Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των Νησιών του Αιγαίου, 15ος – Αρχές 19ου αιώνα | Δημήτρης Δημητρόπουλος
Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Τετράδια εργασίας 27
Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των Νησιών του Αιγαίου, 15ος – Αρχές 19ου αιώνα
Δημήτρης Δημητρόπουλος, Αθήνα 2004
Η μελέτη του πληθυσμού των νησιών του Αιγαίου για τη χρονική περίοδο πριν τη διεξαγωγή κρατικών απογραφών προσκρούει στο πρόβλημα της έλλειψης αξιόπιστων πηγών. Τα τεκμήρια που διασώζονται είναι περιορισμένα και διάσπαρτα και οι πληροφορίες που αντλούνται από αυτά αποσπασματικές – συχνά με μεγάλα χάσματα, τα οποία δεν επιτρέπουν τα σχηματιστεί μια εικόνα της εξέλιξης του πληθυσμού- ενώ πολλές φορές είναι αναξιόπιστες, φανταστικές ή και σκόπιμα παραπλανητικές. Χαρακτηριστικό των μαρτυριών για τον πληθυσμό που συλλέγονται από τις προστατιστικές πηγές είναι ότι προέρχονται από τεκμήρια ποικίλης προέλευσης που συντάχθηκαν για διαφορετικούς λόγους και συγκεντρώνουν διαφορετικά ποιοτικά γνωρίσματα. Συχνά μάλιστα η μαρτυρία για τον πληθυσμό μίας περιοχής δεν προκύπτει ευθέως από τη διαθέσιμη πηγή, αλλά συνάγεται έμμεσα μετά από επεξεργασία και λογικές αναγωγές επί των υπαρχόντων στοιχείων.
Ακόμη και στις περιπτώσεις που έχουμε καταμετρήσεις ή άλλα απογραφικού τύπου στοιχεία, αυτά δεν έχουν συλλεγεί με σκοπό την απογραφή του πληθυσμού αλλά για φορολογικούς σκοπούς, και συνεπώς υπόκεινται στη λογική και στις προτεραιότητες που θέτουν οι ανάγκες της καταγραφής των φορολογουμένων και της κατανομής των φόρων.
Το τοπίο λοιπόν στο χώρο αυτό είναι θολό, καθώς οι όποιες μαρτυρίες υπάρχουν δίνουν μία κάποια εικόνα του πληθυσμού των νησιών του Αιγαίου, δεν επιτρέπουν όμως ακριβείς προσεγγίσεις και επεξεργασίες των πληθυσμιακών δεδομένων.
Η μελέτη που ακολουθεί χωρίζεται σε δύο μέρη.
Στο πρώτο εξετάζονται οιποικίλες πηγές από τις οποίες μπορούν να αντληθούν πληροφορίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου και γίνεται μία απόπειρα προσέγγισης των προβλημάτων που ανακύπτουν όταν επιχειρείται να εξαχθούν πορίσματα για τον πληθυσμό και τα φαινόμενα που σχετίζονται με αυτόν από προστατιστικές πηγές.
Παράλληλα, εξετάζονται οι όροι και οι δυνατότητες των προστατιστικού χαρακτήρα πηγών να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα που σχετίζονται με τη μελέτη των πληθυσμών, όπως είναι η σύνθεση και το μέγεθος της οικογένειας, η σχέση και η αντιστοιχία των φορολογικών εννοιών που χρησιμοποιούνται στα φορολογικά κατάστιχα με τις δημογραφικές έννοιες, η συνδυαστική από κοινού χρήση διαφόρων τύπων τεκμηρίων με στόχο την άντληση του συνόλου των στοιχείων και τον πληρέστερο έλεγχο αξιοπιστίας τους, η αλίευση στις πηγές της εποχής πληροφοριών που αφορούν το φύλο, τις ενθοπολιτισμικές, θρησκευτικές, κοινωνικές, επαγγελματικές ή άλλες ομάδες. Ειδική αναφορά, μέσα από την αναλυτική εξέταση της απογραφής ενός νησιού, της Αμοργού, γίνεται στις καταγραφές της καποδιστριακής περιόδου που αποτελούν και τις πρώτες απόπειρες συστηματικής καταγραφής του πληθυσμού με την ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Αντικείμενο διερεύνησης αποτελεί επίσης ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνονται στις ποικίλες πηγές της περιόδου, παράγοντες που επιδρούν στην εξέλιξη του νησιωτικού πληθυσμού, όπως τα πολεμικά γεγονότα, οι ασθένειες και οι επιδημίες, οι φυσικές καταστροφές, η μετανάστευση και οι μετακινήσεις των κατοίκων.
Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται συστηματικές αποδελτιώσεις των μαρτυριών που αφορούν τους πληθυσμούς των νησιών του Αιγαίου που ενσωματώθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές στο ελληνικό κράτος, όπως αυτές συλλέχθηκαν από ποικίλου χαρακτήρα και προέλευσης πηγές. Το πληροφοριακό υλικό καλύπτει ένα ευρύ χρονικό διάστημα αρχίζει από τον 15ο αιώνα και εκτείνεται μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1830, έως την εποχή δηλαδή από τηνοποία αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες σχετικώς αξιόπιστες απογραφικού χαρακτήρα πηγές.
Με τον τρόπο αυτό συγκροτείται ένα σώμα τεκμηρίων για τους νησιωτικούς πληθυσμούς ποικίλης προέλευσης και αξιοπιστίας, που συνιστά κατ’ αρχήν ένα εργαλείο δουλειάς για το μελετητή του νησιωτικού χώρου. Η συναγωγή αυτή μαρτυριών για τον πληθυσμό του Αιγαίου σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης. Η συνέχιση και διεύρυνση της έρευνας ενδεχομένως θα προσθέσει αρκετές ακόμη μαρτυρίες. Νομίζω όμως ότι με το υπάρχον τεκμηρωτικό υλικό σχηματίζεται μια εικόνα τόσο του εύρους όσο και της ποιότητας των πηγών, ενώ παράλληλα δημιουργείται ένα αρχικό σώμα τεκμηρίων, ανοικτό σε νέες συνεισφορές, προσθήκες, βελτιώσεις και διορθώσεις, στο πνεύμα ακριβώς της αρχικής σύλληψης των Τετραδίων Εργασίας του ΚΝΕ/ΕΙΕ, που είχαν δέσει ως στόχο την κυκλοφορία και διάχυση των ιστορικών πληροφοριών, όταν αυτές κριθούν ότι φτάνουν σε μία ικανοποιητική πύκνωση γύρω από ένα θέμα, πριν την «οριστική» τους δημοσίευση.
Η συλλογή του τεκμηριωτικού υλικού για την εργασία αυτή άρχισε επ’ αφορμή του ερευνητικού προγράμματος «ΑΙΓΑΙΟ. Ιστορική μελέτη των οικισμών και η αρχιτεκτονική της κατοικίας», το οποίο διεξήχθη την τριετία 1995-1998 από το Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν συνεχίστηκε -με κυμαινόμενη είναι αλήθεια ένταση- η συλλογή μαρτυριών και ο έλεγχος όσων πληροφοριών είχαν ήδη εντοπιστεί σε βιβλιογραφικές πηγές, μελέτες και άλλα βοηθήματα […]
Απόσπασμα από την εισαγωγή του τόμου.
Σχολιάστε