ησίοδο, θεόκριτο και άλλους. Επιπλέον, δίδασκε μετάφραση από τα ελληνικά στα λατινικά και αντίστροφα. Κατά τα έτη 1509-1516 η Βενετία ενεπλάκη σε σκληρό πόλεμο με εχθρούς της μέσα στην Ιταλία. Έτσι, ο Μουσούρος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Πάντοβα (1509) και επανήλθε στη Βενετία. Χά­ρη σης ενέργειες του φίλου του και γραμματέα της Γερουσίας Φραγκίσκου Φατζιουόλι (Francenco Fagiuoli) ιδρύθηκε πάλι στη Βενετία η έδρα των ελληνικών και ο Μουσούρος έγινε καθηγητής (1512).

Ο ακάματος Άλδος Μανούτιος, παρά τις δυ­σκολίες που είχε λόγω του πολέμου, δεν σταμάτησε ποτέ το έργο του. Έτσι εξέδωσε με τον Μουσούρο μια γραμματική ελληνικών του Μανουήλ Χρυσολωρά, γνωστή με τον τίτλο Ερωτήματα (1512). Το επόμενο έτος (Σεπτέμβριος του 1513) ο Μανούτιος με τον Μουσούρο εξέδωσαν ίσως το σημαντικότερο από τα έργα τους, τα Άπαντα του Πλάτωνα, με αφιέρωση του Μουσούρου στο φιλόμουσο πάπα Λέ­οντα Ι’ (1513-1521).

Αυτός ήταν γιος του φιλέλληνα και φιλομαθή Λαυρεντίου των Μεδίκων της Φλω­ρεντίας, ο οποίος κατά τον προηγούμενο αιώνα εί­χε δάσκαλο τον περίφημο Έλληνα φιλόλογο και φιλόσοφο Ιωάννη Αργυρόπουλο. Ο Μουσούρος, φλεγόμενος από ελληνικά αισθήματα και επιθυμώντας την απελευθέρωση της Ελλάδας, συνέθεσε στα αρχαία ελληνικά μια ωδή αφιερωμένη στον Πλάτωνα και τη δημοσίευσε στην αρχή της πρώτης έκδοσης των έργων του αρχαίου φιλοσόφου. Με αυτή την ωδή απευθυνόταν στο φίλο του πάπα Λέοντα Ι’, τον επαινούσε και, δια στόματος Πλάτωνα, του ζητούσε να βοηθήσει στην απελευθέρωση των Ελλήνων, αφού έπειθε τους Ευρωπαίους άρχοντες να μονοιάσουν.

Μάρκος Μουσούρος. Τσόκος Διονύσιος, ελαιογραφία, Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Τα επόμενα έτη ο Μανούτιος με τον Μουσούρο εξέδωσαν τον Ησύχιο και τον Αθηναίο (1514) και τον Θεόκριτο (1515). Το βενετικό κράτος εκτιμούσε απεριόριστα πλέον τον Μάρκο Μουσούρο και το 1515 η Βενετική Γερουσία παρέδωσε σε αυτόν και στο Βενετό λόγιο Μπατίστα Ενιάτσιο (Battista Egnazzio) οχτακόσια χειρόγραφα του Βησσαρίωνα (1403-1472) για να τα ταξινομήσουν, δημιουργώντας έτσι τα πρώτα τμήματα της βιβλιο­θήκης που τότε ιδρύθηκε στην πλατεία του Αγίου Μάρκου και που σήμερα ονομάζεται Μαρκιανή.

Αυτό το έτος μια τραγωδία συντάραξε τη ζωή του Μουσούρου, καθώς το Φεβρουάριο πέθανε ο συ­νεργάτης του Άλδος Μανούτιος.

Έτσι, ο Μουσούρος αποφάσισε να μετανα­στεύσει στη Ρώμη (μέσα του 1516) ώστε να βοηθήσει το δάσκαλό του Ιανό Λάσκαρι, στην οργάνωση του Ελληνικού Γυμνασίου και στη διδασκαλία των ελληνικών σε αυ­τό, σκοπό για τον οποίο τον είχε προσκαλέσει ήδη από το 1513 ο πάπας Λέων Ι’.

