Στρατιωτική Μουσική κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821|Θανάσης Τρικούπης – Σάββας Γκριτζέλης
Η παρούσα μελέτη παρουσιάζει πληροφορίες για τη στρατιωτική μουσική κατά την περίοδο του αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας, τη δεκαετία του 1820, όπως αυτές εμπεριέχονται διάσπαρτες σε διάφορα τεκμήρια της εποχής εκείνης. Τα στοιχεία που καταγράφονται αφορούν στα σώματα, τακτικής και άτακτης μορφής, που έδρασαν στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και στην εν τέλει απελευθερωμένη Ελλάδα. Το αρχειακό υλικό αναφέρεται σε ποικίλες δραστηριότητες στρατιωτικής μουσικής. Ως επί το πλείστον, αυτές σχετίζονται κυρίως με την οργάνωση, την άσκηση και τον έλεγχο του στρατεύματος, καθώς και την εφαρμογή συλλογικών ενεργειών μέσω της ηχητικής μετάδοσης του κελεύσματος. Κατά δεύτερο λόγο, παρατηρούνται τελετουργικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
Έτος 1821
Μολδοβλαχία – Αλέξανδρος Υψηλάντης – Ιερός Λόχος
Η πρώτη μαρτυρία περί στρατιωτικής μουσικής αφορά στο στράτευμα που οργάνωσε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατά την έναρξη της επανάστασης στην Μολδοβλαχία τον Φεβρουάριο του 1821. Ειδικότερα, καταγράφονται τύμπανα και σάλπιγγες και ένα συγκρότημα που τραγουδούσε τραγούδια του Ρήγα Φεραίου και του Αδαμάντιου Κοραή.[1]
Αναφερόμενος στον Ιερό Λόχο, ο Κωνσταντίνος Ράδος γράφει τα εξής: «…του τάγματος προπορεύονται σαλπιγκταί και τυμπανισταί, αλλά και μουσική χάλκινων οργάνων, ήτις συνηθέστατα παίζει το θούριον των Φιλικών…». Σε υποσημείωση ο ίδιος αναφέρει: «Το εμβατήριο του οποίου περιεσώθη και η μουσική, είναι ποίημα του Κοραή και εγράφη το 1800 δια την εν Αιγύπτω υπό των Βοναπάρτην ταξιαρχίαν των Ακροβολιστών της Ανατολής…».[2]
Κατά τη μάχη του Δραγατσανίου στις 7 Ιουνίου 1821 οι Οθωμανοί συνέλαβαν τους κελευστικούς μουσικούς και τους υποχρέωσαν να παίξουν το ανακλητικό τυμπάνισμα. Με αυτόν τον τρόπο εμφανίστηκαν κάποιοι διασκορπισμένοι ιερολοχίτες στα γύρω δάση και συνελήφθησαν.[3] O τρόπος σύλληψης των Ιερολοχιτών δια του ανακλητικού των τυμπάνων επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή του Pouqueville: «Ο ιερός λόχος ακίνητος μικρόν κατά μικρόν πίπτει· πεντήκοντα των πολεμιστών αυτού ακούοντες σημαίνουσαν την πρόσκληση επανέρχονται εις τα βήματα αυτών και πίπτουσι θύματα του στρατηγήματος των Οσμανλήδων οίτινες κατέσχον τα τύμπανα των Εταιριστών».[4]
Σύμφωνα με οθωμανικές πηγές, από την μάχη του Ιερού Λόχου στο Δραγατσάνι στις 7 Ιουνίου 1821, συνελήφθησαν και εστάλησαν στην Κωνσταντινούπολη 74 αιχμάλωτοι, 6 τηλεβόλα, τύμπανα και σάλπιγγες, καθώς και ακρωτηριασμένα ανθρώπινα μέλη (κεφαλές και ώτα στρατιωτών). Οι αρχηγοί των αιχμαλώτων εκτελέστηκαν, οι υπόλοιποι φυλακίστηκαν, ενώ τα μουσικά όργανα και τα ακρωτηριασμένα μέλη τοποθετήθηκαν στην αυλή του σουλτανικού παλατιού Τοπ-Καπί προς παραδειγματισμό.[5]
Επανάσταση στην Αττική – Πολιορκία της Ακρόπολης
Σύμφωνα με το ημερολόγιο του Ολλανδού προξένου στην Αθήνα, Domenico Origone, οι πληροφορίες για το ξέσπασμα της επανάστασης στην Πελοπόννησο άρχισαν να φτάνουν στην Αθήνα στις 7 Απριλίου του 1821.[6] Σε διάστημα ενός μήνα τα επεισόδια είχαν γενικευτεί, με αποτέλεσμα οι Οθωμανοί να κλειστούν στο φρούριο της Ακρόπολης. Ανάμεσα στα σώματα που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις αναφέρεται και ένα που ήλθε από την Κέα και διέθετε κελευστικούς μουσικούς:
«Οι κάτοικοι της Τζιας έστειλαν 40 άνδρες, Τζιώτες και άλλους ναυτικούς, όλους με πηλίκια. Ανάμεσά τους αρχηγός είναι κάποιος κ. Μιχαήλ Πάγκαλος, που δεν είναι μολαταύτα αυτός που εκπροσωπεί διάφορα προξενεία στη Τζια. Φορεί πηλίκιο και στολή Ρώσου ταγματάρχη. Αυτός ο λόχος διαθέτει ένα τυμπανιστή, ένα κλαρινετίστα και ένα μεγάλο στρατιωτικό τύμπανο, ένα ιερέα, ένα γιατρό κ.λ».[7]
Το πνευστό μουσικό όργανο, εάν συνδυαστεί με την αντίστοιχη περιγραφή του Gordon,[8] πιθανώς να μην ήταν κλαρινέτο αλλά σάλπιγγα, η οποία στη γαλλική ονομαζόταν Clairon.
Σώμα της Πολιτείας των Ιονίων Νήσων
Νέα καταγραφή κελευστικής μουσικής γίνεται στην Πελοπόννησο στο Σώμα της Πολιτείας των Ιονίων Νήσων τον Ιούνιο του 1821. Το στρατιωτικό αυτό σώμα από την Ζάκυνθο και την Κεφαλληνία υπό τους Ευάγγελο Πανά, Ανδρέα Μεταξά, Γεράσιμο Βίκτωρος Φωκά και Κωνσταντίνο Μεταξά, είχε χαρακτηριστικά Τακτικού Στρατού. Διέθετε περί τους 450 άνδρες, 4 τηλεβόλα και επαρκή πολεμοφόδια. Διέθετε επίσης δύο ιερείς και μουσικούς, ενώ κατά τις νυχτερινές ώρες ανάπαυσης των στρατιωτών, τοποθετούνταν σκοποί. «Κατά πάσαν πρωίαν οι ιερείς αυτού έψαλλον την αγίαν παράκλησιν, οι τυμπανισταί έκρουον τα τύμπανα αυτών, οι σαλπιγκταί εσάλπιζον…».[9]
Παρόμοια εικόνα για την καθημερινότητα στο μικρό αυτό στράτευμα δίνει ο Σπυρίδων Τρικούπης στην δική του περιγραφή. «Την γ΄ ώραν μετά την δύσιν του ηλίου εψάλλετο η παράκλησις, εκρούοντο τα τύμπανα, ετάττονται φυλακαί κράζουσαι εκ διαλειμμάτων, “γρηγορείτε”, έπιπτε μία κανονία, και οι στρατιώται επεχώρουν εις τας θέσεις των· το πρωί εψάλλετο πάλι η παράκλησις, εκρούοντο τα τύμπανα, ήχουν αι σάλπιγγες και έπιπτεν άλλη κανονία».[10]
Φιλέλληνες εθελοντές
Οι πρώτοι που κατέφθασαν το καλοκαίρι του 1821 ήταν Ιταλοί φυγάδες, στους οποίους περιλαμβάνονταν αξιωματικοί των Καρμπονάρων και των αποτυχημένων επαναστάσεων του Πιε Μόντε, αλλά και επιφανείς πολίτες των παπικών κρατών.
Τα λιμάνια του Ναβαρίνου, της Καλαμάτας, της Κυπαρισσίας και της Μονεμβασιάς ήταν αυτά που υποδέχθηκαν τις πρώτες αποστολές φιλελλήνων. Ωστόσο η υποδοχή των Ελλήνων προς τους φιλέλληνες εθελοντές διέφερε σημαντικά και εκτείνονταν από τα όρια του πανηγυρισμού έως αυτά της δυσπιστίας. «Μερικές φορές υποδέχονταν τους εθελοντές με πανηγυρικές ομοβροντίες. Έβγαιναν οι λαμπροφορεμένοι ξένοι, με τους πράσινους και πορφυρούς μανδύες, τις κομψές στολές και τις καλογυαλισμένες μπότες, με μετάλλια, τα σειρήτια και τις επωμίδες, με τα τερατώδη κράνη και τους επιβλητικούς πίλους στα φτωχολιμάνια του Μωριά. Και όταν η αποστολή ήταν πολυμελής και οργανωμένη βάδιζαν συντεταγμένοι και με τυμπανιστή επικεφαλής». [11]
Δίκτυα πρακτόρων
Η καχυποψία των Ελλήνων έναντι ορισμένων εθελοντών δεν ήταν κενή περιεχομένου. Όπως δημοσιεύτηκε ένα χρόνο αργότερα (1822), η Πελοποννησιακή Γερουσία απέπεμψε 27 εθελοντές που αποδείχτηκε ότι ήταν πράκτορες των Τούρκων. Χαρακτηριστική υπήρξε η περίπτωση ενός Γάλλου με το όνομα Μαρί, ο οποίος συστήθηκε ως αξιωματικός της φρουράς του Ναπολέοντα και λίγο αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ήταν αρχιτυμπανιστής. «Στην Κόρινθο ζούσε με μια Τουρκάλα. Τον υποπτευόταν οι συνάδελφοί του, τον παρακολουθούσαν και ανακάλυψαν πως μιλούσε τούρκικα μαζί της. Όπως πολλοί από τους ξένους εθελοντές, είχε υπηρετήσει στο στρατό του Αλήπασα».[12]
Σώμα Δημητρίου Υψηλάντη – Παίδες τυμπανιστές
Ο Δημήτριος Υψηλάντης αφίχθηκε στην Ύδρα στις 8 Ιουνίου 1821 ως εκπρόσωπος του αδελφού του Αλέξανδρου, αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, φέρνοντας μαζί του τα απαραίτητα υλικά και πολεμοφόδια για τη σύσταση μικρού τακτικού στρατιωτικού σώματος. Την οργάνωση και εκπαίδευση του σώματος ανέθεσε στον Joseph Baleste,[13] ο οποίος ήταν Γάλλος αξιωματικός που είχε υπηρετήσει στον στρατό του Ναπολέοντα με τον βαθμό του ταγματάρχη.
Ο Baleste οργάνωσε σύντομα στην Καλαμάτα 3 λόχους, αποτελούμενος από 100 άνδρες έκαστος και τους εκπαίδευε σύμφωνα με τον γαλλικό κανονισμό. Στις 23 Αυγούστου 1821 εμφανίστηκε πλησίον των ακτών της ελεύθερης Καλαμάτας ο οθωμανικός στόλος και επιχειρήθηκε απόβαση στρατευμάτων του. Η απόβαση αποκρούστηκε από το μικρό τακτικό σώμα του Baleste, το οποίο διέθετε καθώς μαρτυρείται κελευστική μουσική. «Οι εν τοις πλοίοις γενίτσαροι, ιδόντες παρατεταγμένον τακτικόν στράτευμα, ηχούντων των σαλπίγγων και τυμπάνων αυτού και αγνοούντες τα διατρέχοντα, ήτοι οποίος στρατός ήτο ούτος, κατελήφθησαν υπό φόβου, μη θέλοντες ν’ αποβώσι· ως εκ τούτο ο εχθρικός στόλος διήλθεν εκείθεν εν απραξία. Η μικρά αύτη πράξις του τακτικού σώματος επροξένησε χαράν και προθυμία εις τους άνδρας αυτού, συνέτεινε δε πολύ και εις την υπόληψιν αυτών παρά τοις πολίταις, κατατασσομένοις σε αυτό».[14]

Joseph Baleste, επιζωγραφισμένη λιθογραφία, έργο του Adam Friedel, 1829. Ιωσήφ Βαλέστ ή Βαλέστρας ή Μπαλέστρας (Joseph Balestra, 1790-1822), Γάλλος φιλέλληνας αξιωματικός, κορσικανικής καταγωγής, που γεννήθηκε στην Κρήτη. Κατέχει εξέχουσα θέση στην Ελληνική Επανάσταση, καθώς θεωρείται ο πρώτος εκπαιδευτής και διοικητής των Ελλήνων στρατιωτικών. Γεννήθηκε το 1790 στα Χανιά της Κρήτης, αλλά πολιτογραφήθηκε Γάλλος και πέθανε το 1822, μαχόμενος ηρωικά για την απελευθέρωση της Ελλάδος.
