Ένα μνημείο για την Μπετίνα – Όπως το σχεδίασε ο Σταμάτης Κλεάνθης. Όλγα Φουντουλάκη, Δρ Ιστορίας Αρχιτεκτονικής
Το ταφικό μνημείο για τη νεαρή Bettina von Savigny-Σχινά (1805-1835) σχεδιάστηκε αρχικά από τον Σταμάτη Κλεάνθη, εκτελέστηκε όμως με παραλλαγές και σήμερα βρίσκεται στο A’ Νεκροταφείο Αθηνών. Εκείνο το πρώτο σχέδιο του μνημείου, ένα από τα ελάχιστα που φέρουν την ιδιόχειρη υπογραφή του αρχιτέκτονα, αλλά και την ιστορία της Μπετίνα, που μόλις ένα χρόνο έζησε στην Ελλάδα, παρουσιάζουμε εδώ.

Η Bettina von Savigny σε ηλικία περίπου 15 χρόνων. Σκίτσο από το τετράδιο σχεδίων που κατείχε η ίδια. Σώζεται στην Πανεπιστημιακή και Κρατική Βιβλιοθήκη της γερμανικής πόλης Münster.
Η Bettina von Savigny-Σχινά ήταν κόρη του διαπρεπούς Γερμανού νομομαθούς και συνιδρυτή της «Ιστορικής Σχολής» Νομικών Σπουδών Friedrich Carl von Savigny (Φρίντριχ Καρλ φον Σαβινύ, 1779-1861). Παντρεύτηκε στις 9 Οκτωβρίου 1834 τον Κωνσταντίνο Σχινά (1801-1857), ιστορικό και πολιτικό από το φανάρι της Κωνσταντινούπολης, που διετέλεσε υπουργός στην πρώτη αντιβασιλεία του Όθωνα, αργότερα έγινε πρώτος πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και προς το τέλος της ζωής του υπηρέτησε την πατρίδα του ως πρέσβης στο Μόναχο, τη Βιέννη και το Βερολίνο (1849-1854). Η Μπετίνα ήρθε στην Ελλάδα το 1834, πέθανε όμως μέσα σε ένα χρόνο και τάφηκε στην Αθήνα. Ο Σταμάτης Κλεάνθης ετοίμασε ένα σχέδιο για το ταφικό της μνημείο. Το μνημείο, που παρουσιάζει διαφορές από το αρχικό σχέδιο, βρίσκεται στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας. Το σχέδιο του Κλεάνθη για το μνημείο της Μπετίνα δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά.
Η ιστορία της Bettina von Savigny-Σχινά
Η Elisabeth (Bettina)[1] von Savigny γεννήθηκε στο Παρίσι το 1805. Ήταν η μοναδική κόρη του Friedrich Carl von Savigny. Στον φιλικό και συγγενικό κύκλο του von Savigny απαντούν διάσημα ονόματα της εποχής εκείνης, όπως του συγγραφέα Clemens Brentano και του ποιητή Ludwig Tieck, του αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel, του ιστορικού Leopold von Ranke των αδελφών Humboldt, οι οποίοι ήταν συχνοί επισκέπτες στο σπίτι του στο Βερολίνο. Έτσι γνωρίστηκε η Bettina, τότε 19 χρόνων, με τον Κωνσταντίνο Σχινά,[2] που ήταν μαθητής του πατέρα της και ερχόταν στο σπίτι τους. Ο Σχινάς ήρθε στην Ελλάδα το 1828. Επί Καποδίστρια διορίστηκε πάρεδρος στη Γραμματεία Εσωτερικών και τον Οκτώβριο 1833 υπουργός Δικαιοσύνης, ως έμπιστος του Ludwig von Maurer, μέλους της Αντιβασιλείας.

Friedrich Carl von Savigny, έργο του Γερμανού ζωγράφου Franz Krüge, 1855. Η λιθογραφία που παρουσιάζουμε εδώ είναι του Paul Rohrbach, 1862.
Όντας υπουργός παντρεύτηκε την Bettina von Savigny στην Αγκόνα της Ιταλίας στις 27 Σεπτεμβρίου/9 Οκτωβρίου 1834 σύμφωνα με το ορθόδοξο τυπικό στο σπίτι του Έλληνα πρόξενου Δημήτρη Δουρούπη.[3] Έτσι η Μπετίνα εγκατέλειψε το Βερολίνο για να εγκατασταθεί στην Ελλάδα με τον άνδρα που γνώρισε και αγάπησε στην πρωσική πρωτεύουσα.
