Η εκπαίδευση στην Αργολίδα – Ματιές σε μαρτυρίες χρόνων και σε εικόνες τόπων
«Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις, στις οποίες ο άνθρωπος χωρίς τη θέλησή του αναγκάζεται να δίνει προσοχή σε πράγματα τα οποία θα έπρεπε να περιφρονεί ως παράλογα και παιδαριώδη και όχι μόνο να μην τους δίδει σημασία αλλά να τα προσπερνά όταν καταλαβαίνει πως πρόκειται για διαστροφή της αλήθειας και για κακό παραδειγματισμό των νέων και των απλών ανθρώπων.
Στην ανάγκη αυτή βρεθήκαμε κι εμείς όταν παραθέτοντας στο αριθ. 39 φύλλο μας το 1ο άρθρο του Βασιλικού Διατάγματος της 30ης Απριλίου, αποδείξαμε σε πολλούς ότι τα περί καταργήσεως των Ελληνικών Σχολείων και τα περί κατατάξεως των μαθητών στο Σχολαρχείο που διαδίδονταν, ήταν ανυπόστατα και ψευδή. Τα όσα γράψαμε στο 39ο φύλλο μας ήταν τα όσα ακριβώς περιλαμβάνουν οι νόμιμες διατάξεις∙ εμείς επομένως, δεν κάναμε τίποτα άλλο παρά να αποδείξουμε χρησιμοποιώντας τους ίδιους τους νόμους στους παραπλανηθέντες μαθητές και τους γονείς και κηδεμόνες τους, ότι οι διαδόσεις αυτές ήταν ανυπόστατες.
Κι ενώ δεν κάναμε τίποτα περισσότερο από το καθήκον μας να ενημερώσουμε εξαπατημένους ανθρώπους, προσκρούσαμε στην φιλοτιμία του Διευθυντή του εδώ Πλήρους Δημοτικού Σχολείου, ο οποίος μετέβη για τον σκοπό αυτόν στο Ναύπλιο, θεωρώντας πως από εκεί θα μας αποστομώσει με την αρθογραφία του. Έγραψε λοιπόν ολόκληρη διατριβή στο «Σύνταγμα» του Ναυπλίου, στην οποία όμως δεν έλεγε και δεν απεδείκνυε τίποτα περισσότερο εκτός από αυτά που εμείς καταγγείλαμε ότι διέδιδε ψευδώς, δηλαδή ότι «τα Ελληνικά σχολεία έχουν ζωή μερικών μόνο μηνών, κλπ». Η προσβεβλημένη δε φιλοδοξία του τον έκανε είρωνα και ψευτοευφυή∙ δυστυχώς όμως δεν ωφελήθηκε καθόλου από αυτά, διότι έχοντας άδικο και μη μπορώντας να πείσει για το αληθές και το λογικό των επιχειρημάτων του, μετέτρεψε το ζήτημα σε προσωπικό. (…)
Η αλήθεια είναι πικρή και πίκρανε την φιλοδοξία του εν λόγω προσώπου ο οποίος πήγε και πάλι στο Ναύπλιο για να μας κεραυνοβολήσει με νέους κεραυνούς∙ και να το νέο φύλλο του «Συντάγματος» βαρύτερο κατά μια σελίδα γεμάτη προκλήσεις σχετικά με προσωπικά θέματα και καμία σχέση με το λογικώς τιθέμενο ζήτημα. Επανάληψη των προφητειών του, αυθαίρετοι συλλογισμοί σχετικά με τις σκέψεις της Σεβαστής Κυβερνήσεως για τα Ελληνικά Σχολεία, νέα όνειρα, νέοι θρίαμβοι και τόσα άλλα, τα οποία ανακοινώθηκαν βεβαίως εδώ μέσω των δωρεάν διανεμηθέντων φύλλων και δια του εφημεριδοπώλη των «Νέων του Άργους». Ο καθένας μπορούσε να δει εκεί την γραμματική σκοτωμένη, το συντακτικό ντουφεκισμένο, εκεί πλίνθοι και κέραμοι και ξύλα ατάκτως ερριμένα, απειλές που προκαλούσαν γέλιο και τόσα άλλα που τιμούν από όλες τις απόψεις το συγγραφέα τους.
Απέναντι στο νέο αυτό συνονθύλευμα, στη νέα αυτή βαβέλ, δεν μπορεί να υπάρξει η λογική συζήτηση, διότι κινδυνεύει όποιος επιχειρήσει να συζητήσει να παρασυρθεί στο βάραθρο του παραλογισμού, από το οποίο ευχόμαστε να διασωθούν όσοι έχουν πέσει».
(Εφημερίδα «Δαναός», 7-10-1896)
Η ένταση και το πάθος με το οποίο η εφημερίδα «Δαναός» συμμετέχει με το κύριο άρθρο της με τίτλο «Εκπαιδευτικής αταξίας παραλειπόμενα» στις διαμάχες της εποχής για τις μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα του νεοελληνικού κράτους, μας δίνει μια πρώτη γεύση του ρόλου και της σημασίας της εκπαίδευσης στην Αργολίδα σε αντιστοιχία με τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας. Το άρθρο της εφημερίδας γράφεται σε μια περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας που θα οδηγήσει στην οδυνηρή ήττα του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897.
Την περίοδο αυτή καταργούνται σχολεία ή γίνονται συνενώσεις ώστε να εξοικονομηθούν χρήματα, ενώ παράλληλα τίθεται για μια ακόμα φορά το ζήτημα της χρηματοδότησης και κυρίως της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών. Οι δήμοι δεν πληρώνουν τακτικά τους εκπαιδευτικούς με άμεσες συνέπειες στο διδακτικό έργο (το 1888 δημιουργείται το «ταμείο δημοτικής εκπαιδεύσεως» επιφορτισμένο με την πληρωμή μισθών, ενοικίων και εξόδων συντήρησης σχολείων) και οι μεταρρυθμίσεις που προτείνονται παραμένουν στα χαρτιά. Ο τύπος πρωτοστατεί στις συζητήσεις και τις παρεμβάσεις και στους δημόσιους χώρους του Άργους, του Ναυπλίου και των άλλων περιοχών τα ζητήματα πολιτικής διαδέχονται οι συζητήσεις για τα εκπαιδευτικά όπως παντού στη χώρα.
Δυο αιώνες μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας μας και παρά τα βήματα και τις αλλαγές που έγιναν, η ίδια ένταση και το ίδιο πάθος κυριαρχεί στους διαλόγους – που γρήγορα μετατρέπονται σε μονολόγους – στη διαμόρφωση και έκφραση απόψεων, στην παρουσίαση λύσεων, στην επεξεργασία στοιχείων. Για μια ακόμα φορά έχει κανείς την αίσθηση πως ζει στη χώρα του παραδόξου. Είναι βεβαίως λογικό στα μεγάλα συγκριτικά μεγέθη ή ποσοστά, να μην υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις των περιφερειών από το εθνικό σύνολο. Έτσι, για μια σειρά από στοιχεία, οικονομικά, διαχειριστικά και διοικητικά κυρίως, θα συναντάμε στην Αργολίδα, και σε γενικές γραμμές, τις ίδιες τάσεις με το Κέντρο. Παρά τις διαφοροποιήσεις εξάλλου, η Αθήνα είναι εκείνη που καθορίζει τις εκπαιδευτικές πολιτικές και τους μηχανισμούς εξυπηρέτησής τους.