Τον Σεπτέμβριο του 1821 και κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Τριπολιτσάς από τις επαναστατικές δυνάμεις, έγινε γνωστή πληροφορία περί έλευσης του οθωμανικού στόλου στον Κορινθιακό κόλπο. Κατόπιν αυτού, αποφασίστηκε η μετάβαση εκείθε του τακτικού σώματος του Υψηλάντη, αποτελούμενο από 250 άνδρες και ενός σώματος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, δύναμης 500 ανδρών, διοικούμενο από τους υιούς του, Γενναίο και Πάνο.
Η πληροφορία δεν επαληθεύτηκε και τα σώματα εκκίνησαν τον δρόμο της επιστροφής στις 26 Σεπτεμβρίου. Οι πορείες των 20 και 30 μιλίων καθημερινά μέσα από δύσβατες περιοχές και κάτω από υψηλές θερμοκρασίες ήταν επίπονες. Κατά τη διάρκεια μιας νυχτερινής ανάπαυσης έφτασε η πληροφορία για την επίθεση των εχθρικών δυνάμεων. «Την νύχτα ειδοποιηθήκαμε ότι ο τουρκικός στόλος είχε μπει στον κόλπο της Ναυπάκτου και ότι είχαν αποβιβάσει στρατεύματα και κάψει την Βοστίτσα, μια μικρή πόλη 40 περίπου μίλια μακριά από την Καρύταινα. Τα τύμπανα χτύπησαν και βαδίσαμε ξημερώματα προς τη Βοστίτσα». Στην συνέχεια της αφήγησης της πορείας καταγράφεται για πρώτη φορά η ύπαρξη παίδων τυμπανιστών κατά τα πρότυπα του Γαλλικού και άλλων Ευρωπαϊκών στρατών. «Ο συνταγματάρχης Baleste κρατούσε τους άνδρες του σε εξαιρετική πειθαρχία και σε αυτή την επίπονη πορεία μόνο δύο μικροί τυμπανιστές λιποτάκτησαν».[15]
Η πληροφορία για την χρήση τυμπάνων στο σώμα του Δημήτριου Υψηλάντη επιβεβαιώνεται και από την μαρτυρία του Άγγλου εθελοντή Humphreys, ο οποίος συμμετείχε στην επιχείρηση αυτή. «Ο Υψηλάντης έστειλε έναν υπασπιστή στην Πάτρα για πληροφορίες σχετικά με τις κινήσεις του τουρκικού στόλου. … Τη νύχτα έφτασε η πληροφορία πως ο τουρκικός στόλος μπήκε στον Κορινθιακό και έκαψε την Βοστίτσα. Τα τύμπανα χτύπησαν συναγερμό και χαράματα το σύνταγμα ξεκίνησε».[16]
Έτος 1822
Σώμα Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Την 1η Μαρτίου 1822 το σώμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στρατοπέδευσε πλησίον της Πάτρας, στο χωριό Σαραβάλι, ενισχυόμενο από άλλα σώματα από την Πελοπόννησο και την Ζάκυνθο. «Εις το Σαραβάλι καθώς έφθασαν έβαλαν οι στρατιώται τα τύμπανα όλα μαζί και εκτυπούσαν εις θέσιν υψηλήν, οπόθεν οι Τούρκοι άκουαν την βοήν των καλλίτερα, εβγήκαν επάνω εις το φρούριο όλοι και εκκύταζαν, τους εφάνη πολύ παράξενον, επειδή πρώτη φορά έβλεπαν τοιούτον θέαμα».[17]
Η παρακάτω μαρτυρία του πρώτου υπασπιστή του Κολοκοτρώνη, Φώτη Χρυσανθόπουλου (Φωτάκου), επιβεβαιώνει την εξοικείωση του σώματος αυτού με τα κελευστικά παραγγέλματα δια μέσω των μουσικών οργάνων. «…οι δε Πασιάδες ετραβήχθησαν και αυτοί πέρα κατά το Γηροκομιό. Έστειλεν έπειτα τον Νικολέτον με το ταμπούρλο να αναβή επάνω εις μίαν μουριάν όπου ήτον εκεί και να χτυπά την σύναξιν δια να ακούσουν μακριά ότι εκεί είναι ο αρχηγός και να συναχθούν οι σκορπισμένοι στρατιώται».[18]
Αναλυτικά στοιχεία του σώματος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη δίνει ο Φωτάκος κατά την διάρκεια της περιγραφής της μάχης στα Δερβενάκια κατά του Δράμαλη πασά στα μέσα του μηνός Ιουλίου 1822. Σύμφωνα με αυτήν, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης διέθετε ένα σώμα περί των 2.350 ετοιμοπόλεμων ανδρών και 300 βοηθητικών. Στο επιτελείο του υπηρετούσαν 12 γραμματείς, 4 υπασπιστές, 1 ιατρός, 4 ιατροχειρούργοι, 3 ιερείς, 4 φροντιστές, 20 καπετάνιοι ακόλουθοι ως σωματοφύλακες, 3 οπλοποιοί, 4 πεταλωτές, 1 σημαιοφόρος, σαλπιγκτές και τυμπανιστές αγνώστου αριθμού. Ο Φωτάκος αναφέρει όλα τα ονόματα του στενού επιτελείου και ανάμεσα σε αυτά και δύο ονόματα κελευστικών μουσικών. Αυτό του τυμπανιστή Νικολέτου Ζακύνθιου και του σαλπιγκτή Βασίλη Τρουμπέτα με καταγωγή από την Λιβαδειά.[19]
Τακτικό Σώμα – Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Τον Μάιο του 1822, εκκίνησε στην Κόρινθο και στο Άργος η προετοιμασία εκστρατευτικού σώματος υπό την αρχιστρατηγία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Σε απόδειξη τροφοδοσίας της 13ης Μαΐου 1822 στην Κόρινθο, υπογεγραμμένη από τον Ιωάννη Θεοτόκη, Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος, καταγράφεται η χορήγηση άρτου στην μητέρα ενός εκ των τριών παίδων τυμπανιστών.[20]
Στις 26 Μαΐου το εκστρατευτικό σώμα αναχώρησε για την Πάτρα. Το μεν σώμα φιλελλήνων ακτοπλοϊκώς, το δε σύνταγμα των τακτικών με επικεφαλής τον Μαυροκορδάτο οδοιπορικώς. Στην αφήγηση του Ιταλού εθελοντή Brengeri καταγράφεται ότι: «Ο αρχιτυμπανιστής του συντάγματος είχε αγοράσει για δύο γρόσια μια όμορφη Τουρκάλα. Την βάφτισε και την παντρεύτηκε στην εκκλησία».[21]
Την επιβεβαίωση της ύπαρξης κελευστικών μουσικών στην πορεία προς το Πέτα δίνει και ο Γάλλος αξιωματικός Maxime Raybaud. Στο εκστρατευτικό σώμα υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο είχε προηγηθεί κάποια ένταση μεταξύ των φιλελλήνων Γάλλων και Γερμανών. Για να εκτονωθεί η κατάσταση, ο Μαυροκορδάτος έδειξε με το χέρι του την κατεύθυνση προς την Άρτα, καλώντας τους μαχητές του σώματος να κινηθούν προς τα εκεί. «Με αυτά τα λόγια τα τύμπανα σήμαναν την συγκέντρωση».[22]
Μία επιπλέον καταγραφή κελευστικής μουσικής προκύπτει και από την αφήγηση του Γερμανού εθελοντή Adolph von Lübtow κατά την νικηφόρα μάχη στο Κομπότι στις 22 Ιουνίου. «Για να καλύψουμε τις αδυναμίες μας φροντίζαμε να κτυπούν κάθε τόσο τα τύμπανά μας».[23]
Σώμα Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη
Από την μαρτυρία του Γερμανού εθελοντή Ανθυπολοχαγού Karl Huber καταγράφεται ότι και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης διέθετε στο δικό του στρατιωτικό σώμα τύμπανα. Ο Huber περιγράφει μια συμπλοκή μεταξύ Μανιατών και Αστυνομίας στην Τρίπολη στις 7 Ιουνίου του 1822 μετά από ένα περιστατικό κλοπής. «Εμείς οι Ευρωπαίοι βρεθήκαμε ανάμεσα στους εμπόλεμους. Ακολούθησε άγριο κυνηγητό του κλέφτη στο δρόμο. Τραυματίσθηκαν πολλοί με πιστόλες και χαντζάρια. Ο Πετρόμπεης έδωσε εντολή να χτυπήσουν τα τύμπανα και οι Μανιάτες γύρισαν στα καταλύματά τους».[24]
Σώμα Γεωργίου Σέκερη – Ιταλός Σαλπιγκτής
Ο Γεώργιος Σέκερης είχε καταγωγή από την Τρίπολη και υπήρξε το πρώτο μυημένο μέλος της φιλικής εταιρίας από τον Νικόλαο Σκουφά. Διέθετε καλή μόρφωση, στρατιωτικές και πολιτικές αρετές και είχε ζήσει επί μακρόν στη Βιέννη και στο Παρίσι. Το καλοκαίρι του 1822 ο Γεώργιος Σέκερης στρατολογούσε στην Τρίπολη ένα σώμα από 1000 έως 1200 άνδρες, ενώ από τον Ιούνιο ο Δράμαλης πασάς είχε εισέλθει στην Πελοπόννησο.
