Εριφύλη
ὦ γλῶσσ᾽, ἐν οἷσιν ἀνδράσιν τιμὴν ἔχεις, ὅπου λόγοι σθένουσι τῶν ἔργων πλέον
ὅπου δὲ μὴ τἄριστ᾽ ἐλευθέρως λέγειν ἔξεστι, νικᾷ δ᾽ ἐν πόλει τὰ χείρονα,
ἁμαρτίαι σφάλλουσι τὴν σωτηρίαν γήρᾳ προσῆκον σῷζε τὴν εὐφημίαν
ἀρετῆς βέβαιαι δ᾽ εἰσὶν αἱ κτήσεις μόνης ἀνδρῶν γὰρ ἐσθλῶν στέρνον οὐ μαλάσσεται
πῶς οὖν μάχωμαι θνητὸς ὢν θείᾳ τύχῃ; ὅπου τὸ δεινόν, ἐλπίς οὐδὲν ὠφελεῖ.
ἄπελθε· κινεῖς ὕπνον ἰατρὸν νόσου
ΕΡΙΦΥΛΗ _ _· καὶ γὰρ Ἀργείους ὁρῶ
( Από την τραγωδία του Σοφοκλή Εριφύλη, από την οποία έχουν διασωθεί ελάχιστα αποσπάσματα).
Κόρη του Ταλαού, βασιλιά του Άργους και της Λυσιάνασσας και αδελφή του Άδραστου. Έγινε γυναίκα του Αμφιάραου και έκλεισε την διαμάχη του με τον αδελφό της για την κατοχή του θρόνου του Άργους. Έγινε αφορμή να σκοτωθεί ο άντρας της στον πόλεμο των «Επτά επί Θήβας». Πηγή της παράδοσης η «Θηβαΐς»*. Σύμφωνα μ’ αυτήν, ένα βράδυ φιλονίκησε ο Πολυνείκης των Θηβών μ’ έναν άλλο φυγάδα, τον Καλυδώνιο Τυδέα, μπροστά στ’ ανάκτορα του Άδραστου. Ο Άδραστος τους χώρισε, αλλά βλέποντας στις ασπίδες τους παραστάσεις κάπρου και λέοντα θυμήθηκε τον χρησμό που έλεγε πως έπρεπε να παντρέψει τις κόρες του μ’ έναν κάπρο κι’ ένα λιοντάρι κι’ έκανε τους φυγάδες γαμπρούς του με την υπόσχεση να τους βοηθήσει να γυρίσουν στην Θήβα. Ο Αμφιάραος εναντιώθηκε σε αυτή την απόφαση από την πρώτη στιγμή και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία, καθώς ως γνώστης της μαντικής ήξερε ότι από όσους θα έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία εκείνη, μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός, αλλά ο Πολυνείκης δωροδόκησε μ’ ένα χρυσό περιδέραιο** την Εριφύλη κι’ αυτή έπεισε τον άντρα της να πολεμήσει. Έτσι χάρη σ’ ένα κόσμημα ο Αμφιάραος σκοτώθηκε.
Απ’ τον πόλεμο γλύτωσε, χάρη στο θεογέννητο άλογό του, μόνον ο Άδραστος. Λένε πως οι Θηβαίοι επέστρεψαν τους νεκρούς είτε γιατί πιέσθηκαν απ’ τον Άδραστο είτε γιατί εξαναγκάσθηκαν απ’ τους συμμάχους τους Αθηναίους. Την πρώτη εκδοχή υποστηρίζουν οι Τραγικοί. Δεν αποκλείεται όμως να έμειναν οι νεκροί – σύμφωνα με τα ομηρικά θέσμια- βορά των θηρίων.
Ο Άδραστος πήρε μέρος και στην εκστρατεία των «Επιγόνων» αλλά μετά το θάνατο του γιού του Αιγιαλέα, αποτραβήχτηκε στα Μέγαρα, όπου και πέθανε από μελαγχολία.
Η Εριφύλη, λένε, σκοτώθηκε απ’ τον γιό της Αλκμέωνα.*** Ο Παυσανίας είδε κοντά στο ιερό του Αμφιάραου και στ’ ανάκτορα του Άδραστου στο Άργος, τον τάφο της και τον πέπλο της στο ναό της Δωτούς στα Γάβαλα.