«Το ελληνικόν κράτος εν συνόλω δαπανά σχεδόν τα ολιγώτερα, αι ευπορώτεραι και πολυαριθμότεραι ελληνικαί πόλεις δαπανώσι πολύ ολιγώτερα των μικροτέρων και απορωτέρων πόλεων της Γερμανίας». Με τα λόγια αυτά κατέληγε η συγκριτική μελέτη του εκπαιδευτικού Φ. Δ. Γεωργαντά το 1902[i], για να επαναλάβουμε σήμερα το ίδιο χαμηλό ποσοστό που μας κατατάσσει στις χώρες με το «μικρότερο ενδιαφέρον» για την εκπαίδευση των πολιτών τους.
Εκτός όμως από τη χρηματοδότηση υπάρχουν και πολλά άλλα στοιχεία που διοργανώνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται ένα εκπαιδευτικό σύστημα σε εθνικό αλλά και περιφερειακό επίπεδο. Η οργάνωση και η συμμετοχή των μαθητών, το κτηριακό, οι σχέσεις του σχολείου με την κοινωνία, η ιδεολογία του και οι γνώσεις που παρέχει, οι σύγχρονες μορφές δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης, είναι μερικά από τα θέματα που θα παρουσιαστούν στις σελίδες του παρόντος αφιερώματος με τρόπο συνοπτικό και χρονικά περιορισμένο, θεωρώντας πως οι αναλυτικές παρουσιάσεις είναι αναγκαίες αλλά απαιτούν προσεγγίσεις περισσότερο ερευνητικές.
Νους υγιής εν σώματι…
Για πολλά χρόνια μετά την ανακήρυξη του νέου ελληνικού κράτους η εκπαίδευση ως οργανωμένη κρατική πολιτική ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Αποσπασματικά μέτρα, πολιτικές που αναιρούσαν η μια τα μέτρα της άλλης ανάλογα με το πολιτικό κόμμα που βρισκόταν στην εξουσία.
Για τον μελετητή της ιστορίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος ξαφνιάζει η συνέπεια… της ασυνέπειας με την οποία τα πολιτικά κόμματα μέχρι και σήμερα, λειτούργησαν στα θέματα της οργάνωσής του και του ουσιαστικού προσανατολισμού του.
Από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, όταν η σοφή λογική του Καποδίστρια επικαλούνταν την αμορφωσιά του ελληνικού λαού και έδινε προτεραιότητα στην ίδρυση και την υλική στήριξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν παρουσιάζονται οι πρώτες σοβαρές μεταρρυθμιστικές απόπειρες, το εκπαιδευτικό μας σύστημα βρίσκεται μεταξύ διάλυσης και ονομαστικής συντήρησης. Όταν το 1873 ιδρύεται ο «Διδασκαλικός Σύλλογος», η πρώτη του ενέργεια είναι να εκφράσει την ανησυχία του για την «υπάρχουσαν οικτράν κατάστασην των σχολείων και των διδασκάλων»[ii] και να ζητήσει την άμεση λήψη μέτρων και την χρηματοδότηση των σχολείων για να καλύψουν τουλάχιστον τα λειτουργικά τους έξοδα.
Στην Αργολίδα η κατάσταση είναι χειρότερη απ’ ότι σε άλλες περιοχές και λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι με την καθημερινή τους επιβίωση αλλά και λόγω της υποτυπώδους χρηματοδότησης.
Το ζήτημα της πληρωμής των δασκάλων από τις κοινότητες τίθεται επανειλημμένως στα διαβήματα των ίδιων των εκπαιδευτικών αλλά και στις εκθέσεις των «γραμματέων της παιδείας» που αργότερα θα γίνουν οι «επιθεωρητές της εκπαιδεύσεως». Παρότι το 1856 ψηφίζεται νόμος που καθορίζει πως οι μισθοί προκαταβάλλονται από το δημόσιο ταμείο ενώ αυτό τα εισπράττει από τους δήμους, η κατάσταση παραμένει απελπιστική, ενώ το 1888 συστήνεται «ταμείο δημοτικής εκπαιδεύσεως» το οποίο όμως εγκαταλείπεται το 1892 λόγω οικονομικής δυσπραγίας. Στις 8-8-1893 η εφημερίδα «Αγαμέμνων» (αριθ. Φ. 72) γράφει:
«Πλείστα παράπονα έχουσι οι της επαρχίας μας δημοδιδάσκαλοι, εναντίον των επιτετραμμένων την έκδοσιν των χρηματικών ενταλμάτων, και πολύ δικαίως, αφ’ ού έχουσι να λάβωσι μισθόν από τον Απρίλιον (…) Τότε τι χρεωστούν οι δυστυχησμένοι δημοδιδάσκαλοι να αποθνήσκουν της πείνης;»
Θα περάσουν αρκετές δεκαετίες μέχρι να ομαλοποιηθεί η κατάσταση χωρίς βεβαίως και να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις μιας αναπτυξιακής πορείας που θα επέτρεπε και την ανάπτυξη του εκπαιδευτικού συστήματος.
Το πρόβλημα της χρηματοδότησης δεν είναι το μοναδικό που ταλανίζει το εκπαιδευτικό σύστημα καθώς επίσης και η ελλιπής οργάνωση που επιτρέπει σε οποιονδήποτε να εμφανίζεται ή να ενεργεί ως εκπαιδευτικός. Είναι χαρακτηριστική η παρακάτω περιγραφή:
«Θλιβερόν αληθώς είναι το σημείον, εις ό περιήλθεν η κατωτάτη, η στοιχειώδης, η δημοτική άλλως λεγομένη εκπαίδευσις εν τη πόλει ημών. Κληρικοί, λαϊκοί, γυναίκες και κοράσια επαγγέλονται άνευ ουδεμιάς αδείας τον διδάσκαλον. Εν υπογείοις και κρύπταις καθύγροις, αφωτίστοις, ανηλίοις, σωρεύουσιν αναμίξ αθώα πλάσματα χρηματισταί τινες, ίνα περώσι των καιρόν των, χωρίς να έχωσιν ουδέν κοινόν προς το διδασκαλικόν επάγγελμα»[iii].
Η αρτιότητα των διδασκάλων, το σύστημα διδασκαλίας, τα αναλυτικά προγράμματα και ο ιδεολογικός προσανατολισμός του σχολείου είναι ζητήματα που απασχολούν για δεκαετίες τις τοπικές κοινωνίες και κινητοποιούν, ακόμα και σήμερα, τους πολίτες σε εθνικό επίπεδο. Ήδη από τις απαρχές του νεοελληνικού κράτους παρατηρούνται συγκρούσεις μεταξύ των λιγοστών διδασκάλων και των λεγόμενων γραμματοδιδασκάλων.
