Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Αλέξανδρος Ρίζος  Ραγκαβής’

Το Ναύπλιο στα χρόνια 1828-1833 – Σκιαγράφηση της κοινωνικής, πολιτισμικής και πνευματικής ζωής – Αλέκα Μπουτζουβή – Μπανιά


 

Στις 18 Ιανουαρίου 1823, το Ναύπλιο ανακηρύχθηκε Διοικητικό κέντρο, και αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι, ενώ ο πόλεμος συνεχιζόταν, η συνθηκολόγηση των Τούρκων, που κατέληξε στην αποχώρηση τους, το είχε μετατρέψει σε ασφαλές καταφύγιο.[1] Στοιχεία προσδιοριστικά της οικιστικής του φυσιογνωμίας μας προσφέρουν οι ξένοι ταξιδιώτες που το επισκέφθηκαν και οι απομνημονευματογράφοι της εποχής.

Οι περιγραφές που ακολουθούν περιορίζονται στο Ναύπλιο, χωρίς αναφορά ή σύγκριση με τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις, οι όποιες βρίσκονταν στην ίδια η σε χειρότερη κατάσταση, και το παρουσιάζουν σαν μια πόλη με μέτρια κτίσματα, σοκάκια, χαλάσματα και ρυπαρότητα. Το 1823, ο συνοδοιπόρος του λόρδου Byron, M. Schilizzi, περιγράφει το Ναύπλιο[2] σαν «μια κατεστραμμένη πόλη. Όλα τα σπίτια είναι καμένα ή ερειπωμένα. Αδύνατον να βρεις έστω και ένα κατάλληλο για κατοικία. Τα δύο καλύτερα σπίτια της πόλης, του Πετρόμπεη[3] και του Κολοκοτρώνη, δεν έχουν ούτε πόρτα ούτε παράθυρο. Καταλαβαίνετε τώρα τι είναι τα άλλα».

 

Η περιοχή της Χουρμαδιάς του Ναυπλίου και το Μπούρτζι, 1841. Ακουαρέλα σε χαρτί, έργο του Γάλλου ζωγράφου Πιερ Μπονιρότ (Pierre Bonirote, 1811-1891).

 

Ένα χρόνο αργότερα, το 1824, ο Άγγλος γιατρός William Black συναντάει «παντού τα σημάδια του πολυαίμακτου πολέμου, ρυπαροί δρόμοι, συχνά αποκλεισμένοι από ερείπια γκρεμισμένων σπιτιών και απορρίμματα».[4] Το 1827 ο Ν. Δραγούμης επισημαίνει ότι το Ναύπλιο «πόλις όλως τουρκική τας μεν οδούς είχε στενάς, ανωμάλους και βορβορώδεις, τας δε οικίας ξυλοκτίστους, πολυθύρους, σεσαθρωμένας και παντί αρρύθμους».[5]

Μάουρερ Γεώργιος – Λουδοβίκος, άγνωστος καλλιτέχνης, 1860. Αρχείο: Bayerische Akademie der Wissenschaften.

Το 1833 τέλος, όταν φθάνει ο Όθωνας και η Αντιβασιλεία, παρά τα μέτρα που εφάρμοσε ο Καποδίστριας, η κατάσταση του Ναυπλίου δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά, όπως φαίνεται από την περιγραφή που δίνει ο Maurer: «λιθόστρωμα η πόλις δεν είχε. Δρομάκια στενά, απ’ όπου αμάξι δεν χωρούσε να περάσει. Η  κεντρική πλατεία, η πλατεία των Πλατανιών, γεμάτη πέτρες και χώματα από τα γκρεμισμένα σπίτια»… «Η τάφρος γύρω από τα τείχη είχε μεταβληθεί σ’ ένα έλος με απαίσιες αναθυμιάσεις, κι ωστόσο κατοικούσαν εκεί μέσα άνθρωποι μαζί με γουρούνια»[6].

Διαφορετική είναι η περιγραφή του Άγγλου κληρικού Waddinghton, που επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1823-24.[7] Αυτός αποφεύγοντας τις επιμέρους περιγραφές, επισημαίνει τα πλεονεκτήματα εκείνα που θα επέτρεπαν την οικιστική βελτίωση της πόλεως. Κατά τη γνώμη του, το Ναύπλιο ήταν α) η πιο καλοχτισμένη πόλη της Ελλάδας, δεδομένου ότι κατοικήθηκε αποκλειστικά από Τούρκους και β) είχε υποστεί τις λιγότερες καταστροφές από τον πόλεμο, διατηρώντας το μεγαλύτερο τμήμα της σε καλή κατάσταση. Βέβαια τα πλεονεκτήματα αυτά είναι σχετικά και σε σχέση με την κατάσταση των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων, προς τις όποιες συγκρινόμενο το Ναύπλιο, είχε τις προϋποθέσεις να αναπτυχθεί. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Το Ναύπλιο στα χρόνια της «Ναπολεοντίας»: κοινωνικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα – Άννα Ταμπάκη