Η δωροδοκία της στάθηκε προσφιλές θέμα της τέχνης. Στη Λάρνακα του Κύψελου, που βρίσκονταν στην Ολυμπία παριστάνονταν να κρατάει το μοιραίο περιδέραιο και τα παιδιά της Ευρυδίκη, Δημώνασσα και Αλκμέωνα, την ώρα που ξεπροβόδιζε τον Αμφιάραο.
Όσο για το περιδέραιο – σ’ αυτό και στο στέμμα της Αριάδνης οι μελετητές της μυθολογίας είδαν συμβολική εικόνα του ουράνιου τόξου – πέρασε στα χέρια πολλών. Επειδή όμως έφερνε όλεθρο στον κάτοχό του αφιερώθηκε, τελικά, στον Δελφικό ναό της Προναίας Αθηνάς.
Αργότερα, ο τύραννος των Φωκέων Φάϋλος (πέθανε στα 351 π.χ.) που λεηλάτησε τους θησαυρούς των Δελφών, το χάρισε στην ερωμένη του. Αυτή το φόρεσε για λίγο, γιατί ο νεώτερος γιός του, που τρελάθηκε, έβαλε φωτιά στο σπίτι και μαζί μ’ άλλους θησαυρούς κάηκε κι’ αυτό.
Υποσημειώσεις
* Έπος θηβαϊκού μυθικού κύκλου.
** Το περιδέραιο αυτό είχε δοθεί στην Αρμονία (την κόρη του Άρη και της Αφροδίτης ή του Δία και της Ηλέκτρας) την ημέρα των γάμων της με τον Κάδμο, είτε απ’ τον Κάδμο είτε από τους Θεούς που παραβρέθηκαν σ’ αυτούς. Ο γάμος αυτός είχε υμνηθεί απ’ τους ποιητές, ειδικά απ’ τον Θέογνι (15-18), Πινδ. αποσπ. ( Bergk, Ελλην. Λυρ. σ. 287 έκδ. γ’).
*** Γνωρίζοντας τα πάντα ο Αμφιάραος ως μάντης, άφησε φεύγοντας για τον μοιραίο πόλεμο σκληρή εντολή στα παιδιά του: όταν μεγαλώσουν να σκοτώσουν τη μητέρα τους γιατί τον είχε στείλει σε βέβαιο θάνατο επειδή είχε θαμπωθεί από ύποπτα δώρα. Αυτή την εντολή δεν την εκτέλεσαν αμέσως τα παιδιά τους. Πέρασαν δέκα χρόνια από την εποχή της πανωλεθρίας των «Επτά». Οι Επίγονοι των Επτά ήθελαν να εκδικηθούν τον θάνατο των πατέρων τους. Το Μαντείο των Δελφών τους είπε ότι μόνο αν είχαν αρχηγό τον Αλκμέωνα, τον γιο της Εριφύλης, θα νικούσαν. Τότε ο Θέρσανδρος, ο γιος του Πολυνείκη, δωροδόκησε και πάλι την Εριφύλη με τον πέπλο της Αρμονίας, οπότε η Εριφύλη έπεισε τον Αλκμέωνα να βοηθήσει τους άλλους Επιγόνους. Ωστόσο, ο Αλκμέων, παρότι πέτυχε η εκστρατεία, όταν επέστρεψε, σκότωσε την Εριφύλη για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του. Ο Απολλόδωρος (Γ 7, 2 και 5) γράφει ότι ο Αλκμέωνας και ο Αμφίλοχος μαζί σκότωσαν τη μητέρα τους μετά από σχετική εντολή του θεού Απόλλωνα. Το περιδέραιο και τον πέπλο της Αρμονίας, ο Αλκμέων τα αφιέρωσε στο ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς, ( Μύθος του Αλκμέωνα ).
Πηγές
-
Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1963 , «Ιστορία – Λαογραφία – Τέχνη – Επιστήμη», τόμος 7ος Αθήνα, 1963.
-
Παυσανίου, «Ελλάδος Περιήγησις/Κορινθιακά – Λακωνικά», Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2004.
Σχολιάστε