Ο Σχινάς και η γυναίκα του εγκαταστάθηκαν πρώτα στο Ναύπλιο. Όταν επήλθε ανοιχτή ρήξη στους κόλπους της Αντιβασιλείας και ο Maurer ανακλήθηκε, ο Σχινάς απολύθηκε από την κυβέρνηση και κατέβαλε προσπάθειες να επαναδιοριστεί. Στα τέλη Μαρτίου 1835, μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους στην Αθήνα, το ζεύγος Σχινά μετακόμισε εκεί και προσπάθησε να οργανώσει τη ζωή και το σπίτι του στη νέα πόλη.
Αρχικά σκέφτονταν να κτίσουν δικό τους σπίτι στην Αθήνα. Μαζί με τους Σταμάτη Κλεάνθη, Georg Christian Gropius και Karl Wilhelm von Heideek, γύριζαν την πόλη επί τρεις ημέρες με το πολεοδομικό σχέδιο στο χέρι για να βρουν κατάλληλο οικόπεδο.[4] Ύστερα όμως η ιδέα αυτή εγκαταλείφθηκε και η οικογένεια Σχινά ενδιαφερόταν μόνο να αγοράσει ένα έτοιμο σπίτι ή να νοικιάσει μια κατάλληλη οικία, γιατί αυτή στην οποία διέμεναν ήταν μακριά από την πόλη.[5]
Η Μπετίνα όλο αυτό το διάστημα διατηρούσε πυκνότατη αλληλογραφία με τους γονείς της στο Βερολίνο. Η αλληλογραφία της δημοσιεύθηκε πρόσφατα και, εκτός από την παρουσίαση προσωπικών λεπτομερειών της ζωής της, αποτελεί συγχρόνως ένα εξαιρετικό τεκμήριο για τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την ταραγμένη εποχή της Αντιβασιλείας και της Βαυαροκρατίας.[6]
Δυστυχώς η νεαρή Γερμανίδα, ασυνήθιστη στις κακές συνθήκες υγιεινής και στη στενότητα των χώρων διαβίωσης, αρρώστησε τον Ιούλιο από τυφοειδή πυρετό και πέθανε στις 12/24 Αυγούστου 1835. Η είδηση του απροσδόκητου θανάτου της σκόρπισε λύπη στη μικρή αθηναϊκή κοινωνία και αναστάτωση στους φιλελληνικους κύκλους της Ευρώπης.[7]
Η εφημερίδα «Ο Σωτήρ» δημοσίευσε την ακόλουθη νεκρολογία:
«Η κυρία Ελισάβετ, σύζυγος του κυρίου Κ. Γ. Σχινά, και θυγάτηρ του Κυρίου Βαρώνος Σαβινιή, ετελεύτησεν ενταύθα τη 12η του παρόντος μετά τεσσαρακονταήμερον ασθένειαν… Η μονογενής του θυγάτηρ, γεννηθείσα εν Παρισίοις κατά το 1805, και ανατραφείσα υπό τοιούτου περιφήμου πατρός και των ικανωτέρων διδασκάλων, ήτον εγκρατής, εκτός της πατρίου της γλώσσης και τεσσάρων άλλων Ευρωπαϊκών γλωσσών, και της Λατινικής και της αρχαίας Ελληνικής, είχε παλυειδείς γνώσεις, και αλληλογραφίαν επιστημονικήν με διαφόρους των επισημοτέρων της Γερμανίας ανδρών. Θυγάτηρ φιλόστοργος, σύζυγος αγαθή, απέθανε θάνατον αληθούς χριστιανού, αφήσασα λύπην απαρηγόρητον εις τον σύζυγον και τους γονείς και αδελφούς της».[8]
Ανάμεσα στα κατάλοιπα της Bettina βρίσκεται και μια επιστολή του άνδρα της προς τους γονείς της, με ημερομηνία 24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1836, που στάλθηκε περίπου ένα χρόνο μετά το θάνατό της (εικ. 4). Η επιστολή συνοδεύεται από ένα σχέδιο του Σταμάτη Κλεάνθη για το ταφικό μνημείο της Μπετίνα, υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον αρχιτέκτονα, με ημερομηνία 13 Ιουνίου 1836. Η επιστολή αυτή, που δεν συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο της Ruth Steffen, παρουσιάζεται εδώ για πρώτη φορά.[9] Σε αυτήν, ο Κωνσταντίνος Σχινάς αναφέρει μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
«Σας επισυνάπτω στην επιστολή μου το σχέδιο του μνημείου που πρόκειται να ανεγερθεί για την Bettina. Όπως σας έχω ήδη γράψει, το σχέδιο ενέκριναν απόλυτα όχι μόνο ο κύριος και η κυρία Prokesch, αλλά επίσης το ζεύγος Hill[10] και ο κύριος και η κυρία Bracebridge (ένα ζευγάρι Άγγλων, που ενδιαφέρεται πολύ για την Μπετίνα) καθώς και όλοι οι άλλα που το είδαν. Το ίδιο το μνημείο θα κοστίσει, όπως με βεβαίωσε ο Κλεάνθης, μεταξύ 1.000 και 1.200 δραχμών (170 μέχρι 200 καλονάτα) και το περίφραγμα μαζί με το μωσαϊκό, που θα γίνει από μικρά χαλίκια, και η κοπή των δέντρων και άλλα παρόμαα ίσως ακόμη 40-50 κολονάτα (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται πιθανά και τα 10 κολονάτα για την αγορά του χώρου). Ελπίζω ότι θα είναι έτοιμο σε τρεις εβδομάδες, διότι έχει προχωρήσει ήδη αρκετά».[11]

Απόσπασμα από την επιστολή του Κωνσταντίνου Σχινά προς τους γονείς της Μπετίνα με ημερομηνία 24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1836 (Universitäts- und Landesbibliothek Münster, Nachlass Savigny 12,042).
