Μάρκου Γεώργιος, ο Αργείος Αγιογράφος
Ο Γεώργιος Μάρκου γεννήθηκε γύρω στα 1690. Βέβαια, σχετικά με την γέννηση του δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο. (Ο Κώστας Δανούσης παίρνοντας υπόψη του ότι το πρώτο γνωστό του έργο, το καθολικό της Μονής Πετράκη, χρονολογείται το 1719, υπολογίζει ότι θα πρέπει να γεννήθηκε γύρω στα 1690). Έζησε στην Αττική, όπου πιθανόν ολοκλήρωσε την μόρφωσή του, αλλά επισκέφθηκε το Άγιο Όρος και την Βενετία. Το γιατί εγκαταστάθηκε στην Αττική δεν είναι εύκολο να εξακριβωθεί. Μια λογική υπόθεση είναι το γεγονός ότι εκεί οι αρχές του ΙΗ’ αιώνα συμπίπτουν με το ξεκίνημα μιας νέας εποχής, μετά την αποτυχημένη εκστρατεία και προσωρινή κατοχή της Αθήνας από το Μοροζίνη (1688). Οι κάτοικοι επιστρέφουν, ο πληθυσμός πυκνώνει και οι νέες εκκλησίες που κτίζονται ή οι παλαιότερες που ανακαινίζονται, έχουν ανάγκη από διακόσμηση. Τις νέες καλλιτεχνικές ανάγκες έρχονται να καλύψουν τεχνίτες από άλλες περιοχές, αφού στον τομέα αυτό η τοπική παράδοση ήταν αρκετά φτωχή. Τα έργα του είναι επηρεασμένα – όχι πάντα – από την τεχνοτροπία των Κρητικών αγιογράφων του 16ου και 17ου αιώνα.
Γνωστά έργα του Γεωργίου Μάρκου είναι:
Α. Οι τοιχογραφίες τμήματος του καθολικού της Μονής Πετράκη[1] το 1719. Σ’ αυτόν αποδίδεται μόνον ο κυρίως ναός. Το ιερό ανήκει σε άγνωστο παλαιότερο ζωγράφο, ενώ ο νάρθηκας είναι νεότατο έργο. Η παρουσία του Μάρκου στο μνημείο αυτό επιβεβαιώνεται από την παράδοση, η οποία όμως γίνεται αποδεκτή από όλους τους ιστορικούς της μεταβυζαντινής τέχνης, εκτός από τη Μ. Σωτηρίου, η οποία προτιμά να το αποσιωπήσει[2].
Β. Οι τοιχογραφίες του σπηλαιώδους ναΐσκου του Αγίου Γεωργίου του Χωστού στον Καρηττό Αττικής το 1727[3]. Μάλιστα στην κτητορική επιγραφή αναφέρεται πως «…ιστορήθησαν τα παρόντα τυπώματα υπό χειρός Γεωργίου Μάρκου». Φαίνεται πως είναι ακόμη αρκετά νέος, για να συνοδεύεται από μαθητές.
Γ. Οι τοιχογραφίες του ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου[4] στο Κορωπί το 1732. Εδώ πλέον η κτητορική επιγραφή μας πληροφορεί για την ύπαρξη μαθητών «…και ιστορήθη δε κατά το αψλβ’ δια χειρός Γεωργίου Μάρκου και των μαθητών αυτού Αντωνίου, Νικόλα Μπενιζέλου, έτι δε και Γεωργάκη (Κυπραίου) και Δημητρίου ιερέως πρώην Οικονόμου Φαναριού».
Δ. Οι τοιχογραφίες του καθολικού της Μονής της Φανερωμένης[5] στη Σαλαμίνα το 1735, αποτελούν το πλέον μεγάλο έργο του καλλιτέχνη και ίσως το τελευταίο σημαντικό έργο της μεταβυζαντινής τέχνης στον Ελλαδικό χώρο. Κι εδώ θα εργαστεί με τη βοήθεια των μαθητών του Νικολάου Μπενιζέλου, Γεωργάκη (Κυπραίου) και Αντωνίου (Μάρκου).