Στο Άργος και στις υπόλοιπες περιοχές της Αργολίδας, όπως σημειώνει η Α. Κορδατζή[iv], «αμαθείς γραμματοδιδάσκαλοι καλόγηροι και παπάδες δίδασκαν από την Οκτώηχο, το Ψαλτήρι και τη «φυλλάδα» πληρωνόμενοι από τους γονείς των μαθητών τους. Οι δάσκαλοι αυτοί στάθηκαν σοβαρό εμπόδιο στην εύρυθμη λειτουργία του δημόσιου αλληλοδιδακτικού σχολείου, όπως είχε προαναφερθεί, αφού δυσφημούσαν το διδασκαλικό έργο του Φανδρίδη, προκειμένου να αποσπάσουν μαθητές. (…) Στις 25 Μαρτίου 1830, σε αναφορά του Χρυσόγελου προς τον Κυβερνήτη, τονιζόταν η ανάγκη να προληφθεί το γραμματεμπόριον των αμαθών τούτων [γραμματοδιδασκάλων], το οποίον εμποδίζει την πρόοδον των αλληλοδιδακτικών καταστημάτων και καταδικάζει τους παίδας των αμαθών εις αιώνιον αμάθειαν». Θα πρέπει να περιμένουμε το 1910 όταν με νόμο ιδρύεται το Διδασκαλείον της Μέσης; Εκπαιδεύσεως, για να αρχίσει η σταδιακή επίλυση της μεγάλης αυτής εκκρεμότητας, δηλαδή της επιμόρφωσης σε σταθερή βάση των εκπαιδευτικών.
Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα που έχει ν’ αντιμετωπίσει το ελληνικό σχολείο είναι η υποχρεωτική φοίτηση σ’ αυτό η οποία επίσης περνάει από διάφορα στάδια. Από την καποδιστριακή περίοδο όταν ο Γραμματεύς της Παιδείας Ν. Χρυσόγελος διαπίστωνε πως για την ελλιπή φοίτηση των παιδιών έφταιγε, μεταξύ άλλων, «η άγνοια των γονέων, οι οποίοι απασχολούσαν τα παιδιά τους «άκοντα» σε γεωργικές κυρίως εργασίες παρά τις συμβουλές του αλληλοδιδασκάλου»[v], μέχρι τη σημερινή λεγόμενη «μαθητική διαρροή» το πρόβλημα της υποχρεωτικής φοίτησης εξακολουθεί να απασχολεί το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Λίγο πριν τον πόλεμο η εκπαιδευτικός Αρετή Πικροδημήτρη-Τσαπραλή σε δημόσια ομιλία της στο Άργος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα αυτό: «Η φροντίς δια την τακτικήν φοίτησιν η οποία είναι ο κακός δαίμων του σχολείου, είναι καθ’ ολοκληρίαν έργον της οικογενείας∙ αν το παιδί αφεθή ελεύθερον δεν θα φοιτά τακτικώς εις το σχολείον, η άτακτος δε φοίτησις γεννά την κακήν έξιν εις το παιδί να μην έχει ακρίβειαν εις την ζωήν του, η δε έλλειψις αυτής της ακριβείας γεννά την ανακολουθίαν εις τον χαρακτήρα του παιδιού»[vi].
Ο πόλεμος βέβαια θα εντείνει το φαινόμενο μέχρι και το τελικό σφράγισμα των σχολικών μονάδων. Από τα λίγα στοιχεία που διαθέτουμε θα αναφέρω ενδεικτικά το Τριτάξιο Αστικό Σχολείο του Κρανιδίου[vii] που αριθμεί την περίοδο 1938-40, 65 μαθητές και μαθήτριες, ενώ στην περίοδο 1940-41 φοιτούν μόλις 15 μαθητές και στις 30 Ιουνίου 1944 «ανεστάλη η λειτουργία του» όπως επισημαίνεται στο σχετικό πρωτόκολλο. Υπάρχει δε σε όλα σχεδόν τα έγγραφα η ίδια παρατήρηση: «ουδόλως εφοίτησεν».
Τέλος, ένα σημαντικό πρόβλημα που θα βρει τη λύση του πολύ αργά, στη δεκαετία 1970-80, είναι η φοίτηση των κοριτσιών και η μετέπειτα ξεχωριστή φοίτηση «αρρένων / θηλέων».
Παρά το γεγονός ότι πιστοποιείται η ύπαρξη ειδικών σχολείων για τα κορίτσια ήδη από την καποδιστριακή περίοδο το δικαίωμα όλων των κοριτσιών στην εκπαίδευση θα αργήσει να γίνει πραγματικότητα ακολουθώντας την ίδια σχεδόν πορεία με εκείνη της ισότιμης εισόδου των γυναικών στο Πανεπιστήμιο. Το 1852 ο υπουργός Παιδείας Σ. Βλάχος κατοχυρώνει με νόμο την «απαγόρευση συνεκπαίδευσης αγοριών και κοριτσιών». Η περίοδος των εξετάσεων φαίνεται να είναι μια σημαντική περίοδος με την οποία ασχολούνται οι εφημερίδες της εποχής και παράλληλα μας επιτρέπουν να έχουμε πληροφορίες για τον τρόπο λειτουργίας τους αλλά και για το είδος των εκπαιδευτηρίων που υπάρχουν.
Έτσι, για παράδειγμα, στη στήλη «Εξετάσεις» που αφιερώνει η εφημερίδα «Αγαμέμνων» στις 18-7-1892 (αριθ. Φ. 48) μαθαίνουμε πως εκτός από το «Ελληνικόν σχολείον», το «Γυμνάσιον» και το «Δημοτικόν», στην πόλη του Άργους λειτουργεί ένα δημόσιο «Παρθεναγωγείον», ένα ιδιωτικό «Παρθεναγωγείον» των αδελφών Δαρρωνά και ένα «Ιδιωτικόν σχολείον» του Γεωρ. Φίλη. Όπως θα δούμε και στη συνέχεια η ιδεολογία που διέπει την ύπαρξη και λειτουργία των σχολείων αυτών εντάσσει την εκπαίδευση των κοριτσιών σ’ ένα γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο, που θεωρεί πως κύριος ρόλος της γυναίκας είναι η θέση της στην οικογένεια και το σπίτι. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα που ακολουθεί: «Το ενταύθα Παρθεναγωγείον ως και παν άλλο εν ταις επαρχίαις, προορισμόν έχει να παρασκευάζη μητέρα μόνον και ουδέν πλέον, περί τούτο λοιπόν έδει και δει να περιστρέφηται η εν αυτώ εργασία»[viii]. Η κατάσταση αρχίζει να αλλάζει σταδιακά μετά τον πόλεμο, με την ομοιομορφοποίηση των αναλυτικών προγραμμάτων, παρότι ακόμα και στη δεκαετία του 1970 υπήρχαν ειδικά μαθήματα για τα κορίτσια (π.χ. οικοκυρικά).