Ο αρχιτέκτονας τον μνημείου
Ο Σταμάτης Κλεάνθης (1802-1862) υπήρξε ο πρώτος Έλληνας αρχιτέκτονας του νεοδημιούργητου ελληνικού κράτους και παράλληλα ένας εμπνευσμένος οραματιστής.[12] Από κοινού με τον γερμανό συνάδελφό του Eduard Schaubert (1804-1860) – και οι δύο σπούδασαν στην Ακαδημία Αρχιτεκτονικής του Βερολίνου και υπήρξαν μαθητές του Karl Friedrich Schinkel – συνέταξε τα σχέδια για τις νέες πόλεις της Αθήνας και του Πειραιά. Πέρα από τα πολεοδομικά αυτά σχέδια, ο Κλεάνθης πραγματοποίησε έναν μικρό σχετικά αριθμό κτιρίων, κυρίως στην Αθήνα. Αυτό οφείλεται σε μια συγκυρία μη ευνοϊκών γι’ αυτόν παραγόντων και στο γεγονός ότι ο ίδιος από το 1840 μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε όλο και περισσότερο με επιχειρήσεις μαρμάρων. Δημόσια κτίρια δεν ανήγειρε παρόλο που είχε σχεδιάσει αρκετά. Τα περισσότερα από τα κτίριά του ήταν κατοικίες πλούσιων ιδιωτών. Δυστυχώς σώζονται σήμερα ελάχιστα σχέδιά του που προέρχονται αναμφισβήτητα από το δικό του χέρι. Το σχέδιο του Κλεάνθη για το ταφικό μνημείο της Bettina von Savigny-Σχινά με ημερομηνία 13 Ιουνίου 1836 είναι ένα από τα λίγα που φέρουν την ιδιόχειρη υπογραφή του και συγχρόνως ένα αξιόλογο δείγμα επιτάφιας γλυπτικής της πρώτης περιόδου του ελληνικού Κλασικισμού.

Bettina von Savigny, 1834, λιθογραφία του von Christian Friedrich Gille (Κρίστιαν Φρίντριχ Γκίλλε, 1805 – 1899), από τον πίνακα του Γερμανού ζωγράφου, Karl Wilhelm Wach (1787–1845).
Η οικογένεια Σχινά συνδεόταν φιλικά με την οικογένεια Κλεάνθη. Σε επιστολή προς τους γονείς της με ημερομηνία 7/18 Μαΐου 1835 η Μπετίνα αναφέρει:[13]
«Επισκεφθήκαμε την κυρία Καρατζά (η οποία δεν είναι συγγενής με τον πρίγκιπα Καρατζά), την πεθερά του Κλεάνθη. Μετά επισκεφθήκαμε τον Κλεάνθη. Η γυναίκα του πολύ αξιαγάπητη. [Ο Κλεάνθης] έχει εδώ πολλούς εχθρούς, όπως σχεδόν όλοι οι άνθρωποι και πρέπει να υπομένει αρκετά πράγματα».
Εξάλλου πολλές φορές ο Κλεάνθης έστελνε τους χαιρετισμούς και τα σέβη του στη θεία της Μπετίνα, τη γνωστή συγγραφέα Bettina von Amim (Brentano), αδελφή της μητέρας της. Φαίνεται ότι γνωρίζονταν από την εποχή που ο Κλεάνθης σπούδαζε στο Βερολίνο, την ίδια εποχή που φοιτούσε εκεί και ο σχεδόν συνομήλικός του Κωνσταντίνος Σχινάς. Το σχετικά χαμηλό κόστος που προβλεπόταν για την ανέγερση του μνημείου καθώς και οι φιλικές σχέσεις των οικογενειών, μας επιτρέπουν να συμπεράνουμε ότι ο Κλεάνθης το σχεδίασε χωρίς αμοιβή. Καθώς ήταν φίλος της οικογένειας Σχινά, ο δωρεάν σχεδιασμός του μνημείου ήταν γι’ αυτόν προφανώς θέμα φιλοτιμίας.
