Ερασίνος (Αρσίνος ή Χάρης;)
«…στην Αργολική υπάρχουν οι γνωστοί ποταμοί
Ερασίνος και Ίναχος…»
Πομπώνιος Μέλας, II, i.
Οι Απολλόδωρος και Παυσανίας [1] αδικούν τον Ερασίνο. Κατ’ αρχήν, από τη γενική ξηρασία της Αργολίδας, εξαιρούν μόνο τη Λέρνα αγνοώντας τα πλούσια νερά του Ερασίνου. Ύστερα ο δεύτερος, τον υποβιβάζει σε παραπόταμο κάποιου ποταμού Φρίξου [2], ανύπαρκτου σήμερα.
Η Στυμφαλία και ο Ερασίνος
«ούτος δε τας αρχάς
εκ Στυμφάλου της Αρκαδίας λαμβάνει
και της εκεί λίμνης
της καλουμένης Στυμφαλίδος»
Στράβων 8, 371.
Ο Ερασίνος αναβρύζει από τους πρόποδες του μικρού όρους Χάον, θεωρούμενος από τους αρχαίους ως εκροή του ποταμού Στύμφαλου και της Στυμφαλίας λίμνης, Ερασινής κατά τον Μελέτιο, εκδοχή λίγο αυθαίρετη που πρέπει να την αμφισβητήσουμε. Ο Ηρόδοτος λέει ότι ο Στύμφαλος πέφτει σε αθέατο χάσμα και επανεμφανίζεται στο Άργος ως Ερασίνος: Λέγεται ρέειν εκ της Στυμφαλίδος λίμνης. Την γαρ δη λίμνην ταύτην ες χάσμα αφανές εκδιδώσαν, αναφαίνεσθαι εν Άργει, το εντεύθεν δε το ύδωρ ήδη τούτο υπ’Αργείων Ερασίνον καλέεσθαι [3].
Ο Παυσανίας αναφέρει ποταμό Στύμφαλο [4], που σχηματίζει τη λίμνη και αφού πέσει σε καταβόθρα [5], συνεχίζει ως Ερασίνος, στην Αργολίδα. Ο Στράβων [6] ονομάζει και τον Στυμφάλιο ποταμό Ερασίνο ή Αρσίνο και λέει ότι βγαίνει κάτω από το βουνό στη χώρα των Αργείων, γεμίζοντας το πεδίο με νερό. Ο ίδιος εκτιμά την υπόγεια διαδρομή σε 200 στάδια [7]. Την ίδια απόσταση αναφέρει και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης [8], αποδίδοντας τη λατρεία των Πελοποννησίων στον Ποσειδώνα στο γεγονός της ύπαρξης υπόγειων στρωμάτων νερού λόγω της υποχθόνιας ροής του Στύμφαλου και της Φενεατικής λίμνης. Ο Οβίδιος στις «Μεταμορφώσεις» του γράφει: Έτσι καταπίνεται ρέοντας σε αφανές βάραθρο και επανεμφανίζεται ο πελώριος Ερασίνος στην Αργολική Γη [9]. Αλλά και ο Πλίνιος[10] τον αναφέρει μαζί με άλλα ποτάμια ως παράδειγμα ποταμού, που ρέει υπόγεια και έρχεται πάλι στην επιφάνεια.

Αρχαίο Άργος. Στο χαρακτικό αυτό απεικονίζεται μια φανταστική εικόνα του αρχαίου Άργους. Ο σχεδιαστής Chaiko (1790), αγνώστων λοιπών στοιχείων, φαίνεται να έχει επισκεφτεί την Αργολίδα, όπως προκύπτει από την αρκετά, αλλά όχι εντελώς ακριβή αναπαράσταση της γενικότερης τοπογραφίας. Προφανώς, όταν αντίκρισε τα θλιβερά ερείπια της πόλης, προτίμησε να δημιουργήσει μια ρομαντική, φανταστική εικόνα του αρχαίου Άργους, βάσει των αφηγήσεων του Παυσανία στα «Κορινθιακά». Στην εικόνα καταγράφονται τρεις ποταμοί του Άργους. Ο παραπόταμος Αστερίων ( Νο24) ο οποίος ενώνεται με τον Ίναχο (Νο 20) αλλά και οι πηγές του Ερασίνου (19).
