Ναύπλιο – Napoli de Romanie, σχέδιο του François Dubuisson, 1698.
Το 1180 ο αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός διόρισε άρχοντα Ναυπλίου τον ντόπιο Θεόδωρο Σγουρό. Ο γιος του Λέων Σγουρός (1202-1208), έχοντας την πόλη ως πρωτεύουσα της ηγεμονίας του, επεξέτεινε την κυριαρχία του μέχρι την ανατολική Στερεά Ελλάδα και μέχρι τη Θεσσαλία. Ακολούθησε η Φραγκοκρατία μέχρι το 1388, οπότε το Ναύπλιο παραχωρείται στους Βενετούς, επί της εποχής των οποίων γνώρισε ιδιαίτερη ακμή. Ενισχύθηκε η οχύρωσή του και αυξήθηκε ο πληθυσμός του, γιατί συνέρρευσαν πολλοί άνθρωποι από πολλά μέρη, ιδίως μετά την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους.
Επί Ενετοκρατίας η πόλη έγινε εμπορικό κέντρο και το λιμάνι της παρουσίασε μεγάλη κίνηση. Το 1540 έπεσε στους Τούρκους ύστερα από τριετή πολιορκία. Το 1686 οι Ενετοί ξανακέρδισαν την πόλη, όταν την κατέλαβε ο στρατηγός Φραγκίσκος Μοροζίνι, ο οποίος αμέσως οχύρωσε το Παλαμήδι και κατέστησε το Ναύπλιο πρωτεύουσα του Μορέως, της ΒΑ Πελοποννήσου. Τότε ήταν που ονομάστηκε Νάπολι ντι Ρομάνια.
Το 1715 το ξαναπήραν οι Τούρκοι και το κατείχαν μέχρι την άλωση του Παλαμηδιού από τον Στάικο Σταϊκόπουλο στις 30 Νοεμβρίου 1822, ύστερα από τρεις διαδοχικές πολιορκίες συνολικής διάρκειας σχεδόν είκοσι μηνών…