Σιώκος Αθανάσιος (Θάνος, 1897-1935)
Αντιπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού από το Ναύπλιο [1] και θύμα του κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935 [2]. Υπήρξε Αντιπλοίαρχος- Αρχιεπιστολέας και στο χώρο της δολοφονίας του, στο Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, όπου και κατοικούσε, υπάρχει επιτύμβια πλάκα, στην οποία αναγράφεται το εξής κείμενο: «Νόμοις Πατρίδος Πειθόμενος Ευγενής Ανήρ Τήδε Κείται Πεσών Υψηλόν Παράδειγμα Πασίν Αντιπλοίαρχος Β Ναυτικού ΑΘΑΝΑΣΙΩ Χ ΣΙΩΚΩ ΑΡΧΙΕΠΙΣΤΟΛΕΙ Β ΝΑΥΣΤΑΘΜΟΥ ΠΕΣΟΝΤΙ ΩΔΕ ΤΗ 1ΜΑΡΤΙΟΥ 1935. Οι ενόπλοις Αυτού Συνάδελφοι ΑΝΕΘΗΚΑΝ».
Την ημέρα που εξερράγη το κίνημα ειδοποιήθηκε ότι στασιαστές αξιωματικοί έφθασαν στο Ναύσταθμο για να τον καταλάβουν. Αμέσως έδωσε το σήμα του συναγερμού και με το πιστόλι στο χέρι, έσπευσε στον αστυνομικό σταθμό. Εκεί βρήκε τρεις στασιαστές αξιωματικούς, οι οποίοι τον πυροβόλησαν, με αποτέλεσμα να πέσει νεκρός από τις σφαίρες τους.
Πήρε μέρος στους Πολέμους 1917-1918 και στη Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922). Διετέλεσε συντάκτης της «Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας» του 1930.
Υπήρξε Διοικητής μοίρας αντιτορπιλικών και ανθυποβρυχιακών έργων, ενώ το 1919 έφερε στο Ναύσταθμο κατ΄ εντολή της υπηρεσίας του τα γερμανικά υπερτηλεβόλα ΡΥΡ από το Κίελο, ενώ δίδαξε Πυροβολική στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων της Νορβηγίας. Το 1924, βραβεύθηκε για τη μελέτη του «Η νήσος Ελιγολάνδη» από την Βασιλική Ναυτική Ακαδημία της Νορβηγίας και το 1930 βραβεύθηκε από το Βασιλικό Ναυτικό της Ελλάδας για το έργο του «Μαθήματα Εξωτερικής Βλητικής και Πυρίτιδων».
Υπηρέτησε σε πλοία επιφανείας και σε επιτελικές και διοικητικές θέσεις πολλές από τις οποίες είχαν σχέση με το πυροβολικό. Χρημάτισε καθηγητής στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων στην έδρα πυροβολικής τα έτη 1921,1923,1931 και 1932.
Έλαβε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επί του Θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ» καθώς και στις ναυτικές επιχειρήσεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας, επί του Θωρηκτού «Ύδρα» και του αντιτορπιλικού «Ασπίς» και ως κυβερνήτης του τορπιλοβόλου «Αρέθουσα». Επίσης διετέλεσε κυβερνήτης του επίτακτου «Αρχιπέλαγος» και του τορπιλοβόλου «Σμύρνη». Διευθυντής Πυροβολικού του Ναυστάθμου Σαλαμίνας και κυβερνήτης του αντιτορπιλικού «Πάνθηρ» το 1934.
Νυμφεύθηκε την Αγγελική Πεζοπούλου, κόρη του καθηγητή ιατρικής Νικολάου Κ. Πεζόπουλου, και απέκτησε δύο παιδιά: το Χρήστο Σιώκο, Μάχιμο Αξιωματικό του Βασιλικού Ναυτικού μέχρι και το 1948 και στη συνέχεια – μετά από σπουδές στο Στάνφορντ- ηλεκτρολόγο – μηχανολόγο και Γενικό Διευθυντή της Καναδικής Τηλεόρασης και την Καίτη Λιακοπούλου, Φιλόλογο, σύζυγο του ιατρού χειρουργού Κεφαλής και Τραχήλου Αντωνίου Λιακόπουλου.
Απέκτησε τρία εγγόνια τον Θάνο Σιώκο κάτοικο Καναδά και τους Τάσο και Θάνο Λιακόπουλο κατοίκους Αθηνών. Πατέρας του αείμνηστου ήρωα ήταν ο Χρήστος Σιώκος, δικηγόρος Ναυπλίου και μητέρα του η Αικατερίνη Οικονομοπούλου εκ Συκιάς Κορινθίας. Δρόμοι στην Αθήνα, στην Καλλιθέα και στο Ναύπλιο έχουν το όνομά του.
Υποσημειώσεις
[1] Στον ιστότοπο «aetogenia» αναφέρεται ότι γεννήθηκε στο Κιάτο το 1897 και ήταν Ναυπλιακής καταγωγής.
[2] Οι πολιτικές εξελίξεις του 1935, καθώς και των επόμενων χρόνων, σημαδεύτηκαν από το Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, με πρωταγωνιστές από τη μια τους βενιζελικούς αξιωματικούς και από την άλλη την αντιβενιζελική κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη. Το Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 απέβλεπε στην αποτροπή της παλινόρθωσης της βασιλευόμενης δημοκρατίας. Πίσω από το στόχο αυτό βρισκόταν η επιθυμία των απότακτων βενιζελικών αξιωματικών να ξαναγυρίσουν στο στράτευμα και να προχωρήσουν σε ριζικές εκκαθαρίσεις των αντιφρονούντων, καθώς και η επιδίωξη των πολιτικών της ίδιας παράταξης να επανέλθουν στην εξουσία.
Πηγές
-
Νέλλη Χρονοπούλου – Μάρω Βουγιούκα – Βασίλης Μεγαρίδης, «Οδωνυμικά του Ναυπλίου», έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, 1994.
Σχολιάστε