Ο Γερμανός εθελοντής Huber δίνει συγκεκριμένες πληροφορίες για την στρατολόγηση αυτή. «Στις 6 Ιουλίου έφτασαν στην Τριπολιτσά οχτώ Γερμανοί, τρεις Γάλλοι δύο Ιταλοί και τέσσερις Έλληνες από την Ουγγαρία. Ο ένας από τους Ιταλούς ήταν σαλπιγκτής και, όπως έλεγε, υπηρέτησε στη φρουρά του Βοναπάρτη». Ήταν το πρώτο ευρωπαϊκό μουσικό όργανο που είδα στην Ελλάδα, γράφει ο Γερμανός εθελοντής. «Εκτός από τα πολύ μικρά τούρκικα τύμπανα και ένα είδος μικρής κιθάρας δεν υπήρχε στρατιωτική μουσική. Οι Μανιάτες, όμως, χρησιμοποιούσαν κάπου-κάπου ξύλινα τύμπανα σαν και τα δικά μας περίπου». Η σάλπιγγα του Ιταλού προκάλεσε μεγάλη εντύπωση. «Όλοι θέλουν να ακούνε τα σαλπίσματά του. Ακόμα κι’ ο καπετάν Σέκερης τον υποχρεώνει να σαλπίζει αδιάκοπα. Κι’ ο κακομοίρης φοβάται πως αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση σίγουρα σε λίγες βδομάδες θα βρίσκεται στο χώμα».[25]
Παραλαβή μουσικών οργάνων από το εξωτερικό
Στο έντυπο Έφορος Στρατιωτικός που εξέδιδε στο Ναύπλιο ο Παναγιώτης Ρόδιος, αναγράφεται η παραλαβή στρατιωτικού υλικού στην Ύδρα, που απεστάλη κατά το 1822 από τον Εμμανουήλ Καλλέργη, κάτοικο Αγίας Πετρούπολης, με συνοδούς τους ανεψιούς του Νικόλαο, Εμμανουήλ και Δημήτριο Καλλέργη, τον μετέπειτα Φρούραρχο Αθηνών και πρωτεργάτη του κινήματος της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Αναφέρεται ότι το υλικό περιλάμβανε 2000 τυφέκια, 20 κανόνια, πυρίτιδα, 4000 βολίδες, αλλά και όργανα στρατιωτικής μουσικής με αποδέκτη τον αρχηγό του Ελληνικού Συντάγματος.[26]
Πρώτη πολιορκία Μεσολογγίου
Τον Οκτώβριο του 1822 οι Οθωμανοί προσπάθησαν να καταλάβουν το Μεσολόγγι ενεργώντας πολιορκία με στρατεύματα από ξηρά και θαλάσσιο αποκλεισμό. Κατά την περίοδο αυτή η διαθέσιμη δύναμη οπλοφόρων εντός των τειχών ανέρχονταν στους 360 άνδρες περίπου. Προκειμένου οι Τούρκοι να εξαπατηθούν ως προς τον αριθμό των υπερασπιστών της πόλης, τοποθετήθηκαν λόγχες τυφεκίων στους προμαχώνες και κρούονταν ευρωπαϊκά τύμπανα ώστε να θεωρήσουν οι πολιορκητές ότι στην πόλη υπάρχουν και ευρωπαίοι στρατιώτες. Όπως διευκρινίζει ο Σπυρίδων Τρικούπης, τις λόγχες και τα τύμπανα έφερε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος από τη Μασσαλία.[27]
Μια ακόμη εκδοχή των στρατηγημάτων αυτής της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου διηγείται ο Ιταλός αξιωματικός Brengeri. «Στήσαμε και ψεύτικες πυροβολαρχίες έτσι που να νομίζει ο εχθρός ότι έχουμε πολλά κανόνια. Βρήκαμε σε μια αποθήκη 300 μπαγιονέτες από τα μουσκέτα που είχε φέρει ο Μαυροκορδάτος από την Ευρώπη. Οι Έλληνες είχαν πάρει τα τουφέκια αλλά άφησαν τις μπαγιονέτες γιατί τις θεωρούσαν άχρηστες. Ο Μάρκος Μπότσαρης, που ήξερε πόσο οι τούρκοι φοβόταν τους Ευρωπαίους, ειδικώτερα ύστερα από την μάχη του Πέτα, όπου μόνο από προδοσία εξολοθρεύτηκαν. … Βρήκαμε και δύο παλιά χαλασμένα τύμπανα αλλά τυμπανιστή δεν είχαμε. Ωστόσο κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να δίνουμε την εντύπωση ότι τα στρατεύματα γυμνάζονται αδιάκοπα».[28]
Γερμανική Λεγεώνα
Τον Σεπτέμβριο του 1822 υπογράφηκε στη Ζυρίχη σύμβαση στρατολόγησης σώματος εξακοσίων ανδρών από περιοχές της Βαυαρίας και της Ελβετίας στην Πελοπόννησο, η υπαγωγή τους στην Ελληνική Διοίκηση από την 1η Ιανουαρίου του 1823 και η παραμονή τους στην Ελλάδα για δύο έτη.[29]
Η μεταφορά της λεγεώνας έγινε με το πλοίο Scipio που απέπλευσε από την Μασσαλία με προορισμό την Ύδρα τον Δεκέμβριο του 1822. Η έλευση των πρώτων 130 περίπου ανδρών του σώματος αυτού, που ονομάσθηκε Γερμανική Λεγεώνα, πραγματοποιήθηκε με επικεφαλής τον Πρώσο Ταγματάρχη von Dittmar και συνοδεύθηκε από 92 μουσικά όργανα, προοριζόμενα για στρατιωτικές μπάντες.[30] Η παρουσία μουσικών εντός της Λεγεώνας επιβεβαιώνεται από ονομαστική κατάσταση αιτήματος μισθοδοσίας όπου καταγράφεται το όνομα του Γερμανού δεκανέα Βάιλανδ ως καθηγητού του τυμπάνου.[31]
Έτος 1823
Σώμα Γεωργίου Καραϊσκάκη
Μετά την αποτυχημένη πολιορκία του Μεσολογγίου στις 25 Δεκεμβρίου του 1822, οι δυνάμεις των Τούρκων αποσύρθηκαν στις γύρω περιοχές προς αναζήτηση τροφών και καταλυμάτων. Ένα τμήμα της δύναμης αυτής, περί τους 6.000 άνδρες υπό τον Άγο Βασιάρη, προσπάθησε να περάσει από τα Άγραφα προς τα Τρίκαλα. Στην τοποθεσία του Σοβολάκου ήρθε αντιμέτωπο με δύναμη 800 ανδρών του Γεωργίου Καραϊσκάκη, στον οποίο προτάθηκε το ποσό των 500.000 γροσίων προκειμένου το Τουρκικό στράτευμα να διέλθει του σημείου. Ο Καραϊσκάκης αρνήθηκε να συνδιαλλαγεί και η μάχη ξεκίνησε. «Άρχισεν ο πόλεμος κατά μέτωπον, πανταχόθεν. Οι Τούρκοι, ωδηγημένοι ίσως, ηύραν μίαν θέσιν και ανέβησαν ανακέφαλα εις τους εδικούς μας, από τα χιόνια – ετζάκισαν το αριστερόν, ετσακίσθη και το δεξιόν· η σπηλιά ήτον απότομος, και δεν εδύνατο κανείς να φύγει. Εκεί ήτον το κέντρο. – Εδώ να πεθάνωμεν όλοι, όσοι εμείναμεν! λέγει ο αρχηγός. Στρώνει ο πόλεμος. Ανακαλεί ο σαλπιγκτής τους τζακισθέντας. Συνέρχεται ο στρατός ακούγων τον αρχηγόν· σταματά, δέχεται την ορμήν· την απαντά, και ορμούν όλοι κατά των Τούρκων. Εμβαίνουν εις αταξίαν οι Τούρκοι».[32]
Σώμα Μάρκου Μπότσαρη
Την 8η προς 9η Αυγούστου του 1823 διεξήχθη η μάχη στο Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου, όπου συμμετείχαν τα σώματα του Μάρκου Μπότσαρη και του Κίτσου Τζαβέλα. Μεταξύ των δύο Ελλήνων οπλαρχηγών υπήρχε σχέδιο συνεννόησης δια της κελευστικής μουσικής της σάλπιγγας, το οποίο δεν εφαρμόσθηκε, καθότι ο σαλπιγκτής τραυματίστηκε, ενώ λίγο αργότερα ο Μάρκος Μπότσαρης έχασε την ζωή του. «Έχων δε και σαλπιγκτήν ο Μάρκος εις το σώμα του συνεννοήθη μετά του Τσαβέλλα να τον ειδοποιεί δια της σάλπιγγος δια παν κίνημα. Και ούτως αβλαβώς εισήλθεν εις το Τουρκικόν στρατόπεδο. … Εν τοσούτω πληγώνεται ο Μάρκος ελαφρώς εις την μίαν πλευράν, πληγώνεται βαρέως και ο σαλπιγκτής του. … Εν τοσούτω ειδοποιηθείς ο Τσαβέλλας υποχωρεί … μανθάνει τον θάνατον του Μάρκου και την αιτίαν δι’ ην δεν ειδοποιήθη δια της σάλπιγγος πληγωθέντος του σαλπιγκτού».[33]
Επικήδειος τελετή Μάρκου Μπότσαρη
Η κηδεία του Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι αποτελεί την πρώτη καταγραφή συμμετοχής στρατιωτικής μουσικής σε τελετουργία. «Την οδόν, δι ης έμμελε να διέλθει η νεκροφόρος πομπή έραναν δι’ ανθέων και δαφνών. Οι κώδωνες των εκκλησιών εκρούοντο και αι σάλπιγκαι αντήχουν πενθίμως. Τα τηλεβόλα εκρότουν εκ του Ανατολικού και Βασιλαδίου, το δε πτώμα κεκοσμημένον δια στεφάνων εξ ανθέων και δαφνών, και κρατούμενον υπό δώδεκα εκ των αρχαιοτέρων παλλικαρίων του Βότσαρη, ηκολουθείτο υπό απείρου πλήθους στρατιωτών και πολιτών και εκομίζετο εις τον ναόν, προπορευομένης της σημαίας του Σταυρού».[34]
Έτος 1824
Επικήδειος τελετή Λόρδου Βύρωνος
Στις 10/22 Απριλίου 1824 διεξήχθη η επικήδειος τελετή του Λόρδου Βύρωνος στο Μεσολόγγι. Σχηματίσθηκε πομπή από την οικεία του Βύρωνος προς τον ναό του Αγίου Νικολάου προκειμένου να τελεσθεί η εξόδιος ακολουθία. Μεταξύ άλλων την πομπή ακολουθούσαν ο Μητροπολίτης Άρτας Πορφύριος, ο πρόεδρος της Προσωρινής Διοίκησης Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο Στρατηγός Νότης Μπότσαρης, θρησκευτικοί και πολιτικοί αξιωματούχοι καθώς και οπλαρχηγοί. Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Σπυρίδων Τρικούπης. «Το στράτευμα εσχημάτιζε δύο στίχους, μεταξύ των οποίων επορεύοντο οι συνοδεύοντες το νεκρικόν κρεββάτι, από τους οποίους προηγείτο το τάγμα πυροβολιστών με όλους τους ξένους αξιωματικούς και μέρος του λοιπού στρατεύματος. Από τόσον αναρίθμητον πλήθος λαού, και στρατευμένων, δεν ακούετο ουδέ ψιθιρισμός, αλλά μόνον η λυπηρά ψαλμωδία των Ιερέων, και ο βραχνός ήχος των πολεμικών μουσικών οργάνων».[35]
Πρόταση Συγκρότησης Στρατιωτικής Μουσικής
Στις 4 Ιουλίου 1824 ο Παναγιώτης Ρόδιος, Προσωρινός Γενικός Γραμματέας του Εκτελεστικού Σώματος, εισηγήθηκε την εκ νέου σύσταση Τακτικού Στρατού. Σε αυτή την νέα προσπάθεια οργάνωσης ενός τακτικού στρατιωτικού σώματος, πρότεινε ανάμεσα σε άλλα και τη συγκρότηση στρατιωτικής μουσικής μπάντας.[36] «Η Μουσική είναι άφευκτος, δεν πρέπει να στοχασθή τις ότι δια τρυφήν, ή κατά πομπήν παρεισήχθη εις το στρατιωτικόν όχι, αλλ’ ως ικανή να απαλύνη την πλέον αγρίαν και θηριώδη ψυχήν, να ενθουσιάση τον πλέον ήσυχον και να εγκαρδιώσει και αυτόν τον δειλόν».[37]
Στις 11 Ιουλίου 1824 εγκρίθηκε από το Βουλευτικό Σώμα η συγκρότηση τακτικού τάγματος εξακοσίων (600) ανδρών για την φύλαξη του Ναυπλίου. Καθορίστηκε η μισθοδοσία των στρατιωτών και υπαξιωματικών και η προσαρμογή του ιματισμού στον ελληνικό τρόπο.[38] Το Σώμα συγκροτήθηκε από έξι λόχους Πεζικού και ένα λόχο Πυροβολικού.[39] Την εποχή εκείνη δεν υφίστατο Μουσικό Σώμα και οι εθελοντές μουσικοί κατατάσσονταν στα υπό συγκρότηση Όπλα.
Στις 29 Ιουλίου 1824 η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος, με εισήγηση του Συνταγματάρχη Παναγιώτη Ρόδιου, διατύπωσε αίτημα συνδρομής προς την Επιτροπή Ζακύνθου για την συγκρότηση ομάδας πολεμικών μουσικών. Το αίτημα απεστάλη ενόψει της σύστασης Τακτικού Στρατού με την σημείωση ότι «η μουσική τρόπον τινά είναι η ψυχή των τακτικών, αλλά κατά δυστυχίαν πολεμικοί μουσικοί εις την Ελλάδα σήμερον δεν ευρίσκονται».[40]
Στρατιωτικοί Μουσικοί στο Α’ Τακτικό Σύνταγμα
Η κατάταξη στον Τακτικό Στρατό γινόταν δια του εθελοντισμού. Οι φιλέλληνες εθελοντές έφεραν συνήθως στρατιωτικά διπλώματα από την προηγούμενη θητεία τους στους Ευρωπαϊκούς στρατούς, ενώ οι Έλληνες εθελοντές επεδείκνυαν συνήθως κάποιο αποδεικτικό από τα σώματα στα οποία είχαν υπηρετήσει, χωρίς να αποκλείονται οι μη έχοντες προϋπηρεσία. Η ίδια διαδικασία ίσχυε και για τους εθελοντές μουσικούς.
Ένα εξαιρετικά αποκαλυπτικό αποδεικτικό για την πολεμική δράση του διέθετε ο μουσικός Χρήστος Βερετίνος ή Μπερετίνος, υπογεγραμμένο από Συνταγματάρχη του Α’ Συντάγματος του 1822, Guillermo Gubernatis, στις 21 Ιανουαρίου 1824.
«Αον Σύνταγμα Ελληνικόν Πεζικόν
Βεβαιώνομεν ότι ο κύριος Χρήστος Μπερετίνος Επιλοχίας έμβηκεν εξ αρχής εις το αυτό Σύνταγμα. Δηλοί ευρέθη όταν την πρώτην φοράν ήρθεν ο εχθρικός στόλος εις τον Κόλφον της Καλαμάτας και έπειτα όταν αυτός ο στόλος ήλθε εις Βοστίτσα και Γαλαξίδι.
Βον Εις το πρώτον ασάλτο Ναυπλίου εις 4 Δεκεμβρίου 1821.
Γον Εις την πολιορκίαν της Κορίνθου.
Δον Εις την εκστρατεία Ρούμελης με τον εκλαμπρότατον πρίγκηπα Μαυροκορδάτο εις την φρικτήν μπατάλια του Πέτα εις 4 Ιουλίου 1822.
Εον Εις Γραβιάς το χάνι και μεγάλα Ντερβένια με τον υψηλότατον πρίγκηπα Υψηλάντη.
ΣΤον Εις την Πολιορκία Ναυπλίου εις ασάλτο Παλαμηδίου.
