Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Φυτωνυμικά’

Η προέλευση των κρανιδιώτικων επωνύμων στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα (Ρίζα: ελληνική, αρβανίτικη, τουρκική, λατινική)[1] | Μαρίνα Τσιρτσίκου, Ιστορικός, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ/ΔΙΣ) – Υποψήφια Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων


 

Το Κρανίδι ανήκει στον νομό Αργολίδας, είναι πρωτεύουσα του Δήμου Ερμιονίδας και βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Πελοποννήσου. Με την παρούσα έρευνά μου αναλύω την ετυμολογική προέλευση των κρανιδιώτικων επωνύμων στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα με ρίζα: ελληνική, αρβανίτικη, τουρκική και λατινική.

Ως εργαλείο της έρευνάς μου χρησιμοποιώ τα επώνυμα από το «Μητρώο Αρρένων Κρανιδίου». Συγκεκριμένα, έχω δημιουργήσει μια βάση δεδομένων με το πρόγραμμα εισαγωγής δεδομένων Excel και τους τύπους συναρτήσεων (IF, SUM) από το 1842 έως το 1890 με ποιοτικό δείγμα διακοσίων επωνύμων, από τους εγγεγραμμένους στο μητρώο. Τα επώνυμα διακρίνονται ποιοτικά και ποσοτικά ανάλογα με την ετυμολογική ρίζα τους: ελληνική, αρβανίτικη, τουρκική και λατινική. Επίσης, για την έρευνά μου χρησιμοποίησα βιβλιογραφία, λεξικά και προφορικές μαρτυρίες.

 

1. Το Κρανίδι και οι κάτοικοι του

 

Το Κρανίδι συνιστά την έδρα του δήμου Ερμιονίδας – Ερμιόνη, Ηλιόκαστρο, Θερμήσι, Πορτοχέλι, Κοιλάδα, Φούρνοι, Δίδυμα Λουκαΐτη – και περικλείεται από το όρος Δίδυμο. Από τον 12ο αιώνα έως τις αρχές του 19ου αιώνα, Έλληνες, Αλβανικές φάρες, Τούρκοι, Ενετοί και άλλες ευρωπαϊκές ομάδες στην Πελοπόννησο και ειδικότερα στην Αργολίδα δημιούργησαν ένα πολυπολιτισμικό αμάλγαμα στις τοπικές κοινωνίες της περιοχής.

Σημαντικές πληθυσμιακές εισροές σημειώθηκαν, κατά τη διάρκεια της πρώτης και δεύτερης Ενετοκρατίας (1388-1540, 1686-1715) στο Ναύπλιο και την αργολική πεδιάδα, όταν οι Ενετοί συγκρότησαν ένα μισθοφορικό σώμα (stradioti) από Έλληνες, Αλβανούς, Ιταλούς, Γερμανούς, Γάλλους, Φλαμανδούς κ.τ.λ, με σκοπό την προστασία των συνόρων και της αργολικής υπαίθρου από τους Τούρκους, στους οποίους παραχώρησαν γαίες για τη συντήρηση των ίδιων, αλλά και των οικογενειών τους[2].

Ορόσημο όμως στον εποικισμό της Πελοποννήσου θεωρείται η εγκατάσταση 10.0000 χιλιάδων Αλβανών ποιμένων, τους οποίους έφερε ο δεσπότης του Μυστρά Θεόδωρος Παλαιολόγος (1383-1407), λίγο πριν την πτώση της Κωνσταντινούπολης, και τους τοποθέτησε σε περιοχές του δεσποτάτου του για να αυξήσει τον πληθυσμό της επικράτειάς του, που είχε ερημωθεί εξαιτίας των τουρκικών επιθέσεων, αλλά και για να ενισχύσει τη στρατιωτική δύναμη των Βυζαντινών. Ωστόσο, με την πτώση του Δεσποτάτου του Μορέως (1461), πολλοί από αυτούς μετοίκησαν μαζικά προς την Τροιζηνία, την Ερμιονίδα και τα νησιά Ύδρα και Σπέτσες, συμβάλλοντας μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα και στη μαζική αύξηση των κατοίκων του Κρανιδίου. Προσφυγικές εισροές στην περιοχή σημειώθηκαν και στις αρχές του 19ου αιώνα, από τη Μικρά Ασία, την Κρήτη, την Ήπειρο (Άρτα και Σούλι), τη Χίο και την Κάσο[3].