Χίλια εξακόσια χρόνια μετά (12 Μάη 1691), ο έγκυρος παρατηρητής και καταγραφέας Βενετός Προβλέπτης Μαρίνος Μικιέλ, που πήρε μέρος στον Τουρκοενετικό πόλεμο, σε αναφορά του προς τη Γαληνότατη Δημοκρατία, γράφει για τον Ερασίνο: Το Άργος αρδεύεται από ένα ποταμάκι που έρχεται κάτω από τη γη από την πεδιάδα του Καίσαρι.
Ο Λουδοβίκος Ρος βρήκε την παράδοση αυτή ζωντανή: Ο Ερασίνος πηγάζει από τη λίμνη Ζάρακος (Στυμφαλία). Ο Ηenri Belle (1874) βρίσκει πιθανή την εκδοχή και υιοθετεί την εκτίμηση της υποχθόνιας ροής σε 38 Κm. O σύγχρονός μας (+2007) Αμερικανός καθηγητής W. K. Pritcett σημειώνει: Αφού τα υπόγεια περάσματα των υδάτων είναι συχνά στην Ελλάδα, δεν είναι διόλου απίθανο ότι η πηγή του Κεφαλαρίου αντλεί το νερό της από τη Στυμφάλια λίμνη. Η σύνδεση μεταξύ τους υποστηρίζεται από σύγχρονους τοπογράφους και γεωλόγους. Ο Ληκ σημειώνει ότι οι Στυμφάλιοι κατέγραψαν την πίστη τους για ταυτότητα του ποταμού τους με τον Ερασίνο, λατρεύοντάς τους και τους δύο με τη μορφή βοδιών. Τέλος στη «Χάρτα» του Ρήγα Φεραίου, ο Ερασίνος απεικονίζεται να αρχίζει από τη Στυμφαλία, αλλά σχεδιάζεται να καταλήγει στον Αλφειό, πράγμα εντελώς αδιανόητο. Ίσως το λάθος αυτό να οφείλεται στο αναφερόμενο από τον Ψευδοπλούταρχο, πως ο Αλφειός ονομαζόταν προηγουμένως Στύμφηλος.
Η αρχαία και νεώτερη αυτή δοξασία δεν φαίνεται να έχει αντικειμενική υπόσταση. Ο Ερασίνος κατά περιόδους ξηραίνεται σχεδόν για ένα τρίμηνο χωρίς να παρατηρείται αντίστοιχη ξηρασία στη λίμνη ή έστω υπερχείλιση, αν θεωρήσουμε ότι η ανυδρία στο ποτάμι οφείλεται σε απόφραξη των καταβοθρών.
Πιθανό είναι η πηγή να εμπλουτίζεται από πολλούς τροφοδότες. Βέβαιο είναι κατ’ αρχήν ότι στο Κεφαλάρι εκρέουν τα νερά της καταβόθρας της Σκοτεινής, νότια της Στυμφαλίας, τα οποία όμως τροφοδοτούν παράλληλα τις πηγές του Ποντίνου και της Αμυμώνης. Οι κάτοικοι του οροπεδίου της αρχαίας αργολικής πόλης Aλέας θεωρούν πως τα λιμνάζοντα νερά τους καταλήγουν στο Κεφαλάρι μέσα από την καταβόθρα που βρίσκεται στους πρόποδες του Μαυροβουνίου. Εκεί σχηματίζεται τον χειμώνα λίμνη, μέγιστων διαστάσεων 3×2 χμ., που στραγγίζει αργά.
Κεφαλάρι
Σύμφωνα με τον Ελλάνικο [11], ο βασιλιάς Τριόπας ή ο βασιλιάς Φορωνέας μοίρασε την Αργεία στους τρεις γιους του. Από αυτούς, στον Πελασγό έλαχαν τα προς Ερασίνον μέρη. Έτσι, προσδιόριζε ο Λέσβιος συγγραφέας την περιφέρεια του Άργους, αφού ο Πελασγός φέρεται να έχτισε την ακρόπολη της πόλης, τη Λάρισα. Είναι γεγονός πως οι πηγές του ποταμού αυτού είχαν βαρύνοντα ρόλο στο αργολικό πεδίο.