Στη Ρώμη ο Μουσούρος, παράλληλα με τη διδασκαλία, συνέχισε την επιμελημένη έκδοση και άλλων κλασικών. Από το τυπογραφείο του Βερνάρδου Τζιούντα (Bernardo Giunta) στη Φλωρεντία, εξέδωσε τα Αλιευτικά του Οιππιανού (Ιούλιος 1515), δεκάξι λόγους του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και τον Παυσανία με α­φιερωματική επιστολή στον Ιανό Λάσκαρι (1516). Ο Μάρκος Μουσούρος δεν επέστρεψε ποτέ στη Βενετία.

Στη Ρώμη είχε γίνει και ιερέας, είχε διορισθεί από τον πάπα Λέοντα Ι’ ως επίσκοπος Ιεράπετρας Κρήτης και αργότερα Μονεμβασίας, αλλά δεν πρό­φτασε ποτέ να πάει εκεί. Ύστερα από δίμηνη ασθέ­νεια απεβίωσε ξημερώματα της 25ης Νοεμβρίου 1517 στη Ρώμη, όπου και τάφηκε στην εκκλησία της Σάντα Μαρία ντε Πάτσε (Santa Maria de Pace).

Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε μεγά­λη έκπληξη και θλίψη σε όλη την Ιταλία, ιδιαίτε­ρα στους κόλπους των ουμανιστών. Στην κηδεία του παραβρέθηκαν αρκετοί επίσκοποι, ο πρεσβευτής της Πορτογαλίας στη Ρώμη, ο πρεσβευτής της Βε­νετίας Μάρκος Μίνιο (Marco Minio), οι αντιπρό­σωποι του καρδινάλιου Ιουλίου των Μεδίκων (Jules de Mediéis) και μελλοντικού πάπα Κλήμη Ζ’, με τον οποίο ο Μουσούρος ήταν πολύ φίλος, και πολλοί άλλοι.

Σύμφωνα με το διαπρεπή ερευνητή της ελληνι­κής μεσαιωνικής ιστορίας Μανούσο Μανούσακα, ο Μάρκος Μουσούρος ήταν: «…ο μεγαλύτερος φι­λόλογος και εκδότης των κλασικών συγγραφέων που ο Ελληνισμός δώρισε στην Ευρώπη πριν από τον Κοραή». Πράγματι, δεν θα είχαμε και πολλά να προσθέσουμε σε αυτή την άποψη.

Ο Μουσούρος αφιέρωσε τη ζωή του στο να υπηρετεί από το πόστο του τη σκλαβωμένη Ελλάδα. Λιτός, αφιλοχρήματος και μεγάλος εραστής των γραμμάτων, πίστευε ακρά­δαντα ότι τα ελληνικά φώτα και η μόρφωση ήταν τα μόνα εφόδια με τα οποία οι σκλαβωμένοι Έλληνες μπορούσαν σιγά σιγά να αντιληφθούν την κατάστα­ση στην οποία ευρίσκονταν και να ελπίζουν σε κά­τι καλύτερο, δηλαδή την απελευθέρωσή τους.

Ίσως και μόνο αυτή η ωδή που αφιέρωσε το 1513 στον πά­πα Λέοντα Ι’ είναι αρκετή απόδειξη της φιλοπατρίας του. Επιπλέον, το ποίημα αυτό, που είναι άψογο α­πό φιλολογικής απόψεως, συνετέλεσε τα μέγιστα με τις αλλεπάλληλες εκδόσεις του στο να τραβήξει την προσοχή των ουμανιστών στη σκλαβωμένη Ελλάδα. Επιπλέον, καλλιέργησε την ιδέα της ένο­πλης επέμβασης σε αυτή από τη μεριά της Ευρώ­πης για την απελευθέρωση της.

Πέρα από αυτά, η αξία του Μάρκου Μουσούρου ως μεγάλου δασκάλου της ελληνικής και της λατινικής γλώσσας, με εμ­βέλεια που ξεπερνούσε τα όρια της ουμανιστικής Ιταλίας, φαίνεται και από το γεγονός ότι στα μαθήματά του προσέρχονταν αρκετοί φοιτητές, Ιταλοί και Ευρωπαίοι, μερικοί από τους οποίους αργότερα έγι­ναν αρκετά γνωστοί.