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί πως οι σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών ή/και των γονιών τους δεν ήταν πάντα οι καλύτερες. Υπάρχουν δεκάδες αναφορές ακόμα και για βιαιοπραγίες κατά των εκπαιδευτικών παρά το γεγονός ότι εμφανίζεται ένας 19ος αιώνας αρκετά αυστηρός σε σχέση με την έννοια της νομιμότητας και του σεβασμού του νόμου.
Σε κύριο άρθρο της με τίτλο «Μαθηταί – διδάσκαλοι», η εφημερίδα «Δαναός» γράφει μεταξύ άλλων: «… στρέφομεν την περιέργιαν ημών εις τον αδικαιολόγητον εξερεθισμόν πολλών μαθητών των γυμνασίων κατά των καθηγητών των, καθώς και εις τας όλως παραλόγους αξιώσεις πολλών γονέων, συγγενών και κηδεμόνων μαθητών απορριφθέντων ή μη λαβόντων επιζήλους βαθμούς, αξιώσεις καταστρεπτικάς και επιβλαβείς εις τους υπ’αυτών φιλουμένους παίδας»[ix]. Ο τύπος ήδη από την εποχή εκείνη παίζει ένα σημαντικό ρόλο παρεμβαίνοντας ακόμα και στον τρόπο διδασκαλίας, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, και διαμορφώνοντας μια τοπική κοινή γνώμη ανάλογα με τα γεγονότα στον τομέα της εκπαίδευσης.

Δημοτικό Σχολείο Αγίου Αδριανού Αργολίδας, 1968. Τότε που η καμήλα στα σχολεία και η φωτογραφία ήταν σπουδαίο γεγονός. Μια συλλεκτική φωτογραφία που μας θυμίζει πως κάποτε στην Ελλάδα υπήρχαν καμήλες. Δάσκαλος Κωνσταντίνος Μπουντούρης. Διακρίνονται: Δημήτρης Γεργόπουλος, Γεώργιος Γεωργόπουλος, Βασίλης Φιλίνης, Αλέκα Καζά, Δημήτρης Τρίγκας, Δήμητρα Κορδοπάτη, Θανάσης Μητρόπουλος, Μαρκία Κορδοπάτη, Ξανθή Σωτηροπούλου, Μαρία Βλαχοπούλου, Μαρία Κορδοπάτη. Δημοσιεύεται στο βιβλίο του Βασίλη Παπαμιχαλόπουλου, «Ένα χωριό γράφει την ιστορία του, Κατσίγκρι – Άγιος Αδριανός», 2002.

Δημοτικό Σχολείο Αγίου Αδριανού, 1932. Δάσκαλος: Παναγιώτης Μητροσύλης. Δημοσιεύεται στο βιβλίο του Βασίλη Παπαμιχαλόπουλου, «Ένα χωριό γράφει την ιστορία του, Κατσίγκρι – Άγιος Αδριανός», 2002.
Το κτιριακό ζήτημα
«Είναι οικτρά η εν Άργει Δημοτική εκπαίδευσις, βασανιζόμενοι μαθηταί και διδάσκαλοι εντός των θαλάμων του ενταύθα στρατώνος, και επαπειλούμενη η υγεία των μαθητών και διδασκάλων, ένθεν μεν των ακαθαρσιών της πόλεως, τας οποίας ρίπτουσιν οι επιτετραμμένοι όπισθεν του σχολείου, εάν δυνάμεθα να το ονομάσωμεν ούτως∙ ένθεν δε εκ των κάτωθεν των θαλάμων σταύλων, τις οίδε από πότε ακαθαρίστων»[x].
Στο τέλος του 19ου αιώνα ο «Αγαμέμνων» έχει αρχίσει σταυροφορία για την απουσία διδακτηρίων ή σχολικών κτιρίων που να πληρούν ένα ελάχιστο όριο συνθηκών απαραίτητων για τη διδασκαλία και την υγιεινή των παιδιών. Από την εποχή εκείνη μέχρι το «Χτίστε σχολεία» του Αργειακού Βήματος το 1978, διαμορφώνεται ένα σοβαρό κλίμα κινητοποίησης της κοινής γνώμης για το πρόβλημα αυτό. Βεβαίως η κατάσταση στις αρχές της δεκαετίας του ’80 δεν είναι η ίδια με αυτήν του προηγούμενου αιώνα. Όμως η υποχρεωτικότητα της εκπαίδευσης διόγκωσε το κτιριακό πρόβλημα αφού η αύξηση του μαθητικού πληθυσμού δεν συνοδεύτηκε από αύξηση των σχολικών αιθουσών.
Το πρόβλημα είναι έντονο κυρίως στο Άργος απ’ ότι στις υπόλοιπες περιοχές της Αργολίδας, διότι εδώ καταφθάνει και το κύριο μέρος της εσωτερικής μετανάστευσης ή ακόμα η μεγάλη μάζα των παιδιών που τελειώνουν το δημοτικό από τις γύρω ορεινές περιοχές.
«Στην κεντρική διδακτηριακή μονάδα της οδού Δαναού που διαθέτει 18 αίθουσες», γράφει ο πρόεδρος της ΕΛΜΕ Αργολίδας Β. Βασιλόπουλος, «υποχρεώνονται να λειτουργήσουν 4 Σχολεία με συνολικό αριθμό 1930 μαθητών σε δυο κύκλους, πρωινό και απογευματινό. Ο ένας κύκλος είναι το Γυμνάσιο και το Λύκειο Αρρένων (940 παιδιά σε 26 τμήματα), ο άλλος το Γυμνάσιο και Λύκειο Θηλέων (990 παιδιά σε 25 τμήματα)»[xi].
Δεν είναι τυχαίο πως ένα από τα σημεία στα οποία βασίζουν τις διαφημίσεις τους τα ιδιωτικά σχολεία αφορά στην κτιριακή τους υπεροχή (Σύγχρονα διδακτήρια, άρτια οργάνωσις διδακτηρίων, φωτογραφίες κτιρίων, κλπ). Και ενώ το κτιριακό ζήτημα φαίνεται να βρίσκει τη λύση του ιδιαίτερα στην περιοχή του Άργους με τη λειτουργία του νέου σχολικού συγκροτήματος 1ου Λυκείου και 2ου/3ου Γυμνασίου καθώς και με νέα κτίρια στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και στην περιοχή Κρανιδίου, η κατάσταση στην περιοχή του Ναυπλίου είναι προβληματική λόγω της αύξησης του σχολικού πληθυσμού και της παλαιότητας των σχολικών κτιρίων. Παρά τα προβλήματα αυτά, έχουν γίνει αρκετά βήματα και το κτιριακό στην Αργολίδα δεν αποτελεί οξύ εκπαιδευτικό πρόβλημα όπως σε άλλες περιοχές της χώρας.

Α’ Μπουσουλοπούλειοι αθλητικοί αγώνες του Γυμνασίου Αρρένων Άργους (28-01-1968), προς τιμή του ευεργέτη Σπυρίδωνα Μπουσουλόπουλου. Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Αργολίδας Χρυσόστομος Β΄ ( Δεληγιαννόπουλος) στεφανώνει τον αρχηγό της πρωταθλήτριας ομάδας καλαθοσφαίρισης. Αρχείο: Ματθαίου Μούκα.