Πάνω από αυτές υπάρχουν δυο σπηλιές, κατοικημένες τη νεολιθική εποχή, αφιερωμένες αργότερα στον Πάνα και στο Διόνυσο. Στο μέρος που βγαίνουν τα νερά θυσίαζαν για τους δύο θεούς και γινόταν και η γιορτή Τύρβη προς τιμήν του δευτέρου [12]. Τα σπήλαια, το βουνό, τα ήμερα δέντρα που αναφέρει ο Παυσανίας και προ παντός οι πλούσιες πηγές καθιέρωσαν το χώρο ως λατρευτικό. Σήμερα τη θέση των αρχαίων θεοτήτων των δασών και του κρασιού κατέχουν η Ζωοδόχος Πηγή Κεφαλαρίου ή Παναγία η Κεφαλαριώτισσα.
Η πηγή του Ερασίνου πρέπει να είναι η «Ισάκφισα με το πολύ νόστιμο και ζωοδόχο νερό, που χύνεται κατά τα μέρη του Άργους», πέντε ώρες βόρεια από το πέρασμα του χωριού Μοχόλι (Μουχλί), που καταγράφει ο Κωνσταντίνος Διοικητής, Έλληνας λόγιος των αρχών του 18ου αιώνα που κατ’ εντολήν του Ρωμιού ηγεμόνα της Βλαχίας παρακολούθησε την τουρκική εκστρατεία του 1715 για την ανακατάληψη της Πελοποννήσου (γαλλική μτφρ. Jiorga).
Η πηγή έδωσε το όνομά της στο χωριό Κεφαλάρι, 7Κm Ν.Δ. του Άργους. Ο Πουκεβίλ ισχυρίζεται ότι λέγεται Κεφαλόβρυσο και η παραλλαγή της ονομασίας του σε Κεφαλάρι οφείλεται στον Μελέτιο. Ο αββάς Φουρμόν μέτρησε εδώ είκοσι νερομάνες. Ο Morrit έγραψε σε μια από τις πολλές επιστολές του που στάλθηκαν από την Ελλάδα (1796): Aπευθείας από τα πόδια ενός λόφου, ένας ορμητικός ποταμός αναδύεται σε πολλά τμήματα. Έχοντας τρεις κοίτες, με τη φαρδύτερη να είναι πάνω από 8 γυάρδες, ισοδύναμου με τις άλλες βάθους και κυλώντας με τη μεγαλύτερη ορμή, αδειάζει τουλάχιστον τόσο νερό όσο και ο Tees…[13].
Ο Ρος βρήκε να σχηματίζεται μικρή υδατόπτωση και το νερό να χωρίζεται σε κανάλια, να κινεί μύλους, ίσως τους ίδιους που είδε πριν εκατόν τριάντα χρόνια ο Μικιέλ [14], και να ποτίζει χωράφια. Ο Πρώσος αριστοκράτης, λόγιος και στρατιωτικός Hermann von Pückler-Muskau δίνει την ακόλουθη περιγραφή (1835): Μισή ώρα από το Άργος, διαβήκαμε τον Ερασίνο, ο οποίος μετά από αρκετή υπόγεια ροή, εδώ με πλούσια πληρότητα νερού και με αρκετούς βραχίονες κρυσταλλικής καθαρότητας γλιστρά πάνω από πράσινα φύκια, ενώ κοντά στο δρόμο κινεί διάφορους μύλους.