Και εις όλας ταυτάς τας μάχας εφέρθηκε ανδριός κατά τον εχθρόν και δια την μεγάλην του αγώνην προς την πατρίδα επροβιβάσθη με τον βαθμόν του Επιλοχία και έως την σήμερον ανδριός δια το καλόν της Πατρίδος». [41]
Η συγκρότηση του Α’ Τακτικού Συντάγματος άρχισε το καλοκαίρι του 1824. Τότε καταγράφονται οι πρώτες κατατάξεις αξιωματικών, στρατιωτικών μουσικών και στρατιωτών. Στις 27 Ιουλίου 1824 πραγματοποιήθηκε επιθεώρηση στο υπό συγκρότηση Α’ Τακτικό Σύνταγμα από τον Επιθεωρητή Στρατού Παύλο Παρασκευά. Στο σχετικό έγγραφο καταγράφονται τα ονοματεπώνυμα και οι βαθμοί των επιτελών και υποτελών του συντάγματος. Στους επιτελείς εντάσσονται όλοι οι αξιωματικοί και ο ιατρός, στους υποτελείς εντάσσονται ο σημαιοφόρος, ο ανθυπασπιστής, οι αρχιτυμπανιστές, οι αρχισαλπιγκτές και ξεχωριστά ακολουθούν οι τυμπανιστές, οι σαλπιγκτές και οι μουσικοί. [42]
Οι καταστάσεις μισθοδοσίας αποτελούν τεκμήρια μέσω των οποίων διασώθηκαν τα ονόματα των πρώτων καταταγέντων αξιωματικών και μουσικών της εποχής και χρησιμοποιούνται ως τέτοια. Στις καταστάσεις αυτές γίνεται βαθμολογικός και μισθολογικός διαχωρισμός των κελευστικών μουσικών, που αναγράφονται ως σαλπιγκτές, τυμπανιστές, αρχιτυμπανιστές, αρχισαλπιγκτές, και των αρμονικών μουσικών που αναγράφονται ως μουσικοί , μουσικοί Α’, αρχιμουσικοί.
Ενδεικτικά ο μισθός του συνταγματάρχη ανέρχονταν στα 400 γρόσια, και οι μισθοί των κατώτερων αξιωματικών κυμαίνονταν από 80 έως 150 γρόσια. Ο μισθός των αρχιτυμπανιστών ανερχόταν στα 50 γρόσια, των σαλπιγκτών δεκανέων στα 40, των μουσικών στα 32, ο μισθός του επιλοχία επίσης στα 32 γρόσια, του λοχία στα 27, του δεκανέα στα 18, των τυμπανιστών και σαλπιγκτών στα 18 και του στρατιώτη στα 16 γρόσια.[43]
Στις 4 Οκτωβρίου είχε ολοκληρωθεί η βασική εκπαίδευση των έως τότε καταταγέντων και όσων είχαν ανταπεξέλθει σε αυτήν. Στην παρακάτω κατάσταση σημειώνεται ο βαθμός των μουσικών και η ημερομηνία κατάταξής τους.[44]
Υποτελείς
| Α/Α | Ονοματεπώνυμο | Βαθμός | Ημερομηνία κατάταξης |
| 1 | Αντώνιος Αντωνίου | Αρχιτυμπανιστής | 20 Ιουλ |
| 2 | Γεώργιος Μπόμπος | Αρχισαλπιγκτής | 22 Ιουλ |
| 3 | Καράγιαννης | >> | 16 Σεπ |
| 4 | Χρήστος Βερετίνος | Μουσικός | 9 Αυγ |
Τυμπανιστές
| Α/Α | Ονοματεπώνυμο | Βαθμός | Ημερομηνία κατάταξης |
| 1 | Τριαντάφυλλος Ρουμελιώτης | Τυμπανιστής | 2 Αυγ |
| 2 | Στέφανος Καραμανλής | >> | >> |
| 3 | Αντώνιος Στριγγαρέλης | >> | >> |
| 4 | Γεώργιος Πεχλιβάνης | >> | >> |
| 5 | Αντώνιος Καβάκος | >> | >> |
| 6 | Κωνσταντίνος Δαμαλάς | >> | >> |
| 7 | Θεόδωρος Μπραζάς | >> | 10 Αυγ |
| 8 | Μιχαήλ Μυσιρλάκης | >> | 12 Αυγ |
| 9 | Γεώργιος Ιωανίτης | >> | >> |
| 10 | Αναστάσιος Αργίτης | >> | >> |
| 11 | Γεώργιος Χειμαρριώτης | >> | 16 Αυγ |
| 12 | Μιχαήλ Ζώης | >> | 20 Αυγ |
| 13 | Γεώργιος Αϊβαλιώτης | >> | >> |
| 14 | Κωνσταντίνος Χιλλιάδης | >> | >> |
Σαλπιγκτές
| 1 | Σωτήριος Μακρής | Σαλπιγκτής | 5 Αυγ |
| 2 | Νικόλαος Σπαρτιάτης | >> | 20 Αυγ |
| 3 | Παναγιώτης Χατζή Ρωμιού | >> | >> |
| 4 | Δημήτριος Γεωργίου | >> | 4 Οκτ |
| 5 | Αθανάσιος Πασπαράκης | >> | >> |
| 6 | Ιωάννης Χαζιλαρλής | >> | >> |
Εν Ναυπλίω τη 4 8βρίου 1824
Ο αρχηγός του Συντάγματος
Π.Γ. ΡΟΔΙΟΣ
Επικήδειος τελετή Παναγιώτη Μπότατση
Στις 30 Οκτωβρίου 1824 τελέστηκε στο Ναύπλιο η επικήδειος τελετή του Αντιπροέδρου του Εκτελεστικού Σώματος της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος Παναγιώτη Μπότατση. «Οι στρατιώτες του στρατηγού Χατζή Χρήστου και οι του στρατηγού και φρουράρχου Φωτομάρα επροπορεύοντο, μετά τούτους ηκολούθη το τακτικόν σύνταγμα όλον έχον προ αυτού συρόμενα δύο αμαξωτά κανόνια περιστοιχούμενα από τους πυροβολητάς, και προ των κανονίων ηγείτο η στρατιωτική μουσική. Τούτους διαδέχετο το ιερατείο και τα σεβαστά μέλη της Διοικήσεως, τούτους δε πάλιν το λείψανον».[45]
Βάσει των καταστάσεων μισθοδοσίας του Οκτωβρίου 1824 συνάγεται ότι η επικήδειος τελετή διεξήχθη με κελευστικούς στην πλειοψηφία μουσικούς και επικεφαλής τον Αρχιτυμπανιστή Αντώνιο Αντωνίου. Αποτελεί δε την πρώτη καταγεγραμμένη τελετή με τη μουσική του ανασυσταθέντος Τακτικού Στρατού.
Κατάταξη του Giovanni Mangel και του υιού του, Michael
Τον Δεκέμβριο του έτους 1824 κατατάχθηκε στο Α’ Τακτικό Σύνταγμα ο πρώτος Ευρωπαίος Αρχιμουσικός. Η κατάταξή του επιβεβαιώνεται από το «Συμφωνητικό για παροχή υπηρεσιών του αρχιμουσικού της στρατιωτικής μπάντας Τζιοβάνι Μανγκέλι»[46] που υπέγραψε με τον Συνταγματάρχη Παναγιώτη Ρόδιο και εγκρίθηκε από την Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος στις 4 Δεκεμβρίου.[47]
Το ίδιο διάστημα και με διαφορά δύο ημερών κατατάχτηκε και ο υιός του Μιχαήλ. Ως προς την ηλικία κατάταξης του υιού, αυτή ήταν τα 17 έτη όπως προκύπτει από την χρονολογία γέννησής του (1807).[48]
Έτος 1825
Αποδοχές του Giovanni Mangel
Εντύπωση προκαλεί το ύψος του μισθού του αρχιμουσικού Giovanni Mangel σε σχέση με τους αξιωματικούς και τους υπόλοιπους μουσικούς. Όταν στους επιτελείς ο μηνιαίος μισθός του Συνταγματάρχη Παναγιώτη Ρόδιου ανέρχεται σε 400 γρόσια και αμέσως μετά ακολουθεί ο μισθός των λοχαγών στα 150 γρόσια, του ιατρού στα 120 και των υπολοχαγών Α’ στα 90, στους υποτελείς ο μισθός του αρχιμουσικού Ιωάννη Mangel ανέρχεται στα 300 γρόσια, του υιού του Μιχαήλ στα 100 και ακολουθούν ο Αρχιτυμπανιστής Αντώνιος Αντωνίου και ο Αρχισαλπιγκτής Γεώργιος Μπόμπος στα 50.
Χώρος Εκπαίδευσης Στρατιωτικών Μουσικών
Σε έγγραφο του Συνταγματάρχη Παναγιώτη Ρόδιου με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1825 προς το Υπουργείο των Πολεμικών διατυπώνεται το αίτημα για την ελεύθερη είσοδο και έξοδο στρατιωτών ενός εκ των λόχων του Συντάγματος στο φρούριο Ιτζ Καλέ σε κατάλληλα διαμορφωμένο κτίριο για υπηρεσιακές ανάγκες. «Προλαβόντως εζήτησα το εις Ιτζ Καλέ κείμενον μαγαζίον δια κατάλυμα τακτικών στρατιωτών, το οποίον και μ’ αφιερώθη. Ως έτοιμον λοιπόν καθ’ όλα του τα αναγκαία, καθώς και με τους κραββάτους, παρακαλώ το Υπουργείον τούτο να διατάξη τον ευγενέστατον φρούραρχον, ώστε ν’ αφήση την είσοδον και έξοδον των Τακτικών ελευθέραν, δια να μετακομισθή ο εις εκ των λόχων του Συντάγματος εις το αυτό και δια να γίνεται προς τούτον και η γύμνασις των μουσικών και τυμπανιστών ως τόπος ευρύχωρος και παράμερος».[49]
Ναύπλιο – Τελετή αμνήστευσης φυλακισμένων αντικυβερνητικών
Στις 18 Μαΐου 1825 δόθηκε Γενική Αμνηστία από τη Διοίκηση Κουντουριώτη στους φυλακισμένους στην Ύδρα Αντικυβερνητικούς (Κολοκοτρώνη, Σισίνη, αδελφούς Νοταρά, Δεληγιανναίους και Θεόδωρο Γρίβα). Η τελετή πραγματοποιήθηκε τη 19η Μαΐου στο Ναύπλιο. «Σήμερον επανηγυρίσθη λαμπρότατα επ’ εκκλησίας της γενικής αμνηστείας η χαρμόσυνος απόφασις. … Η Μουσική έπαιζε τους πλέον γλυκείς ήχους· ο δε βουλευτής κύριος Σπυρίδων Τρικούπης αναβάς επ’ άμβωνος, εξεφώνησε τον πανηγυρικόν λόγον· και μετά τούτο ωρκίσθησαν επάνω εις το Ιερόν Ευαγγέλιον οι σημαντικότεροι των διοικητών και οι ανακαλεσθέντες να θάψωσιν όλα τα παρελθόντα, και ομοφώνως εις το εξής να τρέξωσιν εις την υπεράσπισιν της πατρίδος.»[50]
Πολιορκία Ναυπλίου – Απόκρουση δυνάμεων Ιμπραήμ
Στις 13 Ιουνίου του 1825 το Ναύπλιο πολιορκήθηκε από τα Αιγυπτιακά στρατεύματα του Ιμπραήμ. Στην υπεράσπισή της πόλης συνέδραμαν όλες οι διατιθέμενες ελληνικές δυνάμεις υπό τους Ιωάννη Μακρυγιάννη, Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, Παναγιώτη Ρόδιο και Κάρπο Παπαδόπουλο. Ο τελευταίος την ύστατη ώρα της μάχης με έναν λόχο ευζώνων, υπό τους «ήχους σαλπίγγων και ενθουσιαστικών κραυγών», κατάφερε να τρέψει σε φυγή τα στρατεύματα του Ιμπραήμ και η πόλη του Ναυπλίου να διασωθεί.[51]
Κάρολος Φαβιέρος
Το καλοκαίρι του 1825 ο Συνταγματάρχης Παναγιώτης Ρόδιος παρέδωσε την Διοίκηση του Α’ Τακτικού Συντάγματος στον Κάρολο Φαβιέρο, Γάλλο Συνταγματάρχη με εμπειρία από τους Ναπολεόντειους πολέμους. Η τελετή παράδοσης-παραλαβής της Διοίκησης του Συντάγματος στον Συνταγματάρχη Φαβιέρο πραγματοποιήθηκε στο Ναύπλιο στις 22 Ιουνίου. Tην ημέρα αυτή καταγράφεται το πρώτο πλήρες στρατιωτικό τελετουργικό με τη συμμετοχή στρατιωτικής μπάντας στην Ελλάδα, ήτοι απόδοση τιμών κατά την άφιξη τιμωμένου προσώπου, θρησκευτική δέηση, επιθεώρηση παραταγμένων τμημάτων και στρατιωτική παρέλαση.[52] Κατά την περιγραφή του Χρήστου Βυζάντιου «υπήρχε στο Ναύπλιο και στρατιωτική μουσική διευθυνόμενη υπό του Γερμανού Μάγγελ. Και αυτή δε ηύξησε και ετακτοποιήθη, λαβούσα τα αναγκαιούντα μουσικά όργανα».[53]
Δεύτερη πολιορκία Μεσολογγίου
Στις 30 Ιουλίου 1825 η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου από στρατεύματα του Κιουταχή βρισκόταν σε εξέλιξη. «Όταν ανέτειλε το λυκαυγές φως, ηχολόγησαν οι σάλπιγγές μας, ο δε εχθρός ήρχισε το εγερτήριόν του πυρ».[54] Την ίδια περίοδο, στο Μεσολόγγι υπήρχαν κελευστικοί μουσικοί που μετέδιδαν τις διαταγές καθημερινότητας της στρατοπεδιάς και του πεδίου της μάχης, όπως συνέβαινε και στα τακτικά στρατεύματα.[55]

Η μάχη των Χριστουγέννων κατά την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου το 1822. Έργο του Γάλλου ζωγράφου Alphonse de Neuville (1835-1885).