Α’ Μπουσουλοπούλειοι αθλητικοί αγώνες του Γυμνασίου Αρρένων Άργους (28-01-1968), προς τιμή του ευεργέτη Σπυρίδωνα Μπουσουλόπουλου. Ο υπουργός εμπορίου Γεώργιος Γεωργακέλος (1913-2003) στεφανώνει τον νικητή του δρόμου 1.500 μ. ημιαντοχής Στ. Σούρσο της Γ2 τάξης. Διακρίνονται: Απ. Χατζηεμανουήλ, Γυμνασιάρχης Αρρένων, Κωνσταντίνος Σταθόπουλος, Επιθεωρητής Σωματικής Γυμναστικής Αγωγής, Ματθαίος Μούκας, Καθηγητής Σωματικής Αγωγής Γυμνασίου Αρρένων Άργους. Αρχείο: Ματθαίου Μούκα.
Όμως το κτιριακό ζήτημα δεν έχει μόνο μια όψη προβληματική. Συνδέεται άμεσα με την τοπική ιστορία, με την αρχιτεκτονική οπτική και αισθητική καθώς και με τις αρχιτεκτονικές πρακτικές που εφαρμόζονται κατά περιόδους. Η Αργολίδα έχει σημαντικά δείγματα ιστορικής σχολικής αρχιτεκτονικής σε όλη την έκτασή της και όχι μόνο στην πρωτεύουσα του Νομού. Παράλληλα, θα πρέπει να τονιστεί και το γεγονός ότι η σχολική χρήση είναι εκείνη που δημιουργεί, μεταξύ άλλων, την ιστορία ενός κτιρίου. Έτσι, σημαντικά κτίρια όπως το σημερινό Δημαρχείο του Ναυπλίου, το Κωνσταντοπούλειο Μέγαρο του Άργους και το Πνευματικό Κέντρο Κρανιδίου χρησιμοποιήθηκαν αρχικά ή στη διάρκεια της ζωής τους ως σχολικά κτίρια.
Η καποδιστριακή περίοδος αποτέλεσε αναμφισβήτητα την περίοδο και της κτιριακής αναγέννησης του ελληνικού σχολείου παρά τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπιζε το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Η καποδιστριακή διοίκηση θέλοντας να οργανώσει με ουσιώδη τρόπο ένα βασικό εκπαιδευτικό σύστημα, δεν έδωσε μεγάλη σημασία στην κτιριακή αρχιτεκτονική και έτσι τα σχολεία της εποχής που διασώζονται μαρτυρούν με την απλή αρχιτεκτονική τους, τη λογική με την οποία χτίζονται τα καποδιστριακά σχολεία. Το κυριότερο δείγμα που έχουμε ακόμα είναι το 1ο Δημοτικό σχολείο Άργους, το λεγόμενο καποδιστριακό, το οποίο κηρύσσεται διατηρητέο το 1980 και παρά τις τραγικές εμπειρίες που γνωρίζει στη διάρκεια της ζωής του, διασώζεται με την παρέμβαση του Πολιτιστικού Ομίλου Άργους και το εξαιρετικό Α΄Δημοτικό Κρανιδίου που χτίστηκε το 1828[xii].
Την περίοδο αυτή θα διαδεχθεί η περίοδος του Όθωνα και μαζί της θα φτάσουν στο νεοσύστατο κράτος αρχιτεκτονικοί ρυθμοί που ήδη έχουν παγιωθεί στην Ευρώπη ως κυρίαρχοι: ο νεοκλασικός και ο ρομαντικός. Οι Γερμανοί κυρίως αρχιτέκτονες στην αρχή μαζί με σημαντικούς Έλληνες όπως ο Κλεάνθης θα είναι εκείνοι που θα σηκώσουν το βάρος της οικοδομικής επανάστασης που αρχίζει στην οθωνική περίοδο. Η νέα πρωτεύουσα του κράτους, η Αθήνα, αρχίζει να αποκτά λαμπρά κτίρια και ένα νέο στίγμα που καθορίζεται από τον Δανό Hansen και την «Τριλογία του», αλλά θα γίνει πλέον κυρίαρχο με τον Γερμανό Ernst Ziller: η επικράτηση του νεοκλασικισμού. Ήταν ζήτημα χρόνου η εξάπλωσή του και στις περιφερειακές πόλεις της χώρας. Η αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική μορφοποίηση μαζί με εξαιρετικά διακοσμητικά στοιχεία κυρίως πήλινα, θα φτάσει και στην Αργολίδα και θα δώσει, τηρουμένων των αναλογιών, σημαντικά δείγματα στο είδος του. Από «το πρώτον ελληνικόν γυμνάσιον ιδρυθέν τω 1833 διατάγματι Όθωνος Α΄ Βασιλέως της Ελλάδος» μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα που έχουμε τα κυριότερα δείγματα της σχολική νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, σχολεία κτίζονται στο Ναύπλιο, το Κρανίδι και αλλού.

Ναύπλιο, το παλαιό Γυμνάσιο Ναυπλίου αρχές του 20ού αιώνα. Σήμερα στεγάζει το Δημαρχείο του Ναυπλίου. Δημοσιεύεται στο: Καρούζου, Σέμνη, «Το Ναύπλιο», Αθήνα, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, 1979.

Ναύπλιο, το παλαιό Γυμνάσιο Ναυπλίου. Σήμερα στεγάζει το Δημαρχείο του Ναυπλίου. Κτίστηκε το 1857 για να στεγάσει το Γυμνάσιο του Ναυπλίου, που είχε ιδρυθεί το 1833, επί βασιλείας Όθωνα. Το κτίριο του Γυμνασίου αρχικά ήταν μονώροφο, ενώ το 1893 προστέθηκε και δεύτερος όροφος, προκειμένου να στεγαστεί εκεί και το Ελληνικό Σχολείο. Τότε το Γυμνάσιο μετακόμισε στον πρώτο και στον δεύτερο όροφο, ενώ το Ελληνικό Σχολείο στεγάστηκε στο ισόγειο.
Στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα έχουμε τα περισσότερα δείγματα που διατηρούνται ακόμα και σήμερα. Στο χωριό Μάνεση έχουμε ένα από τα ωραιότερα δείγματα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, διθέσιο σήμερα, δημοτικό σχολείο[xiii]. Χτίστηκε το 1908 ενώ το 1929 έγινε προσθήκη της ανατολικής του αίθουσας. Μετά τον πόλεμο και ιδιαίτερα την περίοδο 1964-70 το σχολείο φιλοξενούσε πάνω από 120 μαθητές.
Ένα επίσης εξαιρετικό δείγμα της δεκαετίας βρίσκεται στην Αγ. Τριάδα και χρησιμοποιείται ως Πολιτιστικό Κέντρο, ενώ χαρακτηριστικά είναι και τα κτίρια των δημοτικών σχολείων στο Ναύπλιο (1931 – δωρεά ζεύγους Ιατρού) και στο Κρανίδι (1931). Έχουμε ακόμα αρκετά εγκαταλειμμένα σχολεία μικρότερου μεγέθους με χαρακτηριστικά στοιχεία νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Περισσότερο απλά στην αρχιτεκτονική τους μορφή αλλά όμορφα σύνολα είναι επίσης το Δημοτικό σχολείο της Καρυάς (έκλεισε πριν πολλά χρόνια) και το Δημοτικό σχολείο Κουτσοποδίου.