Το 1829 ιδρύθηκε εδώ το πρώτο εργοστάσιο χαρτοποιϊας στην Ελλάδα από τον ιερέα και γιατρό Διονύσιο Πύρρο το Θεσσαλό. «Εσυμφώνησα με τον Νικηταρά και εσύστησα χαρτοποιείον εις ένα μύλον του Ερασινού ποταμού», διηγείται ο ίδιος. Από το 1833 μέχρι την 4η Ιουνίου του 1868, οπότε η έκρηξη πυρίτιδας προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, λειτουργούσαν με τα νερά του ανθρακείο, αναμιγνυτήριο, ζυμωτήριο, κοκκοτείο, στιλβωτήριο και ξηραντήριο. Ο Τραντ δίνει διεξοδικές πληροφορίες για τα νερά:
Η μάζα του νερού είναι πολύ υπολογίσιμη και τόσο ψηλότερα από την πεδιάδα, ώστε θα μπορούσε με ευκολία να χρησίμευε σε αρδευτικούς σκοπούς, αν και προς το παρόν απλώς χρησιμεύει στο να γυρνά μερικούς μύλους. Ένα υδραγωγείο συντηρείτο επισκευαζόμενο από Έλληνες, Ρωμαίους και Ενετούς και χρησίμευε στο να προμηθεύει την πόλη (το Άργος) με νερό από εδώ. Τώρα όμως το ρυάκι οδηγείται κάτω στην πεδιάδα, κοντά στον βάλτο της Λέρνας….
Σήμερα μέρος του νερού, ενισχυόμενο και με τα νερά του Ποντίνου, διοχετεύεται στην ύδρευση του Άργους. Παλιότερα περνούσε μέσα σε χτιστό αγωγό. Στους πρόποδες της Λυκώνης σώζονται ίχνη του κατασκευασμένου από τον Αδριανό υδραγωγείου, που μετέφερε νερά του Ερασίνου στο Άργος.
Στην ουσία ο Ερασίνος, είναι μαζί με την Αμυμώνη και τον Ποντίνο οι μόνοι ποταμοί της Α. Πελοποννήσου, με διαρκή ρου σ’ όλη την, μικρή έστω, διαδρομή τους, που φέρνουν τα νερά τους ακόμη και το καλοκαίρι στη θάλασσα. Το πιθανότερο είναι να τροφοδοτούνται από την ίδια ορεινή δεξαμενή, η οποία αδειάζει σε τρία σημεία. Ο Ερασίνος είναι ένα όμορφο ποταμάκι μήκους 5Κm με στενή κοίτη, γεμάτη νερό τον περισσότερο καιρό, με πλούσια βλάστηση στις όχθες, που περνώντας δίπλα και μέσα από καμάρες κάτω από τα σπίτια του χωριού και διανύοντας πεδινή διαδρομή, χύνεται πολύ κοντά στις εκβολές του Ινάχου, νοτιοδυτικά του αρχαίου και του σημερινού Τημένιου. To καλοκαίρι το νερό εκτρέπεται σε αυλάκια, ώστε η γόνιμη κοίτη να χρησιμοποιηθεί για καλλιέργεια.
Εδώ κατά την παράδοση αντιστάθηκαν οι Αχαιοί στην κάθοδο των Δωριέων, που είχαν αρχηγό τον Τήμενο, λίγο πριν το 1100 π.Χ. Επίσης, περιοδεύοντας ανά την Πελοπόννησο ο Όθωνας, έτυχε υποδοχής στον δρόμο Ναυπλίου – Μύλων στη γέφυρα του ποταμού. Γράφει ο υπασπιστής του Παλαμήδης: Μιαν ώραν εκ της Ναυπλίας κατά την προς την παραλίαν γέφυραν του ποταμού του Άργους Κεφαλάρι καλουμένου (το πάλαι Ερασινόν), παρευρέθησαν ο Έπαρχος Αργολίδος…
Τον προηγούμενο αιώνα το τοπίο των πηγών ήταν άδενδρο, γι αυτό οι Βαβαροί και το 1844 ο αντιστράτηγος Κορωναίος πραγματοποίησαν εκτεταμένες δενδροφυτεύσεις. Σήμερα ευκάλυπτοι παρακολουθούν την πορεία του ποταμού. Τα τελευταία εκατό μέτρα του είναι αγκυροβόλιο για μικρές βάρκες, αφού η θάλασσα ανεβαίνει στην κοίτη του, καθιστώντας τον πλωτό. Η ήρεμη ροή του σε χώρα πεδινή, αφήνει έκθετο τον Ρωμαίο ποιητή που λέει: «…κι ο Ερασίνος που πλημμυρίζοντας σαρώνει τη σοδειά των Δρυόπων» [15].