Την 1η Οκτωβρίου 1825 και ενώ η Β’ πολιορκία του Μεσολογγίου από τον Κιουταχή όδευε προς το τέλος της, διεξήχθη μία μάχη με οδυνηρά αποτελέσματα για τους επιτιθέμενους Οθωμανούς. Οι Ελληνικές απώλειες ήταν ελάχιστες, συμπεριλαμβανομένου του πρώτου νεκρού σαλπιγκτή, του οποίου γίνεται γνωστό το επίθετο. «Όσον από μέρους μας εφονεύθησαν μόνο 3, και επληγώθησαν 16· δηλαδή, εκ μεν του σώματος του Στρ. Κίτζου Τζαβέλα επληγώθη εις, εκ δε του Στρ. Ανδρέα Ίσκου επληγώθησαν δύω, εκ του Στρ. Λάμπρου Βέικου εφονεύθη ο σαλπιγκτής του Λιόλιος, και επληγώθησαν τρεις, εν οις και ο σημαιοφόρος Κολέτης Βαργιαδίτης».[56]
Μεταστάθμευση του Τακτικού Συντάγματος στην Αθήνα
Την 1η Οκτωβρίου του 1825 ο Τακτικός Στρατός υπό τον Φαβιέρο, ένεκα πολιτικών διενέξεων και επιδημίας νόσου, μεταστάθμευσε από το Ναύπλιο στην Αθήνα. Για την άμυνα του Ναυπλίου παρέμεινε το Β’ Τάγμα πεζικού. Κατά την είσοδό του στην πόλη των Αθηνών την εσπέρα της 5ης Οκτωβρίου, η Στρατιωτική Μουσική προπορευόταν των τμημάτων παιανίζουσα, τονώνοντας το ηθικό των στρατιωτών και του τοπικού πληθυσμού. Σύμφωνα με μαρτυρία του Λοχαγού Κάρπου Παπαδόπουλου, το στράτευμα «…εβάδιζε με βήμα οδοιπορικόν, αδούσης της Στρατιωτικής Μουσικής (με τον χρόνο του οδοιπορικού βήματος) το “Τι καρτερείται; φίλοι κι αδελφοί! κ.τ.λ.” και όχι την ωδή του Μάρκου Πότζαρη, (ως λέγει ο Κ. Σουρμελής) της οποίας ο χρόνος είναι βήμα βραδύ (εναντίον και των κανονισμών και του φυσικού βαδίσματος εν τω καιρώ οδοιπορίας)…».[57]
Απογραφή του Giovanni Mangel στο Ναύπλιο
Το έτος 1825 διενεργήθηκε από την αστυνομία γενική απογραφή πληθυσμού στην πόλη του Ναυπλίου σε δύο φάσεις. Η πρώτη τον μήνα Αύγουστο και η δεύτερη τον Νοέμβριο. Στον Απογραφικό Πίνακα του Αυγούστου καταγράφεται ο Τζιοάννης Μάνδελ, Βιεννέζος ετών 47, με σύζυγο, τρεις γιους και μία δούλα.[58]
Στον απογραφικό πίνακα του Νοεμβρίου η απογραφή περιλάμβανε τον αριθμό κτίσματος, ονοματεπώνυμο, ιδιότητα (τέχνη), τόπο καταγωγής, ηλικία, οικογενειακή κατάσταση και αριθμό συνοικούντων. Τα στοιχεία της απογραφής δίνονταν από τον ίδιο τον απογραφόμενο στον απογραφέα της αστυνομίας. Σε αυτήν εντοπίζεται το όνομα Τζιοάννης Μάνδελ με καταγωγή από την Αυστρία, ετών 47, καπουμπάντας (δηλ. αρχιμουσικός), με 5μελή οικογένεια και ένα επιπλέον άτομο, πιθανώς υπηρετικό προσωπικό.
Σύμφωνα με την ανάλυση της απογραφής, στον αριθμό των οικιών συμπεριλαμβάνονταν και άτομα τα οποία τελούσαν υπό την προστασία κυρίως πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων. Στον αριθμό της οικίας του αρχιμουσικού καταγράφεται ότι διέμεναν όλοι οι μουζικάντηδες, 20 τον αριθμό, ένας υποδηματοποιός από την Τήνο και δύο Ρουμελιώτες κρεοπώλες. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο αρχιμουσικός Τζιοάννης Μάνδελ, που ασφαλώς πρόκειται για τον Giovanni Mangel (σε δυσανάγνωστη, παραποιημένη μεταφορά στο χαρτί ενός προφορικά ειπωμένου ξενόγλωσσου ονοματεπωνύμου, καταγεγραμμένου από έναν στοιχειωδώς εγγράμματο αστυνόμο της εποχής εκείνης), διέμενε στην οικία με αριθμό κτιρίου 158, δίπλα ακριβώς στην οικεία με αριθμό κτιρίου 157 του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.[59] Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να θεωρήσουμε ότι ο Giovanni Mangel βρισκόταν στο ιδιαίτερο περιβάλλον του Έλληνα πολιτικού και δεν αποκλείεται να ήρθε μαζί του από το εξωτερικό.
Για την ώρα γνωρίζουμε, όπως περιγράφει ο Νικόλαος Κασομούλης, ότι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ερχόμενος από την Μασσαλία στην Ελλάδα, έφερε μαζί του κελευστικά μουσικά όργανα. Κατά την συνομιλία τους στο γραφείο του Μαυροκορδάτου στο Μεσολόγγι τον Φεβρουάριο του 1824, ο Κασομούλης, μουσικός και ο ίδιος, του ζήτησε μία σάλπιγγα την οποία και έλαβε.
«Εις την φυγήν των, εγώ ετόλμησα να ζητήσω μίαν σάλπιγγα από τας πέντε-εξ οπού είχεν κρεμασμένες εις το γραφείον του ο Μαυροκορδάτος· εξήγησα την θέλησίν μου. Αμέσως μ’ έδωσεν μίαν· είπεν μάλιστα ότι:
– Όλαις ταις έφερα δια εσάς, πλην αι αλλεπάληλαι ταραχαί δεν με έδωσαν ευκαιρίαν να ταις προσφέρω, και περισσότερον οπού δεν επιτύγχαινα οποσούν εις μίαν μικράν τάξιν στρατιωτικήν. Πλην τα αλλεπάληλα κακά, οπού υπέφερα κ’ εγώ μαζί σας, μ’ έκαμαν να λησμονήσω εις ποίον να ταις προσφέρω.
– Επρόσφερα τα σεβάσματά μου λέγων, να με ευχηθεί να την λαλήσω εις το αυτί του Σουλτάνου.
– Είθε! λέγει με όλην την καρδίαν του».[60]
Έτος 1826
Αναφορά του Αρχιμουσικού Giovanni Mangel
Τον Φεβρουάριο του 1826 η Προσωρινή Κυβέρνηση της Ελλάδας ανακοίνωσε στον Συνταγματάρχη Φαβιέρο ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας δεν επέτρεπε την περαιτέρω συντήρηση του Τακτικού Στρατού.[61]
Στις 3 Μαρτίου 1826 και ενόψει της μείωσης των μισθών ο Αρχιμουσικός Giovanni Mangel υπέβαλε αναφορά προς το υπουργείο πολέμου επικαλούμενος τους όρους του συμφωνητικού που είχε υπογράψει με την Προσωρινή Ελληνική Διοίκηση. Η αναφορά αυτή αποκαλύπτει άγνωστες πληροφορίες για το έτος και τον τρόπο κατάταξής του στον Τακτικό Στρατό, τους όρους του συμφωνητικού του, τις προσπάθειες που κατέβαλε μέχρι εκείνου του σημείου για τη συγκρότηση μπάντας στο Ναύπλιο αλλά και δεύτερης μπάντας στην Αθήνα, την αντιπαράθεσή του με τον Συνταγματάρχη Φαβιέρο για τις οικονομικές του απολαβές, καθώς και κάποιες πληροφορίες για την ηλικία του και την οικογενειακή κατάστασή του. Επιπλέον μαρτυρείται ότι η πρώτη συναυλία της Ελληνικής Στρατιωτικής Μουσικής έγινε την πρωτοχρονιά του 1825 στο Ναύπλιο.
Παρατίθεται η αναφορά του Giovanni Mangel:
«Προς το Έξοχον Υπουργείον του πολέμου
Ο Ταγματάρχης κύριος Αμπάτης μοι επαρουσίασεν εν γράμμα του Συνταγματάρχου κυρίου Φαβιέρου όστις του φανερώνει να μου ομιλήση εκ μέρους του ότι από τώρα και εις το εξής δεν εννοεί πλέον να με πληρώνει τον όποιον μισθόν μέχρι τούδε ελάμβανον προς τεσσαράκοντα τάλλαρα τον μήνα αλλά μόνον γρόσια τριακόσια. Απόρησα να ιδώ αιφνιδίως μίαν τοιαύτην απόφασιν του κυρίου Φαβιέρου να αναιρεί την οποίαν ποσότητα του μισθού μου εσυμφώνησε το έξοχον υπουργείον.
Εγώ περί του χιλιοστού οκτακοσιοστού εικοσιοστού τετάρτου τον μήνα Αύγουστο απέρασα από Πρέβεζα εις Μεσολόγγιον με απόφασιν να απεράσω εις Ζάκυνθον και εκείθεν να διευθυνθώ εις την Ευρώπην μετά της φαμελίας μου. Εις Μεσολόγγιον εγνώρισα τον τότε Αστυνόμον κύριον Ιω. Τoμπακάκην όστις με επρότεινε αν έκαμα την απόφασιν του να μεταβάλλω το εις την Ευρώπην ταξίδιόν μου και να μεταβώ εις Ναύπλιον όπου τότε η Ελλ. Διοίκησις άρχισε να διοργανίση Τακτικόν και να συστήσω μίαν μπάνταν. Εγώ τω εναντιώθην εις τούτο όχι δια άλλο αλλά δια το οποίο βάρος είχα της φαμελίας μου. Ο κύριος Τομπακάκης έγραψε προς τον Συνταγματάρχην κύριον Ρόδιον περί εμού και δεν έλλειπεν εις τούτο το αναμεταξύ να με παρακινήση αναβάλλοντάς μου το εις την Ζάκυνθον ταξίδιόν μου. Έφθασεν γράμμα του κυρίου Ρόδιου όστις έγραφεν να με παρακινήση του να μεταβώ με τον υιόν μου εις Ναύπλιον.
Από παρακινήσεις και υποσχέσεις του κυρίου Τoμπακάκη εκ μέρους του κυρίου Ροδίου του Συνταγματάρχου και περισσότερον δια να αξιωθώ να γενώ ωφέλιμος εις την ιεράν επανάστασιν κατά των τυρράνων της Ελλάδος αποφάσισα όταν ο Συνταγματάρχης κύριος Ρόδιος εσυγκατάνευσεν εις τας προτάσεις μου να απέλθω εδώ, αι οποίαι ήτον να συστήσω μόνον και μόνον μίαν μπάντα και να μην υποχρεούμαι εις εκστρατείας δια το προβεβηκός της ηλικίας μου, ήλθον ενταύθα μετά του υιού μου, άρχισα αμέσως με άοκνον ζήλον και με την μεγαλυτέραν προθυμίαν να καταγίνομαι ημέραν και νύκταν εις το χρέος μου και τούτο απεδείχθη, διότι φθάσας εδώ εις τας 4 Δεκεμβρίου, εις την αην Ιανουαρίου έκαμα αρμονίαν μετά των μαθητών μου εις την πλατείαν. Δεν έλλειψεν και προ τεσσάρων μηνών να απέλθω εις τας Αθήνας βλέπων ότι η παρουσία της μπάντας δια τον οποίον σκοπόν το Σύνταγμα μετέβαινε εκεί ήτον αναγκαία μ’ όλον δέον αυτό ήτον έξω από το συμφωνητικόν μου, ενταυτώ δια την ανάγκην να αρχίσω να συστήσω την δευτέραν μπάνταν. Το έξοχον Υπουργείον γνωρίζει καλώς τας απείρους δυσκολίας και κόπους ημπορεί τις να απαντήση εις το να μανθάνη εις τους νέους την μουσικήν οίτινες καμμίαν αρχήν δεν έχουν. Εγώ μ’ όλον τούτο με όλην μου την ευχαρίστησιν υποφέροντας όλα, διό και αποφάσισα και υποσχέθην μίαν φοράν να δουλεύω το Ελλ. έθνος.