Οι μαθητές της πρώτης τάξης του δημοτικού σχολείου Ερμιόνης με τον δάσκαλό τους Δημήτρη Τσαπραλή το 1907.
Βιβλία – παράλληλα σχολεία
Η διάσωση των σχολικών εγχειριδίων και βιβλίων διέσωσε και σημαντικές πηγές για το είδος των γνώσεων και την ποιότητά της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Διασώθηκαν επίσης με τον τρόπο αυτό σημαντικές ενδείξεις για τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς του εκπαιδευτικού μας συστήματος τόσο θεωρητικούς όσο και περισσότερο πρακτικούς. Πηλίκια, στρατιωτική πειθαρχία, υποχρεωτικός εκκλησιασμός είναι μερικά μόνο στοιχεία. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πρόσφατες σχετικά (1975) διαφημίσεις ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων αναγράφεται ως ποιοτική ένδειξη η παρεχόμενη «ελληνοχριστιανική εκπαίδευσις».
Όπως σημείωνα και προηγουμένως, ο τύπος διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο στην συντήρηση μιας ορισμένης εικόνας του σχολείου παρεμβαίνοντας πολλές φορές ακόμα και στη διδασκαλία των μαθημάτων. Σε σημείωμά του ο «Ερασίνος»[xiv] αναφέρει:
«Εφιστώμεν την προσοχήν του κ. Υπουργού της δημοσίας εκπαιδεύσεως επί της σκανδαλώδους διαγωγής και αντιχριστιανικής διδασκαλίας του ενταύθα διευθυντού του δημοτικού σχολείου κ. Παν. Κουτσουράκη, ο οποίος εν τη διδασκαλία των θρησκευτικών μαθημάτων διέγραψεν εκ του Ιερού Ευαγγελίου ολοκλήρους εννοίας, λόγω ότι οι Άγιοι Ευαγγελισταί οι συντάξαντες τούτο είχον άγνοιαν γραμμάτων και δεν έχουσι καλώς. (…) Παρακαλούμεν τον κ. Υπουργόν να επισπεύση την εφαρμογήν του Νόμου αποστέλλων τον τοιούτον διδάσκαλον εις το χωριόν του…».
Στις 21 Φεβρουαρίου 1895, ο Νομάρχης Αργολίδας κ. Θρασύβουλος Αγγελόπουλος Αθάνατος δημοσιεύει ανοικτή επιστολή «Προς τους Γυμνασιάρχας, Σχολάρχας και Διευθυντάς Δημοτικών σχολείων» σημειώνοντας μεταξύ άλλων τα παρακάτω:
«Θλιβεράν εντύπωσιν απεκόμισα εκ των εν τοις διαφόροις ναοίς του Ναυπλίου κατά την ώραν της θείας λειτουργίας επισκέψεών μου, καθ’ άς αντελήφθην της εν αυτοίς επικρατούσης ερημίας. Ιδίως ό,τι απεσπάσατο την προσοχήν μου είναι η παντελής απουσία της νέας γενεάς…. Βεβαιώ μόνον το γεγονός και εις την καταπολέμησίν του εννοώ να προσκαλέσω εκείνους, τοις οποίοις είναι εμπεπιστευμένη η ηθική διαμόρφωσις της νεολαίας. Δια τούτο παρακαλώ υμάς, ίνα προσκαλέσητε τους υπό την διδασκαλίαν υμών μαθητάς, εφ’ όσον εννοείται δια τα δημοτικά σχολεία επιτρέπει η νεαρά αυτών ηλικία, ίνα μετ’αυτών εν σώματι και εν τάξει μεταβαίνητε εις την Θείαν Λειτουργίαν κατά πάσαν Κυριακήν και επίσημον εορτήν»[xv].
Δεν μπορεί παρά η προσέγγιση τέτοιων σημαντικών θεμάτων να έχει αποσπασματικό χαρακτήρα στα πλαίσια του παρόντος αφιερώματος πράγμα που ενέχει τον κίνδυνο μιας στρεβλής παρουσίασης γεγονότων χωρίς την ουσιαστική ανάλυση του ιστορικού τους πλαισίου. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ιδιαίτερα η διαφύλαξη του υλικού ώστε να μπορεί ο ερευνητής να εμβαθύνει και να φέρει στο φως σημεία και στοιχεία άγνωστα. Η διαφύλαξη πολλών τέτοιων πηγών έχει γίνει στις τοπικές βιβλιοθήκες και ιδιαίτερα στη Βιβλιοθήκη του Συλλόγου Αργείων «Ο Δαναός».
Ενώ για τα σχολικά βιβλία των τελευταίων δεκαετιών έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα, μάλιστα τα αναγνωστικά του δημοτικού επανεκδίδονται με μεγάλη επιτυχία, δεν γνωρίζουμε και πολλά πράγματα για τα σχολικά εγχειρίδια που χρησιμοποιούνται στον 19ο αιώνα λιγοστές δε είναι οι παρουσιάσεις των διαφορετικών βιβλίων που χρησιμοποιούνται. Ένα από τα περισσότερο ενδεικτικά βιβλία γλώσσας του 1888 «Περί τεχνικής αναγνώσεως και απαγγελίας» μας πληροφορεί πως το έργο αυτό γράφτηκε «επ’ ωφελεία των δημοδιδασκάλων εκατέρου του φύλου, των μαθητών των διδασκαλείων, των ελληνικών σχολείων και γυμνασίων, των φοιτητών του εθνικού πανεπιστημίου, των ιεροσπουδαστών και παντός των γραμμάτων φίλου». Ένα επίσης σημαντικό βιβλίο που περιλαμβάνει αρκετές πληροφορίες για την οργάνωση και λειτουργία της αγροτικής σχολής Τίρυνθας του 1850 είναι η «Έκθεσις περί της πρώτης συστάσεως του εν Τιρύνθι Γεωργικού Σχολείου, της διευθύνσεως και διαχειρίσεως αυτού».