Ένας άλλος Λατίνος, ο Σενέκας, είναι πιο τυχερός όταν βάζει τον χορό των Αργείων γυναικών να πει: «και συ που πίνεις του Ερασίνου τα δροσερά νερά …»[16], συμφωνώντας εδώ με τον Στάτιο που λέει: «κρύος τρέχει ο Ερασίνος στο βορρά»[17].
Η θεότητα του ποταμού
Πολλοί χάρτες τον αγνοούν επιπόλαια, λόγω του μικρού του μήκους, ενώ σημειώνουν πολλά ξεροπόταμα με μακρύτερη κοίτη. Στην αρχαιότητα όμως θεωρήθηκε κατοικία Θεών. Έτσι στις Ικέτιδες του Αισχύλου ο χορός λέει:[18]
Με ύμνους
τους μακαρίους ας δοξάσουμε
τρανούς θεούς τους πολιούχους
κι αυτούς που ολόγυρα
στο αρχαίο ρέμα
του Ερασίνου κατοικούνε[19]
Και ο ίδιος όμως ο Ερασίνος είχε θεοποιηθεί, αναφέρονται μάλιστα και τέσσερεις θυγατέρες του: η Βύζη, η Μελίτη, η Μαίρα και η Αγχιρρόη, [20] φίλες της Βριτομάρτιδος, η οποία ήλθε στο Άργος από την Φοινίκη, «παρά τας Ερασίνου θυγατέρας» [21].
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Κλεομένης ο Α΄ της Σπάρτης, βαδίζοντας περί το 500 π.Χ. κατά του Άργους, θυσίασε στις όχθες του και είδε σημάδια, που τον εμπόδισαν να διαβεί τον ποταμό. Τότε θαύμασε τον Ερασίνο, που αρνιόταν να προδώσει τους κατοίκους της χώρας του. Φοβήθηκε λοιπόν και προτίμησε να συνεχίσει διά θαλάσσης, παρά να τον διαβεί [22]. Ο «πατριωτισμός» του ποταμού εκδηλώθηκε και τον Ιούλιο του 1822 οπότε και ξεράθηκε, συνεργώντας στο να διψάσει ο στρατός του Δράμαλη. Το γεγονός αποδόθηκε αυτή τη φορά σε θαύμα της Παναγίας της Κεφαλαριώτισσας. Πάντως για κάθε ενδεχόμενο, στις πηγές του είχε στρατοπεδεύσει ένα ελληνικό απόσπασμα, το οποίο με αρχηγό τον Πλαπούτα πήρε μέρος στη μάχη της Άκοβας [23].
Τι σημαίνει Ερασίνος, ποιος είναι ο ποταμός Χάρης.
Στους νεότερους χρόνους λεγόταν και Βαλκαριά, ένα όνομα που έχει ξεχαστεί και παραπέμπει στη λίμνη Βουλκαριά της Αιτωλοακαρνανίας (στο Μυρτούντιον του Στράβωνα). Η προέλευση της αρχαίας ονομασίας του είναι πελασγική και σημαίνει πράσινος, δηλαδή ποταμός με πράσινες όχθες, κάτι που και σήμερα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Είναι όμως πολύ πιθανόν να προέρχεται από το εράσω-εράω (= αγαπώ) δηλαδή ο αξιαγάπητος, ο αγαπητός και από την έρση (=δρόσος) που η ρίζα τους είναι σανσκριτική ετυμολογούμενη από το rasa (=υγρότης) και rasha (=χυμός) και varsam (=βροχή). Κι άλλοι ποταμοί είχαν το ίδιο όνομα: ο Βουραϊκός, ο Βραυρώνιος, ο Ερετριακός και ίσως η σημερινή Ρασίνα, αριστερός παραπόταμος του Ευρώτα, που όμως το πιθανότερο είναι να πρόκειται για σλαβικό όνομα. Ο Στράβων [24] απαριθμεί τους τρεις πρώτους. Ακόμη, ένας γιος του Ηρακλή και της Θεσπιάδας Λυσίππης είχε το όνομα Ερασίνος ή Εράσιππος. Αναφέρονται και δύο στρατηγοί με το όνομα Ερασινίδης, ένας Αθηναίος και ένας Κορίνθιος. Ο Αυσόνιος [25], τέλος, αναφέρει κάποιον άγνωστο Ερασίνο, για τον οποίο δεν δίνει κάποιο στοιχείο.