Κάποια ονόματα είναι ίσως αρκετά για να πείσουν τον καθένα για αυτό: ο Ιταλός Λάζαρος Μποναμίκο (Bonamico), ο οποίος αργό­τερα διορίστηκε καθηγητής των ελληνικών και λατινικών στην Πάντοβα και στη Ρώμη, ο Γιρόλαμος Αλεάντρο (Girolamo Aleandro), ο οποίος πήγε στο Παρίσι και συνέβαλε στην ίδρυση έδρας για τη διδασκαλία των ελληνικών, ο Γερμανός δομινικα­νός μοναχός και λόγιος Ιωάννης Κόνον (Johan Conon), ο οποίος εισήγαγε τις ελληνικές σπουδές στη Γερμανία, ο Γάλλος λόγιος Ζερμέν ντε Μπρι (Germain de Brie), ο Γάλλος πρεσβευτής στη Βε­νετία Ζαν ντε Πινς (Jean de Pins), ο Ούγγρος αν­θρωπιστής και λόγιος Γιάνους Βέρτεσι (Janus Vertessy), ο Τσέχος ανθρωπιστής Gelenius, ο Πέ­τρος Αλτσιόνιο (Pietro Alcionio), μετέπειτα καθη­γητής ελληνικών στο πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, και βέβαια ο γνωστός σε όλους Έρασμος, ο ο­ποίος συχνά φιλοξενούσε τον Μουσούρο στο σπίτι του και συνήθιζε να λέει για το δάσκαλό του ότι εί­ναι «…άνδρας πολυμαθέστατος και πανεπιστήμονας, κλειδοκράτορας της ελληνικής γλώσσας και θαυ­μάσιος ειδήμονας της λατινικής φωνής…».

Αλλά και οι σχολιασμένες εκδόσεις του Μουσούρου αποκαλύπτουν την απέραντη αρχαιομάθειά του και την κριτική οξύνοιά του, πράγματα για τα οποία ο Μάρ­κος Μουσούρος αναγνωρίστηκε από τους συγχρό­νους του και τους μεταγενεστέρους ως ο δεινότερος ελληνιστής των χρόνων της Αναγέννησης.

 

Θάνος Κονδύλης,

Διδάκτωρ Μεσαιωνικής Ιστορίας – Συγγραφέας

 

Βιβλιογραφία


 

  • Κ. Σάθας, Νεοελληνική φιλολογία, Αθήνα 1868, σ.σ. 80-92.
  • Γ. Καλιτσουνάκης, «Ματθαίος Δεβαρής και τω εν Ρώμη Ελληνικόν Γυμνάσιον», Αθηνά, 26 (1914), σ.σ. 81-102.
  • Δ. θερειάνος, Αδαμάντιος Κοραής, σ.σ. 14-22, Τεργέστη 1889.
  • Κ. Γιαννακόπουλος, Έλληνες λόγιοι στη Βενετία. Μελέτες επί της διαδόσεως των ελληνικών γραμμάτων από του Βυζαντίου στη Δυτική Ευρώπη, Αθήνα 1965.
  • Γ. Μ. Σηφάκης, «Μάρκου Μουσούρου του Κρητός ποίημα εις τον Πλάτωνα», Κρητικά Χρονικά, 8 (1954), σ.σ. 366-388.
  • E. Legrand, Bibliographie Hellénique, XVe et XVle siecle, Πάρισι 1962, p.p. 108-124
  • J. Berenger, Ph. Contamine, Fr. Rapp, Γενική Ιστορία της Ευρώπης. Η Ευρώπη από το 1300 μέχρι το 1600, μτφ.
  • Π. Παπαδόπουλος, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1980.
  • A. F. Didot, Alde Manuce et l’ Hellénisme à Venice, Paris 1875.
  • Man. Manoussacas, «La date de la morte de Marc Musurus», Studi Veneziani, 12 (1970), σ.σ. 459 – 463.
    Ferrajoli Α. «Il ruolo della corte di Leone X. Prelati domestici», Archivio della Società Romana di Storia Patria, 39 (1916), σ.σ. 544-545.