Σημαντική επίσης είναι και η δημιουργία παράλληλων σχολείων είτε γενικής, είτε τεχνικής εκπαίδευσης που λειτουργούν υπό την αιγίδα συλλόγων ή ακόμα και από ιδιώτες για την επαγγελματική κατάρτιση σε ένα συγκεκριμένο κλάδο. Μια από τις πιο γνωστές σχολές είναι η «Νυχτερινή Σχολή Απόρων Παίδων», που οργανώνεται και λειτουργεί υπό την αιγίδα του Συλλόγου Αργείων «Ο Δαναός» από το 1951 έως και το 1968 με κάποια διαστήματα παύσεων. Πολλά παιδιά από ορεινές κυρίως περιοχές της Αργολίδας φοιτούν και αποφοιτούν από τη σχολή αυτή. Γνωστή επίσης είναι και η σχολή της SIGER στο Ναύπλιο που εξειδικεύεται στη ραπτική. Υπάρχουν πολλές αναφορές για τα κορίτσια κυρίως της γύρω περιοχής (Λυγουριό, Αγ. Τριάδα, κλπ) που φοιτούν στην σχολή αυτή. Ενδιαφέρουσα είναι επίσης και η ανακοίνωση[xvi] «Δια τους γονείς» του εμποροραπτικού οίκου «Λεπτοκαρύδη» στο Άργος στην οποία, εκτός των άλλων, γίνεται για πρώτη φορά από επιχείρηση αναφορά στις κοινωνικές της υποχρεώσεις:
«Εις την προσπάθειάν μας δια την προώθησιν της μοδιστρικής Τέχνης εις την πόλιν μας, εν σχέσει με τας οφειλόμενας έναντι της κοινωνικής αλληλεγγύης υποχρεώσεις μας. Απεφασίσαμεν να δεχθώμεν εις την λειτουργούσν παρ’ ημίν Σχολής Κοπτικής και Ραπτικής, δέκα (10) κορίτσια ηλικίας μέχρι 15 ετών, απόρων ή πολυτέκνων οικογενειών, άνευ ουδεμιάς εκ μέρους των υποχρεώσεως καταβολής διδάκτρων….».

Β’ Δημοτικό Σχολείο Άργους. Τελειόφοιτες του Σχολείου με τη δασκάλα τους κ. Καλυψώ Καπλάνη. Αρχείο Ευανθία Λιολίτσα. Φωτογραφία από την ομάδα, «Παλιές φωτογραφίες του Άργους – Ταξίδι στο παρελθόν».

Β΄Δημοτικό Σχολείο Άργους (Πειρούνη). Σχολικό ενθύμιο του έτους, 1963-64. Γ΄τάξη του Δημοτικού με δάσκαλο τον Ευθύμιο Αγγελόπουλο.

Οι μαθητές της έκτης τάξης του 3ου Δημοτικού Σχολείου Άργους με τον δάσκαλό τους Δημήτρη Τσαπραλή το 1936.
Ιδιωτική Εκπαίδευση
Πολλές από αυτές τις σχολές λειτουργούν με βάση την αντίστοιχη νομοθεσία «Περί Ιδιωτικής Εκπαιδεύσεως». Θα πρέπει να σημειωθεί πως η νομοθεσία αυτή είναι τις ίδιας ηλικίας όσο και το νεοελληνικό κράτος. Ήδη με τον ιδρυτικό νόμο της δημοτικής εκπαίδευσης το 1834 επιτρέπεται, υπό προϋποθέσεις, σε ιδιώτες να συστήνουν σχολεία κάτι που επιβεβαιώνεται και με το βασιλικό διάταγμα του 1836 για τη «μέση εκπαίδευση». Όπως σωστά επισημαίνει ο Παν. Κυπριανός, «Η ύπαρξη ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν εδράζεται σε κάποια ιδεολογική αντίληψη. Απλώς, επειδή το κράτος δεν έχει τα μέσα για να ιδρύσει αρκετά δημόσια σχολεία, ανατίθεται στους ιδιώτες να λειτουργήσουν επικουρικά προς αυτό. Η αντίληψη είναι αντιγραφή του νόμου Γκυζώ»[xvii].
Η ιδιωτική εκπαίδευση δεν βασίζεται μόνο στην ύπαρξη και λειτουργία εκπαιδευτηρίων πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γενικής ή τεχνικής, αλλά και στα λεγόμενα φροντιστήρια.
Εκπλήσσεται δε κανείς όταν ανακαλύπτει πως η λεγόμενη «φροντιστηριακή εκπαίδευση» δεν είναι κάτι καινούριο, αλλά υπάρχει από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους με τους διάφορους δημοδιδασκάλους όπως είδαμε προηγουμένως. Η πρώτη όμως οργανωμένη αναφορά που υπάρχει για την ύπαρξη φροντιστηρίων είναι το 1936 για το «Τέλειον Φροντιστήριον» και το «Πρότυπον Φροντιστήριον». Το 1937 βρίσκουμε και πάλι τους βασικούς συντελεστές των φροντιστηρίων αυτών στα «Ηνωμένα Φροντιστήρια», ενώ την ίδια περίοδο ανακοινώνεται και η έναρξη φροντιστηρίου για μαθητές δημοτικού από τον κ. Θ. Ε. Καμπούρο «δημοδιδάσκαλο – σπουδαστή φιλολογίας» όπως υπογράφει ο ίδιος.
Η καταβολή διδάκτρων δεν είναι το μοναδικό χαρακτηριστικό της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Εξάλλου, υπάρχουν περίοδοι στην ιστορία της δημόσιας εκπαίδευσης όπου καταστρατηγείται η έννοια της δωρεάν παιδείας με την επιβολή τελών εγγραφής ή εκπαίδευσης, ή ακόμα συμμετοχής στις εξετάσεις του Πανεπιστημίου όπως γινόταν μέχρι τη δεκαετία του 1960-70.
Ο «Αγαμέμνων» ξιφουλκεί κατά των μέτρων της Κυβέρνησης Τρικούπη που επιβάλλει, μεταξύ άλλων, τα λεγόμενα «εκπαιδευτικά τέλη» καταλήγοντας:
«… η παιδεία είναι το μόνον μέσον δι’ ού ηδύνατο το έθνος να φθάση εις την αρχαίαν του εύκλειαν εκήρυξαν την παιδείαν ελευθέραν τελών. Περιφρονήσας φαίνεται την ιεράν των πατέρων μας παρακαταθήκην εξέσχισεν αυτήν ως μετεμόρφωσε και ολόκληρον το έθνος εις ερείπια. Διο το έθνος πρέπει να σκεφθή πλέον σοβαρώς δια τον άνδρα»[xviii].
Πολλά ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην ευρύτερη περιοχή του Άργους κυρίως μετά τον πόλεμο και σήμερα ακόμα. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το σχολείο «Μαλτέζου» φαίνεται να είναι το ιστορικότερο από πλευράς χρονικής διάρκειας, παρουσίας και αριθμού μαθητών. Σήμερα συνεχίζει να έχει μια σημαντική παρουσία στην Αργολίδα.
Αναφέρεται επίσης και το Νηπιαγωγείο και Δημοτικό Σχολείο «Σωτηροπούλου» το οποίο μάλιστα σε διαφημιστική καταχώρηση (1962) για την επιτυχία εισαγωγής των μαθητών της 6ης Δημοτικού στο Γυμνάσιο σημειώνει: «Σημειωτέον ότι μετεγράφησαν εκ του Δημοσίου Δημοτικού Σχολείου με βαθμόν «σχεδόν καλώς», η επιτυχία των είναι καταπληκτική…». Αναφέρεται ακόμα στις καταχωρήσεις το ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο «Δ. Μάλλιου». Μέχρι τη δεκαετία του 1970 αναφέρεται ένα ιδιωτικό νηπιαγωγείο.