Ο Πλούταρχος αναφέρει αργολικό ποταμό Χάρητα, στις όχθες του οποίου συγκρούστηκαν οι στρατοί του στρατηγού της Αχαϊκής συμπολιτείας Άρατου και του Αρίστιππου: «..και περί τον Χάρητα ποταμόν ισχυράς μάχης γενομένης προς Αρίστιππον» [26]. Η επωνυμία Χάρης δεν πρέπει να μας ξενίζει αφού τη συναντάμε και σε ποταμό της Διοσκουριάδος, αποικίας στον Εύξεινο [27]. Ποίος είναι όμως ο ποταμός αυτός, που το όνομά του δεν καταγράφεται πουθενά αλλού, στα πολλά αρχαία κείμενα που σώζονται για την Αργολίδα; Ο Αδαμάντιος Κοραής, σχολιάζοντας το Στράβωνα [28], παρατηρεί κατ’ αρχήν ότι ο Ερασίνος δεν μπορεί να είχε αλλάξει όνομα την εποχή του Πλούταρχου. Η επισήμανση αυτή είναι απόλυτα σωστή, αφού ο Βοιωτός συγγραφέας έζησε ανάμεσα στις εποχές του Στράβωνα και του Παυσανία, οι οποίοι αναγνωρίζουν τον ποταμό ως Ερασίνο. Συνεχίζοντας διαπιστώνει ότι Χάρης και Ερασίνος, δηλαδή χαριτωμένος και αξιαγάπητος, είναι έννοιες σχεδόν συνώνυμες, εννοώντας προφανώς ότι μπορούσαν να αποδοθούν στον ίδιο ποταμό. Η γνώμη αυτή του Κοραή ενισχύεται, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός της ύπαρξης παραπόταμου του Ερασίνου με το προερχόμενο από τον Βοιωτικό Ορχομενό όνομα Φρίξος. Στην ίδια πόλη υπήρχαν και υπάρχουν οι εξ ίσου με το Κεφαλάρι πλούσιες πηγές των Χαρίτων, που σχηματίζουν τον ποταμό Μέλανα της Βοιωτίας. Άρα, είναι πολύ πιθανόν οι Ορχομένιοι αποικιστές της Αργολίδας, που έδωσαν το δικό τους όνομα Φρίξος στον παραπόταμο, να έδωσαν είτε παράλληλα με το ήδη υφιστάμενο όνομα Ερασίνος, είτε αποκλειστικά αν το Ερασίνος είναι μεταγενέστερο, στο Κεφαλάρι και στον ποταμό του το σχετιζόμενο με τις Χάριτες όνομα Χάρης.
Ο Κοραής, ο οποίος σημειωτέον ζώντας στο Παρίσι δεν είχε άμεση επαφή με τα πράγματα, καταλήγει παρατηρώντας ότι σύμφωνα με τον πρόσφατο χάρτη του Μοριά, ο ποταμός διατήρησε το αρχαίο όνομά του, αλλά ο Μελέτιος τον αποκάλεσε Κεφαλάρι. Σ’ αυτό όμως δεν έχει δίκιο, αφού η διάσωση ενός αρχαίου ονόματος από έναν λόγιο χαρτογράφο, δεν σημαίνει αυτόματα ότι αυτό είναι και σε λαϊκή χρήση.
Υποσημειώσεις
[1] 2, 1, 4 & 2, 15, 5 αντίστοιχα.
[2] 2, 36, 6.
[3] VI, 76
[4] 2, 24, 6.