 

 

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Θεοδόσιος Ζυγομαλάς (1544-1607)

 

Ο Θεοδόσιος Ζυγομαλάς (1544-1607) ήταν λόγιος, φιλόλογος, κωδικογράφος και αξιωματούχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο από γνωστή οικογένεια της Αργολίδας, το αρχικό επώνυμο της οποίας ήταν φαίνεται Σαγομαλάς. Μαθήτευσε κοντά στον πατέρα του Ιωάννη Ζυγομαλά. Το 1555 η οικογένεια μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο πατέρας ασκούσε ήδη καθήκοντα λαϊκού αξιωματούχου και ρήτορα στο Πατριαρχείο, διδάσκοντας ταυτόχρονα τα ελληνικά και αντιγράφοντας κατά παραγγελία χειρόγραφα.

 

Το 1564 ο εικοσάχρονος Θεοδόσιος μαρτυρείται ως νοτάριος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κωδικογράφος, ενώ ήδη το 1574 έχει προαχθεί σε πρωτονοτάριο της Μεγάλης Εκκλησίας. Τέλος στα μέσα του 1591 ανέρχεται στο αξίωμα του δικαιοφύλακος.

 

Είναι γνωστός χάρις στην μακρόχρονη αλληλογραφία και φιλία του με τον Γερμανό φιλόλογο Martinus Crusius, Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Τυβίγγης (Τübingen). Ο τελευταίος σημείωνε στο αναλυτικό του ημερολόγιο όλες τις πληροφορίες που του έστελνε ο Θεοδόσιος και πολλές από αυτές δημοσίευσε στα βιβλία του, κυρίως στο «Turcograeciae libri octo» (1584).

 

Χάρις σε αυτές τις πληροφορίες του Θεοδοσίου και στα δημοσιεύματα του Crusius, αρχίζει να αναπτύσσεται το ενδιαφέρον των τότε Ευρωπαίων για τους Έλληνες εκείνης της εποχής, χαρακτηρίζοντάς τους για πρώτη φορά απογόνους των αρχαίων Ελλήνων και των Βυζαντινών. Πρόκειται για το πνευματικό και ιδεολογικό ρεύμα που θα εξελιχθεί υπό το όνομα «Φιλελληνισμός». Προς χάριν του Crusius, ο Θεοδόσιος μετέφερε στην δημώδη γλώσσα της εποχής αρκετά κείμενα, που έτσι έκαναν γνωστό και το ομιλούμενο ιδίωμα στους συγχρόνους τους. Φιλίες ανέπτυξε και με άλλους ουμανιστές, όπως τον Johannes Leunclavius ή Löwenklau, τον Stefan Gerlach, τον Philippe du Fresne-Canaye, τον Georgius Dousa, τον Andrea Taranowski κ.ά.

 

Η συμμετοχή του στην ανταλλαγή θεολογικών θέσεων και προτάσεων μεταξύ του πατριάρχη Ιερεμία Β’ του Τρανού και των λουθηρανών θεολόγων της Τυβίγγης φαίνεται περιορισμένη και πάντως όχι αποφασιστική. Χάθηκε μάλλον στην επιδημία πανώλης που έπληξε την Κωνσταντινούπολη το 1607. Η πολυάριθμη οικογένειά του μετακόμισε σε διάφορα μέρη. Απόγονοί του μαρτυρούνται έως τον 19ο αιώνα στην Χίο, και σήμερα σε διάφορα μέρη του κόσμου.

 

 

Έργα

 

  • «Πολιτική Ιστορία Κωνσταντινουπόλεως από το 1391 έως το 1578»
  • Μακρά επιστολή προς τον Crusius με χρονολογία 7 Απριλίου 1581
  • «Θεματοεπιστολαί» στα αρχαία και τα δημώδη ελληνικά
  • Παράφραση σε δημώδη γλώσσα του βυζαντινού μυθιστορήματος «Στεφανίτης και Ιχνηλάτης»
  • Παράφραση, ωσαύτως, της βυζαντινής νομικής συλλογής «Μικρή σύνοψη»
  • Παράφραση της «Εξαβίβλου» του Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου
  • Κατάλογος οφφικίων της Μεγάλης Εκκλησίας
  • Κατάλογοι δημοσίων και ιδιωτικών βιβλιοθηκών της Κωνσταντινούπολης,
  • Πολυάριθμες επιστολές προς διαφόρους παραλήπτες
  • Σύντομο Περιηγητικό του Αιγαίου πελάγους
  • Περιγραφή του Όρους Σινά
  • Περιγραφή του Αγίου Όρους (τα δύο τελευταία με αυτοσχέδιους χάρτες).

