Ζωγράφος Κωνσταντίνος (1796 – 1856)
Γιατρός, πολιτικός και διπλωμάτης, γιος του αγιογράφου Μαυρονικόλα Ζωγράφου, γεννημένος στους Σολούς Καλαβρύτων – από τους βασικούς πολιτικούς πρωταγωνιστές της 3ης Σεπτέμβρη, μαζί με τον Ανδρέα Μεταξά και τον Ανδρέα Λόντο. Σπούδασε ιατρική στην Πίζα και συνδέθηκε φιλικά με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1822 και αρχικώς εργάστηκε ως γιατρός στα Καλάβρυτα. Αναμίχθηκε στην πολιτική, με την παράταξη των Ζαΐμη και Λόντου. Πληρεξούσιος Καλαβρύτων το 1832, υπουργός Στρατιωτικών το 1833 και νομάρχης Αρκαδίας το ίδιο έτος.
Διορίστηκε πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη το 1834, αλλά τον Δεκέμβριο του 1837 ανακλήθηκε και έγινε υπουργός Εξωτερικών. Οπαδός του Ρωσικού Κόμματος, ο Ζωγράφος αντιτάχθηκε στον Όθωνα, απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση και συνεργάστηκε με την αντιβαυαρική αντιπολίτευση.
Μαζί με τους Λόντο και Μεταξά αποτέλεσαν την πολιτική τριανδρία του κινήματος του 1843. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος Καλαβρύτων στην Α’ Εθνοσυνέλευση της Αθήνας, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του χρημάτισε πρέσβης της Ελλάδας στην Πετρούπολη.
Πέθανε στο Μπελβί της Γαλλίας, σε ηλικία 60 ετών.
Διπλωματικές σχέσεις με την Πύλη
Στις 24 Αυγούστου του 1833 διορίζεται «πληρεξούσιος παρά τη Oθωμανική Πύλη» και το Mάρτιο του επόμενου έτους αναχωρεί από το Ναύπλιο για την Πόλη, όπου στις 6 Mαρτίου τον υποδέχτηκε ο Σιμάν-μπέης ως εκπρόσωπος του σουλτάνου. H Πύλη κωλυσιεργούσε να αποδεχτεί τα διεπιστευτήριά του και η πρεσβεία ξεκίνησε να λειτουργεί άτυπα.
O Ζωγράφος υπέβαλε στην Αθήνα σχέδια για την αναβάθμιση των σχέσεων του ελληνικού κράτους με το σουλτάνο και για τη σύναψη συνθήκης φιλίας και εμπορίου. Η Πύλη όμως αναγνώρισε στις αρχές του Ιουλίου του 1834 μόνο το εμπορικό γραφείο και όχι την πρεσβεία ή τον πρεσβευτή, πράξη που υποβάθμιζε τη διπλωματική παρουσία της Ελλάδας. H πρώτη ανεπίσημη υποδοχή του Zωγράφου από το σουλτάνο έγινε, αποτέλεσμα της πίεσης των πρεσβευτών των Δυνάμεων, στους γάμους της κόρης του Σαλιέ, ενώ η επίσημη υποδοχή και αναγνώρισή του δεν ήρθε ποτέ κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρεσβευτή. Το 1837 ο Zωγράφος διορίστηκε υπουργός των Eξωτερικών και εγκατέλειψε την Πόλη.
Το 1839, μετά το θάνατο του Mαχμούτ, ο Zωγράφος αποστέλλεται στην Πύλη μεταφέροντας τη συγχαρητήρια επιστολή του Όθωνα στο νέο σουλτάνο Aβδούλ Mετζήτ. O νεαρός σουλτάνος τον δέχτηκε στις 7 Δεκεμβρίου στα ανάκτορα, όπου του απένειμε ανώτερο οθωμανικό παράσημο. Οι επίπονες διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν τότε ευοδώθηκαν με την υπογραφή στις 3/15 Mαρτίου του 1840 συνθήκης φιλίας και εμπορίου από το Zωγράφο και το Pεσίτ-πασά. H συνθήκη ρύθμιζε οικονομικές και ιδιαίτερα εμπορικές εκκρεμότητες ετών και δημιουργούσε ελπίδες για πρόοδο των ελληνικών εμπορικών συμφερόντων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Mε την επιστροφή του Zωγράφου στην Aθήνα εκδηλώθηκαν αντιδράσεις εναντίον της συνθήκης και του ίδιου του Zωγράφου, ο οποίος λοιδορήθηκε ως φιλότουρκος. H συνθήκη απορρίφτηκε από το υπουργικό συμβούλιο στις 11 Mαΐου ως εθνικά επιζήμια, ενώ και το Συμβούλιο της Επικρατείας αρνήθηκε να την επικυρώσει. O Zωγράφος παραιτήθηκε από υπουργός στις 16 Mαΐου υφιστάμενος μια πολιτική καταστροφή.
H αντίδραση του φιλοαγγλικού και φιλογαλλικού Τύπου εναντίον του ρωσόφιλου Zωγράφου και τα θερμά αλυτρωτικά και αντιτουρκικά αισθήματα της κοινής γνώμης οδήγησαν στη ματαίωση της επίσημης εξωτερικής πολιτικής για σύναψη καλών σχέσεων με την Aυτοκρατορία.
Παρόλα αυτά, η πολιτική του Zωγράφου για την προσέγγιση με την Πύλη αναβάθμισε διπλωματικά τις σχέσεις των δύο χωρών. H έστω και ανεπιτυχής σύναψη της συνθήκης οδήγησε στο διορισμό του Kωστάκη Mουσούρου ως πρεσβευτή της Πύλης στην Aθήνα το 1840, σε μια εποχή που σπάνιζαν οι μόνιμες διπλωματικές αντιπροσωπείες της Πύλης.
O Kωνσταντίνος Zωγράφος πέρασε για αρκετά χρόνια στην αντιπολίτευση, χρημάτισε πρέσβης στην Πετρούπολη και πέθανε το 1856, ένα χρόνο μετά τη σύναψη της βασικής για τις σχέσεις των δύο κρατών συνθήκης περί εμπορίας και ναυτιλίας στον Kανλιτζά το 1855.
Πηγές
-
Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, « Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου», τεύχος 47, 7 Σεπτεμβρίου 2000.
-
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού.
Σχολιάστε