Ε. Τέλος, από τον ίδιο υπογράφονται και οι εξής φορητές εικόνες στο τέμπλο του καθολικού της Φανερωμένης[6]: (α) Η Μεταμόρφωση του Κυρίου (1740), όπου δίπλα στην ελληνική υπογραφή του καλλιτέχνη παρατίθεται και η λατινοϊταλική της έκδοση giorgio Marco m(e) p(inxit) gracia, (β) Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, εικόνα άριστης τέχνης, που υπογράφει μαζί με το μαθητή του Νικόλαο Μπενιζέλο το 1740, και (γ) Η Κοίμηση της Θεοτόκου το 1746, η οποία αποτελεί και το τελευταίο γνωστό έργο του Αργείου ζωγράφου.
Ο Γεώργιος Μάρκου θα πρέπει να πέθανε πριν το 1751, όταν οι μαθητές του, ο αδελφός του Αντώνιος και ο Γεώργιος Κυπραίος τοιχογράφησαν τους ναούς της Αγίας Θέκλας και Αγίας Παρασκευής στο Μαρκόπουλο[7]. Η παράδοση επιμένει, και ίσως σωστά, πως πέθανε μετά το τέλος της διακόσμησης της Φανερωμένης στη Σαλαμίνα, από χαρά μόλις είδε συμπληρωμένο το γιγάντιο πράγματι έργο του.
Η μεγάλη σε έκταση αγιογράφηση, οι πολλές σκηνές και τα ιδιαιτέρως πολλά πρόσωπα, προκάλεσαν τον θαυμασμό όχι μόνο των επισκεπτών αλλά και πολλών ειδικών που ασχολήθηκαν επισταμένως με το έργο του Μάρκου. Περίπου στις 3.597 ανέρχεται ο αριθμός των προσωπογραφιών του συγκεκριμένου έργου.
Ακολουθία Αγίου Πέτρου Άργους
Αρχικά, όποια γνώση διαθέταμε για το σεπτό πρόσωπο του Αγίου Πέτρου, πήγαζε από τις δύο ακολουθίες που είχαμε στην διάθεσή μας. Την πρώτη ακολουθία που είναι πολύ παλαιά και ο θεόπνευστος συνθέτης της παραμένει άγνωστος. Αυτή την ακολουθία βρήκε χειρόγραφη σκισμένη και τριμμένη ο αγιογράφος Γεώργιος Μάρκος ο επονομαζόμενος Ζωγράφος. Αφού την επιδιόρθωσε, την τύπωσε στη Βενετία το 1727[8] και την αφιέρωσε στην πατρίδα του, το Άργος «την του Πελοποννησιακού σκήπτρου Βασιλίδα» όπως γράφει.
Η αφιέρωση αυτολεξεί:
Περίβλεπτε και Εκλαμπροτάτη μοι Πατρίς,
τον οφειλόμενον ασπασμόν προσκομίζω.