Το 1530, δημιουργείται η πρώτη μεγάλη, οργανωμένη κρανιδιώτικη κοινότητα. Οι Κρανιδιώτες ασχολούνταν με τη γεωργία και τη κτηνοτροφία. Ιδιαίτερα, κατά την περίοδο της δεύτερης Ενετοκρατίας (1686-1715), στην περιοχή είχε ενισχυθεί η αμπελοκαλλιέργεια, η ελαιοκαλλιέργεια και η επεξεργασία του σταριού, ενώ σημαντική ήταν και η ιχθυοκαλλιέργεια τόσο στην ανοικτή θάλασσα όσο και στη λιμνοθάλασσα της Βερβερόντας. Όμως, υπήρχε σημαντική έλλειψη εργατικών χεριών, καθώς οι Τούρκοι, αποχωρώντας από την αργολική πεδιάδα, είχαν εκπατρίσει βίαια ντόπιο πληθυσμό για να τον πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής (1687). Τότε, οι Ενετοί ενίσχυσαν τον εργατικό πληθυσμό με μετοικεσίες Ελλήνων από τουρκοκρατούμενες περιοχές (Αττική, Βοιωτία, Εύβοια, νησιά του Αιγαίου)[4].

 

Κρανίδι

 

Η Ερμιονίδα προμήθευε τον βενετικό στόλο με ξυλεία από το δάσος της Κορακιάς για ναυπηγική χρήση και καυσόξυλα από το Πόρτο Χέλι (Porto Bizato), ένα από τα σημαντικά απάνεμα λιμάνια της αργολικής περιοχής για την προστασία της βενετικής αρμάδας. Επίσης, οι ακτές της περιοχής φυλάσσονταν από την ενετική πολιτοφυλακή για την προστασία τους από τις επιδρομές κουρσάρων και την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου μεταναστών και αλατιού από τις πλούσιες αλυκές της[5]. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Φυτωνυμικά τοπωνύμια Κωμών της Αργολίδος – Χαράλαμπος Κριτζάς


 

Ο τιμώμενος δρ. Βασίλειος Πετράκος, ως αρμόδιος Έφορος Αρχαιοτήτων, συνέδεσε το όνομά του μεταξύ άλλων με δύο περιοχές της Αττικής και έδρες σπουδαίων αρχαίων δήμων, τον ‘Ραμνοῦντα και τον Μαραθῶνα. Και τα δύο τοπωνύμια είναι φυτωνυμικά,  από την ῥάμνον και το μάραθον αντίστοιχα.

Ως γνωστόν οι καταλήξεις φυτωνυμικών τοπωνυμίων σε -οῦς και -ών δηλώνουν πλησμονή του αντίστοιχου φυτού στην συγκεκριμένη περιοχή. Ανάλογα με το ‘Ραμνοῦς είναι για παράδειγμα τα τοπωνύμια Ἀγνοῦς, Ἀνθεμοῦς, Ἀχερδοῦς, Ἀχραδοῦς, Δαφνοῦς, Ἐλαιοῦς, Θριοῦς, Κερασοῦς, Μαραθοῦς, Μυρικοῦς, Μυρρινοῦς, Πυξοῦς, Ριζοῦς, Σελινοῦς, Σκιλλοῦς, Σχοινοῦς, Τρεμιθοῦς, Φηγοῦς, Φοινικοῦς, Φυκοῦς κλπ.[1] Ανάλογα με το Μαραθὼν είναι για παράδειγμα τα τοπωνύμια Ἑλικών, Καλαμών, Πλατανών, Σικυών, Φοινικών, κλπ.[2] Θεώρησα λοιπόν ότι μια συμβολή με θέμα «Φυτωνυμικά τοπωνύμια Κωμών της Αργολίδος» θα ήταν αρμόζουσα στον τιμητικό τόμο ενός ‘Ραμνουσίου.

Επειδή ορισμένοι, τόσο στην αρχαιότητα όσο κυρίως στα νεώτερα χρόνια, με τον γεωγραφικό όρο Αργολίς εννοούν και την  Επιδαυρία και την Ερμιονίδα, διευκρινίζεται ότι η μελέτη θα περιοριστεί σε κώμες της Ἀργείας, της επικράτειας του Άργους κατά την κλασική εποχή. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και ορισμένες αμάρτυρες μέχρι τώρα κώμες, που αναφέρονται στους  νέους χαλκούς πίνακες από το αρχείο του ιερού της Παλλάδος που βρέθηκε στην πόλη του Άργους.[3] Οι κώμες παρατίθενται και σχολιάζονται κατωτέρω κατά αλφαβητική σειρά. (περισσότερα…)

Read Full Post »