[5] Oι καταβόθρες είναι καρστικοί σχηματισμοί, που οφείλονται στην ασβεστολιθικότητα του εδάφους. Πολλοί ποταμοί της Κεντρικής κυρίως Πελοποννήσου βρίσκουν διέξοδο μέσω των υπόγειων αυτών διαδρομών, εμφανιζόμενοι αλλού υπό μορφή πηγών, συνήθως με νέο όνομα. Σπουδαιότερες από αυτές στην Πελοπόννησο είναι του Σαρανταπόταμου, του Στύμφαλου, του Όφη, του Όλβιου, της λίμνης Τάκκας (π. Ευρώτας), του Αλφειού κ.ά.
[6] 8, 371, 8, 389 και 6, 275.
[7] Ένα στάδιο αντιστοιχεί σε 180 μέτρα.
[8] 15, 49, 5-6.
[9] Β15, σ.275-276
[10] II, 225.
[11] Hellanici Fragmenta VII, «Αργολικά». Έτσι προκύπτει από τα Σχόλια στον Όμηρο, II, γ, 75 και από τον Ευστάθιο. Ο πολυγραφότατος ιστοριογράφος έζησε το δεύτερο μισό του 5ου π.Χ. αιώνα και στην καταγραφική του εργασία της οποίας σώθηκαν αποσπάσματα, γεφυρώνει την προϊστορία με την ιστορία.
[12] Παυσανίας 2, 24, 6.
[13] Ποταμός της γενέτειράς του, κοντά στο Durham.
[14] Μύλους αναφέρουν και οι: Πουκεβίλ, Μηλιαράκης κ.ά.
[15] Στάτιου «Θηβαΐς», IV, 122. Οι Δρύοπες πάντως κατοικούσαν ανατολικότερα, απέναντι από τις εκβολές του Ερασίνου, στην άλλη μεριά του Αργολικού κόλπου, κοντά στις όχθες του π. Μπεντένι.
[16] «Αγαμέμνων», 318.
[17] «Θηβαΐς», (I, V), 357
[18] στ.1006
[19] Mετάφραση Τάσου Ρούσσου.
[20] Όνομα νυμφών των υδάτων. Αναφέρεται και κόρη του Νείλου. Ο Παυσανίας (8,31, 4) είδε άγαλμα ομώνυμης Αρκαδικής νύμφης, στο ιερό των μεγάλων θεών στην Αγορά της Μεγαλόπολης, να κρατάει υδρία από την οποία κυλούσε κάτω νερό.
[21] Τα ονόματα καταγράφει ο Έλληνας γραμματικός Αντωνίνος Λιβεράλης (150 π.Χ.) στο 32 της «Μεταμορφώσεων Συναγωγής». Βλ. Westermann.
[22] vi 76. Τα λεγόμενα «Διαβατήρια», θυσίες, προκειμένου να εξακριβωθούν οι διαθέσεις των θεών. Στην αντίληψη των αρχαίων, η συμμετοχή του ποταμού ήταν κάτι φυσικό, αφού ο Όμηρος περιγράφει (Ιλ. Φ΄), πως ο ποταμός Σκάμανδρος υπερασπίστηκε την Τροία. Με αφορμή το περιστατικό ο καθηγητής Κ. Ρωμαίος («Ο Ερασίνος…»), οδηγήθηκε στο συμπέρασμα πως οι Σπαρτιάτες που εδώ θυσίασαν πολύτιμο χρόνο, ήταν ειλικρινείς στις θρησκευτικές τους προλήψεις, οπότε και η καθυστέρησή τους λίγα χρόνια μετά να βοηθήσουν στον Μαραθώνα, δεν ήταν προσχηματική.
[23] Τη μάχη περιγράφει ο Σπηλιάδης.
[24] 8, 371.
[25] Βιβλ. IX, «De Bissula», II, 5.
[26] Άρατος, 28.
[27] Στράβων, XI499;
[28] 8, 371.
Κωνσταντίνος Π. Δάρμος
Τό βιβλίο τού Κώστα Δάρμου «Οί αρχαίοι ποταμοί τής Πελοπονήσου» είναι ένα ποιητικό αριστούργημα που μόνο μέ τό ποιητικό ύφος τού Ομήρου μπορεί νά συγκριθεί.