Ύστερον λοιπόν από όλα αυτά αντί ανταμοιβήν να βλέπω τον Συνταγματάρχην κύριον Φαβιέρον να ζητή να μοι σμικρύνη τον οποίον μισθόν εσυμφώνησα μετά του Συνταγματάρχου κυρίου Ροδίου συναινέσει και της Ελ. Σ. Διοικήσεως. Αναφέρομαι λοιπόν εις το έξοχον υπουργείον ότι είμαι έτοιμος με όλην την προθυμίαν μου να εξακολουθήσω το χρέος μου, δεν εννοώ όμως να με σμικρυνθεί ο μισθός τον οποίον η Σ. Διοίκησις μοι εσυμφώνησεν, αλλά ούτε όταν ο κύριος Φαβιέρος θέλη να ζητή να με σμικρύνει τον μισθόν μου εννοώντας αυτό και να μην παραβώ το χρέος μου, διότι στοχάζομαι αφ’ ου άπαξ αποδεχθεί η Διοίκησις εν πράγμα, δεν ημπορεί άλλος τις υπάλληλος να το αναιρέση παρά η αυτή Διοίκησις. Περιμένοντας την απάντησιν του εξόχου υπουργείου μένω με όλον το προσήκον Σέβας.
Ναύπλιον Ο πατριώτης
Την 3 Μαρτίου 1826 G. Mangel Capobanda del
Primo Reggimento Greco».[62]
Αναζήτηση του Michael Mangel από τον πατέρα του
Στις 12 Μαρτίου 1826 απεστάλη έγγραφο από το Υπουργείο Πολέμου προς τον Συνταγματάρχη Φαβιέρο που βρισκόταν καθοδόν προς την Κάρυστο, το οποίο φανερώνει την τεταμένη σχέση του Αρχιμουσικού Giovanni Mangel με τον Συνταγματάρχη Φαβιέρο και παράλληλα καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο ο υιός του, Michael, κατατάχθηκε στο Γ’ Τάγμα στην Αθήνα.
«Προς τον Συνταγματάρχην κύριον Φαβιέρον
Ο αρχιμουσικός κύριος G. Μagnole έρχεται εις τα αυτόσε, προς αναζήτησιν του υιού του, ο οποίος παρασυρθείς από τινάς κακοήθεις, τους οποίους το υπουργείο αγνοεί, έφυγεν άνευ αδείας του πατρός αυτού, και ήλθον εις τα αυτόσε.
Προσκαλείσαι λοιπόν να εξετάσεις περί τούτου, και ευρών αυτόν, αποδώσης εις τον πατέρα αυτού, αν δε δυστροπών απειθήση, να βιάσης αυτόν. Τους δε παρασύροντας αυτόν παιδεύσης κατά το πρέπον. Δια να μην τολμήσωσιν άλλοτε να πράξωσιν τα τοιαύτα. Ειδοποιών περί τούτων και το υπουργείον τούτο». [63]
Τρίτη πολιορκία Μεσολογγίου
Στις 3 Απριλίου 1826 η κατάσταση των πολιορκημένων λόγω της ασιτίας ήταν απελπιστική.
«Ο Κίτσος Τζιαβέλας επρόβαλεν πάλιν ένα στρατήγημα· μετά τας 2 ώρας νυκτός, όλοι από τους προμαχώνας να σιωπήσουν έως ότου οι Τούρκοι νομίζοντες ότι ανεχωρήσαμεν να κινηθούν και να διαβούν εισερχόμενοι εις το οχύρωμα· και τότες, κτυπώντας οι σάλπιγγες, να κτυπήσωμεν, ώστε με τούτον τον τρόπον να τους γελάσωμεν, όπου όταν έλθη η ώρα της φυγής μας, να υποπτεύσουν το ίδιον, ότι υποκρινόμεθα, και να μη ριχθούν δια μιας μέσα και μας πάρουν τα οπίσθια. Έφθασεν η νύχτα· όλη η Φρουρά εσιώπησεν, και ο φόβος τον έπαιρνεν τον άνθρωπον, από την άκραν σιωπήν. Δύο ώραις σχεδόν εβάσταξεν η σιωπή. Εφώναζον οι Τούρκοι από όλα τα μέρη, κατά την συνήθειαν, ζητούντες να ομιλήσουν-κανένας δεν αποκρίνετο. Άρχισαν λοιπόν να ψυθιρίζουν λέγοντες “κατσντιλάρ” (έφυγαν οι Ρωμαίοι, έφυγαν). Όλον το στρατόπεδον το Τούρκικον εβάλθη εις κίνησιν, και ήθελαν να δοκιμάσουν εάν εφύγαμεν. Ετόλμησαν μερικοί και εβγήκαν προς το μέρος της Λουνέττας·[64] πλησίασαν έως εις τον τάφρον· οι εδικοί μας τους έβλεπον· εστάθηκαν αρκετήν ώραν, έτρεξαν και είπαν και εις τους άλλους ότι έφυγαν. Άρχισεν η λογοτριβή μεταξύ των. Εβγήκαν έπειτα κατ’ ολίγον έως 500 εις διάφορα μέρη, και προχωρούσαν· ενώ ούτως εσυνάζονταν, και οι Έλληνες τους περίμεναν να έβγουν όλοι, έξαφνα, δεν ηξεύρωμεν πώς, ο Βακατζέλος (Τζαβέλας) προστάζει τον σαλπιγκτήν να σαλπίση. Αρχίζει η σάλπιγξ- και φωτιά πανταχόθεν συγχρόνως, και εφονεύσαμεν περίπου των εκατόν τότες. Τρέχοντες ποιος και ποιος να πρωτοέμβη εις τα χαρακώματά των, άρχισαν οι Έλληνες να τους υβρίζουν. Οι Τούρκοι πλέον έσκαζαν πώς ούτω να απατηθούν. Και τωόντι ετούτο στρατήγημα μας ωφέλησε εις την έξοδόν μας».[65]
Προσαγωγή του Αρχιμουσικού Giovanni Mangel
Μετά την πτώση του Μεσολογγίου στις 10 Απριλίου και μπροστά στο ενδεχόμενο καθόδου των οθωμανικών δυνάμεων προς την Πελοπόννησο, η Διοικητική Επιτροπή υπό τον Ανδρέα Ζαΐμη προσπάθησε να κινητοποιήσει όλες τις διατιθέμενες δυνάμεις προκειμένου να αντιμετωπισθεί ο υπαρκτός αυτός κίνδυνος. Ιδιαίτερα στην πόλη του Ναυπλίου, στις 22 Απριλίου 1826 εκδόθηκε διακήρυξη ώστε να γίνουν οι απαραίτητες προμήθειες τροφών και πολεμοφοδίων. Τη νύχτα της 24ης Απριλίου 1826, ο Giovanni Mangel εντοπίστηκε προσπαθώντας να διαφύγει μαζί με την οικογένειά του. Παρατίθενται τα σχετικά έγγραφα.
«Αρ. 1138
Προς την Σεβ. Διοικητικήν Επιτροπήν της Ελλάδος
από Γεν. Αστυνομία Ναυπλίου
Χθες περί την πρώτην ώρα της νυκτός, η τακτική φυλακή η κατά το ακροθαλάσσιον φυλάττουσα, συνέλαβε ένα Τούρκον αιχμάλωτον και τον παρέδωσεν εις την Αστυνομίαν ταύτην, επί λόγω ότι ήθελε να δραπετεύση μετά του Αρχηγού της Μουσικής του πρώτου Συντάγματος Ιωάννου Μάγκελ δια Σύραν.
Επομένως τούτων η Αστυνομία εφρόντισε να ευρεθή και ο Μάγγλη,[66] από τον οποίον ελήφθη η πρέπουσα εξέταση: αντίγραφα λοιπόν τόσον της εξετάσεως αυτού και του Χαλήλη αιχμαλώτου, έτι δε και της μαρτυρίας του τελώνου Αναγνώστου Νικολάου, καθυποβάλλονται υπ’ όψιν της Σεβ. Διοικήσεως όπως διατάξη τα περί του πρακταίου».
Εν Ναυπλίω την 25. Απριλίου 1826
Ο Γεν. Αστυνόμος
Κωνστ. Πεταλάς».[67]
«Εξέτασις του αρχιμουσικού
ε.[68] πώς ονομάζεσαι και πόθεν είσαι;
α. Ιωάννης Μάγκλη από Βιέννην.
ε. ποίου επαγγέλματος είσαι;
α. αρχιμουσικός
ε. πότε ιμπαρκαρίσθης και δια πού ήθελες να υπάγης;
α. την Τετράδη· ιμπαρκαρίσθηκα με την φαμελίαν μου δια να υπάγω εις Σύραν, και απ’ εκεί να υπάγω την φαμελίαν μου εις Τήνον να την αφήσω και να επιστρέψω.
ε. έχεις την άδειαν του Ταγματάρχου ή χωρίς άδειαν ανεχώρησες;
α. έλαβον την άδειαν του Ταγματάρχου Ροδίου διά να επιστρέψω μεθ’ ημέρας εικοσιπέντε.
ε. εγγράφως έχεις την άδειαν του Ταγματάρχου ή προφορικώς; και αν την έχεις εγγράφως παρουσίασέ την εις την αστυνομίαν.
α. την άδειαν την έχω εγγράφως, όχι όμως υπογεγραμμένην από τον Ταγματάρχην, διότι δεν ήτο έτοιμον το πλοίον να μισεύση, αλλ’ έμεινε να την υπογράψη την ιδίαν ημέραν οπού ήθελεν αναχωρήσει, διά να μην μετρώνται εις την δοθείσαν μοι διορίαν των 25 ημερών αι ημέραι όπου μένω εδώ.
ε. έλαβες το τακτικόν διαβατήριον από την αστυνομίαν;
α. δεν το έλαβα διότι ως πολεμικός μοι επαρκούσεν η άδεια του Ταγματάρχου· μάλιστα εν ω ο Κ. Γενάδιος[69] ο ίδιος κατ’ αίτησίν μου έστειλε και στρατιώτες και εδιόρισε να αφήσουν να ιμπαρκάρω τα ρούχα μου.
ε. γνωρίζεις κάποιον Χαλήλ Απτουλά;
α. γνωρίζω ένα Χαλήλην, τον οποίον είχα εις την δούλεψίν μου σχεδόν δύο μήνες.
ε. διατί εναντίον των νόμων ηθέλησες να τον πάρης μαζί σου εν ω είχες εμποδιστικόν;
α. γνωρίζω τους Γενικούς Νόμους περί αιχμαλώτων και ποτέ δεν εφαντάσθην να πάρω αυτόν μαζί μου, την ώραν μόνο οπού ιμπαρκαρίζομεν έτυχεν εις το ακροθαλάσσιον και μου εφίλησε το χέρι αποχαιρετώντας με, και περί τούτου ημπορείτε να πληροφορηθείτε και από τον τελώνη ή και άλλους οπού ήταν παρόντες.
ε. επάνω εις ποίον καράβι ιμπαρκαρίσθης;
α. εις την σκούνα Παύλου Γούροβιτζ αυστριακού.
ε. είπες ότι έχεις την άδειαν εγγράφως από τον Συνταγματάρχην και σου εζητήθη να την παρρησιάσεις· παρρησίασέ την λοιπόν.
α. δεν την έχω εδώ. Ιδού όμως οπού στέλνω τον άνθρωπόν μου εις το καράβι να την φέρη και λάβετέ την.
ε. σοι ανεγνώσθη το παρόν ήκουσες είναι γραμματικόν καθώς είπες.
α. Μάλιστα είναι τα ίδια.
ε. Ηξεύρεις γράμματα;
α. Ηξεύρω.