Περιγραφή του σχεδίου
Πρόκειται για μια απλή αρχιτεκτονική κατασκευή που συντίθεται από μια βάση, ελεύθερη από όλες τις πλευρές, και μια στήλη που εδράζεται επάνω της. Όπως φαίνεται από τη διαμόρφωση της κάτοψης, το μνημείο είναι κατά τέτοιο τρόπο σχεδιασμένο, ώστε και οι τέσσερις όψεις να είναι όμοιες. Οι όψεις είναι διαμορφωμένες ως εξής: Πάνω στην τετραγωνική κάτοψη ανυψώνεται μια βαθμιδωτή βάση αποτελούμενη από πέντε επίπεδα και πάνω στη βάση στηρίζεται η στήλη, επίσης τετραγωνικής διατομής ύψους 1,88 μέτρων,[14] που λεπταίνει ελαφρά προς τα πάνω. Η όψη της τέταρτης βαθμίδας της βάσης παρουσιάζει δύο τετράγωνα, παρόμοια με αυτά της δεύτερης βαθμίδας. Στα εσωτερικά μικρότερα τετράγωνα της τέταρτης βαθμίδας είναι εγγεγραμμένοι ρόδακες και στην εσοχή ανάμεσα στα δύο τετράγωνα είναι τοποθετημένος ένας σταυρός.
Η στήλη στεφανώνεται με ένα ανθεμωτό επιστέγασμα. Η μπροστινή όψη της παρουσιάζει ένα ανάγλυφο στεφάνι και κάτω από αυτό είναι γραμμένες οι λέξεις ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ.[15] Μια ανάγλυφη ζώνη με ανθέμια διατρέχει το μνημείο λίγο πιο πάνω από το στεφάνι. Η ζώνη αυτή μαζί με τη ζώνη του μαιάνδρου στην ανώτατη βαθμίδα της βάσης τονίζουν την οριζόντια διάταξη. Όπως φαίνεται από την κάτοψη, στη βάση του μνημείου προβλεπόταν μια πλάκα, στην οποία θα αναγράφονταν τα στοιχεία της νεκρής. Επίσης είχε σχεδιαστεί και ένα διακοσμητικό μωσαϊκό.

Σχέδιο του Κλεάνθη για το ταφικό μνημείο της Bettina von Savigny-Σχινά. Φέρει την ιδιόχειρη υπογραφή του αρχιτέκτονα και ημερομηνία 13 Ιουνίου 1836. (Universitäts- und Landesbibliothek Münster, Nachlass Savigny 12,042).
Δεν σημειώνεται το υλικό από το οποίο θα κατασκευαζόταν το μνημείο, αλλά πιθανότατα θα ήταν μάρμαρο, το υλικό που χρησιμοποιούσε ο Κλεάνθης. Το σχέδιό του αυτό απέχει σχεδιαστικά αρκετά από την αυστηρά επιμελημένη επεξεργασία που ίσχυε στη Σχολή Βερολίνου, στην οποία φοίτησε ο Κλεάνθης. Αυτό τονίζει ακόμα μια φορά ότι τον τελευταίο τον ενδιέφερε περισσότερο η ιδέα και λιγότερο οι λεπτομέρειες.[16]
Το κλασικιστικό μνημείο με την αυτόνομη μορφολογία προοριζόταν να στηθεί στον τάφο της Μπετίνα στο Νεκροταφείο των Διαμαρτυρομένων στην περιοχή του Σταδίου (εικ. 6). Ήδη είχε τοποθετηθεί εκεί προσωρινά μια ταφόπλακα από πάριο μάρμαρο, φροντίδα που είχε αναλάβει ο εφημέριος Hill έπειτα από παράκληση του Σχινά, όπως πληροφορούμαστε από την επιστολή του τελευταίου προς το ζεύγος von Savigny στο Βερολίνο με ημερομηνία 25 Αυγούστου/5 Σεπτεμβρίου 1835.[17] Το μνημείο σώζεται σήμερα, σε διαφορετική όμως εκτέλεση.

Απόσπασμα από το χάρτη του Γάλλου αρχιτέκτονα Antoine-Marie Chenavard του έτους 1843. Το Προτεσταντικό Κοιμητήριο φαίνεται στα δεξιά της εικόνας απέναντι από την είσοδο του Σταδίου. Αρχεία Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Λυόν (Bibliothèque municipale de Lyon).