Ύστερον αφ΄ ού οι ποταμοί εντρυφήσωσιν εις τους κάμπους, και λειμώνας, Θαλάσσας περιπολεύοντες, περικυκλούντες Πόλεις, τέλος αναπαύονται εις τον Ωκεανόν, εξ΄ού και εξέβησαν, προς σε τοίνυν ως προς όρμον τινά επανακάμπτει η παρούσα βίβλος, περιέχουσα την ακολουθίαν του εν Αγίοις Πατρός Πέτρου, του Θαυματουργού, και ημετέρου Ιεράρχου, την οποίαν ούσαν πρότερον χειρόγραφον, και άχρι του νύν σεσαθρωμένην τυγχάνουσαν, δι΄οικείων αναλωμάτων ταύτην τύποις εξέδωκα, εις δόξαν Θεού, και εις τιμήν και μνήμην του εν Αγίοις Πατρός ημών, και Ιεράρχου, ωσάν όμως οπού αρχαίον έθος νενόμισται, ότι αι νεωστί τυπούμεναι βίβλοι να αφιερώνωνται εις κάποια υπέροχα, και αξιωματικά πρόσωπα, ως δώρον ηθέλησα και εγώ να προσφωνήσω εις τι εξαίρετον υποκείμενον την παρούσαν, ποίος δε άλλος αξιώτερος, και εξαιρετώτερος εν εμοί, παρά σε την ημετέραν Πατρίδα, την του Πελοποννησιακού σκήπτρου Βασιλίδα, τούτο μεν αποδιδούς τα οικεία, προς τους οικείους, ως τέκνον σόν, αφιερώνω εις αίδιον μνήμην την του Πατρός ημών ακολουθίαν, αύθις προς τα οικεία, προς σε την ημετέραν Πατρίδα, μη έχωντας αξιώτερον δώρον, προσφωνώ την παρούσαν, δείχνωντας με τούτο, πόση είναι η αγάπη οπού προς σε προσφέρνω, φιλοφρόνως και ευλαβώς, την οποίαν και δέομαι να δεχτθήτε ασπασίως, εορτάζοντες ετησίως την του Πατρός ημών μνήμην, δια να είναι επισκεπτής, και ελευθερωτής σού της ποίμνης αυτού. Κύριος ο Θεός δια πρεσβειών του Αγίου ενδόξου Πατρός ημών Πέτρου ρύσαιτό σε της δεινής δουλείας, διατηρών σε ανεπηρέαστον εις έτη πολλά.
Της σής περιβλέπτου Εκλαμπρότητος προσφιλές τέκνον
Γεώργιος Μάρκος ο Ζωγράφος.
Η ακολουθία αυτή ανατυπώθηκε στο Ναύπλιο το 1836[9] και στην Αθήνα το 1861.
Την δεύτερη ακολουθία (Νέα) συνέθεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αργολίδας Δανιήλ ο οποίος την διαρρύθμισε και συμπλήρωσε μικρό Εσπερινό. Πολυγραφημένη δε, εξέδωσε μελοποιημένη ο Άρχων Λαμπαδάριος του Ιερού ναού της Μητροπόλεως Αθηνών Ευάγγελος Τζελάς. Αυτή χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα και έχει εγκριθεί από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας. (31 Μαρτίου 1870).
Υποσημειώσεις
[1] Γρηγορίου Καμπούρογλου, Μνημεία της ιστορίας των Αθηναίων, τ. I, Αθήναι 1891, σελ. 430· Αναστασίου Ορλάνδου, «Μνημεία της πεδιάδας των Αθηνών», στο Ευρετήριο Μνημείων της Ελλάδος, τ. Γ’, Αθήναι 1933, σελ. 127· Κωνσταντίνου Κυριακίδη, Έκφραση. Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη. [Αθήναι] 1972, σελ. 20 επόμ. και Μάνου Γ. Μπίρη, «Μεταγενέστερες προσθήκες στο καθολικά της Μονής Πετράκη στην Αθήνα» στο Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τόμος 2ος, Αθήνα 1982, σελ. 191 – 201.
[2] Μ. Σωτηρίου, «Το καθολικό της μονής Πετράκη Αθηνών», Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, Β’ (1962), σελ. 101-129.
[3] Αναστασίου Ορλάνδου, ό.π., σελ. 188, και Φώτη Κόντογλου, ό.π, σελ. 166 -167.
[4] Χαραλάμπους Γκητάκου, Χριστιανικοί αρχαιότητες της κωμοπόλεως Κορωπί. Αθήναι 1909, σελ. 24, και Φώτη Κόντογλου, ό.π., σελ. 167.