 

 

  

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

 

S. Perentidis, Théodose Zygomalas et sa Paraphrase de la Synopsis minor, Αθήνα, Εκδόσεις Αντ. Ν.Σάκκουλα, 1994.

 

Alland & Rials 2003 : D. Alland & S. Rials (ιd.), Dictionnaire de la culture juridique, Paris.

Burgman, Fφgen, Schminck & Simon 1995 : L. Burgmann, M. Th. Fφgen, A. Schminck, D. Simon, Repertorium des Handschriften des byzantinischen Rechts. Teil I. Die Handschriften des weltlichen Rechts, Frankfurt am Main [Forschungen zur Byzantinischen Rechtsgeschichte herausgegeben von Dieter Simon. 20].

 

Cornu 2003 A : G. Cornu, « Adages et brocards », in Alland & Rials 2003, p. 21-26.

Cornu 2003 B : G. Cornu, « Linguistique juridique», in Alland & Rials 2003, p. 952-959.

Cornu 2005 : G. Cornu, Linguistique juridique, Paris3.

Crusius 1584 : Turcogrζciζ libri octo a Martino Crusio (…) edita, Basileζ.

 

Du Cange 1688 : C. Du Cange, Glossarium ad Scirptores mediae et infimae Grζcitatis, Lugdunum.

 

Getov, Katsaros & Papastathis 1994 : D. Getov, V. Katsaros, Ch. Papastathis, Κατάλογος των

ελληνικών νομικών χειρογράφων των αποκειμένων στο Κέντρο Σλαβο-βυζαντινών σπουδών

« Ivan Dujčev » του Πανεπιστημίου « Sv. Kliment Ohridski » της Σόφιας, Thessalonique.

 

Gkinis 1966 : D. Gkinis, Περίγραμμα Ιστορίας τοῦ Μεταβυζαντινοῦ δικαίου, Athθnes3 [Πραγματεία της Ακαδημίας Αθηνών. 26]

 

Hinterberger 2005 : M. Hinterberger, « Les relations diplomatiques entre Constantinople et la Russie au XIVe siθcle. Les lettres patriarcales, les envoyιs et le langage diplomatique », in M. Ballard, Ι. Malamut & J.-M. Spieser (ιd.), Byzance et le monde extιrieur. Contacts, relations, ιchanges, Paris [Byzantina Sorbonensia. 21].

 

Holton 1974 : Διήγησις τοῦ Ἀλεξάνδρου. The tale of Alexander. The rythmed Version. Critical Edition with an Introduction and Commentary, Thessaloniki [Βυζαντινὴ καὶ Νεοελληνικὴ Βιβλιοθἠκη. 1].

 

Kahane & Kahane 1970-1976 : H. & R. Kahane, « Abendland und Byzanz : Sprache », in P. Wirth (ιd.), Reallexikon der Byzantinistik, Bd. I, Heft 4-6, col. 345-640, Amsterdam.

Krueger 1880 : Corpus Iuris Civilis, II. Codex Iustinianus recognovit et retractavit P. Krueger, Berlin.

 

Lemerle 1988 : P. Lemerle, Actes de Kutlumus. Nouvelle ιdition remaniιe et augmentιe, Paris2 [Archives de l’Athos. II2].

 

Maruhn & Perentidis 1985 : J. Mahrun / S. Perentidis, « Quelques aspects du fonctionnement de la Justice chypriote ΰ l’ιpoque des Lusignan », Chypre. La vie quotidienne de l’antiquitι ΰ nos jours. Actes du Colloque, [Paris], Musιe de l’Homme, p. 139-148.

 

Mihăescu 1976 : H. Mihăescu, « Die Lage der zwei Weltsprachen (Griechisch und Latein) im Byzantinischen Reich des 7. Jahrhunderts als Merkmal einer Seitwende », in H. Kφpstein & F. Winkelmann (ιd.), Studien zum 7. Jahrhundert in Byzanz. Probleme der Herausbildung des Feudalismus, Berlin, p. 95-100 [Berliner Byzantinische Arbeiten. Bd. 47].