Το πραγματοποιηθέν μνημείο
Το πραγματοποιηθέν μνημείο βρίσκεται σήμερα στο A’ Νεκροταφείο της Αθήνας, στο Προτεσταντικό Κοιμητήριο, όπου μεταφέρθηκε τον Αύγουστο του 1895. Η μεταφορά κρίθηκε αναγκαία για να γίνουν οι εργασίες στην περιοχή του Σταδίου προκειμένου να διεξαχθούν εκεί οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896.[18]
Φαίνεται ότι το αρχικό σχέδιο του Κλεάνθη στην πορεία της εκτέλεσής του τροποποιήθηκε, καθόσον το πραγματοποιηθέν ταφικό μνημείο και το σχέδιο του Κλεάνθη παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Έτσι η βάση με τις διακοσμημένες βαθμίδες στο σχέδιο του Κλεάνθη απλοποιήθηκε και η αρχική μορφολογία της στήλης διατηρήθηκε, αυξήθηκε όμως σε ύψος. Η ζώνη με το μαίανδρο και το στεφάνι στο επάνω μέρος της στήλης αφαιρέθηκαν, και οι δύο ρόδακες που είχαν προβλεφθεί να διακοσμήσουν την άνω βαθμίδα της βάσης τοποθετήθηκαν τελικά στο άνω μέρος της στήλης, εκεί όπου είχε σχεδιαστεί το στεφάνι. Το μωσαϊκό στο ταφικό μνημείο, που αναφέρεται στο γράμμα του Σχινά και είναι σχεδιασμένο στο σχέδιο του Κλεάνθη, δεν υπάρχει σήμερα, ίσως καταστράφηκε κατά τη μεταφορά του από την αρχική στη σημερινή του θέση. Επίσης δεν υπήρξε μεταλλικό περίφραγμα, όπως είχε προβλέψει ο Κλεάνθης και αυτό φαίνεται από τις πέτρες στο έδαφος που δεν φέρουν οπές.

Ταφικό μνημείο της Bettina von Savigny-Σχινά στο Προτεσταντικό Κοιμητήριο του A’ Νεκροταφείου Αθηνών (φωτογραφία της συγγραφέως, Μάιος 2007).
Το σωζόμενο μνημείο είναι μια απλή και απέριττη κατασκευή, μια στήλη ορθογωνικής διατομής από λευκό μάρμαρο που με τον καιρό και την εγκατάλειψη παρουσιάζει φθορές και αλλοιώσεις. Η στήλη, ύψους άνω των τριών μέτρων, λεπταίνει ελαφρά προς τα πάνω, και στηρίζεται σε δύο, επίσης μαρμάρινα, σκαλοπάτια. Στεφανώνεται από επιστέγασμα με φυτικό διάκοσμο που προεξέχει έντονα και στα πλαϊνά του προβάλλονται δύο υδρορροές υπό μορφή λεοντοκεφαλών (εικ. 5). Η μπροστινή όψη της είναι διακοσμημένη με δύο ρόδακες και φέρει την επιγραφή:
ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΣΧΙΝΑ
ΘΥΓΑΤΗΡ ΣΑΒΙΓΝΗ
ΓΈΝΝΗΘΕΙΣΑ ΕΝ ΠΑΡΕΙΟΙΣ
ΤΗι ΙΑ ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΑΩΕ
ΑΠΟΘΑΝΟΥΣΑ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΕ
ΤΗι ΙΒ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΛΩΛΕ
Η πίσω πλευρά της στήλης φέρει επίσης το ανάγλυφο δύο ροδάκων και ενός σταυρού. Μια μαρμάρινη πλάκα τοποθετημένη έμπροσθεν και κάτωθεν του μνημείου φέρει δύο επιγραφές, γραμμένες στα ελληνικά και γερμανικά:
ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΣΧΙΝΑ
ΘΥΓΑΤΗΡ ΣΑΒΙΝΙΗ
ΓΕΝΝΗΘ. ΕΝ ΠΑΡΙΣΙΟΙΣ
ΤΗι 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1805
ΑΠΟΘ. ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
ΤΗι 12 ΑΥΓ. 1835
BETINA[19] SCHINAS
GEB. VON SAVIGNY
GEB. ZU PARIS
D. 11 APRIL 1805
GEST: ZU ATHEN
D. 12 AUG. 1835
Κατά τον 19º αιώνα, μια εποχή που ανθούσε η μνημειακή τέχνη στην Ευρώπη, η στήλη κατά τα ρωμαϊκά πρότυπα χρησιμοποιήθηκε συχνότατα είτε μόνη της είτε ως βάση για προτομές, ανδριάντες, τεφροδόχες ή τρόπαια. Το επιστέγασμα της στήλης στο μνημείο της Μπετίνα, με τις δύο λεοντοκεφαλές στα πλαϊνά του, είναι εξαιρετικά επιτυχές. Το σύνολο παρουσιάζει τον αυστηρό χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής του Κλεάνθη και σε σύγκριση με τα γειτονικά ταφικά μνημεία του Προτεσταντικού Νεκροταφείου, που είναι επηρεασμένα από δυτικά πρότυπα, διακρίνεται για τον ελληνικό του χαρακτήρα και το μέγεθος του.