[5] Δ. Γρ. Καμπούρογλου, Αθηναϊκόν αρχοντολόγιον. Αθήναι 1921, σελ. 140 επόμ. Γεωργίου Λαμπάκη, Memoire sur les antiquités chrétiennes de la Grèce. Athènes 1902, σελ. 84· Γεωργίου Σωτηρίου, «H εν Σαλαμίνι μονή της Φανερωμένης», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, Α’ (1924), σελ. 109 – 137, ειδικά 121-129· Μιχαήλ Γκητάκου, Η εν Σαλαμίνι ιερά μονή της Φανερωμένης. Αθήναι 1952, σελ. 45 επάμ. και του ιδίου, Η Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνος εξ απόψεως ιστορικής, αρχαιολογικής και αγιογραφικής. Εν Αθήναις 1966, σελ. 116 επόμ.
[6] Γεωργίου Σωτηρίου, ό.π., σελ. 126.
[7] Αναστασίου Ορλάνδου, «Ναοί των Καλυβιών Κουβαρά», Αθηνά, 35 (1923), σελ. 165 – 190· Γεωργίου Σωτηρίου, ό.π., σελ. 122 (και υποσ. 2 και 3) Ανδρέου Ξυγγοπούλου, ό.π., σελ. 289· Φώτη Κόντογλου, ό.π, σελ. 169, και Μ. Λάζαρη, «Οι τοιχογραφίες του ναού της Αγίας Παρασκευής στο Μαρκόπουλο Μεσογείων», Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, περ. Δ’, 11 (1982 – 83), σελ. 191 – 223. Η κ. Ελένη Γκίνη – Τσοφοπούλου αποδίδει στο Γεώργιο Μάρκου και την αγιογράφηση του Αγίου Αθανασίου Κουβαρά, κάτι που κανείς άλλος ιστορικός τέχνης δεν υποστηρίζει. Βλέπετε Ελένης Γκίνη – Τσοφοπούλου, «Μεταβυζαντινοί χρόνοι – Περίοδος Τουρκοκρατίας», στον τόμο Μεσογαία Έκδοση Αερολιμένος Μεσογείων «Ελευθέριος Βενιζέλος», σελ. 199 – 203 (φωτ. 13,14,15).
[8] «Ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Πέτρου Αρχιεπισκόπου Άργους και Ναυπλίου του Θαυματουργού. Ετυπώθη αναλλώμασι μεν του χρησιμωτάτου κυρίου κυρίου Γεωργίου Μάρκου του Ζωγράφου, συνδρομή δε του χρησιμωτάτου και εκλαμπροτάτου κόμητος κυρίου κυρίου Νικολάου Ταρωνίτη του εξ Αθηνών. Ενετίησιν αψκθ΄. Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων». Κωνστ. Κυριακόπουλος. Αγίου Πέτρου επισκόπου Άργους. Βίος και Λόγοι.
[9] «Εν Ναυπλίω εκ της τυπογραφίας Κωνσταν. Τόμπρα Κυδωνιέως και Κωνσταντίνου Ιωαννίδου Σμυρναίου 1836. Η έκδοση όμως αυτή, όπου ο άγιος Πέτρος συνάπτεται με το Ναύπλιον και όχι με το Άργος, υπήρξε αιτία διαμάχης μεταξύ των δύο πόλεων. Επί πλέον αναφέρει λανθασμένα, όπως και η επόμενη, ως χρονολογία της πρώτης έκδοσης το 1727 αντί 1729». Κώστας Δανούσης. «Ο Αργείος αγιογράφος Γεώργιος Μάρκου στο πλαίσιο της Μεταβυζαντινής παράδοσης. Αργειακή Γη».
Πηγές
- Κώστας Δανούσης, «Ο Αργείος αγιογράφος Γεώργιος Μάρκου», Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Άργους, Αργειακή Γη, Ειδική έκδοση Δεκέμβρης 2004.
- Πατήρ Γεώργιος Σελλής, Άγιος Πέτρος Επίσκοπος Άργους Σημειοφόρος και Θαυματουργός, Έκδοσις Καθεδρικού Ιερού Ναού Αγίου Πέτρου, Άργος 2008.
Σχολιάστε