Τη 25 Απριλίου 1826 Ναύπλιο
Υπογραφή
Ιωάννης Μάγκλη αρχιμουσικός του πρώτου Τάγματος». [70]
Με έγγραφό του την ίδια ημέρα (25 Απριλίου 1826), ο Αστυνομικός Διευθυντής Ναυπλίου Κωνσταντίνος Πεταλάς κάλεσε τον Συνταγματάρχη Παναγιώτη Ρόδιο να θέσει τον Αρχιμουσικό υπό φύλαξη.[71]
Έτος 1827
Σώμα Γεωργίου Καραϊσκάκη και Τακτικός Στρατός
Σε στρατήγημα που παρουσίασε στους οπλαρχηγούς ο Καραϊσκάκης μαρτυρείται η συμμετοχή σαλπιγκτή στις πολεμικές επιχειρήσεις. «Ο Καλύβας με τους συντρόφους του όλους, οι καινούργιοι του Παλαμιδίου: Κασομούλης, Θανασούλας (Βαλτινός) με τους συντρόφους των (τριακόσιους) να αρχίσουν να εμβαρκαρίζωνται μισή ώρα προτού σκοτειδιάσει, και δια θαλάσσης, οδηγούμενοι από τον Γιαννάκην Λογοθέτην, να έβγουν να οχυρωθούν……άμα σκοτειδιάσει και σαλπίσει ο σαλπιγκτής, τότες να κινηθούν όλοι….».[72]
Κατά την προετοιμασία επιχείρησης στο Μετόχι έναντι του μοναστηριού στο Κερατσίνη (σημερινά Ταμπούρια), ο Κασομούλης δίνει το όνομα του σαλπιγκτή του σώματός του και μια σειρά από κελεύσματα της σάλπιγγας, που επαληθεύει την εξοικείωση των άτακτων σωμάτων με την κελευστική μουσική. «Είχαμεν τον Καραγιάννην[73] σαλπιγκτήν μας, μόνον μέσα εις το Μετόχι· εσήμανε να ετοιμασθούμε. … Εσήμανε η σάλπιγξ· προετοιμάσθημεν και δεν άκουγες καθόλου φωνήν, από κανέναν. … Δίδεται το σύνθημα της εφόδου υπό των εχθρών· σημαίνει συγχρόνως και η ιδική μας σάλπιγξ την προετοιμασίαν μας. … Χωρίς να ταραχθή κανένας και να πυροβολήσει ακαίρως, τους αφήσαμεν κα επλησίασαν έως 20 βήματα – ηχεί τότε η σάλπιγξ το πυρ. Αρχίζομεν το αλλεπάλληλον πυρ».[74]
Η έκβαση της μάχης αυτής ήταν θετική για τα Ελληνικά σώματα. Ο Καραϊσκάκης διελθών από το σημείο επιβράβευσε τους Έλληνες μαχητές στέλνοντας για τη ψυχαγωγία τους τη Στρατιωτική Μουσική, που στάθμευε προ καιρού στα Αμπελάκια (Σαλαμίνα) με το Γ’ Τάγμα του Τακτικού Στρατού. «Την νύκταν, μας έπεμψεν τη μουσική του Τακτικού και κρασί. Την αυγήν εχάρισεν από εν φλωρί εις τον κάθε στρατιώτην».[75]
Ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός της Στρατιωτικής Μουσικής
Σε κατάσταση αξιωματικών του Τακτικού Σώματος που συντάχθηκε στις 15 Αυγούστου του 1827 καταγράφεται η προαγωγή του Αρχιτυμπανιστή Αντώνιου Αντωνίου σε αξιωματικό (Υπολοχαγό Β’) του Πεζικού, με ημερομηνία μεταβολής την 1η Αυγούστου 1827. Πρόκειται για τον πρώτο Έλληνα αξιωματικό της Στρατιωτικής Μουσικής του Τακτικού Στρατού.[76] Αξίζει να σημειωθεί ότι σε διεθνές επίπεδο, στα στρατεύματα της εποχής, ο βαθμός του αρχιτυμπανιστή αντιστοιχούσε στον βαθμό του λοχία ή του επιλοχία, δηλαδή σε βαθμούς υπαξιωματικών. Η προαγωγή του Αντωνίου σε αξιωματικό αποτελεί εξαίρεση που οφείλεται στη μακροχρόνια συμμετοχή του σε πολεμικές επιχειρήσεις με αυτοθυσία, όπως στη μάχη του Πέτα το 1822, όπου ως σημαιοφόρος διέσωσε τη σημαία του τάγματος και την παρέδωσε στον Συνταγματάρχη Παναγιώτη Ρόδιο.
Τον Ιούνιο του 1830, επί Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, τοποθετήθηκε Φρούραρχος στο Βούρτζι Ναυπλίου φέρων τον βαθμό του Υπολοχαγού.[77]
Σύνταγμα Θαλασσινόν
Σε κατάσταση της 10ης Σεπτεμβρίου 1827 καταγράφεται στρατιωτικό απόσπασμα 77 ανδρών του Α’ Συντάγματος Πεζικού στη Νάξο. Το εν λόγω σώμα χαρακτηρίζεται ως «Α’ Σύνταγμα Θαλασσινόν». Η κατάσταση αφορούσε στην καθημερινή ποσότητα χορήγησης άρτου στην ειρημένη δύναμη. Το απόσπασμα αυτό διέθετε τρεις τυμπανιστές.[78]
Επίλογος
Η παρούσα μελέτη ενδεικτικά παρουσιάζει σημαντικά τεκμήρια σχετικά με την ελληνική στρατιωτική μουσική από το 1821 έως το 1827, δηλαδή πριν από την Καποδιστριακή περίοδο. Η αρχειακή έρευνα ανέδειξε πληθώρα στοιχείων που ήταν άγνωστα ή ελλιπώς καταγεγραμμένα μέχρι σήμερα.
Ήδη από το 1821, πέρα από τα σώματα των Φιλελλήνων και των Ιονίων Νήσων που είχαν τη σχετική παιδεία, ακόμα και τα άτακτα σώματα των σημαντικότερων Ελλήνων οπλαρχηγών χρησιμοποιούσαν τη στρατιωτική κελευστική μουσική με πνευστά και κρουστά όργανα, κυρίως τρομπέτες και τύμπανα, ως κύριο μέσο ενδοσυνεννόησης του στρατεύματος, εκτέλεσης παραγγελμάτων, διαταγών και εχθροπραξιών, καθώς και ως μέσο ενθάρρυνσης των συστρατευμένων, αλλά και εκφοβισμού και αποτροπής του εχθρού.
Από την ίδια ακριβώς εποχή παρατηρείται συμμετοχή παίδων τυμπανιστών στα άτακτα ελληνικά σώματα, κατά τα πρότυπα του γαλλικού και άλλων ευρωπαϊκών στρατών, που καλούνται να αντιμετωπίσουν εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες διαβίωσης και εξοικείωσης με τον θάνατο και τον ανθρώπινο πόνο, στο πλαίσιο ενός ενεργού μάχιμου στρατεύματος με συνεχείς πορείες και μάχες, και ταυτόχρονα να αποδώσουν σε στρατιωτικό επίπεδο τα απαραίτητα και να ανταπεξέλθουν επαρκώς σε κρίσιμες στιγμές.
Από το 1822, τα πρώτα τακτικά σώματα συμπεριλαμβάνουν στρατιωτική κελευστική μουσική ως απαραίτητο και κρίσιμο συστατικό στρατιωτικής οργάνωσης, λειτουργίας και ένοπλης δράσης. Από το ίδιο έτος έχουμε τεκμήρια παραγγελίας και παραλαβής μουσικών οργάνων από το εξωτερικό. Επίσης, εξαρχής αναφέρεται συμμετοχή τόσο ξένων όσο και Ελλήνων μουσικών στα διάφορα σώματα, τακτικά και άτακτα.
Η χρηστικότητα και η αναγκαιότητα του στρατιωτικού μουσικού στη μάχη γίνεται δυστυχώς αντιληπτή με τον τραγικότερο τρόπο στη μάχη του Κεφαλόβρυσου, που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη, γεγονός που μπορεί να είχε αποφευχθεί εάν δεν είχε τραυματιστεί βαριά ο σαλπιγκτής του και είχε καταφέρει να ειδοποιήσει το συνεργόν σώμα του Κίτσου Τζαβέλα.
Το 1823 αναφέρεται η πρώτη καταγραφή συμμετοχής στρατιωτικής μουσικής σε τελετουργία, στην κηδεία του Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι.
Το 1824 ο συνταγματάρχης Παναγιώτης Ρόδιος καταθέτει αιτιολογημένη πρόταση επίσημης συγκρότησης Στρατιωτικής Μουσικής στον ελληνικό Τακτικό Στρατό. Με τη συγκρότηση του Α’ Τακτικού Συντάγματος το καλοκαίρι του ίδιου έτους, κατατάσσονται οι πρώτοι στρατιωτικοί μουσικοί του Ελληνικού Στρατού, οι ονομαστικές καταστάσεις των οποίων αποδεικνύουν πως στην πλειοψηφία τους ήταν ελληνικής καταγωγής.
Ο Αντώνιος Αντωνίου υπήρξε ο πρώτος καταγεγραμμένος καταταχθείς στρατιωτικός μουσικός και ο αρχιτυμπανιστής που ηγήθηκε τον Οκτώβριο του 1824 στην πρώτη καταγεγραμμένη τελετή της στρατιωτικής μουσικής του ελληνικού Τακτικού Στρατού. Το 1827 γίνεται ο πρώτος Έλληνας αρχιτυμπανιστής που προάγεται σε αξιωματικό της Στρατιωτικής Μουσικής.
Τον Δεκέμβριο του 1824 κατατάσσεται ο Giovanni Mangel, ο πρώτος Ευρωπαίος αρχιμουσικός του ελληνικού στρατού, ο οποίος πραγματοποιεί την πρώτη συναυλία της Ελληνικής Στρατιωτικής Μουσικής, εν είδει φιλαρμονικής, την πρωτοχρονιά του 1825 στο Ναύπλιο. Στα τέλη του ίδιου έτους, ο ίδιος δημιουργεί δεύτερη στρατιωτική μπάντα στην Αθήνα. Επειδή, στη συνέχεια σταδιοδρόμησε ο υιός του, Michael, ως αρχιμουσικός στην Ελλάδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, δημιουργήθηκε εσφαλμένα η εντύπωση ότι αυτός υπήρξε ο πρώτος αρχιμουσικός και ο ιδρυτής της πρώτης ελληνικής στρατιωτικής φιλαρμονικής.[79] Παράλληλα, η προσαγωγή και τελικά η απομάκρυνση του Giovanni Mangel από τον ελληνικό στρατό πιθανώς να συνέβαλαν στην πρόωρη λήθη της σύντομης αλλά ουσιαστικής δραστηριοποίησής του.
Υποσημειώσεις
[1] Anastasia Tsagkaraki, Les Philhellènes Français dans la Lutte pour l’Indépendance Grecque, Athènes 2019, σ. 22, https://www.academia.edu/38684830 (τελευταία πρόσβαση 10/4/2024).
[2] Κωνσταντίνος Ν. Ράδος, Ο Ιερός Λόχος και η εν Δραγατσανίω Μάχη, Ελευθερουδάκης και Μπαρτ, Αθήνα 1919, σ. 4.
[3] Maxime Raybaud, Mémoire sur la Grèce, τόμ. 1, Tournachon – Molin, Paris 1824, σ. 248.
[4] François C. H. Pouqueville, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. 2, Α. Γεωργίου – Π. Τζελάτος – Γ. Φέξης, Αθήνα 1890, σ. 259.
[5] H. Şükrü Ilıcak (ed.), “Those Infidel Greeks”. The Greek War of Independence through Ottoman Archival Documents, vol. 1, Brill, Boston 2021, σ. 130.
[6] Γεώργιος Θ. Ζώρας, «Το “ημερολόγιον” του εν Αθήναις Ολλανδού προξένου και η Ελληνική Επανάστασις», Παρνασσός 4, 1972, σ. 613-639.
[7] Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες Βασικές Ιστορικές Πηγές της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Α’, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 249-254.
[8] Thomas Gordon, History of the Greek Revolution, vol. I, William Blackwood, London 1844, σ. 274.
[9] Ιωάννης Φιλήμων, Ιστορικόν Δοκίμιον περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Π. Σούτσας – Α. Κτενάς, Αθήνα 1860, σ. 305.
[10] Σπυρίδων Τρικούπης, Η Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Α΄, τύποις Tαϋλόρου και Φραγκίσκου, Λονδίνο 1860, σ. 287.
[11] Κυριάκος Σιμόπουλος, Πώς Είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21, τόμ. Α΄, Στάχυ, Αθήνα 1999, σ. 58-61.
[12] Στο ίδιο, σ. 98-99.
[13] Joseph Balestra (1790-1822). Βλ. https://aegean-maritime-museum.gr/en/exhibits-history/1821/106-iosif-valest-2 (τελευταία πρόσβαση 24/10/2023). Στη βιβλιογραφία το επίθετο του εν λόγω Γάλλου αξιωματικού εμφανίζεται ποικιλοτρόπως.
[14] Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες Βασικές Ιστορικές Πηγές της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Α΄, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 218-219.
[15] Βακαλόπουλος, ό.π., τόμ. Β΄, σ. 337-338.
[16] Σιμόπουλος, ό.π., σ. 357-358.