Περιβάλλεται από πεύκα και κυπαρίσσια και συνορεύει με το σε κακή κατάσταση σωζόμενο μνημείο του αστρονόμου Julius Schmidt (1825-1884), διευθυντή του Αστεροσκοπείου της Αθήνας από το 1858 και συμπατριώτη της Μπετίνα. Επίσης σε απόσταση λίγων μέτρων πίσω από το μνημείο της Μπετίνα βρίσκεται το ταφικό μνημείο της Γερμανίδας Julie von Nordenpflycht, κυρίας των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας.[20]

Χάρτης του Προτεσταντικού τμήματος του Ά Νεκροταφείου. Δημοσιεύεται στον ιστότοπο της «ομάδας άστυ».
Παρόμοιας σύλληψης με το πραγματοποιηθέν μνημείο για την Μπετίνα είναι το μνημείο του Ιερού Λόχου, που κατασκευάστηκε το 1843 προς τιμήν του πρώτου κανονικού στρατιωτικού σώματος της Ελληνικής Επανάστασης και βρίσκεται σήμερα στο Πεδίον του Άρεως στην Αθήνα, δίπλα στον τάφο του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Το μνημείο του Ιερού Λόχου αποδίδεται στον Κλεάνθη δεν υπάρχουν όμως αποδεικτικά στοιχεία για το δημιουργό του.[21]
Το μνημείο για την Μπετίνα που σχέδιασε ο Κλεάνθης ήταν αρκετά μεγαλοπρεπές για τον τύπο και την εποχή του. Σε αυτή τη σχέση μπορεί να αναφερθεί ότι το μνημείο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Eduard Schaubert για τον διακεκριμένο Γερμανό αρχαιολόγο και συμπατριώτη του Carl Otfried Muller,[22] που πέθανε και αυτός πρόωρα από πυρετό (1840), ήταν επίσης πολύ μεγαλοπρεπές, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε τελικά σύμφωνα με τα σχέδια του Schaubert.[23] Η ταφική κατασκευή που πραγματοποιήθηκε ήταν μια απλή στήλη σχεδιασμένη από τον Δανό αρχιτέκτονα Christian Hansen.[24]

Σχέδιο του αρχιτέκτονα Eduard Schaubert για το ταφικό μνημείο του αρχαιολόγου και συμπατριώτη του Karl Otfried Müller, ο οποίος πέθανε πρόωρα και τάφηκε στην Αθήνα (Γενικά Αρχεία του Κράτους, Οθωνικό Αρχείο, Υπ. Εσωτερικών, φάκ. 206).
Το μνημείο για τον ήρωα Γεώργιο Καραϊσκάκη που στήθηκε αργότερα στην ομώνυμη πλατεία στο Νέο Φάληρο, έργο του Γερμανού αρχιτέκτονα Gustav Lüders [25] ήταν επίσης μια απέριττη κατασκευή.
Ο Κλεάνθης και ο Σχινάς όμως πίστευαν ότι στην κόρη της εξέχουοας οικογένειας von Savigny άρμοζε ένα αντιπροσωπευτικό έργο. Ως ταφικό μνημείο μιας νεαρής γυναίκας στα πρώτα χρόνια του νεοδημιοΰργητου ελληνικού κράτους η σύλληψη αυτή κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στην ιστορία των νεότερων μνημείων. Είναι ένα σπουδαίο τεκμήριο σημαντικής πολιτιστικής σημασίας και ένα από τα ελάχιστα σχέδια του Κλεάνθη με ιδιόχειρη υπογραφή.
Υποσημειώσεις
[1] Το όνομα Bettina προέρχεται από το Betta, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το Elisabeth.
[2] Για τη ζωή και το έργο του Κωνσταντίνου Σχινά βλ. ΘανάσηςΧρήστου, Κωνστανπνος Σχινάς (1801-1857). Η Ζωή. Το έργο. Η εποχή του, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήνα 1998.
[3] Στο ίδιο, σ. 123.
[4] Όπως αναφέρεται στο γράμμα της Μπετίνα προς τους γονείς της με ημερομηνία 1.1.1835. Βλ. επίσης σημ. 6.