 

Τον Ιανουάριο του 1823, στις 18 του μηνός, και ενώ ο απελευθερωτικός Αγώνας συνεχιζόταν, το Ναύπλιο, ερειπωμένη πόλη, με εμφανή τα ίχνη των εχθροπραξιών, ανακηρύχθηκε, μετά την Αίγινα, διοικητικό κέντρο. Για την εικόνα που παρουσιάζει, οι μαρτυρίες της εποχής είναι συγκλίνουσες. Το Ναύπλιο περιγράφεται ως:

«μια κατεστραμμένη πόλη. Όλα τα σπίτια είναι καμμένα ή ερειπωμένα. Αδύνατον να βρεις έστω και ένα κατάλληλο για κατοικία. Τα δύο καλύτερα σπίτια της πόλης, του Πετρόμπεη και του Κολοκοτρώνη, δεν έχουν ούτε πόρτα ούτε παράθυρα. Καταλαβαίνετε τώρα τι είναι τα άλλα.»[1]

Ένα χρόνο μετά, το 1824, ο Άγγλος γιατρός William Black συναντά όπου και να κοιτάξει: «τα σημάδια του πολυαίμακτου πολέμου, ρυπαροί δρόμοι, συχνά αποκλεισμένοι από ερείπια γκρεμισμένων σπιτιών και απορρίμματα».[2]

Ο Κόδριγκτον επισκέφθηκε την οικία Πετρόμπεη το 1827: «η ξύλινη κλίμαξ δι’ ης ανέβην μόλις υπεβάσταζε το βάρος μου, αλλ’ ούτε το έδαφος ήτο στερεώτερον. Ο θάλαμος εστερείτο στέγης και χελιδόνες επέπτοντο μεταξύ των δοκών».[3]

Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (1809-1892).

Πολύ κοντά σ’ αυτές τις ζοφερές περιγραφές είναι και ο βασικός πληροφοριοδότης μας για τα πολιτιστικά τεκταινόμενα στο Ναύπλιο της εποχής, ο φαναριώτης λόγιος Αλέξανδρος Ρίζος  Ραγκαβής. Διηγείται την άφιξη της οικογένειάς του στο Ναύπλιο, στις 20 Φεβρουαρίου 1830 και την εξεύρεση κατοικίας:

«Μετά διήμερον δε διαμονήν του μεν πατρός μου και εμού παρά τω Κω Σκούφω, των δε αδελφών Σούτσων παρά τω πρεσβυτέρω αυτών αδελφώ Νικολάω, μετέβημεν ο πατήρ μου και εγώ εις τα δωμάτια α εμισθώσαμεν εν τη οικία του Κ. Καραπαύλου, ήτις ην μία των μεγαλοπρεπεστάτων και μάλλον επιζητήτων τότε εν Ναυπλί. Ην δε κυρίως ευρύχωρον ερείπιον κακώς έχον, και μόλις διαφυγόν την εντελή καταστροφήν επί της πολιορκίας. Η δε κατοικία ήμων συνέκειτο εκ δύο δωματίων, ούδεν εχόντων έπιπλον εννοείται, ξύλινα δε μόνον παραθυρόφυλλα προφυλάττοντα από των ακτίνων του ηλίου και των πνοών του ανέμου, καθ’ όσον υαλία εις τα παράθυρα εθεωρούντο τότε, καθώς επί Αριστοφάνους, ως παράβολος πολυτέλεια διά το Ναύπλιον. Ήσαν όμως τα δωμάτια ταύτα τα ευπρεπέστερα της οικίας, ώστε και εις συναναστροφήν συνήρχοντο παρ’ ημίν οι κατοικούντες τα πενιχρότερα μερίσματα αυτής, ως η οικογένεια του Ιακώβου Αργυροπούλου, του προ μικρού υπανδρεύσαντος την θυγατέρα του Χαρίκλειαν μετά του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, και ο Α. Καντακουζηνός […]».[4]

 

Επί Καποδίστρια λήφθηκαν ασφαλώς μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, για την καθαριότητα και την απομάκρυνση των ερειπίων, για τη διαπλάτυνση των οδών και την οργάνωση της δημόσιας και κοινωνικής ζωής, ωστόσο οι εικόνες που περιγράψαμε κυριαρχούν ακόμη την εποχή της άφιξης του Όθωνα.[5] (περισσότερα…)

Read Full Post »