Στο επίπεδο της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αναφέρεται το Ιδιωτικό Νυκτερινό Γυμνάσιο «Σωτηροπούλου» (Τημένου 8) που, μαζί με το δημοτικό, θα συνεχίσουν να υπάρχουν ως «Ιδιωτικά εκπαιδευτήρια Γ. Γ. Βυστάκου μετά το 1974 και το ιδιωτικό Γυμνάσιο «Ο Κοραής» (Αγ. Κωνσταντίνου 7) καθώς και τα εκπαιδευτήρια «Ο Πλάτων» του Δ. Γεώργα, στα κτίρια του οποίου στεγάζεται σήμερα το 4ο Γυμνάσιο Άργους. Τέλος, η ιδιωτική Μέση Τεχνική Σχολή «Κυβεριώτη» θα μετεξελιχθεί σε δημόσιο ΤΕΛ. Το 1975 γίνεται το 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ιδιωτικής Εκπαίδευσης στην Αθήνα, όπου παρουσιάζεται για πρώτη φορά το αίτημα, μεταξύ άλλων, της «παρεκκλίσεως από το Αναλυτικόν Πρόγραμμα και ο πειραματισμός, κατόπιν εγκρίσεως της Πολιτείας».
Σήμερα [η μελέτη είναι του 2007] λειτουργεί ένα πλήθος νηπιαγωγείων, αλλά στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης παραμένει το ιστορικό πλέον σχολείο «Αφοί Μαλτέζου», καθώς και τα εκπαιδευτήρια «Κουτρουμπή» (1991) [έχουν κλείσει], όπως και το νεότερο «Αυτενεργώ» (Α. Τότσικας – 2005) ενώ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενεργοποιούνται το «Νέο Σχολείο» (1993) και τα δυο προηγούμενα.
Σημείωση Βιβλιοθήκης: Το Δημοτικό Σχολείο των εκπαιδευτήριων «Κουτρουμπή» έκλεισε οριστικά το 2006, ενώ το Γυμνάσιο – Λύκειο των εκπαιδευτήριων «Κουτρουμπή» από το 2008 συνέχισε τη λειτουργία του με άλλους ιδιοκτήτες ως εκπαιδευτήρια «Ιδέα», έκλεισε οριστικά το 2011. Σήμερα, 2023, λειτουργούν τα Δημοτικά Σχολεία «Αφοί Μαλτέζου», και «Αυτενεργώ» και τα Γυμνάσια – Λύκεια «Νέο Σχολείο» και «Αυτενεργώ».
Συνολικά η εικόνα της εκπαίδευσης στην Αργολίδα σήμερα παρουσιάζεται με ένα ευρύτατο δίκτυο δημόσιων κυρίως αλλά και ιδιωτικών σχολικών μονάδων. Πιο αναλυτικά η πρωτοβάθμια εκπαίδευση 68 δημοτικά σχολεία και 70 νηπιαγωγεία ενώ ο ιδιωτικός τομέας αριθμεί τρία (3) δημοτικά σχολεία [δύο το 2023], 2 νηπιαγωγεία και πλήθος παιδικών σταθμών. Η Δευτεροβάθμια εκπαίδευση αριθμεί και στις δυο βαθμίδες τριάντα (30) σχολεία, ενώ η ιδιωτική πέντε (5) [4 το 2023]. Ας σημειωθεί πως 1256 παιδιά βρίσκονται στα νηπιαγωγεία, 5920 παιδιά στα σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και 6317 μαθητές αριθμεί η Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τα τελευταία χρόνια σημαντικές είναι και οι εκπαιδευτικές δομές που αναπτύσσονται στο επίπεδο των ενηλίκων και της δια βίου μάθησης. Στα πλαίσια αυτά λειτουργεί ήδη στο Ναύπλιο το «Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας» που παρέχει απολυτήριο Γυμνασίου με πολύ καλή οργάνωση και αποτελέσματα μέχρι σήμερα.
Υποσημειώσεις
[i] Π. Κυπριανός, Συγκριτική ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης, εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2004, 179.
[ii] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΓ, Αθήνα, 1978, 490.
[iii] Αγαμέμνων, 2-11-1892, αριθ.Φ. 35.
[iv] Η εκπαίδευση στο Άργος επί Καποδίστρια, Ελλέβορος, τ.11, Άργος, 1994,91.
[v] Ό.π., σ.87.
[vi] Χειρόγραφο κείμενο (οικογενειακό αρχείο).
[vii] ΓΑΚ, παράρτημα Ναυπλίου, φ. 63.1.
[viii] Αγαμέμνων, 18 Ιουλίου 1893, αριθ. Φ. 69.
[ix] 7 Ιουλίου 1896, αριθ. Φ. 29.
[x] Ό.π., 5-9-1893, αριθ. Φ. 76.
[xi] «Το διδακτηριακό πρόβλημα στο Άργος», Αργειακόν Βήμα, 10-12-1978.
[xii] Μια όμορφη και κατατοπιστική εργασία από τους μαθητές και τους δασκάλους του σχολείου στην περίοδο 2000-2001 με τίτλο: «Η ιστορία του Α’ Δημοτικού Σχολείου Κρανιδίου».
[xiii] Ο Διευθυντής του κ. Παν. Ιωαννίδης είναι οικοδεσπότης αντάξιος της ομορφιάς και της ιστορίας του κτιρίου και θα σας ξεναγήσει στους χώρους του με ευχαρίστηση.
[xiv] 25-6-1885, αριθ. Φ. 8
[xv] Αγαμέμνων, αριθ. Φ. 114.
[xvi] Αργειακόν Βήμα, 17 Απριλίου 1960, αριθ. Φ. 12.
[xvii] Ό.π., σ.103.
[xviii] 13-9-1892, αριθ. Φ.31
«Αργολίδα σελίδες», Ένθετο της εφημερίδας «Αργολίδα», Χριστούγεννα 2007.
*Ο Γεώργιος Η. Κόνδης είναι Κοινωνιολόγος, διδάσκων στο Τμήμα Παραστατικών και Ψηφιακών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Διαβάστε ακόμη:
- Δημόσιο Αλληλοδιδακτικό Σχολείο Άργους (1828-1832)
- Δημοτικό Σχολείο Καρυάς Άργους (1831-2003)
- Εκπαίδευση και σχολικό δίκτυο στην Αργολίδα κατά την Οθωνική περίοδο
- Η εκπαίδευση στο Άργος επί Καποδίστρια (1828-1832)
- Η εκπαίδευση στο Άργος το 19ο αιώνα. Οργάνωση και Προσανατολισμοί
- Η εκπαίδευση των κοριτσιών στο Κρανίδι (1830-1879)
- Ο Προτεστάντης ιεραπόστολος Ιλάϊας Ρίγκς, η αποστολή του στην Ελλάδα και τα Σχολεία του στο Άργος
- Σχολεία «Συγγρού» ή «Τύπου Καλλία» στον Δήμο Ερμιονίδας
- Σχολείο Συγγρού Ερμιόνης
Σχολιάστε