[5] Όπως συμπεραίνεται από το γράμμα της Μπετίνα προς τους γονείς της με ημερομηνία 27.5.-7.6.1835 (βλ. παρακάτω σημ. 6). Μεταξύ των υπό συζήτηση σπιτιών για ενοικίαση από το ζεύγος Σχινά ήιαν και η ιδιωτική κατοικίατων Κλεάνθη και Schaubert στη βορειονατολική πλευρά της Ακρόπολης, καθώς και εκείνη στην οποία διέμενε με ενοίκιο ο Ιωάννης Κωλέττης. Η οικία των Κλεάνθη και Schaubert χρησιμοποιήθηκε αργότερα για τη στέγαση του νεοϊδρυθέντος Πανεπιστημίου και σήμερα λειτουργεί ως Μουσείο της Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
[6] Ruth Steffen, Leben in Griechenland 1834 und 1835. Bettina Schinas, geb. von Savigny. Briefe und Berichte an ihre Eitern in Berlin, Cay Lienau, Munster2002, σ. 99. Στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Munster στη Γερμανία (Westfalische Wiiheims-Universitat, Universitats- und Landesbibliothek) σώζεται ένα μέρος από τα κατάλοιπα της οικογένειας von Savigny και μεταξύ αυτών και οι επιστολές της Bettina von Savigny-Σχινά προς τους γονείς της.
[7] Χρήστου, ό. π., σ.124.
[8] Εφημερίς «Ο Σωτήρ», αρ. φύλ. 36, 18/30.8.1835. Βλ. επίσης Χρήστου, ό.π., σ. 124.
[9] Κατάλοιπα της οικογένειας Savigny (Nachlass Savigny): Στοιχεία: Ν. Savigny 12,042: Επιστολή Κωνσταντίνου Σχινά προς Gunda και Friedrich Cad von Savigny. Αποτελείται από τρεις σελίδες και το συνημμένο σχέδιοτου Κλεάνθη. Θερμότατες ευχαριστίες οφείλω στη Westfälische Wilhelms-Universitätsund Landesbibliothek, Münster και ιδιαίτερα στους κυρίους Hans Muhl και Jurgen Lenzing, για την προθυμία και άδεια δημοσίευσης της προσωπογραφίας, της επιστολής και του σχεδίου.
[10] Στο Αρχείο Κ. Σχινά – Π. Αργυρόπουλου, Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος (ΕΒΕ), φάκ. Α, αρ. 74, σώζεται ένα έγγραφο γραμμένο στα γαλλικά υπογεγραμμένο από τον ιερέα John Hill. Ο τελευταίος βεβαιώνει ότι ελαβε από τον Κ. Σχινά το ποσό των 60 δραχμών για την αγορά του χώρου όπου τοποθετήθηκε το μνημείο της Bettina Σχινά. Το έγγραφο φέρει την ημερομηνία 11/23 Ιουνίου 1837.
[11] Η επιστολή είναι γραμμένη στην παλιά γερμανική γραφή. Ευχαριστώ θερμά τον Dr. Gunter Feddem (Βασιλεία) για την ανάγνωση του δυσανάγνωστου χειρόγραφου του Σχινά. Η μετάφραση έγινε από τη συγγραφέα.
[12] Βλ.Όλγα Μπαδήμα-Φουντουλάκη, Σταμάτης Κλεάνθης (1802-1862). Αρχιτέκτων, επιχειρηματίας, οραματιστής, Δήμος Αθηναίων και Δήμος Βελβεντού, 2 τόμοι, Αθήνα 2002.
[13] Βλ. Steffen, ό.π., σ. 205.
[14] Όπως συμπεραίνεται από την κλίμακα που είναι σημειωμένη στο κάτω μέρος του σχεδίου.
[15] Προφανώς δεν είχε επιλεγεί ακόμα το κατάλληλο επίγραμμα.
[16] Βλ. Μπαδήμα-Φουντουλάκη, ό.π., τόμ. 1, σ. 128 και 229.
[17] Βλ. Steffen, ό.π., σ. 264.
[18] Βλ. Εφημερίς «Ακρόπολις», Παρασκευή 18 Αυγούστου 1895, «Επιθεώρησις των έργων παρά του Διαδόχου. Η μεταφορά του Νεκροταφείου».
[19] Το όνομα είναι λανθασμένα γραμμένο ως ΒΕΤΙΝΑ, αντί του ορθού BETTINA.
[20] Η Julie von Nordenplycht ήταν παιδαγωγός της Αμαλίας που την ακολούθησε στην Ελλάδα με την ιδιότητα της κυρίας των τιμών της βασίλισσας. Το μνημείο της σχεδίασε ο δανός αρχιτέκτονας Χριστιανός Χάνσεν. Βλ. Χρισπάνα Λυτ, Μια Δανέζα στην Αυλή του Όθωνα, μετάφραση και σχόλια Αριστέα Παπανικολάου-Κρίστενσεν, Ερμής, Αθήνα 1988, σ. 290.