[17] Φώτης Χρυσανθόπουλος (Φωτάκος), Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επανάστασης, τύποις Σακελλάριου, Αθήνα 1858, σ. 151.
[18] Στο ίδιο, σ. 159.
[19] Στο ίδιο, σ. 194-198.
[20] Έγγραφο Υπουργείου Εσωτερικών αρ. 155, Φ. 5 (1822), ΓΑΚ-ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου / Γραμματείας / Υπουργείου της Οικονομίας (περιόδου Αγώνος) [1821-1827].
[21] Κυριάκος Σιμόπουλος, Πώς Είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21, τόμ. Β΄, Πολιτιστικές Εκδόσεις, Αθήνα 2004, σ. 204.
[22] Raybaud, ό.π., τόμ. 2, σ. 267.
[23] Σιμόπουλος, ό.π., τόμ. Β΄, σ. 221.
[24] Στο ίδιο, σ. 291.
[25] Στο ίδιο, σ. 289, 293-294.
[26] Παναγιώτης Ρόδιος, Έφορος Στρατιωτικός, τόμ. Α’, αρ. 5, Ράλλης, Ναύπλιο 1835, σ. 145,147.
[27] Σπυρίδων Τρικούπης, Η Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Β’, Ασλάνης, Αθήνα 1888, σ. 265-267.
[28] Σιμόπουλος, ό.π., τόμ. Β΄, σ. 375-376.
[29] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, τόμ. 1, σ. 173, https://paligenesia.parliament.gr (τελευταία πρόσβαση 25-10-2023).
[30] William St Clair, That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence, Open Book Publishers, Cambridge 2008, σ. 119-126.
[31] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, τόμ. 9, σ. 327, https://paligenesia.parliament.gr (τελευταία πρόσβαση 25-10-2023).
[32] Νικόλαος Κασομούλης, Ενθυμήματα Στρατιωτικά, τόμ. 1, Εποπτεία, Αθήνα 1939, σ. 270-271.
[33] Κωνσταντίνος Μεταξάς, Ιστορικά Απομνημονεύματα εκ της Ελληνικής Επαναστάσεως, Α. Κτενάς, Αθήνα 1878, σ. 141-143.
[34] Σπυρίδων Γουλής, Ο Θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη – Βίος του Λόρδου Βύρωνος και Θάνατος Αυτού, Κάδμος, Κέρκυρα 1881, σ. 11-14.
[35] Εφ. Ελληνικά Χρονικά, αρ. 30, Μεσολόγγι 12/4/1824, σ. 3.
[36] Παναγιώτης Σαβοριανάκης, Ο Παναγιώτης Ρόδιος και η Εποχή του, Σαββάλας, Αθήνα 2002, σ. 106.
[37] Στο ίδιο, σ. 242.
[38] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, τόμ. 3, σ. 188, https://paligenesia.parliament.gr (τελευταία πρόσβαση 25-10-2023).
[39] Αναστάσιος Χαραλάμπης – Κωνσταντίνος Νίδερ, Ιστορικόν Υπόμνημα περί του Οργανισμού του Τακτικού Στρατού της Ελλάδος, Υπουργείο Στρατιωτικών, Αθήνα 1907, σ. 15.
[40] Κυριακή Αθ. Πιτσιόρλα, Το Παπάφειο Ορφανοτροφείο και η Φιλαρμονική του, Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2017, σ. 28.
[41] Έγγραφο αρ. 3, Φ. 24 (1824), ΓΑΚ ΚΥ/Συλλογή Βλαχογιάννη/Σειρά 1/Κατάλογος Α΄ Συλλογής Βλαχογιάννη/Υποσειρά 1- Αρχείον Αγώνος.
[42] Έγγραφο αρ. 103, Φ. 31 (1824), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου / Γραμματείας / Υπουργείου Πολέμου (περιόδου Αγώνος) [1822-1827].
[43] Έγγραφο αρ. 103, Φ. 99 (1825), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου / Γραμματείας / Υπουργείου Πολέμου (περιόδου Αγώνος) [1822-1827]. Ο φάκελος αυτός πιθανώς έχει τοποθετηθεί εκ παραδρομής στο έτος 1825 αντί του έτους 1824, αφού στο εξώφυλλο της κατάστασης αναφέρεται ως χρονολογία το 1824.
[44] Έγγραφο αρ. 102, Φ. 31 (1824), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου / Γραμματείας / Υπουργείου Πολέμου (περιόδου Αγώνος) [1822-1827].
[45] Εφ. Φίλος του Νόμου, αρ. 67, Ύδρα 3/11/1824, σ. 2.
[46] Ο ίδιος δηλώνει Αυστριακός από τη Βιέννη. Βλ. Έγγραφο αρ. 43, Φ. 44 (1825), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου/ Γραμματείας/Υπουργείου της Αστυνομίας (περιόδου Αγώνος) [1822-1826]. Πιθανώς λόγω της αρχικής καταγραφής του ονόματός του στην ιταλική, αναφέρεται και ως Ιταλός. Βλ. Δημήτριος Δημητρίου, Ευάγγελος Τσάλας, Ιωάννης Νησιωτάκης και Δημήτριος Γεδεών, Η Ιστορία της Οργάνωσης του Ελληνικού Στρατού (1821-1954), Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού ΓΕΣ, Αθήνα 2005, σ. 5.
[47] Σαβοριανάκης, ό.π., σ. 121.
[48] Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 4, Υπουργείο Στρατιωτικών, Αθήνα 1927, σ. 649.
[49] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, τόμ. 2, σ. 50, https://paligenesia.parliament.gr (τελευταία πρόσβαση 25-10-2023).
[50] Εφ. Ελληνικά Χρονικά, αρ. 44, Μεσολόγγι 3/6/1825, σ. 1.
[51] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν Εκστρατειών και Μαχών, Αριστομένης Βυζάντιος, Αθήνα 1901, σ. 77.
[52] Εφ. Ο Φίλος του Νόμου, αρ. 129, Ύδρα 26/6/1825, σ. 1.
[53] Βυζάντιος, ό.π., σ. 83, 85. Σύμφωνα με τον Βυζάντιο, ο Φαβιέρος ανέλαβε τη Διοίκηση του Τακτικού Σώματος στις 30 Ιουλίου 1825.
[54] Εφ. Ελληνικά Χρονικά, αρ. 61, Μεσολόγγι 1/8/1825, σ. 3.
[55] Νικόλαος Κασομούλης, Ενθυμήματα Στρατιωτικά, τόμ. 2, Πάγκειος Επιτροπή, Αθήνα 1941, σ. 104.
[56] Εφ. Ελληνικά Χρονικά, αρ. 79, Μεσολόγγι, 3/10/1825, σ. 3.
[57] Κάρπος Παπαδόπουλος, Ανασκευή εις την Ιστορίαν των Αθηνών Αναφερομένων, Π. Μαντζαράκης, Αθήνα 1837, σ. 74.
[58] Χρήστος Ρέππας, «Γενική Απογραφή του Πληθυσμού του Ναυπλίου κατά το Έτος 1825», Μνημοσύνη 9, Εταιρία Ιστορικών Σπουδών επί του Νεωτέρου Ελληνισμού, Αθήνα 1984, σ. 326.
[59] Έγγραφο αρ. 43, Φ. 44 (1825), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου/Γραμματείας/Υπουργείου της Αστυνομίας (περιόδου Αγώνος) [1822-1826].
[60] Κασομούλης, ό.π., τόμ. 1, σ. 370.
[61] Σαβοριανάκης, ό.π., σ. 126.
[62] Έγγραφο αρ. 133, Φ. 179 (1826), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου/Γραμματείας/Υπουργείου Πολέμου (περιόδου Αγώνος) [1822-1827].
[63] Έγγραφο αρ. 71, Φ. 182 (1826), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου/Γραμματείας/Υπουργείου Πολέμου (περιόδου Αγώνος) [1822-1827].
[64] Προμαχώνας. Όλοι οι προμαχώνες του Μεσολογγίου είχαν συγκεκριμένα ονόματα.
[65] Κασομούλης, ό.π., τόμ. 2, σ. 247-248.
[66] Στο εν λόγω έγγραφο το επίθετο του Giovanni Mangel εμφανίζεται καταγεγραμμένο στα ελληνικά με δύο διαφορετικές εκδοχές.
[67] Έγγραφο της Αστυνομίας αρ. 1138, Φ. 19 (4/1826), ΓΑΚ ΚΥ/Συλλογή Βλαχογιάννη/Σειρά 1/Κατάλογος Α΄ Συλλογής Βλαχογιάννη/Υποσειρά 1/Αρχείον Αγώνος. Από το εν λόγω έγγραφο προς τη Διοικητική Επιτροπή είχε παραληφθεί η λέξη «μισεύοντος», που υπήρχε στο προσχέδιο του ίδιου εγγράφου. Η φράση στο προσχέδιο έχει ως εξής: «…επί λόγω ότι ήθελε να δραπετεύσει μετά του αρχηγού της Μουσικής του πρώτου Συντάγματος Ιωάννου Μάγγελ μισεύοντος δια Σύραν». Πρβλ. Έγγραφο αρ. 284, Φ. 67 (1-4/1826), ΓΑΚ ΚΥ/Συλλογή Βλαχογιάννη/Σειρά 1/Κατάλογος Α΄ Συλλογής Βλαχογιάννη/Υποσειρά 1/Αρχείον Αγώνος.
[68] Προφανώς το «ε.» αποτελεί βραχυγραφία της λέξης «ερώτησις» και το «α.», που ακολουθεί, της «απάντησις» ή «απόκρισις».
[69] Εννοείται «κος Γενάδιος». Αναφέρεται στον λόγιο Γεώργιο Γεννάδιο (Σηλυβρία Θράκης 1786-Αθήνα 1854).
[70] Έγγραφο αρ. 213, Φ. 19 (4/1826), ΓΑΚ ΚΥ, ό.π.
[71] Έγγραφο αρ. 288, Φ. 67 (1-4/1826), ΓΑΚ ΚΥ, ό.π.
[72] Κασομούλης, ό.π., τόμ. 2, σ. 428.
[73] Ο Ιωάννης Καραγιάννης, όπως αναγράφεται παραπάνω, κατατάχθηκε τον Σεπτέμβριο του 1824 στον τακτικό στρατό και ήταν αρχισαλπιγκτής τοποθετημένος στους υποτελείς του Α’ Τακτικού Συντάγματος.
[74] Κασομούλης, ό.π., τόμ. 2, σ. 437.
[75] Στο ίδιο, σ. 438.
[76] Έγγραφο αρ. 131, Φ. 204 (1827), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Μινιστέριου/Γραμματείας/Υπουργείου Πολέμου (περιόδου Αγώνος) [1822-1827].
[77] Έγγραφο αρ. 57, Φ. 14 (1830), ΓΑΚ ΚΥ/Αρχείο Γραμματείας/Υπουργείου Στρατιωτικών (περιόδου Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια) [1830-1833].
[78] Έγγραφο άνευ αριθμού, Φ. 25α, ΓΑΚ/Αρχείο Γενικού Φροντιστηρίου (περιόδου Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια) [1828-1829].
[79] Πρβλ. Σπύρος Μοτσενίγος, Νεοελληνική Μουσική. Συμβολή εις την ιστορίαν της, Αθήνα 1958, σ. 271· Δημητρίου, Τσάλας, Νησιωτάκης, Γεδεών, ό.π., σ. 76· Κωστής Γαϊτάνος, Η Ιστορία της Ελληνικής Μουσικής από την Αρχαιότητα έως Σήμερα, τόμ. Β΄, Φίλιππος Νάκας, Αθήνα 2012, σ. 14· Χάρης Ξανθουδάκης, «Η μουσική κίνηση στις άλλες πόλεις» στο: Χ. Ξανθουδάκης, Π. Βλαγκόπουλος, Κ. Καρδάμης και Σ. Κουρμπανά (επιμ.), Ιστορία της Μουσικής στη Νεώτερη Ελλάδα, τόμ. Α΄, Ωδείον Αθηνών, Αθήνα 2022, σ. 568-569.
– Θανάσης Τρικούπης
Αναπληρωτής Καθηγητής της Σχολής Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
– Σάββας Γκριτζέλης Τχης (ΜΣ) ε.α – MSc Μουσικολογίας ΕΚΠΑ /ΤΜΣ
Υποψήφιος Διδάκτωρ ΠΙ/ ΤΜΣ
15ο Διατμηματικό Μουσικολογικό Συνέδριο: «Από την επικαιρότητα στην διαχρονικότητα: Μαρία Κάλλας, 100 χρόνια από την γέννησή της», Αθήνα, 9-11 Νοεμβρίου 2023. Διοργάνωσή: Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, υπό την αιγίδα της Ελληνικής Μουσικολογικής Εταιρείας. Πρακτικά Διατμηματικού Συνέδριου, Θεσσαλονίκη 2024.
* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.
Σχετικά θέματα:












Σχολιάστε