 

Mommsen & Krueger 1889 : Corpus iuris civilis, II, Digesta, Berlin, p. 1-994. Nomokritθrion : ιd. Gkinis 1966, p. 65-112.

 

 

Oikonomidθs 1999 : N. Oikonomidθs, « L’“unilinguisme” officiel de Constantinople Byzantine (viie-xiie s.) », Σύμμεικτα, 13, p. 9-21.

 

Par. : Paraphrase de la SMin. par Thιodose Zygomalas, ιd. Perentidis 1994, p. 103-308. Peira : ιd. in J. & P. Zepos, Jus Graecoromanum, IV, Athθnes, p. 1-260.

 

Perentidis 1984 A : S. Perentidis, « Un manuscrit de l’Hexabible d’Harmιnopoulos en la possession de Thιodose Zygomalas », in P. Dimakis (ιd.), Μνήμη Γεωργίου Πετροπούλου (1897-1964), II, Athθnes, p. 207-228.

 

Perentidis 1984 B : S. Perentidis, « Recherches sur le texte de la Synopsis minor », in D. Simon, (ιd.), Fontes Minores VI, Frankfurt/Main, p. 219-273 [Forschungen zur Byzantinischen Rechtsgeschichte herausgegeben von Dieter Simon. 11].

 

Perentidis 1986 : S. Perentidis, « L’empereur nι le jour de Pβques. Michel IX Palιologue et la date de la Synopsis minor », in D. Simon (ιd.), Fontes Minores VII, Frankfurt/Main, p. 253- 257 [Forschungen zur Byzantinischen Rechtsgeschichte herausgegeben von Dieter Simon.

 

Perentidis 1994 : S. Perentidis, Thιodose Zygomalas et sa Paraphrase de la Synopsis minor, Athènes [Forschungen zur Byzantinischen Rechtsgeschichte. Athener Reihe, herausgegeben von Spyros Troianos. 5].

 

Perentidis sous presse : S. Perentidis, « ΐ quoi bon le latin ΰ Byzance aprθs Justinien ? ou la rhιtorique et le charme de l’incomprιhensible », sous presse dans A. A. Fursenko et V. N. Pleshkov (ιd.), Seules les lettres sonnent. Mιlanges pour Igor P. Medvedev, Saint Pιtersbourg.

 

Podskalsky 1988 : G. Podskalsky, Griechische Theologie in der Zeit der Tόrkenherrschaft. Die Orthodoxie im spannungsfeld der nachreformatorischen Konfessionen des Westens, Mόnchen.

 

Ponθma nomikon : ιd. in J. & P. Zepos, Jus Graecoromanum, VII, Athθnes, p. 411-497. Sathas 1877 : C. Sathas, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη συλλογὴ ἀνεκδότων μνημείων τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, vι, Paris & Venise.

 

SBM : ιd. in J. & P. Zepos, Jus Graecoromanum, V, Athens, p. 7-598. Schoell & Kroll 1895 : R. Schoell & W. Kroll, Corpus iuris civilis, III, Novellae, Berlin, p. 1-795.

 

Simon 1973 : D. Simon et alii, Zyprische Prozeίprogramme, Mόnchen [Mόnchener Beitrδge zur Papyrusforschung und Antiken Rechtsgeschichte. 65]. SMin. : Synopsis minor, ιd. in J. & P. Zepos, Jus Graecoromanum, VI, Athnes, p. 327-547.

 

Toufexis 2005 : P. Toufexis, Das Alphabetum vulgaris linguae graecae des deutschen Humanisten Martin Crusius (1526-1607). Ein Beitrag zur Erforschung der gesprochener griechischen Sprache im 16. Jh., Kφln [Neograeca Medii Aevi herausgegeben von Hans Eideneier. VII].

 

Troianos 1999 : S. Troianos, Οι πηγές του βυζαντινού δικαίου, AthθnesKomotini.roblewski 1988 : J. Wroblewski, « Les langages juridiques : une typologie », Droit et Sociιtι, 8, p. 15-30.

 

Zachariae 1839 : C.E. Zachariae, Historiae Iuris Graecoromani delineatio cum appendice ineditorum, Heidelbergae.

 Κ. Ι. Δυοβουνιώτου, «Θεοδόσιος Ζυγομαλάς», Θεολογία, τ. 1 (1923), σ. 159.

Read Full Post »