[21] Αφενός το γεγονός ότι ο Κλεάνθης υπήρξε ένας από τους 400 νέους έλληνες εθελοντές που αγωνίστηκαν στον Ιερό Λόχο και αφετέρου η ομοιότητα του μνημείου του Ιερού Λόχου – στη γενική του σύλληψη – με αυτό της Μπετίνα, μας επιτρέπουν να το αποδώσουμε πλέον με μεγαλύτερη πιθανότητα στον Κλεάνθη. Για το μνημείο του Ιερού Λόχου, βλ. Μπαδήμα-Φουντουλάκη, ό.π., τόμ. 1, σ. 194-196.
[22] Το ταφικό μνημείο του Carl Otfried Muller (1797-1840) τοποθετήθηκε στο λόφο του Κολωνού, δίπλα στον τάφο του Karl Lenorman.
[23] To 1842 είχε ανατεθεί από την κυβέρνηση στον Eduard Schaubert ο σχεδιασμός και η κατασκευή του μνημείου του Muller. Επρόκειτο για μεγάλης κλίμακας ταφικό μνημείο, που η εκτέλεσή του αναβλήθηκε προφανώς για οικονομικούς λόγους (Γενικά Αρχεία του Κράτους Οθωνικό Αρχείο, Υπουργείο Εωτερικών, φακ. 206).
[24] Βλ. Λυτ, ό.π., σ. 301.
[25] Για τον Gustav Adolph Luders (1805-1880) βλ. Όλγα Μπαδήμα- Φουντουλάκη, «Gustav Luders, ο αρχιτέκτων του μνημείου Γεωργίου Καραϊσκάκη στο Νέο Φάληρο», Τα Ιστορικά 18/35 (2001), σ. 410-420.
Βιβλιογραφία
- Λυτ Χρισπάνα, Μια Δανέζα στην Αυλή του Όθωνα, μετάφραση και σχόλια Αριστέα Παπανικολάου-Κρίστενσεν, Ερμής, Αθήνα 1988, σ. 290.
- Μπαδήμα-ΦουντουλάκηΌλγα, «Gustav Luders, ο αρχιτέκτων του μνημείου Γεωργίου Καραϊσκάκη στο Νέο Φάληρο», Τα Ιστορικά 18/35 (2001), σ. 410-420.
- Μπαδήμα-Φουντουλάκη Όλγα, Σταμάτης Κλεάνθης (1802-1862). Αρχιτέκτων, επιχειρηματίας, οραμαπστής, Δήμος Αθηναίων και Δήμος Βελβεντού, 2 τόμοι, Αθήνα 2002.
- Steffen Ruth, Leben in Giiecheniand 1834 bis 1835. Bettina Schinas, geb. von Savigny. Briefeund Berichte an ihre Eitern in Berlin, Cay Lienau, Munster 2002.
- Χρήστου Θανάσης, Κωνσταντίνος Σχινάς (1801-1857). Η ζωή. Το έργο. Η εποχή του, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήνα 1998.
*Όλγα Φουντουλάκη, Δρ Ιστορίας Αρχιτεκτονικής
Αρχαιολογία & Τέχνες Τεύχος 117, Δεκέμβριος 2010.
Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.
* Η Όλγα Μπαδήμα-Φουντουλάκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και αναγορεύτηκε διδάκτωρ Ιστορίας Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Καρλσρούης, Γερμανία. Εργάστηκε ως επιστημονική συνεργάτρια στο Ινστιτούτο Ιστορίας Αρχιτεκτονικής του ίδιου Πανεπιστημίου. Παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα και σεμινάρια Αναστήλωσης και Συντήρησης μνημείων στο Πολυτεχνείο Ζυρίχης. Το έργο της συνίσταται κυρίως στην έρευνα της Νεότερης Ελληνικής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας. Σχετικές μελέτες της έχουν δημοσιευτεί σε έγκυρα ελληνικά και διεθνή περιοδικά. Επίσης έχουν εκδοθεί: «Stamatios Kleanthes (1802-1862). Ein griechischer Architekt aus der Schule Schinkels», Καρλσρούη 1979, «Σταμάτης Κλεάνθης (1802-1862). Αρχιτέκτων, επιχειρηματίας, οραματιστής», έκδοση Δήμων Αθηναίων και Βελβεντού, 2 τόμοι, Αθήνα 2002 και «Η Δούκισσα της Πλακεντίας και οι Αρχιτέκτονές της», Σεπτέμβριος 2011.
Διαβάστε ακόμη:
Σχολιάστε